Δευτέρα 2 Ιουλίου 2018

Ο ΤΕΛΙΚΟΣ ΣΚΟΠΟΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΑΣ ΕΙΝΑΙ





Ο ΑΔΙΑΚΟΠΟΣ ΥΜΝΟΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΕΙΑΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ.



Καθημερινά συλλογίζομαι καί προσπαθῶ νά καταλάβω τό πραγματικό νόημα τῆ ζωῆς σ’ αὐτήν ἐδῶ τήν παροικία. Καί διαπιστώνω, ὅσο περνοῦν τά χρόνια, ὅτι ἐμεῖς οἱ δύσμοιροι θνητοί, γνῶσιν δέν βάζουμε. Συνεχίζουμε, χωρίς ντροπή, νά κάνουμε χρῆσι κακή τοῦ νοῦ καί τῆς ἐλευθερίας.

Δέν ξεχωρίζουμε δυστυχῶς τό Καλό ἀπ’ τό Κακό, τό Φῶς ἀπ’  τό σκοτάδι. Κι’ αὐτοί ἀκόμη οἱ πιστοί δέν φροντίζουμε καλῶν ἔργων προῒστασθαι. Καί ὄχι μόνον δεν ἀποφεύγουμε τίς ἀνόητες, τίς μάταιες καί ἀνωφελεῖς συζητήσεις καί φιλονεικίες, ἀλλά συνεχίζουμε νά λατρεύουμε τά δαιμόνια, καί τά εἴδωλα τά χρυσᾶ καί τά ἀργυρᾶ καί τά χαλκᾶ καί τά λίθινα καί τά ξύλινα τά ἀναίσθητα καί νεκρά. Συνεχίζουμε νά ζοῦμε στό σκοτάδι, μέσα στή φαυλότητα, στό Βόρβορο, ἐμπεπηγμένοι εἰς ἰλύν βυθοῦ. Υψώνουμε σέ Θεότητα τόν Ἐγωϊσμό, τήν ἔπαρσι, τήν Ψευτιά καί τήν Ὑποκρισία. Συνεχίζουμε ἀκάθεκτοι, μακριά ἀπό τόν Ἕνα καί Μόνον Ἀληθινόν Θεόν, νά ὀρύσσουμε, νά σκάβουμε λάκκους συντετριμμένους, πού δέν μποροῦν νά κρατήσουν Νερό. Μετουσιώσαμε τόν Παράδεισο, πού μᾶς χάρισ’ ὁ Θεός, σέ χοιροστάσι καί προσπαθοῦμε νά ξεδιψάσουμε τή δίψα μας στά «λασπονέρια» τῆς ἀποστασίας καί νά ἱκανοποιήσουμε τήν πεῖνα μας μέ τά «ξυλοκέρατα», τήν τροφήν τῶν χοίρων.
























Οἱ περισσότεροι, δυστυχῶς , συνάνθρωποί μας χαίρονται νά βασανίζονται καί νά βασανίζουν καί τούς ἄλλους γύρω τους, διακατεχόμενοι ἀπό δαιμονικό σαδομαζοχισμό. Χαίρονται νά σωρεύουν συμφορές, νά αἱματοκυλίζουν τήν ἀνθρωπότητα, καί νά κάνουν θρίαμβο πάνω στά νωπᾶ καί ἀδικοχυμένα  αἵματα τῶν συνανθρώπων τους. Μακρυά ἀπό τό Θεό, ἐψύγη ἡ ἀγάπη τῶν πολλῶν, πετρῶσαν’  οἰ καρδιές. «Τάφος ἀνοικτός εἶναι ὀ λάρυγγάς τους. Μέ τή γλῶσσα τους εἶναι δόλιοι. Φαρμάκι ἀπό ὀχιές εἶναι κάτω ἀπό τά χείλη τους. Τό στόμα τους εἶναι γεμᾶτο κατάραν καί πικρίαν. Τά πόδια τους τρέχουνε γρήγορα, γιά νά χύσουν αἷμα. Καταστροφή καί δυστυχία εἶναι στό δρόμο τους. Δέν γνώρισαν τό δρόμο τῆς εἰρήνης. Δέν ὑπάρχει φόβος Θεοῦ  μπροστά στά μάτια τους» (Ψαλμ. 13, 2 ἑξ . παρβλ. καί Ρωμ. γ΄ 11 ἑξ.) Αὐτή  τη διαπίστωσι κάνει ὁ Ἴδιος ὁ Θεός, γιά τήν κατάντια μας. Ὁ πόνος, οἱ θλίψεις, οἱ διάφορες ἀρρώστιες καί τά βάσανα καί αὐτός ὀ Θάνατος εἶναι προϊόντα τῆς ἁμαρτίας. Καί παρόλες τίς πληγές, πού σωρεύουμε στή ζωή μας μέ τίς ἁμαρτίες μας δέν μετανοοῦμε.

Κύριε, ἀπορῶ καί μένω ἄφωνος μέ τήν ἄφατη μακροθυμία Σου. Συλλογιέμαι καί δέν μπορῶ νά δικαιολογήσω τήν ἀναλγησία, τήν πώρωσι καί τήν ἀμετανοησία μας. Πῶς μᾶς ἀνέχεσαι, Θεέ μου!...






Τή θεϊκή Σου συγκατάβασι δέν τή χωράει ὁ νοῦς μας... Χριστέ μου, ἔρχεσαι, σάν ἄνθρωπος  στή γῆ, φωτίζεις τά σκοτάδια μας, Ἥλιε τῆς Δικαιοσύνης, ἀπαλύνεις τόν πόνο μας, σπογγίζεις τά δάκρυά μας, θεραπεύεις τίς ἀνημπόριες μας καί γίνεσαι, σέ ὅλους μας, τύπος καί ὑπογραμμός. Παράδειγμα. Γίνεσαι ἡ Ὁδός τῆς ζωῆς σέ ὅλους ἐμᾶς τούς ἀχαρίστους. Μᾶς διδάσκεις τήν τέλεια Ἀγάπη, μέ τήν εὐλογημένη, εὐεργετική Παρουσία Σου. Ὁ λόγος Σου, γλυκύτερος καί ἀπό τό μέλι,  εἶναι τροφή καί τρυφή τῆς ψυχῆς μας, ἵαμα, θεραπεία. Πλένεις τά πόδια τῶν μαθητῶν Σου καί τά πόδια τοῦ Ἰούδα. Καταδέχεσαι Σύ. Κύριε, τόν ἐπώδυνο Σταυρικό Θάνατο, ἀντί γιά μᾶς. Μέ τήν Ἀνάστασί Σου καταργεῖς τόν τό κράτος ἔχοντα τοῦ Θανάτου, τοὐτέστι τόν Διάβολον καί μᾶς χαρίζει τή ζωή. Καί μεῖς;  Συνεχίζουμε τήν πορεία μας πρός τήν ἄβυσσο τῆς αἰώνιας Ὀδύνης...

Πῶς μᾶς ἀνέχεσαι, Κύριέ μου Ἰησοῦ, λαχτάρα τῆς ψυχῆς μου! Θά καταλάβουμε ἄραγε  οἱ πολλοί ποτέ  τῶν ἁμαρτιῶν μας τά πλήθη καί τῶν κριμάτων Σου, Θεέ μου, τάς ἀβύσσους;..

Ἀνεξιχνίαστον εἶναι τό ἔλεός Σου καί οἱ οἰκτιρμοί Σου Κύριε!  Ἡ Ψυχή μου γονατίζει ἐνώπιόν Σου,

καί προσπαθῶ... τολμῶ νά σοῦ πῶ τόν καημό μου, τά βάσανά μου, τόν πόνο μου, γιά ὅσους ὑποφέρουν καί δέν βρίσκω λόγια ἄξια νά Σοῦ πῶ. Μακρόθυμε Κύριε. ὡς Καρδιογνώστης γνωρίζεις «τό συμφέρον». Ἐγώ δέν ξέρω τί νά πῶ, τί νά ζητήσω καί ἀναλύομαι σέ δάκρυα. Πιστεύω. Εἴμαστε στά Χέρια Σου Πάνσοφε καί Πανάγαθε Κύριε. Ἄκουσε, πολυέλεε, τίς ἄφωνες κραυγές μου... Ὡς Παντοδύναμος μπορεῖς, ὡς Πανάγαθος θέλεις καί ὡς Πάνσοφος γνωρίζει τό Τι, τό Πῶς τό Πότε. Μή μᾶς ἀφήσῃς νά χαθοῦμε. Δικά Σου πλάσματα εἴμαστε, ἄθλια καί ἐξουθενημένα. Ἀλλά εἴμαστε δοῦλοι Σου. Σέ Σένα ἁμαρτάνουμε, ἀλλά μονάχα Ἐσένα λατρεύουμε. Ἐκτός ἀπό Σένα, δέν ἔχουμε καί δέν θέλουμε νά ἔχουμε ἄλλον κανέναν.

Μή μᾶς ἐγκαταλείψῃς στή φαυλότητά μας. Βοήθησέ μας. Δός μας νά καταλάβουμε τόν τελικό σκοπό τῆς ζωῆς μας στή γῆ. Δός μας νά καταλάβουμε ὅτι Ἕνας καί Μόνος πρέπει νἆναι ὁ τελικός μας σκοπός στή γῆς: Η ΔΟΞΑ  ΣΟΥ.





Κάψε, μέ τό πῦρ τῆς Θεότητός Σου, Κύριέ μου Ἰησοῦ, τό ἄχυρον τῶν ἔργων μας καί συνέτισέ μας. Νά καταλάβουμε καλά τό σκοπό τῆς ζωῆς. Νά νοιώσουμε βαθειά μέσα στήν καρδιά μας ὅτι Σύ καί μόνον Σύ νοιάζεσαι γιά μᾶς, καί ἀφοῦ μᾶς ἀνασύρεις ἀπό τό βάραθρο τῆς ἀχαριστίας, δῶσε μας τή χάρι Σου, ἀξίωσέ μας νά Σέ ὑμνοῦμε καί νά  Σέ δοξολογοῦμε ἀκατάπαυστα, αἰώνια, ὥστε ἡ Ζωή μας ὁλόκληρη νἆναι Ἕνας ἀδιάκοπος ὕμνος Εὐχαριστίας Σέ Σένα τό ΛΥΤΡΩΤΗ. Διότι Σέ Σένα, τόν Βασιλιά τῶν αἰώνων, ἀφθάρτῳ, ἀοράτῳ, μόνῳ σοφῷ Θεῷ, τιμή καί δόξα εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Αμήν» (Α΄Τιμόθ. α΄ 17).



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου