Ἐπειδή, στίς μέρες μας, ὑπάρχουν μερικοί, πλανεμένοι ἀδελφοί, κατ’ ἄλλους, λύκοι ἀνάμεσα στά πρόβατα τῆς ἀστικῆς Δημοκρατίας, πού, ὄχι μόνον λησμονοῦν, ἀλλά καί διαστρέφουν τήν ἔνδοξη Ἱστορία μας, πού
γράφτηκε μέ τό αἷμα τῶν προγόνων μας, θά προσπαθήσω νά τούς θυμίσω δυό μεγάλες ἡμέρες
γιορτῆς τῆς Ἑλληνικῆς Λεβεντιᾶς. Νά διακηρύξω σ’ αὐτούς τούς πλανεμένους νέους Ἐφιάλτες, τούς
Πηλιο-Γούσηδες καί τούς Ἰοῦδες, ἀλλά καί σέ ὅλους τούς Ἕλληνες
τί σημαίνει Ἑλληνική ψυχή, Ἑλληνική Λεβεντιά, Ἑλληνική Ἀρχοντιά. Τί σημαίνει Ὀρθόδοξη
Πίστις καί Ἀγάπη πρός τήν Πατρίδα, τή Λευτεριά καί τή Δικαιοσύνη. Τί σημαίνει
πραγματική Δημοκρατία. Τί σημαίνει Θυσία γιά τήν Ἑλληνορθόδοξη Παράδοσι, γιά
τίς Ἀξίες καί τά Ἰδανικά, σέ μιά ἐποχή Μηδενισμοῦ, ἀπαξιώσεως τῶν Ἀξιῶν.
Αὐτές τίς Ἀξίες καί τά Ἰδανικά ἐνσαρκώνουν τόσον ἡ 25η Μαρτίου
τοῦ 1821, ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Γένους, ὅσον καί ἡ 28η Ὀκτωβρίου
1940, ἡμέρα Γιορτῆς τοῦ ἡρωϊκοῦ ἔπους, κατά τό ὁποῖον ἐθριάμβευσε καί πάλιν ἡ Ἑλληνική
Λεβεντιά, ἐπί τῆς βαρβαρότητος ἐκείνων πού θέλησαν νά σαρώσουν κάθε Ἰδανικό καί
νά ποδοπατήσουν κάθε Ἀξία, σωρεύοντας στόν κόσμο συμφορές, πίκρες, πόνο,
θανάτους.
Μέ μοναδικά ὅπλα τήν Πίστι στό Θεό καί τήν ἀγάπη πρός τήν Πατρίδα ἐθριάμβευσαν
οἱ Νεοέλληνες, ἀντάξιοι τῶν προγόνων τους, καί τό 1821 καί τό 1940, καί δίδαξαν ὅλον τόν κόσμο ἀκόμη μιά φορά τί σημαίνει Λεβεντιά καί κατέδειξαν ὄχι
ὅτι οἱ Ἕλληνες πολεμοῦν σάν ἥρωες, ἀλλά ὅτι
οἱ ἥρωες πολεμοῦν σάν Ἕλληνες.
Ποιά γραφίδα, ἀλήθεια, θά σταθῇ ἱκανή νά ἱστορήσῃ μέ ἀκρίβεια
τήν καταπίεσι, τήν κατάθλιψι, τίς ἀγωνίες, τούς βιασμούς, τούς ἀπαγχονισμούς,
τούς στραγγαλισμούς, τούς πνιγμούς καί τά ἄλλα ἀνατριχιαστικά μαρτύρια καί τίς
θυσίες τῶν ραγιάδων, ἐπί τετρακόσια ὁλόκληρα χρόνια σκλαβιᾶς;
Ποιά
γλῶσσα μπορεῖ, ὅπως ἁρμόζει, νά μιλήσῃ γιά τήν Πίστι καί τήν Ἀγάπη πρός τόν
Θεόν καί τήν Ἑλλάδα, τῶν ὑποδουλωμένων τότε Ἑλλήνων;
Ποιά
φωνή, χωρίς ἀπ’ τή συγκίνησι νά σβύσῃ,
μπορεῖ νά διαλαλήσῃ τήν δίψα γιά Λευτεριά τῶν σκλαβωμένων;
Ποιός
θά μπορέσῃ ποτέ νά ἐκφράσῃ καί μέ λόγια ἄξια νά περιγράψῃ, τόν Ἱερόν Ἀγῶνα
των Ἑλλήνων, γιά τήν ἀποτίναξι τοῦ Τουρκικοῦ ζυγοῦ;
Ποιός
ἐπίσης θά μπορέσῃ ἐπάξιον ἐγκώμιον νά
πλέξῃ, γιά ἐκείνους, πού ἔπεσαν,
«Γιά τοῦ Χριστοῦ τήν Πίστι τήν Ἁγία,
καί γιά τῆς
Πατρίδος τήν Ἐλευθερίαν;»
Τό ὑπόδουλο Ἑλληνικό
Γένος, σάν μια ψυχή, ξεσηκώθηκε καί ἀποτίναξε τό βαρβαρικό ζυγό. Τό
ζυγό, πού κράτησε τετρακόσια ὁλόκληρα χρόνια. Χρόνια πού βασίλευε τό Μισοφέγγαρο,
στή Χώρα τοῦ Φωτός. Τετρακόσια(400) χρόνια μαρτυρίου, καταφρόνιας, ἐξευτελισμῶν,
ἀτιμώσεως.
Ἐβασανίζοντο
οἱ ραγιάδες ἀπό τούς ἀπανθρώπους Ἀγαρηνούς. Ἐποδοπατεῖτο ἡ Χριστιανική Ἐκκλησία.
Ἐμολύνοντο τά ἄχραντα
μυστήρια. Ἐβλασφημεῖτο ἡ Πίστις τοῦ
Χριστοῦ. Γκρεμίζονταν οἱ Ἐκκλησίες ἤ μετατρέπονταν σέ μιαρά προσκυνήματα τοῦ
Μωάμεθ. Σέ ὅλα αὐτά τά μαρτυρικά χρόνια, οἱ ἄπιστοι Ἀγαρηνοί, ἁρπάζουν, δέρνουν,
φυλακίζουν, θανατώνουν, ἐξευτελίζουν καί βιάζουν τά
ἀδύνατα μέρη. Ἀποχωρίζουν ἀγαπημένους γονεῖς ἀπό τά παιδιά τους. Ἁρπάζουν
τά παιδιά μεσ’ ἀπό τήν ἀγκαλιά τῆς μάνας τους, γιά νά τά τουρκέψουν. Καί σέ
κάθε ἑλληνική γωνιά, δέν ἀκούγεται τίποτ’ ἄλλο παρά μονάχα
«θρῆνος καί κλαυθμός
καί ὀδυρμός πολύς»
Γνωστοί ἀλλά καί ἀφανεῖς Ἱερωμένοι, μαρτυρικές μορφές, μέ
τό «κρυφό Σχολειό» καί μέ κάθε τρόπο
καί κάθε θυσία, μέ συνεχῆ κίνδυνον τῆς ζωῆς των, ἔσπερναν καί καλλιεργοῦσαν
μέσα στίς ψυχές «τῶν ραγιάδων» τήν ζωοποιό καί ἀθάνατη Ἑλληνική Γλῶσσα, τή
«νικήτρα τοῦ θανάτου», ὅπως τήν ὀνομάζει ὁ Κωστής Παλαμᾶς, πού
ζωντάνευε τήν ἱστορική μνήμη καί τήν Ἐθνική σεινείδησι τῆς Ρωμιοσύνης.
Στά «κρυφά
Σχολειά» γνώριζαν καλά οἱ Πατρο-Κοσμᾶδες, ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι Καλόγεροι
καί Παπάδες, τήν ἀλήθεια, πού ἀργότερα θά διακηρύξῃ ὁ Ἐλύτης: «Ὅπου γλῶσσα Πατρίς». Γι’ αὐτό
καί μέρα-νύχτα, ἀψηφῶντας τούς κινδύνους, ἔσπερναν
καί καλλιεργοῦσαν στίς ψυχές τῶν
σκλαβωμένων τή γλῶσσα τοῦ Θεοῦ, τή γλώσσα τοῦ Εὐαγγελίου καί τόν πόθο γιά τή
Λευτεριά.
Ἐδίδαξαν, μέ τήν ἴδια τή ζωή τους, ὅτι ἡ
Ἑλλάς εἶναι ἡ γενέτειρα τῆς Λευτεριᾶς, ταυτίζεται μέ τήν ἀληθινή Ἐλευθερία
καί τά παιδιά της, παιδιά τῆς Ἐλευθερίας, εἶναι Χρέος νά κρατοῦν ἄσβυστη τή Φλόγα, φλογερό τόν Πόθο, τή δίψα, τή λαχτάρα γιά τόν ξεσηκωμό. Καί ἔτσι
ὁ
σπόρος, ὁ πόθος γιά τή Λευτεριά ἐβλάστησε
μέσα στίς ψυχές ὅλων τῶν Ἑλλήνων, καί φούντωσε
καί θέριεψε καί ξέσπασε, καί, σάν λάβα καυτερή, κατέκαψε
τό Γένος τῶν
Βαρβάρων καί συγκλόνισε
τήν Οἰκουμένη.
Ἄς μάθουν ὅλοι οἱ Λαοί τῆς γῆς καί ἄς γίνῃ συνείδησι καί τῶν
σημερινῶν Ἑλλήνων, καί τῶν κυβερνώντων, ὅτι δέν εἶναι ἴδιον τῶν Ἑλλήνων νά
σκύβουν τό κεφάλι, καί ὅτι
«τοῦ
Ἕλληνος ὁ τράχηλος ζυγόν δέν ὑποφέρει».
Ἡ Ἐπανάστασις τοῦ 1821, γιά τήν Ἀνάστασι τῆς Ρωμιοσύνης,
καί τό «ΟΧΙ» τῆς 28ης Ὀκτωβρίου
τοῦ 1940 καί ἡ ἡρωϊκή ἀντίστασις στό Φασισμό καί στήν Παραφροσύνη τοῦ Μουσολίνι
καί τοῦ Χίτλερ κατά τόν Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, εἶναι ἡ ἔκφρασις τοῦ Μεγαλείου τῆς ἀθάνατης Ἑλληνικῆς ψυχῆς, ἔκφρασις τῆς
Λεβεντιᾶς καί τῆς Ἑλληνικῆς Ἀρχοντιᾶς.
Ξεσηκώθηκαν «οἱ Ραγιάδες» τό 1821 καί ἡρωϊκά ἀντιστάθηκαν οἱ Νεοέλληνες στό Φασισμό τῶν τρελῶν, στήν Ἐποποιῒα τοῦ 1940, μέ μοναδικά ὅπλα τά Ἑλληνορθόδοξα Ἰδανικά,
τήν Πίστι στό Θεό καί τήν Ἀγάπη πρός τήν Πατρίδα καί τή
Λευτεριά.
Τό θάρρος
καί ἡ τόλμη, ἡ σωφροσύνη καί ἡ ἀνδρεία, ἡ Λεβεντιά,
ἡ Ἀρχοντιά καί γενικῶς οἱ
πατροπαράδοτες ἀρετές τῶν Ἑλλήνων, προεκάλεσαν, προκαλοῦν καί θά προκαλοῦν τόν
Παγκόσμιον θαυμασμόν τῶν συνετῶν. Δέν παραλείπω ἐδῶ νά τονίσω τήν πικρία τῆς
ψυχῆς μας ἀπό τόν τρόπο, πού ἀντιμετώπισαν τή Λεβεντιά μας «οἱ ἄσπονδοι φίλοι
μας» καί τήν
πικρία αὐτή, μέ λεπτότητα, ἐκφράζει
ὁ ἐθνικός μας ποιητής, λέγοντας ὅτι
«δέν εἶν’ εὔκολες οἱ θύρες, ὅταν
ἡ χρεία τές κουρταλεῖ».
Μπροστά στόν ἡρωϊσμό καί τήν αὐτοθυσία τῶν Ἑλλήνων
τοῦ 1821 καί τοῦ 1940 ἐστάθησαν ἄφωνοι
ἐχθροί καί φίλοι.
«Τίς
οὐκ ἄν θεῶν ἠλέησεν αὐτούς (τούς Ἕλληνας) ὑπέρ τοῦ μεγέθους τοῦ κινδύνου; Τίς ἀνθρώπων
οὐκ ἄν ἐδάκρυσεν; Ἤ τίς τῆς τόλμης αὐτῶν οὐκ ἄν ἠγάσθη;» (Λυσίου λόγ. Ἐπιτάφιος). Τά λόγια αὐτά τοῦ Λυσίου ἔχουν ἀπόλυτη ἐφαρμογή, ὄχι
μόνον στόν Ἀγῶνα τοῦ 1821, ἀλλά καί στόν Ἀγῶνα τοῦ 1940. Διότι οἱ Ἕλληνες ἀγωνισταί,
ἀντάξιοι τῶν προγόνων τους, «ἡγησάμενοι κρεῖττον
εἶναι μετ’ ἀρετῆς καί πενίας καί φυγῆς ἐλευθερίαν, ἤ
μετ’ ὀνείδους καί πλούτου δουλείαν τῆς πατρίδος» (Λυσίου, ἔνθ’ἀνωτ.), ἐβροντοφώνησαν μέ τή Θυσία
τους καί διεκήρυξαν σέ ὅλον τόν κόσμον ὅτι πάνω ἀπό ὅλα εἶναι ἡ
Πίστις πρός τόν Θεό, ἡ τιμή καί ἡ ἐλευθερία
τῆς Πατρίδος. (Ueber alles sind
der Glaube an Gott, die Ehrlichkeit, die Heimat und
die Freiheit der Heimat).
Μέσα
στήν ψυχή τοῦ κάθε Ἕλληνος φωλιάζει ἡ πίστις καί ἡ ἀγάπη στό Θεό καί τήν Ἑλλάδα, γι’ αὐτό κι’
ὁ καθένας, στήν κατάλληλη στιγμή, διακηρύττει «Οὔ ποιήσομαι περί πλείονος τό ζῆν τῆς ἐλευθερίας».
Τό 1821 ἡ Ἑλλάς,
μέ τόν ἔνδοξον ξεσηκωμό τῶν παιδιῶν της, ἔδωσε καί πάλιν στόν κόσμο ἐμπράκτως μάθημα Πίστεως στό Θεό καί ἀγάπης πρός τήν Πατρίδα, μάθημα
ἀνδρείας καί ἠθικῆς, μάθημα Θυσίας, γιά τήν ἐλευθερία τῆς Πατρίδος. Τό ἴδιο ἔπραξε καί τό 1940. Οἱ Νεοέλληνες ἀπέδειξαν ὅτι εἶναι ἀντάξιοι τῶν
ἐνδόξων προγόνων τους καί πολύ
καλλίτεροι (καί πολλῷ κάρρονες). Ἡ Ἑλληνική
ψυχή πίστευε καί πιστεύει ὅτι «Οὐδέν
γλύκιον Πατρίδος». Ἑπομένως γνωρίζει καλά κάθε φορά τί θέλει καί σέ ποιό ἀντικειμενικό
σκοπό ἀποβλέπει. Καί ὅταν ἔλθῃ ἡ κατάλληλη στιγμή, ἀντάξια τῶν ἱερῶν της παραδόσεων, μέ πίστι στό Θεό, μέ ὁμοψυχία
καί αὐτοθυσία, βαδίζει μπροστά καί διακηρύττει ὅτι Ἑλλάς σημαίνει «ΦΩΣ ΘΕΟΥ» καί συγχρόνως
«ΦΩΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ». Ἀκόμη πιστεύει ὅτι «Κύριος
ὁ Θεός συνταράσσει τούς ἐνδόξους μετά ἰσχύος, καί οἱ ὑψηλοί τῇ ὕβρει
συντριβήσονται» (Ἡσ. ι΄ 33).
Οἱ μεγάλοι μας φίλοι, μᾶς ἔστελναν μόνον ὑποσχέσεις,
χωρίς καμμιά οὐσιαστική βοήθεια στίς κρίσιμες στιγμές. Ἡ Ἑλλάς ὅμως, ὅπως ἀπέδειξε κατά την μακραίωνα Ἱστορία της, βασίζεται μόνον στόν ψυχικό, στόν ἐσωτερικό
της ἐξοπλισμό. Ἀκούει τῶν προγόνων τά προστάγματα. Ὅταν ἡ στιγμή τό ἀπαιτεῖ,
τότε βογγοῦν τά αἵματα τῶν προγόνων. Τά αἵματα πού πότισαν ἀπ’ ἄκρη σ’ ἄκρη τήν
Ἑλληνική γῆ. Βογγοῦν καί προστάσσουν τό ΚΑΘΗΚΟΝ.
Ζωντανεύουν στά βάθη μιᾶς ἑκάστης Ἑλληνικῆς ψυχῆς καί παρελαύνουν «σκιές ἀγαπημένων». Στέκονται μπροστά στόν καθένα μας γιά νά ὑπενθυμίσουν
ΤΟ ΧΡΕΟΣ. Κι’ ἀπό τά βάθη τῶν αἰώνων ἀκούονται παναρμόνιοι παιᾶνες, σάν οὐράνιες μελῳδίες, πού ἐξοπλίζουν τίς
ψυχές τῶν Ἑλλήνων.
Ἀπό τή Σπάρτη·
«ἤ τάν ἤ ἐπί τᾶς», «Ἐλευθερία ἤ Θάνατος», «τεθνάμεναι γάρ καλόν ἑνί
προμάχοισι πεσόντα ἄνδρ’ ἀγαθόν περί ᾖ πατρίδι μαρνάμενον» (Τυρταῖος, ὑποθῆκαι).
«Τί τιμή στό παλικάρι ὅταν πρῶτο στή
φωτιά,
σκοτωθῇ γιά τήν Πατρίδα μέ τή σπάθα στή
δεξιά».
Ἀπό τά στενά τῶν Θερμοπυλῶν·
«Ὦ ξεῖν, ἀγγέλλειν Λακεδαιμονίοις
ὅτι τῇδε κείμεθα τοῖς κείνων ῥήμασι
πειθόμενοι».
«Ὦ ξεῖν, ἀγγέλλειν Λακεδαιμονίοις
ὅτι τῇδε κείμεθα τοῖς κείνων ῥήμασι
πειθόμενοι».
Ἀπό τόν Μαραθῶνα·
«Ἑλλήνων προμαχοῦντες Ἀθηναῖοι Μαραθῶνι,
χρυσοφόρων Μήδων ἑστόρεσαν δύναμιν».
Ἀπό τό Βυζάντιον ἀκούεται ὁ ὕμνος πρός τή Μεγαλόχαρη πού γεμίζει τίς ψυχές ὅλων τῶν ἀγωνιστῶν τοῦ 1821, ἀλλά καί τῶν ἀγωνιστῶν τοῦ 1940, ἀνδρῶν καί γυναικῶν, παρηγοριά κι’ ἐλπίδα.
«Ἑλλήνων προμαχοῦντες Ἀθηναῖοι Μαραθῶνι,
χρυσοφόρων Μήδων ἑστόρεσαν δύναμιν».
Ἀπό τό Βυζάντιον ἀκούεται ὁ ὕμνος πρός τή Μεγαλόχαρη πού γεμίζει τίς ψυχές ὅλων τῶν ἀγωνιστῶν τοῦ 1821, ἀλλά καί τῶν ἀγωνιστῶν τοῦ 1940, ἀνδρῶν καί γυναικῶν, παρηγοριά κι’ ἐλπίδα.
«Γιά
τοῦ Χριστοῦ τήν πίστι τήν Ἁγία
καί γιά τῆς Πατρίδος τήν Ἐλευθερία,
γι’ αὐτά τά δύο πολεμῶ.
Κι’ ἄν δέν τά ἀποκτήσω
Τί μ’ ὠφελεῖ νά ζήσω;»
καί γιά τῆς Πατρίδος τήν Ἐλευθερία,
γι’ αὐτά τά δύο πολεμῶ.
Κι’ ἄν δέν τά ἀποκτήσω
Τί μ’ ὠφελεῖ νά ζήσω;»
Ἔτσι, ἐμπνεόμενο τό
Γένος, ξεσηκώθηκε καί ἀποτίναξε τόν
τουρκικό ζυγό τό 1821. Μπροστά οἱ Ἱερωμένοι μέ τά λάβαρα τῶν Ἐκκλησιῶν, ψάλλοντες ὕμνους
στό Θεό καί στή Θεοτόκο, εὐλόγησαν τόν δίκαιον ἀγῶνα, μέ
τήν ἴδια τή ζωή τους. Καί σάν μιά ψυχή,
Κλῆρος καί Λαός, ἑνωμένοι, πῆραν τήν ἀπόφασι «Ἐλευθερία ἤ Θάνατος» καί ἐμεγαλούργησαν.
Ἔτσι καί πάλιν, σύσσωμον
τό Γένος, σάν μιά ψυχή, βροντοφώναξε τό «ΟΧΙ», ἀντιστάθηκε καί ἀνεχαίτισε τίς σιδηρόφρακτες ὀρδές τῆς παραφροσύνης τοῦ
Μουσολίνι καί τοῦ Χίτλερ τό 1940 καί
μέ τό Φῶς τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως φώτισε καί διέλυσε τά σκοτάδια τῆς ἀρνήσεως.
Ἡ Ἑλληνική λεβεντιά κονιορτοποίησε τούς παράφρονες
Σ’ αὐτό βοήθησεν ὁ Πανάγαθος Θεός καί ἡ Ὑπέρμαχος Στρατηγός, ἡ Μεγαλόχαρη, ἡ Σκέπη τῆς Ἑλλάδος, ἡ πλατυτέρα νεφέλης.
Οἱ Ἕλληνες ἀγωνιστές, μέ τή μεγάλη θυσία τους, μᾶς διδάσκουν ὅτι ποτέ δέν πρέπει νά ἐγκαταλείπουμε τήν Πίστι μας στό Θεό καί τήν Ἀγάπη μας στήν Πατρίδα, καί ὅτι σέ καμμιά περίπτωσι καμμιά ἀπολύτως δύναμις δέν μπορεῖ νά χωρίση τή Ρωμιοσύνη ἀπό τήν Ὀρθοδοξία. Ὁ Χωρισμός τῆς ψυχῆς ἀπό τό σῶμα εἶναι Θάνατος. Καί ἡ ψυχή τῆς Ρωμιοσύνης, ἡ ψυχή τῆς Ἑλλάδος, εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία. Τό Ἑλληνικό Ἔθνος, τό Ἑλληνικό Κράτος εἶναι συνυφασμένο, ἄρρηκτα ἡνωμένο μέ τήν Ἐκκλησία του, μέ τήν Ὀρθοδοξία.
Ἡ Ἑλληνική λεβεντιά κονιορτοποίησε τούς παράφρονες
Σ’ αὐτό βοήθησεν ὁ Πανάγαθος Θεός καί ἡ Ὑπέρμαχος Στρατηγός, ἡ Μεγαλόχαρη, ἡ Σκέπη τῆς Ἑλλάδος, ἡ πλατυτέρα νεφέλης.
Οἱ Ἕλληνες ἀγωνιστές, μέ τή μεγάλη θυσία τους, μᾶς διδάσκουν ὅτι ποτέ δέν πρέπει νά ἐγκαταλείπουμε τήν Πίστι μας στό Θεό καί τήν Ἀγάπη μας στήν Πατρίδα, καί ὅτι σέ καμμιά περίπτωσι καμμιά ἀπολύτως δύναμις δέν μπορεῖ νά χωρίση τή Ρωμιοσύνη ἀπό τήν Ὀρθοδοξία. Ὁ Χωρισμός τῆς ψυχῆς ἀπό τό σῶμα εἶναι Θάνατος. Καί ἡ ψυχή τῆς Ρωμιοσύνης, ἡ ψυχή τῆς Ἑλλάδος, εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία. Τό Ἑλληνικό Ἔθνος, τό Ἑλληνικό Κράτος εἶναι συνυφασμένο, ἄρρηκτα ἡνωμένο μέ τήν Ἐκκλησία του, μέ τήν Ὀρθοδοξία.
Εἶναι ἀνοησία νά συγκρίνεται μέ ἄλλα Κράτη-Ἔθνη, τά ὁποῖα δέν ἔχουν
τή δική μας Ἱστορική Παράδοσι, τή δική μας ἐθνική καί θρησκευτική συνείδησι, οὔτε τά στοιχεῖα
πού συνθέτουν τή δική μας ἐθνική καί θρησκευτική Ταυτότητα.
Ἡ Πίστις στό Θεό καί ἡ Ἀγάπη πρός τήν Πατρίδα καί τήν Ἐλευθερία
εἶναι γιά κάθε γνήσιο Ἕλληνα, τά ἱερότερα Ἰδανικά, οἱ ὑψηλότερες Ἀξίες τῆς ζωῆς. Ποταμοί μαρτυρικά αἵματα χύθηκαν καί πότισαν
τό δένδρο τῆς Ἐλευθερίας, γιά νά ἀπολαμβάνουμε ὅλοι ἐμεῖς σήμερα καί νά γευώμαστε τούς εὔχυμους καρπούς του.
Ἡ 25η Μαρτίου τοῦ 1821 καί ἡ 28η Ὀκτωβρίου 1940 γράφτηκαν μέ τό αἷμα τῶν προγόνων μας καί πρέπει νἆναι γιά ὅλους μας ἡμέρες ἱστορικῆς μνήμης καί Ἐθνικῆς αὐτογνωσίας καί ἀκριβοῦς γνώσεως τῶν προτερημάτων τῆς Ρωμιοσύνης. Πρέπει νἆναι ἡμέρες Ἐθνικῆς καί Θρησκευτικῆς περισυλλογῆς καί ψυχικῆς ἐξάρσεως, ὥστε νά συνειδητοποιήσουμε ὅτι ὀφείλουμε νά εἴμαστε ἄξιοι τῆς ἐλευθερίας, πού μᾶς χάρισαν μέ τό αἷμα τους οἱ ἔνδοξοι πρόγονοί μας. Νά μή ξεπουλᾶμε τά ὅσια καί τά ἱερά μας. Νά μή θυσιάζουμε τήν Ἑλληνορθόδοξη Παράδοσί μας στό βωμό «τῆς ἄθεης Παγκοσμιοποίησης».
«Τῇ ἐλευθερίᾳ οὖν, ἧ Χριστός ἡμᾶς ἠλευθέρωσε, στήκετε, καί μή πάλιν ζυγῷ δουλείας ἐνέχεσθε» (Γαλάτ. ε΄ 1).
Δέν πρέπει οὔτε στιγμή νά λησμονοῦμε τίς θυσίες τῶν πατέρων μας, πού ἔγιναν ὁλοκαυτώματα γιά νά ζοῦμε ἐμεῖς ἐλεύθεροι. Εἶναι χρέος ὅλων μας νά γνωρίζουμε ποιό εἶναι τῆς ἀρετῆς τό χρῶμα, «κάλλιστον δέ χρῶμα τό τῆς αἰδοῦς ἐρύθημα» καί νά τό διδάσκουμε αὐτό τό χρῶμα τῆς ντροπῆς καί σ’ αὐτούς, πού τό ἔχουν χάσει.
Καί τό τονίζω αὐτό, γιατί δέν εἶναι λίγοι ἐκεῖνοι, πού, δυστυχῶς, ὁλότελα ἔχουν χάσει τό Χρῶμα τῆς ντροπῆς καί τό ἑλληνικό φιλότιμο. Λησμονοῦν τόν Θεόν, τήν Ἐκκλησίαν, τήν Πατρίδα καί ὅλες τίς ὑπέροχες ἠθικές Ἀξίες καί τίς Παραδόσεις τῆς Ρωμιοσύνης. Νομίζουν, δυστυχῶς, μιά χοῦφτα ἄθεοι, ὅτι εἶναι ἐλεύθεροι καί μποροῦν νά κάνουν ὅ,τι θέλουν καί νά μετατρέπουν τήν Δημοκρατία, σέ Δεινοκρατία καί Ἀσυδοσία.
Εἶναι καιρός νά μάθουν ὅλοι ὅτι τή Λευτεριά τους τήν χρωστοῦν στό Θεό, στήν Ἐκκλησία καί σέ ὅλες ἐκεῖνες τίς ὑψηλές χριστιανικές ἀξίες, πού ἦσαν καί τά μοναδικά ὅπλα ὅλων ἐκείνων, πού θυσιάστηκαν «Γιά τοῦ Χριστοῦ τήν Πίστι τήν Ἁγία καί γιά τῆς Πατρίδος τήν Ἐλευθερία».
Εἶναι καιρός νά μάθουν οἱ Ἀντίχριστοι, ὅλοι οἱ ἄσπονδοι φίλοι μας καί οἱ Γερμανοί, ὅτι ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες πάνω ἀπό ὅλα (ueber alles) ἔχουμε τήν Πίστι μας στό Θεό καί τήν Ἀγάπη μας στήν Πατρίδα. Γι’αὐτό καί ὁ Χριστός, ὁ Θεός εἶναι μαζί μας (Immanuel, Der Gott ist mit uns). Καί «Εἰ ὁ Θεός ὑπέρ ἡμῶν, τίς καθ’ ἡμῶν;» (Wenn Gott mit uns ist, wer ist dann gegen uns ? Wer kann wider uns sein?) Ἀσφαλῶς κανείς δέν θά μπορέσῃ νά σταθῇ ἐναντίον μας! Κανείς, ἀπολύτως κανείς, δέν θά μπορέσῃ νά μᾶς χωρίσῃ ἀπό τό Χριστό (παρβλ. Ρωμ. η΄ 31- 39).
Ἡ 25η Μαρτίου τοῦ 1821 καί ἡ 28η Ὀκτωβρίου 1940 γράφτηκαν μέ τό αἷμα τῶν προγόνων μας καί πρέπει νἆναι γιά ὅλους μας ἡμέρες ἱστορικῆς μνήμης καί Ἐθνικῆς αὐτογνωσίας καί ἀκριβοῦς γνώσεως τῶν προτερημάτων τῆς Ρωμιοσύνης. Πρέπει νἆναι ἡμέρες Ἐθνικῆς καί Θρησκευτικῆς περισυλλογῆς καί ψυχικῆς ἐξάρσεως, ὥστε νά συνειδητοποιήσουμε ὅτι ὀφείλουμε νά εἴμαστε ἄξιοι τῆς ἐλευθερίας, πού μᾶς χάρισαν μέ τό αἷμα τους οἱ ἔνδοξοι πρόγονοί μας. Νά μή ξεπουλᾶμε τά ὅσια καί τά ἱερά μας. Νά μή θυσιάζουμε τήν Ἑλληνορθόδοξη Παράδοσί μας στό βωμό «τῆς ἄθεης Παγκοσμιοποίησης».
«Τῇ ἐλευθερίᾳ οὖν, ἧ Χριστός ἡμᾶς ἠλευθέρωσε, στήκετε, καί μή πάλιν ζυγῷ δουλείας ἐνέχεσθε» (Γαλάτ. ε΄ 1).
Δέν πρέπει οὔτε στιγμή νά λησμονοῦμε τίς θυσίες τῶν πατέρων μας, πού ἔγιναν ὁλοκαυτώματα γιά νά ζοῦμε ἐμεῖς ἐλεύθεροι. Εἶναι χρέος ὅλων μας νά γνωρίζουμε ποιό εἶναι τῆς ἀρετῆς τό χρῶμα, «κάλλιστον δέ χρῶμα τό τῆς αἰδοῦς ἐρύθημα» καί νά τό διδάσκουμε αὐτό τό χρῶμα τῆς ντροπῆς καί σ’ αὐτούς, πού τό ἔχουν χάσει.
Καί τό τονίζω αὐτό, γιατί δέν εἶναι λίγοι ἐκεῖνοι, πού, δυστυχῶς, ὁλότελα ἔχουν χάσει τό Χρῶμα τῆς ντροπῆς καί τό ἑλληνικό φιλότιμο. Λησμονοῦν τόν Θεόν, τήν Ἐκκλησίαν, τήν Πατρίδα καί ὅλες τίς ὑπέροχες ἠθικές Ἀξίες καί τίς Παραδόσεις τῆς Ρωμιοσύνης. Νομίζουν, δυστυχῶς, μιά χοῦφτα ἄθεοι, ὅτι εἶναι ἐλεύθεροι καί μποροῦν νά κάνουν ὅ,τι θέλουν καί νά μετατρέπουν τήν Δημοκρατία, σέ Δεινοκρατία καί Ἀσυδοσία.
Εἶναι καιρός νά μάθουν ὅλοι ὅτι τή Λευτεριά τους τήν χρωστοῦν στό Θεό, στήν Ἐκκλησία καί σέ ὅλες ἐκεῖνες τίς ὑψηλές χριστιανικές ἀξίες, πού ἦσαν καί τά μοναδικά ὅπλα ὅλων ἐκείνων, πού θυσιάστηκαν «Γιά τοῦ Χριστοῦ τήν Πίστι τήν Ἁγία καί γιά τῆς Πατρίδος τήν Ἐλευθερία».
Εἶναι καιρός νά μάθουν οἱ Ἀντίχριστοι, ὅλοι οἱ ἄσπονδοι φίλοι μας καί οἱ Γερμανοί, ὅτι ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες πάνω ἀπό ὅλα (ueber alles) ἔχουμε τήν Πίστι μας στό Θεό καί τήν Ἀγάπη μας στήν Πατρίδα. Γι’αὐτό καί ὁ Χριστός, ὁ Θεός εἶναι μαζί μας (Immanuel, Der Gott ist mit uns). Καί «Εἰ ὁ Θεός ὑπέρ ἡμῶν, τίς καθ’ ἡμῶν;» (Wenn Gott mit uns ist, wer ist dann gegen uns ? Wer kann wider uns sein?) Ἀσφαλῶς κανείς δέν θά μπορέσῃ νά σταθῇ ἐναντίον μας! Κανείς, ἀπολύτως κανείς, δέν θά μπορέσῃ νά μᾶς χωρίσῃ ἀπό τό Χριστό (παρβλ. Ρωμ. η΄ 31- 39).