Παρασκευή 11 Ιουλίου 2025

ΕΝΑΣ ΣΥΓΧΡΟΝΟΣ ΕΠΙΓΕΙΟΣ ΑΓΓΕΛΟΣ

 

Ο ΑΓΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ

Ὁ Ἅγιος Παῒσιος ὁ Ἁγιορείτης γεννήθηκε στά Φάρασα τῆς Καπαδοκίας, ἀπό γονεῖς χριστιανούς πολύ εὐσεβεῖς. Τό  ὄνομά του ἦταν Ἀρσένιος Ἐζνεπίδης. Γονεῖς του ἦταν ὁ Πρόδρομος καί ἡ Εὐλαμπία Ἐζνεπίδη, πού ἦταν πολύ  εὐλαβεῖς καί Πατριῶτες καί τόν ἀνέθρεψαν «ἐν παιδείᾳ καί νουθεσίᾳ Κυρίου». Πρέπει δέ νά τονίσω ὅτι ἀπό  τήν τρυφερή του ἡλικία, ἀφοσιώθηκε εἰς τόν Χριστόν. Ἦταν πραγματικά, «ἐκ κοιλίας μητρός ἡγιασμένος». Πίστεψε μέ τήν καρδιά του εἰς τόν Κύριον καί ἀφιερώθηκε εἰς τόν Χριστόν. Πρίν πάρουν τόν δρόμον τῆς Προσφυγιᾶς ὁ Ἅγιος Ἀρσένιος βάπτισε ὅλα τά ἀβάπτιστα βρέφη τῆς περιοχῆς μαζί καί τόν Ἀρσένιον. Ὁ πατέρας ἀπό βρέφος τόν πῆρε στόν Ἅγιον Ἀρσένιον, ὁ ὁποῖος ἀντί νά τοῦ δώσῃ τό ὄνομα τοῦ παπποῦ του, τοῦ ἔδωσε τό δικό του ὄνομα καί προφήτεψε ὅτι τό παιδί αὐτό, θά ἀφιερωθῇ στό Θεό, θά γίνῃ Καλόγερος στό πόδι του. Ἔτσι ὁ Ἀρσένιος Ἐζνεπίδης ἔζησε ἀπό μικρός μαζί μέ ὅλους τούς ἄλλους, τόν πόνο «τοῦ ξεριζωμοῦ», τήν Ὀδύνη καί τά ἀπερίγραπτα βάσανα τῆς ξενιτιᾶς, δέν ἔχασε ὅμως οὔτε στιγμή τήν Πίστι του στό Χριστό. Χαρά του ἦταν ὁ ἐκκλησιασμός, ἡ μελέτη τοῦ Εὐαγγελίου,  ἀδιάλειπτη Προσευχή καί ἡ ἀγάπη του, στήν «Πρᾶξι» τῆς καθημερινῆς του ζωῆς. Τέλειωσε τό Δημοτικό καί μπόρεσε νά συνεχίση τίς σπουδές του διότι αὐτή τήν πολυτέλεια δέν τήν ἐπέτρεπε ἡ ἀνάγκη ἐπιβώσεως. Ἔμαθε τήν τέχνη τοῦ Μαραγκοῦ καί ἦταν πάντα πρόθυμος νά κατασκευάζῃ τά πάντα. Ἧταν φιλόπονος, πολύ ἐργατικός καί πρόθυμος, γιά κάθε ἐργασία πού τοῦ ἀνέθεταν. Τά κέρδη ἀπό τήν τίμια ἐργασία του, τά μοίραζε εἰς τήν Οἰκογένειά του καί εἰς τούς πτωχούς συμπατριῶτες του. Ἡ ἐργασία του, δέν τόν ἐμπόδιζε νά μελετᾶ μέρα καί νύκτα τό λόγο τοῦ Θεοῦ, νά ἐκκλησιάζεται καί νά προσεύχεται. Ὁ ὅσιος διέπρεψε εἰς τά χριστιανικάς ἀρετάς. Μετά τήν ἀπόλυσί του ἀπό τό στρατό, καί θέλοντας νά γνωρίσῃ τό μοναχισμό ἐπεσκέφθη τό Ἅγιον Ὄρος(1950). Εἶχε μέσα στήν ψυχή του Τον ΧΡΙΣΤΟΝ καί ἤθελε νά γίνῃ σύντομα μοναχός. Ζῆ στήν Κόνιτσα καί ἠ ψυχή του βρίσκεται στό «Περιβόλι τῆς Παναγίας», στό Ἅγιον ὄρος. Πῆγε στή Μονή Ἐσφιγμένου ὡς δόκιμος μοναχός. 27 Μαρτίου 1954  παίρνει τή ρασοευχή  καί μετονομάζεται Ἀβέρκιος. Ὁ ἀρχάριος μοναχός ταλαιπωρεῖται, παλεύει μέ ὅλους τούς δαίμονες καί τά ἀνθρώπινα Πάθη καί κατορθώνει νά γίνῃ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ Ἀρετῆς, Ἡ ἁγάπη του τέλεια, ἡ ταπείνωσίς του ἀπερίγραπτη, ἡ ὑπομονή του ἀνεξάντλητη. τό 1957 κείρεται μικρόσχημος Μοναχός στή Μονή Φιλοθέου. Ἀπό  τό 1958  μέχρι τό 1962 μονάζει εἰς τήν Μονήν  Στομίου Κονίτσης.


Μετά ἀναχωρεῖ γιά τό ΣΙΝΑ. Τό 1964 ἐπιστρέφει στό Ἅγιον Ὄρος καί ἐπί τριάκοντα (30) ὁλόκληρα χρόνια ἀδιαλείπτως προσεύχεται   διδάσκει, θεραπεύει, καί καθοδηγεῖ τό Λαό τοῦ Θεοῦ. Ἀνεδείχθη πράγματι ὁ Ἅγιος Παῒσιος ἐπίγειος Ἄγγελος, οὐράνιος ἄνθρωπος, «ὄντως  θεοφώτιστος, σοφός ὁδηγός καί διδάσκαλος» τῶν πιστῶν. Ἀνεδείχθη ἄριστον ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ, Τύπος τῶν πιστῶν σέ ὅλα,  «ἀναψυχή καί δρόσος». 

Ἐκοιμήθη ἐν Κυρίῳ τό 1994 καί ἐτάφη εἰς τό Ἡσυχαστήριον τοῦ Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου στή Σουρωτή Θεσσαλονίκης. ΕΙΘΕ Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ὁ Θεός μου , διά πρεσβειῶν τοῦ Ἁγίου Παϊσίου, νά ἀξιώσῃς καί ὅλους ἐμᾶς, νά μιμηθοῦμε τήν Ἁγίαν του ζωήν καί νά εὑρεθοῦμε μαζί του «εἰς τήν ἀΐδιον ἀνάπαυσιν, ἔνθα ὁ τῶν ἑορταζόντων ἦχος ὁ ἀκατάπαυστος καί ἡ ἀπέραντος ἡδονή τῶν καθορώντων τοῦ  Σοῦ προσώπου τό Κάλλος τό ἄρρητον. Διότι Σύ  εἶσαι τό ὄντως ἐφετόν καί ἡ ἀνέκφραστος εὐφροσύνη τῶν ἀγαπώντων Σε, Χριστέ ὁ Θεός ἡμῶν, καί Σέ ὑμνεῖ πᾶσα ἡ κτίσις εἰς τούς αἰῶνας. ΑΜΗΝ.












Τετάρτη 9 Ιουλίου 2025

«ΚΥΡΙΕ, ΓΛΥΚΥΤΑΤΕ ΜΟΥ Ι Η Σ Ο Υ, Ο ΘΕΟΣ ΜΟΥ,ΕΛΕΗΣΟΝ».

 

«ΩΣ ΘΕΛΕΙΣ ΚΑΙ ΩΣ ΟΙΔΑΣ,ΕΛΕΗΣΟΝ ΗΜΑΣ».

 Κύριε, ὡς Καρδιογνώστης, γνωρίζεις, ποῦ μᾶς ὁδηγεῖ ἡ Παρακοή, γνωρίζεις Τί σωρεύει στήν ψυχή καί τή ζωή μας ἡ ἀστόχαστη συμπεριφορά, ἡ ἀθέτησις τῶν Ἐντολῶν τῆς Ἀγάπης Σου. Ἡ πατρική Σου στοργή μᾶς προειδοποίησε ὅτι σέ κάθε Ἐντολή ὑπάρχει ἔνθετος ἡ Ἀρχή τῆς Ἀνταποδόσεως. Ἡ Κάθε Ἐντολή εἶναι « Ὕλη εἰς τό Αὐτεξούσιον». Μᾶς ἔπλασες, μέ Νοῦν, ὥστε νά διακρίνουμε τό Καλόν ἀπό τό Κακόν, καί μέ Ἐλευθερίαν,  ὥστε ἐκλέγωμε τό ΚΑΛΟΝ καί νά ἀποφεύγωμεν τό ΚΑΚΟΝ. Μᾶς προειδοποιεῖς ὅτι ἡ Τήρησις τῆς Ἐντολῆς μᾶς ἀνταποδίδει, μᾶς χαρίζει τήν ΖΩΗΝ, τήν κοινωνίαν, τήν ἕνωσιν καί ἐπικοινωνίαν μέ ΣΕΝΑ, τόν Κύριον καί Θεόν, τόν Δημιουργόν καί  Εὐεργέτην μας. Ἡ Τήρησις τῆς Ἐντολῆς μᾶς ἀνταποδίδει τήν παραμονή μας εἰς τόν Παράδεισον, μᾶς χαρίζει τήν ἀδιατάρακτον διά Θέας ἀπόλαυσιν τοῦ ἀπείρου  καί ἀρρήτου Κάλλους τοῦ Προσώπου Σου, Κύριε, εἰς μακρότητα ἡμερῶν, αἰωνίως.

Ἡ ἄπειρη Ἀγάπη Σου, Πολυεύσπλαγχνε Κύριε, διά τῶν Ἐντολῶν, μᾶς προειδοποιεῖ ὅτι τό Θέλημά Σου εἶναι, νά γίνουμε Θεοί κατά χάριν, εἶναι ἡ σωτηρία μας, εἶναι νά μένωμεν ἐν τῇ ἀγάπῃ ἑνωμένοι μαζί Σου, ὅτι «ὁ Θεός ἀγάπη ἐστι καί ὁ μένων ἐν τῇ ἀγάπῃ ἐν τῷ Θεῷ μένει καί ὁ Θεός ἐν αὐτῷ». Μᾶς προειδοποιεῖς ὅτι ἡ ΥΠΑΚΟΗ εἶναι ΖΩΗ, διότι μᾶς κρατάει ἑνωμένους μαζί Σου, ἐνῶ ἡ ΠΑΡΑΚΟΗ εἶναι ΘΑΝΑΤΟΣ, διότι μᾶς χωρίζει ἀπό Σένα, τήν Πηγήν τοῦ Ζῶντος Ὕδατος. Καί μολονότι προγνωρίζωμεν τά ἀγαθά τῆς ΥΠΑΚΟΗΣ καί τά φοβερά δεινά τῆς ΠΑΡΑΚΟΗΣ, θεριεύει μέσα μας τό ΚΑΚΟΝ καί «Οὐ γάρ ὅ θέλομεν ποιοῦμεν ΑΓΑΘΟΝ, ἀλλ᾿  ὅ οὐ θέλομεν ΚΑΚΟΝ τοῦτο πράσσομεν»(Ρωμ. ζ΄19), ὁδεύουμε, ἀπό κακή μας θέλησι, ὁλοταχῶς πρός τήν ἄβυσσον τῆς αἰώνιας Ὀδύνης. Σωρεύουμε στήν Ψυχή καί τή ζωή μας συμφορές, ὁδεύουμε κατά τοῦ κρημνοῦ εἰς τήν λίμνην πρός ἀποπνιγμόν. Σῶσε μας, Κύριε, πρίν εἰς τέλος χαθοῦμε. «Κύριε, σῶσον ἡμᾶς ἀπολλύμεθα»(Ματθ. η΄25). Λυπήσου μας καί ἐλέησέ μας. Ποιός ἄλλος θέλει καί μπορεῖ νά μᾶς λυτρώση ἀπό τίς συμφορές πού σωρεύει εἰς τήν ζωήν μας ἡ ΑΜΑΡΤΙΑ, ἡ ΠΑΡΑΚΟΗ, ἌΝ ὄχι ἐσύ, πού Σταυρώθηκες καί Ἀναστήθηκες, γιά μᾶς;...



 Ἔρχου ταχύ, καί ὡς Θέλεις καί ὡς οἶδας, ἐλέησον ἡμᾶς. Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ὁ Θεός, ἐλέησον ἡμᾶς. Γλυκύτατέ μου Ἱησοῦ, πιστεύω καί ὀμολογῶ, ὅτι Σύ καί Μόνον Σύ εἶσαι ὁ προσωπικός μου ΣΩΤΗΡΑΣ καί Ο ΛΥΤΡΩΤΗΣ ΤΟΥ ΣΥΜΠΑΝΤΟΣ ΚΟΣΜΟΥ. ΘΕΕ ΜΟΥ, ἄκουσε τήν προσευχή μου, ἄκουσε τίς κραυγές μου, κραυγές ἀπογνώσεως, καί ἔρχου ταχύ καί σῶσε μας, πρίν  χαθοῦμε.  Στά ἄχραντα Χέρια Σου παρατίθημι τήν ψυχή μου καί τό σῶμα μου, Στά ἄχραντα Χέρια Σου παρατίθημι τάς ψυχάς καί τά σώματα ἐκείνων, πού παρακαλοῦν ἐμέ τόν ἀνάξιον, νά προσεύχομαι γι᾿  αὐτούς. Κύριέ μου, Σύ , αὐτός ὁ Πανάγιος καί πανακής ἰατρός, εὐλόγησον πάντας ἡμᾶς. Σύ, ὁ πολυέλεος, καί Πανάγαθος, ἐλέησον  πάντας ἡμᾶς καί ζωήν τήν αἰώνιον χάρισε σέ ὅλους ἡμᾶς! «Ἐλθέ και σκήνωσον ἐν ἡμῖν καί καθάρισον ἡμᾶς ἀπό πάσης κηλίδος καί σῶσον,  Ἀγαθέ τάς ψυχάς ἠμῶν»! Σέ ἱκετεύω, γλυκύτατέ μου Ἱησοῦ, ὡς ΘΕΛΕΙΣ και ὡς ΟΙΔΑΣ, ΕΛΕΗΣΟΝ ΗΜΑΣ καί ἀξίωσέ μας νά Σέ λατρεύωμεν εἰλικρινά, μέ τήν καρδιά μας, «ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ» ὅτι Σέ Σένα πρέπει πᾶσα δόξα τιμή καί προσκύνησις, συν τῷ Πατρί καί τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι, εἰς πάντας τούς αἰῶνας. ΑΜΗΝ.






Σάββατο 5 Ιουλίου 2025

ΣΤΙΓΜΕΣ ΖΩΗΣ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΣΤΙΓΜΕΣ ΤΗΣ «ΕΝ ΧΡΙΣΤῼ»ΖΩΗΣ.

 


ΣΤΙΓΜΕΣ, ΣΤΙΓΜΕΣ ΕΙΝ᾿  Η ΖΩΗ

Σ᾿ αὐτήν ἐδῶ τήν ἄθλια παροικία, μᾶς ἔχει Θεός ἐγκαταστήσει, μέ ἡμερομηνίαν λήξεως. Μᾶς χαρίζει ὁ Φιλάνθρωπος καιρόν Μετανοίας. Μᾶς καλεῖ νά διορθώσουμε τό ΛΑΘΟΣ τῶν πεπτωκότων.

Καλόν, λοιπόν, εἶναι, πρίν εἰς Τέλος χαθοῦμε, νά ἐννοήσωμεν: «τό βραχύ τῆς ζωῆς» καί τήν ματαιότητα τῶν ἐγκοσμίων πραγμάτων καί τῶν ἀνθρωπίνων ἐπιδιώξεων, καί νά χρησιμοποιήσουμε τόν καιρόν, πού μᾶς χαρίζει ἡ Μακροθυμία τοῦ Κυρίου καί νά διορθώσουμε τό ΛΑΘΟΣ τῶν πρωτοπλάστων. Νά διορθώσουμε τήν προβληματική μας συμπεριφορά, ΔΙΑ ΤΗΣ ΥΠΑΚΟΗΣ ΕΙΣ ΤΟ ΘΕΛΗΜΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ. Νά προσέξουμε δηλαδή τίς στιγμές τῆς ζωῆς μας ἐπί τῆς γῆς, νά εἶναι, ὄντως, στιγμές Ζωῆς. ΚΑΙ ΣΤΙΓΜΕΣ ΖΩΗΣ εἶναι μόνον οἱ Στιγμές τῆς ΥΠΑΚΟΗΣ εἰς τό Θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἴσως ἀναρωτηθεῖ κανείς · Καί ΠΟΙΟ εἶναι τό Θέλημα τοῦ Θεοῦ; Θέλημα του Θεοῦ εἶναι «ἡ τελεία Ἀγάπη πρός τόν Θεόν καί ἠ ἀγάπη πρός τόν πλησίον, διά τόν Θεόν», εἰς τήν «Πρᾶξιν» τῆς καθημερινῆς μας ζωῆς. «Ἐν ταύταις ταῖς δυσίν Ἐντολές ὅλος ὁ Νόμος καί οἱ Προφῆται  κρέμανται» (Ματθ. κβ΄ 37-40).Καί πρός ἀποφυγήν πάσης παρερμηνείας ἤ παρεξηγήσεως, πάνω ἀπό τόν Σταυρόν Του μᾶς βροντοφωνάζει ὁ Κύριος καί μᾶς λέγει: «Ἐντολήν Καινήν  δίδωμι ὑμῖν ἵνα ἀγαπᾶτε ἀλλήλους»καθώς ἠγάπησα ὑμᾶς ἵνα καί ὑμεῖς ἀγαπᾶτε ἀλλήλους»(Ἰω.αν.ιγ΄34)  Νά ἀγαπᾶτε ὁ ἕνας τόν ἄλλον, ὅπως ἐγώ σᾶς ἀγάπησα, μέχρι Σταυροῦ καί Θανάτου.

Ὁ Εὐαγγελιστής τῆς ἀγάπης μᾶς τονίζει ὅτι« ὁ Θεός ἀγάπη ἐστί, καί ὀ μένων ἐν τῇ ἀγάπῃ ἐν τῷ Θεῷ μένει καί ὁ Θεός ἐν αὐτῷ» (Α΄Ἰωάν.δ΄16). «Ὁ μένων ἐν τῇ ἀγάπῃ»   μιμεῖται  Τόν ΧΡΙΣΤΟΝ. Περιπατεῖ «ἐν ἀγάπῃ». Ζῆ εὐσεβῶς «ἐν Χριστῷ», ἀγαπᾶ τούς συναθρώπους του, ὅπως ὁ Χριστός, παραδίδει τόν ἑαυτόν Του, γιά τή σωτηρία ὅλων ἡμῶν τῶν ἁμαρτωλῶν, ἔτσι κι᾿ ἐμεῖς προσφέρουμε τόν ἑαυτόν μας προσφοράν καί Θυσίαν στό Θεό εἰς ὀσμήν εὐωδίας. Καί πραγματικά τότε ὅλες οἱ στιγμές τῆς ζωής ΕΙΝΑΙ, ΟΝΤΩΣ, ΣΤΙΓΜΕΣ ΖΩΗΣ.

 Πραγματικά στιγμές ζωῆς , εἶναι οἱ στιγμές ἐξόδου ἀπό τή Βαβυλῶνα, οἱ στιγμές περισυλλογῆς. Στιγμές ὅπου τό Βλέμμα λέει πολλά καί ἡ σιωπή ἄλλα τόσα. Στιγμές ζωῆς,  ὅπου τό βλέμμα, γίνεται στεναγμός καί δάκρυ εὐγνωμοσύνης στό ΛΥΤΡΩΤΗ.

Κύριέ μου, Γλυκύτατέ μου Ἰησοῦ, μόνον Σύ δίδεις ζωήν, νόημα καί περιεχόμενον στήν ἄχαρη ζωή μας.  Ἔλα    καί  μ ε ῖ ν ε  γρήγορα κοντά μας, καί ἀξίωσε μας, Κύριε, καί στῆσε τή σκηνή Σου ἐντός μας!  Στερέωσε τή σαλεμένη μας μας καρδιά ἐπί τήν πέτραν τῶν Ἐντολῶν Σου, ὅτι Μόνος Ἅγιος ὑπάρχεις καί Κύριος ! Ἀξίωσέ μας νά βαδίζουμε, συνειδητά, εἰς τόν δρόμον τῆς ΥΠΑΚΟΗΣ εἰς τό Θέλημα τοῦ Θεοῦ καί Πατρός, εἰς  τήν Ὁδόν , πού χάραξες μέ τό Πανάγιον Αἷμα Σου! Ἀξίωσέ μας νά συνειδητοποιήσουμε ὅτι μόνον ἀκούοντες καί φυλάσσοντες τόν λόγον Σου, καί μόνον τότε θἆναι οἱ στιγμές τῆς ζωῆς μας Στιγμές, ὄντως, Ζωῆς. Λυπήσου μας, Κύριε, καί ἀξίωσέ μας, ν ο ε ρ ά, νά ἀκολουθοῦμε τά ματωμένα Χνάρια Σου, νά

βρισκώμαστε ἀδιαλείπτως καθισμένοι παρά τούς πόδας Σου καί νά ἀκοῦμε τόν ζωοποιόν Σου λόγον, πού, πιό γλυκός καί ἀπό τό μ έ λ ι,  ρ έ ε ι ἀπό τό Πανάγιον στόμα Σου, πού τρέφει, θεραπεύει καί ζωοποιεῖ τήν ταλαίπωρη ψυχή μας... Ὅπου βρίσκεσαι Σύ, Πανάγιε, ἐκεῖ καί ὁ Παράδεισος, Σύ εἶσαι τό ξύλον τῆς Ζωῆς, εἰς τό μέσον τοῦ παραδείσου. Βάλσαμο  εἶν᾿  ὁ λόγος Σου, ἴαμα , θεραπεία. Ὁ λόγος Σου, Κύριε στήν «Πρᾶξι» μεταβάλλει τίς στιγμές τῆς ζωῆς μας, πραγματικά σέ ΣΤΙΓΜΕΣ ΖΩΗΣ. Στιγμές Προσευχῆς, στιγμές Εὐλογημένες, Στιγμές Εὐχαριστίας. Ὁ λόγος Σου εἶναι Φῶς, γλυκύτητα, θερμαίνει τήν ψυχήν τῶν πιστῶν, νοηματίζει τή ζωή μας καί μᾶς ὁδηγεῖ ἀπό τό κατ᾿  εἰκόνα, εἰς τό καθ᾿ ὁμοίωσιν. Κύριε ἀξίωσέ μας, νά Σέ δοξάζωμεν «περιπατοῦντες ἐν ἀγάπῃ».

Ἀγαπητά μου Παιδιά, δέν εἶναι ὑπερβολή, ἄν πούμε, ὅτι «πήραμε τή ζωή μας λάθος», καί οἱ στιγμές τῆς καθημερινῆς μας ζωῆς, δέν εἶναι Στιγμές Ζωῆς,   ἀλλά ... δυστυχῶς, εἶναι πικρές στιγμές, σκέτο δηλητήριον, εἶναι στιγμές θανάτου. Καί εἶναι καιρός ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ. Ναί ἀφοῦ «πήραμε τή ζωή μας λάθος» εἶναι ΚΑΙΡΟΣ, «Νά ἀλλάξουμε ζωή». ΕΙΝΑΙ ΚΑΙΡΟΣ νά μετά-νοήσουμε εἰλικρινά καί νά παρακαθήσουμε, νοερά, παρά τούς πόδας τοῦ Ἰησοῦ, ἀκούοντες καί φυλάσσοντες τόν λόγον Αὐτοῦ. Νά ἀνοίξουμε τήν καρδιά μας εἰς τόν Χριστόν, νά ἐγκολπωθοῦμε τό Εὐαγγέλιον τῆς ἈΓΑΠΗΣ ΤΟΥ, καί, ἐξερχόμενοι ἀπό τή Βαβυλῶνα(Ἁποκ.ιη΄4.Β΄Κορινθ.στ΄16-18), νά κάνουμε «Πρᾶξι» στή ζωή μας τήν ΑΓΑΠΗΝ τοῦ Χριστοῦ, τότε καί κάθε στιγμή τῆς ζωῆς μας θά εἶναι στιγμή Ζωῆς καί ὅλες οἱ στιγμές τῆς ζωῆς μας θά εἶναι ΣΤΙΓΜΕΣ, ὄντως, ΖΩΗΣ, Στιγμές καθαρῆς καρδιᾶς, ΣΤΙΓΜΕΣ ΘΕΟΠΤΙΑΣ, Στιγμές προσηλώσεως Νοῦ πρός Θεόν. Τότε καί μόνον τότε Οἱ Στιγμές τῆς Ζωῆς μας θά εἶναι Στιγμές προσεγγίσεως τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, Στιγμές ΑΦΗΣ τοῦ ἄκρου τοῦ κρασπέδου τοῦ ἱματίου Αὐτοῦ ὄπισθεν. Τότε διά τῆς ἀγάπης θά εἶναι ἡ ζωή μας συνεχής Ἀφή, ψαῦσις, ἄγγιγμα ψυχῆς τοῦ ΘΕΑΝΘΡΩΠΟΥ (Μάρκ.ε΄27 ἑξ. στ΄ 56. Ματθ. ιδ΄36.θ΄20 ἑξ. Λουκ.η΄44ἑξ.).

 


 

 

 


 

 

           

Δευτέρα 30 Ιουνίου 2025

ΟΙΜΟΙ! ΠΩΣ ΜΕΛΛΩ ΤΩΝ ΔΕΙΝΩΝ ΡΥΣΘΗΝΑΙ,

 

                                               ΦΙΛΑΜΑΡΤΗΜΩΝ ΥΠΑΡΧΩΝ;»


Ἀλλοίμονον ! Κύριε μου, Ἰησοῦ, Θεέ μου,

πῶς τολμῶ καί προσεγγίζω τή Χάρι σου;

Πῶς τολμῶ καί Σοῦ ζητῶ, Κύριε, να σώσῃς

ὅλους ἐμᾶς τούς παραστρατημένους;…

Ἀλλοίμονον! Πῶς μποροῦμε  νά σωθοῦμε,

οἱ ἐλεεινοί  ἐμεῖς, ἀπό τά φρικτά δεινά

 ἀφοῦ τόσο πολύ ἀγαπᾶμε τήν ἁμαρτία;

Ἀπό κακή μας θέλησι μένουμε στό σκοτάδι

και μέ  πεισμονή μένουμε  «δέσμιοι τῆς γῆς».

 Μᾶς κυριεύει τῆς σαρκός τό φρόνημα, πού

εἶναι «ἔχθρα εἰς Θεόν και φέρει στήν ψυχή

μας τό θάνατο». Ἡ ἕπαρσις, ὁ Ἐγωϊσμός, μᾶς

σύρει «ὡς ἀγέλη χοίρων πολλῶν βοσκομένη»,

βιαίως, «κατά τοῦ κρημνοῦ  εἰς τήν λίμνην

 π ρ ό ς  ἀ π ο π ν ι γ μ ό ν».

Ἐπλήθυναν, Κύριε, ἐπλήθυναν  οἱ ἀνομίες

μας καί δέν μποροῦμε νά ἀτενίσουμε, Κύριε,

καί νά δοῦμε τή Μεγαλωσύνη Σου!   Ὦ φῶς

τῶν  ὀφθαλμῶν μου!  Ὦ γλυκύ μου Ἔαρ!   Ὦ

Ἄκακον Ἀρνίον, γλυκύτατέ μου Ἰησοῦ!

Τῆς Ἀφροσύνης τά καμώματ’ ἀντικρύζω ...

Πονῶ καί  θρηνῶ, ὀδύρομαι καί δακρύζω ...

γιά τό κατάντια μας, ἀπό δικό μας φταίξιμο.

Προφανῶς  δέν ἐννοοῦμε τήν τιμήν  τοῦ κατ᾿

εἰκόνα, γινόμαστε ἴσοι   με τά ἄλογα Κτήνη.

Χάσαμε τό λογικό καί ζοῦμε, σάν κτήνη, καί,

 ἀλλοίμονον, πεθαίνουμε, σάν ἄλογα  κτήνη…

Τόν κόσμο, δυστυχῶς αὐτόν, χωρίς ὑπερβολή

τόν κυβερνᾶ ἡ Παραφροσυνη!

 

Δυστυχῶς, πετρῶσαν οἱ καρδιές, ἐψύγη

ἡ ἀγάπη τῶν πολλῶν. Τρῶμε τίς  σάρκες

μας, ἀνάλγητα,  καί χωρίς ἴχνος ντροπῆς,

 τρῶμε τίς σάρκες μας, χωρίς εὐσπλαγχνία

χωρίς ἔλεος, κατεσθίομεν τούς ἀδελφούς μας…

Ὡς τέκνα Παραφροσύνης, «γεννήματα ἐχιδνῶν»,

«ὄφεις πετόμενοι», ἐχθροί τοῦ λαοῦ  τοῦ Θεοῦ,

δηλητηριώδεις ὄφεις, ἀνάβουμε παντοῦ φωτιές,

 παντοῦ χύνουμε δηλητήριο, χωρίς περίσκεψι.

σωρεύουμε συμφορές, χωρίς  αἴσθησι εὐθύνης.

Σπέρνουμε τό φόβο παντοῦ  καί τό θάνατο...

Κατασκευάζουμε παντοειδεῖς φονικούς Ἰούς.

Καί σπέρνουμε παντοῦ τό φόβο καί τό Θάνατο.

Σέ διώξαμε, Θεέ μου, ἀπό την ψυχή μας !...

Μέσα μας ἐνθρονίσαμε τόν υἱόν τῆς ἀπωλείας.

Αὐτός φωλιάζει μέσα μας, ὁ Ὄφις ὁ ἀρχαῖος καί

μπαίνει ὁ Διάολος μέσα μας, τότε...

Ἀγιάτρευτη πληγή, ἡ Κακία  κυριεύει

Και ἡ θανατηφόρα πανδημία θεριεύει.

Ἀφουγκράζομαι τούς στεναγμούς, βλέπω

τό σπαραγμό, τόν ἐπαιγμό, τόν ξεπεσμό,

τήν ὀδύνη τῶν ἀθώων θυμάτων τῆς Κακίας

καί τῆς Παραφροσύνης τῶν πωρωμένων

ἀσεβῶν, πού θριαμβεύουν πάνω στα νωπά

Αἴματα τῶν θυμάτων τους καί θλίβετ’ ἡ

Ψυχή μου. Ἀλλοίμονον! Πῶς μποροῦμε νά

λυτρωθοῦμε ἀπό τά τόσα δεινά, ἀφοῦ τόσο

ἀγαπᾶμε τήν ἁμαρτία καί δέν μετανοῦμε;

Ὧρες-ὧρες, Κύριε, νοιώθω μέσα μου ντροπή.

Νοιώθω μέσα μου ἕνα βάρος κι’ αἰσθάνομαι,

πώς βυθίζομαι «εἰς ἰλύν βυθοῦ», χάνω τήν

αἴσθησι τῆς ζωντανῆς Σου Παρουσίας, Θεέ μου!

Καί βρίσκω πολλούς βυθισμένους στό σκοτάδι,

στήν ἀπόγνωσι, εἰς τήν ἀπελπισίαν, μακρυά ἀπό

Σένα, πού εἶσαι το Φῶς, τό ἀληθινόν Φῶς, πού

φωτίζει κάθε ἄνθρωπο, πού ἔρχεται στόν κόσμο.

Καί στή θέα  τῶν δεινῶν τῆς ἀπομακρύνσεως,

Μακρυά ἀπό τη ζεστασιά τῆς Πατρικῆς Ἑστίας,

Κρύος, παγερός, μέ περιλούει ἱδρῶτας καί μέ

Δάκρυα και ἄναρθρες κραυγές ΕΣΕΝΑ ἀναζητῶ,

Ἰησοῦ μου, φωτοδότα. Ποῦ εἶσαι, Κύριε τῆς Ζωῆς;

Καί τότε πέφτουν, με τη Χάρι Σου, οἱ ἰχῶρες, ἡ ἐμπύησις ἀπό τά μάτια τῆς ψυχῆς μου, καί Σέ βλέπω νά στέκεσαι καρτερικά μπροστά στήν Θύρα τῆς ψυχῆς τοῦ καθ’ ἀνθρώπου και να κρούῃς τη Θύρα, περιμένοντας τούς ἐλεεινούς ἐμᾶς, να ἀκούσουμε τήν καί ἀπό το μέλι πιό γλυκειά φωνή Σου! Δόξα τῇ Μακροθυμία Σου, Κύριε, δόξα Σοι!   Ἔλεος Σοῦ ζητῶ, Κύριε !

Λυπήσου μας και ἐλέησέ μας… Ὄχι γιατί τό ἀξίζουμε, ἀλλά ἕνεκεν τῆς Δόξης τοῦ Ὀνόματός Σου, Κύριέ μου, Ἰησοῦ. Ὁ Θεός ἰλάσθητι ἡμῖν τοῖς ἁμαρτωλοῖς καί ἐλέησον ἡμᾶς!... Ξεφύγαμε ἀπό κακή μας Θέλησι καί ξεφεύγουμε ἀπό κοντά Σου. Σταυρώθηκες, Κύριε, γι’ μᾶς, μᾶς τρέφεις καθημερινά, μέ τόν οὐράνιον ἄρτον, κι’ ἐμεῖς σέ ποτίζουμε μέ ὄξος καί χολήν καί Σέ ξανασταυρώνουμε, στά πρόσωπα τῶν ἐλαχίστων ἀδελφῶν Σου, χωρίς  ἴχνος ντροπῆς …

Χάσαμε τήν Ὁμορφιά τῆς Πίστεως Σέ Σένα, Θεέ  μου, τόν «πανακῆ ἰατρό», τόν Θεραπευτή, τόν Μόνον Σωτῆρα καί Λυτρωτή τοῦ Σύμπαντος.

Πάσχουμε ἀπό μικροβιοφοβία  και κλείσαμε τῆς ψυχῆς τά Θεραπευτήρια, χωρίς σύνεσι, χωρίς περίσκεψι, χωρίς καθόλου πίστι, κλείσαμε τίς Ἐκκλησιές καί καταφεύγουμε σέ ἕναν ἀλόγιστο ἐγκλωβισμό, σέ μιά τρελλή ἀπομόνωσι, γιά να βροῦμε θεραπεία σέ δαιμονικά τερτίπια…

Φτάσαμε στό ἄκρον ἄωτον τῆς ἀνοησίας, στήν ἔσχατη μωρία. Πότε Κύριε, θά καταλάβουμε τήν πλάνη; Πότε καί πῶς θά λυτρωθοῦμε ἀπό τά δεινά και ἀπό τούς ἰούς τῆς ἀπιστίας; Ποιός θά μᾶς λυτρώσῃ ἀπό αὐτήν ἐδῶ τήν κοιλάδα τοῦ Κλαυθμῶνος; Ποιός θά μᾶς ἐλευθερώσῃ ἀπό τή δουλεία τοῦ Κακοῦ μας ἑαυτοῦ; Ποιός θά μᾶς ἀνασύρῃ ἀπό «τήν ἰλύν βυθοῦ», στήν ὁποίαν ἔχουμε ἐμπαγῆ; Ποιός ἄλλος, ἄν ὄχι ἐσύ, Κύριε, πού Σταυρώθηκες  για μᾶς;…

«Κύριε, Πρόσθες ἡμῖν Πίστιν». Βοήθησέ μας στην ἀπιστία μας. Λύπήσου μας, Κύριε Ἰησοῦ, και ἔρχου ταχύ, πρίν μᾶς καταβροχθίσουν οἱ κρυφοί καί φανεροί ἐχθροί μας, δαίμονες καί δαιμονάνθρωποι, σκοταδιστές και φαῦλοι. Εἶμαι ἀπόλυτα σίγουρος, πώς ἄν ἐσύ δέν εἶσαι, δέν σταθῇς κοντά μας, Φρούριόν μας, ζωντανούς θά μᾶς καταβροχθίσουν οἱ ἐχθροί μας... Ἔρχου ταχύ. Χανόμαστε.

Ἔλεος ζητῶ, τό Ἔλεός Σου, φώτισε τά σκοτάδια μας, νά ξαναβροῦμε το Φῶς μας καί συνειδητά να ἐπιστρέψουμε κοντά σου, στή ζεστασιά τῆς Πατρικῆς  Σου ἀγκαλιᾶς, στήν Πατρική Ἑστία. Χωρίς τη Χάρι Σου καί τη Δύναμί Σου, δεν μποροῦμε νά ἐξέλθουμε ἀπό τή Βαβυλῶνα...

Κύριε, γνωρίζω, ὅτι ὅποιος κλείνει ἔξω ἀπό την ψυχή του, Ἐσένα τό ἀπρόσιτον Φῶς, αὐτός μένει ἔξω ἀπό την αἰώνια Βασιλεία Σου. Ὅποιος Σέ κλείνει ἔξω ἀπό την καρδιά του, μένει ἔγκλειστος στήν Κόλασι τῆς προσωπικῆς του ἐνοχῆς.

Κύριε, ἄκουσε τήν ταπεινήν μου δέησι,  ἔρχου ταχύ, ὡς πῦρ καταναλίσκον, καί κάψε. ΚΑΨΕ, Κύριε, τά ἄχυρα τῶν ἔργων μας, καθάρισε τόν ρύπον τῆς ψυχῆς μας, δῶσε τό ὁριστικό  ΤΕΛΟΣ στήν ΑΝΟΜΙΑ.

Μόνον Σύ, μπορεῖς ὡς Παντοδύναμος καί θέλεις, ὡς Πανάγαθος, νά μᾶς λυτρώσης ἀπό ὅλα τά δεινά, πού σωρεύουμε στήν ψυχή καί τή ζωή μας, ἀπό κακή μας θέλησι. Ὤσαννά τῷ υἱῷ Δαυῒδ! Σῶσε μας λοιπόν, Θεέ μου, πρίν τελικά χαθοῦμε. Σῶσε μας καί ἀξίωσέ μας νά Σέ δοξάζουμε, σύν τῷ Πατρί και τῷ ἁγίῳ Πνεύματι, καί, ἀσιγήτως, νά Σέ ὑμνοῦμε, Λυτρωτά, εἰς πάντας τούς αἰῶνας. Ἀμήν.

            


Κυριακή 29 Ιουνίου 2025

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ , Η ΖΩΗ ΗΜΩΝ, Ο ΑΛΗΘΙΝΟΣ ΜΕΣΣΙΑΣ,

 


                          ΕΙΝΑΙ ΠΑΝΤΟΤΙΝΑ ΜΑΖΙ ΜΑΣ


Ἐπειδή στήν Ἐποχή μας, τήν ἐποχήν τῆς ἀνατροπῆς τῆς Ἱεραρχίας τῶν Ἀξιῶν, γίνονται δόλιες προσπάθειες ὑπό τῶν ἀντιχρίστων, φοβερός Πόλεμος ἐναντίον τῆς ὀρθοδόξου Πίστεως εἰς τόν Ἰησοῦν Χριστόν, πού εἶναι ὁ ΑΛΗΘΙΝΟΣ ΜΕΣΣΙΑΣ, «ἡ προσδοκία τῶν ἐθνῶν», ἐπειδή οἱ ἐχθροί τῆς Πίστεως προσπαθοῦν νά μαζοποιήσουν τόν Λαόν τοῦ Θεοῦ, ἐπειδή, μέ κάθε δόλιο τρόπο, κατακερματίζουν τήν ἀνθρωπίνην προσωπικότητα, ἐπειδή ἀχρειώνουν τό ἀνθρώπινον Πρόσωπον, ἐπειδή προσπαθοῦν νά καταργήσουν  τά θεόσδοτα ἀνθρώπινα δικαιώματα, ἐπειδή   μᾶς ἀχρηστεύουν τό Λογικόν καί τό Αὐτεξούσιον, ἐπειδή ἀμαυρώνουν τό ἀνθρώπινον πρόσωπον καί  καθιστοῦν  τόν κατ᾿  εἰκόνα καί καθ᾿  ὁμοίωσιν Θεοῦ, ἄνθρωπον, ἕνα ΝΟΥΜΕΡΟ (NUMERO), καί ἐπειδή, αὐτοί οἱ ἀπόγονοι τῶν Σταυρωτῶν τοῦ ΧΡΙΣΤΟΥ, ἑτοιμάζονται νά ἐγκαταστήσουν τό ΨΕΥΤΟΜΕΣΣΙΑ, τόν Maitreya, ὡς Παγκόσμιον Κυβερνήτη, Δ Ι Α  Τ Ο Υ Τ Ο ἐπιτρέψατέ μου, ἀγαπητά μου Παιδιά, καθ᾿  ὑποφοράν, ἐκ τῶν προτέρων, νά σᾶς ἀποκαλύψω τήν δολιότητα τοῦ ἐχθροῦ καί νά σᾶς παρακαλέσω  νά ΠΡΟΣΕΧΕΤΕ εἰς τόν ἑαυτόν σας, γιά νά προσέχετε εἰς τόν Θεόν. ΝΑ ΠΡΟΣΕΧΕΤΕ ΜΗ ΠΛΑΝΗΘΗΤΕ. Τώρα ἀντιμετωπίζουμε ἕνα ἄλλο, νέον κίνδυνον καί ὁ Κύριος μᾶς προτρέπει καί λέγει: «Βλέπετε μή τις ὑμᾶς πλανήσῃ» (Ματθ. κδ΄4).

2

Π Ρ Ο Σ Ε Χ Ε Τ Ε  νά  μή  σᾶς πλανήσῃ κανείς. (Παρβλ. καί Ματθαῖον κεφ. κδ΄). Ἐπιτρέψατέ μου, ἀγαπητά μου Παιδιά, νά σᾶς ἀναφέρω τήν  σύστασιν τοῦ υἱοῦ τῆς βροντῆς, τοῦ εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου πρός ἀποφυγήν τῶν αἱρετικῶν καί πρός συνειδητήν ἀφοσίωσιν εἰς τόν Χριστόν, τόν Ἀληθινόν ΜΕΣΣΙΑΝ, ὁ ὁποῖος λέγει: «Παιδιά μου, ἔρχομαι τώρα νά σᾶς ὑποδείξω ἕνα νέον κίνδυνον. Εἶναι  ἡ τελευταία ὥρα. Καί ὅπως ἔχετε ἀκούσει ὁ ἀντίχριστος ἔρχεται, καί πράγματικά, ἀνάμεσά μας  πολλοί ἀντίχριστοι ἔχουν ἔλθει, πολλοί αἱρετικοί, πρόδρομοι τοῦ ἀντιχρίστου. Ἀπό αὐτό γνωρίζουμε ὅτι εἶναι τελευταία ὥρα. Γι᾿ αὐτό σᾶς παρακαλῶ νά προσέχετε νά μή σᾶς πλανήσῃ κανείς. Νά μήν ξεχνᾶτε ὅτι σεῖς ἔχετε χρῖσμα πνευματικό, τό Ἅγιον Πνεῦμα, πού ἐλάβετε εἰς τό Βάπτισμα, ἀπό τόν Ἰησοῦν Χριστόν. Ἔχετε τό χάρισμα τῆς διακρίσεως, ὥστε νά φεύγετε μακριά ἀπό τόν πατέρα τῆς Ψευτιᾶς καί μέ ταπείνωσι καί καθαρή καρδιά γεμάτη Καλωσύνη, νά

 

3

εἶσθε ἀφωσιωμένοι εἰς τόν Χριστόν, τόν Ἀληθινόν ΜΕΣΣΙΑΝ(παρβλ. καί Α΄ Ἰωάν. β΄18-29). Πιστοί Του ἀκόλουθοι. Ἐπίσης ἐπιτρέψατέ μου, ἀγαπητά μου παιδιά, νά σᾶς τονίσω,  ὅτι ὁ ΧΡΙΣΤΟΣ, πού εἶναι ἡ ζωή μας καί ἡ εἰρήνη μας, εἶναι ὁ Ἀληθινός ΜΕΣΣΙΑΣ, «ἡ προσδοκία τῶν ἐθνῶν», ὁ Μοναδικός Σωτήρας καί Λυτρωτής τοῦ Σύμπαντος, καί δέν Τόν περιμένουμε νά ἔλθῃ. ΗΛΘΕ καί εἶναι μαζύ μας. Οἱ δικοί Του δέν τόν δέχθηκαν, δέν πίστεψαν εἰς τό Ὄνομά Του, Τόν ἀρνήθηκαν. Καί ὄχι μόνον, ἀλλά καί  ἐσταύρωσαν τόν Ἀληθινόν Μεσσίαν (Λουκ. ιθ΄15.Ἀποκ.ια΄8).   Τώρα δέ περιμένουν τόν Ψευτομεσσίαν, νά τόν ἐγκαταστήσουν ὡς Παγκόσμιον Κυβερνήτην. Ἡμεῖς ὅμως οἱ Μαθηταί τοῦ Ἀληθινοῦ Μεσσία, οἱ καταδικοί Του κλητοί, ἐκλεκτοί καί πιστοί, πιστεύουμε καί ὀμολογοῦμεν ὅτι ὁ ΧΡΙΣΤΟΣ, ὁ Ἀληθινός Μεσσίας, ἦλθε, ἔγινε γιά Χάρι μας ταπεινός ἀνθρωπος, καί εἶναι μαζί μας. Μᾶς βεβαιώνει ὁ Ἴδιος καί λέγει ὅτι «Οὗ γάρ  εἰσι δύο ἤ τρεῖς συνηγμένοι εἰς τό ἐμόν Ὄνομα, ἐκεῖ εἰμί ἐν μέσῳ αὐτῶν»(Ματθ. ιη΄20). «Καί ἰδού ἐγώ μεθ᾿  ἡμῶν εἰμι πάσας τάς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος. Ἀμήν»(Ματθ.κη΄20). Μᾶς βεβαιώνει ὅτι ἡ Βασιλεία Του «ἐντός ἡμῶν ἐστι» (Λουκ.ιζ΄21), καί  ὅτι «ὁ Ἰησοῦς Χριστός χθές καί σήμερον  ὁ Αὐτός καί εἰς τούς αἰῶνας  (Ἑβρ.ιγ΄8) εἶναι κοντά μας. Καί  ὅπως συνοπτικά μᾶς ἀναφέρει ὁ Ματθαῖος, ὁ Γλυκύς Ἰησοῦς  «διέρχεται τήν ζωήν αὐτοῦ εὐεργετῶν, κηρύσσων τό Εὐαγγέλιον τῆς Βασιλείας καί θεραπεύων πᾶσαν  νόσον καί πᾶσαν  μαλακίαν ἐν τῷ λαῷ καί ἰώμενος πάντας τούς καταδυναστευομένους ὑπό τοῦ Διαβόλου, ὅτι ὁ ΘΕΟΣ ἦν μετ᾿ αὐτοῦ»(Ματθ. δ΄23. Πραξ. ι΄38). Αγαπητά μου Παιδιά, Θερμά σᾶς παρακαλῶ, νά προσέχετε «μή τις ὑμᾶςπλανήσῃ»(Ματθ. κδ΄4). Μή ξεχνᾶτε ὅτι ζοῦμε σέ μιά σχιζοφρενική Ἐποχή. Ὁ ΧΡΙΣΤΟΣ, ἡ ζωή ἡμῶν, ὁ Ἀληθινός ΜΕΣΣΙΑΣ εἶναι μαζί μας, ΦΡΟΥΡΙΟΝ ΜΑΣ, ὁ Θεός τῶν Πατέρων μας. Ἄν... Ἄν   ὁ Ἀληθινός ΜΕΣΣΙΑΣ  ὁ ΧΡΙΣΤΟΣ, δέν ἦταν μαζί μας, ζωντανούς θά μᾶς εἶχαν καταβροχθίσῃ οἱ ἐχθροί μας. Ὁ ΧΡΙΣΤΟΣ ὅμως ΝΑΙ ἦταν, εἶναι καί θά εἶναι μαζί μας! Μᾶς καλεῖ δέ νά Τόν ἀκολουθοῦμε πιστά, ὅπου ἄν ὑπάγῃ. Νά προσέχουμε, ὥστε νά μή μπορῇ κανείς νά μᾶς πλανήσῃ καί νά μᾶς χωρίσῃ ἀπό τῆς ἀγάπης Αὐτοῦ. ΧΡΕΟΣ ΚΑΙ ΑΝΑΓΚΗ τ[πης ψυχῆς μας εἶναι νά προσέχουμε. Καί ἀκολουθοῦντες τά Ἵχνη Του, ἀκούοντες καί φυλάσσοντες τόν λόγον Αὐτοῦ,  ἔχοντες στήν καρδιά μας τόν Χριστόν, μέ λαχτάρα νά προσμένουμε τήν Ἡμέραν ἐκείνην καί τήν  ὥραν κατά τήν ὁποίαν θά ἔλθῃ, ὤν ἀεί μεθ᾿  ἡμῶν Κύριος, ὡς ἔνδοξος Βασιλεύς τοῦ Σύμπαντος, κρῖναι ζῶντας καί νεκρούς καί νά ἀποδώσῃ εἰς τόν καθ᾿  ἕνα κατά τά ἔργα αὐτοῦ. Προσέχετε δέ ὅτι ἔρχεται «ὡς κλέπτης ἐν νυκτί», «ὡς ἀστραπή»(Ἀποκ.δ΄5. η΄5. ια΄19. ιστ΄18).                     

«ΔΙΑ ΤΟΥΤΟ ΓΡΗΓΟΡΕΙΤΕ !»


Τετάρτη 14 Μαΐου 2025

ΜΗ ΑΠΟΡΡΙΨῌΣ ΜΕ...

 

                 ΜΗ ΑΠΟΡΡΙΨῌΣ ΜΕ ΑΠΟ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ ΣΟΥ, ΚΥΡΙΕ!

 

Ἔγγισον ἐμοί τῷ ἁμαρτωλῷ καί ἀναξίῳ δούλῳ Σου, Κύριε!

Ἔγγισον, ὁ Πάντων Ἐπέκεινα καί ὁ Πανταχοῦ Παρών, μή ἀπορρίψῃς με ἀπό τοῦ Προσώπου Σου, γλυκύτατέ μου Ἰησοῦ! Ταπεινά, καί,  μέ βαθειά συναίσθησι τῆς οὐτιδανότητός μου Ἐνώπιόν Σου, προσεγγίζω τή Χάρι Σ ου καί ζητῶ τό Ἔλεός Σου! Ἔλεος Σοῦ ζητῶ, ΕΛΕΟΣ!  Εὐσπλαγχνίσου, Φιλάνθρωπε, τόν ἁμαρτωλόν δοῦλον Σου... Πλησίασέ με, ἔλα γρήγορα κοντά μου, πρίν χαθῶ. Δός μου, τή Χάρι Σου, λαχτάρα τῆς ψυχῆς μου! Μή βραδύνῃς, ἔρχου ταχύ! Τρέμων τολμῶ καί πλησιάζω τή Χάρι Σου καί προφέρω τό, ὑπέρ πᾶν ὄνομα, Ὄνομά Σου καί προσπαθῶ νά μιλήσω, γιά Σένα, εἰς τούς ἀνθρώπους, Σωτῆρα μου, γιά νά νοιώσουν τή χαρά καί  τή Χάρι τῆς Παρουσίας Σου, Κύριε! Καί φοβοῦμαι μήπως, σάν ἀδύναμος ἄνθρωπος λαθέψω καί τό Ἔλεός Σου καί τήν Εὐσπλαγχνίαν Σου... Μή μέ ἀφήνεις μόνον. Ἔγγισόν με καί ὁδήγησε τά διαβήματά μου! ΠΩΣ νά Σέ ὑμνήσω, Ὕψιστε Θεέ καί Κύριε τοῦ Ἐλέους; Πῶς μπορῶ ἐγώ νά περιγράψω τά μεγαλεῖα Σου;

Χριστέ μου, πῶς νά διηγηθῶ τήν ἀνέκφραστη καί ἀνερμήνευτη συγκατάβασίν Σου; Πῶς νά ὑμνήσω τήν μεγαλοπρέπειάν Σου;  Ποιός, ἀλήθεια, μπορεῖ νά ἐξιχνιάσῃ τῶν ἁμαρτιῶν μου τά πλήθη καί τάς ἀβύσσους τῶν Κριμάτων Σου, Ἀνεξίκακε  Κύριε ! Ὁ  μέγας Βασίλειος ἀναφωνεῖ: «Καί τίς ἰκανός λαλῆσαι τάς δυναστείας Σου; Ἀκουστάς ποιῆσαι πάσας τάς αἰνέσεις Σου ἤ διηγήσασθαι πάντα τά θαυμάσιά Σου ἐν παντί καιρῷ;»

Δός μοι λόγον, Λόγε!  Μή με προσπεράσῃς σιωπηλός! Καθάρισον, Κύριε, τόν ῥύπον τῆς ψυχῆς μου. «Ἔρχου ταχύ», καί «ὡς Πῦρ καταναλίσκον» ΚΑΨΕ. Κάψε τά ἄχυρα τῶν ἔργων μου. Φώτισε τά σκοτάδια μου! Ὁδήγησε τά βήματά μου ἐπί τά ματωμένα Χνάρια Σου! Γλυκύτατέ μου Ἰησοῦ, Σωτῆρα μου! Χάρισέ μου, Πνεῦμα Αὐταπαρνήσεως καί αὐτοθυσίας, Ταπείνωσι καί καθαρή καρδιά! Δέξου τή λαχτάρα μου, γιά Σένα καί δέξου με, εἰλικρινά μετανοιωμένον , ὡς ἕναν τῶν μισθίων Σου. Ἐλέησόν με, Κύριε, καί δός μου λόγον, Λόγε, νά ὑμνῶ τό ὑπερύμνητον καί ὑπερευλογημένον Ὄνομά Σου καί νά κηρύττω τήν Δόξαν Σου! Ἄνοιξόν μοι τό στόμα μου τοῦ μελετᾶν τά Λόγιά Σου. Βοήθησέ με νά κατανοῶ τάς Ἐντολάς Σου, καί νά   κηρύττω εἰς ὤτα ἀκουόντων τόν λόγον ΣΟΥ, ἔτσι ὥστε ὅλοι νά ἀνοίξουν τήν καρδιά τους Σέ Σένα τόν μόνον Ἅγιον, Κύριε, καί νά νοιώσουν καί αὐτοί οἱ δυστυχεῖς, τήν Χαράν καί τήν Χάριν τῆς Παρουσίας Σου,  νά νοιώσουν ἀσφαλεῖς καί νά βροῦν γαλήνη στήν ψυχή τους, Φιλάνθρωπε καί πολυέλεε Κύριε. «Στερέωσε, Πανοικτίμον Κύριε, ἐπί τήν Πέτραν τῶν Ἐντολῶν Σου, τή σαλεμένη μας καρδιά, ὅτι Μόνος Ἅγιος ὑπάρχεις καί Κύριος». Ἀγαθέ καί Φιλάνθρωπε, ὅπως γνωρίζεις, ἐμεῖς οἱ ἁμαρτωλοί καί ἀνάξιοι δοῦλοι Σου καί περισσότερο ἀπό ὅλους ὁ ἐλάχιστος ἐγώ, «δέν ξέρουμε, Κύριε, οὔτε νά προσευχηθοῦμε, ὅπως πρέπει, ἐάν Σύ, Πολυεύσπλαγχνε, δέν μᾶς ὁδηγήσῃς, μέ τή Χάρι τοῦ ἁγίου Σου Πνεύματος» Ἔγγισον ἐμοί τῷ ἀναξίῳ δούλῳ Σου, ἀλλά ἔγγισον καί πάντα ἄνθρωπον καί δίδαξον ἡμᾶς τά δικαιώματά Σου! Δίδαξον πάντας ἡμᾶς ὑμνεῖν καί δοξάζειν Σέ, τόν Κύριον τῆς Δόξης, σύν τῷ Πατρί καί τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι, εἰς πάντας τούς αἰῶνας ΑΜΗΝ.



Τρίτη 15 Απριλίου 2025

«ΠΟΥ ΠΟΡΕΥῌ ΤΕΚΝΟΝ;»

 

«ΤΙΝΟΣ ΧΑΡΙΝ,ΤΟΝ ΤΑΧΥΝ ΔΡΟΜΟΝ ΤΕΛΕΙΣ;»


«Τόν ἴδιον Ἄρνα, ἡ Ἀμνάς θεωροῦσα πρός σφαγήν ἑλκόμενον, ἠκολούθει Μαρία τρυχομένη μεθ᾿   ἑτέρων γυναικῶν, ταῦτα βοῶσα. Ποῦ πορεύῃ, τέκνον; Τίνος χάριν, τόν ταχύν δρόμον τελεῖς; Μή  ἕτερος γάμος πάλιν ἐστίν ἐν Κανᾷ, κἀκεῖ νῦν σπεύδεις ἵνα ἐξ ὕδατος αὐτοῖς οἶνον ποιήσῃς; συνέλθω σοι τέκνον, ἤ μείνω σοι μᾶλλον; Δός μοι λόγον Λόγε· μή σιγῶν παρέλθῃς με, ὁ ἁγνήν τηρήσας με· Σύ γάρ ὑπάρχεις ὁ Υἱός καί Θεός μου».

Πράγματι σιωπηλά, ἀθόρυβα, ταπεινά, ἡ Πάναγνος Παρθένος, ἡ μόνη ἐν γυναιξίν εὐλογημένη καί καλή, ἡ Παναγία Μητέρα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ καί Μητέρα ὅλων τῶν πιστῶν, ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΕΙ, τόν Μονάκριβό της Γιό, τόν Σωτῆρα καί Λυτρωτήν τοῦ Σύμπαντος Κόσμου καί χαίρεται, διότι ὁ Ἠγαπημένος,  ὁ Γιός της, ὁ γλυκύς, ὁ πρᾷος καί ταπεινός τῇ καρδίᾳ Ἰησοῦς, πλησιάζει, ὡς αὔρα λεπτή, κάθε  ἀνήμπορο,  κάθε πονεμένο,  κάθε ἄρρωστο ἄνθρωπο καί τόν θεραπεύει. Χαίρεται καί καμαρώνει τό Γιό της νά σπογγίζει τά δάκρυά μας καί νά ἁπαλύνει τόν Πόνο μας, νά θεραπεύει τά τραύματά μας, καί νά δίνει ζωή. Χαίρεται νά βλέπῃ τόν ἀγαπημένο της, ὄχι μόνον νά μεταβάλῃ τό νερό σέ γλυκύτατο κρασί, ἀλλά «νά διέρχεται τήν ζωήν αὐτοῦ εὐεργετῶν, κηρύσσων τό Εὐαγγέλιον τῆς Βασιλείας, καί θεραπεύων πᾶσαν νόσον καί πᾶσαν μαλακίαν ἐν τῷ λαῷ». Καί πικραίνεται, ἡ Πάναγνος, διαπιστώνει τήν ἀχαριστία τῶν ἀνθρώπων καί τήν ὑποκρισία τῶν ΚΑΚΙΣΤΩΝ Φαρισαίων, ὅταν διαπιστώνει ὅτι οἱ Ἀρχιερεῖς καί οἱ γραμματεῖς καί οἱ Φαρισαῖοι σκευωροῦν  καί ἀποφασίζουν νά  θανατώσουν τόν Εὐεργέτην τους, τόν Ἀληθινόν ΜΕΣΣΙΑΝ.




 Ἀποφασίζουν νά θανατώσουν ἀκόμη καί τόν Λάζαρον, τόν ὁποῖον ὁ Χριστός, τώρα  τόν ΑΝΕΣΤΗΣΕΝ  ἐκ νεκρῶν,  μολονότι  ἦτο τεσσάρων ἡμερῶν νεκρός καί εἶχε ἀρχίσῃ νά βρωμᾷ. ΠΙΚΡΑΙΝΕΤΑΙ ἡ Παναγία,  ὅταν βλέπῃ νά  συλλαμβάνουν ὡς Κακοῦργον, Τόν Ἐλευθερωτήν, Τόν Σωτῆρα, τόν Λυτρωτήν τοῦ κόσμου καί ἀκούῃ τίς ἄγριες κραυγές, τῶν εὐεργετημένων  νά φωνάζουν στόν Πιλάτον· Ἆρον Ἆρον, σταύρωσον Αὐτόν. Ἐμεῖς δέν ἔχουμε ἄλλον Βασιλιᾶ, παρά τόν Καίσαρα!!! Ἀκούει τίς κραυγές ἀχαριστίας καί βλέπει νά δικάζεται, νά ραπίζεται , νά ἐμπτύεται καί ἀνεβαίνει τόν ἀνηφορικό δρόμο τοῦ Γολγοθᾶ καί νά πέφτει κάτω ἀπό τό Βάρος τοῦ Σταυροῦ, ὁ Μονάκριβός της,  καί δίστομος Ρομφαία διαπερνᾶ τήν πάναγνη  καρδιά της... Ἀπορεῖ. δέν μπορεῖ νά ἐξηγήσῃ τήν ἄφατη Μακροθυμία τοῦ Υἱοῦ της καί σπαράσσει, ματώνει ἡ Μάννα καί δακρύζει, χωρίς νά μπορῇ νά ἐξηγήσῃ τό Μέγα Μυστήριον τῶν ΦΡΙΚΤΩΝ ΠΑΘΩΝ ΤΟΥ ΕΥΕΡΓΕΤΟΥ...

Θεωρεῖ  ἡ Ἀμνάς νά ὁδηγῆται ὁ Γιός της, ὁ ἀγαπημένος της, ὁ Ἀμνός τοῦ Θεοῦ, ὁ Εὐεργέτης, τό ἄκακον Ἀρνίον, ὡς πρόβατον ἐπί σφαγήν καί σπαράζει, καταξεσκίζεται ἀπό δίκοπο μαχαίρι ἡ καρδιά καί πονάει, ὑποφέρει καί κλαίει μαζί μέ ἄλλες γυναῖκες, πού τή ἀκολουθοῦν καί ὀδυρομένη κραυγάζει: Ποῦ πηγαίνεις Παιδί μου; Ποῦ πηγαίνεις, γλυκύτατό μου τέκνο; Πρός χάριν τίνος ἀνεβαίνεις τόν ἀνηφορικό αὐτό δρόμο, καί εἶσαι τόσο Χαρούμενος; Μήπως γίνεται πάλιν ἄλλος Γάμος στήν ΚΑΝΑ, καί ἐκεῖ τώρα, μέ τόση βιασύνη καί χαρά, πηγαίνεις, γιά νά μεταβάλῃς σέ αὐτούς τό νερό, σέ γλυκό κρασί; Νά ἔλθω μαζί Σου, Γιέ μου; ἤ εἶναι καλλίτερα νά μείνω;  Δός μου λόγον, Λόγε... Ἀποκρίσου μου, γλυκό μου Παιδί... Μή με προσπεράσῃς σιωπηλός... ἁποκρίσου μου... Μή με προσπεράσῃς σιωπηλός, Σύ, γλυκειά μου Ἄνοιξις! ... Σύ, Φῶς τῶν ὀφθαλμῶν μου, μή σιγών παρέλθῃς με, ὁ Ἁγνήν τηρήσας με...Σύ πού μέ τήρησες Ἁγνήν... ΣΥ ΕΙΣΑΙ Ο ΥΙΟΣ ΚΑΙ ΘΕΟΣ ΜΟΥ !


  «Μή πόδαρου μου Μῆτερ, καθορῶσα ἐν τάφῳ, ὅν ἐν γαστρί ἄνευ σπορᾶς, συνέλαβες Υἱόν· ΑΝΑΣΤΗΣΟΜΑΙ γάρ καί δοξασθήσομαι, καί ὑψώσω ἐν δόξῃ, ἀπαύστως ὡς Θεός, τούς ἐν πίστει καί πόθῳ, σέ μεγαλύνοντας»