Σάββατο 29 Μαρτίου 2025

ΑΝΕΒΑ ΨΗΛΑ

 


                  ΒΑΔΙΖ᾿ ΕΜΠΡΟΣ ΚΑΙ ΜΗ ΓΥΡΙΖῌΣ ΠΙΣΩ






«ΕΤΣΙ ΕΙΝΑΙ ΓΕΝΝΗΜΕΝΟΣ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ

ΨΗΛΑ Η ΨΥΧΗ ΤΟΥ ΝΑ ΠΕΤΑ ΚΙ᾿  ΕΜΠΡΟΣ».

 

«Τά ἄνω ζητεῖτε, οὗ Χριστός ἐστιν ἐν δεξιᾷ τοῦ Θεοῦ καθήμενος, τά ἄνω φρονεῖτε, μή τά ἐπί τῆς γῆς» (Κολοσ.γ΄1-2).

«Ἀναβαίνετε, ἀναβαίνετε, ἀδελφοί, ἀναβάσεις προθύμως ἐν καρδίᾳ διατιθέμενοι, ἀκούοντες τοῦ  φάσκοντος· «Δεῦτε ἀναβῶμεν εἰς τό ὄρος Κυρίου, καί εἰς τόν οἶκοντοῦ Θεοῦ ἡμῶν καί ἀναγγελεῖ ἡμῖν τήν ὁδόν αὐτοῦ, καί πορευσώμεθα ἐν αὐτῇ»(Ἡσ. 2,3, Κλίμαξ).

«ΟΥΔΕΙΣ ἐπιβαλών τήν χεῖρα αὐτοῦ  ἐπ᾿  ἄροτρον καί βλέπων εἰς τά ὀπίσω εὔθετός ἐστιν εἰς τήν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ» (Λουκ. θ΄62).

 

Σύντροφε, συνοδοιπόρε, μή δειλιάσης μπροστά στίς δυσκολίες καί στίς θλίψεις, πού, τυχόν, στό δρόμο σου  θά συναντήσῃς. Ἀνοδική εἶναι ἡ Πορεία μας ἀπό γῆς πρός οὐρανόν. Εἷναι μιά πανέμορφη Πορεία στό δρόμο τῆς ΥΠΑΚΟΗΣ  εἰς τό Θεῖον Θέλημα. Εἶναι ἡ Πορεία τοῦ Χριστοῦ, ἡ καθ᾿ ὐπρβολήν Ὁδός τῆς Τέλειας ΑΓΑΠΗΣ.

 

Μικρούς θεούς, μᾶς ἔπλασε ὁ Οὐράνιος Πατέρας μας καί μᾶς καλεῖ, μέ Πνεῦμα Αὐταπαρνήσεως καί Αὐτοθυσίας, νά ἀκολουθήσουμε τά ματωμένα Χνάρια Του καί νά φθάσουμε Ψηλά, στό Γολγοθᾶ, στό Θεό ἀναβαίνοντες τήν Κλίμακα τῶν ἀρετῶν ἀπό γῆς πρός Οὐρανόν, ἀπό τό· «κατ᾿  εἰκόνα», εἰς τό· «καθ᾿ ὁμοίωσιν» καί ἀπό «δυνάμει θεοί», νά γίνουμε καί «ἐνεργείᾳ θεοί». Ἡ Πορεία μας δέν στρώθηκε μέ δάφνες καί τριαντάφυλλα.  Θά συναντήσουμε ἀγκάθια καί τριβόλους. Εἶναι πολύ «στενή ἡ Πύλη καί τεθλιμμένη ἡ Ὁδός ἡ ἀπάγουσα εἰς τήν ζωήν καί ὀλίγοι οἱ εὑρίσκοντες αὐτήν». Ἡ ἀνάβασις εἰς τό  Ὄρος Κυρίου θέλει ἀγῶνα καί εἶναι ἀνάγκη νά εἰσέλθουμε εἰς τό Στάδιον τῶν ἀρετῶν, νά ἀναλάβωμε τήν Πανοπλίαν τοῦ Χριστοῦ καί νά ἀγωνισθοῦμε νομίμως. Ἀθλοῦντες δέ νομίμως ἐν Χριστῷ εἶναι πλέον ἤ βέβαιον ὅτι θά νικῶμεν πάντα πειρασμόν καί θά φθάσουμε ἀπό τό Α εἰς τό Ω, θά ἀνέλθουμε τήν Κλίμακα τῶν ἀρετῶν  ἀπό τό πρῶτο σκαλοπάτι, ἀπό τήν Ἀρχή καί θά φθάσουμε στήν Κορυφήν τῆς Κλίμακος, εἰς τό Τέλος, ἐκεῖ ὅπου μᾶς περιμένει Παμβασιλεύς, ὁ Χριστός,  ἀπό τόν Ὁποῖον θά λάβωμεν τό ἀληθινό, τό ἀμάραντο στεφάνι τῆς Νίκης  καί θά μεταλάβουμε τόν καρπόν τοῦ Ξύλου τῆς Ζωῆς ( Α΄ Πέτρ. ε΄4. Ἀποκ. β΄7).



Ἡ Κλίμακα τῶν ἀρετῶν, μᾶς ἀνεβάζει ἀπό τή γῆ εἰς τόν οὐρανόν, καί τό πρῶτο σκαλοπάτι της εἶναι  ἡ τοῦ ματαίου βίου, ἡ τῶν γηῒνων ἀποταγή. Ὁ Χριστός εἶναι ἡ Ὁδός καί ἡ Ἀλήθεια, ἡ Ἀνάστασις καί ἡ Ζωή, τό Φῶς καί η Εἰρήνη τοῦ κόσμου. Μᾶς χάραξε τό δρόμο, μέ τό Αἷμα Του, ὁ πρωτότοκος ἐν πολλοῖς ἀδελφοῖς, ὁ ΧΡΙΣΤΟΣ. Ἕνας εἶναι ὁ Δρόμος τῆς ὄντως Ζωῆς, δέν ψάχνουμε στό ἄγνωστον. Εἶναι σέ ὅλους μας γνωστός ὁ δρόμος, πού μᾶς φέρει ψηλά, Στό Γολγοθᾶ στό Θεό. Καί πρῶτος ἀνέβηκε πρός τόν Πατέρα ὁ ΧΡΙΣΤΟΣ καί μᾶς καλεῖ νά Τόν ἀκολουθήσωμε, μέ πνεῦμα Αὐταπαρνήσεως καί Αὐτοθυσίας. Ἐμπρός, λοιπόν, ἀδελφοί, μέ θάρρος καί Πίστι θερμή, ἄς μήν ἀφήσουμε τή θλῖψι, νά βυθίσῃ τήν ψυχή μας στό σκοτάδι. Μέ χαρά ἄς ἀναβαίνωμεν εἰς τό ὄρος Κυρίου, εἰς τόν οἶκον τοῦ Θεοῦ ἡμῶν. Εμπρός, λοιπόν, ἀδελφοί, ἀναβαίνετε, ἀναβαίνετε, ὅσο εἶναι καιρός, εἰς τό Ὄρος Κυρίου, ἄς βαδίσουμ᾿  ἐμπρός χωρίς πισωγυρίσματα, νά ἀνεβαίνουμε ψηλά, πρός τό ἀνέσπερο ΦΩΣ. 

Ἐμπρός, λοιπόν, νά νεκρώσουμε τά βρωμερά μας Πάθη. Νά σταυρώσουμε τήν σάρκα σύν τοῖς Παθήμασι καί ταῖς ἐπιθυμίαις, ἐπιτελοῦντες ἁγιωσύνην ἐν φόβῳ Θεοῦ.

Ἐμπρός, λοιπόν, προθύμως ἄς ἀναβαίνουμε τίς θεῖες  ἀναβάσεις, καί, μέ καθαρή καρδιά, γεμᾶτη Καλωσύνη, ἄς κάνουμε «Πρᾶξι» τήν Ἐσταυρωμένη ΑΓΑΠΗ καί ἡ ψυχή μας ἀκατάπαυστα ἄς ᾎδει ἀγαλλομένη, καινές ᾠδές, ὕμνους Εὐχαριστίας  εἰς τόν ΛΥΤΡΩΤΗ, διότι Χάρις εἰς Αὐτόν φθάνουμε εἰς τήν Κορυφή τῆς Κλίμακος τῶν ἀρετῶν, ἐκεῖ ὅπου μᾶς περιμένει ὁ στεφοδότης, ὁ Θεός τῆς Ἀγάπης, Ο ΧΡΙΣΤΟΣ.

 



Πέμπτη 27 Μαρτίου 2025

Ο ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΣΙΝΑΙΤΗΣ

 


Ὁ Συγγραφεύς «τῆς Κλίμακος τῶν Ἀρετῶν»

Δέν εἶναι ὑπερβολή, ἄν ποῦμε, ὅτι ζοῦμε σέ μιά ἐξωφρενική ἐποχή, μιά ἐποχή ἀνατροπῆς τῆς Ἱεραρχίας τῶν Ἀξιῶν (τῶν Ἀρετῶν), κατά τήν ὁποίαν οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι ἀπομακρύνονται ἀπό τόν Ἕνα καί Μόνον Ἀληθινόν Θεόν καί λατρεύουν τόν Βόρβορο, τόν Διάβολον, τόν Μαμωνᾶ, τό Χρῆμα.

Εἶναι γεγονός, ὅπως σωστά λέγει ὁ Σαίξπηρ, πώς «ζοῦμε σέ μιά ἐποχή, πού τό νά βλάψῃς ἄλλον εἶναι πρᾶξι ἐπαινετή, καί ὅταν κάνῃς τό καλό, οἱ πιό πολλοί σέ παίρνουν γιά τρελλό». 

   ἀνθρωπότης, δυστυχῶς,  ὁδεύει ὁλοταχῶς, πρός τήν ἄβυσσον τῆς αἰώνιας Ὀδύνης. Οἱ ἄνθρωποι, μακράν τοῦ Θεοῦ, κυριεύονται ἀπό τά Πάθη καί τίς Κακίες τους, ἀπό τόν Ἐγωϊσμό, ἀπό τήν ἀλαζονία τοῦ βίου. Δέν ἔχουν καθαρή καρδιά, γεμᾶτη Καλωσύνη. Δέν ἔχουν Ταπείνωσι οὔτε τέλεια Ἀγάπη. Δέν ἔχουν ἴχνος εὐσπλαγχνίας  πρός τόν Πλησίον. Κλείνουν τήν καρδιά τους στό Χριστό.

Ὑψώνουν σέ Θεότητες, ΤΟΝ ΕΑΥΤΟΥΛΗ ΤΟΥΣ, τήν Καλοπέρασί τους, σέ βάρος τῶν συνανθρώπων τους. Εἶναι Ὑπερήφανοι, 'Aλαζόνες καί 'Aπάνθρωποι.

ΛΑΤΡΕΥΟΥΝ  τίς Ἡδονές τοῦ βίου τούτου, τή λάσπη, τό ἄκοπον κέρδος καί,  στό διάβα τους σπέρνουν συμφορές, σκορπίζουν τό ΘΑΝΑΤΟ. Ἀνάβουν φωτιές καί καῖνε τούς συνανθρώπους τους καί πάνω στήν τέφρα τους κάνουν Θρίαμβο. ΦΘΑΝΟΥΝ  εἰς τό ἄκρον ἄωτον τῆς ἀναλγησίας, εἰς   τό ἀποκορύφωμα   Παραφροσύνης.

Σύγχρονα παραδείγματα: Οἱ ἀγριότητες τῶν Τζιχαντιστῶν, τό ISIS, οἱ σκοτωμοί στή Συρία, οἱ συνεχεῖς καί ἀτρόπαιες Βαρβαρότητες τῶν Τούρκων, πού δέν ἐξανθρωπίζονται, κλπ. Ἡ σημερινή ἀνθρωπότης, δυστυχῶς, «ὡς ἀγέλη χοίρων πολλῶν βοσκομένη» (Ματθ. η΄30), ὁρμᾷ  κατά τοῦ κρημνοῦ εἰς τήν θάλασσαν πρός ἀποπνιγμόν»(Ματθ. η΄32).

Παρ᾿ ὅλα αὐτά ὁ Πανάγαθος Θεός, εὐσπλαγχνίζεται τά πλάσματά Του καί, παντοιοτρόπως,  μᾶς καλεῖ εἰς Μετάνοιαν. Ἡ ἀνθρωπότης, κατά καιρούς ὑφίσταται φοβερές Πληγές-Δοκιμασίες, ἐξ αἰτίας τῶν ἁμαρτιῶν μας, ἀλλά , δυστυχῶς, κωφεύουμε στίς προσκλήσεις αὐτές τῆς Ἀγάπης Του καί δέν μετα-νοοῦμεν. Ὁ Φιλάνθρωπος, ὅμως, Θεός, μακροθυμεῖ καί  περιμένει τήν ἐπιστροφήν ὅλων, καί Ἐκείνων, πού συνεχίζουν νά ἀπομακρύνονται  καί νά ζοῦν μακράν, «ἀπό τήν Πηγήν τοῦ Ζῶντος Ὕδατος, ἀπό τήν Πηγήν τῆς Ζωῆς», «ἐν τόπῳ ἐρήμῳ καί ἀβάτῳ καί ἀνύδρῳ». Στήν Ἀποκάλυψι, ὁ Ἰωάννης ἀναφέρει ὅτι «οἱ ὑπόλοιποι ἀπό τούς ἀνθρώπους, πού δέν σκοτώθηκαν ἀπό τίς Πληγές  ἀπό τίς Δοκιμασίες αὐτές, δέν μετενόησαν ἀπό τά ἔργα τῶν χεριῶν τους, ὥστε νά παύσουν νά προσκυνοῦν τά δαιμόνια, τά είδωλα τά χρυσᾶ καί τά ἀργυρᾶ καί τά χάλκινα, τά πετρινα καί τά ξύλινα, τά ὁποῖα οὔτε νά βλέπουν μποροῦν οὔτε νά ἀκούουν οὔτε νά περιπατοῦν. Οὔτε μετενόησαν ἀπό τούς φόνους τους ἀπό τίς μαγεῖες τους οὔτε ἀπό τήν πορνεία τους οὔτε ἀπό τίς κλοπές τους» (Ἀποκ. θ΄ 20-21).

Οἱ δύστυχοι αὐτοί συνανθρωποί μας παραμένουν ἄπιστοι, δειλοί, ἀμετανόητοι, βδελυροί, βρωμιάρηδες, φονιάδες, πόρνοι, μάγοι, εἰδωλολάτρες, καί ὅλοι οἱ Ψεῦστες. Δέν μετανοοῦν, μολονότι γνωρίζουν τό φρικτό τέλος τους. Διότι ὁ Μακρόθυμος, ἀλλά Δικαιοκρίτης Κύριος ἀποκαλύπτει ὅτι «ἡ θέσις ὅλων αὐτῶν θά εἶναι εἰς τήν λίμνην, πού καίγεται μέ φωτιά καί θειάφι, πού σημαίνει ὅτι τό Τέλος τους θά εἶναι ὁ δεύτερος θάνατος, ὁ αἰώνιος θάνατος»(πρβλ. Ἀποκ. κα΄ 8).

 ΕΙΝΑΙ, ὅμως, ἀλήθεια ὅτι παρά τήν πώρωσι καί τήν ἀναλγησία μας, ὁ Θεός, ὡς Φιλάνθρωπος καί Οἰκτίρμων ΜΑΚΡΟΘΥΜΕΙ. Καί «Ἵσταται ἐπί τήν θύραν καί κρούει...»(Ἁποκ. γ΄20). Κρούει τήν θύραν καί περιμένει τήν ἐπιστροφήν τῶν πεπλανημένων, διότι «πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι καίς εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν»(Α΄Τιμόθ. β΄4). Δι᾿  αὐτόν ἀκριβῶς τό λόγο καί ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία προβάλλει, κατά τήν κατανυκτική περίοδο τοῦ Τριωδίου, πρότυπα Ἁγίας Ζωῆς, πρός Μίμησιν. Μετά τήν Προσκύνησιν τοῦ Τιμίου καί Ζωοποιοῦ Σταυροῦ καί τήν Μελέτην τῆς Θυσίας τοῦ Κυρίου μας 'Ιησοῦ Χριστοῦ, μᾶς καλεῖ ἡ Ἐκκλησία, νά ἐννοήσωμεν τό Βαθύτερο νόημα τῆς Θυσίας τοῦ Κυρίου καί, εἰλικρινά μετανοιωμένοι, νά ἀκολουθήσουμε τά ματωμένα Χνάρια τοῦ ΧΡΙΣΤΟΥ, νά ἐγκολπωθοῦμε τό Εὐαγγέλιον τῆς Ἀγάπης Του, καί, μέ Πνεῦμα Αὐταπαρνήσεως καί Αὐτοθυσίας νά κάνουμε «Πρᾶξι», στήν καθημερινή μας ζωή τήν ΚΑΙΝΗΝ ΕΝΤΟΛΗΝ. Δηλαδή: Νά στεριώσουμε στήν Πίστι καί ἀκολουθοῦντες τόν Χριστόν ταπεινά, μέ καθαρή καρδιά γεμᾶτη Καλωσύνη, νά ἀφήσουμε τίς Πονηριές καί νά ἀγαπήσουμε ὁ Ἕνας τόν Ἄλλον, ὅπως ὁ Χριστός μᾶς ἀγάπησε, μέχρι Σταυροῦ καί Θανάτου.

Τήν Δ΄ Κυριακήν τῶν Νηστειῶν, προβάλλει πρός Μίμησιν, τόν Ἅγιον Ἰωάννην τόν Σιναῒτην, τόν συγγραφέα «τῆς Κλίμακος τῶν Ἀρετῶν. Ὅ Ἅγιος Ἰωάννης γεννήθηκε γύρω στό ἔτος 528.  Ἀπό τήν τρυφερή του ἀκόμη  ἡλικία, πίστεψε στό Χριστό  καί ἀγάπησε τήν πνευματική ζωή.  Σπούδασε τήν ἐγκύκλιον σοφίαν. Σέ ἡλικία δέκα ἕξι ἐτῶν ἀνεχώρησε  ἀπό τόν κόσμον, μετέβη εἰς τό Ὄρος Σινᾶ. Προσέφερε τόν ἑαυτόν του εἰς τόν ΧΡΙΣΤΟΝ. Πέθανε, γιά τόν κόσμον καί τά κοσμικά καί ἔγινε Μοναχός. Συνειδητοποίησεν ὅτι τά γήϊνα ὅλα εἶναι φθαρτά, «πάντα σκιᾶς ἀσθενέστερα καί πάντα ὀνείρων ἀπατηλότερα», τά πάντα ματαιότης. Διάλεξε τήν ἀσκητική ζωή. Μέ ἄκρα Ταπείνωσι Ὑπετάγη εἰς ἕνα Ἅγιον Γέροντα Πνευματικόν, τόν π. Μαρτύριον, ἀπό τόν ὁποῖον καί ἐδιδάχθη τήν πνευματικήν ζωήν καί τήν ἄσκησιν καί ὑπηρέτησε τόν Πνευματικόν του ἐπί δεκαεννέα χρόνια. Διακρίθηκε, γιά τήν προκοπή του σέ ὅλες τίς χριστιανικές Ἀρετές. Καί μετά τήν Κοίμησιν τοῦ Γέροντός του ἀνεχώρησε εἰς ἔρημον τόπον, πού λεγόταν  Θολᾶς. Στήν ἔρημον αὐτήν ἔζησε τεσσαράκοντα ἔτη. Ἀγάπησε τήν Ἄσκησι καί τήν ἡσυχίαν. Γύμναζε τόν ἑαυτόν του εἰς εὐσέβειαν. Σταύρωσε τήν σάρκα σύν τοῖς παθήμασι καί ταῖς ἐπιθυμίαις. Διακρίθηκε ὡς ὑπόδειγμα  Ἁγίας ζωῆς. Σέ προκεχωρημένην ἡλικίαν ἐξελέγη Ἡγούμενος τῆς Μονῆς. Καί πρός τό τέλος τῆς ζωῆς του ἀνεχώρησε καί πάλιν εἰς τήν ἐρημίαν καί ἐκοιμήθη τό ἔτος 603. Ἡ Ἑκκλησία ἑορτάζει τή μνήμη του τίς 30 Μαρτίου, ἀλλά καί τήν Δ΄ Κυριακήν τῶν Νηστειῶν καί τόν προβάλλει ὡς Πρότυπον Ἁγίας Ζωῆς.

Πράγματι ἀπό τό Ὄρος ΣΙΝΑ, ὁ Ἅγιος  εἰς τόν σύγχρονον, τόν τεχνοκράτην ἄνθρωπον, πού ζῆ «ἀσώτως», μακράν τοῦ Θεοῦ, διαμηνύει τήν Ὁδόν τῆς ὄντως ζωῆς. Ὑπῆρξε ζωντανό Παράδειγμα ἐγκρατείας, τελείας Ἀγάπης στό Θεό καί στόν Πλησίον. Παράδειγμα ἀναχωρήσεως ἀπό τό ΚΑΚΟΝ καί τήν ἁμαρτίαν. Παράδειγμα ἁγνότητος, ἀσκήσεως καί πνευματικῆς τελειώσεως, ὄχι μόνον γιά τούς Μοναχούς, ἀλλά, γιά κάθε Χριστιανό.

Ὑποδεικνύει τήν Ὁδόν τῆς νεκρώσεως τῶν Παθῶν. Διδάσκει τό· «Εὐσεβῶς  ζῆν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ», τό «ζῆν καθώς πρέπει ἁγίοις» , νά κάνουμε «πρᾶξι» τήν τελείαν Ἀγάπην.

ΔΙΑΚΗΡΥΣΣΕΙ, μέ τήν ἁγίαν του ζωή καί τό λόγο του, ὄτι «Ἄν θέλῃ, ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ, νά καθαρίσῃ τόν ἑαυτόν του ἀπό παντός μολυσμοῦ σαρκός καί πνεύματος, καί νά ἐπιτελῇ ἁγιωσύνην ἐν φόβῳ Θεοῦ»(Β΄ Κορινθ. ζ΄1).

ΔΙΑΚΗΡΥΣΣΕΙ ὅτι «ἌΝ θἐλῃ, μπορεῖ νά μετουσιώσῃ τήν σάρκα, σέ πνεῦμα καί νά φθάσῃ τήν κορυφή τῆς τελειότητος, νά φθάσἡ Ψηλά, στό Γολγοθᾶ, στό Θεό. ἌΝ θέλῃ, μπορεῖ «νά κρατήσῃ, ὅ ἔχει, ἵνα μηδείς λάβῃ τόν στέφανον αὐτοῦ» (Ἀποκ. γ΄11).

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναῒτης νικοῦσε, συνεχῶς, εἰς τόν ἀγῶνα του »ἐν Χριστῷ». ΣΥΝΕΠΩΣ καί ὁ Καθένας  ἀπό μᾶς ἌΝ ΘΕΛῌ, ΜΠΟΡΕΙ. Μποροῦμε νά νικῶμεν τό ΚΑΚΟΝ καί τήν Ἁμαρτίαν κατά τήν ἀνοδικήν μας Πορείαν ἀπό γῆς πρός οὐρανόν. Ἀθλοῦντες νομίμως μποροῦμε, ἄν θέλουμε ἐν ΧΡΙΣΤῼ , νά ἀνέβουμε τήν Κλίμακα τῶν Ἀρετῶν, ἀπό γῆς πρός οὐρανόν καί νά φθάσουμε ἐκεῖ, ὅπου μᾶς περιμένει ὁ Κύριος «ἵνα λάβωμεν τόν τῆς δικαιοσύνης στέφανον, τόν ἀληθινόν στέφανον, ὅν ἀποδώσει ὁ Κύριος, ὁ δίκαιος Κριτής, ἐν ἐκείνῃ τῇ Ἡμέρᾳ, πᾶσι τοῖς ἠγαπηκόσι τήν Ἐπιφάνειαν Αὐτοῦ» (πρβλ. Β΄Κορινθ. δ΄8).

 Ἅγιος Ἰωάννης ἔγραψε τήν, ὄντως, θαυμασίαν «Κλίμακα τῶν Ἀρετῶν», ἡ ὁποία ἔγινε καθημερινή τροφή, γιά τούς Μοναχούς, γιά τούς ὁποίους καί γράφθηκε, ἀλλά μπορῶ νά πῶ ὅτι ἡ μελέτη τῆς Κλίμακος μπορεῖ  νά βοθήσῃ ὅλους τούς Χριστιανούς νά ζοῦν «καθώς πρέπει ἁγίοις». Μπορεῖ νά ἀποτρέψῃ τούς ἀνθρώπους ἀπό τήν Ὁδόν τῆς κακῆς ἀλλοιώσεως καί νά  τούς βοηθήσῃ νά ἀκολουθήσουν τήν Ὁδόν τῆς καλῆς ἀλλοιώσεως καί νά φθάσουν εἰς τήν ἀκρώρειαν τῶν χριστιανικῶν ἀρετῶν.

Ὁ Ἰωάννης παριστάνει τά στάδια τῆς πνευματικῆς τελειώσεως σέ τριάντα (30) κεφάλαια. Τό πρῶτον στάδιον τῆς πνευματικῆς ζωῆς ὄχι μόνον τοῦ Μοναχοῦ, ἀλλά, κατά τήν γνώμην μου, καί κάθε πιστοῦ εἶναι ἡ ἀποταγή, «ἡ ξενιτεία», ἡ ἀναχώρησις ἀπό τό ΚΑΚΟΝ καί τήν ἁμαρτίαν, ἡ Ἔξοδος ἀπό τήν Βαβυλῶνα.

Ὕστερα ὁ Ἅγιος περιγράφει τόν ἀγῶνα τῶν πιστῶν, μεταξύ τῶν ἀρετῶν καί τῶν Κακιῶν, πού συναντᾶμε στήν ἀνοδική μας Πορεία ( Περί ἀποταγῆς τοῦ ματαίου βίου, περί τῆς ἐν τῷ κόσμῳ λύπης, περί ξενιτείας, περί ὑπακοῆς, Μετανοίας, Μνήμης θανάτου(Κεφ,1-6). Ἐν συνεχείᾳ ἀναφέρεται εἰς τό καθάρσιον, τό χαροποιόν πένθος, τήν ἀοργησίαν καί πρᾳότητα, Μνησικακία, καταλαλιά, τήν πολυλογία καί σιωπή καί τά τοιαῦτα (Κεφ. 7-26). Στά τελευταία κεφάλαια περιγράφει τήν τελείωσιν διά τῆς ἱερᾶς σώματος καί ψυχῆς ἡσυχίας, περί τῆς μητρός τῶν ἀρετῶν  Προσευχῆς, περί  ἀπαθείας καί τελειότητος καί τελειώνει, μέ τόν σύνδεσμον τῆς ἐναρέτου Τριάδος ἐν ἀρεταῖς πίσεως, ἐλπίδος καί  ἀγάπης, ὅτι ὁ Θεός ἀγάπη ἐστί. καί ὁ μένων ἐν τῇ ἀγάπῃ ἐν τῷ Θεῷ μένει καί ὁ Θεός ἐν αὐτῷ». Στήν κορυφήν τῆς Κλίμακος τοποθετεῖ τήν ἀγάπην, τόν Χριστόν, ὁ ὁποῖος περιμένει τήν ἐπιστροφήν μας καί εἶναι ἕτοιμος νά στεφανώσῃ, μέ τόν τῆς δικαιοσύνης στέφανον.

ΕΙΘΕ νά ἀξιωθοῦμε πάντες νά λάβωμεν τόν στέφανον τῆς δόξης καί νά σταθοῦμε κοντά στό Θεό καί νά Τόν ὑμνοῦμεν αἰωνίως μετά τῶν Ἀγγέλων καί πάντων τῶν Ἀγίων.ΑΜΗΝ.




Δευτέρα 24 Μαρτίου 2025

ΔΙΠΛΗ ΓΙΟΡΤΗ

 




         ΤΑ ΣΥΜΠΑΝΤΑ ΚΑΙ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΓΙΟΡΤΑΖΟΥΝ

 Ὁ ἀνθρώπινος λόγος δέν μπορεῖ νά ἐκφράσῃ καί περιγράψῃ τά μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ. Ὁ Πανάγαθος καί φιλάνθρωπος Θεός, ὡς στοργικός Πατέρας, παρακολουθεῖ τά πλάσματά Του, τήν κορωνίδα τῆς Δημιουργίας Του, καί πικραίνεται γιά τήν κατάντια μας, μακρυά Του. Ἀφήσαμε τή θαλπωρή, τή ζεστασιά τῆς Πατρικῆς Ἑστίας, ἐγκαταλείψαμε τόν Πατέρα τῆς στοργῆς, τήν Πηγήν τοῦ ζῶντος Ὕδατος καί ὑποφέρουμε μακρυά Του, ὀρύσσοντες λάκκους συντετριμμένους, οἵ οὐ δυνήσονται ὕδωρ συνέχειν. Χωρίς Ἀγάπη, χωρίς θεόν, χωρίς νόημα, χωρίς σκοπό, σωρεύουμε στή ζωή μας συμφορές. Δέν θέλει ὁ Θεός νά βασανιζώμαστε, νά ὑποφέρουμε, κατάκοιτοι στή Χώρα καί τή σκιά τοῦ Θανάτου καί ἀποφασίζει νά μᾶς ἀνασύρῃ ἀπό «τήν ἰλύν βυθοῦ», εἰς τήν ὁποίαν ἔχουμε ἐμπαγῆ. «Καί ὅτε ἦλθε τό πλήρωμα τοῦ χρόνου ἐξαποστέλλει ὁ Θεός τόν Υἱόν Αὐτοῦ γενόμενον ἐκ γυναικός, γενόμενον ὑπό νόμον, ἵνα τούς ὑπό νόμον ἐξαγοράσῃ, ἵνα τήν υἱοθεσίαν ἀπολάβωμεν»(Γαλάτ. δ΄4-5). Εἷναι ἄπειρη ἀγάπη ὁ Θεός. Ἐμεῖς, τά πλάσματά Του, δέν κατανοήσαμε τήν τιμήν τοῦ «κατ’εἰκόνα», ξεπέσαμε ἀπό τό ὕψος τῆς τιμῆς καί ὁμοιωθήκαμε μέ τά ἀνόητα κτήνη καί φθάσαμε στήν ἐσχάτην ἐξαθλίωσι. «Ὁ Οὐράνιος Πατέρας μας ὅμως μᾶς ἀγάπησε τόσον, ὥστε τόν Υἱόν αὐτοῦ τόν Μονογενῆ ἔδωκε, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτόν μή ἀπόληται, ἀλλ’ ἔχῃ ζωήν αἰώνιον»( Ἰωάν. γ΄15-16). Τήν 25ην Μαρτίου ἑορτάζουμε  τήν ἀποκάλυψιν τοῦ «χρόνοις αἰωνίοις σεσιγημένου Μυστηρίου, τοῦ ἀποκεκρυμμένου ἀπό τῶν αἰώνων ἐν τῷ Θεῷ»(Ρωμ. ιδ΄24. Ἐφεσ.γ΄9). Ἀποστέλλει ὁ Θεός τόν Ἀρχάγγελον Γαβριήλ στή Ναζαρέτ τῆς Γαλιλαίας, εἰς τήν ἁγνήν καί ἄσπιλον Παρθένον Μαριάμ, «τήν μόνην εν γυναιξίν εὐλογημένην καί καλήν», καί τῆς ἀναγγέλλει ὅτι θά γεννήσῃ τόν Υἱόν τοῦ Θεοῦ ἐκ πνεύματος Ἁγίου καί τῆς λέγει: «Χαῖρε, κεχαριτωμένη·  ὁ Κύριος μετά σοῦ· εὐλογημένη σύ ἐν γυναιξίν», καί τῆς ἐξηγεῖ τό Πῶς λέγων: «Πνεῦμα ἅγιον ἐπελεύσεται ἐπί σέ καί δύναμις ὑψίστου ἐπισκιάσει σοι· διό καί τό γεννώμενον ἅγιον κληθήσεται υἱός Θεοῦ...ὅτι οὐκ ἀδυνατήσει παρά τῷ Θεῷ πᾶν ρῆμα. Εἶπε δέ Μαριάμ· ἰδού ἡ δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι κατά τό ρῆμά σου· καί ἀπῆλθε ἀπ’ αὐτῆς ὁ ἄγγελος»(Λουκ. α΄28 ἑξ.).


Μέγα τό Μυστήριον τῆς Οἰκονομίας τοῦ Θεοῦ, γιά τή Λύτρωσι τοῦ Γένους τῶν ἀνθρώπων. Ἐνεξιχνίαστες, ἀνεξερεύνητες οἱ Βουλές Αὐτοῦ. Τό Πῶς καί τό Γιατί, ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, γίνεται υἱός ἀνθρώπου, εἶναι ὑπέρλογον Μυστήριον, ξένον καί παράδοξον. Δέν εἶναι ἀντικείμενον διεξεργασίας τοῦ ἀνθρωπίνου Νοῦ, ξεπερνάει τή λογική μας ἱκανότητα. Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος λέγει ὅτι «Μυστήρια Θεοῦ ἐρευνῶντες, παραπληκτήσωμεν», θά τρελλαθοῦμε. Τό βέβαιον εἶναι ὅτι ἔρχεται ὁ ΧΡΙΣΤΟΣ καί μᾶς ἐλευθερώνει ἀπό ΤΗ ΔΟΥΛΕΙΑ ΤΗΣ ΑΜΑΡΤΙΑΣ. Μᾶς ἀνασύρει ἀπό «τήν ἰλύν βυθοῦ»  καί μᾶς ὁδηγεῖ εἰς τόπον ἀναψυχῆς, «ἐπί ζωῆς Πηγάς Ὑδάτων». Καί μέ ἕνα λόγο· ΤΑ ΣΥΜΠΑΝΤΑ ΣΗΜΕΡΟΝ ΠΑΝΗΓΥΡΙΖΟΥΝ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΝ,ΠΟΥ ΜΑΣ ΧΑΡΙΖΕΙ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ, Τήν ἐλευθερίαν ἀπό τόν ζυγόν τῆς ἁμαρτίας, ΔΙΑ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ, ἡ ὁποία γίνεται ἡ ΚΛΙΜΑΞ  δι’ ἧς κατέβη ὁ Θεός καί ἡ ΓΕΦΥΡΑ ἡ μετάγουσα τούς ἐκ γῆς πρός Οὐρανόν.

Τό δικό μας ΧΡΕΟΣ εἶναι νά πιστέψουμε στό Θεό, νά ἀνοίξουμε τήν καρδιά μας στό Χριστό καί νά  ἐγκολπωθοῦμε τό Εὐαγγέλιον τῆς Ἀγάπης Του καί νά τό κάνουμε «Πρᾶξι» στήν καθημερινή μας ζωή. Νά λατρεύουμε, μέ τήν καρδιά μας, «ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ», λόγῳ καί ἔργῳ, τόν Χριστόν, διά τήν ἀνέκφραστον Αὐτοῦ συγκατάβασιν.

ΕΜΕΙΣ ὅμως οἱ ΕΛΛΗΝΕΣ  ΠΑΝΗΓΥΡΙΖΟΥΜΕ καί τήν ἀπελευθέρωσί μας ἀπό τήν ἐπάρατη Τουρκική Δουλεία.   400 Χρόνια δοῦλοι, ὑποφέραμε ἀποτρόπαια, ἀπερίγραπτα ΔΕΙΝΑ, κάτω ἀπό



ΒΑΡΒΑΡΟ ΖΥΓΟ τῶν ἀπίστων ΤΟΥΡΚΩΝ. Τήν 25ην Μαρτίου πανηγυρίζουμε τήν ἀποτίναξι τῆς Τουρκικῆς Δουλείας, μέ μοναδικά μας, τήν ΠΙΣΤΙ ΣΤΟ ΧΡΙΣΤΟ καί τήν ΑΓΑΠΗ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΝ ΤΗΣ ΠΑΤΡΙΔΟΣ. Στό δίκαιο ἀγῶνα μας, ΥΠΕΡΜΑΧΟΣ ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ ΣΤΑΘΗΚΕ Η ΜΕΓΑΛΟΧΑΡΗ, ἡ κεχαριτωμένη.

 


Ὁ Θεός βοήθησε τόν Νέον περιούσιον Λαόν του. Ὑπέγραψε τή ΛΕΥΤΕΡΙΑ ΜΑΣ. Μόνον, πού δυστυχῶς ἐμεῖς, ξεχάσαμε τίς Θυσίες τῶν ΗΡΩΩΝ προγόνων μας, τῶν ἀγωνιστῶν, αὐτῶν, πού ἔχυσαν τό αἷμα τους, «γιά τοῦ Χριστοῦ τήν πίστιν τήν ἁγίαν καί γιά τῆς Πατρίδος τήν ἐλευθερίαν, καί ἀσελγοῦμε στή μνήμη τους. Ποδοπατοῦμε τά ὅσια καί τά ἱερά τῆς Πατρίδος μας, τίς παραδόσεις καί τά Ἱδανικά, καταστρέφουμε τήν ΙΕΡΗ ΜΑΣ ΓΛΩΣΣΑ, τή γλῶσσα τοῦ Θεοῦ, τή γλώσσα τῆς ἁγίας Γραφῆς. Ἀκόμη καί αὐτοί πού εἶναι ἐντεταλμένοι νά φυλᾶνε τά ὍΣΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΙΕΡΑ, τά θυσιάζουν στό βωμό τῶν ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΩΝ, καί γιά νά κρατήσουν τή θεσούλα τους καί γιά τήν καλοπέρασί τους, ξεπουλᾶνε ὄχι μόνον τήν Ἑλλάδα μας, τήν κοιτίδα τοῦ πολιτισμοῦ, ἀλλά  ἀκόμη καί τή μάνα τους, «ἀντί πινακίου φακῆς». «ἀντί τριάκοντα ἀργυρίων».

 Τρίζουν τά κόκκαλα τῶν Προγόνων μας καί γεμίζουν πίκρα καί ἀγανάκτησι οἱ ψυχές τῶν γνησίων Ἑλλήνων, στήν προσπάθεια τῶν ἀντιχρίστων, μέ σκοπό νά ἀφανίσουν τόν ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ, στήν προσπάθειά τους νά σβύσουν ἀκόμη καί τό Ὄνομα «ΕΛΛΗΝ». Δέν πρέπει νά λεγώμαστε ΕΛΛΗΝΕΣ, ἀλλά Ελλαδίτες.  Τί ντροπή, Θεέ μου! ...

Δακρύζει ἡ Ὑπέρμαχος Στρατηγός τῶν Ἑλλήνων, ἡ Μεγαλόχαρη! Δακρύζουν ἀκόμη καί οἱ Εἰκόνες της!      

ΦΥΛΑΚΕΣ ΓΡΗΓΟΡΕΤΕ! ΝΥΝ ΥΠΕΤΡ ΠΑΝΤΩΝ ΑΓΩΝ!

 


 

 

Τετάρτη 19 Μαρτίου 2025

Ο ΣΤΑΥΡΟΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

 

                                         «ΟΠΛΟΝ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΔΙΑΒΟΛΟΥ».

 

«Τόν Σταυρόν Σου προσκυνοῦμεν, Δέσποτα, καί

τήν ἁγίαν Σου Ἀνάστασιν δοξάζομεν».

 

Εἰς τό μέσον τῆς Ἁγίας καί μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ὥρισαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες, νά προβάλλεται ὁ Τίμιος καί Ζωοποιός Σταυρός, εἰς προσκύνησιν. ΣΚΟΠΟΣ τῆς προβολῆς εἰς προσκύνησιν τοῦ Τιμίου Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ, εἶναι ἡ ἐνίσχυσις τῶν Πιστῶν, εἰς τόν πνευματικό τους ἀγῶνα κατά τοῦ Διαβόλου. Ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ, τό σημεῖον τοῦ Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου, εἶναι τό ΣΥΜΒΟΛΟΝ τῆς τελείας Ἀγάπης  τοῦ Θεοῦ, γιά τή Σωτηρία τοῦ Γένους τῶν ἀνθρώπων. Εἶναι τό Σύμβολον τῆς Νίκης καί τοῦ Θριάμβου τοῦ Μονογενοῦς Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ, τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, κατά τοῦ Διαβόλου, κατά τοῦ Κακοῦ καί τῆς Ἁμαρτίας.

Τό Ξύλον τῆς κατάρας, διά τῆς Θυσίας τοῦ Ἱησοῦ ἔγινε Ξύλον ΕΥΛΟΓΙΑΣ. Ὁ Χριστός γίνεται τό  ἀνώτατον Πρότυπον εἰς τόν ἀγωνιζόμενον ἄνθρωπον. Διά τῆς ΥΠΑΚΟΗΣ εἰς τό Θέλημα τοῦ Οὐρανίου Πατρός, ὁ Χριστός μᾶς ὁδηγεῖ Ψηλά, στό Γολγοθᾶ, στό Θεό.

Ἡ ΘΕΑ καί μόνον Τοῦ Τιμίου καί Ζωοποιοῦ Σταυροῦ, φέρει εἰς τήν μνήμην μας καί ζωντανεύει εἰς τήν καρδιά μας τήν ἐπώδυνη σταυρικήν Θυσίαν τοῦ Χριστοῦ, πού γίνεται ἄνθρωπος καί καταδέχεται νά Σταυρωθῇ Αὐτός, ὡς ἄνθρωπος, ἀντί ἡμῶν, νά σταυρωθῇ γιά ὅλους ἐμᾶς τούς ἁμαρτωλούς, ἐξ ἀπείρου Ἀγάπης, καί μέ τήν Θυσία Του, νά μᾶς διδάξη τί εἶναι ἀγάπη καί νά  μᾶς πῇ: «ΑΓΑΠΑΤΕ ΑΛΛΗΛΟΥΣ ΚΑΘΩΣ ΕΓΩ ΗΓΑΠΗΣΑ ΗΜΑΣ ΚΑΙ  ΥΜΕΙΣ ΑΓΑΠΑΤΕ ΑΛΛΗΛΟΥΣ» (Ἰωάν. ιγ΄34) καί νά μᾶς ὁδηγήσῃ εἰς εἰλικρινῆ Μετάνοιαν καί νά μᾶς ἐπανεισάγῃ  εἰς τόν Παράδεισον.

Η ΘΕΑ  καί μόνον τοῦ τιμίου καί ζωοποιοῦ Στυροῦ περιγράφει συνοπτικά ὁλόκληρον τό Εὐαγγέλιον τῆς Ἀγάπης καί μᾶς ἐνισχύει εἰς τόν πνευματικό μας ἀγῶνα. Μᾶς βοηθεῖ νά μή δειλιάσωμε, ἀλλά νά συνεχίσουμε τήν προσπάθεια πρός νέκρωσιν τῶν Παθῶν, «ἀφορῶντες  εἰς τόν τῆς Πίστεως ἀρχηγόν καί τελειωτήν Ἰησοῦν, ὅς ἀντί τῆς προκειμένης αὐτῷ χαρᾶς ὑπέμεινεν Σταυρόν, αἰσχύνης καταφρονήσας, ἐν δεξιᾷ τε τοῦ Θρόνου κεκάθηκεν» (Ἑβρ. ιβ΄2).



Η ΘΕΑ καί ἡ συνειδητή προσκύνησις τοῦ Τιμίου καί ζωοποιοῦ ΣΤΑΥΡΟΥ, μᾶς θυμίζει ὅτι «Οὐκ  ἄξια τά παθήματα τοῦ νῦν καιροῦ πρός τήν μέλλουσαν δόξαν ἀποκαλυφθῆναι εἰς ἡμᾶς» (Ρωμ. η΄18). ΖΩΝΤΑΝΕΥΕΙ μέσα στήν καρδιά μας τή Θυσία τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος «ἐγένετο ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δέ Σταυροῦ» (Φιλιπ β΄8). Ὁ Ἀναμάρτητος, γίνεται ὑπόδειγμα ὑπακοῆς, εἰς τόν Πατέρα, πρός μίμησιν.

 «Ἔπαθεν ὑπέρ ἡμῶν ἡμῖν ὑπολιμπάνων ὑπογραμμόν, ἵνα ἐπακολουθήσωμεν τοῖς ἴχνεσιν Αὐτοῦ» (Α΄ Πέτρ. β΄21).

Ἡ ΘΕΑ καί ἡ συνειδητή προσκύνησις τοῦ Τιμίου καί Ζωοποιοῦ Σταυροῦ, μᾶς ὑπαγορεύει «νά  νεκρώσουμε τά μέλη ἡμῶν τά ἐπί τῆς γῆς, πορνείαν, ἀκαθαρσίαν, πάθος, ἐπιθυμίαν κακήν καί τήν πλεονεξίαν, ἥτις ἐστίν εἰδωλολατρία»,ἁμαρτήματα, διά τά ὁποῖα «ἔρχεται ἡ ὀργή τοῦ Θεοῦ εἰς αὐτούς, πού συστηματικά καί μέ λυσσώδη μανίαν ἀπειθοῦν» (Κολοσ. γ΄5). Ὁ ΣΤΑΥΡΟΣ μᾶς καθοδηγεῖ, νά συνεχίσουμε  τόν ἀγῶνα, γιά τήν πνευματική μας τελείωσι, νά ἀθλήσουμε νομίμως, εἰς τό Στάδιον τῶν πνευματικῶν ἀγώνων, «πάντοτε τήν νέκρωσιν τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ ἐν τῷ  σώματι περιφέροντες, ἵνα καί ἡ ζωή τοῦ Ἰησοῦ ἐν τῷ σώματι ἡμῶν φανερωθῇ» (Β΄Κορινθ. δ΄10).

Η ΘΕΑ καί ἡ συνειδητή προσκύνησις τοῦ Τιμίου καί ζωοποιοῦ Σταυροῦ, χαράσσει εἰς τήν ψυχή καί τή ζωή μας, Ἕνα Νέον δρόμον, τήν Ὁδόν τῆς ΥΠΑΚΟΗΣ εἰς τό Θέλημα τοῦ Πατρός,  τήν καθ '  ὑπερβολήν Ὁδόν τῆς τελείας Ἀγάπης πρός τόν Θεόν καί πρός τόν Πλησίον. Μᾶς ὁδηγεῖ σέ ἕνα νέο τρόπον σκέψεως καί ζωῆς. Μᾶς ὑπαγορεύει τήν Καινήν Ἐντολήν(Ἰωάν. ιγ΄34), ὥστε νά μάθωμεν, καθημερινά, νά ἀγαπῶμεν ὅ Ἕνας τόν Ἄλλον, ὅπως ὁ Χριστός μᾶς ἀγάπησε, μέχρι Σταυροῦ καί Θανάτου.

Η ΘΕΑ καί ἡ συνειδητή προσκύνησις τοῦ Τιμίου καί Ζωοποιοῦ Σταυροῦ, ὁδηγεῖ τούς Μαθητάς τοῦ Χριστοῦ εἰς τήν Σταύρωσιν τῆς σαρκός. «Οἱ δέ τοῦ Χριστοῦ τήν σάρκα ἐσταύρωσαν σύν τοῖς παθήμασιν καί ταῖς ἐπιθυμίαις» (Γαλάτ. ε΄ 24). Ο ΣΤΑΥΡΟΣ μᾶς  βοηθεῖ νά πλησιάσουμε, μέ ἄσκησι, νῆψι, ἐγρήγορσι καί ἀδιάλειπτη Προσευχή  τόν Κύριον, νά σταθοῦμε κοντά Του, ὡς δένδρα καρποφόρα καί ἀειθαλῆ (Ψαλμ. α΄ 3), φέροντες τούς καρπούς τοῦ Πνεύματος, πού εἶναι « Ἀγάπη, Χαρά, Εἰρήνη, Μακροθυμία, Χρηστότης, Ἀγαθωσύνη, Πίστις, Πρᾳότης , Ἐγκράτεια»(Γαλάτ.ε΄22-23).      

Ἡ ΘΕΑ καί ἠ συνειδητή προσκύνησις τοῦ Τιμίου καί Ζωοποιοῦ, ἀποπνέει καί μᾶς ἐμπνέει τό Πνεῦμα τῆς Αὐταπαρνήσεως καί τῆς Αὐτοθυσίας. Συγχρόνως δέ μᾶς διδάσκει   ὅτι τό  φρόνιμα τῆς σαρκός εἶναι ἔχθρα εἰς Θεόν καί φέρει στήν ψυχή καί τή ζωή μας τόν θάνατον καί ζητεῖ ἀπό τούς πιστούς  νά ζοῦν κατά τάς ὑπαγορεύσεις ὄχι τῆς σαρκός, ἀλλά τοῦ Πνεύματος. Τονίζει δέ ὅτι  «τό φρόνιμα τοῦ Πνεύματος εἶναι Ζωή καί Εἰρήνη» (Ρωμ.η΄4-6).

Ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ εἶναι θεῖον καί ἀκαταμάχητον ὅπλον, εἶναι Δύναμις, πού μᾶς ἐνισχύει νά νικῶμεν τόν ἐχθρόν, ὄχι μόνον τόν κόσμον καί τόν Διάβολον, ἀλλά καί τόν μεγαλύτερον ἐχθρόν μας, τόν ΚΑΚΟΝ ΜΑΣ ΕΑΥΤΟΝ. Ὁ Σταυρός, μέ Σταυροφόρον τόν Χριστόν προπορεύεται καί μᾶς ΟΔΗΓΕΙ  ἀπό γῆς πρός οὐρανόν. Ἀνοίγει τίς Πῦλες τοῦ Οὐρανοῦ καί μᾶς ἐπανεισάγει, εἰς τόν παράδεισον, εἰς τήν Πατρικήν Ἑστίαν.



Ὁ ΧΡΙΣΤΟΣ, διά τοῦ Σταυροῦ, μᾶς ἐπισυνάγει εἰς τήν ζεστήν ἀγκαλιά  Του, «ὅν τρόπον ἐπισυνάγει ὄρνις τά νοσσία ἑαυτῆς ὑπό τάς πτέρυγας» (Ματθ.κγ΄37). Ο ΣΤΑΥΡΟΣ εἶναι τό αἴτιον τῆς Ἀναστάσεως ὁλοκλήρου τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως. Μέ τή Σταυρική Του Θυσία ὁ Κύριος ἐπαναφέρει τά πλανηθέντα πρόβατα εἰς τήν Ποίμνην Του, μέ σκοπόν νά ἀκούσουν τήν φωνήν Του καί νά γίνῃ Μία Ποίμνη, εἷς Ποιμήν» (Ἰωάν. ι΄16).

ΣΥΝΕΙΔΗΤΗ προσκύνησις τοῦ Τιμίου καί Ζωοποιοῦ Σταυροῦ σημαίνει Μίμησιν τῆς Ζωῆς τοῦ Ἰησοῦ. Μᾶς ὁδηγεῖ εἰς τά ματωμένα Χνάρια Του. Μᾶς ὑπαγορεύει νά «περιπατοῦμεν ἐν ἀγάπῃ», νά ζῶμεν «καθώς πρέπει ἁγίοις», ὅπως ὁ Χριστός, ἔτσι κι᾿  ἐμεῖς.»(πρβλ. Ἐφεσ. ε΄1-3).

 Ἡ Συνειδητή προσκύνησις τοῦ Τιμίου καί Ζωοποιοῦ Σταυροῦ, μᾶς ὁπλίζει μέ πίστι καί θάρρος, ὥστε μέ ὅπλον τόν Σταυρόν νά ἀντιμετωπίζουμε καί νά νικῶμεν πάντα Πειρασμόν. Νά πεθαίνουμε κάθε μέρα, γιά τό Χριστό καί τό Εὐαγγέλιον τῆς Ἀγάπης Του. Νά θανατώνουμε τόν Κακόν μας Ἑαυτόν. Νά σηκώνουμε, μέ ἀγάπη  καί ὑπομονήν,   τόν προσωπικόν μας Σταυρόν καί τίποτε ἀπολύτως νά μή μπορῇ νά μᾶς χωρίσῃ ἀπό τήν ἀγάπην, πού ἔχει ὁ Χριστός σέ μᾶς, ἀλλά καί ἀπό τήν ἀγάπην, πού ὀφείλουμε νά ἔχουμε καί ἐμεῖς στόν ΛΥΤΡΩΤΗΝ, τόν Κύριόν μας, τόν Ἰησοῦν ΧΡΙΣΤΟΝ (πρβλ. Ρωμ. η΄35-39).

Ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής λέγει ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστός Σταυρώνεται συνεχῶς, γιά τή σωτηρία μας: «Δι᾿  ἡμᾶς  ἀεί  τοῦτο ποιεῖ καί πάσχει, ὡς  πάντα γινόμενος ἵνα σώσῃ τούς πάντας». Ἡ Ἐκκλησία μας  προβάλλει εἰς προσκύνησιν τόν Τίμιον Σταυρόν, καί μᾶς καλεῖ νά μιμηθοῦμε τόν Κύριον καί νά ἀκολουθήσωμε τά ματωμένα Χνάρια Του. Μᾶς διδάσκει νά ἀγωνιζώμαστε, τόν Καλόν Ἀγῶνα, μέ ὅπλον τόν Τίμιον Σταυρόν. Μᾶς ὑπαγορεύει νά ἀκολουθοῦμε τόν Ἀρνίον, ὅπου ἄν ὑπάγῃ, γιά νά γίνουμε θεοί κατά Χάριν καί υἱοί Ὑψίστου πάντες.  Νά προσέχουμε εἰς τόν Ἑαυτόν μας καί νά μήν ξεχνᾶμς ποτέ ὅτι ὁ Θεός θέλει νά εἴμαστε ταπεινοί καί νά Τόν πλησιάζουμε μέ καθαρή καρδιά γεμᾶτη Καλωσύνη. Αὑτό σημαίνει συνειδητή προσκύνησις τοῦ Τιμίου καί Ζωοποιοῦ Σταυροῦ.   Στόν Ταπεινόν καί ἡσύχιον τῇ καρδίᾳ  ἀναπαύεται ὁ Θεός. Ζητεῖ δέ ἀπό ὅλους ἔλεον καί οὐ Θυσίαν. Ἡ ΟΥΣΙΑ τῆς Σταυρικῆς Θυσίας εἶναι ἡ Ἀγάπη στήν «Πρᾶξι». Βδελύσεται τίς ψευτιές καί τίς ὑποκρισίες καί φιλήματα, σάν τοῦ Ἰούδα. Θέλει γνησιότητα, ἐντιμότητα, εἰλικρίνεια. Θέλει νά Τόν  λατρεύουμε μέ τήν καρδιά μας, ὄχι μέ τά χείλη. Ἡ Σταυροπροσκύνησις θέλει νά γίνεται «ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ». Γιά νά ἐπιτύχουμε στόν ἀγῶνα μας αὐτόν μᾶς προσφέρει ὅπλον ἀκαταμάχητον, τόν Τίμιον Σταυρόν.

Ὁ Ἱερός Δαμασκηνός, τονίζει τή Δύναμι καί τή χάρι τοῦ Σταυροῦ, στόν Πνευματικό μας ἀγῶνα καί ψάλλει :                                                      

«Κύριε, ὅπλον κατά τοῦ διαβόλου,  τόν Σταυρόν Σου ἡμῖν δέδωκας· φρίττει γάρ καί τρέμει, μή φέρων καθορᾶν αὐτοῦ τήν δύναμιν· ὅτι νεκρούς ἀνιστᾷ καί θάνατον κατήργησε. Διά τοῦτο προσκυνοῦμεν τήν ταφήν ΣΟΥ καί τήν ΕΓΕΡΣΙΝ» ( Ὕμνος πλαγ. Δ΄ ἤχου).

Πραγματικά ὁ Κύριος «ἐπάτησε θανάτῳ τόν θάνατον» καί «κατήργησε τόν κράτος ἔχοντα τοῦ Θανάτου, τούτέστι τόν Διάβολον» ( Ἑβρ. β΄14). Κατήργησε καί τά διαβολικά τεχνάσματα, τήν Ὑποκριτικήν  καί   τήν ἐσχηματισμένην   εὐσέβειαν καί ἔδωκε τόν Σταυρόν Του, εἰς τούς Πιστούς, ὡς ἀείτητον Ὅπλον. Ζητεῖ ἁπό ὅλους τούς πιστούς μόνον τήν Ἀγάπην, ὅπως μᾶς τήν δίδαξε μέ τήν Σταυρικήν Του θυσίαν καί τήν Ἀνάστασίν Του. Διότι ὁ Θεός εἶναι Ἀγάπη, Καλωσύνη .  Προσκυνοῦντες τόν Τίμιον καί Ζωοποιόν Σταυρόν, ὁμολογοῦμεν ὅτι λατρεύουμε τόν Κύριον μέ τήν καρδιά μας καί ὅτι ἀγαπῶμεν τόν πλησίον μας ὡς ἑαυτόν.

Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ὁ Θεός ἐλέησον ἡμᾶς καί ἀξίωσον ἡμᾶς μέ καθαρή καρδιά γεμάτη Καλωσύνη,  νά προσκυνήσουμε τόν Τίμιον Σταυρόν Σου καί δυνάμει τοῦ Σταυροῦ νά συνεχίσουμε τόν  πνευματικόν μας ἀγῶνα καί νά ἀξιωθοῦμε νά προσκυνήσωμεν καί τήν Αγίαν Σου ΑΝΑΣΤΑΣΙΝ. Ἀμήν.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Δευτέρα 10 Μαρτίου 2025

Εἰς τήν Β΄ Κυριακή τῶν Νηστειῶν

 

 

Ο  ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ, ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ,

 Ο ΠΑΛΑΜΑΣ

ΠΡΟΤΥΠΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΙΣΤΕΩΣ ΚΑΙ ΖΩΗΣ.




«Φωτός λαμπρόν κήρυκα νῦν ὄντως  μέγαν

Πηγήν φάους ἄδυτον ἄγει πρός φέγγος».

 

 Ἅγιος Γρηγόριος  Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, ὁ Παλαμᾶς, πραγματικά, ὑπῆρξε μέγας κῆρυξ τοῦ λαμπροῦ φωτός, υἱός τοῦ θείου καί ἀνεσπέρου Φωτός, ἀληθής ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, θαυμαστός ὑπηρέτης καί λειτουργός τῶν Θείων καί τῆς Ὀρθοδοξίας Φωστήρ.

Ἡ Ἐκκλησία ἑορτάζει τήν μνήμην του τήν Β΄Κυριακή τῶν Νηστειῶν, ὡς μίαν δευτέραν Κυριακήν τῆς Ὀρθοδοξίας, διότι ὁ Ἅγιος Γρηγόριος, ὁ Παλαμᾶς ὑπῆρξε εἰς τήν ζωήν του ἄριστον Πρότυπον Ὀρθοδόξου Πίστεως καί ζωῆς.

 Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος γεννήθηκε εἰς τήν Βασιλεύουσαν τῶν Πόλεων, εἰς τήν Κωνσταντινούπολιν τῷ 1296 ἀπό εὐσεβεῖς γονεῖς, τόν Κωσταντῖνον Παλαμᾶν καί τήν Καλλονήν,  οἱ ὁποῖοι τόν ἀνέθρεψαν «ἐν παιδείᾳ καί νουθεσίᾳ Κυρίου».

Ὁ πατέρας του διεκρίθη, γιά τίς ἱκανότητές του καί ἐξελέγη ὑπό τοῦ Αὐτοκράτορος Ἀνδρονίκου Β΄ Συγκλητικός καί μέλος τῆς αὐτοκρατορικῆς Αὐλῆς.  Ὡς ἐκ τῆς θέσεως τοῦ πατρός του ὁ Ἅγιος Γρηγόριος μεγάλωσε εἰς τά ἀνάκτορα καί εἶχε τήν προστασίαν τοῦ Αὐτοκράτορος, ὁ ὁποῖος τόν προώριζε,γιά τά ὑψηλά ἀξιώματα. Ὁ νεαρός ὅμως Γρηγόριος «ἐκ κοιλίας μητρός ἡγιασμένος», Ἅγιος, ἀπό τήν τρυφερή του ἀκόμη ἡλικία, εἶχε ἐστραμμένον τόν Νοῦν καί τήν Καρδίαν του εἰς τόν Θεόν. Ζωντανόν Παράδειγμα, Ὑπόδειγμα ἀρετῆς, Πρότυπον Ὀρθοδόξου Πίστεως καί ἁγίας ζωῆς, γιά κάθε ἄνθρωπον, κυρίως δέ Πρότυπον ζωῆς, γιά  τούς Νέους. Διάλεξε τήν πνευματικήν, τήν ὀρθόδοξον καί ἁγίαν ζωήν. Δέν ἤθελε νά παραμείνῃ εἰς τά ἀνάκτορα, παρά τίς πολλές πιέσεις. Ἐγκατέλειψε τήν τρυφηλή ζωή καί τίς κοσμικές ἀπολαύσεις καί ἀσπάσθηκε τόν ἀσκητικόν βίον, ἀκολούθησε τήν μοναχικήν Ὁδόν.

Ἐγκατέλειψε, λοιπόν, τά Ἀνάκτορα. Νέος ἀκόμη πῆγε εἰς τό Ἅγιον Ὄρος καί ἐπεδόθη εἰς τήν μελέτην τῆς ἀσκητικῆς Φιλολογίας καί τήν ἄσκησιν. Σπούδασε Φιλοσοφία καί ἔμαθε πολύ καλά τήν ἔξωθεν σοφία.

Πρέπει δέ νά τονίσω  ἐδῶ ὅτι ὁ Γρηγόριος ἀπό τήν ἡλικίαν τῶν 17 ἐτῶν ἀκόμη, ἐθαυμάζετο, διά τήν σοφίαν του καί τήν προκοπήν του εἰς τάς ὑποθέσεις τῆς Βασιλείας καί ἡ ἀναχώρησίς του προκάλεσε μεγάλην ἀπογοήτευσιν εἰς τόν Αὐτοκράτορα.

Ὁ Γρηγόριος προτίμησε νά διαπρέψῃ εἰς τήν πνευματικήν καί ἁγίαν ζωήν. Μέ ὁδηγόν τόν Ἐπίσκοπον Φιλαδελφείας Θεόληπτον, ὁ Γρηγόριος ἐ μ υ ή θ η  εἰς τήν νοεράν Προσευχήν. Διεκρίθη ὡς διαπρεπής ῥήτωρ καί Φιλόσοφος, ἀλλά καί δεινός Ὀρθόδοξος  Θεολόγος, ἱκανότατος ὑπερασπιστής τῶν Ὀρθοδόξων ἀληθειῶν, πολέμιος τῶν Αἰρετικῶν  πλανῶν καί κακοδοξιῶν τῶν προερχομένων ἐκ τῆς Δύσεως. Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος εἰς ἡλικίαν εἴκοσι ἐτῶν, ἀπεσύρθη εἰς τήν μόνωσιν καί ἔπεισε καί τήν Οἰκογένειάν του νά πράξῃ τό ἴδιον. Εἰς τό  Ἅγιον Ὄρος ἐμόνασε σέ διάφορες Μονές. Ὡς ἐρημίτης πλησίον τοῦ Βατοπεδίου, ὑπό τόν ἀσκητήν Νικόδημον, ἔλαβε τό ἀγγελικόν σχῆμα. Ἔπειτα εἰς τό Κοινόβιον τῆς Μ. Λαύρας ἔγινε σέ ὅλους ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΑΣΚΗΤΙΚΗΣ ΖΩΗΣ. Ἀναγκάσθηκε τό 1325  νά ἐγκαταλείψῃ τό Ἅγιον Ὄρος καί  ἔφθασε μέχρι τή Θεσσαλονίκη. Αἰτία τῆς ἀναχωρήσεώς οἱ Ἐπιδρομές τῶν Τούρκων. Ὁ ἄριστος αὐτός Διδάσκαλος τῆς ἐγκρατείας χειροτονήθηκε ἱερεύς εἰς τήν Θεσσαλονίκην καί μέ ἄλλους μοναχούς ἀνεχώρησεν εἰς Βέροιαν, ὅπου παρέμεινεν ἐκεῖ ἐπί πενταετίαν. Παρέμεινεν ἔγκλειστος. Μόνον τό Σάββατον καί τήν Κυριακήν ἐνεφανίζετο, γιά νά μετάσχῃ τῆς Θείας Εὐχαριστίας.

πιδρομή τῶν Σέρβων ἀπεμάκρυνε τούς Ἐρημίτες ἀπό τήν Βέροιαν (1331). Ὁ Γρηγόριος ἐπέστρεψεν εἰς τό Ἅγιον Ὄρος καί ἔζησεν  εἰς τό ἡσυχαστήριον τοῦ Ἁγίου Σάββα. Περί τό 1335 ἔγινε Ἡγούμενος τῆς Μονῆς Ἐσφιγμένου.

Τότε ἦλθεν ἐξ Ἰταλίας ὁ ἐλληνικῆς καταγωγῆς μοναχός καί φιλόσοφος Βαρλαάμ ὁ Καλαβρός. Εἶχε τή φήμη μεγάλου σοφοῦ. Ἐδίδασκε εἰς τήν Κωνσταντινούπολιν καί δολίως διέδιδε τίς κακοδοξίες του. Εἶχε δέ καί τήν κακήν συνήθειαν νά ἐξευτελίζῃ τούς ὁμοτέχνους του, ἐξ οἰήσεως.

Ἠναγκάσθη τότε ὁ Γρηγόριος νά ἐγκατασταθῇ εἰς τήν Θεσσαλονίκην. Ὁ  Βαρλαάμ ἦλθε σέ σύγκρουσι, μέ τόν Γρηγόριον καί ἔτσι γεννήθηκε ἡ ἡσυχαστική  Ἔρις. Ὁ Βαρλαάμ δίδασκε κακῶς, ὅτι ὁ ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά γνωρίσῃ τόν Θεόν καί νά  ἑνωθῇ μαζί Του. Σέ ἀντίθεσι μέ τήν Ὀρθόδοξον διδασκαλίαν τῆς Γραφῆς καί τῶν Ἑλλήνων Πατέρων. Οἱ  Ἡσυχαστές Μοναχοί ἔλεγαν ὅτι  μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος, ἄν ἔχῃ  καθαρή καρδιά, κατά τήν ἀναλογίαν τῆς καθαρότητός του καί, μέ τήν ἀδιάλειπτη νοεράν Προσευχήν, μπορεῖ νά ἑνωθῇ μέ τόν Θεόν καί νά φανερωθῇ εἰς αὐτόν ὁ Θεός, κατά τό δυνατόν γνωσθῆναι. « Διότι τό γνωστόν τοῦ Θεοῦ φανερόν ἐστιν ἐν αὐτοῖς· ὁ Θεός αὐτοῖς ἐφανέρωσε» (Ρωμ.α΄19).

Μέ τήν καρδιακή, τήν νοεράν Προσευχήν (Τό· «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱέ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με») μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά ἑνωθῇ, μέ τόν Θεόν, νά φωτισθῇ καί δῇ τό ἄκτιστον Φῶς. Τότε ὁ Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ἄρχισε τόν ἀγῶνα «ὑπέρ τῶν ἡσυχαζόντων», πολεμῶντας τήν πλάνην τοῦ Βαρλαάμ, μέ τούς σχετικούς πεφωτισμένους λόγους του. Τό ζητούμενον τῆς ἔριδος ἦτο τό μεθεκτόν ἤ τό  ἀμέθεκτον τῆς θείας Οὐσίας.

Ὁ Πολυμαθέστατος καί διαπρεπέστατος Θεολόγος, ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς  δ ι έ κ ρ ι ν ε  μεταξύ  Θείας Οὐσίας ἀμεθέκτου καί Θείας Ἐνεργείας  μεθεκτῆς. Καί τή διδασκαλία του  αὐτή τή στήριξε, σύμφωνα μέ τό πνεῦμα τῶν Πατέρων, καί ἡ Ἐκκλησία ἐπεκύρωσε τήν ἑρμηνεία του, διά τῶν Συνόδων, πού συγκροτήθηκαν εἰς τήν Βασιλίδα τῶν πόλεων, ἡ μία ἔγινε τό 1341 κατά τοῦ Βαρλαάμ καί ἡ ἄλλη τό 1347 κατά τοῦ Ἀκινδύνου, ὁμόφρονος τοῦ Βαρλαάμ. Ὁ ἀγῶνας τοῦ Παλαμᾶ ἐστέφθη ἀπό ἐπιτυχίαν. Ἐθριάμβευσε καί πάλιν ἡ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ.

«Καί αὕτη ἐστιν ἡ νίκη ἡ νικήσασα τόν κόσμον, ἡ Πίστις  ἡμῶν»(Α ΄Ἰωάν. ε΄4).

Πολύ σωστά προελέχθη ὅτι ἡ ζωή τοῦ  Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ καί ἡ Διδασκαλία του εἰκονίζει καί προεκτείνει, τρόπον τινά, εἰς τήν «Πρᾶξιν», τήν ΝΙΚΗΝ ΚΑΙ ΤΟΝ ΘΡΙΑΜΒΟΝ τῆς  Ὀρθοδοξίας καί τῆς Ὀρθοπραξίας. Γι᾿ αὐτό καί οἱ σεπτοί Πατέρες  καθώρισαν, ἀμέσως μετά τήν Κυριακήν τῆς Ὀρθοδοξίας, νά τιμᾶται ἡ μνήμη του, τήν Β΄ Κυριακήν τῶν Νηστειῶν, χαρακτηριζομένη καί αὐτή ὡς μία Δευτέρα Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας. Τῆς ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ Ο ΦΩΣΤΗΡ, ὁ Θαυματουργός Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, συνέχισε τήν ἀσκητική ζωή, δοξάζων τόν Θεόν. Πίστεψε, λάτρεψε καί ἀφοσιώθηκεν εἰς τόν Θεόν καί εἰς τήν στήριξιν τῶν ἀδελφῶν εἰς τήν Ὀρθόδοξον Πίστιν. Ἄριστος  Ὁδηγός εἰς «τό εὐσεβῶς ζῆν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ». Ὁ ὑπέρμαχος τῆς Ὀρθοδοξίας, καθ᾿ ὅλην τήν  διάρκειαν τῆς ζωῆς του ἐκοσμεῖτο, μέ τό χάρισμα τῶν δακρύων. Εἶχε τόσην κατάνυξιν καί βαθειά συναίσθησι τῆς οὐτιδανότητός του, ἐνώπιον τοῦ Παναγίου Θεοῦ, ὥστε νά τρέχουν διαρκῶς, ἀπό τούς ὀφθαλμούς του, δάκρυα κατανύξεως.

ΜΟΝΗ ΤΟΥ ΕΝΑΣΧΟΛΗΣΙΣ, ἦτο  ἡ ἀδιάλειπτος νοερά, σιωπηρά Προσευχή. «ΕΚΑΜΕ ΠΡΑΞΙ ΖΩΗΣ» τήν προτροπήν τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: «ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε, ἐν παντί εὐχαριστεῖτε· τοῦτο γάρ Θέλημα Θεοῦ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ εἰς ἡμᾶς» (Α΄ Θεσσαλ. ε΄17-18). Ὁ Ἄγιος ἐδίδασκε τό· «ζῆν καθώς πρέπει ἁγίοις»(Ἐφεσ.ε΄3).

Ἐπέβαλε εἰς τόν ἑαυτόν του τήν νέκρωσιν τῶν παθῶν, τήν σταύρωσιν τῆς σαρκός, σύν τοῖς παθήμασι καί ταῖς ἐπιθυμίαις (πρβλ. Κολοσ. γ΄5. Γαλάτ. ε΄24) καί ὡδηγοῦσε τούς πιστούς, μέ τό παράδειγμά του, ὥστε νά φέρουν, ὅπως αὐτός, «τούς καρπούς τοῦ Πνεύματος, πού εἶναι Ἀγάπη, Χαρά, Ειρήνη, Μακροθυμία, Χρηστότης, Ἀγαθωσύνη, Πίστις, Πρᾳότης, Ἐγκράτεια»(Γαλάτ. ε΄22-23).

ΣΥΝΙΣΤΟΥΣΕ  σέ ὅλους τήν ἡσυχαστική ζωή. Δίδασκε Ἐγρήγορσι, νῆψι, νηφαλιότητα, προσοχή, ἀδιάλειπτη, νοερά Προσευχή. Ἔκανε «Πρᾶξι» τήν προτροπήν τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου. ὁ ὁποῖος ἔλεγε τό· «ΜΝΗΜΟΝΕΥΤΕΟΝ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΜΑΛΛΟΝ Ἤ ΑΝΑΠΝΕΥΣΤΕΟΝ».  Συνιστοῦσε,  δηλαδή, νά εἶναι κολλημένη ἡ Μνήμη τοῦ Θεοῦ, μέ τήν ἀναπνοήν μας, ὥστε νά μή ἐπιτρέπουμε νά  εἰσέρχεται εἰς τήν ψυχή μας  τό Πονηρόν. Συνιστοῦσε νά προσέχουμε στόν ἑαυτόν μας, γιά νά προσέχουμε στό Θεό. Ἔγραψε πολλά θαυμάσια συγγράμματα καί ἀνεδείχθη «στῦλος καί ἑδραίωμα τῆς ἀληθείας καί «Πρότυπον τῶν πιστῶν ἐν πᾶσιν, πρότυπον εἰς τήν κατά Θεόν ζωήν. ΕΙΘΕ ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ διά πρεσβειῶν τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου, νά μᾶς ὁδηγῇ εἰς τήν ἐν Χριστῷ ζωήν, ὥστε ἐν ἑνί στόματι καί μιᾷ καρδίᾳ ,νά ὑμνοῦμεν τόν ΕΝΑΝ ΚΑΙ ΜΟΝΟΝ  ἀληθινόν Θεόν, τόν Τριαδικόν Θεόν καί νά λατρεύωμεν «ἐν Πνεύματι καί ἀληθείᾳ» καί νά δοξολογοῦμε τόν Σωτῆρα μας καί ΛΥΤΡΩΤΗΝ τοῦ σύμπαντος Κόσμου, σύν τῷ Πατρί καί τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι καί τώρα καί πάντοτε καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων.ΑΜΗΝ.