Τρίτη 27 Φεβρουαρίου 2024

Ἡ Παραβολή τοῦ Ἀσώτου (Λουκ. ιε΄11-32).

 


 

«Τό Εὐαγγέλιον τῶν Εὐαγγελίων».

Ὁ γλυκύς καί πρᾷος Ἰησοῦς, μέ στοργή καί τρυφερότητα, πλησιάζει, ταπεινά, ἀθόρυβα, κάθε πονεμένο, κάθε τραυματισμένο ἀπό τήν ἁμαρτία, ἄνθρωπο καί θεραπεύει τά τραύματά του. Πλησιάζει ὅλους ἐμᾶς τούς ἁμαρτωλούς καί καταφρονημένους καί προσπαθεῖ, μέ τόν ζωοποιόν Του λόγον, νά ἀπαλύνῃ τόν πόνο μας, νά σπογγίσῃ τά δάκρυά μας, νά μᾶς ἀναστήσῃ ἀπό κάθε μας πτῶσι, νά μᾶς ἀνασύρῃ ἀπό τήν «Ἰλύν βυθοῦ», εἰς τήν ὁποίαν ἔχουμε ἐμπαγῆ, νά φωτίσῃ τά σκοτάδια μας, νά καθαρίσῃ τή λάσπη ἀπό τήν ψυχή μας, νά μᾶς φέρῃ εἰς αὐτογνωσίαν καί εἰλικρινή, ἔμπρακτη μετάνοιαν, καί μᾶς ὁδηγήσῃ «εἰς τόπον ἀναψυχῆς, «ἐπί ζωῆς πηγάς ὑδάτων»(Ἀποκ. ζ ΄17). Προσπαθεῖ νά μᾶς ἐπανεισάγει εἰς τόν παράδεισο, νά κάμῃ τήν ψυχήν καί τήν ζωήν μας Παράδεισο.

Ὡς μαγνήτης Ἀγάπης, ὁ Ιησοῦς, μᾶς προσελκύει κοντά Του. Γι’ αὐτόν ἀκριβῶς τό λόγο καί ὅλοι οἱ τελῶναι καί οἱ  ἁμαρτωλοί τόν ἐπλησίαζαν σέ κάθε πόλιν ἤ χωρίον ὅπου ἐπήγαινεν, γιά νά ἀκούσουν τόν πανάγιον λόγον Του. Δέν πήγαιναν κοντά Του ἀπό περιέργεια, νά δοῦν τά θαύματά Του, ἀλλά τόν πλησίαζαν ἀπό εἰλικρινές ἐνδιαφέρον νά ἀκούσουν τήν διδασκαλίαν Του (Λουκ. ιε΄1) Ὅλοι κρέμονταν ἀπό τά χείλη Του καί διεκύρησσαν ὅτι «οὐδέποτε οὕτως ἐλάλησεν ἄνθρωπος, ὡς οὗτος ὅ ἄνθρωπος»( Ἰωάν. ζ΄46). Καί πραγματικά ἦταν καί εἶναι θεϊκός, θεραπευτικός ὁ λόγος του, τροφή καί τρυφή τῆς ψυχῆς, ἴαμα, θεραπεία. «Ἐξεπλήσσοντο οἱ ὄχλοι ἐπί τῇ διδαχῇ αὐτοῦ· ἦν γάρ διδάσκων αὐτούς ὡς ἐξουσίαν ἔχων καί οὐχ ὡς οἱ γραμματεῖς» (Ματθ.  ζ΄ 28-29. Μάρκ. α΄22).

Οἱ γραμματεῖς ὅμως καί οἱ Φαρισαῖοι ἐγόγγυζαν ματαξύ τους καί ἔλεγαν ὁ Ἰησοῦς συναναστρέφεται, μέ πολλήν συμπάθειαν καί οἰκειότητα τούς ἁμαρτωλούς καί συντρώγει μέ αὐτούς καί ἔτσι ἀθετεῖ τήν Παράδοσιν τῶν πρεσβυτέρων. Ὁ Γογγυσμός τῶν ὑποκριτῶν αὐτῶν ἔδωκε ἀφορμήν εἰς τόν Κύριον νά τούς νουθετήσῃ καί αὐτούς καί ὅλους ἐμᾶς καί νά μᾶς διδάξῃ ὅτι, ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, πού ἔγινε υἱός ἀνθρώπου, ὡς ἄπειρη Ἀγάπη, ἔρχεται στόν κόσμο νά σώσῃ τούς ἁματωλούς. Τονίζει ὅτι δέν ἔχουν ἀνάγκη ἀπό ἰατρόν οἱ Υγιεῖς, ἀλλά οἱ ἀσθενεῖς. Καί λέγει, διά παραβολῶν,  «ὅτι ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου ἦλθε ζητῆσαι καί σῶσαι τό ἀπολωλός»(Λουκ. ιθ΄10 πρβλ. καί Λουκ. ιε΄3-10).  Τονίζει ὅτι γίνεται μεγάλη χαρά στόν οὐρανό, γιά ἕναν ἁμαρτωλό, πού μετανοεῖ καί ἐπιστρέφει στήν Πατρικήν Ἑστίαν. Καί γιά νά καταστήσῃ σαφεστέραν καί περισσότερον καταληπτήν αὐτήν τήν ἀλήθειαν εἶπε καί τήν Παραβολήν τοῦ Ἀσώτου(Λουκ. ιε΄11-32).



Ἕνας ἄνθρωπος εἶχε δύο υἱούς. Παραβολικά ὁ Θεός εἶχε δύο υἱούς. Ὁ νεώτερος υἱός εἰκονίζει τόν ἀποστάτην, τόν ἁμαρτωλόν, πού φεύγει, ἀπομακρύνεται ἀπό τήν  στοργήν καί προστασίαν τού οὐρανίου Πατρός. Θεωρεῖ τήν ἀγάπη τοῦ Πατρός τυραννίαν. Καί  ζητεῖ μερίδιον ἀπό τήν πατρικήν περιουσίαν, μέ αὐθάδειαν, ὡσάν νά εἶχε δικαίωμα. Ἀπαιτεῖ  κάτι, πού ἀνήκει στόν Πατέρα.  Ὁ μικρότερος αὐτός Γιός, ζητεῖ Κάτι, γιά τό ὀποῖον δέν ἐκοπίασε, γιά νά τό ἀποκτήσῃ. Ὁ φιλόστοργος ὅμως Πατήρ μοιράζει τήν περιουσίαν Του. Ὁ Θεός δηλαδή ὡς Ἀγαθός καί μεταδοτικός τοῦ Ἀγαθοῦ χορηγεῖ καί εἰς τόν ἁμαρτωλόν, σ’ αὐτόν, πού ἀπομακρύνεται, παρέχει ἁπλόχερα ὅλα τά ἀγαθά Του,  ὅλα τά μέσα συντηρήσεως καί  ὅλα ἐκεῖνα τά πνευματικά καί ὑλικά χαρίσματα, πού ἄν αὐτά τά χρησιμοποιήσῃ καλά, θά μπορῇ νά εἶναι εὐτυχισμένος. Ὁ νεώτερος ὅμως, ἐπειδή δέν ἐκοπίασε, γιά τά ἀποκτήσῃ, δέν μπόρεσε καί νά τά ἐκτιμήσῃ. Ἔτσι μετά λίγες μέρες, τά μάζεψε ὅλα καί πῆγε σέ μακρινή χώρα καί ἐκεῖ διεσκόρπισεν ὅλην τήν περιουσίαν του «ζῶν ἀσώτως». Ἡ ἀσωτία, ἡ μέθη καί ἡ κραιπάλη καί ἡ ἄσωτη καί ἁμαρτωλή ζωή, ἡ κακή χρῆσι τῶν χαρισμάτων χωρίζουν τόν ἄνθρωπον ἀπό τόν Θεόν καί τόν βυθίζουν εἰς «ᾆδου βυθόν». Μακράν ἀπό τόν Θεόν ὁ ἄνθρωπος ἐξαχρειώνεται καί διαφθείρεται. Ἀφοῦ ἐδαπάνησε  ὅλην τήν περιουσίαν του, ἄρχισε νά ὑστερεῖται. Αὐτό συμβαίνει σέ κάθε ἄνθρωπο, πού χωρίζεται  ἀπό τόν Θεόν. Κυριεύεται ἀπό τά βρωμερά του Πάθη, ἀφήνει δηλ. καί μπαίνει ὁ Διάολος μέσα του καί τόν ὁδηγεῖ εἰς τήν ἐσχάτην ἐξαθλίωσιν. Ὁ ἄσωτος τῆς Παραβολῆς ἀπό ἄρχοντόπουλο, ἔγινε χοιροβοσκός, Ἔγινε δοῦλος καί ὀ κύριός του τόν ἔστειλε νά βόσκῃ Χοίρους καί  ἐπιθυμοῦσε νά χορτάσῃ τήν πεῖνα του ἀπό τά ξυλοκέρατα πού ἔτρωγαν οἱ χοίροι καί κανείς δέν τοῦ ἔδιδε. Αὐτόν τόν ἐξευτελισμόν ὑφίσταται κάθε ἀμετανόητος ἁμαρτωλός . Αὐτός ὅμως ὁ ἄσωτος τῆς Παραβολῆς μέσα σέ αὐτήν τήν ἐξαχρείωσι «ἔρχεται εἰς ἑαυτόν». Περισυλέγεται, συναισθάνεται τήν ἁμαρτωλότητά του καί μετανοεῖ εἰλικρινά καί ἀποφασίζει νά ἐπιστρέψῃ εἰς τήν Πατρικήν Ἑστίαν καί ΕΠΙΣΤΡΕΦΕΙ :Συλλογίζεται  καί λέγει:Πόσοι μισθωτοί τοῦ Πατέρα χορταίνουν τό ψωμί κι ἐγώ πεθαίνω τῆς πείνας. Χάνομαι. εἶμαι ἄθλιος, ἀνάξιος, ἁμαρτωλός. θά ἐπιστρέψω ὡς ἄσωτος, ἀλλά μετανοιωμένος καί θά πῶ στόν Πατέρα μου: Ἥμαρτον εἰς τόν Οὐρανόν καί ἐνώπιόν σου. Δέν εἶμαι ἄξιος νά καλοῦμαι Υἰός σου. Συγχώρησέ με καί δέξου με σάν ἕνα ἀπό τούς μισθωτούς σου!  Καί ἀμέσως ἐπραγματοποίησε τήν ἀπόφασί Του. Γύρισε μετανοημένος εἰς τήν Πατρικήν Ἑστίαν. Καί ἐνῶ βρισκόταν ἀκόμη μακράν τόν Εἶδε ὁ Πατέρας καί ἔτρεξε καί τόν ἀγκάλιασε μέ τρυφερότητα καί ἀγάπη καί τόν δέχθηκε  στή θέσι τοῦ Υἱοῦ, σάν νά μήν εἶχε φύγει ποτέ.

Ποιός μπορεῖ νά περιγράψῃ τό ἄπειρον ἜΛΕΟΣ ;

Ἄφωνοι  ἄς σταθοῦμε καί γονυκλινεῖς  ἄς δοξάσουμε τόν Κύριον τῆς Δόξης, Ἀνερμήνευτη εἶναι ἡ μακροθυμία καί ἡ Εὐσπλαγχνία Του ! ΜΑΚΡΟΘΥΜΕ ΚΥΡΙΕ ΔΟΞΑ ΣΟΙ!  

Εἶναι καιρός νά μιμηθοῦμε τήν εἰλικρινῆ μετάνοια τοῦ ἀσώτου καί νά ἐπιστρέψουμε στήν Πατρική Ἑστία. Εἶναι καιρός νά ἀφήσουμε τά ξυλοκέρατα τῆς ἀποστασίας καί νά γευθοῦμε τόν Μόσχον τόν σιτευτόν. Δέν μποροῦμε νά ἐξηγήσουμε τό Εὐαγγέλιον τῶν Εὐαγγελίων... Ὁ ἀνθρώπινος Νοῦς ἀργεῖ. Μόνον ἡ λατρευτική σιωπή μᾶς ἀπομένει. ΔΟΞΑ Τῌ ΑΝΕΚΦΡΑΣΤῼ, ΛΟΓΕ, ΣΥΓΚΑΤΑΒΑΣΕΙ  ΣΟΥ! ΚΥΡΙΕ ΔΟΞΑ ΣΟΙ!

Non finito


 

 

Παρασκευή 23 Φεβρουαρίου 2024

«ΕΓΩ ΕΙΜΙ Ο ΩΝ»(Ἔξοδ. γ΄14).

 


                     Ο ΠΑΝΤΩΝ ΕΠΕΚΕΙΝΑ ΚΑΙ ΠΑΝΤΑΧΟΥ ΠΑΡΩΝ.

«Ἐγώ εἰμι Κύριος ὁ Θεός σου ὁ ἐξαγαγών σε ἐκ γῆς Αἰγύπτου,

 ἐξ οἴκου δουλείας. Οὐκ ἔσονταί σοι θεοί ἕτεροι πλήν ἐμοῦ

(πρό προσώπου μου) (Δευτερν.5, 6-7).



«Ἐγώ εἶμαι ὀ Κύριος καί Θεός σου δέν ὑπάρχουν γιά

σένα ἄλλοι θεοί , ἐκτός ἀπό Μένα. Μή φοβᾶσαι Ἐγώ

εἶμαι ἐδῶ γιά σένα. Ἐγώ νοιάζομαι γιά σένα, παιδάκι

μου. Ὑπάρχω γιά Σένα καί σύ γιά Μένα. Σύ εἶσαι δικός

μου καί ἐγώ εἶμαι δικός σου. Εἶμαι δίπλα σου, καί σέ φρουρῶ.

 Ἐγώ εἰμί ὁ Ὤν,  καί ὁ Ἦν  καί ὁ ἐρχόμενος ὁ Παντοκράτωρ. 

Δέν θά ἀφήσω τίποτε καί κανέναν νά σέ βλάψῃ.

 Ἐγώ εἰμί Κύριος ὁ Θεός σου, ὁ ἀεί Ὤν!

 

 Ναί, Κύριε, μόνον Σύ εἶσαι ὁ Κύριος καί Θεός μου.

Ἐκτός ἀπό Σένα δέν ὑπάρχουν γιά μένα ἄλλοι θεοί.

Σύ καί μόνον Σύ μέ ἐλευθερώνεις ἀπό  τή δουλεία καί

μέ σκεπάζεις μέ τή Χάρι Σου καί τή Δύναμί Σου!...

Ἡ Φωνή Σου, Κύριε, φωνή μεγάλη  ὡς σάλπιγγος,

ὡς φωνή ὑδάτων πολλῶν, ὡς φωνή βροντῆς μεγάλης

διαπερνᾶ τούς οὐρανούς τῶν οὐρανῶν καί ὅλα τά

ἡλιακά συστήματα καί εἰσέρχεται εἰς τά ἐσώτατα

βάθη τῆς ψυχῆς κάθε πιστοῦ καί ἐνισχύει, θάλπει,

παρηγορεῖ, θεραπεύει, ἀνιστᾷ καί μᾶς ζωοποιεῖ!

Ὤ Πάντων Ἐπέκεινα καί Πανταχοῦ Παρών, Κύριε,

Θεέ μου Παντοδύναμε «ἔρχου ταχύ», μήν ἀργοπορεῖς.

Λύτρωσέ μας ἀπό τούς παντοειδεῖς ἀοράτους καί

ὁρατούς ἐχθρούς  δαίμονες καί δαιμονανθρώπους!

Ἔλα , γλυκύτατέ μου Ἰησοῦ, ὥ φῶς τῶν ὀφθαλμῶν

μου!  Ἔλα καί, ὡς πῦρ καταναλίσκον, καί κάψε...

Κάψε τά πονηρά καί τά ἄχυρα τῶν ἔργων μας,

σκέπασέ μας, ὅπως πάντοτε, μέ τή Χάρι Σου!...

 Σύ καί μόνον Σύ εἶσαι ὁ Θεός μας καί μόνον Σύ εἶσαι

ὁ βοηθός μας  στίς θλίψεις μας. Ἐκτός ἀπό Σένα δέν 

 ἔχουμε καί δέν θέλουμε νά ἔχουμε ἄλλον κανένα !...

Φώτισε τά σκοτάδια μας , καθάρισε τή λάσπη ἀπ’ τήν

ἄχαρη ψυχή μας  καί ἀξίωσον πάντας ἠμᾶς , Κύριε,

τούς  ἀναξίους δούλους Σου, νά Σέ ὑμνοῦμε, σύν τῷ

Πατρί καί τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι καί νά σέ δοξάζουμε,

μέ τήν καρδιά μας ἐν παντί τόπῳ τῆς Δεσποτείας

Σου. Διότι Σέ Σένα τόν τριαδικόν Θεόν ἀνήκει ἡ τιμή,

ἡ Βασιλεία, καί ἡ Δύναμις, τό κράτος καί ἠ δόξα,

εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων.ΑΜΗΝ.

 


 

Παρασκευή 16 Φεβρουαρίου 2024

ΕΙΝΑΙ ΚΑΙΡΟΣ

΄

ΝΑ ΑΝΟΙΞΟΥΜΕ ΤΗΝ ΚAΡΔΙΑ ΜΑΣ ΣΤΌ ΧΡΙΣΤΟ

Ζοῦμε σέ μιά σχιζοφρενική ἐποχή.  Δυό χιλιάδες καί πλέον χρόνια, μετά τόν Ἐρχομό τοῦ ΧΡΙΣΤΟΥ, ἡ ἀνθρωπότης  παραπαίει, δέν δέχεται τόν Ἀληθινόν Μεσσία, καί περιμένει τόν ψεύτικο, τόν Ἀντίχριστο, τόν Παγκόσμιο κυβερνήτη, τόν Μaetreya. Ὁ ἄνθρωπος «Οὐ συνῆκε». Δέν κατενόησε τήν τιμήν τοῦ· «κατ’εἰκόνα» καί «παρασυνεβλήθη τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις καί ὡμοιώθη αὐτοῖς»(Ψαλμ.48, 13,21). Ζῆ σάν κτῆνος καί πεθαίνει σάν κτῆνος. Ὁ Σίλλερ λέει ὅτι ὁ ἄνθρωπος, δέν στέκεται στόν συνάνθρωπόν του ὡς «ὁ Πλησίον», ἀλλ’ ὡς ἐχθρός ( der Mensch dem Menschen gegenueberstehet).  Ὁ Σαίξπηρ, στόν Μακβεθ, λέγει ὅτι:

 «Ζοῦμε σέ μιά ἐποχή, πού ὅταν βλάψῃς ἄλλον

 εἶναι πρᾶξι ἐπαινετή, καί ὅταν κάνῃς τό καλό,

οἱ πιό πολλοί σέ παίρνουν γιά τρελλό».

 Ὁ λόγος τοῦ Προφήτου Ἱερεμίου εἶναι διαχρονικός  καί περιγράφει ἄριστα καί τή συμπεριφορά τῶν ἀνθρώπων τῆς ἐποχῆς μας. Οἱ ἄνθρωποι διαπράττουν  ΔΥΟ πονηρά καί ὀλέθρια σφάλματα. α)«Ἐγκαταλείπουν τόν Θεόν καί β) ὀρύσσουν ἑαυτοῖς λάκκους συντετριμμένους, οἵ οὐ δυνήσονται ὕδωρ συνέχειν» (Ἱερ. 2,13). Πετρῶσαν οἱ καρδιές. Ἐψύγη ἡ ἀγάπη τῶν πολλῶν.     

Γι’αὐτό

«εἶναι πικρό καί τό νερό πού πίνουμε,

καί τό ψωμί πού τρῶμε «ἄρτος ὀδύνης».

 Καί ἔτσι δημιουργοῦνται πολλά καί μεγάλα προβλήματα, πού ὁδηγοῦν στή καταστροφή τῆς ἀνθρωπότητος. Ἡ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ  ΚΡΙΣΙΣ π.χ. ἀπειλεῖ ὁλόκληρο τό περιβάλλον, ὁλόκληρο τόν πλανήτη.  Ζοῦμε σέ μιά ἐποχή ἀνατροπῆς τῆς Ἱεραρχίας τῶν Ἀξιῶν. ΚΙΝΔΥΝΕΥΕΙ  νά καταστραφῆ  τό Σύμπαν, τό ἀνθρώπινον Γένος καί ὁλόκληρος ὁ φυσικός κόσμος. Καί δέν κάνουμε τίποτε γι’αὐτό. Καί ὄχι μόνον, ἀλλά συνεχίζουμε νά λατρεύουμε τά εἴδωλα καί νά  ἀδικοπραγοῦμε.

Σ’ αὐτήν τήν κατάντια ὁδηγεῖ ἡ τεχνολογική πρόοδος, ἡ ἀτομική ἐνέργεια καί τά  πολλά διαπλανητικά ταξίδια. Στρέφει ὁ Μανασσῆς καί τρώγει τίς σάρκες του, κατασπαράσσει τόν ἀδελφόν του, Πόλεμοι, θάνατοι, συμφορές. 

ΕΙΘΕ ὁ Φιλάνθρωπος Θεός, νά ἀνοίξῃ τούς καταρράκτες τοῦ Οὐρανοῦ, γιά νά ξεπλύνῃ τίς ντροπές καί νά φέρῃ σέ συναίσθησι ὅλους μας!

Ἡ Ἑκκλησία τοῦ Θεοῦ καί ἡ ὁρθόδοξος Θεολογία καλεῖται νά σταθῇ εἰς τό ὕψος τῆς Ἀποστολῆς της καί μέ ψυχραιμία νά ἀντιμετωπίσῃ τήν κρίσι αὐτή καί τά προβλήματα, πού γεννῶνται καί νά φέρῃ σέ ΘΕΟΓΝΩΣΙΑ τόν κόσμον, πού «ὅλος ἐν τῷ πονηρῷ κεῖται». Δικό της ἔργον εἶναι νά ἑνώνῃ τούς ἀνθρώπους μέ τό Θεό καί μεταξύ τους, «ἵνα οἱ πάντες ἝΝ ὦσιν». Ἕργον τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησία καί τῆς Ὀρθοδόξου Θεολογίας εἶναι νά διδάσκουν ὅτι αὕτη ἐστίν ἠ αἰώνιος ζωή: Νά γνωρίζουν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι τόν ΕΝΑ καί Μόνον  Ἀληθινόν Θεόν καί ὅν ἀπέστειλεν ΙΗΣΟΥΝ ΧΡΙΣΤΟΝ (Ἰωάν.ιζ΄3). Νά διδάσκουν τούς ἀνθρώπους  τήν Ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου τῆς Ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ, ὥστε ὅλοι νά ἐγκολπωθοῦμε τό Εὐαγγέλιον καί νά τό κάνουμε «Πρᾶξι»  στήν καθημερινή μας ζωή,  γιά νά μπορέσουμε νά λυτρωθοῦμε ἀπό τό σκοταδισμό. Ὑπάρχουν, δυστυχῶς, ἀνεγκέφαλοι, ἀντίχριστοι, πού  κυβερνοῦν τόν κόσμον  καί, μέ κάθε δόλιο τρόπο προσπαθοῦν νά ξεριζώσουν ἀπό τήν καρδιά μας τό Χριστό καί τό Εὐαγγέλιον τῆς Ἀγάπης. Δυστυχῶς, οἱ Ἀντίχριστοι, ἀνατρέπουν τήν Ἱεραρχία τῶν Ἀξιῶν. Ἡ Πίστις στό Χριστό, ἡ Ἀγάπη πρός τήν Πατρίδα καί τήν Οἰκογένεια, θεωρεῖται ρατσισμός, ὀπισθοδρόμησις, καί ὅτι οἱ ἀνωμαλίες καί ὅλες  οἱ διαστροφές,  θεωροῦνται ἰδιαιτερότητες καί πρόοδος. ΕΙΝΑΙ ΚΑΙΡΟΣ νά καταλάβουν οἱ ἁρμόδιοι ὅτι: ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΔΙΚΑΙΩΜΑ, Η ΑΝΩΜΑΛΙΑ. ΕΙΝΑΙ  Δ Ι Α Σ Τ Ρ Ο Φ Η .

 ΓΑΜΟΣ π.χ. εἶναι ἕνωσις ἀνδρός καί γυναικός καί ΟΧΙ ἕνωσις δύο ὁμοφυλοφίλων, πού δέν γεννοῦν, δέν παράγουν, δέν διαιωνίζουν τό Γένος. Δέν μποροῦν νά εἶναι γονεῖς, διότι γονεύς σημαίνει γεννήτωρ, σημαίνει αὐτόν πού παράγει, αὐτόν, πού γεννᾶ.  Ὁ / Η   Ὁμοφυλόφιλος,πού δέν γεννᾶ, δέν μπορεῖ νά λέγεται γονεύς, γεννήτωρ. Οὔτε  ἔχει φιλτρον πατρικόν ἤ μητρικόν. Συνεπῶς δέν μποροῦν νά υἱοθετοῦν. Δέν ἀντικαθίσταται ὁ τίμιος γάμος, μέ τά «σύμφωνα συμβίωσης». Ἐάν ψηφισθῆ νόμος, πού νά ὀνομάζει γάμο  τήν συμβίωσι, εἶναι ἄδικον.Πολύ δέ περισσότερον ἄδικον θά εἶναι ἄν ἐπιτραπῆ ἡ υἱοθεσία ἐκ μέρους τῶν ὁμοφυλοφίλων. Αὐτό θά σημαίνει ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΙΝ τῆς ΠΑΙΔΕΡΑΣΤΙΑΣ. Καί δυστυχῶς, μέ δόλιο τρόπο, αὐτό προασπαθοῦν νά ἐπιτύχουν οἱ ἀντίχριστοι σήμερα. Θά τούς ἀφήσουμε  νά ἀφανίσουν τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνικό Πολιτισμό;  Τώρα εἶναι καιρός ἡ  Ορθόδοξος Ἐκκλησία καί ἡ Ὀρθόδοξος Θεολογία νά ἀρθοῦν εἰς τό ὕψος τῶν περιστάσεων. «Νά Παύσουν νά διϋλίζουν τόν κώνωπα, τήν δέ κάμηλον καταπίνοντες» (Ματθ.κγ΄24). Καί οἱ ἐκκλησιαστικοί ἄρχοντες νά ἐλευθερωθοῦν ἀπό τό κακόν Πνεῦμα τῆς ΦΙΛΑΡΧΙΑΣ,ΤΗΣ ΑΡΧΟΜΑΝΙΑΣ καί τῆς ρίζας πάντων τῶν κακῶν ΤΗΣ ΦΙΛΑΡΓΥΡΙΑΣ. Νά παύσουν νά κοστολογοῦν τά Μυστήρια, νά ἀφήσουν τά συγχωροχάρτια, νά ΤΑΠΕΙΝΩΘΟΥΝ καί νά ἑνωθοῦν εἰς Ἕν καί ὡς Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική ἘΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ ΘΕΟΛΟΓΙΑ νά ἀντιμετωπίσουμε τή λαίλαπα τοῦ Ἀντιχρίστου, πού ὀνομάζει τή Σατανοποίησι, ὡς Παγκοσμιοποίησιν. Διότι, Μόνον  ἐάν οἱ πάντες ἑνωθοῦμε εἰς  ἝΝ, θά μπορέσουμε νά ἀντιμετωπίσουμε καί νά λύσουμε σωστά τά προβλήματα, πού  δημιουργεῖ ὁ ἄνομος, ὁ Υἰός τῆς ἀπωλείας καί νά  πραγματοποιηθῇ ὁ Πόθος τοῦ ΧΡΙΣΤΟΥ «ἵνα οἱ πάντες ἕν ὦσιν». Καί τότε μόνον θά ἐπιτύχῃ καί ἡ Ὀρθόδοξος ΘΕΟΛΟΓΙΑ τήν ὑψηλή της ἀποστολή νά ἑνώσῃ τούς ἀνθρώπους μέ τό Θεό, ὥστε νά ἀνοίξουμε ὅλοι τήν καρδιά μας στό ΧΡΙΣΤΟ, Λατρεύοντες Αὐτόν μέ τήν καρδιά μας, «ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ». Καί, περιπατοῦντες «ἐν ἀγάπῃ», νά δοξάζουμε, νά  ὑμνοῦμεν καί  νά εὐλογοῦμεν ΑΥΤΟΝ, τόν Κύριον τῆς Δόξης. Διότι μόνον εἰς Αὐτόν  ἀνήκει ἡ βασιλεία, ἡ Δύναμις, ἡ τιμή, ἡ δόξα καί τό Κράτος, εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. ΑΜΗΝ.






Non finito.




   

 

                                                                                          





Δευτέρα 15 Ιανουαρίου 2024

ΔΕΗΣΙΣ

 


ΠΡΟΣ ΚΥΡΙΟΝ

 

Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ὁ Θεός ἐλέησόν με! Σύ, ὁ Ἀμνός τοῦ Θεοῦ, ὁ αἴρων τήν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου, Σύ μόνον θέλεις καί μπορεῖς νά  μέ λυτρώσῃς ἀπό τόν ἀβάσταχτο πόνο, πού βαραίνει τήν ψυχή μου, ἀπό τόν Πόνο, πού μοῦ προκαλεῖ  ὁ πρόσκαιρος μέν, ἀλλά βαρύς καί  ἀφόρητος ἀποχωρισμός ἀπό  τόν ἀγαπημένο μου Γιό, ἀπό τόν Παναγιώτη μου. Γνωρίζεις, Κύριε ὅτι ὁ μικρός μου Γιός, ὁ συνταγματάρχης μου, ἦταν τό στήριγμά μου. Ὁ γλυκός του λόγος, βάλσαμο στά γηρατειά μου!...



Κύριε, μοῦ λείπει πολύ τό ἀγγελούδι μου. Καί δέν εἶμαι ὁ μόνος, ὅπως ξέρεις, πού ζῶ  αὐτόν τόν πόνο τοῦ ἀποχωρισμοῦ. Ὑπάρχουν πολλοί γονεῖς, πού ζοῦν τόν ἴδιο Πόνο. Κύριε, Σέ παρακαλῶ, γαλήνεψε τήν πονεμένη μας καρδιά, σήκωσε πάνω Σου καί τό δικό μας Πόνο... Μή μᾶς καταλογίσῃς τόν πόνο μας σάν ἁμαρτία ἤ ὀλιγοπιστία... Κύριε πιστεύω ὁλόψυχα ὅτι Σύ εἶσαι ἡ ζωή μας καί ἡ εἰρήνη μας, ἡ μόνη μας παρηγοριά, ἡ μόνη μας ἐλπίδα,  τό Φρούριόν μας, τό Μόνον ἀσφαλές καταφύγιον. Πιστεύω, Κύριε, ὅτι θέλεις, ὡς Πανάγαθος  καί μπορεῖς ὡς Παντοδύναμος, νά μᾶς λυτρώσῃς ἀπό κάθε εἴδους πόνο καί ἀπό κάθε συμφορά, πού μᾶς ταλανίζει ἐξ αἰτίας τῶν ἁμαρτιῶν μας. Πιστεύω καί ὁμολογῶ ὅτι , Σύ, πού σταυρώθηκες, ἀντί ἡμῶν σπεύδεις, Ἀγαθέ, καί συντομεύεις τίς μέρες τῆς θλίψεως καί παίρνεις κοντά Σου τά ἀγαπημένα μας πρόσωπα. Μᾶς ἀνασύρης ἀπό τήν « ἰλύν βυθοῦ»,  εἰς τήν ὁποίαν ἔχουμε ἐμπαγῆ καί μᾶς Ὀδηγεῖς εἰς τόπον ἀναψυχῆς, «ἐπί ζωῆς πηγάς ὑδάτων», μᾶς  ἀπαλλάσσεις ἀπό τόν Πόνο καί χαρίζεις σέ ὅλους μας τήν αἰώνια Χαρά, τήν μακαριότητα. Ἀναπαύεις τίς ψυχές ὅλων μας ἔνθα οὐκ ἔστι πόνος, οὐ λύπη, οὐ στεναγμός, ἀλλά ζωή ἀτελεύτητος. Διό καί Σέ δοξάζουμε,   Κύριέ μου Ἰησοῦ,  Ὕψιστε Θεέ, γιά τίς  ἄπειρες φανερές καί ἀφανεῖς Εὐεργεσίες Σου! Συγχώρησέ μας, γλυκύτατέ μου Ἱησοῦ, γιά τόν Πόνο, πού νιώθουμε, ἐξ αἰτίας τοῦ ἀποχωρισμοῦ ἀπό τά προσφιλῆ μας πρόσωπα. Συγχώρησε, Κύριε καί μένα τόν ἀνάξιο δοῦλο Σου, καί θεράπευσε τή ματωμένη μου καρδιά. Μή με ἀποδοκιμάσῃς, ἀλλά μακροθυμῶν καί πρίν εἰς τέλος ἀπόλωμαι σῶσον με! Περιμένοντας, μέ λαχτάρα τό Θεῖον Κάλεσμα, ἀξίωσόν με, μέχρι τῆς ἐσχάτης μου ἀναπνοῆς  νά Σέ ὑμνῶ καί νά Σέ δοξάζω ἐν παντί τόπῳ τῆς  Δεσποτείας Σου. Διότι Σέ Σένα ἀνήκει ἡ δύναμις καί ἡ δόξα εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. ΑΜΗΝ.


 

Πέμπτη 14 Δεκεμβρίου 2023

«ΕΤΕΧΘΗ ΗΜΙΝ ΣΗΜΕΡΟΝ ΣΩΤΗΡ»

 



«ΘΕΟΣ ΕΦΑΝΕΡΩΘΗ ΕΝ ΣΑΡΚΙ»

 

1.-«Ἰδού εὐαγγελίζομαι ὑμῖν χαράν μεγάλην…» (Λουκ.β΄10).

 

Χαρούμενο, ἀγγελικό, οὐράνιο το μήνυμα. Γεμίζει τίς καρδιές ἀναπαλμούς. Πλημμυρίζει τίς ψυχές μας ἱερή συγκίνησι, ἀνέκφραστη ἀγαλλίασι καί ἄρρητη εὐφροσύνη. Ἄκουσε ὁ Φιλάνθρωπος Θεός τούς στεναγμούς μας καί ἀποστέλλει τον Μονογενῆ Του Υἱόν, τήν «προσδοκίαν τῶν Ἐθνῶν», τόν Κύριόν μας, τόν Ἰησοῦν Χριστόν, ΣΩΤΗΡΑ ΚΑΙ ΛΥΤΡΩΤΗΝ τοῦ Σύμπαντος κόσμου. Ἄγγελος Κυρίου ἀναγγέλλει εἰς τήν ταλαιπωρημένη ἀπό τήν ἁμαρτία, εἰς τήν ἡμιθανή ἀνθρωπότητα, τό σωτήριο μήνυμα, τό Εὐαγγέλιον τῆς σωτηρίας, ὅτι «ἐπεσκέψατο ὁ Θεός καί ἐποίησε λύτρωσιν τῷ λαῷ αὐτοῦ» (Λουκ. α΄68. ζ΄16).

Οἱ στρατιές τῶν ἀγγέλων φέρουν στόν κόσμο τό μήνυμα τῆς Θείας συγκαταβάσεως: «Μή φοβεῖσθε· ἰδού εὐαγγελίζομαι ὑμῖν χαράν μεγάλην, ἥτις ἔσται παντί τῷ λαῷ, ὅτι ἐτέχθη ὑμῖν σήμερον Σωτήρ, ὅς ἐστι ΧΡΙΣΤΟΣ Κύριος, ἐν πόλει Δαυῒδ» (Λουκ. β΄ 10-12). Ὁ Πανάγιος Θεός, ἀπό ἄπειρη, για τά πλάσματά Του, Ἀγάπη, συγκαταβαίνει καί ἀποστέλλει τον Υἱόν Του εἰς τόνκόσμον. Τόσο πολύ ἀγάπησε ὁ Θεός τον κόσμον, ὥστε τόν Υἱόν αὐτοῦ τον μονογενῆ ἔδωκε…» (Ἰωάν. γ΄16). Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, τέλειος Θεός, γίνεται και τέλειος ἄνθρωπος. Λαμβάνει δούλου Μορφήν. Ἔρχεται κοντά μας, ταπεινά καί ἀθόρυβα «ὡς αὔρα λεπτή», «πρᾷος  και ταπεινός τῇ καρδίᾳ». Δέν ἐντρέπεται να μᾶς ἀποκαλεῖ ἀδελφούς Του. Ἔρχεται κοντά μας καί διέρχεται τήν ζωήν αὐτοῦ εὐεργετῶν, «κηρύσσων τό Εὐαγγέλιον τῆς Βασιλείας καί θεραπεύων πᾶσαν νόσον καί πᾶσαν μαλακίαν ἐν τῷ λαῷ» (Ματθ. δ΄23). Σπογγίζει τά  δάκρυά μας, ἁπαλύνει τόν πόνον μας, πλένει τίς πληγές μας, θεραπεύει τά τραύματά μας, φωτίζει τά σκοτάδια μας, μᾶς τρέφει και μᾶς χαροποιεῖ μέ τον ζωοποιό Του λόγο. Μέ τή χάρι Του, ὅπως προεφήτευσεν ὁ Προφήτης Ἡσαῒας, «τυφλοί ἀναβλέπουσι και χωλοί περιπατοῦσι, λεπροί καθαρίζονται και κωφοί ἀκούουσι, νεκροί ἐγείρονται και πτωχοί εὐαγγελίζονται» (Ματθ. ια΄ 5).

2.-«Μέγα το μυστήριον».

Ὁ Θεός  γίνεται ἄνθρωπος, γιά νά γίνῃ ὁ ἄνθρωπος, Θεός. Λαμβάνει δούλου Μορφήν, «ἵνα τήν ἑαυτοῦ ἀναπλάσῃ εἰκόνα, φθαρεῖσαν τοῖς πάθεσιν». Μέ τήν ἐνανθρώπισιν τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀποκαλύπτεται «τό χρόνοις αἰωνίοις σεσιγημένον Μυστήριον(Ρωμ. ιδ΄24), «τό μυστήριον το ἀποκεκρυμμένον ἀπό τῶν αἰώνων καί ἀπό τῶν γενεῶν ἐν τῷ Θεῷ»( Ἐφεσ. γ΄9.Κολοσ. α΄26).

ΣΗΜΕΡΟΝ ΓΕΝΝΑΤΑΙ ἀπό τήν ἁγνή καί ἄσπιλη Παρθένο και «ἐκ Πνεύματος Ἁγίου», ἀνερμηνεύτως, γιά νά ἐκπληρωθῇ, ὁ λόγος πού εἶχε πῆ ὁ Κύριος, μέ τό στόμα τοῦ προφήτου Ἡσαῒου: «Ἰδού ἡ Παρθένος ἐν γαστρί ἕξει και τέξεται υἱόν, καί καλέσουσι τό ὄνομα αὐτοῦ Ἐμμανουήλ, ὅ ἐστι μεθερμηνευόμενον μεθ’ ἡμῶν ὁ Θεός»(Ἡσ. 7, 14. Ματθ. α΄23). Γίνεται ἄνθρωπος ὅμοιος, μέ  ἡμᾶς, χωρίς τήν ἁμαρτίαν. Προσλαμβάνει τήν καταφθαρεῖσαν φύσιν ἡμῶν και την ἀφθαρτοποιεῖ, την ἐξαγιάζει. Ἔρχεται κάτω στή γῆ, γιά νά  μᾶς ἀνεβάσῃ ἄνω, στον Οὐρανό. Τώρα δέν εἴμαστε πιά μόνοι. Εἷναι μαζί μας  ὁ Θεός (Immanu Ell). Ὁ Ἰησοῦς, ὁ Σωτήρ εἶναι κοντά μας, πολύ κοντά μας. Εἶναι ὁ ΠΛΗΣΙΟΝ μας. Καί «ὁμολογουμένως μέγα ἐστί τό τῆς εὐσεβείας Μυστήριον· ΘΕΟΣ ΕΦΑΝΕΡΩΘΗ ΕΝ ΣΑΡΚΙ…» (Α΄Τιμόθ.γ΄16), γιά νά λυτρώσῃ το ἀνθρώπινον γένος ἀπό τη δουλεία τῆς ἁμαρτίας, γιά νά ἐλευθερώσῃ τον ἄνθρωπο ἀπό τά δεινά, τά βρωμερά του Πάθη, ἀπό τή θλῖψι, ἀπό τη διαφθορά, τη φθορά καί τό θάνατο.



 

ΣΗΜΕΡΟΝ  στήν ταπεινή Φάτνη τῆς Βηθλεέμ, γεννᾶται ἡ Αγάπη. ΣΗΜΕΡΟΝ ἀνατέλλει, εἰς τόν κόσμον, ὁ ἄδυτος Ἥλιος τῆς Δικαιοσύνης καί τό σκότος τῆς συγχύσεως και τά ζοφερά νέφη τῶν παρανοήσεων ἐξαφανίζονται. ΣΗΜΕΡΟΝ, μέ τήν Παρουσία τοῦ Κυρίου, τά  σκότη τῆς πλάνης, τῆς ἀπάτης, τῆς Ψευτιᾶς καί τῆς Ὑποκρισίας διαλύονται. ΣΗΜΕΡΟΝ «ὁ Λαός ὁ πορευόμενος ἐν σκότει ἴδετε φῶς μέγα· οἱ κατοικοῦντες ἐν χώρᾳ και σκιᾷ θανάτου, Φῶς  λάμψει ἐφ’ ὑμᾶς» ( Ἡσ. 9,2. Ματθ. δ΄16). ΣΗΜΕΡΟΝ σαρκώνεται ἡ Ἀγάπη, γεννιέται ἡ Ἀλήθεια, τό Φῶς, ἡ Ζωή καί ἡ εἰρήνη τοῦ κόσμου. «Ὅτι παιδίον ἐγενήθη ἡμῖν, υἱός καί ἐδόθη ἡμῖν, οὗ ἡ ἀρχή ἐγενήθη ἐπί τοῦ ὤμου αὐτοῦ, και καλεῖται τό ὄνομα αὐτοῦ μεγάλης βουλῆς ἄγγελος, θαυμαστός σύμβουλος, Θεός ἰσχυρός, ἐξουσιαστής, ἄρχων εἰρήνης, πατήρ τοῦ μέλλοντος αἰῶνος·… Μεγάλη ἡ ἀρχή αὐτοῦ, καί τῆς εἰρήνης Αὐτοῦ οὐκ ἔστιν ὅριον( Ἡσ.9, 6-7) «Καί τῆς Βασιλείας Αὐτοῦ οὐκ ἔσται τέλος» (Λουκ. α΄33). ΣΗΜΕΡΟΝ ΓΕΝΝΑΤΑΙ  ὁ Ἱησοῦς, ὁ Σωτήρ καί Λυτρωτής τοῦ κόσμου, ὁ Χριστός. «Αὐτός γάρ σώσει τόν λαόν αὐτοῦ ἀπό τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν» (Ματθ.α΄21).

ΣΗΜΕΡΟΝ ἡ θλῖψις ἐξαφανίζεται καί ἡ Χαρά γίνεται κτῆμα καί γνώρισμα τοῦ κάθε  πιστοῦ. 

«ΣΗΜΕΡΟΝ γάρ ὁ χρόνιος ἐλύθη δεσμός, ὁ διάβολος ἠσχύνθη, οἱ δαίμονες ἐδραπέτευσαν, ὁ θάνατος ἐλύθη, ὁ παράδεισος ἠνεώχθη, ἡ κατάρα ἠφανίσθη, ἡ ἁμαρτία ἐκποδῶν γέγονεν, ἡ πλάνη ἀπηλάθη, ἡ ἀλήθεια ἐπανῆλθεν, καί τῆς εὐσεβείας ὁ λόγος πανταχοῦ  διεσπάρη και ἔδραμεν· ἡ τῶν ἄνω πολιτεία ἐν τῇ γῇ ἐφυτεύθη, ἄγγελοι μετά ἀνθρώπων κοινωνοῦσι, και ἄνθρωποι μετά ἀγγέλων ἀδεῶς διαλέγονται. Διατί; Ἐπειδή Θεός ἐπί γῆς ἦλθε, και ἄνθρωπος ἐν οὐρανῷ· πάντα ἀναμίξ  γέγονε» (Ἰωάν. Χρυσοστόμου, εἰς τήν Γενέθλ. Λόγος 2ος).

 ΣΗΜΕΡΟΝ ὁ Λόγος σαρκοῦται καί ἡ κτίσις ἅπασα ἀνακαινίζεται. Εἶναι ἀδύνατον, ὁ ἀνθρώπινος λόγος νά περιγράψῃ ἐπάξια τά μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἀνθρώπινος  Νοῦς δέν ἠμπορεῖ νά συλλάβῃ καί νά ἑρμηνεύσῃ τή Θεϊκή συγκατάβασι. Κάθε εὐσεβής ψυχή, πού γεύεται τή Χαρά καί τή Χάρι τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ, τιμᾷ με τή λατρευτική σιωπή «τά ὑπέρ λόγον και ἔννοιαν», τιμᾷ μέ τή σιγή τό Μέγα Μυστήριον. Ὁ πιστός γνωρίζει το ΓΕΓΟΝΟΣ καί ἀπολαμβάνει τῶν δωρεῶν τῆς Ἐνανθρωπήσεως, ἀλλά δέν ξέρει το «ΠΩΣ» τελεσιουργεῖται τό Μέγα  τοῦτο τῆς Εὐσεβείας Μυστήριον καί δοξάζει τόν Θεόν.

Ὁ ἄπιστος ὅμως  ἀναισχύντως τολμᾶ καί ἐπιχειρεῖ νά ἐξετάσῃ τό «ΠΩΣ». Ἄσπορος ἡ σύλληψις, Θεοῦ γάρ ἡ γέννησις. Ὁ Τόκος ἀνερμήνευτος, ἄπιστε. «Ὅπου γάρ βούλεται Θεός, νικᾶται φύσεως τάξις».

«Ἐννόησον, ἄθλιε και ταλαίπωρε, τίς εἶ και τίνα περιεργάζῃ·  ἄνθρωπος ὤν, Θεόν πολυπραγμονεῖς;» (Χρυσοστόμου, περί ἀκαταλ. Λόγ. 2,3 Μigne P.G.48, 712). Ὁ Πιστός γονατίζει εὐλαβικά μπροστά στό ΘΕΙΟΝ ΒΡΕΦΟΣ προσκυνεῖ τόν Υἱόν τοῦ Θεοῦ, πού γίνεται υἱός ἀνθρώπου. Κάθε Πιστός, μαζί με τούς ἀγγέλους  εὐλογεῖ καί δοξάζει τόν Θεόν  και ψάλλει: «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καί ἐπί γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία» (Λουκ. β΄14). Κάθε Πιστός, μαζί μέ τόν Παῦλο ἔκθαμβος ἀναφωνεῖ· « Ὦ βάθος πλούτου καί σοφίας καί γνώσεως Θεοῦ! Ὡς ἀνεξερεύνητα τά κρίματα αὐτοῦ καί ἀνεξιχνίαστοι αἱ ὁδοί αὐτοῦ!  Τίς γάρ ἔγνων νοῦν Κυρίου; Ἤ τίς σύμβουλος αὐτοῦ ἐγένετο; Ἤ τίς προέδωκεν αὐτῷ καί ἀνταποδοθήσεται αὐτῷ;  Ὅτι ἐξ αὐτοῦ καί δι’ αὐτοῦ καί εἰς αὐτόν τά πάντα. Αὐτῷ ἡ δόξα εἰς τούς αἰῶνας· ἀμήν» ( Ρωμ. ια΄33-36). Καί εἶναι φυσικό νά  μένῃ ἔκθαμβος, ἐκστατικός, ἄφωνος, ὁ ἄνθρωπος, μπροστά στίς ἀνεξιχνίαστες Βουλές τοῦ Θεοῦ, και μάλιστα μπροστά στό Μέγα τῆς Οἰκονομίας Μυστήριον. Καί εἶναι ἀλήθεια, ὅτι ἐμεῖς δεν μποροῦμε νά ἐξιχνιάσουμε τό βάθος τῆς καρδίας τοῦ ἀνθρώπου, δέν μποροῦμε νά ἐννοήσουμε τά λόγια και τίς σκέψεις τοῦ ἀνθρώπου, Πῶς εἶναι ἀνθρωπίνως δυνατόν, νά ἐξετάσουμε καί νά μάθουμε τή σκέψι καί νά ἐννοήσουμε τά νοήματα τοῦ  Δημιουργοῦ, τοῦ  Παντάνακτος Θεοῦ;

«Βάθος καρδίας ἀνθρώπου οὐχ εὑρήσετε καί λόγους τῆς διανοίας αὐτοῦ οὐ διαλήψεσθε· καί Πῶς τόν Θεόν, ὅς ἐποίησε τά πάντα ταῦτα, ἐρευνήσετε και τον νοῦν αὐτοῦ ἐπιγνώσεσθε και τον λογισμόν αὐτοῦ κατανοήσετε; ΜΗΔΑΜΩΣ, ἀδελφοί, ΜΗ ΠΑΡΟΡΓΙΖΕΤΕ Κύριον τον Θεόν ἡμῶν» (Ἰουδίθ 8,14).

 

3.- «Ὑμνήσατε το Ὄνομα Κυρίου».

 Ὁ Υἱός και Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ ἰσχυρός Θεός, ὁ Ἐξουσιαστής,  συγκαταβαίνει καί μορφήν δούλου λαμβάνει. Ἔρχεται κοντά μας, ὡς ταπεινός ἄνθρωπος (Φιλιπ.β΄8), γιά νά ὑψώσῃ το Γένος τῶν ἀνθρώπων, τήν ἡμιθανῆ ἀνθρωπότητα, πού βρίσκεται κατάκοιτη στη χώρα και τη σκιά τοῦ Θανάτου, χωρίς νά ἔχῃ τή δύναμι νά σηκωθῇ. Ὁ Εὔσπλαγχνος Θεός δέν θέλει να χαθοῦν τά πλάσματά Του. «Πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι καί εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν». Καί ἐπειδή ὁ ἄνθρωπος δέν μποροῦσε νά ἀνέβη ἄνω, στόν Οὐρανό, κατέβη ὁ Θεός κάτω, στή γῆ:

«Ὁ Λόγος σάρξ ἐγένετο καί ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν, καί ἐθεασάμεθα τήν δόξαν αὐτοῦ, δόξαν ὡς μονογενοῦς παρά Πατρός, πλήρης χάριτος καί  ἀληθείας» ( Ἰωάν. α΄ 14).

Ὑμνήσατε τόν Κύριον, γιά τήν ἄπειρη Εὐσπλαγχνίαν Του, γιά τήν ἀνέκφραστον Αὐτοῦ συγκατάβασι!

ΥΜΝΗΣΑΤΕ τόν Κύριον, γιά τό ἀνεξερεύνητον Ἔλεός Του! «ΥΜΝΗΣΑΤΕ τό ὄνομα Κυρίου, ὅτι ὑψηλά ἐποίησεν· ἀναγγείλατε ταῦτα ἐν πάσῃ τῇ γῇ· ἀγαλλιᾶσθε και εὐφραίνεσθε, οἱ κατοικοῦντες Σιών, ὅτι ὑψώθη ὁ ἅγιος τοῦ Ἰσραήλ ἐν μέσῳ αὐτῆς» ( Ἡσ. 12, 5-6).

Ἁγνίσατε την ψυχή σας, ἀδελφοί, καθαρίσατε τήν καρδιά σας, ἀπό κάθε ὑλική και ἀκάθαρτη ἡδονή, λῦστε τά δεσμά τῆς ἁμαρτίας, νεκρώσατε τά μέλη ὑμῶν τά ἐπί τῆς γῆς, σταυρώσατε την σάρκα σύν τοῖς παθήμασι καί ταῖς ἐπιθυμίαις, ἐπιτελοῦντες ἁγιωσύνην ἐν φόβῳ Θεοῦ, ἀφήσατε τήν ψυχή ἐλεύθερη, νά ὑψωθῇ στά οὐράνια καί νά ὑποδεχθῇ τόν Ἰησοῦν, τόν Ἐρχόμενον ἐν ὀνόματι Κυρίου.

Ἀκούσατε ὄρη καί βουνοί, καί σεῖς ἀστόχαστοι θνητοί, ὅτι ἔρχεται στή γῆ  ὁ ΧΡΙΣΤΟΣ, ὁ ΛΥΤΡΩΤΗΣ.

 

«ΧΡΙΣΤΟΣ γεννᾶται, δοξάσατε·

Χριστός ἐξ οὐρανῶν, ἀπαντήσατε·

Χριστός ἐπί γῆς, ὑψώθητε.

ΑΣΑΤΕ τῷ Κυρίῳ πᾶσα ἡ γῆ, καί

ἐν εὐφροσύνῃ ἀνυμνήσατε λαοί,

ὅτι δεδόξασται»(Κοσμᾶ, Ὠδή α΄).

 

4.-«Θεός τό τεχθέν, ἡ δέ Μήτηρ Παρθένος

Τί μεῖζον ἄλλο καινόν εἶδεν ἡ κτίσις;»

 

Δυό Χιλιάδες καί πλέον χρόνια ἔχουν περάσει ἀπό τότε, πού γεννήθηκε στην ταπεινή Φάτνη τῆς Βηθλεέμ ὁ Χριστός.

Γεννήθηκε και μέσα στην ψυχή μας; Γιατί, ὅπως λέει ὁ ποιητής, «Χίλιες φορές κι’ ἄν γεννήθηκε στή Βηθλεέμ ὁ Χριστός, μέσα σου ἄν δέν γεννήθηκες εἶσαι γιά πάντα χαμένος».

Μέ λύπη διαπιστώνουμε ὅτι «ἵσταται ἔξω ἀπό τήν ψυχή μας, περίλυπον, τό  ΘΕΙΟΝ ΒΡΕΦΟΣ καί κρούει την Θύραν. Ἐμεῖς ὅμως, δέν ἀκοῦμε την φωνή Του,  καί δεν Τοῦ ἀνοίγουμε τήν καρδιά μας… Παραμένουμε, δυστυχῶς, πάντα οἱ ἴδιοι, ἀμετανόητοι. Ἐνῶ γνωρίζουμε ὅτι «το ἐμμένειν τῇ ἁμαρτίᾳ εἶναι σατανικόν, ἐν τούτοις ἐμμένουμε τῇ φαύλῃ συνηθείᾳ, πωρωμένοι, ἀμετανόητοι  κατάκοιτοι στή Χώρα καί τή Σκιά τοῦ θανάτου. Γι’ αὐτό εἶναι πικρό καί τό νερό, πού πίνουμε καί τό ψωμί, πού τρῶμε «ΑΡΤΟΣ ΟΔΥΝΗΣ». Μέρα καί νύκτα βαραίνει τήν ψυχή μας ἡ παγωνιά τῆς ἐρημιᾶς, ἡ πίκρα, τό ἄγχος, τό Σκοτάδι, ἡ Ὀδύνη, ὀ Πόνος , ὁ Θάνατος. Σκοτεινά εἶναι τά ἔργα μας,  Ἐμπεπηγμένοι εἰς «ἰλύν βυθοῦ», δέν ἀκοῦμε τή Φωνή τοῦ Χριστοῦ, πού μᾶς καλεῖ κοντά Του, ζοῦμε χωρίς τόν Χριστόν, χωρίς ἀγάπη, χωρίς νόημα, χωρίς σκοπό. ΑΛΛΑ, μέχρι πότε θά βαραίνουν τήν ψυχήν μας οἱ κακίες μας; Μέχρι πότε θά τρῶμε τίς σάρκες μας; Μέχρι πότε θα τρῶμε ὁ Ἕνας τίς σάρκες τοῦ ἄλλου;

Μέχρι πότε θά ζοῦμε σάν τά ἄλογα κτήνη καί θά πεθαίνουμε σάν κτήνη; Μέχρι πότε θά ζοῦμε χωρίς ἔλεος, χωρίς συμπάθεια, χωρίς ἀγάπη; Μέχρι πότε θά μένουμε βυθισμένοι στή Μαύρη Θάλασσα τῆς ἀποστασίας;

Ἄν μπορούσαμε νά νοιώσουμε, οἱ δύσμοιροι θνητοί, τήν ἄπειρη ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, πού γεννιέται, γιά χάρι μας, σάν ἄνθρωπος, στή γῆ!...

Πότε θά λυτρωθοῦμε ἀπό τόν Κακό μας ἑαυτό καί θά ἀποτινάξουμε τόν κονιορτό τῆς ἀπιστίας ἀπό την ἄχαρη ψυχή μας;

Εἷναι γεγονός ὅτι ΑΝ ὁ Χριστός δέν ἦταν μαζί μας, οἱ ἐχθροί μας, δαίμονες και δαιμονάνθρωποι, θά μᾶς καταβρόχθιζαν ζωντανούς. Ἄν ὑπάρχουμε στη ζωή, αὐτό ὀφείλεται στή μακροθυμία τοῦ Χριστοῦ, πού μᾶς κυνηγάει μέ τό  Ἔλεός Του  καί κρούει την Θύραν… Συνεχίζει νά μᾶς καλεῖ κοντά καί ἔρχεται καί θέλει νά στήσῃ τη Σκηνή Του στην καρδιά μας , ΘΕΛΕΙ νά γεννηθῇ ἐντός μας, στήν ψυχή μας, καί νά  μᾶς ΛΥΤΡΩΣῌ ἀπό τά δεινά καί τίς συμφορές καί νά κάμῃ την ψυχή και τη ζωή μας Παράδεισο. ΕΡΧΕΤΑΙ ΝΑ ΣΩΣῌ ΤΑ ΠΛΑΣΜΑΤΑ ΤΟΥ.

Καί εἶναι καιρός να προετοιμάσουμε τήν ψυχή μας, νά ὑποδεχθῇ τόν ΕΡΧΟΜΕΝΟΝ. Εἶναι καιρός νά ἀνοίξουμε τήν καρδιά μας στό Χριστό, νά γεννηθῇ μέσα μας, νά κυβερνήσῃ τή ζωή μας ἡ ἀγάπη. Εἷναι καιρός νά ἐγκολπωθοῦμε τό Εὐαγγέλιον Τῆς ἀγάπης Του καί νά τό κάνουμε «Πρᾶξι» στήν καθημερινή μας ζωή, νά θρονιάσῃ στήν ψυχή μας ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ, ἡ πάντα νοῦν ὑπερέχουσα. Τότε καί μόνον τότε θά νοιώσουμε ἀσφαλεῖς. Καί εἶναι καιρός νά σκύψουμε εὐλαβικά,  να εἰσέλθουμε στό Σπήλαιον τῆς Βηθλεέμ, νά γονατίσουμε καί να προσκυνήσουμε το ΘΕΙΟΝ ΒΡΕΦΟΣ. Νά ἀφήσουμε  ἐκεῖ τόν παλαιόν ἄνθρωπον, τά πάθη καί τίς κακίες μας καί μέ τή Χάρι Του, νά μήν ξαναγυρίσουμε πίσω στόν Ἠρώδη. ἀλλά να ἐπιστρέψουμε στη ζωή «δι’ ἄλλης Ὁδοῦ», μέ νέον τρόπο ζωῆς, ὡς «ἐν Χριστῷ καινή κτίσις». Ὀφείλομεν δέ πάντες «πεπληρωμένοι ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ λαλοῦντες ἑαυτοῖς ψαλμοῖς καί ὕμνοις καί  ᾠδαῖς πνευματικαῖς,  ᾄδοντες καί ψάλλοντες ἐν τῇ καρδίᾳ ἡμῶν τῷ Κυρίῳ, νά εὐχαριστοῦμε  πάντοτε ὑπέρ πάντων ἐν ὀνόματι τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, τῷ Θεῷ καί Πατρί ὑποτασσόμενοι ἀλλήλοις ἐν φόβῳ Χριστοῦ»( Ἐφεσ. ε΄ 18-21).

 Ὤ θεῖον βρέφος!  Σέ Σένα, Ἰησοῦ μου, τό ἄκακον Ἀρνίον, τόν Ἀμνόν τοῦ Θεοῦ τόν αἴροντα  την ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου, τόν ἐν σαρκί ἐληλυθότα, καί μόνον Σέ Σένα ἀνήκει ἡ τιμή καί ἡ δόξα εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν. Σύ, Κύριε, γίνεσαι ταπεινός ἄνθρωπος, δι’ ἡμᾶς.

Σύ ἀνακλίνεσαι στήν ταπεινή Φάτνη, γιά νά  ὑψώσῃς ὅλους ἐμᾶς , τούς ἀναξίους δούλους στα οὐράνια. Δικαίως καί εὐσεβῶς, εἰς τόν καθήμενον ἐπί τοῦ Θρόνου καί Σέ Σένα, το Ἀρνίον, ἀπονέμεται ὑπό πάντων ἡ εὐλογία, ἡ τιμή, ἡ δόξα καί τό κράτος εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων.

35

ΑΜΗΝ» (Ἀποκ. ε΄ 13). Σύ, Κύριε καί Θεέ μου, Ἰησοῦ Χριστέ, εἶσαι ἡ ζωή μας καί ἡ εἰρήνη μας. Σύ εἶσαι ὁ μόνος ἅγιος και ἐν ἁγίοις ἀναπαυόμενος!  Σύ εἶσαι «ὁ μόνος ἄξιος  τοῦ λαβεῖν τήν δόξαν καί τήν τιμήν καί τήν δύναμιν, διότι Σύ ἔκτισας τά πάντα καί διά τό θέλημά Σου ἦσαν καί ἐκτίσθησαν καί ὑπάρχουν τά πάντα» (Ἀποκ. δ΄ 11. ε΄12-13). Δόξα τῇ Μακροθυμίᾳ Σου, Κύριε, δόξα Σοι! ΔΟΞΑ Τῌ ΑΝΕΚΦΡΑΣΤῼ, ΛΟΓΕ, ΣΥΓΚΑΤΑΒΑΣΕΙ ΣΟΥ!

 

 



 

 

 

 

 

 

 

 

 

Σάββατο 11 Νοεμβρίου 2023

«Πότε ἥξω καί ὀφθήσομαι τῷ προσώπῳ τοῦ Θεοῦ;

 


                            Γλυκειά εἶν’ ἡ προσμονή τοῦ Θείου Καλέσματος.

Σ’ αὐτήν ἐδῶ τήν ἄθλια παροικία, εἰς τήν ἀπέναντι τοῦ  Παραδείσου γῆν, ὅλοι ἐμεῖς οἱ ἄθλιοι καί ἄμυαλοι θνητοί, εἴμαστε προσωρινοί, διαβάτες, «πάροικοι καί παρεπίδημοι», εὐτυχῶς, μέ ἡμερομηνίαν λήξεως, περιμένοντας, μέ λαχτάρα, τό Θ ε ῖ ο ν  Κ ά λ ε σ μ α.

«Οὐκ  ἔχομεν ὧδε μένουσαν Πόλιν, ἀλλά τήν μέλλουσαν ἐπιζητοῦμεν»( Ἑβρ. ιγ΄ 14).«Ἡμῶν γάρ τό πολίτευμα ἐν οὐρανοῖς ὑπάρχει, ἐξ οὗ καί σωτῆρα ἀπεκδεχόμεθα Κύριον Ἰησοῦν ΧΡΙΣΤΟΝ» (Φιλιπ. γ΄20). Πανευτυχεῖς εἶναι ὅσοι ἐννοοῦν «ταχύ», «ταχύτατα», «τό βραχύ τῆς ζωῆς» καί τή ματαιότητα τῶν ἀνθρωπίνων πραγμάτων καί περιπατοῦν «ἐν ἀγάπῃ» καί θησαυρίζουν θησαυρούς ἐν οὐρανῷ. Πανευτυχεῖς ὅσοι τρέφουν καί  ποτίζουν, ἐνδύουν καί θερμαίνουν μέ τήν ἀγάπη τους τούς ἐλαχίστους ἀδελφούς τοῦ Χριστοῦ, καί δίνουν νόημα καί σκοπό στήν πρόσκαιρη ζωή τους καί δυστυχεῖς εἶναι ὅσοι δέν τηροῦν τό Νόμο τῆς Ἀγάπης Σου καί βυθίζονται εἰς ᾏδου βυθόν.



Κύριέ μου Ἰησοῦ, λαχτάρα τῆς ψυχῆς μου, ὡς Καρδιογνώστης γνωρίζεις τά ἐσώτατα βάθη τῆς ψυχῆς μου, καί γνωρίζεις πραγματικά ὅτι «Ὅν τρόπον ἐπιποθεῖ ἡ ἔλαφος ἐπί τάς πηγάς τῶν ὑδάτων, οὕτως ἐπιποθεῖ ἠ ψυχή μου πρός Σέ, ὁ Θεός. Γνωρίζεις , Θεέ μου, ἐδίψησε καί διψᾶ ἡ ψυχή μου πρός Σέ τόν Θεόν , τόν ἰσχυρόν, τόν ζῶντα. Πότε ἥξω καί ὀφθήσομαι τῷ προσώπῳ τοῦ Θεοῦ ;» (Ψαλμ.41,2-3). Περιμένω, μέ λαχτάρα, τό Θεῖον Σου Κάλεσμα! Πότε θά ἀξιωθῶ νά παρουσιασθῶ Ἐνώπιόν Σου; Καθάρισε, Κύριε, τόν ῥύπον τῆς ψυχῆς μου, λάμπρυνόν μου τήν στολήν τῆς ταλαίπωρης ψυχῆς μου, δός μου ἔμπρακτη μετάνοια καί καρπούς ἀξίους τῆς μετανοίας καί πρίν εἰς τέλος ἀπόλωμαι, σῶσον με. Περιμένω, μέ λαχτάρα, νά βρεθῶ  Ἐνώπιόν Σου  καί Σέ ἱκετεύω πρίν μέ καλέσης κοντά Σου στῆσε τή σκηνή σου στήν καρδιά καί ἀξίωσέ με νά Σέ λατρεύω «ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ». «Κύριε, Σύ πάντα οἶδας, Σύ γινώσκεις ὅτι φιλῶ Σε» (Ἰωάν. κα΄17). Πανάγαθε καί πανοικτίρμων, ἄκουσε τήν ταπεινήν μου Προσευχή, δέξου τά δάκρυά μου καί τούς στεναγμούς τῆς καρδίας καί σῶσον ἐμέ τόν ἀνάξιον, καί τόν κόσμον Σου, πρίν τελειωτικά χαθοῦμε... Κινδυνεύουμε τήν ἀπό Σοῦ διάστασιν. 

Κυκλώνουν, ὥσπερ μέλισσαι κηρίον τήν ψυχή μας, οἱ  ἐχθροί μας, δαίμονες καί δαιμονάνθρωποι, καί, μέ κάθε δόλιο τρόπο, προσπαθοῦν, Πολυεύσπλαγχνε Κύριε, νά μᾶς χωρίσουν ἀπό Σένα,  ἕτοιμοι νά μᾶς κατασπαράξουν καί νά μᾶς καταβροχθήσουν ζωντανούς. Κύριε,  εἶμαι ἁμαρτωλός, Θεέ μου, συγχώρησέ με καί μή παρίδης τήν δέησίν μου ἔρχου ταχύ, ἐλέησόν με καί ἀξίωσέ με, νά ἀκολουθῶ τά ματωμένα Χνάρια Σου, νά τηρῶ τάς ἐντολάς τῆς Ἀγάπης Σου, ὥστε, ὅταν μέ καλέσῃς κοντά Σου,  γλυκύτατέ μου Ἰησοῦ,  νά βρεθῶ, καθαρός, ἐνώπιόν Σου καί, ἀσιγήτως, μετά πάντων τῶν Ἁγίων Σου, νά Σέ ὑμνῶ καί νά Σέ δοξάζω, εἰς πάντας τούς αἰῶνας. Διότι Σέ Σένα, Λυτρωτά, σύν τῷ Πατρί καί τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι, ΑΝΗΚΕΙ ἡ τιμή,  δύναμις, ἡ δόξα καί τό κράτος εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. ΑΜΗΝ.

 



Τετάρτη 6 Σεπτεμβρίου 2023

ΟΠΟΥ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ, ΕΚΕΙ ΚΑΙ Ο ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ ΤΗΣ ΤΡΥΦΗΣ

 


Κανείς δέν μπορεῖ νά ὁμιλήσῃ, γιά τό Χριστό, ἐάν δέν τόν φωτίσῃ ἡ Θεία Χάρις.

Μέ βαθειά συναίσθησι τῆς ἁμαρτωλότητός μου ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, καί μέ δάκρυα εὐγνωμοσύνης στόν ἐνανθρωπήσαντα Υἱόν καί Λόγον τοῦ Παντάνακτος Δημιουργοῦ τῶν Ὅλων, ψυχή τε καί σώματι γονυκλινής καί τρέμων, τολμῶ νά μιλήσω στήν ἀγάπη σας, ἀγαπητά μου Παιδιά, γιά «τήν προσδοκίαν τῶν Ἐθνῶν», γιά Τόν Κενώσαντα Ἑαυτόν, καί «Μορφήν δούλου λαβόντα»( Φιλιπ. β΄7), γιά  τόν γλυκύν καί πρᾷον Ἰησοῦν. «Ὁ Παῖς, ὁ ἐκλεκτός τοῦ Θεοῦ, ὁ τέλειος, ὁ ἰσχυρός Θεός, ὁ Ἐξουσιαστής, ὁ ἄρχων τῆς εἰρήνης» ( Ἡσ. 9,6), καταδέχεται, ὡς ἄπειρη Ἀγάπη, καί γίνεται ταπεινός ἄνθρωπος, δι’ ἡμᾶς τούς ἀναξίους καί ἁμαρτωλούς, καί δέν ἐντρέπεται νά μᾶς ἀποκαλεῖ ἀδελφούς Του (Ἑβρ. β΄11), ὁ πανάγιος καί Ἐλεήμων.


Ὁ Γλυκύς καί πρᾷος Ἰησοῦς, ἔρχεται ἀθόρυβα κοντά μας, μᾶς πλησιάζει, μέ τρυφερότητα, καί ρίχνει λάδι στήν τρεμοσβύνουσαν λυχνίαν. Καί δέν συντρίβει ἀλλά περιδένει καί στηρίζει τό τσακισμένο ἀπό τόν ἄνεμο καλάμι , πού εῑναι ἔτοιμο νά σπάσει . Μᾶς σώζει. Μᾶς περιβάλλει μέ τό Ἔλεός Του, μᾶς δίνει ζωή. Καί «ἐπί τῷ ὀνόματι Αὐτοῦ ἔθνη ἐλπιοῦσιν» (πραβλ. Ἡσ. 42,2-4).   Ἔρχεται κοντά μας καί καλεῖ νά τοῦ ἀνοίξουμε τήν καρδιά μας καί νά ἐγκολπωθοῦμε τό Εὐαγγέλιον τῆς ἀγάπης Του καί νά τό κάνουμε «πρᾶξι» εἰς τήν καθημερινή μας ζωήν. Μᾶς καλεῖ νά μετανοήσουμε, νά ἐξέλθουμε ἀπό τό «Χοιροστάσι» καί, εἰλικρινά μετανοιωμένοι, νά ἐπιστρέψουμε εἰς τήν «Πατρικήν Ἑστίαν». Θυσιάζεται «ὁ Μόσχος ὁ σιτευτός», ἵνα φαγόντες εὐφρανθῶμεν καί εἰσέλθωμεν εἰς τήν ἡτοιμασμένην ἡμῖν Βασιλείαν ἀπό καταβολῆς κόσμου, ὡς υἱοί Θεοῦ καί ἀδελφοί τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος «εἶναι πρωτότοκος ἐν πολλοῖς ἀδελφοῖς», καί δέν ἐντρέπεται νά μᾶς ἀποκαλεῖ ἀδελφούς Του (πρβλ. Λουκ.ιε΄11-32.Ματθ. κε΄31-46. Ἑβρ. β΄11 ἑξ.).

Ἀνέκφραστος εἶναι ἡ Θεϊκή συγκατάβασις. Ὁ Θεάνθρωπος εἶναι πιά μαζί μας. Ἦλθε κοντά μας, ὁ γλυκύς Ἰησοῦς καί μένει μαζί μας. Βασιλεύει στίς ψυχές, πού Τόν δέχονται καί, εἰς αὐτούς πού, πιστεύουν εἰς τό πανάγιον Ὄνομά Του, «τό ὑπέρ πᾶν Ὄνομα( Φιλιπ. β΄9), δίδει τήν ἐξουσίαν τέκνα Θεοῦ γενέσθαι ( Ἰωάν. α΄12).

Μέ δέος προφέρω τό ὄνομα τοῦ Κυρίου μας, ὡς ἀνάξιος, καί τολμῶ νά κηρύττω τό ὑπέρ πᾶν Ὄνομα «τοῦ ἐν σαρκί ἐληλυθῶτος» τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ,  σέ σᾶς, ἀγαπητά μου Παιδιά, ἀλλά καί, εἰ δυνατον, σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους, καί νά  πῶ ἁπλά: « Ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι ὁ μόνος προσωπικός μας Σωτῆρας καί Λυτρωτής τοῦ Σύμπαντος Κόσμου, διότι Αὐτός καί μόνον «Αὐτός σώζει τόν λαόν αὐτοῦ ἀπό τόν ἁμαρτιῶν αὐτῶν»(Ματθ. α΄21) καί ὅτι «Οὐκ ἔστιν ἐν ἄλλῳ οὐδενί ἡ σωτηρία· οὐδέ γάρ ὄνομά ἐστιν ἕτερον ὑπό τόν οὐρανόν τό δεδομένον ἐν ἀνθρώποις ἐν ᾧ δεῖ σωθῆναι ἡμᾶς» (Πραξ. δ΄12). «Καί ἔσται πᾶς ὅς ἄν ἐπικαλέσηται τό ὄνομα Κυρίου σωθήσεται»(Ἰωήλ γ’5. Πραξ. β΄21). Εἶναι ἀνάγκητῆς ψυχῆς νά ἀνοίξουμε τήν καρδιά μας στό Χριστό, νά ἐγκολπωθοῦμε τό Εὐαγγέλιον τῆς ἀγάπης Του καί νά τό κάνουμε «Πρᾶξι» στήν καθημερινή μας ζωή. Ἔτσι θά γίνῃ ἡ ψυχή μας κατοικητήριον καί Θρόνος Θεοῦ καί  ἡ ζωή στή γῆ θά γίνῃ Παράδεισος!»