(Ἰωάν. ε΄ 6).
Ὁ Πάνσοφος καί Παντοδύναμος δημιούργησε τόν ἄνθρωπον, «κατ’ εἰκόνα
καί καθ΄ ὁμοίωσιν» Αὐτοῦ, μικρόν Θεόν, μικρόν δημιουργόν(Γενέσ. α’26).
«Και ἔπλασεν ὁ Θεός τόν ἄνθρωπον χοῦν ἀπό τῆς γῆς καί ἐνεφύσησεν
εἰς τό πρόσωπον αὐτοῦ πνοήν ζωῆς, καί ἐγένετο ὁ ἄνθρωπος εἰς ψυχήν ζῶσαν»(Γενέσ. β΄ 7). Τό θεῖον ἐμφύσημα
εἶναι ἡ λογική ψυχή καί εἶναι θεῖον δώρημα, δίνει ζωήν στό ὑλικόν σῶμα. Ὁ ἄνθρωπος
ὡς ἡ κορωνίς τῆς δημιουργίας μετέχει διά τοῦ σώματος μέ τό ὑλικόν Σύμπαν καί μέ
τήν ἀθάνατη ψυχήν του, μετέχει τοῦ
πνευματικοῦ Σύμπαντος. Ἑνώνει στόν ἑαυτόν του Τον ὑλικόν καί τόν πνευματικόν
κόσμον. Ὁ ἄνθρωπος ἐπλάσθη μέ «νοῦν», γιά νά διακρίνῃ τό Καλόν ἀπό το
Κακόν, καί «ἐλευθέραν Βούλησιν», γιά νά μπορῇ νά ἐκλέγῃ τό Καλόν ἤ τό Κακόν. Εἶναι,
δηλ. «δυνάμει Θεός» καί καλεῖται νά γίνῃ καί «ἐνεργείᾳ θεός», ὄχι κατ’ οὐσίαν, ἀλλά κατά χάριν. Μέ
τήν ψυχή του ἔχει τή δύναμι, μέ τό νοῦ του, να γνωρίζῃ τό Θεό, μέ
τήν καρδιά καί μέ τή Θέλησί του, νά ἀγαπᾷ,
νά λατρεύῃ τό Θεό. Μέ τήν ἀθάνατη ψυχή του μπορεῖ νά γίνῃ μέτοχος τῆς ἀθανασίας
καί τῆς μακαριότητος τοῦ Θεοῦ. Εἶναι δέ αὐτονόητον ὅτι ὁ ἄνθρωπος, διά τῆς ἐν
Χριστῷ καλῆς χρήσεως τοῦ νοῦ και τῆς ἐλευθερίας του, μπορεῖ νά φθάσῃ ἀπό τό· «κατ’ εἰκόνα», εἰς τό· «καθ’
ὁμοίωσιν», νά γίνῃ θεός κατά χάριν, δεδομένου ὄντος ὅτι Μόνον ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς
Χριστός εἶναι τέλειον «ἀπαύγασμα καί χαρακτήρ τῆς ὑποστάσεως τοῦ Θεοῦ-Πατρός» (Ἑβρ. α΄ 3) καί ὅτι μόνον
ὁ Ἰησοῦς εἶναι «ἡ Ὁδός καί ἡ Ἀλήθεια καί ἡ Ζωή» καί ὅτι «Οὐδείς ἔρχεται πρός
τόν Πατέρα εἰ μή διά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Ἰωάν.ιδ΄6).
Ὁ Θεός ἔπλασε τόν ἄνθρωπον, ἀπό ἄπειρη ἀγάπη, καί θέλει τή σωτηρία
μας. Μᾶς Θέλει κοντά Του αἰώνια. Δέν μᾶς ἐξαναγκάζει. Θέλει, μέ τή Θέλησί μας,
νά φθάσουμε καί νά μείνουμε κοντά Του καί μᾶς δίνει τή δυνατότητα, ἄν θέλουμε,
νά γίνουμε μέτοχοι τῆς ἀθανασίας καί τῆς
μακαριότητος τοῦ Θεοῦ εἰς μακρότητα ἡμερῶν, αἰωνίως. Ἡ Ἐντολή, ὡς «ὕλη εἰς τό αὐτεξούσιον»
και ὡς ἔκφρασις τῆς Ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, μᾶς ὁδηγεῖ ἀπό τό· «κατ’ εἰκόνα», εἰς τό·
«καθ’ ὁμοίωσιν». Μᾶς ἐξηγεῖ ὅτι ἡ ὑπακοή, ἡ τήρησις τῆς Ἐντολῆς εἶναι ζωή, εἶναι
ὑγεία. Ἀντίθετα ἡ παρακοή, ἡ παράβασις τῆς Ἐντολῆς εἶναι Θάνατος, εἶναι ἀρρώστια.
Ἡ παρακοή ἔχει ὡς προϊόν την ἀνίατη ἀσθένεια. Ἡ Παράβασις τῆς Ἐντολῆς εἶναι ἁμαρτία
καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέγει ὅτι «τά ὀψώνια τῆς ἁμαρτίας Θάνατος» (Ρωμ. στ΄23).Ἡ παράβασις τῆς
Ἐντολῆς, ὡς ζωή καί συμπεριφορά ἀντίθετη, πρός τό Θέλημα τοῦ Ἀρχηγοῦ τῆς Ζωῆς, ἐπιφέρει
ἀνίατη, ἀθεράπευτη ἀρρώστια, πού ὁδηγεῖ στό Θάνατο.
Ὁ Θεός προγνωρίζει καί προειδοποιεῖ τόν ἄνθρωπο, ἐξ ἀπείρου πρός τό
πλᾶσμα Του ἀγάπης, τόν παιδεύει, τόν παιδαγωγεῖ, τόν ἀποτρέπει ἀπό τήν
παραβατική συμπεριφορά, διά τοῦ Νόμου Του, διά τῆς Ἐντολῆς.
Ὡς Παντοδύναμος μπορεῖ νά τόν ἐξαναγκάσῃ. Ὅμως ὁ Πανάγαθος «Οὐ
βιάζεται δέ τινα διά τό αὐτεξούσιον».
Ἡ Ψυχοσωματική μας Ὑγεία εἶναι ὅ, τι πολυτιμώτερον ἔχουμε. Καί ὅλοι γνωρίζουμε ὅτι ἡ παραβατική, ἡ προβληματική μας συμπεριφορά βλάπτει τήν ψυχοσωματική μας ὑγεία. Ὁ Παράλυτος, ὁ ὁποῖος κατέκειτο, στήν προβατική Πύλη, στήν Κολυμβήθρα τήν ἐπιλεγομένη Ἑβραϊστί Βηθεσδά, εἶχε τριάκοντα καί ὀκτώ ἔτη ἐν τῇ ἀσθενείᾳ αὐτοῦ, παράλυτος ἐξ αἰτίας τῆς παραβατικῆς του συμπεριφορᾶς, ἀπό τίς ἁμαρτίες του παρέλυσε, μέ τήν κακή του Θέλησι, ἔφθασε σ’ αὐτή τήν κατάντια. Δέν διεφύλαξε τό πολύτιμον ἀγαθόν, πού τοῦ χάρισε ὁ Θεός, τήν ὑγεία του. Γι’αὐτό ὁ Κύριος τον πλησίασε καί τόν ρώτησε: «ΘΕΛΕΙΣ ΥΓΙΗΣ ΓΕΝΕΣΘΑΙ;»
Τριάντα καί οκτώ χρόνια περίμενε ἐκεῖ, μέ τήν ἐλπίδα καί τή λαχτάρα νά γίνῃ καλά, νά θεραπευθῇ. Ἀλλά εἶναι αὐτονόητον ὅτι γιά νά θεραπευθῇ πρέπει νά ξεριζώσῃ τήν αἰτία, πού τόν ὠδήγησε στήν παραλυσία. Πρέπει νά θελήσῃ νά ἀφήσῃ τίς συμπεριφορές, νά θελήσῃ να ἀλλάξῃ τόν τρόπον ζωῆς, πού τόν περιέφερε στήν παράλυσι. Ὁ Κύριος τόν θεραπεύει. Ἄν ὅμως ὁ ἴδιος δέν ἀλλάξῃ τρόπο ζωῆς, ἀλλά συνεχίσῃ τήν παραβατική, τήν ἀνόητη προβληματική του συμπεριφορά καί πάλιν θά ἐπιστρέψῃ. Πρέπει νά θελήσῃ νά γίνῃ ὑγιής καί νά πάρη τήν ἀπόφασι νά διαφυλάξῃ τήν Ὑγεία του, ἀλάζοντας τρόπον Ζωῆς. Ὀφείλει δηλαδή νά ἀκολουθήσῃ τήν Ὁδόν τῆς ἀληθινῆς ζωῆς. Νά θελήσῃ νά ἀπαρνηθῇ τόν παλαιόν ἄνθρωπον τόν φθειρόμενον κατά τάς ἐπιθυμίας τῆς ἀπάτης, καί νά ἐνδυθῇ τόν Νέον ἄνθρωπον, τόν Χριστόν. Νά ἀποφεύγῃ τήν ἁμαρτίαν καί τά προϊόντα τῆς ἀμαρτίας, τήν ἀρρώστια καί τόν Θάνατον. Νά ζῆ εὐσεβῶς ἐν Χριστῷ, νά περιπατῇ ἐν ἀγάπῃ καί ἔτσι νά διαφυλάσσῃ τήν ψυχοσωματική του Ὑγεία δηλαδή νά χαίρεται τά προϊόντα τῆς ἀγάπης καί τῆς ὑπακοῆς στό Θέλημα τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι χαρά, ζωή καί σωματική, ψυχική καί πνευματική ὑγεία.
Ὁ Κύριος συγκαταβαίνει καί ἔρχεται
κοντά μας καί μᾶς καλεῖ, ἄν θέλουμε, νά Τόν ἀκολουθήσουμε, ἐλεύθερα καί ἀβίαστα,
χωρίς ἀπολύτως κανέναν ἐξαναγκασμό. Και ἐρωτᾶ τόν καθέναν ἀπό μᾶς: «ΘΕΛΕΙΣ ΥΓΙΗΣ ΓΕΝΕΣΘΑΙ;» καί γίνεται
γιά χάρι μας, «ἡ Ὁδός καί ἡ Ἀλήθεια καί ἡ Ζωή» καί μᾶς καλεῖ, ἄν θέλουμε, νά Τόν
ἀκολουθήσουμε. Καί ἐρωτῶ: Ποιός ἄρρωστος δέν θέλει τήν ὑγεία του; Ποιός
τυφλός δέν θέλει τό φῶς του; Ποιός εἶναι τόσο μωρός, τυφλός καί ἐλεεινός,
ὥστε να μισῇ τό φῶς καί νά ἀγαπᾷ τό σκοτάδι; Ποιός εἶναι τόσο παράφρων, ὥστε
νά ἐπιμένει καί νά παραμένῃ κατάκοιτος στή χώρα καί τή σκιά τοῦ Θανάτου;
Δέν νομίζετε πώς εἶναι καιρός νά συνέλθουμε καί νά γνωρίσουμε καλά
τόν ἑαυτό μας καί νά συνειδητοποιήσουμε ὅτι
«πήραμε τή ζωή μας λάθος», νά
ἀναγνωρίσουμε εἰλικρινά, τήν πραγματική, τήν πνευματική μας κατάστασι,
νά θεραπεύσουμε τήν ὄντως προβληματική μας συμπεριφορά, καί «νά ἀλλάξουμε
ζωή»;
Ὁ Χριστός εἶναι ἐδῶ, κοντά μας. Κρούει τήν Θύρα…» καί περιμένει νά ἀκούσουμε τή φωνή Του, νά Τοῦ ἀνοίξουμε τήν καρδιά μας, να μᾶς χαρίσῃ τήν ὑγεία καί τήν αἰώνια μακαριότητα, νά στήσῃ στήν καρδιά μας τή σκηνή Του καί νά καταστήσῃ τήν ψυχή καί τή ζωή μας Παράδεισο.
Θά Τόν ἀφήσουμε καί ἄλλο χρόνο νά περιμένῃ;
Κύριε, ἔρχου ταχύ, και σκήνωσον ἐν ἡμῖν καί καθάρισον ἡμᾶς ἀπό
πάσης κηλῖδος καί σῶσον ἀγαθέ τάς ψυχάς ἡμῶν. ΑΜΗΝ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου