ΕΝΝΟΗΣΑΤΕ ΗΜΩΝ ΤΟ ΒΡΑΧΥ ΤΗΣ ΖΩΗΣ»
Σ’ αὐτήν ἐδῶ τήν ἄθλια παροικία, εἰς
την ἀπέναντι τοῦ Παραδείσου γῆν, μετά την πτῶσιν, μᾶς ἐγκατέστησεν ὁ Μακρόθυμος
καί Πανάγαθος Θεός, με ἡμερομηνίαν
λήξεως «ἕως τοῦ ἀποστρέψαι ἡμᾶς εἰς τήν γῆν, ἐξ ἧς ἐλήφθημεν»(Πρβλ. Γενέσ. 3, 19).
«Πάροικοι καί παρεπίδημοι»(Γενέσ.23,4. Ψαλμ. 38,13), προσωρινοί, διαβάτες εἴμαστε, «ἐν
γῇ ἐρήμῳ και ἀβάτῳ και ἀνύδρῳ»(Ψαλμ. 62,1), προσμένοντας τό θεῖον Κάλεσμα.
Ὁ σοφός Σολομών τονίζει ὅτι ὅλα τά ἀνθρώπινα
εἶναι ματαιότης. «Ματαιότης ματαιοτήτων, τά πάντα ματαιότης». Καί οἱ ἀρχαῖοι μας
πρόγονοι ἔλεγαν ὅτι ὁ ἄνθρωπος, χωρίς Θεόν, δεν εἶναι οὔτε κἄν σκιά, ἀλλά ὄνειρον
σκιᾶς: «Σκιᾶς ὄναρ ἄνθρωπος». Καί ὁ Ὅμηρος λέγει: «Οἴη περ φύλλων γενεή, τοίη
δε καί ἀνδρῶν».
Ὁ Προφήτης Δαυῒδ λέγει: «Ἄνθρωπος, ὡσεί
χόρτος αἱ ἡμέραι αὐτοῦ· ὡσεί ἄνθος τοῦ ἀγροῦ, οὕτως ἐξανθίσει· ὅτι πνεῦμα διῆλθεν ἐν αὐτῷ, και
οὐχ ὑπάρξει καί οὐκ ἐπιγνώσεται ἔτι τόν τόπον αὐτοῦ» (Ψαλμ. 102,15-16).
Πότε θά κατανοήσωμεν «το βραχύ τῆς ζωῆς» καί τήν
ματαιότητα τῶν ἐγκοσμίων πραγμάτων καί τῶν ἀνθρωπίνων ἐπιδιώξεων; Πότε θά
συνειδητοποιήσωμεν ὅτι ἐρχόμενοι στή γῆ, δέν φέρνουμε τίποτε μαζί μας, καί
φεύγοντας ἀπό ἐδῶ δέν παίρνουμε τίποτε μαζί μας. Γυμνός ἐξέρχεται ὁ ἄνθρωπος ἐκ
κοιλίας τῆς μητρός αὐτοῦ καί γυμνός ἐπιστρέφει στή γῆ «ἐξ ἧς ἐλήφθη». Το τονίζω
αὐτό, διότι οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι καταβασανίζονται ἀπό μιά ἀλόγιστη ἀγχώδη
βιωτική μέριμνα, γιά τήν ἀπόκτησι περισσότερων ὑλικῶν ἀγαθῶν, γιά τόν ἑαυτόν
τους στή γῆ, ἀγωνιοῦν καί φθείρονται, κατατυραννοῦν τούς συνανθρώπους τους και
τον ἑαυτόν τους, καί Τί κερδίζουν; Τί ἀποκομίζουν;
ΤΙΠΟΤΕ. ΚΑΝΟΥΝ ΜΙΑ ΤΡΎΠΑ ΣΤΟ ΝΕΡΟ.
Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, γιά νά μᾶς
λυτρώσῃ ἀπό τό «σαρκικό φρόνημα», ἀπό το ΚΑΚΟ και ἀπό τήν
ΑΜΑΡΤΙΑ, πού εἶναι «ἔχθρα εἰς Θεόν» καί φέρει στην ψυχή καί τή ζωή μας
τό Θάνατο, μᾶς συνιστᾶ να ἀποφεύγουμε τό θησαυρισμό στή γῆ και να θησαυρίζουμε
θησαυρούς εἰς τον Οὐρανόν, με ἐλεημοσύνες, στηρίζοντας τούς συνανθρώπους μας,
θεραπεύοντες πᾶσαν νόσον καί πᾶσαν μαλακίαν ἐν τῷ λαῷ. Μᾶς τονίζει ὅτι «ὁ
ἐλεῶν πτωχόν, δανείζει Θεῷ» και «Ἐφ’ ὅσον ἐποιήσατε ἑνί τούτων τῶν ἐλαχίστων,
ἐμοί ἐποιήσατε». Γι’ αὐτόν ἀκριβῶς τό λόγο, μᾶς συνιστᾶ να ἐναποθέτουμε την
ψυχή και τη ζωή μας, την ὕπαρξί μας στο οὐράνιον Πατέρα μας και μᾶς βεβαιώνει ὅτι
ὁ Θεός νοιάζεται, για μᾶς. Διό καί τονίζει: « Ζητεῖτε πρῶτον τήν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καί τήν δικαιοσύνην αὐτοῦ, και ταῦτα
πάντα προστεθήσεται ὑμῖν» (ὁ Πατέρας
θα φροντίσῃ καί θά σᾶς χορηγήσῃ τά πάντα, ὅλα, ὅσα χρειάζεσθε (Ματθ. στ΄33).
Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, γιά νά μᾶς βοηθήσῃ
να ξεφύγουμε ἀπό την πλεονεξία καί ἀπό τή «ρίζα πάντων τῶν κακῶν, τή Φιλαργυρία»,
μᾶς πληροφορεῖ και μᾶς τονίζει Ποιός εἶναι ὁ ἀληθινός πλοῦτος,
καί λέγει: «Ἡ εὐσέβεια εἶναι,
παραγματικά, ἀληθινός πλοῦτος, πηγή κέρδους, ὅταν ἀρκῆται κανείς σ’ ἐκεῖνα πού ἔχει.
Δεν φέραμε τίποτε μαζί μας εἰς τον κόσμον και εἶναι φανερόν ὅτι δεν μποροῦμε οὔτε
νά πάρωμε τίποτε μαζί μας. Ὥστε, ἐάν ἔχωμεν τροφάς καί σκεπάσματα, νά εἴμαστε εὐχαριστημένοι
μέ αὐτά. Ἐκεῖνοι ὅμως πού θέλουν να πλουτίσουν πέφτουν σέ πειρασμό καί παγίδα καί
σέ πολλές ἐπιθυμίες ἀνόητες καί βλαβερές, πού βυθίζουν τούς ἀνθρώπους εἰς τόν ὄλεθρον
καί τήν ἀπώλειαν. Διότι ἡ ρίζα ὅλων τῶν
κακῶν εἶναι ἡ φιλαργυρία. Ἐξ αἰτίας τοῦ ὀλεθρίου αὐτοῦ πάθους,
μερικοί( ἴσως οἱ περισσότεροι;) ἐπλανήθησαν ἀπό την πίστιν και ἐκάρφωσαν
τον ἑαυτόν τους μέ ὀδύνες καί βάσανα πολλά» (Α΄Τιμόθ. στ΄6-10).
Τό Πάθος τῆς φιλαργυρία, ἡ πλεονεξία και
ἡ ἀγχώδης βιωτική μέριμνα εἶναι ἀνοησία, βλακεία, ἀφροσύνη ἤ καλλίτερα
Παραφροσύνη, πού ὁδηγεῖ τούς ἀνθρώπους στην ἔσχατη ἀθλιότητα. Διότι με την ἀλόγιστη,
την προβληματική μας αὐτή συμπεριφορά σωρεύουμε συμφορές καί δέν κερδίζουμε
ἀπολύτως τίποτε. Κάνουμε μια τρύπα στό νερό.
Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος βροντοφωνάζει: « Βλέπετε πῶς ἀκριβῶς περιπατεῖτε, μή, ὡς ἄσοφοι,
ἀλλ’ ὡς σοφοί, ἐξαγοραζόμενοι τον καιρόν, ὅτι αἱ ἡμέραι πονηραί εἰσι. Διά τοῦτο
μή γίνεσθε Ἄφρονες, ἀλλά συνιέντες τί τό Θέλημα
τοῦ Κυρίου» ( Ἐφεσ. δ΄15-17).
Καί εἶναι καιρός νά «ἐννοήσωμεν το
βραχύ τῆς ζωῆς» και τη ματαιότητα τῶν ἐγκοσμίων πραγμάτων και τῶν ἀνθρωπίνων
ἐπιδιώξεων, Εἶναι καιρός νά καταλάβουμε
καλά, νά συνειδητοποιήσουμε ὅτι «Οὐκ ἔχομεν ὧδε μένουσαν πόλιν, ἀλλά τήν
μέλλουσαν ἐπιζητοῦμεν»(Ἑβρ. ιγ΄14),
καί ὅτι «τό πολίτευμα
ἡμῶν ἐν οὐρανοῖς ὑπάρχει»(Φιλιπ. γ΄20) καί « βαλεῖν ἀρχήν», νά
βάλουμε ἀρχή στην πνευματική μας ζωή. Νά θεραπεύσουμε τήν προβληματική μας συμπεριφορά.
Νά κατανοήσωμεν Τί τό Θέλημα τοῦ Θεοῦ, τό ἀγαθόν καί εὐάρεστον καί τέλειον (Ρωμ. ιβ΄2) καί νά τό κάνουμε «πρᾶξι» στήν καθημερινή μας ζωή.
Νά ἀγαπᾶμε ὁ ἕνας τόν ἄλλον ὅπως ὁ ΧΡΙΣΤΟΣ μᾶς ἀγάπησε, μέχρι Σταυροῦ
καί θανάτου και ὄχι ἁπλῶς να λέμε: «Γενηθήτω τό Θέλημά σου, ὡς ἐν οὐρανῷ και
ἐπί τῆς γῆς» ἀλλά και πρίν ἀπό κάθε μᾶς Πάθος, ὅπως ὁ Χριστός, πρίν ἀπό τη Σταυρική
Του Θυσία εἶπε, ἔτσι κι’ ἐμεῖς νά λέμε: «Πάτερ μου, εἰ δυνατόν ἐστιν, παρελθέτω ἀπ'ἐμοῦ τό ποτήριον τουτο· πλήν οὐχ
ὡς ἐγώ θέλω, ἀλλ’ ὡς Σύ, γενηθήτω το Θέλημά
Σου», ὥστε καί ἐμεῖς νά ἀξιωθοῦμε να χαροῦμε την Ἀνάστασιν καί τήν ἐγκατάστασίν μας εἰς τήν αἰώνιον Βασιλείαν
τοῦ Θεοῦ, τήν ἡτοιμασμένην δι’ ἡμᾶς ἀπό καταβολῆς κόσμου και ἐκεῖ να χαροῦμε
μετά τῶν Ἀγγέλων καί τῶν ἁγίων την ἀδιατάρακτον διά θέας ἀπόλαυσιν τοῦ ἀπείρου
Κάλλους τοῦ Προσώπου τοῦ Κυρίου εἰς μακρότητα ἡμερῶν.
Δι’ αὐτό, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, πρίν νά
εἶναι ἀργά, «Τά ἄνω ζητεῖτε οὗ ὁ Χριστός ἐστιν ἐν δεξιᾷ τοῦ Θεοῦ καθήμενος, τά ἄνω
φρονεῖτε, μη τά ἐπί τῆς γῆς»(Κολοσ. γ΄1-2), πρίν ἀκούσωμεν τήν φωνήν τοῦ Θεοῦ, να μᾶς λέγει, ὅπως εἰς τόν
ἄφρονα πλούσιον: «ἄφρον, ταύτῃ τῇ νυκτί τήν ψυχήν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπό σοῦ· ἅ δέ τίνι
ἡτοίμασας τίνι ἔσται;», ἄν πήραμε τή ζωή
μας λάθος, να ἀλλάξουμε ζωή, ζῶντες εὐσεβῶς ἐν Χριστῷ, τόν ὑπόλοιπον χρόνον τῆς
ζωῆς ἡμῶν, ὥστε να ἀκούσωμεν τῆς εὐκταίας
Αὐτοῦ φωνῆς: «Δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ Πατρός μου κληρονομήσατε την ἡτοιμασμένην
ὑμῖν Βασιλείαν ἀπό καταβολῆς κόσμου»(Ματθ. κε΄31-46). Εἶναι δέ βέβαιον ὅτι εἶναι «Μακάριοι οἱ νεκροί οἱ ἐν Κυρίῳ ἀποθνήσκοντες ἀπ'ἄρτι. Ναί, λέγει τό Πνεῦμα, ἵνα ἀναπαύσωνται ἐκ τῶν κόπων αὐτῶν· τά δέ ἔργα αὐτῶν ἀκολουθεῖ μετ’ αὐτῶν» (Ἀποκ. ιδ΄ 13).
Πλουτοῦντες, λοιπόν εἰς Θεόν, ἄς
παρακαλοῦμε τόν Κύριον, νά μᾶς κατατάξῃ ἐκ
δεξιῶν Αὐτοῦ, ἔνθα οὐκ ἔστι πόνος, οὐ λύπη, οὐ στεναγμός, ἀλλά ζωή ἀτελεύτητος,
καί νά μᾶς ἀξιώσῃ, μετά τῶν Ἀγγέλων καί τῶν
Ἁγίων, νά Τον ὑμνοῦμεν καί να Τόν δοξολογοῦμεν ἀσιγήτως, εἰς πάντας τούς αἰῶνας.
Διότι μόνον εἰς Αὐτόν, σύν τῷ Πατρί καί τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι, ἀνήκει ἡ Βασιλεία, ἡ Τιμή,
ἡ Δύναμις καί ἡ Δόξα εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων.ΑΜΗΝ.