Δευτέρα 30 Σεπτεμβρίου 2019

«ΔΙΚΑΙΩΝ ΨΥΧΑΙ, ΕΝ ΧΕΙΡΙ ΘΕΟΥ»


Οἱ ψυχές τῶν δικαίων  παραλαμβάνονται καί ἐναποτίθενται εἰς τόν κόλπον τοῦ οὐρανίου Πατρός καί ἀναπαύονται «ἐν εἰρήνη».
Καί σύ τώρα, ἀγαπημένε μου ἀδελφέ Μανώλη, δέχθηκες «τό θεῖον κάλεσμα», μέ χαρά καί πέρασες ἀπό τό ὑλικό Σύμπαν, εἰς τό Πνευματικό, ἀπό τήν προσκαιρότητα εἰσῆλθες εἰς τήν αἰωνιότητα. Καί εἶμαι σίγουρος ὅτι τώρα ἀναπαύεσαι στήν ἀγκαλιά τοῦ Θεοῦ, «ἔνθα οὐκ ἔστι πόνος, οὐ λύπη οὐ στεναγμός, ἀλλά ζωή ἀτελεύτητος» καί, ὡς δίκαιος καί πιστός Χριστιανός, προαπολαμβάνεις τῶν  ἀγαθῶν τοῦ Θεοῦ, «ἅ ὀφθαλμός οὐκ εἶδε καί οὖς οὐκ ἤκουσε καί ἐπί καρδίαν ανθρώπου οὐκ ἀνέβη, ἅ ἡτοίμασεν ὁ Θεός τοῖς ἀγαπῶσιν Αὐτόν».
Ἀγαπημένε ἀδελφέ Μανώλη, ἔφυγες ἀπό αὐτήν ἐδῶ τήν παροικία καί εἰσῆλθες  εἰς τήν αἰώνια κατοικία καί τώρα  ζῆς στήν καρδιά μας, εἶσαι πιό κοντά μας, ἀλλά καί τό σπουδαιότερο, εἶσαι πιό κοντά στό Θεό. Περιμένοντας τήν ὥρα πού ἔλθουμε κι' ἐμεῖς στήν αἰώνια χαρά, προσεύχου γιά μᾶς, ὥστε νά μᾶς ἀξιώση ὁ Κύριος της αἰωνίου ζωῆς, ὥστε ἐκεῖ νά μετέχουμε εἰς τούς χορούς τῶν Ἀγγέλων καί τῶν ἁγίων. Εἷμαι σίγουρος ὅτι θά κάνουμε ὡραῖες λειτουργίες Δοξολογίας τοῦ Παντάνακτος Θεοῦ.
Αἰωνία σου ἡ μνήμη ἀλησμόνητε ἀδελφέ! 
Θά μοῦ ἐπιτρέψῃς τώρα νά δημοσιεύσω ἕνα ἀπό τά ὄμορφα ποιήματά σου, στή Μνήμη σου, γιά νά γνωρίσουν οἱ ἀναγνώστες μας τήν εὐγένεια καί τή λεπτότητα τῆς ἁγίας σου ψυχῆς ἀξιομακάριστε κι'  ἀλησμόνητε Μανώλη:
                                                                   
ΕΣΠΕΡΙΝΟ

Ἡ μέρα σβεῖ. Σούρουπο ἁπλώθη...
Λαμπρό παλάτι ὁ οὐρανός ἡψώθη...
Μέσα μου ἀνάβουν χίλιοι πόθοι.
Γλυκό ἕνα ρίγος ἡ ψυχή μου νοιώθει.
…………………………………………
Κι' ἡ νύχτα  ἁπλώνεται γοργή...
Σκοτάδι γύρω μου στή γῆ.
Μά στήν καρδιά μου φέγγει αὐγή,
Φῶς, ἀπό χρυσοφώτιστη πηγή.

Φεύγει ὁ νοῦς...Πετάει, ταξιδεύει...
Σκίζει τά σκότη. Φῶς γυρεύει.
Κι' ὅλο ψηλότερα ζητά ν' ἀνέβη,
Τό Φῶς γιά νἄβρη πού πιστεύει...

Κι' ὤ, τί χαρά! Καθώς γυρνᾶ
Φέρνει σημάδια φωτεινά.
Τά σκότη διώχνει τά πυκνά...
Μιά πρόσχαρη ζωή μηνᾶ...

                    Ἐμμανουήλ Τρανούδης















Τετάρτη 25 Σεπτεμβρίου 2019

Ο ΧΡΥΣΟΥΣ ΚΑΝΩΝ




Ο   ΧΡΥΣΟΥΣ ΚΑΝΩΝ.



ΟΥΤΟΣ ΕΣΤΙΝ Ο ΝΟΜΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΠΡΟΦΗΤΑΙ.



«Καί καθώς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι,

καί ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως» (Λουκ. στ΄ 31).



Ὅταν ὁ Πανάγαθος Θεός ἔπλασε τόν ἄνθρωπον, «ἐνεφύσησεν εἰς τό πρόσωπον αὐτοῦ πνοήν ζωῆς καί ἐγένετο ὁ ἄνθρωπος εἰς ψυχήν ζῶσαν» (Γενέσ. β΄ 7).

Διά τοῦ θείου ἐμφυσήματος, ἐφύτευσεν ὁ Πάνσοφος καί τόν Χρυσοῦν Κανόνα τῆς ζωῆς, τόν καθολικόν Νόμον τῆς τέλειας ἀγάπης στό Θεό καί τόν πλησίον. Εἷναι ἔμφυτος στόν ἄνθρωπον  ὁ Νόμος τῆς Ἀγάπης.

Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἀναφέρει ὅτι «Ὅταν ἔθνη τά μή νόμον (γραπτόν) ἔχοντα φύσει τά τοῦ νόμου ποιῇ, οὗτοι νόμον (γραπτόν) μή ἔχοντες ἑαυτοῖς εἰσι νόμος, οἵτινες ἐνδείκνυνται τό ἔργον τοῦ νόμου γραπτόν ἐν ταῖς καρδίαις αὐτῶν, συμμαρτυρούσης αὐτῶν τῆς συνειδήσεως καί μεταξύ ἀλλήλων τῶν λογισμῶν κατηγορούντων ἤ καί ἀπολογουμένων...» (Ρωμ. β΄ 14-15). Ὁδηγοῦνται ἀπό τόν, διά τοῦ θείου ἐμφυσήματος, ἔμφυτον ἠθικόν Νόμον, καί πράττουν ὅ,τι ὁ γραπτός νόμος προστάσσει,  ἄν καί δέν ἔχουν γραπτόν νόμον, διότι νόμος εἶναι ὁ ἴδιος ὁ ἑαυτός τους, δηλαδή συνείδησίς τους, ἡ φωνή τοῦ Θεοῦ μέσα τους.

Ἔχουν τόν ἔμφυτον Νόμον τῆς ἀγάπης γραμμένον στήν καρδιά τους καί διακρίνουν τό Καλόν ἀπό τό Κακόν. Τοῦτο δέ ἀποδεικνύεται ὅταν ἡ συνείδησίς των δίδει μαρτυρίαν σ’ αὐτούς διά κάθε πρᾶξιν, καί οἱ ἐσωτερικοί  λογισμοί ἀναμεταξύ τους κατηγοροῦν ἤ καί καμμιά φορά ἀπολογοῦνται...

Ὁ Εὐαγγελιστής Ματθαῖος ἀναφέρει τόν Χρυσοῦν Κανόνα τῆς ὀρθοδόξου Χριστιανικῆς Ἀσκητικῆς :

«Πάντα ὅσα ἄν θέλητε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, οὕτω καί ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς» (Ματθ. ζ΄ 12).

Καί προσθέτει: «Οὗτος γάρ ἐστίν ὁ Νόμος καί οἱ Προφῆται». Τό ἴδιο λέγει καί διά τίς δύο Ἐντολές, τῆς Ἀγάπης πρός τόν Θεόν καί τῆς ἀγάπης πρός τόν πλησίον. Λέγει, δηλαδή, ὅτι «ἐν ταύταις ταῖς δυσίν ἐντολαῖς ὅλος ὁ νόμος καί οἱ Προφῆται κρέμανται» (Ματθ. κβ΄ 37-40).

Ὁ Χρυσοῦς Κανών ἑρμηνεύει τό Νόμο τῆς Ἀγάπης πρός τόν Θεόν καί τόν πλησίον, μέ ἁπλά λόγια, κατανοητά ἀπό ὅλους, ὥστε νά εἴμαστε ἀναπολόγητοι. Καί αὐτός ὁ Κανών θά μᾶς κρίνῃ κατά τήν Ἡμέρα τῆς Κρίσεως. Ὅλοι γνωρίζουμε τί θέλουμε στή ζωή μας. Ζητοῦμε μέ λαχτάρα ἀγάπη, Καλωσύνη, θαλπωρή, ἐπιείκεια, εἰλικρίνεια, συγχωρητικότητα. «Καθώς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, ὅπως θέλετε νά συμπεριφέρονται σέ σᾶς καί ὅ,τι θέλετε νά σᾶς κάνουν οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι, καί σεῖς νά κάνετε σ’ αὐτούς τά ἴδια». Νά προσφέρετε Καλωσύνη, ἀγάπη.Νά συγχωρῆτε τά λάθη τους, νά μή κλέβετε, νά μή συκοφαντῆτε, νά μήν ἐπιθυμεῖτε ὅσα ἀνήκουν στόν πλησίον σας. Ὅπως ἀκριβῶς θέλετε νά συμπεριφέρωνται σέ σᾶς ἔτσι, ἀκριβῶς τό ἴδιο, νά συμπεριφέρεσθε  και σεῖς σέ αὐτούς.

Ἐάν στή ζωή μας, στήν καθημερινή πρᾶξι, τηρήσουμε ἀκριβῶς τόν Χρυσοῦν Κανόνα, θά ζοῦμε εὐσεβῶς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ καί θά μετουσιώσουμε τή ζωή μας, αὐτόν  τόν κόσμο μας, ἀπό «Χοιροστάσι», σέ Παράδεισο. Εἴθε! Εἴθε! Εἴθε!

Τρίτη 24 Σεπτεμβρίου 2019

ΑΠΟ ΤΟ ΣΚΟΤΑΔΙ, ΣΤΟ ΦΩΣ



ΑΠΟ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ, Σ Τ Η  Ζ Ω Η.



«Ὁ Θεός ὁ εἰπών ἐκ σκότους φῶς λάμψαι, ὅς ἔλαμψεν ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν πρός φωτισμόν τῆς γνώσεως τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ ἐν προσώπῳ Ἰησοῦ Χριστοῦ.

Ἔχομεν δέ τόν θησαυρόν τοῦτον ἐν ὀστρακίνοις σκεύεσιν, ἵνα ἡ ὑπερβολή τῆς δυνάμεως ᾖ τοῦ Θεοῦ καί μή ἐξ ὑμῶν.
Ἐν παντί θλιβόμενοι ἀλλ’ οὐ στενοχωρούμενοι, ἀπορούμενοι, ἀπορούμενοι ἀλλ’ οὐκ ἐξαπορούμενοι, διωκόμενοι ἀλλ’  οὐκ  ἐγκαταλειπόμενοι, καταβαλλόμενοι ἀλλ’ οὐκ ἀπολλύμενοι, πάντοτε τήν νέκρωσιν τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ ἐν τῷ σώματι περιφέροντες, ἵνα καί ἡ ζωή τοῦ Ἰησοῦ ἐν τῷ σώματι ἡμῶν φανερωθῇ. Ἀεί γάρ ἡμεῖς οἱ ζῶντες εἰς θάνατον παραδιδόμεθα διά Ἰησοῦν, ἵνα καί ἡ ζωή τοῦ Ἰησοῦ φανερωθῇ ἐν τῇ θνητῆ σαρκί ἡμῶν. Ὥστε ὁ μέν θάνατος ἐν ἡμῖν ἐνεργεῖται, ἡ δέ ζωή ἐν ὑμῖν.
Ἔχοντες δέ τό αὐτό πνεῦμα τῆς πίστεως κατά τό γεγραμμένον, ἐπίστευσα, διό ἐλάλησα, καί ἡμεῖς πιστεύομεν, διό καί λαλοῦμεν.
Εἰδότες ὅτι ὁ ἐγείρας τόν Κύριον Ἰησοῦν καί ἡμᾶς διά Ἰησοῦ ἐγερεῖ καί παραστήσει σύν ὑμῖν.
Τά γάρ πάντα δι’ ὑμᾶς, ἵνα ἡ χάρις πλεονάσασα διά τῶν πλειόνων  τήν εὐχαριστίαν περισσεύσῃ εἰς τήν δόξαν τοῦ Θεοῦ» (Β΄Κορινθ. δ΄ 6-15).

Ὁ Πάνσοφος, ὁ Πανάγαθος καί Παντοδύναμος Θεός ἐδημιούργησε ἀπό ἄπειρη ἀγάπη, μέ μόνο τό λόγο Του, ἐκ τοῦ μή ὄντος τά Σύμπαντα. 





«Αὐτός εἶπε καί ἐγενήθησαν, αὐτός ἐνετείλατο καί ἐκτίσθησαν» (Ψαλμ. 32, 9). «Ἐν ἀρχῇ ἐποίησεν ὁ Θεός τόν οὐρανόν καί τήν γῆν» (Γενεσ. α΄ 1). Στήν ἀρχή « ἡ γῆ ἦν ἀόρατος καί ἀκατασκεύστος, καί σκότος ἐπάνω τῆς ἀβύσσου, καί πνεῦμα Θεοῦ ἐπεφέρετο ἐπάνω τοῦ ὕδατος. Καί εἶπεν ὁ Θεός·  Γενηθήτω φῶς. Καί ἐγένετο φῶς (Γενέσ. α΄ 1-3).
Καί ὁ Ἀπόστολος ἀναφερόμενος στό Φωτοδότη λέγει ὅτι ὁ Θεός, πού εἶπε νά λάμψῃ φῶς ἀπό τό σκοτάδι, Αὐτός ἔλαμψε μέσα  στήν καρδιά μας, Αὐτός εὐδόκησε διά τοῦ Υἱοῦ Του, τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καί ἐν αὐτῷ νά φωτίσῃ τά σκοτάδια μας. Αὐτός ἔλαμψε, ὄχι μόνον νά φωτισθοῦμε ἐμεῖς, ἀλλά καί διά νά μεταδοθῇ διά μέσου ἡμῶν ὁ φωτισμός, πού προέρχεται ἀπό τή γνῶσι τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ, πού φανερώθηκε ἐν τῷ προσώπῳ τοῦ Υἱοῦ Του, τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Ὁ Παῦλος τονίζει τή μεγάλη σημασία, πού ἔχει στή ζωή μας ἡ ὁλοζώντανη Παρουσία τοῦ Κυρίου, πού γίνεται γιά μᾶς ἡ Ὁδός καί ἡ ἀλήθεια καί ἡ ζωή. Ἔχουμε τόν Θησαυρόν αὐτόν τοῦ φωτισμοῦ τῆς γνώσεως μέσα μας, μέσα στά  ὀστράκινα , τά πήλινα, τά χωματένια αὐτά σκεύη, γιά νά μᾶς καθοδηγῇ, ὥστε νά ἀποδεικνύεται ὅτι ἡ ὑπερβολική δύναμις, πού μᾶς βοηθεῖ νά ὑπερνικῶμεν ὅλα τά ἐμπόδια, ὅλες τίς δυσκολίες καί τούς κινδύνους, πού ἀντιμετωπίζουμε στή ζωή μας, εἶναι τοῦ Θεοῦ, δέν προέρχεται ἀπό  ἡμᾶς τούς ἀσθενεῖς καί ἀδύναμους.

Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος θέλει νά μᾶς ἀποτρέψῃ ἀπό κακές συμπεριφορές, μπροστά στά ἐμπόδια καί τίς δυσκολίες, θέλει νά διώξῃ μέσα ἀπό τήν ψυχή μας τήν ἀπόγνωσι καί τήν ἀπελπισία καί νά στρέψῃ τήν προσοχή μας στόν Χριστόν, πού εἶναι δίπλα μας καί μᾶς παραστέκει στό κάθε μας βῆμα καί εἶναι ἕτοιμος  νά σηκώσῃ Ἐκεῖνος τά βάρη μας, νά σηκώσῃ Ἐκεῖνος τό Σταυρό μας , ὁ αἴρων τήν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου, καί νά μᾶς ὁδηγήσῃ εἰς τόπον ἀναψυχῆς.
Πρός τόν σκοπόν αὐτόν ὁ Παῦλος ἀναφέρεται στόν τρόπο πού ἀντιμετωπίζει ὁ ἴδιος καί οἱ ἄλλοι Ἀπόστολοι, τίς δυσκολίες , τούς διωγμούς καί τίς θλίψεις, στό ἔργο τους. Μᾶς διδάσκει πῶς ὀφείλουμε κι’ ἐμεῖς νά σταθοῦμε μέ πίστι στό Χριστό στίς δύσκολες ὧρες. Σ τό κάθε μας βῆμα, λέγει, ἀντιμετωπίζουμε θλίψεις, θλιβώμεθα, ἀλλά δέν φθάνουμε σέ ἀδιέξοδο, βρισκόμαστε σέ ἀμηχανία, ἀλλά δέν φθάνουμε σέ ἀπελπισία, διωκόμαστε, ἀλλά δέν ἐγκαταλειπόμαστε ποτέ ἀπό τό Θεό. Πολλές φορές καταβαλλόμεθα, πέφτουμε κατά γῆς, ἀλλά, μέ τή χάρι τοῦ Θεοῦ, δέν χανόμαστε. Πάντοτε, στό κάθε μας βῆμα φέρομε στό σῶμα μας τήν νέκρωσι τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, διατρέχουμε δηλαδή τόν κίνδυνον νά πεθάνουμε ὅπως ὁ Κύριος, ἀλλά αὐτό συμβαίνει γιά νά φανερωθῇ στόν κόσμο, ἡ ζωή τοῦ Ἰησοῦ στό σῶμα μας, ἡ ἀπελευθέρωσίς μας δηλαδή ἀπό τούς καθημερινούς κινδύνους, καί νά βεβαιώνει ὅτι ὁ Ἰησοῦς ζῆ καί εἶναι ἡ πηγή τῆς Ζωῆς. Διότι ἡμεῖς, παρά τούς κινδύνους, πού ἀντιμετωπίζουμε. ζῶμεν. Καί ἐνῶ ζῶμεν παραδιδόμεθα πάντοτε  εἰς θάνατον χάριν τοῦ Ἰησοῦ, πρός δόξαν αὐτοῦ, διά νά φανῇ καί ἡ ζωή τοῦ Ἰησοῦ στό θνητό μας σῶμα. Ὥστε ὁ μέν θάνατος συντελεῖται σέ μᾶς, ἀλλά ἡ ζωή, πού  ἀπολαμβάνεται ἐσεῖς, προέρχεται ἀπό τή δική μας δρᾶσι, πού εἶναι γεμάτη κινδύνους. Παρ’ ὅλους ὅμως αὐτούς τούς κινδύνους, ἐπειδή ἔχουμε τό αὐτό πνεῦμα, πού μᾶς στηρίζει στήν Πίστιν,  ὅπως εἶναι γραμμένο στή Γραφή   (Ψαλμ.115,1) «ἐπίστευσα διό ἐλάλησα», καί ἡμεῖς πιστεύουμε, διά τοῦτο καί ὁμολογοῦμε καί κηρύττομεν τόν λόγον τῆς πίστεώς μας. Καί γνωρίζουμε καλά ὅτι ὁ Θεός, πού ἀνέστησε τόν Κύριον Ἰησοῦν, θά ἀναστήσῃ καί ἡμᾶς διά μέσου τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ καί θά μᾶς παρουσιάσῃ μέ δόξα στό φοβερό Βῆμα Του μαζί μέ σᾶς. Καί μᾶς παρηγορεῖ ὀ Ἀπόστολος λέγων· Ναι, μαζί με σᾶς. Διότι ὅλα γιά σᾶς γίνονται. Ὥστε ἡ Χάρις, ἡ εὐεργεσία, πού μᾶς κάνει ὀ Θεός, πού μᾶς σώζει ἀπό τούς κινδύνους πρός χάριν σας, νά πλεονάσῃ, ὥστε  νά γίνῃ χάρις καί εὐεργεσία, ὄχι μόνον γιά μᾶς, ἀλλά γιά ὅλους σας, γιά νά εἶναι  περισσότεροι οἱ εὐεργετούμενοι, ὥστε καί ἡ εὐχαριστία πρός τόν Θεόν νά πλεονάσῃ καί νά περισσεύσῃ, γιά νά δοξάζεται τό πανάγιον Ὄνομά Του.





Ἡ Δόξα τοῦ Θεοῦ εἶναι ὁ σκοπός τῆς ζωῆς μας. Αὐτό τό σκοπό μᾶς ὑπέδειξε ὁ Κύριος μέ τή Σταυρική Του θυσία καί τήν Ἀνάστασίν Του. Ὀφείλουμε ὅλοι νά κατανοήσουμε τήν Ἀλήθεια  καί ἔχοντες μέσα στήν καρδιά μας τόν φωτισμόν τῆς γνώσεως τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ, νά ἐγκολπωθοῦμε τόν Χριστόν καί νά κάνουμε πρᾶξι τό Εὐαγγέλιον τῆς Ἀγάπης Του. Διότι μόνον ὁ Χριστός μας μεταφέρει ἀπό τό σκοτάδι στό Φῶς καί ἀπό τό Θάνατο στή ζωή. Ὁ Χριστός εἶναι τό ἀληθινόν φῶς πού φωτίζει κάθε ἄνθρωπο, πού ἔρχεται στόν κόσμο. Αὐτός καί μόνον Αὐτός εἶναι ἡ ζωή μας καί ἡ εἰρήνη μας, ἡ μόνη μας καταφυγή, ἡ μόνη μας ἐλπίδα, τό Φρούριόν μας, τό μόνον ἀσφαλές καταφύγιον. Μόνον Αὐτό ἔχουμε βοηθόν σέ ὅλες τίς στιγμές τῆς ζωῆς μας καί δέν θέλουμε νά ἔχουμε ἄλλον κανέναν. Ἔχοντες ἐν στέρνοις τόν Χριστόν, «τόν δι’ οὗ τά πάντα ἐγένετο», ἔχουμε τόν Θησαυρόν τῶν Θησαυρῶν. Χωρίς Αὐτόν ἡ ζωή μας εἶναι ἀδεια, χωρίς νόημα, χωρίς σκοπόν. Αὐτός μέ τόν πανάγιον λόγον Του νοηματίζει τή ζωή μας, τῆς δίδει περιεχόμενον. Εἷναι καιρός νά ἀκολουθήσουμε τόν Κύριον, πού ἀσφαλῶς μᾶς ὀδηγεῖ ἀπό τό σκοτάδι στό Φῶς, ἀπό τό Θάνατο στή ζωή καί μᾶς φέρει «ἐπί ζωῆς πηγάς ὑδάτων». Αὐτός εἶναι ὁ Λυτρωτής μας καί Θεός. Καί Αὐτόν ἄς παρακαλέσωμεν νά μᾶς  διαφυλάξῃ κα΄τω ἀπό τήν Σκέπην Του καί νά μᾶς ἀξιώσῃ νά Τόν δοξάζουμε εἰς πάντας τούς αἰῶνας, Ἀμήν. ΓΕΝΟΙΤΟ.


Κυριακή 22 Σεπτεμβρίου 2019

Η ΜΕΤΑΣΤΑΣΙΣ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ





ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΟΥ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ.





« Τά μεγαλεῖα σου, παρθένε, τίς διηγήσεται;
Βρύεις γάρ θαύματα καί πηγάζεις ἰάματα καί
Πρεσβεύεις ὑπέρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν, ὡς
Θεολόγος καί φίλος Χριστοῦ».







Ὁ Ἀπόστολος καί Εὐαγγελιστής Ἰωάννης εἶναι ἕνας ἀπό τούς τέσσερις ψαράδες, πού ἐκάλεσε ὁ Κύριος πρώτους στό ἀποστολικό ἀξίωμα. Γονεῖς του ἦσαν ὁ Ζεβεδαῖος καί ἡ Σαλώμη. Ἦσαν ἄνθρωποι εὐσεβεῖς, περισσότερο ἡ Σαλώμη, ἡ ὁποία μετέδωσε στά παιδιά της τήν θρησκευτικότητά της καί τήν εὐσέβειάν της. Ὁ Ἰωάννης ἦτο ἕνας ἀπό τούς Μαθητάς Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου. Ὅταν ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος  εἶδε τόν Ἰησοῦν ἐρχόμενον πρός αὐτόν, ἐνώπιον τῶν δύο Μαθητῶν, πού βρίσκονταν κοντά του ἔδειξε τόν Ἰησοῦν καί εἶπε· «Ἴδε ὁ Ἀμνός τοῦ Θεοῦ ὁ αἴρων τήν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου» (Ἰωάν. α΄ 29, 36). Καί «ἤκουσαν αὐτοῦ οἱ δύο Μαθηταί λαλοῦντος, καί ἠκολούθησαν τῷ  Ἰησοῦ» (Ἰωάν. α΄ 36-37). Ὁ Ἕνας ἐκ τῶν δύο ἦτο ὀ Ἰωάννης καί ἔμεινε κοντά στόν Ἰησοῦν τήν ἡμέραν ἐκείνην. Λέγεται ὅτι ἡ Σαλώμη ἦτο ἀδελφή τῆς Θεοτόκου, ὁπότε ὁ Ἰωάννης θά ἦτο συγγενής  τοῦ Κυρίου, πρῶτος ἐξάδελφος. Δέν φαίνεται ὅμως νά γνώριζε ὁ Ἰωάννης τόν Κύριον πρίν ἀπό τή σύστασι πού τοῦ ἔκανε ὁ Βαπτιστής, πρίν ἀπό τή Βάπτισι τοῦ Κυρίου.

Ὅταν ὁ Ἱωάννης ἔγινε Μαθητής τοῦ Κυρίου, συγκατελέγη μεταξύ τῶν τριῶν πρωτοκορυφαίων Μαθητῶν. Ὁ Πέτρος, ὁ  Ἰάκωβος καί ὁ Ἰωάννης ἦσαν «οἱ τῶν ἀρετῶν διαπρέψαντες» καί γι’αὐτό ὁ Κύριος τούς πῆρε μαζί Του καί στήν ἀνάστασιν τῆς θυγατρός τοῦ Ἰαείρου, ὅσον καί κατά τήν Μεταμόρφωσιν, καθώς ἐπίσης καί στήν πρό τοῦ Πάθους ἀγωνιώδη Προσευχήν εἰς τόν κῆπον τῆς Γεθσημανῆ. Ὁ Ἰωάννης εἶναι ὁ Μαθητής, «ὁ ἀνακείμενος ἐν τῷ κόλπῳ τοῦ Ἰησοῦ», ὁ Μαθητής, «ὅν ἠγάπα ὁ Ἰησοῦς» (Ἰωάν. ιγ΄ 23-24). Γιά τήν ἀκλόνητη πίστι καί θερμόν ζῆλον, γιά τήν τέλεια ἀγάπη καί τήν ἀφοσίωσίν του πρός τόν Κύριον ὁ Ἰωάννης, καθώς ἐπίσης καί ὀ ἀδελφός του Ἰάκωβος, ὠνομάσθησαν ἀπό τόν Κύριον «Βοανεργές», δηλαδή, «υἱοί βροντῆς». 


Ὁ Ἠγαπημένος Ἰωάννης, ὁ υἱός τῆς βροντῆς, εἶναι ὀ μόνος ἀπό τούς Μαθητάς, πού παρηκολούθησε τόν Ἰησοῦν στά φρικτά Πάθη Του καί μέχρι καί αὐτοῦ τοῦ Σταυροῦ. Πιστεύω δέ ὅτι ὁ Ἰωάννης δέν ὑπέστη μαρτυρικόν θάνατον, διότι εἶχε πονέση καί συσταυρωθῆ μέ τόν Κύριόν του. Εἶχε δέ τήν τιμήν νά ἐκπροσωπῇ στό Σταυρό, ὅλους τούς κλητούς, ἐκλεκτούς καί πιστούς Μαθητάς τοῦ Χριστοῦ ὅλων τῶν αἰώνων καί τήν μεγαλύτερη τιμή, εἰς αὐτόν νά ἐμπιστευθῇ τήν παναγίαν Μητέρα Του, ὅταν τοῦ εἶπε· «Ἴδε ἡ Μήτηρ σου. Καί ἀπ’ ἐκείνης τῆς ὥρας ἔλαβεν ὁ Μαθητής αὐτήν εἰς τά ἴδια» (Ἰωάν. ιθ΄ 27).

Ὁ Ἰωάννης ἐξωρίσθηκε ἀπό τόν αὐτοκράτορα Δομιτιανόν εἰς τήν νῆσον Πάτμον. Ἐκεῖ, στόν τόπο τῆς ἐξορίας του, προσευχόμενος, στό γνωστό μας Σπήλαιον τῆς Ἀποκαλύψεως, τιμήθηκε ἀπό τόν Θεόν καί ἀξιώθηκε νά ἀνέβη ἄνω, πάνω ἀπό τά ἐγκόσμια. Γενόμενος ἐν πνεύματι, εἶδε ἅ δεῖ γενέσθαι ἐν τάχει (Ἀποκ.α΄1 ἑξ.) καί ἔλαβε τήν Ἐντολήν νά δῇ καί νά γράψῃ τήν Ἀποκάλυψιν. Ὑπήκουσε στήν Ἐντολήν τοῦ Κυρίου: «Γράψον ἅ εἶδες, καί ἅ εἰσι καί ἅ μέλλει γίνεσθαι μετά ταῦτα» (Ἀποκ. α΄19).Συνέγραψε δέ τό Προφητικό αὐτό βιβλίο κατά τά τέλη τοῦ 1ου μ.Χ. αἰῶνος, γύρω στό 95 μ.Χ. Μετά τόν θάνατον τοῦ τυράννου, ὁ Διάδοχός του, ὁ Νέρβας μέ ψήφισμά του ἐπανέφερε τούς ἀδίκως ἐξορισθέντες. Τότε ἐπέστρεψε καί ὁ Ἀπόστολος Ἰωάννης καί ἐγκατεστάθη στήν Ἔφεσο,« ἀπό τῆς κατά τήν νῆσον φυγῆς» (ΒΕΠΕΣ, 19, 264, 12-19). Πιθανολογεῖται ὄτι τό Εὐαγγέλιόν του τό ἔγραψε κατά τό 85 ἕως 95 μ.Χ. Ἐκτός ἀπό τήν Ἀποκάλυψιν καί τό Δ΄Εὐαγγέλιον, ὁ Ἰωάννης συνέγραψε καί τρεῖς θαυμάσιες ἐπιστολές, πού φέρουν τό ὄνομά του. Αὐτή εἶναι ἠ πίστις τῆς Ἐκκλησίας ἀπό τόν πρῶτον μετά Χριστόν αἰῶνα καί μέχρι σήμερα.
Ὁ Ἱερώνυμος ἀναφέρει ὅτι ὁ  Ἰωάννης ἔφθασε εἰς βαθύτατον γῆρας καί  δέν μποροῦσε νά διδάσκῃ διά μακρῶν, περιωρίζετο νά λέγῃ στούς πιστούς:
«Τεκνία μου, ἀγαπᾶτε ἀλλήλους».
Θά ἦταν εὐχῆς ἔργον νά γράφαμε ὅλοι οἱ πιστοί τή διδαχή τοῦ Ἰωάννου στήν καρδιά μας. Τότε πραγματικά θά βρίσκαμε ἀνάπαυσιν στήν ψυχή μας καί ὁλόκληρη ἡ ζωή μας θά ἦταν δοξολογία τοῦ Θεοῦ. Καί εἶναι καιρός νά κατανοήσουμε ὅτι ὁ Θεός εἶναι ἀγάπη. Καί ὁ μένων ἐν τῇ ἀγάπῃ ἐν τῷ Θεῷ μένει καί ὁ Θεός ἐν αὐτῷ. Αὐτήν τήν ἀγάπην ἐκήρυττε ὁ Ἰωάννης καί ἐδοξάσθη ὅσο κανείς ἄλλος ἀπό τόν Κύριο.
Ἡ Ἐκκλησία μας προβάλλει ὡς πρότυπον ἁγιότητος, ὑπόδειγμα γνήσιας ἀγάπης, τόν Ἰωάννην, γιά νά τόν μιμηθοῦμε καί νά δοξάζουμε, μέ τήν ἀγάπη μας, στήν πρᾶξι, τόν Κύριον , στόν ὁποῖον ἀνήκει ἡ δόξα εἰς τούς αἰῶνας. Ἀμήν.
 Στήν Μνήμη τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου, θά ἦταν παράλειψις ἀδικαιολόγητος, ἐάν δέν ἀνέφερα στούς εὐλαβεῖς ἀναγνῶστες, ὅτι ἑορτάζει  




ἠγαπημένος συνάδελφος καί συλλειτουργός εἰς τό Μετόχι τῆς Μονῆς καί Μετοχιάρης, ὁ ἐκλεκτός καί ἄψογος π. ΘΕΟΛΟΓΟΣ. Σᾶς καλῶ ὅλους νά εὐχηθοῦμε, μέ τήν καρδιά μας, στό Θεό, νά χαρίζῃ μακροημέρευσιν καί ὑγείαν τήν κατ’ ἄμφω στόν πατέρα Θεολόγον, ὥστε νά συνεχίσουμε , μέ τή Χάρι τοῦ Κυρίου τήν πνευματικήν μας συνεργασίαν,
πρός δόξαν Θεοῦ.



Παρασκευή 20 Σεπτεμβρίου 2019

ΔΙ' ΟΛΗΣ ΤΗΣ ΝΥΚΤΟΣ ΚΟΠΙΑΣΑΝΤΕΣ ΟΥΔΕΝ ΕΛΑΒΟΜΕΝ»



«ΕΠΙ  ΔΕ Τῼ  ΡΗΜΑΤΙ  ΣΟΥ ΧΑΛΑΣΩ ΤΟ ΔΙΚΤΥΟΝ».

 




Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ὁ Θεός μου, τό Φῶς τό ἀληθινόν,

πού φωτίζεις κάθε ἄνθρωπο, πού ἔρχεται στόν κόσμο,

Φώτισε τά σκοτάδια μας, μή μᾶς ἀφήνῃς μόνους. Χωρίς

τή δική Σου ὁλοζώντανη Παρουσία,  ἡ ζωή μας εἶναι

ἄδεια, χωρίς νόημα, χωρίς σκοπό καί ἡ  ἐργασία μας εἶναι ἄγονη, ὅλοι μας οἱ κόποι πᾶνε χαμένοι...

Ὁ Πέτρος τό ὁμολογεῖ, καί μέ βαθειά συγκίνησι κραυγάζει: «Ἐπιστάτα, Διδάσκαλε, ὅλη τήν νύκτα, τήν πιό κατάλληλη ὥρα γιά ψάρεμα, ἐκοπιάσαμε, χ ω ρ ί ς Ἐ σ έ ν α, Πανάγιε, καί δέν πιάσαμε τίποτε. Τώρα ὅμως, μολονότι ἡ ὥρα δέν εἶναι κατάλληλη γιά ψάρεμα, ἐπί δέ τῷ ῥήματί Σου, χαλάσω τό δίκτυον. Τώρα εἶσαι μαζί μας, Πανάγαθε, καί μέ θερμή πίστι, πεποίθησι καί ὑπακοή στήν Προσταγή Σου, θά ρίξω τό δίχτυ, γιά ψάρεμα. Εἶναι βέβαιος, ὁ Πέτρος, γιά τούς καρπούς τῆς ὑπακοῆς στό Θεῖο Σου Πρόσταγμα, Κύριε. Καί ὅλοι γνωρίζουμε, ἀπό τίς πνευματικές ἐμπειρίες τῶν Ἁγίων Σου, πώς ὁ κάθε δίκαιος καί πιστός στά πανάγια προστάγματα Σου, «πάντα, ὅσα ἄν ποιῇ, κατευοδοθήσεται. Οὐχ οὕτως οἱ ἀσεβεῖς, οὐχ οὕτως, ἀλλ’ ἤ ὡσεί χνοῦς ὅν ἐκρίπτει ὁ ἄνεμος ἀπό προσώπου τῆς γῆς» (Ψαλμ. α΄ 3-4). Σύ, Κύριέ μου, ἔγινες «ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δέ Σταυροῦ» (Φιλιπ. β΄ 8), ἔγινες τύπος καί ὑπογραμμός σέ ὅλα και ἔπαθες, γιά χάρι μας καί ἐχάραξες μέ τό πανάγιον αἷμα Σου, τόν δρόμον τῆς ὑπακοῆς, ὡς ἀπόδειξιν τῆς τέλειας ἀγάπης στό Θεό καί στόν πλησίον, γιά τό Θεό, ἐχάραξες τό δρόμο τῆς ἐσταυρωμένης ἀγάπης, πού μᾶς ἐπανεισάγει εἰς τόν Παράδεισο. Μή μᾶς ἐγκαταλείπῃς! Μή μᾶς ἀφήνῃς μόνους. «Μεῖνον μεθ’ ἡμῶν, ὅτι πρός ἑσπέραν ἐστί καί κέκλικεν ἡ ἡμέρα» (Λουκ. κδ΄ 29). Ἔλα γρήγορα, Κύριε, καί μεῖνε κοντά μας, γιατί χανόμαστε ἀπό τίς κακοκεφαλιές μας. Ξεφεύγουμε ἀπό τό δρόμο τῆς ὑπακοῆς, στό Θέλημα τοῦ Πατρός. Ξεχνᾶμε ὅτι ἡ παρακοή, μᾶς χώρισε ἀπό τήν Πηγή τῆς Ζωῆς. Ἡ παρακοή, μᾶς χώρισε ἀπό τόν Θεόν καί Πατέρα μας. Ἡ παρακοή μᾶς γύμνωσε ἀπό κάθε ἀρετή. Ἡ παρακοή μᾶς ἀφῄρεσε τό ἔνδυμα τῆς ἀφθαρσίας καί μᾶς ἔντυσε τό ἔνδυμα τῆς φθορᾶς. Ἡ παρακοή εἶναι ἡ ἐρήμωσις τῆς ψυχῆς. Ἡ  παρακοή εἶναι  ζωή χωρίς ἀγάπη, ζωή χωρίς Θεόν, αἰώνιος Θάνατος. Κύριε, Μακρόθυμε, Σύ σταυρώθηκες, γιά μᾶς, λυπήσου μας καί στήριξέ μας, Ἀνεξίκακε Κύριε, στό δρόμο τῆς ὑπακοῆς, ὥστε, πρίν νά εἶναι ἀργά, νά στεριώσουμε στό δρόμο τῆς ὑπακοῆς, στό δρόμο τῆς ὄντως ζωῆς καί στό κάθε μας βῆμα νά βροντοφωνάζουμε, μαζί τόν Ἅγιο Πέτρο, μέ τήν καρδιά μας· ἐπί δέ τῷ ῥήματί σου χαλάσω τό δίκτυον. Κύριε, Πανάγαθε, Παντοκράτωρ, Σύ



Προστάζεις νά ἀγαπᾶμε τούς ἐχθρούς μας· ἐπί δέ τῷ ρήματί Σου, θά ἀγαπᾶμε τούς ἐχθρούς μας. Προστάζεις νά προσευχώμαστε καί γιά τούς Σταυρωτές μας· ἐπί δέ τῷ ρήματί Σου, μέ ἀπόλυτη ὐπακοή στήν προσταγή Σου, θά προσευχώμαστε γι’ αὐτούς. Κύριε καί Θεέ μου, ἐπειδή γνωρίζεις τό εὐόλισθον τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως καί ὅτι χωρίς τή δική σου συμμαχία δέν μποροῦμε νά κάμουμε τίποτε τό Καλόν, μή μᾶς ἀφήνῃς μόνους!...

Δῶσε μας τή Χάρι Σου. Στερέωσέ μας ἐπί τήν πέτραν τῶν Ἐντολῶν Σου, στήριζε τή σαλεμένη μας καρδιά καί ἀξίωσε μας νά ἐνεργοῦμε καί νά πράττωμε «ἐπί τῷ ρήματί Σου, πάντοτε, τό πανάγιον Θέλημά Σου καί ἀσιγήτως νά Σέ ὑμνοῦμεν καί, ἐν ἑνί στόματι καί μιᾷ καρδίᾳ, ἀκαταπαύστως, νά Σ έ  δ ο ξ ά ζ ω μ ε ν, σύν τῷ Πατρί καί τῷ ἁγίῳ Πνεύματι εἰς πάντας τούς αἰῶνας. Ἀμήν.


Τετάρτη 18 Σεπτεμβρίου 2019

Η ΖΩΗ ΜΑΣ ΜΕ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟΝ, ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ





ΧΩΡΙΣ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟΝ ΕΙΝΑΙ ΚΟΛΑΣΙΣ.





«Καί ἀποκριθείς ὁ Σίμων εἶπεν αὐτῷ·
Ἐπιστάτα, δι’ ὅλης τῆς νυκτός
κοπιάσαντες οὐδέν ἐλάβομεν·
ἐπί δέ τῷ ῥήματί σου χαλάσω τό
δίκτυον» (Λουκ. ε΄ 5).



Ὁ Κύριος φανερώθηκε στόν κόσμο «διδάσκων καί κηρύσσων τό εὐαγγέλιον τῆς βασιλείας καί θεραπεύων πᾶσαν νόσον καί πᾶσαν μαλακίαν ἐν τῷ λαῷ» (Ματθ. δ΄ 23).







Ἀπό τήν ἀρχήν τῆς ἐμφανίσεώς Του, οἱ ἄνθρωποι ἐκρέμοντο ἀπό τά χείλη Του. Ἐφώτιζε, ἐστήριζε, παρηγοροῦσε, ἐθεράπευε. Καί ὅλοι ὁμολογοῦσαν ὅτι «οὐδέποτε οὕτως ἐλάλησεν ἄνθρωπος, ὡς οὗτος ὁ ἄνθρωπος» (Ἰωάν. ζ΄ 46). Πράγματι ἔρρεεν ὁ λόγος Του, γλυκύτερος ἀπό τό μέλι (Τοῦ καί ἀπό γλώττης  μέλιτος γλυκίων ρέεν αὐδή). Ἡ ψυχική ἀνάγκη ὡδηγοῦσε το Λαό νά στυμώχνεται, νά συνωστίζεται, νά συμπιέζει, νά συνθλίβει Τόν Κύριο. Διψοῦσαν οἱ ἄνθρωποι νά ἀκούσουν τό λόγο τοῦ Θεοῦ. Τό ἴδιο συνέβη καί τήν ἡμέρα τῆς κλήσεως τῶν πρώτων Μαθητῶν. Ἐνῷ στέκεται πλησίον τῆς λίμνης Γεννησαρέτ, καί τά πλήθη τοῦ λαοῦ τόν πιέζουν, βλέπει δύο μικρά πλοῖα ἀραγμένα πλησίον τῆς λίμνης·  οἱ ψαράδες εἶχαν βγῆ ἀπό τά πλοῖα εἰς τήν παραλίαν καί ἔπλεναν  τά δίκτυα. Ἀφοῦ δέ μπῆκε σέ ἕνα ἀπό τά πλοῖα  αὐτά, τό ὁποῖον ἦτο τοῦ Σίμωνος, τόν παρεκάλεσε νά τό προχωρήσῃ λίγο καί σέ  πολύ μικρή ἀπόστασι ἀπό τήν ξηράν. Καί ἀφοῦ ἐκάθισεν ἐδίδασκε τά πλήθη τοῦ λαοῦ, πού εὑρίσκοντο εἰς τήν παραλίαν. Ὅταν δέ ἔπαυσε νά ὁμιλῇ, εἶπε πρός τόν Σίμωνα· «Φέρε πάλιν τό πλοῖον εἰς τά βαθειά νερά τῆς λίμνης καί ρίψατε τά δίκτυά σας γιά ψάρεμα». Τότε Τοῦ ἀποκρίθηκε ὁ Πέτρος καί τοῦ εἶπε: «Διδάσκαλε, ὅλην τήν νύκτα ἐκοπιάσαμεν ρίπτοντες τά δίκτυα καί δέν ἐπιάσαμεν τίποτε. Ἀλλά ἀφοῦ τό διατάσσεις, μέ τέλεια πίστι, πεποίθησι καί ὑπακοή στό λόγο Σου, θά ρίξω τό δίκτυον».

Καί τότε, ἔχοντας τόν Χριστόν μαζί τους, ἔριξαν τό δίχτυ καί ἔκλεισαμ μέσα σ’ αὐτό πλῆθος πολύ ψάρια, τόσα πολλά, πού ἄρχισε νά σπάζῃ τό δίκτυον ἀπό τό πλῆθος τῶν ἰχθύων. Καί τότε δέν σκέφτηκαν ἐγωϊστικά, ἀλλά μέ νεύματα προσκάλεσαν τούς συνεταίρους τους, πού ἦσαν στό ἄλλο πλοῖον, νά βοηθήσουν καί νά χαροῦν κι’ αὐτοί μαζί τους τήν εὐλογία. Καί ἦλθαν καί γέμισαν καί τά δύο πλοῖα τόσον πολύ, ὥστε ἀπό το βάρος τῶν ψαριῶν, ἐκινδύνευσαν νά βυθισθοῦν τά πλοῖα.

Ὁ Πέτρος, ὁ καλός ψαρᾶς, θαύμασε καί γονάτισε μπροστά στόν Ἰησοῦ καί Τόν παρακαλοῦσε, μέ βαθειά συναίσθησι τῆς ἁμαρτωλότητός του, λέγων : «Ἔξελθε ἀπ’ ἐμοῦ, ὅτι ἀνήρ ἁμαρτωλός εἰμι, Κύριε». Κατάλαβε ὅτι ἡ πρωτοφανής  σύλληψις τόσων πολλῶν ψαριῶν ὠφείλετο στή θεϊκή δύναμι τοῦ Κυρίου. Ἦταν μέγα θαῦμα. Καί τότε ὁ Ἰησοῦς  εἶπε πρός τόν Σίμωνα: «Μή φοβοῦ· ἀπό τοῦ νῦν ἀνθρώπους ἔσῃ ζωγρῶν».



Ὅταν ἔχουμε μαζί μας τόν Χριστόν ἡ ζωή μας εἶναι παράδεισος. Καί εἶναι διαπιστωμένο ὅτι χωρίς τόν Χριστόν ἡ ζωή μας εἶναι Κόλασις. Ὅταν εἴμαστε χωρισμένοι ἀπό τόν Χριστόν, τότε, χωρίς ἀμφιβολία, εἴμαστε «δέσμιοι σκότους καί μακράς πεδῆται νυκτός»(Σοφ. Σολ. ιζ΄ 2). Εἴμαστε φυλακισμένοι, αἰχμάλωτοι στά πάθη καί στίς κακίες μας. Τά ἔργα μας εἶναι φαῦλα. Ἔργα σκότους, πονηρά. Χωρισμένοι ἀπό τόν Χριστόν, εἴμαστε δυστυχεῖς. Ζοῦμε «ἐν γῇ ἐρήμῳ καί ἀβάτῳ καί ἀνύδρῳ», ζοῦμε χωρίς ἀγάπη, βυθισμένοι στήν Ψευτιά καί τήν Ὑποκρισία. Οἱ κόποι μας πᾶνε χαμένοι. Οὐσιαστικά ἄκαρπες εἶναι ὅλες οἱ προσπάθειές μας καί ὄλα μας τά ἔργα, μακράν τοῦ Θεοῦ, εἶναι «ὡσεί χνοῦς ὅν ἐκρίπτει ὁ ἄνεμος ἀπό προσώπου τῆς γῆς».

Ἀντίθετα συμβαίνει μέ τούς δικαίους ,τούς εὐσεβεῖς. Μέ τούς ἀνθρώπους, πού ἔχουν ἀνοίξει τήν καρδιά τους στό Χριστό καί εἶναι ἑνωμένοι μαζί Του. Ἔχουν τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ στήν ψυχή, τή ζωή καί τά ἔργα τους.







Τί σημαίνει νά εἶναι ἡ ζωή μας μέ τόν Χριστόν. Σημαίνει νά πιστεύουμε στό Χριστό καί νά ζοῦμε καθώς πρέπει ἁγίοις. Νά ἀκολουθοῦμε τόν Ἀρνίον ὅπου ἄν ὑπάγῃ. Νά ζοῦμε εὐσεβῶς ἐν Χριστῷ. Νά ἀκολουθοῦμε τά ματωμένα Χνάρια Του. Νά περιπατοῦμε ἐν ἀγάπῃ, μέ πνεῦμα αὐταπαρνήσεως καί αὐτοθυσίας. Νά κάνουμε ὑπακοή στό Χριστό. Νά εἴμαστε, νοερά,  καθισμένοι στά πόδια Του καί νά ἀκοῦμε τό Λόγο Του καί νά τόν κάνουμε πρᾶξι στήν καθημερινή μας ζωή.



Νά εἴμαστε σάν δένδρα καρποφόρα καί ἀειθαλῆ, φυτεμένα παρά τάς διεξόδους τῶν ὑδάτων, νά μελετᾶμε μέρα νύχτα τό Νόμο τοῦ Θεοῦ καί νά ἀποδίδουμε τούς καρπούς στόν κατάλληλο καιρό. Ἐννοεῖται τούς καρπούς τοῦ Πνεύματος, πού εἶναι ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, ἀγαθωσύνη, πίστις, πρᾳότης , ἐγκράτεια». Τό Πνεῦμα τό Ἅγιον μᾶς βεβαιώνει ὅτι τότε ὅλα μας τά ἔργα κατευοδοῦνται «ὅτι γινώσκει Κύριος ὁδόν δικαίων καί ὁδός ἀσεβῶν ἀπολεῖται(ψαλμός Α΄). Ὅταν ἔχουμε στήν καρδιά μας τό Χριστό καί ὁδεύουμε ἐπί τῆς ὁδοῦ τῆς ὑπακοῆς, δηλαδή τῆς ἀγάπης στήν πρᾶξι, τότε ἀσφαλῶς εἶναι ἡ ζωή μας Παράδεισος. Ὁ Κύριος μᾶς ἀποκαλύπτει ὅτι εἶναι ἠ ἄμπελος ἡ ἀληθινή (Ἰωάν. ιε΄ 1-11).

Καί μᾶς διαβεβαιώνει λέγων: « Ἐγώ εἰμι ἡ ἄμπελος, ὑμεῖς τά κλήματα. Ὁ μένων ἐν ἐμοί κἀγώ ἐν αὐτῷ, οὗτος φέρει καρπόν πολύν, ὅτι χωρίς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν» (Ἰωάν. ιε΄5).

Ὁ Πέτρος ἔχει προσωπική πεῖρα καί ὁμολογεῖ ὅτι «δι’ ὅλης τῆς νυκτός ἐκοπίασε, χωρίς τόν Χριστόν, καί δέν ἔλαβε τίποτε. Μαζί μέ τό Χριστό ὅμως καί μέ ὑπακοή στήν προσταγή Του, «θάμβος περιέσχεν αὐτόν καί τούς συν αὐτῷ ἐπί τῇ ἄγρᾳ τῶν ἰχθύων ᾗ συνέλαβον». Μαζί μέ τόν Χριστόν ζοῦμε τά θαύματα τῆς θείας Χάριτος καί τῆς Δυνάμεως τοῦ Θεοῦ. Οἱ ἐμπειρίες τῶν Ἁγίων βεβαιώνουν τοῦ λόγου τό ἀληθές. Μαζί μέ τόν Χριστόν ἡ ζωή μας εἶναι παράδεισος. Χωρίς Αὐτόν ἡ ζωή μας εἶναι κόλασις.

 Εἴθε νά μᾶς ἀξιώσῃ ὁ Θεός, πρίν νά εἶναι ἀργά, νά συνέλθουμε καί νά  ἀκούσουμε τή Φωνή τοῦ Κυρίου, πού κρούει τή Θύρα καί νά τοῦ ἀνοίξουμε τήν καρδιά μας. Εἴθε μέ βαθειά συναίσθησι τῆς ἁμαρτωλότητός μας, νά ἐπιστρέψουμε κοντά στό Χριστό. Εἴθε νά ἀξιωθοῦμε νά Τόν ὑμνοῦμε καί, ἀσιγήτως, νά Τόν δοξαζουμε, σύν τῷ Πατρί καί τῷ ἁγίῳ Πνεύματι, εἰς πάντας τούς αἰῶνας. Ἀμήν.





Τρίτη 17 Σεπτεμβρίου 2019

Ο ΘΕΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΒΕΒΑΙΩΝ ΗΜΑΣ







Ὁ Θεός μᾶς ἔχρισε μέ τή Χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί μᾶς ἐσφράγισε ὡς ἰδικούς Του.

(Β΄Κορινθ. α΄ 21-β΄ 4).

«Ὁ δέ βεβαιῶν ἡμᾶς σύν ὑμῖν εἰς Χριστόν καί χρίσας ἡμᾶς Θεός. Ὁ καί σφραγισάμενος ἡμᾶς  καί δούς τόν ἀρραβῶνα τοῦ Πνεύματος ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν.

Ἐγώ δέ μάρτυρα τόν Θεόν ἐπικαλοῦμαι ἐπί τήν ἐμήν ψυχήν, ὅτι φειδόμενος ὑμῶν οὐκέτι ἦλθον εἰς Κόρινθον. Οὐχ ὅτι κυριεύομεν ὑμῶν τῆς πίστεως, ἀλλά συνεργοί ἐσμέν τῆς χαρᾶς ὑμῶν· τῇ γάρ πίστει ἑστήκατε.

Ἔκρινα δέ ἑμαυτῷ τοῦτο, τό μή πάλιν ἐν λύπῃ ἐλθεῖν πρός ὑμᾶς. Εἰ γάρ ἐγώ λυπῶ ὑμᾶς, καί τίς ἐστιν ὁ εὐφραίνων με εἰ μή ὁ λυπούμενος ἐξ ἐμοῦ;

Καί ἔγραψα ὑμῖν τοῦτο αὐτό, ἵνα μή ἐλθών λύπην ἔχω ἀφ’ ὧν ἔδει με χαίρειν, πεποιθώς ἐπί πάντας ὑμᾶς ὅτι ἡ ἐμή χαρά πάντων ὑμῶν ἐστιν.

Ἐκ γάρ πολλῆς θλίψεως καί συνοχῆς καρδίας ἔγραψα ὑμῖν διά πολλῶν δακρύων, οὐχ  ἵνα λυπηθῆτε, ἀλλά τήν ἀγάπην ἵνα γνῶτε ἥν ἔχω περισσοτέρως εἰς ὑμᾶς».


Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, γνήσιος, ἁπλός, καί εἰλικρινῆς τοῦ Χριστοῦ Μαθητής, ἐθεμελίωσε, μέ τή Χάρι τοῦ Θεοῦ, καί τήν Ἐκκλησία τῆς Κορίνθου καί δέν ἔπαυσε νά συνιστᾶ στούς Κορινθίους νά προσέχουν ἀπό τῶν ψευδοπροφητῶν, τῶν διακόνων τοῦ Σατανᾶ, πού μετασχηματίζονται εἰς διακόνους τοῦ Σατανᾶ, ὅπως καί ὁ ἀρχηγός τους ὁ Σατανᾶς μετασχηματίζεται εἰς ἄγγελον φωτός. Βεβαίως ἐπιτιμῶνται οἱ Κορίνθιοι, διότι δέν προσέχουν  τόν ἐαυτό τους καί ἐξαπατῶνται ἀπό δολίους ὑποκριτές ψευδαποστόλους, καί διότι δέν τόν ἀγάπησαν τόσο, ὅσο ἀγαπήθηκαν ἀπό αὐτόν. Ἀλλά  καί τούς ἐπαινεῖ, διότι λυπήθηκαν κατά Θεόν καί μετενόησαν, γιά τήν ἀνοχήν, πού ἔδειξαν πρός τό ἁμάρτημα τῆς πορνείας. Τούς προτρέπει νά ἀποφεύγουν τίς ἔριδες, τούς θυμούς, τάς ἐριθίας καί καταλαλιάς  κλπ.  καί στήν παραπάνω περικοπή τονίζει ὁ Ἀπόστολος, ὅτι  χρῆσις τῆς ψυχῆς διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί ἡ σφράγισις τῆς ψυχῆς λέγεται καί «ἀρραβών τῆς ψυχῆς μέ τόν Χριστόν». Τονίζει, δηλαδή, ὅτι ὅλες οἱ ὑποσχέσεις τοῦ Θεοῦ ἐπραγματοποιήθηκαν διά τοῦ κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἐκεῖνος δέ πού βεβαιώνει καί ἐμᾶς καί ἐσᾶς, λέγει ὁ Παῦλος, καί μᾶς στηρίζει, ὥστε νά μένουμε πιστοί,  ἀκλόνητοι, ἀσάλευτοι εἰς τόν Χριστόν, καί ὁ  ὁποῖος μᾶς ἔχρισε μέ τή Χάρι τοῦ Πνεύματος, εἶναι ὁ Θεός.





Ὁ Θεός, πού «θέλει πάντας ἀνθρώπους σωθῆναι καί εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν» γνωρίζει τίς δυσκολίες, πού ἀντιμετωπίζουμε στόν πνευματικό μας ἀγῶνα καί πάντα συνεργεῖ εἰς τό ἀγαθόν. Δέν μᾶς ἀφήνει ἀβοήθητους. Μᾶς ἐνισχύει καί μᾶς φρουρεῖ, ὡς στοργικός Πατέρας. Ὁ Παῦλος λέγει ὅτι ὁ Θεός μᾶς ἐσφράγισε, ὡς δικούς Του καί ἔδωκε εἰς τάς καρδίας ἡμῶν τό Πνεῦμα Του ὡς ἀρραβῶνα καί ἀσφαλῆ ἐγγύησιν ὅτι θά ἐκπληρώσῃ ὅλες τίς ὑποσχέσεις , πού μᾶς δίδει μέ τό Εὐαγγέλιόν Του.





Καί συνεχίζει ὁ Παῦλος. Ἐγώ λέγει ἐπικαλοῦμαι μάρτυρα τό Θεό, ὅτι γιά νά μή σᾶς λυπήσω δέν ἦλθα  ἀκόμη στήν Κόρινθον, ὄχι διότι θέλομεν νά σᾶς ἐξυσιάζουμε σέ ζητήματα τῆς πίστεώς σας, εἴμαστε συνεργάτες τῆς χαρᾶς σας, διότι στέκεσθε σταθεροί εἰς τήν πίστιν. Ἔκρινα καί ἀπεφάσισα νά μή σᾶς κάνω καί ἄλλην δυσάρεστην ἐπίσκεψιν, νά σᾶς λυπῶ μέ τούς ἐλέγχους μου. Διότι ἐάν ἐγώ σᾶς λυπῶ μέ τούς ἐλέγχους μου καί σᾶς ὁδηγῶ εἰς μετάνοιαν, ποιός ἄλλος μέ εὐφραίνει, παρά ἐκεῖνος πού δέχεται τούς ἐλέγχους μου καί λυπεῖται ἀπό ἐμέ; Καί σᾶς ἔγραψα ἀκριβῶς αὐτό σέ προηγούμενη ἐπιστολή μου, γιά νά διορθώσετε ἐν τῷ μεταξύ τίς ἀταξίες, ὥστε ὅταν ἔλθω, νά μή λυπηθῶ ἀπό ἐκείνους, από τούς ὁποίους ἀκριβῶς ἔπρεπε νά χαίρω, διότι ἔχω πεποίθησιν δι’ ὅλους σας ὅτι ἡ χαρά μου εἶναι καί χαρά ὅλων σας. Σᾶς ἔγραψα ἀπό μεγάλην θλίψιν καί στενοχώρια τῆς καρδιᾶς, μέ πολλά δάκρυα, ὄχι γιά νά λυπηθῆτε, ἀλλά γιά νά γνωρίσετε τήν ὑπερβολικήν ἀγάπην πού ἔχω γιά σᾶς.
Ὁ Παῦλος εἶναι γνήσιος μιμητής τοῦ Θεοῦ καί πράγματι ἀγαπᾶ τά παιδιά του τά ὁποία ἐγέννησε διά τοῦ Εὐαγγελίου.
Καί σ’ αὐτήν περικοπή κυρίως τονίζει τήν ἀγάπη τοῦ οὐρανίου Πατρός, ὁ Ὁποῖος μᾶς σφραγίζει ὡς δικούς Του καί μᾶς προστατεύει, ὥστε νά μή φοβούμαστε τίποτε καί κανέναν. Διότι ὁ στοργικός,ὁ οὐράνιος Πατέρας μας, μᾶς ἔχρισε καί μᾶς ἐσφράγισε μέ τή Χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί μᾶς βεβαιώνει ὅτι εἶναι δικός μας καί ἐμεῖς εἴμαστε δικοί Του καί εἶναι καιρός νά καταλάβουμε ὅτι ὅταν ὁ Κύριος, ὁ Παντοκράτωρ καί Παντοδύναμος, εἶναι μαζί μας, Φρούριόν μας, δέν ἔχουμε τίποτε νά φοβηθοῦμε. Καί εἶναι βέβαιον ὅτι ὅσοι ἀντιστρατεύονται στόν Κύριον, καί βασανίζουν τούς «ελαχίστους ἀδελφούς τοῦ Χριστοῦ, κονιορτοποιοῦνται. Καί ὅλοι «κλητοί, ἐκλεκτοί καί πιστοί» Μαθηταί τοῦ Χριστοῦ, αἰσθάνονται ἀσφαλεῖς ὑπό τήν κραταιά Χεῖρα τοῦ Θεοῦ. Καί μαζί μέ τόν Δαβίδ, οἱ πιστοί βροντοφωνάζουν: «καί ὅταν βογγοῦν τά κύματα, καί μετακινοῦνται τά ὄρη καί ἡ θάλασσα ἔρχεται στήν ξηρά καί ἡ ξηρά μετακινεῖται στή θάλασσα καί ὅταν συγκλονίζεται καί συνταράσσεται ἐκ θεμελίων τό Σύμπαν, ἐμεῖς δέ φοβούμαστε(Lo nira...chi Jiodea Tsebaoth imanu, misgav lanu Eloche Jaakob), διότι ὁ Κύριος τῶν δυνάμεων, ὁ Παντοκράτωρ εἶναι μαζί μας, Φρούριόν μας, ὁ Θεός τῶν Πατέρων μας. Αὐτός εἶναι ὁ Ἐξουσιαστής, ὁ Ἄρχων τῆς εἰρήνης. Σ'Αὐτόν πιστεύομεν καί Αὐτόν λατρεύωμεν. Αὐτόν, ἀκαταπαύστως ὑμνοῦμεν καί ἀσιγίτως λατρεύωμεν καί Σ'Αὐτόν ἀνήκει ἀνήκει ἡ τιμή καί ἡ δόξα , ἡ δύναμις καί τό κράτος εἰς τούς αἰῶνας .Ἀμήν.