Σάββατο 30 Απριλίου 2016

ΘΕΡΜΕΣ ΕΓΚΑΡΔΙΕΣ ΕΥΧΕΣ ΕΠΙ ΤΗ ΑΝΑΣΤΑΣΕΙ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ

           Πρός τούς εὐλαβεῖς ἀναγνῶστες τοῦ
            Περιοδικοῦ Α Ν Α Π Α Λ Μ Ο Ι     
    

Χ Ρ Ι Σ Τ Ο Σ  Α Ν Ε Σ Τ Η !
                      ΑΛΗΘΩΣ ΑΝΕΣΤΗ Ο ΚΥΡΙΟΣ!


    Αἰσθάνομαι τήν  ἀνάγκη, ἀπό τή θέσι αὐτή,  μεσ' ἀπό τά βάθη τῆς καρδιᾶς μου, ἀγαπητά μου παιδιά, σέ ὅλους ἐσᾶς τούς ἀναγνῶστες τοῦ Περιοδικοῦ ΑΝΑΠΑΛΜΟΙ, τούς ἐπισκέπτες τοῦ   newanapalmoi.blogspot.com , θερμά νά σᾶς εὐχαριστήσω  γιά τήν ἀγάπη σας καί ἐπ' εὐκαιρίᾳ
τῆς λαμπροφόρου Ἡμέρας τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου, νά σᾶς εὐχηθῶ  Χρόνια πολλά, καρποφόρα, γεμᾶτα ψυχική καί σωματική ὑγεία!
      Εὔχομαι τό Φῶς τῆς Ἀναστάσεως νά φωτίζῃ τά βήματά  σας  σέ κάθε καλό και ἀγαθό ἔργο πρός δόξαν Θεοῦ.
      Χριστός εἶναι ὁ ζωή μας καί ἡ εἰρήνη μας. Αὐτός ἔπαθε γιά χάρι μας. Ἐσταυρώθη δι' ἡμᾶς  καί ἑκών ἐτάφη καί Ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, γιά νά μᾶς ἀναστήσῃ ἀπό κάθε μας πτῶσι καί νά μᾶς χαρίσῃ τήν αἰώνιον ζωήν.

 
       Αὐτός εἶναι « ἡ πάντων χαρά, Χριστός ἡ ἀλήθεια, τό φῶς, ἡ ζωή, τοῦ κόσμου ἡ ἀνάστασις », πού φανερώθηκε σέ ὅλους μας, χάρις εἰς τήν ἀγαθότητά Του καί «γέγονε τύπος τῆς ἀναστάσεως, τοῖς πᾶσι παρέχων θείαν ἄφεσιν».
        γαπητά μου παιδιά, ὁ Χριστός εἶναι ὁ Νικητής τοῦ  ᾌδου καί τοῦ Θανάτου, ὁ Ἐξουσιαστής, ὁ Ἄρχων τῆς εἰρήνης. Εἶναι Αὐτός πού ἔπαθε γιά μᾶς καί εἶναι ἡ μόνη μας ἐλπίδα, σκέπη καί βοήθεια καί ὁ Μόνος πού μᾶς ἀπομένει πιστός. Ὁ Μόνος πού δέν μᾶς ἐγκαταλείπει ποτέ. Ὅποιοι κι' ἄν εἴμαστε, ὅπου κι' ἄν βρισκώμαστε,  ὅ,τι κι' ἄν κάνουμε, ὁ Μακρόθυμος δέν μᾶς ἀφήνει, μᾶς κυνηγάει μέ τό ἔλεός Του, γιά νά μᾶς σώσῃ, γιατί ὁ Κύριος τῆς δόξης εἶναι ἡ ἐνσάρκωσι τῆς Ἀγάπης.

 Μετά τήν Ἀνάστασί Του μᾶς ὑποσχέθηκε ὅτι θά εἶναι παντοτινά μαζί μας καί εἶναι μαζί μας.
         Στήν ταραγμένη μας ἐποχή, κατά τήν ὁποία ὁ ἄνθρωπος βάλλεται ἀπό τά πυρά τῆς ἀθεῒας καί τοῦ ὑλισμοῦ καί ζῆ μέ τό ἄγχος καί τό φόβο μιᾶς ὁλοκληρωτικῆς καταστροφῆς, οἱ πιστοί κατέχουν σάν ἄγκυραν ἐλπίδος τήν ὑπόσχεσι τοῦ Ἀναστᾶντος Χριστοῦ καί ἀγάλλονται. Ἡ Παρουσία τοῦ Χριστοῦ στή ζωή μας εἶναι  γιά ὅλους μας πηγή χαρᾶς καί αἰώνιας εὐφροσύνης.
       Παιδιά μου, Χριστός Ἀνέστη! Ἀληθῶς Ἀνέστη ὁ Κύριος! Χαίρετε, λοιπόν , καί μή φοβεῖσθε. Ἀναστήθηκε ὁ Χριστός, «καθότι οὐκ ἦν δυνατόν κρατεῖσθαι ὑπό τῆς φθορᾶς τόν Ἀρχηγόν τῆς Ζωῆς».
         Ἀναστήθηκε ὁ Χριστός, γιά νά ἀναστήσῃ ὅλους μας ἀπό τή φθορά καί τό Θάνατο, ἀπό τά πάθη καί τίς κακίες μας, ἀπό τόν Ἐγωϊσμο καί ἀπό τίς μικρότητές μας. Γιά νά μᾶς ἐλευθερώσῃ ἀπό τόν Κακό μας ἑαυτό.
       Ἀναστήθηκε ὁ Χριστός, ἡ ἐνσάρκωσις τῆς Ἀγάπης,  καί τό ἀνέσπερον Φῶς Του ἐκ τοῦ τάφου ἀνέτειλε, γιά νά γεμίσῃ τήν ψυχή καί τή ζωή μας Φῶς καί νά μᾶς διδάξῃ ὅτι μόνον ἕνας εἶναι ὁ δρόμος, πού ὁδηγεῖ στή Νίκη καί στό Θρίαμβο πάνω στό Κακό καί τήν ἁμαρτία. Μόνον Ἕνας εἶναι ὁ δρόμος, πού ὁδηγεῖ στήν Ἀνάστασι. Και αὐτός εἶναι ὁ δρόμος τῆς ἄδολης, τῆς ἁγνῆς, τῆς θυσιαστικῆς Ἀγάπης. Αὐτός εἶναι ὁ δρόμος τῆς Θυσίας χάριν τῶν ἄλλων, ὁ δρόμος τῆς ἀνιδιοτελοῦς Προσφορᾶς, ὁ Χριστός.
       Τό Φῶς τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ ἴδια ἡ Ἀλήθεια, ἡ Σιγουριά, ἡ Βεβαιότης.
 Αὐτό τό Φῶς, παιδιά μου, εὔχομαι νά φωτίζῃ τά σκοτάδια μας καί νά μᾶς ὁδηγῆ ὅλους εἰς τήν ἑνότητα τῆς Πίστεως καί τήν κοινωνίαν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί νά φέρῃ στόν ταραγμένο κόσμο μας τήν πολυπόθητη εἰρήνη καί τήν κοινωνική Δικαιοσύνη.

      γαπητά μου παιδιά, μαζί μέ τίς ἐγκάρδιες εὐχές μου, σᾶς ἀναγγέλλω, μέ ξεχωριστή χαρά, ὅτι ἡ ἐπιθυμία σας, νά γράψω σέ βιβλίο τίς ὁμιλίες μου, μέ θέμα : «Θρίαμβος πάνω στό Θάνατο καί Θεραπεία τοῦ φόβου τοῦ Θανάτου»,  μέ τή Χάρι τοῦ Θεοῦ, πραγματοποιήθηκε. Καί πάλιν σᾶς εὔχομαι Χρόνια πολλά μέ ὑγεία!

                     «ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ!»
 
 
 

Τετάρτη 27 Απριλίου 2016

ΤΟ ΘΡΗΝΟ ΤΩΝ ΠΑΘΩΝ ΔΙΑΔΕΧΕΤΑΙ ΤΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ Η ΧΑΡΑ.



«Δός μοι λόγον, Λόγε, μή σιγῶν παρέλθῃς με...»

   «Τόν ἴδιον ἄρνα ἡ ἀμνάς θεωροῦσα πρός σφαγήν
     ἑλκόμενον, ἠκολούθει Μαρία τρυχομένη μεθ'
     ἑτέρων γυναικῶν, ταῦτα βοῶσα·
     Ποῦ πορεύῃ, τέκνον;
     τίνος χάριν τόν ταχύν δρόμον  τελεῖς;      
     μή ἕτερος γάμος πάλιν ἐστίν ἐν Κανᾷ,
     κἀκεῖ νῦν σπεύδεις, ἵν'  ἐξ ὕδατος αὐτοῖς οἶνον
     ποιήσῃς; συνέλθω σοι, τέκνον,  ἤ μείνω σοι
        μᾶλλον; δός μοι λόγον, Λόγε,
     μή σιγῶν παρέλθῃς με, ὁ ἁγνήν τηρήσας με,
     Σύ γάρ ὑπάρχεις ὁ Υἱός καί Θεός μου».


    Παρακολουθεῖ τό Γιό της, ἡ Μεγαλόχαρη, νά θεραπεύῃ «πᾶσαν νόσον καί πᾶσαν μαλακίαν ἐν τῷ λαῷ»(Μτθ.δ΄23). Βλέπει ἡ Παναγιά ὅτι, μέ τή Χάρι Του καί μέ τή δύναμί Του,«τυφλοί ἀναβλέπουσι καί χωλοί περιπατοῦσι, λεπροί καθαρίζονται καί κωφοί ἀκούουσι, νεκροί ἐγείρονται καί πτωχοί εὐαγγελίζονται»(Ματθ. ια΄ 5) καί χαίρεται ἡ ψυχή της.
    Τώρα βλέπει τόν Ἠγαπημένον, τόν Ἰησοῦν της, νά σηκώνῃ ἕνα Θεόρατο, ἀσήκωτο Σταυρό καί νά ἀνεβαίνῃ τό δρόμο πρός τό Γολγοθᾶ, κάτω ἀπο τά ξέφρενα οὐρλιαχτά καί τίς βλάσφημες κραυγές ἑνός ἀχάριστου λαοῦ, καί σκίζεται ἡ καρδιά της.



     Ὁ Προφήτης Συμεών εἶχε προφητεύσῃ στή Μητέρα τοῦ Κυρίου καί τῆς εἶχε πῇ: «Σοῦ δέ αὐτῆς τήν ψυχήν διελεύσεται ῥομφαία»
(Λουκ.β΄ 35). Τῆς εἶχε προαναγγείλει δηλαδή τόν πόνον καί τήν ὀδύνη, πού ἐπρόκειτο νά νοιώσῃ σάν Μάνα, παρακολουθῶντας τά Πάθη τοῦ Μονάκριβου Παιδιοῦ της.
      Καί πραγματικά δίκοπο, ὀδυνηρό μαχαίρι διαπερνᾶ τή μητρική καρδιά της, ὅταν  βλέπῃ τόν Εὐεργέτη, τόν Θεραπευτή, τόν Σωτήρα, τόν ἀγαπημένο της Γιό, νά ὁδηγῆται, σάν πρόβατο στή σφαγή, ἀπό ἐκείνους πού τόσο πολύ εὐεργέτησε.
     ἱερός ὑμνῳδός, στόν Οἶκο τῆς Ἀκολουθίας τῶν Παθῶν τοῦ Κυρίου, περιγράφει, μέ τό ἄφθαστο σέ κάλλος αὐτό ποίημα, τήν Ὀδύνη καί τό Θρῆνο τῆς Μεγαλόχαρης.
   «Βλέποντας ἡ Ἀμνάδα, τό ἄκακο, τό τρυφερό της πρόβατο, νά σύρεται στή σφαγή, ἀκολουθοῦσε μαζί μέ ἄλλες γυναῖκες ἡ Πάναγνη Μαρία, μέ ματωμένη τήν καρδιά, ἐντελῶς συντετριμμένη  ἀπό τόν ἀβάσταχτο πόνο,   καί ἔλεγε τοῦτα τά λόγια:
    Ποῦ πηγαίνεις, Γιέ μου; Γιά ποιόν ταχύνεις
τό βῆμα σου; Γιά ποιόν τρέχεις; Ποιόν πάλιν θέλεις νά θεραπεύσῃς; Ποιό ἔργο καί γιά χάριν τίνος πραγματοποιεῖς,  τόσο βιαστικά,  αὐτόν τόν γρήγορο δρόμο; Μήπως γίνεται κάποιος ἄλλος γάμος στήν Κανᾶ καί τρέχεις τόσο γρήγορα ἐκεῖ, γιά νά κάμῃς, γιά χάρι τους καί πάλιν τό νερό κρασί;
     Παιδί μου, φῶς τῶν ματιῶν μου, γλυκειά μου ἄνοιξις, γλυκύτατόν μου τέκνο, νά ἔλθω
μαζί Σου ἤ καλλίτερα γιά χάρι Σου νά μείνω;
Δός μου ἀπόκρισι, Γιέ μου.
Μή με προσπεράσῃς σιωπηλός.
Ἀποκρίσου μου, Φώς μου. Δός μοι λόγον, Λόγε,
Σύ πού μέ διαφύλαξες ἁγνή , γιατί Σύ εἶσαι 
Υἱός καί Θεός μου»(Οἶκος Μ.Παρασκευῆς).

      Μέγα τό Μυστήριον τῆς Οἰκονομίας Σου, Κύριε! Δέν τό χωράει ὁ νοῦς μας! Πάσχεις, γιά μᾶς, Μακρόθυμε! Τάς ἀβύσσους τῶν κριμάτων
Σου, τίς ἐξιχνιάσῃ, ψυχοσῶστα Σωτήρ μου;
Δόξα τῇ Μακροθυμία σου, Κύριε, δόξα Σοι.

      Κύριος παρακολουθεῖ τό Θρῆνο τῆς Παναγίας Μητέρας Του καί συνεχίζει νά ἀνεβαίνει τό δρόμο πρός τό Γολγοθᾶ, μέ τή θέλησί
Του. Εἶναι πολύ χαρούμενος.  Βαδίζει πρός τή δόξα Του.
      Καί δόξα Του εἶναι νά σταυρωθῇ καί νά ταφῇ, γιά χάρι μας. Αὐτός, γιά μᾶς. Θέλει νά μᾶς ἀναστήσῃ ἀπό κάθε μας πτῶσι καί νά μᾶς ὑψώσῃ, νά μᾶς δοξάσῃ καί νά μᾶς εἰσάγῃ καί πάλιν εἰς τόν Παράδεισον. Πεῖνα καί δίψα τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ σωτηρία μας.
«Ἐμόν βρῶμά ἐστιν», ἔλεγε, «ἵνα ποιῶ τό θέλημα τοῦ πέμψαντός με καί τελειώσω αὐτοῦ τό ἔργον» (Ἰωάν. δ΄34).
      Λαχτάρα Του εἶναι νά ἐξαλείψῃ, ὡς Καλός Ποιμένας, τόν πόνο  καί τά δάκρυα  ἀπό τά μάτια τῶν λογικῶν Του προβάτων.
ψώνεται στό ξύλον τοῦ Σταυροῦ, γιά νά μᾶς ὁδηγήσῃ «ἐπί ζωῆς πηγάς ὑδάτων, καί ἐξαλείψει ὁ Θεός πᾶν δάκρυον ἐκ τῶν ὀφθαλμῶν ἡμῶν» (παρβλ. Ἁποκ. ζ΄ 17. κα΄ 4).
 


 

 

        ρχεται μέ χαρά, ὄχι μόνον νά ἐξαλείψῃ τά δάκρυά μας, ἀλλά καί νά σηκώσῃ αὐτός τίς ἁμαρτίες μας, νά σταυρωθῇ γιά μᾶς. καί μέ τό δικό Του ἐπώδυνο θάνατο, νά καταργήσῃ τό Θάνατο καί νά χαρίσῃ σέ ὅλους μας τήν ἀνάστασι, μέ τήν Ἀνάστασίν Του.

        Κύριος ἀποκρίνεται στό Θρῆνο τῆς Παναγίας Μητέρας Του, μέ τήν Ἁγία Του σιωπή καί μέ τό Σταυρό Του. Μέ τό νά φέρῃ σέ τέλειον πέρας τό Θέλημα τοῦ οὐρανίου Πατρός, δηλαδή τή σωτηρία μας.

          Ἡ θεῖα συγκατάβασις δέν εἶναι ἀντικείμενον διεξεργασίας τοῦ ἀνθρωπίνου νοῦ. Ὑπερβαίνει τήν ἀνθρώπινη νοητική ἱκανότητα. Εἶναι ὑπέρ λόγον καί ἔννοιαν. Προσεγγίζεται μόνον μέ τόν πυρῆνα τῆς ψυχῆς, μέ τήν ὀρθόδοξον Πίστιν.
Ἄς ἐννοήσουν οἱ μικρόνοες ἀρνητές τήν μεγάλη αὐτή ἀλήθεια καί  δοξάζοντες τόν Θεόν, γιά τήν ἄφατον Αὐτοῦ συγκατάβασιν.   Ἄς προσεγγίσουμε οἱ πᾶντες, διά τῆς Πίστεως, τό μέγα Μυστήριον, γιά νά γαληνέψῃ ἡ ψυχή μας καί νά βρῇ ἀναπαμό.
 

         Καί εἶναι ἀναμφισβήτητο τό γεγονός ὅτι, μέ τή Σταυρική Του θυσία καί μέ τήν Ἀνάστασίν Του, δέν ἐξαφανίζει μόνον τόν πόνον καί τήν Ὀδύνη τῆς Παναγίας Μητέρας Του, ἀλλά ἐξαλείφει τόν Πόνο, τή θλῖψι καί τήν ὀδύνη κάθε μητέρας, καί κάθε ψυχῆς καί γενικά ἀπό τίς καρδιές ὅλων τῶν πιστῶν. Διότι μόνον κοντά Του εὑρίσκουμε ἀνάπαυσιν ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν (πρβλ. Ματθ. ια΄ 29).

         Μέ τά φρικτά Πάθη καί μέ τήν Ἁγίαν Του Ἀνάστασι  χαρίζει σέ ὅλους τούς πιστούς τή Λύτρωσι, τήν Ἀνάστασι , τήν μακαριότητα καί  τήν αἰώνιον ζωήν.

           ἱερός ὑμνῳδός φέρει σάν ἀπάντησι στό θρῆνο τῆς Θεοτόκου ἕνα θαυμάσιον ὕμνον, μέ τόν ὁποῖον παρουσιάζει τό Χριστό νά ἀπευθύνεται στήν Παναγία Μητέρα Του καί νά τῆς λέγῃ:
 

          «Μή ἐποδύρου μου, Μῆτερ, καθορῶσα ἐν τάφῳ ὅν ἐν γαστρί ἄνευ σπορᾶς συνέλαβες υἱόν· ἀναστήσομαι γάρ καί δοξασθήσομαι καί ὑψώσω ἐν δόξῃ ἀπαύστως ὡς Θεός τούς ἐν πίστει καί πόθῳ σέ μεγαλύνοντας».
 Μή θρηνῇς, μήν κλαῖς γιά μένα, Μητέρα, ἐπειδή μέ βλέπεις στόν Τάφο. Ἐπειδή βλέπεις  ἐμένα τό Γιό σου, πού μέ συνέλαβες χωρίς σπορά, μέ ὑπερφυσικό τρόπο, νά βρίσκωμαι στόν Τάφο, σάν κοινός θνητός.
   Μήν κλαῖς, διότι θά ἀναστηθῶ καί θά δοξασθῶ αἰώνια καί θά ὑμνοῦμαι ἀκατάπαυστα ὡς Θεός, καί θά ἀνεβάσω στό ὕψος τῆς θεϊκῆς μου δόξας, ὅλους ἐκείνους, πού μέ πίστι καί πόθο ἐξυμνοῦν καί ἐγκωμιάζουν Ἐσένα,  τήν πάναγνη Μητέρα μου(Θ΄ Ὠδή τοῦ Μ. Σαββάτου, ὁ Εἱρμός).



       









 Πάναγνε Θεοτόκε, Ἁγνή Παρθένε, χαῖρε.




Χαῖρε Εὐλογημένη και  δεδοξασμένη.
 Διότι ὁ Υἱός σου, μέ τό Σταυρό, τήν ταφή καί τήν Ἀνάστασίν Του, ἐσκύλευσε τόν ᾌδη, ἐπάτησε τό Θάνατο καί χάρισε σέ ὅλους τή ζωή.Μέ τό Σταυρό  καί τήν Ἀνάστασι τοῦ Υἱοῦ σου, ὅλοι ἐμεῖς, Πάναγνε, «νεκρωθέντες ἀνέστημεν καί ζωῆς ἠξιώθημεν· τόν Παράδεισον ἐλάβομεν, τήν ἀρχαίαν ἀπόλαυσιν. Διό εὐχαριστοῦντες δοξολογοῦμεν, ὡς κραταιόν Χριστόν τόν Θεόν ἡμῶν, καί μόνον πολυέλεον» (Τροπ. Β΄ ἤχου).
      Τό Θρῆνο Σου, Παρθένε, καί τό δικό μας Ὀδυρμό, τόν διαδέχεται ἡ Χαρά, πού μᾶς προσφέρει ἡ Ἀνάστασις τοῦ Υἱοῦ σου, τοῦ Κυρίου καί Σωτῆρος μας Ἰησοῦ Χριστοῦ.
«Αὐτός γάρ ὡς μόνος κραταιός Θεός καί Δεσπότης Ἀνέστη τριήμερος».
    
        
 

      
                         


                                     

         

                                            

 

Δευτέρα 25 Απριλίου 2016

ΤΟ ΤΡΟΠΑΡΙΟΝ ΤΗΣ ΚΑΣΣΙΑΝΗΣ, ΠΟΥ ΕΓΙΝΕ ΘΡΥΛΟΣ

             «Κύριε, ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις            
                περιπεσοῦσα γυνή...»

    τσι ἀρχίζει  ὁ ἐξαίρετος αὐτός βυζαντινός ὕμνος,  τό γνωστό Τροπάριο τῆς Κασσιανῆς, πού ἔγινε θρῦλος. Κάθε χρόνο, τή Μεγάλη Τρίτη, συρρέουν χιλιάδες χριστιανοί στούς ἱερούς Ναούς, γιά νά ἀκούσουν τό περίφημο αὐτό ποίημα, πού ὅταν ψάλλεται ἁπλᾶ, βυζαντινά, ὅπως διασώθηκε ἀπό τή Βυζαντινή μας Παράδοσι, προκαλεῖ θερμά δάκρυα κατανύξεως.

 Εἶναι ποίημα μιᾶς Ἁγίας. Τό ἔγραψε ἡ ὁσιωτάτη μοναχή τοῦ Βυζαντίου, ἡ λογιωτάτη καί μεγάλη μελῳδός τῆς Ἐκκλησίας μας, ἡ Κασσιανή, ἡ ὁποῖα πραγματικά ἐπλούτισε τήν ἐκκλησιαστική μας ὑμνογραφία καί μέ πολλούς ἄλλους ὕμνους, πραγματικά  ἀριστουργήματα.
    Ἡ Κασσιανή γεννήθηκε στήν Κωνσταντινούπολι, γύρω στά 800- 805. Ἀνῆκε σέ ἀρχοντική Οἰκογένεια. Δέν ἔχουμε πολλά στοιχεῖα γιά τό βίο της. Ὁ Σωφρόνιος Εὐστρατιάδης ἀναφέρει ὅτι ἡ Κασσιανή ἦταν «ὀρφανή κόρη τοῦ Βυζαντίου, ὡραία καί σοφή, ὁσία ἀσκήτρια καί εὐσεβεστάτη παρθένος» (Δές Ο.Η.Ε, τ.7 σελ. 386-388).
   ζωή της μοιάζει μέ θρῦλο, πού συνδέεται μέ τόν αὐτοκράτορα τοῦ Βυζαντίου Θεόφιλο (829-842). Πολλοί ἱστορικοί ὑποστηρίζουν ὅτι ἔζησε στά χρόνια τοῦ αὐτοκράτορος τοῦ Βυζαντίου Λέοντος τοῦ Σοφοῦ καί ἄλλοι λένε ὅτι ἔζησε στά χρόνια τοῦ Θεοφίλου καί τοῦ Μιχαήλ, ἡ ὁσία Κασσιανή πέθανε σέ βαθύ γῆρας. Εἶχε μεγάλη μόρφωσι καί ὥριμη σκέψι. Σέ πολλά χειρόγραφα ἀναφέρεται καί ὡς Κασσία, Κασία καί ὡς Εἰκασία ἤ Ἰκασία. Εἶναι ἕνα καί τό αὐτό πρόσωπο.
   «Κρουμβάχερ ἐξαίρει τό ποιητικό της τάλαντον καί παρατηρεῖ ὅτι ἡ Κασία «ἀποτελεῖ παράδοξον φαινόμενον ἐν τῷ γενικῷ ποιητικῷ συναγωνισμῷ» τῶν συγχρόνων της...» (Παναγιώτου Τρεμπέλα, Ἐκλογή...Αθῆναι 1949 σελ.246 K. Krumbacher, Ἱστορ.Βυζαντ.Λογοτεχνίας).
     πειδή δέν ὑπάρχουν αὐθεντικά ἱστορικά στοιχεῖα, γιά τή ζωή της, ὠργίασε ἡ φαντασία πολλῶν βυζαντινῶν χρονογράφων καί μυθιστοριογράφων. Ἔτσι δημιουργήθηκε ὁ Θρῦλος, γύρω ἀπό τό ὄνομά της. Ὅτι δηλαδή ἡ μητρυιά τοῦ Θεοφίλου ἡ Εὐφροσύνη, ἐπειδή ἤθελε νά δώσῃ στό γιό της τό Θεόφιλο σύζυγο, συγκέντρωσε στά ἀνάκτορα τίς ὡραιότερες παρθένες, κόρες ἀρχοντικῶν Οἰκογενειῶν, ἀπό ὁλόκληρη τήν αὐτοκρατορία, γιά νά διαλέξῃ σύζυγο-Βασίλισσα.  Ἀνάμεσα σ' αὐτές τίς Παρθένες ὑπῆρχαν καί ἡ Κασσιανή «κόρη ὡραιοτάτη» καί μιά ἄλλη ὀνόματι Θεοδώρα.
    Ἡ μητρυιά του ἔδωσε στό Θεόφιλο ἕνα «χρυσό μῆλο», γιά νά τό
χαρίσῃ στήν ἐκλεκτή τῆς καρδιᾶς του. Ὁ Θεόφιλος κρατῶντας στά χέρια του τό χρυσό μῆλο, στάθηκε μπροστά στή σεμνή καί πανέμορφη Κασσιανή, «τῷ κάλλει τῆς Εἰκασίας ἐκπλαγείς», ὅπως λέγει ὁ Παπαρηγόπουλος, θαμπωμένος ἀπό τήν ὀμορφιά της.
     

   Πρίν ὅμως ἀκόμη τῆς ἐγχειρίσῃ  τό χρυσό μῆλο, τῆς εἶπε: «Ὡς  ἆρ' ἐκ γυναικός ἐρρύη τά φαῦλα»; ὑπονοῶν ὅτι ὅλα τά κακά προῆλθαν ἀπό τή γυναῖκα, δηλαδή τήν Εὔα.
    Στό πολυθρύλητο ἐκεῖνο ἐρώτημα ἡ σοφή Κασσιανή, μέ θάρρος καί ἑτοιμότητα πνεύματος, τοῦ ἀπήντησε: «Ἀλλά καί ἐκ γυναικός ἐρρύη τά κρείττονα». Καί ἐννοοῦσε  τήν Παναγία, ἡ ὁποία, μέ τή Γέννησι τοῦ Χριστοῦ, ἔγινε Πηγή, ἀπό τήν ὁποίαν ῥέουν «τά κρείττω», ὅλα τά ἀγαθά.
    εὔστοχη αὐτή ἀπάντησι τῆς πανέξυπνης Κασσιανῆς πλήγωσε τόν ἐγωϊσμό τοῦ αὐτοκράτορος. Καί «τρωθείς τήν καρδίαν» ἔδωκε τό χρυσό μῆλο στή Θεοδώρα, πού κατήγετο ἀπό τήν Παφλαγονία τῆς Μ. Ἀσίας. Τήν μετέπειτα Ἁγία Θεοδώρα, τῆς ὁποίας τό λείψανον ἀκέραιον σώζεται καί τεθησαύρισται στήν Κέρκυρα.
     Κασσιανή, «τῆς Βασιλείας ἀποτυχοῦσα», φησε τόν «δυσώνυμον» κόσμον καί ἐπραγματοποίησε τή λαχτάρα, πού ἔτρεφε  στήν ἁγνή καρδιά της ἀπό τήν τρυφερή της ἀκόμη ἡλικία: Νά ἀφιερωθῇ στό Θεό. «Κατεσκεύασε Μονήν» ( ἔκτισε Μονα-στήρι) ὅπου ἔμεινε ἐκεῖ, ὁλότελα ἀφιερωμένη στό Θεό, μέχρι τά βαθειά γεράματα, μέχρι τήν Κοίμησί της.
     Ἡ ἁγία Κασσιανή  μᾶς ἄφησε σοφά συγγράμματα, περίφημους ἐκκλησιαστικούς ὕμνους, πού μᾶς καθοδηγοῦν στήν ἀνοδική μας πορεία ἀπό γῆς πρός Οὐρανόν. Ἕνας ἀπό αὐτούς τούς ὕμνους εἶναι καί τό γνωστό μας Τροπάριο τῆς Κασσιανῆς, «Κύριε, ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα γυνή...», τό Δοξαστικό τῶν ἀποστίχων τοῦ Ὄρθρου τῆς Μεγάλης Τετάρτης, τό ὁποῖον ψάλλεται τή Μ.Τρίτη τό βράδυ.


       Ἡ παράδοσις, ὁ  θρῦλος, ἀναφέρει ὅτι ὁ Θεόφιλος θέλησε νά ἐπισκεφθῇ τήν Κασσιανή στό Μοναστήρι της. Ἔγινε δέ ἡ ἐπίσκεψις αὐτή, τή χρονική στιγμή, πού ἡ Κασσιανή ἔγραφε τό περίφημο αὐτό Τροπάριο καί εἶχε φθάσει στό σημεῖο, πού ἔλεγε
«Καταφιλήσω τούς  ἀχράντους Σου πόδας... ὧν ἐν τῷ παραδείσῳ Εὔα τό δειλινόν, κρότον τοῖς ὠσίν ἠχηθεῖσα,...», τότε ἄφησε μισοτελειωμένο τό γραπτό της, γιατί ἄκουσε τά ποδοβολητά τῶν ἀλόγων τῆς συνοδίας τοῦ αὐτοκράτορος καί φοβήθηκε. Θεώρησε τελείως παράλογη τήν ἐπίσκεψι τοῦ Θεοφίλου καί κρύφτηκε.
      Θεόφιλος, ἀφοῦ δέν τήν βρῆκε στό κελί της, πρόσθεσε στό Τροπάριο τή φράσι:«τῷ φόβῳ ἐκρύβη», πού καί ἀνταποκρίνεται στήν περίστασι. Ἄλλοι λένε ὅτι πρόσθεσε τούς στίχους: «ὧν ἐν τῷ παραδείσῳ Εὔα τό δειλινόν, κρότον τοῖς ὠσίν ἠχηθεῖσα, τῷ φόβῳ ἐκρύβη». Ὁ Ν. Πολίτης καί ἄλλοι ὑποστηρίζουν ὅτι οἱ στίχοι αὐτοί δέν ἀποτελοῦν παρεμβολήν. Αὐτή εἶναι καί ἡ σωστότερη γνώμη.
    Ἡ  ἀλήθεια εἶναι  ὅτι μέ αὐτούς τούς στίχους κατορθώνει ἡ σοφή ὑμνῳδός νά μᾶς μεταφέρῃ ἀπό τή γῆ στόν οὐρανό.


 ξαίρει τό γεγονός τῆς πτώσεως, ὅταν ἡ Εὔα ἄκουσε τόν ἦχο τῶν βημάτων τοῦ Θεοῦ στόν Παράδεισο καί ἀπό τό φόβο της κρύφτηκε μαζί μέ τόν Ἀδάμ, ἀφοῦ αἰσθάνθηκαν βαθειά μέσα τους τήν ἁμαρτωλότητά τους. Τονίζει ἐδῶ καί τή Θεότητα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ τήν ὁποίαν αἰσθάνεται ἡ ἁμαρτωλή γυναῖκα, πού ἀναφέρει ὁ Λουκᾶς  στό Εὐαγγέλιόν του( ζ΄ 36-50).
      ταν ἔφυγε ὁ Θεόφιλος ἐπέστρεψε στό κελί της ἡ Ἁγία, λένε δέ μερικοί ὅτι ἄφησε τήν ὑποτιθεμένη προσθήκη καί συνέχισε τό ποίημά της μέχρι τό τέλος: «Ἁμαρτιῶν μου τά πλήθη καί κριμάτων σου ἀβύσσους, τίς ἐξιχνιάσῃ, ψυχοσῶστα Σωτήρ μου; Μή με τήν σήν δούλην παρίδῃς, ὁ ἀμέτρητον ἔχων τό ἔλεος».
      να ἄλλο σοβαρό πρόβλημα σχετικό μέ τό Τροπάριο τῆς Κασσιανῆς εἶναι τό πρόσωπο τῆς ἁμαρτωλῆς. Ποιά εἶναι ἡ γυναῖκα, πού ἔρχεται καί γονατίζει μπροστά στό Χριστό καί τοῦ προσφέρει μῦρα καί δάκρυα;

    Ποιά  εἶναι ἡ γυναῖκα, πού χύνει πολύτιμον μῦρο στό κεφάλι καί πλένει τά πόδια τοῦ Κυρίου μέ μῦρα καί δάκρυα καί τά σπογγίζει μέ τά μαλλιά τῆς κεφαλῆς της;
    Καί στήν περίπτωσι αὐτή καί πάλιν ὀργιάζει ἡ φαντασία μερικῶν μυθιστοριογράφων. Πολλοί ἰσχυρίζονται ὅτι εἶναι ἡ Μαρία ἡ ἀδελφή τοῦ Λαζάρου. Ἄλλοι λένε ὅτι εἶναι ἡ Μαρία ἡ Μαγδαληνή. Ἄλλοι ὑποστηρίζουν ὅτι πρόκειται γιά μιά ἁμαρτωλή, πόρνη γυναῖκα, εἰλικρινά μετανοιωμένη, πού, ὅταν ὁ Ἰησοῦς ἦλθε στό σπίτι τοῦ Φαρισαίου, τόν ἐπλησίασε, γονάτισε στά πόδια Του, καί, ἀφοῦ ἔχυσε στό κεφάλι καί στά  ἄχραντα πόδια Του τό πολύτιμον μῦρο, πού κρατοῦσε στά χέρια της, ζητοῦσε τό ἔλεός Του:

«Καί εἰσελθών εἰς τήν οἰκίαν τοῦ Φαρισαίου (ὁ Κύριος) ἀνεκλίθη. Καί ἰδού γυνή ἐν τῇ πόλει ἥτις ἦν ἁμαρτωλός καί ἐπιγνοῦσα ὅτι ἀνάκειται ἐν τῇ οἰκία τοῦ Φαρισαίου, κομίσασα ἀλάβαστρον μύρου καί στάσα ὀπίσω παρά τούς πόδας αὐτοῦ κλαίουσα, ἤρξατο βρέχειν τούς πόδας αὐτοῦ τοῖς δάκρυσι καί ταῖς θριξίν αὐτῆς ἐξέμασσε καί κατεφίλει τοῦς πόδας αὐτοῦ καί ἤλειφε τῷ μύρῳ...» (Λουκ. ζ΄ 36-50).


   
    Πράγματι ἡ τρίτη αὐτή ἄποψις εἶναι ἡ ὀρθή. Αὐτήν τήν ἄποψι δέχεται ἡ Ἐκκλησία μας καί ἡ μεγάλη ὑμνῳδός, που στηρίζει τό Τροπάριόν της στήν περικοπή τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Λουκᾶ (ζ΄ 36-50).
    Εἶναι ἀναμφισβήτητο γεγονός ὅτι ἡ ἁμαρτωλή αὐτή γυναῖκα δέν ταυτίζεται μέ τή γυναῖκα πού ἀναφέρουν οἱ ἄλλοι δύο συνοπτικοί Εὐαγγελιστές (Ματθ. κστ΄ 7 καί Μάρκ. ιδ΄ 3). Τρεῖς, λοιπόν,  γυναῖκες ἄλειψαν τόν Κύριον μῦρον.
    Πρώτη εἶναι ἡ ἀναφερομένη ἀπό τό Λουκᾶ, ἡ ἁμαρτωλή (Λουκ. ζ΄36). Τό γεγονός αὐτό συνέβη στά μέσα τοῦ κηρύγματος τοῦ Κυρίου καί στό δεῖπνον, πού παρέθεσε πρός τιμήν Του Σίμων ὁ Φαρισαῖος.
     Δεύτερη εἶναι ἡ Μαρία ἡ ἀδελφή τοῦ Λαζάρου, ἡ ὁποία ζοῦσε ἄμεμπτον, ὑποδειγματικόν, ἅγιον βίον (παρβλ. Ἰωάν. ια΄2 καί ιβ΄ 3).
     Τρίτη εἶναι ἡ ἀναφερομένη  στό Ματθ. κστ΄ 6 ἑξ. καί Μάρκ.ιδ΄ 3 ἑξ., στό δεῖπνο, πού παρέθεσε στόν Κύριο Σίμων ὁ λεπρός.
      Ἡ Μαγδαληνή, ἡ μυροφόρος καί ἰσαπόστολος δέν ἔχει καμμιά ἀπολύτως σχέσι μέ τήν ἁμαρτωλή τοῦ Εὐαγγελίου.
   



         Ἡ Μαγδαληνή, τήν ὁποίαν ἐθεράπευσεν ὁ Κύριος, «ἀφ' ἧς ἐκβεβλήκει ἑπτά δαιμόνια» (Μάρκ. ιστ΄ 9), ἀφιερώνεται στόν  θεραπευτή καί εὐεργέτη της. Τόν ἀκολουθεῖ καί Τόν ὑπηρετεῖ πιστά καί καταξιώνεται πρώτη νά Τόν δῇ Ἀναστάντα καί νά γίνῃ Εὐαγγελίστρια τῶν Εὐαγγελιστῶν καί Ἀπόστολος τῶν Ἀποστόλων. Παντοῦ οἱ Εὐαγγελιστές  τήν  ἀναφέρουν  μέ  τό ὄνομά της καί ὡς ὑπόδειγμα ἀφοσιώσεως στόν Κύριο, πού τήν θεράπευσε ἀπό τή φοβερή της ἀρρώστια.
    Ἡ Μαρία, ἐπίσης, ἡ ἀδελφή τοῦ Λαζάρου, δέν μεριμνᾶ καί δέν ἀσχολεῖται μέ  δευτερεύοντα πράγματα, ἀλλά διαλέγει στή ζωή της
τό Ἕν, τό ὑπέρτατον Ἀγαθόν (Bene supremo). Πιστεύει στό Χριστό καί ἀφοσιώνεται Σ' Αὐτόν. Τρέφεται μέ τό λόγο Του καί ἐπαινεῖται ἀπό  τόν Κύριον, γιά τήν ἀφοσίωσί της: «Ἑνός ἐστι χρεία· Μαρία δέ τήν ἀγαθήν μερίδα ἐξελέξατο, ἥτις οὐκ ἀφαιρεθήσεται ἀπ' αὐτῆς» (Λουκ. ι΄ 42).

       


       Ἡ Μαρία εἶναι ὑπόδειγμα ἀφοσιώσεως στό Χριστό.Εἶναι   ὑπόδειγμα, γιά κάθε ψυχή πού ἀποτάσσεται τό Σατανᾶ καί συντάσσεται τῷ Χριστῷ. Εἶναι πρότυπο ἁγίας ζωῆς. Αὐτή εἶναι ἡ Μαρία, πού ἀπό εὐγνωμοσύνη στόν Κύριο, πού ἀνέστησε τόν ἀδελφό της, τόν Λάζαρον, στό δεῖπνον πού Τόν κάλεσαν, ἄλειψε τόν Κύριον μέ μῦρα, πρίν ἀπό τόν Θάνατόν Του(Ἰωάν. ιβ΄ 3). Ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης τήν ἀναφέρει μέ τό ὄνομά της καί δέν ἔχει καμμιάν ἀπολύτως σχέσι,  μέ τήν ἁμαρτωλή, πού ἀναφέρει ὁ Λουκᾶς στό ἕβδομο κεφάλαιο τοῦ Εὐαγγελίου του.
     Ἁγία Κασσιανή στό Τροπάριό της περιγράφει τήν εἰλικρινῆ μετάνοια κάθε ἁμαρτωλῆς ψυχῆς, ἀλλά καί τό ἄπειρο ἔλεος τοῦ Χριστοῦ, πού δέχεται μέ στοργή  τόν κάθε εἰλικρινά μετανοιωμένο.
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 











 
      
Μᾶς φέρει σέ συναίσθησι τῆς ἁμαρτωλότητός μας καί μᾶς παρακινεῖ νά ἐπιστρέψουμε στό Χριστό, μέ μῦρα καί δάκρυα εὐγνωμοσύνης στό Λυτρωτή. Νά ζητήσουμε τό ἔλεός Του, γιά νά βρῇ ἡ ψυχή μας ἀνάπαυσι καί χαρά.
 
 
        «Κύριε, εἶμαι μιά ψυχή δυστυχισμένη, πού σέ πολλές, 
         πάρα πολλές ἁμαρτίες περιέπεσε, ὅμως βαθειά μέσα  
         της αἰσθάνεται τή Θεότητά Σου καί τήν εὐσπλαγχνία Σου.
         Τολμῶ, σάν μυροφόρα, μέ στοναχές καί ὀδυρμούς,
         πρίν ἀπό τόν ἐνταφιασμό Σου, μῦρα καί δάκρυα
         εὐγνωμοσύνης νά Σοῦ προσφέρω, Φιλάνθρωπε.
         Ἀλλοίμονο σέ μένα, Κύριε. Νύχτα βαθειά, ζοφερή καί
         ἀσέληνη εἶναι γιά μένα τό φοβερό πάθος τῆς ἀκολασίας,
         πού μέ κεντᾶ καί μέ βασανίζει ἀδιάκοπα,
         ὁ ἔρωτας τῆς ἁμαρτίας.
         Δέξου, Κύριε, τά ἄφθονα δάκρυά μου, πού πηγάζουν
         μέσα ἀπό τά  βάθη τῆς ταλαίπωρης ψυχῆς μου, Σύ,
         πού βγάζεις τό νερό τῆς θάλασσας, μέσ' ἀπό τίς νεφέλες.
         Σκῦψε σέ μένα κι' ἄκουσε τούς στεναγμούς τῆς καρδιᾶς
         μου, Σύ, Κύριε, πού κατέβασες τόν οὐρανό στή γῆ,
         μέ τήν ἀνέκφραστη συγκατάβασί Σου.
         Σπλαγχνίσου με,  κι' ἄφησέ με νά γλυκοφιλήσω τἄχραντα
         πόδια σου, καί νά τά σπογγίσω πάλι μέ τά μαλλιά τῆς
         κεφαλῆς μου. Ἄφησέ με νά φιλήσω τά πόδια  ἐκεῖνα, 
         πού τόν ἦχο  ἀπό τά βήματά τους, ὅταν ἄκουσε τότε, 
         ἐκεῖνο τό δειλινό ἡ Εὔα στόν Παράδεισο κρύφτηκε
         ἀπό τό φόβο, γιατί ἔνοιωσε τήν ἐνοχή της.
         Λυτρωτή μου, μοναδικέ Σωτῆρα τῶν ψυχῶν,
         ποιός μπορεῖ νά ἐξιχνιάσῃ τό πλῆθος τῶν ἁμαρτιῶν 
         μου, ἀλλά καί τήν ἄβυσσον τῶν δικαίων ἀποφασεών
         Σου, Σωτῆρα μου καί Σωτῆρα ὅλου τοῦ κόσμου;
         Κύριε, μή με περιφρονήσῃς, μή ἐμέ τήν δούλη Σου
         παραβλέψῃς.
         Σπλαγχνίσου με,  Κύριε, Σύ, πού ἔχεις τό ἀμέτρητον,
         τό ἄπειρον  ἔλεος» .
 

 
 





Παρασκευή 22 Απριλίου 2016

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΠΑΣΧΕΙ ΓΙΑ ΜΑΣ, ΑΥΤΟΣ ΓΙΑ ΜΑΣ...

           Τό βαθύτερο νόημα τῶν Παθῶν τοῦ Κυρίου
     
                        «Τά πάθη τά σεπτά, ἡ παροῦσα ἡμέρα,
                                 ὡς φῶτα σωστικά ἀνατέλλει τῷ κόσμῳ·
                                 Χριστός γάρ ἐπείγεται, τοῦ παθεῖν
                                 ἀγαθότητι· ὁ τά σύμπαντα, ἐν τῇ δρακί
                                 περιέχων, καταδέχεται ἀναρτηθῆναι  
                                 ἐν ξύλῳ, τοῦ σῶσαι τόν ἄνθρωπον».
  
   Κύριος ἔρχεται στή γῆ, σάν ἄνθρωπος, ἀπό ἄπειρη γιά τά πλάσματα Του ἀγάπη καί ἑκουσίως πάσχει, ὅπως λέγει ὁ ἱερός Δαμασκηνός, «ἵνα τήν ἑαυτοῦ ἀναπλάσσῃ εἰκόνα φθαρεῖσαν τοῖς πάθεσιν».
   Ἀμαυρώσαμε, μέ τά πάθη καί τίς κακίες μας, τήν εἰκόνα Του. Μολονότι ὁ Πανάγαθος μᾶς ἐστεφάνωσε μέ δόξα καί τιμή καί ὑπέταξε τά πάντα σέ μᾶς (παρβλ.Ψαλμ. η΄6-7), ἐμεῖς, ἡ κορωνίς τῆς Δημιουργίας Του, δέν κατανοήσαμε τήν ὑψηλή θέσι, πού μᾶς χάρισε καί ἀχρειώσαμε τήν εἰκόνα Του μέσα μας καί γύρω μας.
   Προφήτης Δαυῒδ περιγράφει τήν κατάντια μας καί λέγει: «Ἄνθρωπος ἐν τιμῇ ὤν οὐ συνῆκε, παρασυνεβλήθη τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις καί ὡμοιώθη αὐτοῖς» (Ψαλμ. μη΄ 13).
    Χάσαμε τήν τιμή τῆς λογικῆς μας φύσεως, ὡμοιωθήκαμε μέ τά ἄλογα, τά ἀνόητα κτήνη στή σκέψι, στήν ἀνοησία. Χάσαμε τόν παράδεισο. Χάσαμε τήν σχέσι, τήν κοινωνία, τήν ἕνωσι καί τήν παραδεισιακή συνομιλία μέ τόν Θεόν μας.

           Μετουσιώσαμε τόν παράδεισο σέ κόλασι.
           Κι' ἔγινε ὁ κόσμος χοιροστάσι.
           Ἄδειασε ἡ ψυχή μας ἀπό τή Χάρι Του.
           Βυθίστηκε ὁ νοῦς μας στό σκοτάδι
           τῆς βασιλείας τῶν χαμηλῶν παθῶν.
           Σκοτεινή νύχτα, ἀσέληνη ἡ ζωή μας.
           Ἀχώριστος σύντροφος τἀνθρώπου ὁ πόνος
           καί ἡ Ὀδύνη βασιλεύει στίς καρδιές.

   Βλέπει ὁ Φιλάνθρωπος τήν ἀνάγκη μας καί ἔρχεται κοντά μας,
γιά νά ἀπαλύνῃ τόν πόνο μας , νά σπογγίσῃ τά δάκρυά μας, νά θεραπεύσῃ τά τραύματά μας καί νά φωτίσῃ τά σκοτάδια μας.
   Ἔρχεται νά ἀναπλάσσῃ τήν εἰκόνα Του, νά μᾶς λυτρώσῃ ἀπό τό Θάνατο, νά μᾶς ἐλευθερώσῃ ἀπό τή δουλεία τῶν παθῶν, νά μᾶς ἀναστήσῃ, νά μᾶς ὑψώσῃ, νά μᾶς δοξάσῃ καί νά μᾶς εἰσάγῃ  καί  πάλιν εἰς τόν Παράδεισο. Νά κάμῃ ἀπό τώρα τήν ψυχή καί τή ζωή 
μας Παράδεισο. Νά ἀποκαταστήσῃ τή σχέσι καί τήν κοινωνία μας
μέ τόν οὐράνιο Πατέρα μας.

   Γι'  αὐτόν ἀκριβῶς τό λόγο γίνεται ἄνθρωπος, ἔρχεται κοντά μας. Μέ τρυφερότητα, χωρίς κανέναν ἐξαναγκασμό, διδάσκει τό Εὐαγγέλιον τῆς Ἀγάπης Του, τῆς γνήσιας ἀγάπης. Καί γιά νά χαράξῃ βαθειά μέσα στήν καρδιά μας τήν ἁγνή, τήν ἀνυπόκριτη, τή θυσιαστική, τή δική Του ἀγάπη, σάν πρόβατο ὁδηγεῖται στή σφαγή.  Καταδέχεται τά φρικτά Πάθη, ἐμπτυσμούς, κολαφισμούς, ραπίσματα,
χολήν καί ὄξος καί τόν ἐπώδυνο Σταυρικό θάνατο,  γιά νά μᾶςλυτρώσῃ ἀπό τόν αἰώνιο θάνατο καί νά πλύνῃ καί νά καθαρίσῃτήν ἄθλια  ψυχή μας μέ τό πανάγιον αἷμα Του.
     ψώνεται εἰς τό Ξύλον τοῦ Σταυροῦ καί πάνω ἀπό τό Σταυρό Του μᾶς διδάσκει τήν Καινήν Ἐντολήν:
   «Καινήν Ἐντολήν δίδωμι ὑμῖν ἵνα ἀγαπᾶτε ἀλλήλους, καθώς (Ἐγώ)  ἠγάπησα ὑμᾶς καί ὑμεῖς ἀγαπᾶτε ἀλλήλους. Ἐν τούτῳ γνώσονται πᾶντες ὅτι ἐμοί Μαθηταί ἐστε, ἐάν ἀγάπην ἔχητε ἐν ἀλλήλοις» (Ἰωάν. ιγ΄ 34-35).
 
Αὐτό εἶναι καί τό βαθύτερο νόημα τῶν σεπτῶν Παθῶν τοῦ Κυρίου μας.
  Ὁ Ἀπόστολος Πέτρος λέγει  ὅτι «ὁ Χριστός ἔπαθεν ὑπέρ ἡμῶν, ἡμῖν ὑπολιμπάνων ὑπογραμμόν ἵνα ἐπακολουθήσωμεν τοῖς ἴχνεσιν Αὐτοῦ» (Α΄Πέτρ. β΄ 21).
   Χαράζει μέ τό Αἷμα Του τό δρόμο τῆς Ἀγάπης.
     Ἐνσαρκώνει τή γνήσια Ἀγάπη. Αὐτός εἶναι ἡ Ὁδός. Αὐτός εἶναι τό Α καί τό Ω, ἡ Ἀρχή καί τό Τέλος τῆς Ὁδοῦ τῆς ζωῆς. Γι' αὐτόν ἀκριβῶς τό λόγο ἔρχεται ἐπί τό ἑκούσιον Πάθος, γιά νά γίνῃ σέ ὅλους μας βίωμα ἡ δική Του Ἀγάπη, πού θεοποιεῖ τόν ἄνθρωπον.
      Στόν κόσμο, πού βρίσκεται μακρυά ἀπό τό Θεό καί ἀποπνίγεται μέσα στό σκοτάδι καί τήν ἀχλύ τῆς ἁμαρτίας, τά σεπτά Πάθη τοῦ Κυρίου, σάν φῶτα σωτήρια ἀνατέλλουν καί πλημμμυρίζουν, μέ τό Φῶς τό τῆς γνώσεως, τίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων. Φωτίζουν τόν νοῦν, θερμαίνουν τήν καρδιά καί ὁδηγοῦν στό δρόμο τῆς γνήσιας ἀγάπης.
 
      Ἀλήθεια,  βιάζεται ὁ Χριστός νά πάθῃ γιά χάρι μας.
       Ὁ Χριστός πάσχει, γιά μᾶς. Αὐτός, γιά μᾶς.
 
Ἀνεβαίνει τόν ἀνηφορικό δρόμο τοῦ Γολγοθᾶ καί τό πρόσωπόν Του λάμπει, σάν νά πηγαίνῃ σέ γάμο. Χαίρεται, γιατί θέλει, ὅσο πιό γρήγορα γίνεται νά μᾶς ἐλευθερώσῃ ἀπό τό θάνατο, μέ τόν δικό Του ἐπώδυνο θάνατο. Βιάζεται νά ὑποστῇ τά φρικτά Πάθη γιά μᾶς ὁ Πανάγαθος. Αὐτός, πού μέσα στή φούχτα Του κρατάει τά Σύμπαντα, ὑψώνεται στό Ξύλον τοῦ Σταυροῦ, γιά νά ἀνοίξῃ σέ ὅλους μας τίς Πύλες τοῦ Οὐρανοῦ.
 
  Ἄραγε ὅλοι ἐμεῖς, οἱ βεβυθισμένοι στήν ἁμαρτία, οἱ κατάκοιτοι στή χώρα καί τή σκιά τοῦ Θανάτου, πήραμε τό Μήνυμα τοῦ Τιμίου καί Ζωοποιοῦ Σταυροῦ;
 
     Εἶναι καιρός νά κατανοήσουμε τή σημασία, πού ἔχουν τά σωτήρια καί φρικτά Πάθη τοῦ Κυρίου, καί, ὅσο εἶναι καιρός, πρίν νά εἶναι πολύ ἀργά, νά τροποποιήσουμε τήν προβληματική μας συμπεριφορά, νά τή θεραπεύσουμε. Νά ἀκολουθήσουμε τά ματωμένα Χνάρια τοῦ Χριστοῦ, νά ἑτοιμάσουμε τήν ψυχή μας νά Τόν ὑποδεχθῇ. Νά προσκυνήσουμε τά Πάθη Του καί νά Τόν παρακαλέσουμε νά μᾶς ἀξιώση νά ἑορτάσουμε καί τήν Ἁγίαν Του Ἀνάστασι, προσφέροντας δάκρυα εὐγνωμοσύνης στό Λυτρωτή.
 
 
 
 
       Ὁ Κύριος θά ἔλθῃ καί πάλιν κρῖναι ζῶντας καί νεκρούς.
Καί θά ἔλθῃ ὄχι σάν ταπεινός ἄνθρωπος ἀλλά ὡς Παντοδύναμος Θεός, γιά νά ἀποδώση στόν καθένα μας ἀνάλογα μέ τά ἔργα του.
       «Καί τότε φανήσεται τό σημεῖον τοῦ Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου
        ἐν τῷ οὐρανῷ καί τότε κόψονται πᾶσαι αἱ φυλαί τῆς γῆς
        καί ὄψονται τόν Υἱόν τοῦ ἀνθρώπου ἐρχόμενον ἐπί τῶν
        νεφελῶν τοῦ οὐρανοῦ μετά δυνάμεως καί δόξης πολλῆς»
        (Ματθ. κδ΄ 30). Καί στήν Ἀποκάλυψι λέγει:
        «Ἰδού ἔρχεται μετά τῶν νεφελῶν, καί ὄψεται αὐτόν πᾶς
          ὀφθαλμός καί οἵτινες αὐτόν ἐξεκέντησαν, καί κόψονται
          ἐπ' αὐτόν πᾶσαι αἱ φυλαί τῆς γῆς. Ναί, Ἀμήν» (Ἀποκ. α΄ 7).
       Καί ἔρχεται «ταχύ», «ὡς κλέπτης ἐν νυκτί», «ὡς ἀστραπή», διά τοῦτο γρηγορεῖτε (Ματθ. κδ΄ 27,42.κε΄13.Λουκ. ιζ΄ 24. Ἀποκ. γ΄ 3. ιστ΄15. κβ΄ 7,12 κ.ἄ.). Γι' αὐτόν ἀκριβῶς τό λόγο πρέπει νά εἴμαστε ἕτοιμοι νά Τόν ὑποδεχθοῦμε, ὡς δίκαιοι, γιά νά ἀξιωθοῦμε νά σταθοῦμε στά δεξιά Του τήν ἔνδοξη Ἡμέρα τῆς Παρουσίας Του.
 
 
 
 
 
 
 
   Μακάριος ὁ γρηγορῶν. Εὐτυχής θἆναι ἐκεῖνος, πού ὅταν ἔλθῃ ὁ Κύριος, ὁ Νυμφίος τῆς Ἐκκλησίας, θά τόν βρῇ ἄγρυπνο «νά τηρῇ τά ἔργα τοῦ Θεοῦ ἄχρι τέλους». Ἀνάξιος δέ πάλιν θἆναι ἐκεῖνος, πού ὅταν ἔλθῃ ὁ Κύριος, θά τόν βρῇ τεμπέλη καί ράθυμο.
       ἱερός ὑμνῳδός μᾶς προτρέπει νά μήν κυριευθοῦμε ἀπό ἀμέλεια καί ραθυμία. Νά μείνουμε ξάγρυπνοι καί μέ λαχτάρα νά περιμένουμε τόν Ἔνδοξον Ἐρχομό Του, γιά νά μήν κλειστοῦμε ἔξω ἀπό τή Βασιλεία Του, σάν τίς μωρές Παρθένες. Καί μᾶς συμβουλεύει, πρίν νά εἶναι ἀργά, νά ἀνακτήσουμε τήν πνευματική μας διαύγεια καί μέ τίς πρεσβεῖες τῆς Θεοτόκου, ἀκατάπαυστα νά ὑμνοῦμε τήν Ἁγιότητα τοῦ Θεοῦ:
   
          «Ἰδού ὁ Νύμφίος ἔρχεται ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός·
           καί μακάριος ὁ δοῦλος, ὅν εὑρήσει γρηγοροῦντα·
           ἀνάξιος δέ πάλιν, ὅν ευρήσει ραθυμοῦντα.
           Βλέπε οὖν, ψυχή μου, μή τῷ ὕπνῳ κατενεχθῇς, ἵνα
           μή τῷ θανάτῳ παραδοθῇς καί τῆς Βασιλείας ἔξω
           κλεισθῇς· ἀλλά ἀνάνηψον κράζουσα· Ἅγιος, Ἅγιος,
           Ἅγιος εἶ ὁ Θεός ἡμῶν, πρεσβείαις τῆς Θεοτόκου
           ἐλέησον ἡμᾶς».
        


 
          
 

Κυριακή 17 Απριλίου 2016

ΕΡΧΟΜΕΝΟΣ Ο ΚΥΡΙΟΣ ΕΠΙ ΤΟ ΕΚΟΥΣΙΟΝ ΠΑΘΟΣ ...

        
   «Τῷ μώλωπι Αὐτοῦ ἡμεῖς  ἰάθημεν» (Ἡσ. νγ΄ 5)


      Ὁ Κύριος μας, ὁ Ἰησοῦς Χριστός, « ὁ Ὤν καί ὁ Ἦν καί Ἐρχόμενος, ὁ Παντοκράτωρ»(Ἀποκ. α΄ 4,8), ὁ Γιός τοῦ Θεοῦ ὁ Μονογενής, παίρνει δούλου μορφήν, γίνεται ταπεινός ἄνθρωπος, ὅμοιος μέ μᾶς. Ἔρχεται κοντά μας, νά μιλήσῃ μέσα στίς ψυχές μας, νά ρίξῃ λάδι στήν τρεμοσβήνουσα λυχνία, νά στηρίξῃ τό ἀδύναμο καλάμι, πού σείεται καί κινδυνεύει νά σπάσῃ ἀπό τόν κάθε λογῆς ἄνεμο.
      Ἔρχεται νά φωτίσῃ τά σκοτάδια μας, νά ρίξῃ τό δικό Του φῶς στή σκοτισμένη μας ψυχή. Ἔρχεται νά μᾶς ἀποσπάσῃ ἀπό τή δουλική, τήν τυραννική προσκόλλησί μας στά ὑλικά ἀγαθά, πού εἶναι «σκιᾶς ἀσθενέστερα καί ὀνείρων ἀπατηλότερα». Νά μᾶς ἐλευθερώσῃ ἀπό τή δουλεία τοῦ ἀνθρωποκτόνου Διαβόλου. Νά καθαρίσῃ τήν ψυχή μας ἀπό τήν «ἀχλύ τῆς ἁμαρτίας».
      Ἰησοῦς, «πρᾷος καί ταπεινός τῇ καρδίᾳ», πλησιάζει κάθε ψυχή, ὅποια κι' ἄν εἶναι, ὅπου κι' ἄν βρίσκεται, ὅ,τι κι'  ἄν κάνῃ, γιά νά τήν ἀναστήσῃ ἀπό τήν πτῶσι, νά τή λυτρώσῃ, νά τήν ὑψώσῃ καί νά τήν καταστήσῃ «καινήν κτίσιν».
      Ἔρχεται καί κρούει τήν θύραν τῆς ψυχῆς μας καί ζητεῖ νά ἀκούσουμε τή φωνή Του καί νά τοῦ ἀνοίξουμε τήν καρδιά μας, γιά νά τήν  καταστήσῃ κατοικητήριον καί θρόνον τοῦ Θεοῦ.

Διδάσκει, στηρίζει, παρηγορεῖ, θεραπεύει καί ζωοποιεῖ. Δέν ἀφήνει μισοτελειωμένο τό ἔργο, πού τοῦ ἀνέθεσε ὁ οὐράνιος Πατέρας. «Τήν ψυχήν αὐτοῦ τίθησιν ὑπέρ τῶν προβάτων» (Ἰωάν. ι΄11). Ὁ Ἰησοῦς, κατάκοπος, σκονισμένος καί καταϊδρωμένος ἔρχεται κοντά μας. Δέν ἦλθε τότε, ἀλλά ἔρχεται κάθε ἐποχή, κάθε μέρα, κάθε ὥρα, κάθε στιγμή, «χθές καί σήμερον ὁ αὐτός καί εἰς τούς αἰῶνας»( Ἑβρ. ιγ΄ 8).
Ἔρχεται πρός τό ἑκούσιον Πάθος. Ὁ ἐκλεκτός τοῦ Θεοῦ, «Αὐτός, πού δέν ἔκαμε ποτέ ἁμαρτία, οὔτε βρέθηκε  δόλος ἤ ψευτιά στό στόμα Του, ἔρχεται σάν πρόβατο στή σφαγή, ὁ Ἄμωμος καί Ἀναμάρτητος, γιά νά βαστάξῃ ὁ ἴδιος πάνω Του τίς ἁμαρτίες μας καί νά Σταυρωθῇ γιά μᾶς (Ἡσ. 53,9 πρβλ. καί Α΄Πέτρ. β΄ 22. Β΄Κορινθ. ε΄ 21). Ἔρχεται νά ὑψωθῇ στό Σταυρό καί κάνει αὐτή τή Θυσία, γιά νά μᾶς ἐξαγοράσῃ μέ τό τίμιο Αἷμα Του καί νά μᾶς ἐλευθερώσῃ ἀπό τή μάταιη διαγωγή καί συμπεριφορά μας, τήν πατροπαράδοτη  (Α΄Πέτρ. α΄18). Γιά νά ἐλευθερωθοῦμε καί νά ἀποξενωθοῦμε ἀπό τίς ἁμαρτίες καί νά ζήσουμε στό ἑξῆς, γιά τή Δικαιοσύνη καί τήν Ἀρετή. «Τῷ μώλωπι αὐτοῦ ἡμεῖς ἰάθημεν». Μέ τίς πληγές Του γιατρευτήκαμε (πρβλ.Α΄ Πέτρ. β΄ 24. Ἡσ. νγ΄,4-5. Ματθ. η΄ 17. Ρωμ. στ΄2, 11)
  
 
 
    γλυκύς Ἰησοῦς, ὁ Ἀρχηγός καί Τελειωτής τῆς Πίστεώς μας ἔρχεται μέ τή Θέλησί Του καί μέ χαρά πρός τό Πάθος. «Τό πρόσωπό Του σάν τόν Ἥλιο λάμπει». Ἔρχεται νά Σταυρωθῇ, γιά τή δική μας σωτηρία. Σηκώνει πάνω Του τίς δικές μας ἁμαρτίες. Πάσχει Αὐτός, γιά μᾶς.
     Χαράζει ἔτσι τό δρόμο πρός τή δόξα. Τό δρόμο, πού ὁδηγεῖ στήν Ἀνάστασι καί τή Ζωή. Τό δρόμο τῆς τέλειας ἀγάπης πρός τό Θεό καί τόν πλησίον. Τό δρόμο τῆς Θυσίας. Σαρκώνει τό πνεῦμα τῆς αὐταπαρνήσεως καί τῆς αὐτοθυσίας, πού λείπει, δυστυχῶς, σχεδόν ὁλότελα, ἀπό τή σατανοκρατούμενη ἐποχή μας. Θυσιάζεται χάριν τῶν ἄλλων καί μάλιστα τῶν ἁμαρτωλῶν.
      Ὑψώνεται στό Γολγοθᾶ καί μέσα στήν ψυχή μας  «τό σημεῖον τοῦ Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου», ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ, τό σημεῖον τοῦ Ὀρθοῦ Προσανατολισμοῦ, τό σύμβολον τῆς Νίκης καί τοῦ Θριάμβου πάνω στό Κακόν, γιά νά φωτίζει τήν ἀνοδική μας Πορεία «ἀπό γῆς πρός οὐρανόν».
     Ὁ Ἰησοῦς, ὁ Λυτρωτής μας εἶναι τέλειο ὑπόδειγμα ἁγίας ζωῆς, τύπος καί ὑπογραμμός σέ ὅλους μας. Ἔπαθε γιά χάρι μας καί μᾶς καλεῖ νά ἀκολουθήσουμε τά ματωμένα Χνάρια Του.
       Ὁ ἱερός ὑμνῳδός, στούς κατανυκτικούς ὕμνους τῆς Μεγάλης Δευτέρας, μᾶς προτρέπει νά καθαρίσουμε τό νοῦ καί τήν καρδιά μας καί νά συνακολουθήσουμε τό Χριστό, ὁ Ὁποῖος μᾶς καλεῖ νά συσταυρωθοῦμε, γιά νά ἀναστηθοῦμε μαζί Του ,  νά προσκυνήσουμε  δέ  καί νά χαροῦμε καί τήν Ἁγίαν Ἀνάστασιν.
 
     «Ἐρχόμενος ὁ Κύριος πρός τό ἑκούσιον Πάθος, στούς
      Ἀποστόλους ἔλεγε καθ' ὁδόν»· Νά (τώρα γιά τελευταία
      φορά) ἀνεβαίνουμε στά Ἱεροσόλυμα, και ὁ Υἱός τοῦ
      ἀνθρώπου θά παραδοθῇ στά χέρια τῶν ἁμαρτωλῶν
      καθώς ἔχει γραφῆ γι' Αὐτόν. Ἐλᾶτε, λοιπόν, κι' ἐμεῖς
      μέ καθαρές διάνοιες, μέ καθαρή καρδιά,  μαζί Του
      ἄς περπατήσουμε στό δρόμο πρός τό πάθος, καί ἄς
      σταυρωθοῦμε μαζί Του καί ἄς νεκρωθοῦμε γιά χάρι
      Του  ὡς πρό τίς ἡδονές αὐτῆς ἐδῶ τῆς ζωῆς, γιά νά
      ζήσουμε μαζί Του καί νά Τόν ἀκούσουμε, μέ τή  
      γλυκειά φωνή Του, νά μᾶς φωνάζῃ δυνατά ὄχι πιά
      εἰς τό ἑξῆς δέν ἀναβαίνω στήν ἐπίγειον Ἱερουσαλήμ,
     γιά νά πάθω, ἀλλά τώρα ἦλθε ἡ ὥρα καί ἀναβαίνω πρός τόν 
      Πατέρα μου  καί Πατέρα σας, καί Θεόν μου καί Θεόν σας,
      γιά νά σᾶς  ἀνεβάσω μαζί μου καί νά σᾶς δοξάσω
      στήν ἄνω Ἱερουσαλήμ, στή Βασιλεία τῶν οὐρανῶν».
      (Στιχηρόν ὄρθρου Μ.Δευτέρας. Ἡσ. νγ΄1. Ματθ. κη΄18. Ἰωάν. ιβ΄ 32).