Τετάρτη 7 Οκτωβρίου 2020

«ΕΞΗΛΘΕ ΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΙΝΑ ΝΙΚΗΣΗι» (Ἀποκ. στ΄2).





«ΕΞΗΛΘΕΝ Ο ΣΠΕΙΡΩΝ ΤΟΥ ΣΠΕΙΡΑΙ

ΤΟΝ ΣΠΟΡΟΝ ΑΥΤΟΥ»

(Λουκ.η΄5).



Πανάγαθος καί Φιλάνθρωπος Θεός, ὡς ἄπειρη ἀγάπη, «ἔσκυψε ἀπό τό ἅγιον ὕψος Του καί ἀπό τό ἐπουράνιον θυσιαστήριόν Του, ἔρριψεν ὁ Κύριος στοργικόν, εὐσπλαγχνικόν τό βλέμμα Του στή γῆ, γιά νά ἀκούσῃ τούς στεναγμούς τῶν  παιδιῶν Του, πού, διά τῆς παρακοῆς, εἶχαν ἀπομακρυνθῆ ἀπό κοντά Του καί εἶχαν αἰχμαλωτισθῆ καί θανατωθῆ, εἶχαν νεκρωθῆ ἀπό τίς ἁμαρτίες τους καί ἀπεφάσισε νά τούς ἐλευθερώσῃ ἀπό τά δεσμά τῆς σκληρᾶς δουλείας τους, καί νά τούς ἀναστήσῃ, «νεκρωθέντας τῇ ἁμαρτίᾳ» (πρβλ. ψαλμ. 101,20-22).



Ἔτσι, λοιπόν, εὐδοκίᾳ τοῦ Πατρός καί συνεργείᾳ τοῦ Ἁγίου Πνευματος», «ἐξῆλθεν ὁ λευκός ἵππος  καί ὁ πάλλευκος καβαλλάρης» «Ἐξῆλθε νικῶν καί ἵνα νικήσῃ» (Ἀποκ. στ΄ 2). Ποιός, λοιπόν, ἐξῆλθεν; Ὁ «Ἀμνός τοῦ Θεοῦ ὁ αἴρων τήν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου»(Ἰωάν. α΄29), ἐξῆλθεν ἐκ τῶν οὐρανῶν καί ἔρχεται κοντά μας ἀπό ἄπειρη, γιά τά πλάσματά Του ἀγάπη. Ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ ἐξῆλθεν, ἄφησε τό Θεϊκό Του Θρόνο. Τέλειος Θεός, ἔγινε καί τέλειος ἄνθρωπος. «Ὁ Λόγος σάρξ ἐγένετο καί ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν»(Ἰωάν. α΄14). «Ἐξῆλθεν»καί ἔρχεται κοντά μας, γιά νά ἁπαλύνῃ τόν πόνο μας, νά σπογγίσῃ τά δάκρυά μας, νά θεραπεύσῃ τά τραύματά μας, νά μᾶς ἐνισχύσῃ στόν ἀγῶνα μας κατά τῆς ἁμαρτίας, νά μᾶς ἐνδυναμώσῃ στήν πάλη μας κατά τοῦ κακοῦ μας ἑαυτοῦ, κατά τοῦ κόσμου, πού «ὅλος ἐν τῷ πονηρῷ κεῖται» καί κατά τοῦ πατρός τῆς Ψευτιᾶς καί τῆς Ὑποκρισίας, τοῦ Διαβόλου. Ἔρχεται νά μᾶς ἀναστήσῃ, νεκρούς ὄντας τῇ ἁμαρτίᾳ, καί νά μᾶς καλέσῃ νά Τόν ἀκολουθήσωμεν, μέ τή θέλησί μας, γιά νά μᾶς ἀνεβάσῃ εἰς ὕψη θείας ἀναβάσεως, ἕως στό Θρόνο τοῦ Θεοῦ-Πατρός. Γι’ αὐτόν ἀκριβῶς τό λόγο «Ἐξῆλθεν ὁ σπείρων τοῦ σπεῖραι τόν σπόρον αὐτοῦ»(Λουκ. η΄5). Αὐτός ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Ἀληθινός Μεσσίας, εἶναι ὁ «σπορεύς». Καταδέχεται καί συγκαταβαίνει, ἐξέρχεται καί ἔρχεται κοντά μας καί σπέρνει στίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων τό σπόρο Του, τό λόγο τοῦ Θεοῦ, τόν ζωοποιόν Του λόγον, μέ σκοπόν νά μᾶς ἀναστήσῃ πεσόντας καί νεκρούς ὄντας τῇ ἁμαρτίᾳ. Προϋπόθεσις βέβαια εἶναι νά πιστέψουμε σ’ Αὐτόν, νά τοῦ ἀνοίξουμε τήν καρδιά μας, νά ἐγκολπωθοῦμε τό Εὐαγγέλιον τῆς Ἀγάπης Του καί, μέ τή Θέλησί μας, νά τό κάνουμε «πρᾶξι» στήν καθημερινή μας ζωή. Μᾶς βεβαιώνει δέ καί λέγει: «Ἀμήν ἀμήν λέγω ὑμῖν ὅτι ὁ τόν λόγον μου ἀκούων καί πιστεύων τῷ πέμψαντί με ἔχει ζωήν Αἰώνιον, καί εἰς κρίσιν οὐκ ἔρχεται, ἀλλά  ἔχει ἤδη μεταβῆ, ἀπό τόν πνευματικόν τῆς ἁμαρτίας θάνατον, εἰς τήν ἀθάνατον καί αἰωνίαν ζωήν» (Ἰωάν. ε΄ 24 ἑξ.).Καί πραγματικά ἐκεῖνος πού πιστεύει στό Χριστό καί ἀκούει τόν ζωοποιόν Του  λόγον, ἀγωνιζεται καί νικᾷ τό Κακόν καί τήν ἁμαρτίαν. Τό Ἅγιον Πνεῦμα λέγει ὅτι ὡς νικητής, δέν θά ἀδικηθῆ ἀπό τον πνευματικόν καί αἰώνιον θάνατον: «Ὁ νικῶν οὐ μή ἀδικηθῇ ἐκ τοῦ θανάτου τοῦ δευτέρου» (Ἀποκ. β΄11). Πράγματι δέ «μακάριος καί ἅγιος  θά εἶναι ἐκεῖνος, πού, ἀκούει τό λόγο τοῦ Χριστοῦ  καί θά ἔχῃ μέρος στήν ἀνάστασιν τήν πρώτην...» (Ἀποκ. κ΄ 6).

Γι’ Αὐτόν  τό λόγο «ἐξῆλθεν ὁ σπείρων τοῦ σπεῖραι τόν σπόρον αὐτοῦ». «ξῆλθεν» καί ἔρχεται ἀθόρυβα κοντά μας, «πρᾷος καί ταπεινός τῇ καρδίᾳ», «ὡς αὔρα λεπτή». Δέν μᾶς ἐξαναγκάζει, ὡς Παντοδύναμος. Μᾶς καλεῖ, ὡς Πανάγαθος. Σπέρνει στίς καρδιές μας τό Λόγο Του καί περιμένει νά βλαστήσῃ στήν καρδιά μας ὁ θεῖος λόγος καί νά φέρῃ τούς καρπούς τοῦ Πνεύματος(Γαλάτ.ε΄22).

«Ἐξῆλθεν» καί ἔρχεται κοντά μας μέ τρυφερότητα καί ἀγάπη καί «ἵσταται ἐπί τήν θύραν καί κρούει» καί περιμένει νά ἀκούσουμε τή φωνή Του καί νά Τοῦ ἀνοίξουμε τήν καρδιά μας. Ἀπό τήν στιγμήν τῆς πτώσεως τοῦ ἀνθρώπου καί τῆς ἀπομακρύνσεως ἀπό τόν Θεόν, διά τῆς Παρακοῆς, «ἵσταται ἐπί τήν Θύραν καί κρούει...» :

«Ἰδού  ἕστηκα ἐπί τήν θύραν καί κρούω· ἐάν τις ἀκούσῃ τῆς φωνῆς μου καί ἀνοίξῃ τήν θύραν, καί εἰσελεύσομαι πρός αὐτόν καί δειπνήσω μετ’ αὐτοῦ καί αὐτός μετ’ ἐμοῦ»( Ἀποκ.γ΄20).

Μέγα τό Μυστήριον τῆς Οἰκονομίας τοῦ Θεοῦ! Δέν τό χωράει ὁ νοῦς μας. Εἶναι «ὑπέρ λόγον καί ἔννοιαν». Προσεγγίζεται μόνον μέ τόν πυρῆνα τῆς ψυχῆς, μέ τήν ὀρθόδοξον Πίστιν. Δόξα στήν ἄφατη μακροθυμία Σου, Κύριε!  

Ἐξέρχεσαι καί ἔρχεσαι, Κύριε, κοντά μας ὁ πανάγιος σπορέας καί σπέρνεις τόν σπόρον, τόν ζωοποιόν Σου λόγο στίς καρδιές ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Καί οἱ δικοί Σου, ὄχι μόνον δέν Σέ δέχονται, ἀλλά καί  Σέ βγάζουν ἔξω ἀπό τόν ἀμπελῶνα Σου καί Σταυρώνουν ἐσένα τόν ἀληθινόν Μεσσίαν, περιμένοντας τόν Ψεύτικον Μεσσία, τόν Παγκόσμιον κοσμικόν Κυβερνήτην, τόν Ἀρχηγόν τῆς Ψευτιᾶς καί τῆς Ὑποκρισίας. Ὤ τῆς παραφροσύνης καί τῆς Χριστοκτονίας τῆς τῶν Προφητοκτόνων! Καί ὅμως Σύ, πανάγιε καί πανοικτίρμων συνεχίζεις τήν εὐεργετική Σου Πορεία.



Συνεχίζεις νά σπέρνῃς τό σπόρο, τό ζωοποιό σου λόγο, σέ ὅλες τίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων, ἐκφράζεις τήν ἀγάπην Σου σέ ὅλους, ἐνῶ προγνωρίζεις ὅτι μόνον ἡ καλή καί ἀγαθή γῆ, θά δεχθῇ τόν πανάγιον λόγο Σου καί θά ποιήσῃ καρπόν ἑκατονταπλασίονα ἐν ὑπομονῇ(Λουκ. η΄8, 15).


Κύριέ μου, «πετρῶσαν' οἱ καρδιές» , οἱ  περισσότεροι ἀπό μᾶς,  εἴμαστε σταυρωτές, καί μάλιστα ἀμετανόητοι. Δέξου τίς ἄναρθρες κραυγές  μου! Λυπήσου μας. Ρίξε σπλαγχνικό τό βλέμμα Σου σέ ὅλους ἐκείνους πού πιστεύουμε σέ Σένα. Ἐπλήθυναν οἱ ἀνομίες μας , κύριε , ἐπλήθυναν οἱ ἀνομίες μας καί δέν τολμοῦμε νά ἀτενίσουμε τή δόξα Σου. Ἐλέησον ἡμᾶς, τούς ἐξουθενημένους, ὄχι γιατί τό ἀξίζουμε, ἀλλά ἕνεκεν τῆς δόξης τοῦ Ὀνόματός Σου. Σύ, Κύριε, πού  ἐξῆλθες καί ἔρχεσαι κοντά μας, καί δροσίζει τή φλόγα μας, μέ τή Χάρι Σου καί μέ τόν ζωοποιό Σου λόγο, μή παρίδης τούς πιστεύοντας καί προστρέχοντας εἰς Σέ! Ἔρχου ταχύ. Μη βραδύνῃς!  Πρόφθασε καί σῶσαι μας, Κύριε, τούς ἐλπίζοντας εἰς Σέ. Σύ, Καρδιογνῶστα γνωρίζεις, ὅτι, συνεχῶς καί ἀστόχαστα. Σέ Σένα ἁμαρτάνουμε, ἀλλά Ἐσένα μονάχα λατρεύουμε. Σύ καί μόνο Σύ εἶσαι ἡ ζωή μας καί ἡ εἰρήνη μας. Σύ καί μόνον Σύ εἶσαι ἡ μόνη μας παρηγοριά, ἡ μόνη μας ἐλπίδα, τό Φρούριόν μας, τό μόνον ἀσφαλές καταφύγιον. Ἐκτός ἀπό σένα βοηθόν δέν ἔχουμε καί δέν θέλουμε νά ἔχουμε ἄλλον Κανένα. Σύ καί μόνον Σύ εἶσαι γιά μᾶς ὁ ἀληθινός Μεσσίας, ὁ Σωτῆρας καί Λυτρωτής τοῦ Σύμπαντος κόσμου. Σύ καί μόνον Σύ εἶσαι ἡ Ὁδός καί ἡ Ἀλήθεια, ἡ Ἀνάστασις καί ἡ Ζωή, τό Φῶς καί  ἡ Εἰρήνη τοῦ κόσμου. Ὁ ἰσχυρός Θεός, ὁ Ἐξουσιαστής ,ὁ Ἄρχων τῆς εἰρήνης. Ὁ δικός μας Θεός. Σῶσαι μας Θεέ μου. Τό Ἔλεός Σου ζητῶ. Ἔρχου ταχύ, ὡς «Πῦρ καταναλίσκον» καί κάψε τά ἄχυρα τῶν ἔργων μας. Φώτισε τά σκοτάδια μας. Λάμπρυνε τήν ψυχή μας.
Κάμε νά βλαστήσῃ καί νά καρποφορήσῃ ὀ πανάγιος λόγος σου μέσα στήν καρδιά καί νά ἀποδώσῃ καρπούς ἑκατονταπλασίονας ἐν ὐπομονῇ. Ἀνάσυρέ μας ἀπό τήν ἰλύν βυθοῦ εἰς τήν ὁποίαν ἔχουμε ἐμπαγῆ καί ὡδήγησέ μας εἰς τόπον ἀναψυχῆς, «ἐπί ζωῆς πηγάς ὐδάτων» καί ἀξίωσέ μας, μετά τῶν Ἀγγέλων καί τῶν Ἁγίων Σου νά σέ δοξάζωμεν καί, ἀσιγήτως, νά Σέ ὑμνοῦμεν καί νά Σέ δοξολογοῦμεν, σύν τῷ Πατρί καί τῷ ἁγίῳ Πνεύματι, εἰς μακρότητα ἡμερῶν! Εἴθε ! Γένοιτο Κύριε τό ἔλεός Σου ἐφ’ἡμᾶς! Ἀμήν.


1 σχόλιο:

  1. Πάλι μιλήατε στην ψυχή μας
    Πάλι γονατίσαμε μαζί σας.Πάλι υψώσαμε το βλέμμα μας στον ουρανό.Και πάλι θα πούμε όλοι μαζί. Συγχώρησέ μας Κύριε. Φώτισε τα σκοτάδια μας και κανε να φυτρώσει ο λόγος σου ως καρπός στις ψυχές μας. Τούτο θεορώ πως είναι και το ποθητο. Με τη χάρη του θεού το καταφέρατε. Σας ευχαριστούμε πολυ...

    ΑπάντησηΔιαγραφή