Σάββατο 25 Απριλίου 2015

Μύρα καί δάκρυα εὐγνωμοσύνης στό Λυτρωτή

ΜΥΡΑ ΚΑΙ ΔΑΚΡΥΑ ΕΥΓΝΩΜΟΣΥΝΗΣ ΣΤΟ ΛΥΤΡΩΤΗ


Καθαρές καί ἅγιες οἱ ψυχές τῶν Μυροφόρων φλέγονται καί κατακαίγονται ἀπό  γνήσια, ἁγνή, ἀνυπόκριτη, θυσιαστική ἀγάπη πρός τόν ἀγαπημένο Διδάσκαλό τους, πρός τόν Θεραπευτή, τόν Εὐεργέτη τους, τόν Κύριό τους.

  




Τόν παρακολουθοῦσαν,σέ ὅλη τήν ἐπίγεια εὐεργετική  πορεία Του «καί διηκόνουν αὐτῷ ἀπό τῶν ὑπαρχόντων αὐταῖς»(Ματθ.   κζ΄ 55-56. Μάρκ.  ιε΄40-41. Λουκ. ζ΄ 2-3).Βλέπουν τόν Διδάσκαλό τους νά θεραπεύῃ «πᾶσαν νόσον καί πᾶσαν μαλακίαν ἐν τῷ λαῷ»(Ματθ. θ΄ 35). 
  
   Δοξάζουν τό Θεό καί ἐκφράζουν τήν εὐγνωμοσύνη τους στόν Κύριό τους, μέ τήν ὁλόψυχη ἀφοσίωσί τους καί τόν ἀπέραντο σεβασμό τους καί πιστεύουν ὀλόψυχα ὅτι Αὐτός εἶναι ὁ Μεσσίας, ὀ Ἐλευθερωτής, «ὁ Πανακής ἰατρός».
    
   
 Καθημερινά θαυμάζουν τά θεϊκά  ἔργα Του, ὅτι   :
 «Τυφλοί ἀναβλέπουσι καί χωλοί περιπατοῦσι, λεπροί καθαρίζονται καί κωφοί ἀκούουσι, νεκροί ἐγείρονται καί πτωχοί εὐαγγελίζονται»(Ματθ.  ια΄ 5),  καί μέσα στήν καρδιά τους θεριεύει ἡ πίστις,ἡ ἀφοσίωσις καί ἡ λατρεία στόν «'Ηγαπημένον»,
στόν Λυτρωτή, τόν Ὁποῖον διακονοῦν μέ δάκρυα εὐγνωμοσύνης.
  
   Χαίρονται οἱ ἅγιες αὐτές ψυχές ὅταν βλέπουν τούς συμπατριῶτες τους νά  ἐπευφημοῦν τόν Διδάκαλό τους καί νά Τόν ὑποδέχωνται «μετά βαῒων καί κλάδων», ὠς τόν ἀληθινόν Μεσσίαν,  ὡς τόν Βασιλέα τοῦ Ἰσραήλ (Ἰωάν. ιβ΄ 12-19).
   
   Ἀποροῦν  ὅμως συγχρόνως,πού βλέπουν τόν ἀγαπημένο τους Διδάσκαλο, νά ἀκούῃ, μέ πίκρα, τίς ἐπευφημίες τοῦ λαοῦ καί ὠς καρδιογνώστης, πίσω ἀπό τίς κραυγές αὐτές, νά ἀκούῃ τίς ἄγριες ἰαχές καί τούς ξέφρενους ἀλαλαγμούς τῆς ἀχαριστίας τοῦ παλίμβουλου αὐτοῦ λαοῦ : «ἆρον  ἆρον, σταύρωσον αὐτόν...οὐκ ἔχομεν βασιλέα εἰ μή Καίσαρα»(Ἰωάν. ιθ΄ 15).
  
 Ξαφνιάζονται οἱ ἁγνές καί ἄδολες ψυχές τῶν Μυροφόρων, ὅταν ἀκοῦνε τόν ἀγαπημένο τους Διδάσκαλο, νά σιγοψιθυρίζῃ, κατά τήν διάρκεια τῆς θριαμβευτικῆς εἰσόδου Του εἰς τά Ἱεροσόλυμα καί, μέ θλῖψι,  νά λέῃ: «Ἱερουσαλήμ Ἱερουσαλήμ, ἠ ἀποκτέννουσα τούς προφήτας καί λιθοβολοῦσα τούς ἀπεσταλμένους πρός αὐτήν! ποσάκις ἠθέλησα ἐπισυναγαγεῖν τά τέκνα σου ὅν τρόπον ἐπισυνάγει ὄρνις τά νοσσία ἑαυτῆς ὑπό τάς πτέρυγας, καί οὐκ ἠθελήσατε.Ἰδού ἀφίεται ὑμῖν ὁ οἶκος ὑμῶν ἔρημος»(Ματθ. κγ΄ 37-38. παρβλ. καί  κδ΄ 2).
  
 Τώρα δέν καταλαβαίνουν τή θλῖψι τοῦ Διασκάλου τους.Μετά ἀπό δυό μέρες  διαπιστώνουν τή μεταστροφή τοῦ ἄστατου αὐτοῦ λαοῦ καί τό μέγεθος τῆς ἀγνωμοσύνης καί τῆς ἀχαριστίας τοῦ λαοῦ τους, πού τόσο πολύ εὐεργετήθηκε ἀπό τόν ἀγαπημένο τους Διδάσκαλο.
  
 Ραγίζουν οἱ καρδιές τῶν ἁγίων γυναικῶν καί ὅλων τῶν πιστῶν Μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ, μέ τήν καταδίκη Του είς τόν ἐπώδυνον Σταυρικόν Θάνατον.
   
Κάθε εὐσεβής ψυχή ἀναρωτιέται : «Πῶς ἐγένετο πόρνη  πόλις πιστή  Σιών;»(Ἡσ. α΄ 21).Δίκαια «καλεῖται πνευματικῶς Σόδομα καί Αἴγυπτος, ὅπου καί ὁ Κύριος ἡμῶν ἐσταυρώθη»(Ἀποκ. ια΄ 8).
   
Ἔχουν ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη στό Διδάσκαλό τους οἱ ἅγιες γυναῖκες.Δέν μποροῦν νά ἐξηγήσουν πῶς ὁ Κύριος καταδέχεται χλευασμούς, ἐμπτυσμούς, μάστιγας καί ραπίσματα, χολήν καί ὄξος καί Σταυρόν καί Θάνατον ὁ Ἀναμάρτητος.
  
   Ἀποροῦν μπροστά στό Μέγα τῆς Οἰκονομίας Μυστήριον, άλλά δέν χάνουν τήν πίστιν τους στόν Εὐεργέτην τους.
   Ματωνουν οἱ καρδιές τους, ἀλλά Τόν λατρεύουν ἀκόμη πιό πολύ. Μένουν Σ' Αὐτόν  πιστές, μέχρι θανάτου.
   
     Ἀμέτρητος ὁ πόνος τους.      
    Μέγας  καί ἀπερίγραπτος  τῆς ψυχῆς τους ὁ συντριμμός.
    Ὁλόψυχη εἶναι ἡ λατρεία τους στόν Εὐεργέτη
     καί Κύριό τους.
    Παρακολουθοῦν, μέ συντριμμό, τά Πάθη Του.
    Καί ἡ  γνήσια ἀγάπη τους ὀδηγεῖ τά βήματά τους,
    ἐκεῖ, ὅπου βρίσκεται  ἡ καρδιά τους,
    στόν πανάγιο Τάφο Του.
    
     Τίποτε καί κανείς δέν μπορεῖ νά ἀνακόψῃ τήν πορεία τους.
     Ἡ δύναμις τῆς γνήσιας ἀγάπης τους διώχνει κάθε φόβο
     μέσα ἀπό τήν ψυχή τους,  διότι «φόβος οὐκ ἔστιν ἐν τῇ
     ἀγάπῆ, ἀλλ' ἡ τελεία ἀγάπη ἔξω βάλλει τόν φόβον »
    (Α΄Ἰωάν. δ΄18). Ἀτρόμητες βαδίζουν πρός τόν Ἠγαπημένον,
    «ὅτι κραταιά ὡς θάνατος ἀγάπη, σκληρός ὡς Ἅδης
     ζῆλος»(Ἅσμ.ἅσμ. η΄ 6)
   
    « Καί  διαγενομένου τοῦ Σαββάτου Μαρία ἡ Μαγδαληνή
       καί Μαρία ἡ τοῦ Ἰακώβου καί Σαλώμη ήγόρασαν ἀρώματα
      ἵνα ἐλθοῦσαι ἀλείψωσι τόν Ἰησοῦν...»(Μάρκ. ιστ΄ 1-8
         Ἀκολουθοῦν τήν καθ' ὑπερβολήν Ὁδόν, τήν ὁδόν τῆς γνήσιας
      Ἀγάπης, πού φέρει τόν ἄνθρωπον ἀπό τό Α πρός τό Ω, ἀπό τό
      «κατ' εἰκόνα είς τό καθ'  ὁμοίωσιν» καί μᾶς ἑνώνει μέ τόν
       Ἀρχηγόν τῆς ζωῆς, τόν Κύριόν μας τόν Ἱησοῦν Χριστόν.
       Αὐτός καί μόνον Αὐτός εἶναι ἡ Ὁδός καί ἡ 'Αλήθεια καί ἡ
       Ζωή ,τό φῶς καί ὴ Εἰρήνη τοῦ κόσμου.
 
       
        Αὐτήν τήν Ὁδόν ἀκολουθοῦν οἱ Μυροφόρες γυναῖκες
        καί χωρίς φόβον ἔρχονται ἐπί τό μνημεῖον» καί μᾶς καλοῦν
        νά τίς ἀκολουθήσωμε καί νά προσφέρουμε καί ἐμεῖς μαζί τους
        μύρα καί δάκρυα στό Λυτρωτή. Ἕρχονται ἐπί τό μνημεῖον
        νά  ράνουν τόν ἀγαπημένο τους Διδάσκαλο,
       τόν Θεραπευτή καί Κύριόν τους, μέ πολύτιμα μύρα
       καί μέ τά δάκρυά τους...
       Δάκρυα εὐγνωμοσύνης  στό Λύτρωτή.
 
       Οἱ Μυροφόρες ἀκολουθοῦν τό δρόμο, πού χάραξεν ὁ
        Χριστός, μέ τό Πανάγιον Αἷμα Του. Τό δρόμο τῆς
       γνήσιας   Ἀγάπης.
       Καί τῆς γνησίας Ἀγάπης ἴσον Οὐδέν,ἀναφωνεῖ  ὁ
       Ἱερός Χρυσόστομος.   Καί ὁ Μεγάλος Θεολόγος,
       ὁ  Γρηγόριος  διακηρύσσει ὅτι μόνον ἡ γνήσια Ἀγάπη
       Θεόν ποιεῖ τόν ἄνθρωπον.
      
       Ἡ Ἀγάπη τῶν Μυροφόρων βραβεύεται μέ τήν ἔμφάνισι
       τοῦ  Ἀναστᾶντος Κυρίου πρῶτα σέ αὐτές.Καί ὅχι μόνον,
       ἀλλά ἀνακηρύσσονται Εὐαγγελίστριες τῶν Εὐαγγελιστῶν
       καί Ἀπόστολοι τῶν Ἀποστόλων, διότι πρῶτες αὐτές εἶδαν
       τόν Ἀναστάντα Κύριον καί πρῶτες αὐτές κήρυξαν εἰς τούς
       Μαθητάς τήν Ἀνάστασίν Του.
      
        Ἀπόδειξις τῆς γνήσιας Άγάπης, ἡ τήρησις τῶν Ἐντολῶν.
        Γνήσια Ἀγάπη ἔχει μόνον ἐκεῖνος, πού τηρεῖ πιστά
       τίς πανάγιες Ἐντολές τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, ἐκεῖνος πού
       «ἀκολουθεῖ τόν Ἀρνίον ὅπου ἄν ὑπάγῃ»(Ἀποκ.ιδ΄4).Φωτεινό
        παράδειγμα, γιά ὅλους μας οἱ ἅγιες Μυροφόρες γυναῖκες.
        Μέ τή δική τους ἀφοσίωσι καί πορεία τους πρός τό μνημεῖον,
        μᾶς ὀδηγοῦν καί μᾶς ἐνώνουν μέ τόν Ἀναστάντα Κύριον, καί
        διδάσκουν ὅτι ὁ ἅνθρωπος τελειώνεται ἐν Χριστῷ καί γίνεται
        «Καινή κτίσις»(Β΄Κορ..ε΄17) ἐν τῇ ἀγάπῃ καί διά  τῆς ἀγάπης,
        ὅτι « ὁ Θεός ἀγάπη ἐστί, καί ὁ μένων ἐν τῇ ἀγάπῆ ἐν τῷ
        Θεῷ μένει καί ὁ Θεός ἐν  αὐτῷ» ( Α΄ Ἰωάν. δ΄ 16 ) .