Σάββατο 10 Μαρτίου 2018

ΕΑΝ Ο ΚΥΡΙΟΣ ΔΕΝ ΗΤΑΝ ΜΑΖΙ ΜΑΣ







ΘΑ ΕΙΧΑΜΕ ΚΑΤΑΠΟΝΤΙΣΘΗ



«Εἰ  μή ὅτι Κύριος ἦν ἐν ἡμῖν, εἰπάτω δή Ἰσραήλ· εἰ μή ὅτι Κύριος ἦν ἐν ἡμῖν ἐν τῷ ἐπαναστῆναι ἀνθρώπους ἐφ’ ἡμᾶς, ἄρα ζῶντας ἄν κατέπιον ἡμᾶς ἐν τῷ ὀργισθῆναι τόν θυμόν  αὐτῶν ἐφ’ ἡμᾶς· ἄρα τό ὕδωρ ἄν κατεπόντισεν ἡμᾶς, χείμαρρον διῆλθεν ἡ ψυχή ἡμῶν...» (Ψαλμ. 123, 1-4).





Ἄν ὁ Κύριος δέν ἦταν μαζί μας, ἄς  τό ὁμολογήση ὁ λαός Του·

ἄν ὁ Κύριος δέν ἦταν μαζί μας, ὅταν ξεσηκώθηκαν οἱ ἐχθροί μας ἐναντίον μας, ζωντανούς θά μᾶς εἶχαν καταπιεῖ, ὅταν ἄναψε ἡ ὀργή τους ἐναντίον μας. Βεβαίως θά μᾶς κατάπιναν ζωντανούς. Ἀσφαλῶς ὁ κατακλυσμός τοῦ μίσους των καί ἡ ὁρμή τῆς παραφορᾶς των, πού ὡμοίαζε μέ ἀσυγκράτητο, ὁρμητικό χείμαρρο θά μᾶς κατεπόντιζε καί θά μᾶς ἔπνιγε. Ὁρμητικό χείμαρρον διῆλθε καί διέρχεται ἡ ψυχή μας.

Κρυφοί καί φανεροί ἐχθροί ἐπιβουλεύονται τήν ζωή καί τήν ὕπαρξί μας. Σάν λιοντάρια ὠρίονται καί σάν λύκοι αἱμοχαρεῖς καί λυσσασμένοι ἐπιπίπτουν ἐναντίον μας, γιά νά μᾶς κατασπαράξουν. Ἄν ὁ Κύριος δέν ἦταν μαζί μας, σίγουρα θά εἴχαμε καταποντισθῆ, ὁλότελα θά εἴχαμε ἀφανισθῆ.

Ἀλλά ὁ Κύριος ποτέ δέν μᾶς ἐγκατέλιψε. Πάντοτε ἦταν καί συνεχῶς εἶναι μαζί μας. Καί γι’ αὐτόν ἀκριβῶς τό λόγο, κι’ ἐμεῖς δέν φοβούμαστε τίποτε καί κανέναν.

Κι’ ὅταν βογγοῦν τά κύματα, ὅταν παφλάζουν τά νερά καί ταράζονται καί σείονται τά ὄρη καί συνταράσσεται ἡ γῆ ἐκ θεμελίων, ὅταν μετακινοῦνται τά βουνά καί ἡ θάλασσα ἔρχεται στήν ξηρά καί συγκλονίζεται τό Σύμπαν, ἐμεῖς δέν φοβούμαστε τίποτε καί κανέναν. Lo nira… Chi Jodea Tsebaoth imanu misgav lanu Eloche Jaakob. «Οὐ φοβηθησόμεθα… Διότι ὁ Κύριος τῶν Δυνάμεων εἶναι μαζί μας. Φρούριόν μας ὁ Θεός Ἰακώβ, ὁ Θεός τῶν Πατέρων μας.


Καί πραγματικά ποιό εἶναι τό συμπέρασμα; «Ἐάν ὁ Κύριος εἶναι μαζί μας, φρούριόν μας, προστάτης καί ὑπερασπιστής μας, ποιός θά τολμήσῃ νά σταθῇ ἐναντίον μας;» (Ρωμ. η΄ 31 ἐξ.).

Ποιός θά μπορέσῃ νά κατηγορήσῃ  καί νά ἐνοχλήσῃ ἐκείνους, πού διάλεξε ὁ Θεός νά βρίσκωνται κάτω ἀπό τήν προστασία Του; Ποιός θά μπορέσῃ νά τούς κατακρίνῃ  ἤ νά τούς βλάψῃ;   Κανείς. Ἀπολύτως κανείς (πρβλ. Ρωμ. η΄ 33-34).

Ποιός μπόρεσε ποτέ νά ἀντισταθῇ στό Θέλημά Του (Ρωμ. θ΄ 19) ;

Ὁ Κύριος εἶναι μαζί μας (ὁ Ἐμμανουήλ). Τό Γένος μας, ἡ Ρωμιοσύνη, μπορεῖ καί ὀφείλει νά ὁμολογήσῃ ὅτι ὁ Κύριος ὑπόσχεται καί πραγματοποιεῖ τίς ὑποσχέσεις Του. Πιστός ὁ ἐπαγγειλάμενος. Εἶπε: «Οὗ γάρ εἰσι δύο ἤ τρεῖς συνηγμένοι εἰς τό ἐμόν ὄνομα, ἐκεῖ εἰμι ἐν μέσῳ αὐτῶν» (Ματθ. ιη΄ 20). Καί εἶναι μαζί μας,  φρούριόν μας, σκέπη,  καταφυγή καί κραταίωμα.

Καί πάλιν μετά τήν ἀνάστασί Του μᾶς διεβεβαίωσε ὅτι θἆναι αἰώνια μαζί μας : «Καί ἰδού ἐγώ μεθ’ ὑμῶν εἰμι πάσας τάς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος. Ἀμήν» (Ματθ. κη΄ 20).





Καί πραγματικά ὁ πάντων ἐπέκεινα, ὁ πανταχοῦ παρών, εἶναι μαζύ μας, Φρούριόν μας. Αὐτός μᾶς σκεπάζει μέ τή Χάρι Του καί τή Δύναμί Του καί κανείς, ἀπολύτως κανείς δέν μπορεῖ νά μᾶς βλάψῃ. Σέ κάθε δίκαιο ἀγῶνα μας ὑπέρ Πίστεως καί Πατρίδος ὁ Κύριος εἶναι μαζί μας καί μάχεται μαζί μας. Συμπορεύεται καί συμπολεμεῖ ὑπέρ τῆς Ἀληθείας καί τοῦ Δικαίου καί ἡ Μεγαλόχαρι, ὑπέρμαχος Στρατηγός,





μᾶς σκεπάζει μέ τή Χάρι της καί ὁμολογοῦμεν ὅτι ἡ σκέπη της εἶναι πλατυτέρα νεφέλης. Καί πραγματικά ἐν Χριστῷ  «ἄπαρτο κάστρο γίνετ’ ἡ ψυχή μας».






Καί σ’ αὐτήν ἐδῶ τή θέσι θά δημοσιεύσω προς χάριν τῶν ἐπισκεπτῶν τής σελίδος, ἕνα ἀπό τά θαυμάσια «Ροδοπέταλα» μιᾶς φίλης ποιητικῆς ψυχῆς, τοῦ πιότερου ἀδελφοῦ παρά φίλου μου, τοῦ ἐκλεκτοῦ καί πολύ ἀγαπητοῦ μου κ. Μανώλη Τρανούδη καί νά τοῦ διαμηνύσω ὅτι πιστεύω ἀπόλυτα πώς καί σήμερα ἀνθίζουν’ εὔοσμα λουλούδια στήν ψυχή του, σάν τό·

            

ΚΙ’ ΑΝ...

«Κι’  ἄν οἱ ἄνομοι ὀχτροί σου θά γενοῦν ἄλλοι τόσοι,
κι’ ἄν μέ ἄγρια δύναμη σάν τά φίδια σέ σφίξουν,
Φουσκωμένα ἀγριοκύματα κι’ ἄν ζητοῦν νά σέ πνίξουν,
κι’ ἄν βρισιές καί κατάρες τό Κακό σέ φορτώσει,


κι’ἄν τό φίλο, τό βλέμμα σου ν’ ἀνταμώση θελήση
μά κι’ αὐτός δέν θά βρίσκεται μέσ’ στήν δύσκολη ὥρα,
κι’ ἄν ξεσπάσει μουγκρίζοντας μεσονύχτια μια μπόρα
πού τό κάθε τί γύρω σου θ’  ἀπειλῆ ν’ ἀφανίσῃ,

γι’ αὐτά μή δειλιάσῃς ἐσύ. Τό κεφάλι μή σκύψῃς.
Κι’  ἄν χτυποῦνε, τή θύρα σου μή γελιέσαι ν’ ἀνοίξῃς.
Μά τά μάτια σου  γύρισε στά ψηλά, γιά νά πάρῃς



δύναμη στήν ἀπαντοχή  ἀπ’ τήν Πηγή τῆς Χάρης
Καί τό γόνυ λυγίζοντας, ἁπαλά προσευχήσου!...
κι’  ἀπ’ ἀνίσχυρος, ἄπαρτο κάστρο θἆναι ἡ ψυχή σου.



























Παρασκευή 9 Μαρτίου 2018

ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΟΣ Ο ΤΡΑΧΗΛΟΣ







ΖΥΓΟΝ ΔΕΝ ΥΠΟΦΕΡΕΙ


Ἔχουμε ἐπανειλημμένως τονίσει ὅτι «οἱ Τοῦρκοι, φίλοι δέν γίνονται». Ἐμεῖς οἱ ὀρθόδοξοι Ἕλληνες Χριστιανοί, κατ’ ἐξακολούθησιν ἀντιμετωπίζουμε τίς βάρβαρες, τίς ἀστόχαστες και θρασύτατες προκλήσεις τῶν Τούρκων, μέ ἀσυγχώρητη ἐπιείκεια, πού ἐγγίζει τά ὅρια τῆς βλακείας. Καί ἔτσι οἱ βάρβαροι ἀποθρασύνονται. Παραβιάζουν τούς Διεθνεῖς Κανόνες, καταπατοῦν  τίς Διεθνεῖς Συνθῆκες, στραγγαλίζουν τά ἀνθρώπινα δικαιώματα, χωρίς ντροπή, ποδοπατοῦν τά ὅσια καί τά ἱερά μας, προσβάλλουν, κατ’ ἐξακολούθησιν, τά σύνορά μας καί τήν ἐδαφικήν μας ἀκεραιότητα, μέ ἀνόητους λεονταρισμούς, μπροστά στά μάτια τῶν Διεθνῶν Ὀργανισμῶν.

Πῶς ἀντιμετωπίζει τίς προσβολές αὐτές τῶν Τούρκων ἐναντίον τῆς αἰώνιας Ἑλλάδας, τῆς κοιτίδος τοῦ Πολιτισμοῦ, ὁ Ο.Η.Ε. καί τό Συμβούλιον Ἀσφαλείας;

Πῶς δέχεται σιωπηλά τίς βάρβαρες αὐτές προσβολές ἡ Εὐρωπαϊκή Ἕνωσις; Πῶς ἀντιμετωπίζει τίς παραβιάσεις τῶν συνόρων της; Διότι τά σύνορα τῆς Ἑλλάδος εἶναι καί σύνορα τῆς Εὐρώπης.

Πῶς ἀντιδρᾶ ἡ Σκύλλα καί ἡ Χάρυβδις; Πῶς συμπαρίσταται ἡ Γερμανία καί ἡ Γαλλία στήν κακοποίησι ἐκ μέρους τῶν Τούρκων, τῆς φίλης Ἑλλάδος, πού εἶναι καί καρδιά τῆς Εὐρώπης; Εἶναι ἀντιμετώπησις τό ποιεῖν τήν νήσσαν ;

Τί λέγει ἡ Οχιά καί ὁ Μεφιστοφελής;

Περιποιεῖ τιμήν τήν πολιτισμένην ἀνθρωπότητα ἡ ληστρική  ἀπαγωγή τῶν δύο  Ἑλλήνων ἀξιωματικῶν, ἀπό τό φυλάκιο τῶν συνόρων, μέ ψευδεῖς κατηγορίες;

Χάθηκε ὁλότελα ἡ ντροπή;

Χάθηκε τό φιλότιμο

Ποῦ εἶναι ἡ ἀνθρωπιά τῶν Εὐρωπαίων, ἀλλά καί τῶν Ἀμερικανῶν σ’ αὐτό τό ἀποτρόπαιο ἔγκλημα, τῆς βάναυσης καί

ἄδικης φυλακίσεως τῶν παληκαριῶν μας, μέ ψεύτικες κατηγορίες;

Εἶναι ἐκτός πάσης ἀμφιβολίας ὅτι ὁ  Σουλτάνος Τ. Ἐρντογάν, ἔχει προφανῶς τρελλαθεῖ, μέ ὅσα συμβαίνουν στό ἐσωτερικό τῆς Χώρας του καί μέσα στήν ἀπελπισία του δέν ξέρει τί κάνει.

Ὅλες του οἱ ἐνέργειες εἶναι παράνομες καί σίγουρα θά πέσῃ  μέσα στό λάκκο, πού σκάβει γιά τούς γείτονες, «ἐμπεσεῖται εἰς βόθρον ὅν εἰργάσατο»( ψαλμ. ζ΄ 15). Διότι κατά λόγον δικαιοσύνης, «ὁ ὀρύσσων βόθρον τῷ πλησίον ἐμπεσεῖται εἰς αὐτόν» (Παροιμ. κστ΄ 27).

Δέν πρέπει κανείς νά ξεχνάει ὅτι «τό πολύ τῆς θλίψεως γεννᾶ παραφροσύνην» καί ὅτι «τοῦ Ἕλληνος ὁ τράχηλος ζυγόν δέν ὑποφέρει».

Ὑπομένουμε σιωπηρά τίς προσβολές.

Εἶναι καιρός ὅμως νά καταλάβουν ὅλοι καί οἱ γκρῖζοι λύκοι ὅτι ἔχουμε ὅρια ἀντοχῆς

.

Εἶναι καιρός νά καταλάβουν οἱ Ἕλληνες ὅτι ὅλοι, ὅσοι μᾶς κάνουν τό φίλο, ἀποδεικνύονται Οχιές, φίδια κολοβά.

Εἶναι καιρός νά ξυπνήσουμε καί κυρίως ἡ Νεολαία, νά ἀφήσουμε τίς καφετέριες καί τά μπάρ καί νά ἀνακτήσουμε τό ἑλληνικό φρόνημα, τή λεβεντιά καί τό ἑλληνικό φιλότιμο καί νά μελετήσουμε καί νά  λύσουμε τά προβλήματα τῆς Πατρίδος μας μόνοι μας. Νά προστατέψουμε τήν Πίστι μας, τήν ἐδαφική ἀκεραιότητα τῆς Πατρίδος μας, τά ὅσια καί τά ἱερά μας.

Νῦν ὑπέρ πάντων ἀγών !

Ἴσως χρειασθῆ, ὅπως λέει ὁ λαός, νά κάνουμε «τό σκατό μας», παξιμάδι, γιά νά ἔχουμε ὅ, τι χρειάζεται στόν ἀγῶνα μας. Εἶναι καιρός νά συνειδητοποιήσουμε ὅτι « οἱ ἄκαρπες συκιές» καί οἱ γραικύλοι, δέν πρόκειται νά διασφαλίσουν καί νά προστατεύσουν τήν Πατρίδα μας. Εἶναι καιρός νά συνειδητοποιήσουμε ὅτι οὔτε μέ τά «σύμφωνα συμβίωσης» καί τίς «ἔμφυλες ταυτότητες», οὔτε μέ τίς συκιές καί «τά λαμόγια», θά προστατευθῇ  ἡ Πατρίς.

Εἷναι καιρός νά ὁπλισθοῦμε ὅλοι οἱ γνήσιοι Ἕλληνες μέ τήν ἑλληνική λεβεντιά, μέ τό ἑλληνικό φιλότιμο, μέ πίστι στό Θεό
καί ἀγάπη πρός τήν Πατρίδα . Νά  ὑψώσουμε τή Γαλανόλευκη μέ τόν Τίμιον Σταυρόν καί ἑνωμένοι σέ μια ψυχή, σέ μια καρδιά νά ἀντιμετωπίσουμε κάθε ἐχθρόν καί πολέμιον, ἐσωτερικόν καί




ἐξωτερικόν καί νά εἴμαστε σίγουροι ὅτι ἡ Παναγιά, ἡ Μεγαλόχαρη,  ἡ ὑπέρμαχος Στρατηγός, ὅπως πάντοτε, θά μᾶς σκεπάσῃ καί τώρα, μέ τή Χάρι της, καί ὁ Χριστός, πού ἔβαλε τήν ὑπογραφή Του, γιά τή σωτηρία τῆς Ἑλλάδος, εἶναι ἀπόλυτα σίγουρο, πώς δέν τήν παίρνει πίσω.

ΖΗΤΩ Η ΕΛΛΑΣ !

ΖΗΤΩ ΤΟ  ΕΘΝΟΣ !

ΖΗΤΩ Η ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ!



Τετάρτη 7 Μαρτίου 2018

Ο ΣΤΑΥΡΟΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ



ΟΠΛΟΝ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΔΙΑΒΟΛΟΥ

«Τόν Σταυρόν Σου προσκυνοῦμεν, Δέσποτα,
Καί τήν ἁγίαν Σου Ἀνάστασιν δοξάζομεν».









Εἰς τό μέσον τῆς Ἁγίας καί μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ὥρισαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες, νά προβάλλεται ὁ Τίμιος καί Ζωοποιός Σταυρός εἰς προσκύνησιν. Σκοπός τῆς προβολῆς εἰς προσκύνησιν τοῦ Τιμίου Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ ἐνίσχυσις τῶν πιστῶν εἰς τόν πνευματικό τους ἀγῶνα.

Προβάλλεται εἰς προσκύνησιν καί πρός μελέτην ὁ Τίμιος Σταυρός, τό Σημεῖον τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου, τό Σύμβολον τῆς τέλειας, τῆς θεϊκῆς ἀγάπης, γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρωπίνου Γένους. Τό Σύμβολον τῆς Νίκης καί τοῦ Θριάμβου τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, πάνω στό Κακό καί τήν ἁμαρτία.

Ἡ Θέα καί μόνον τοῦ Τιμίου καί Ζωοποιοῦ Σταυροῦ φέρει στή μνήμη μας καί ζωντανεύει στήν καρδιά μας τή ἐπώδυνη σταυρική Θυσία τοῦ Χριστοῦ, γιά ὅλους ἐμᾶς τούς ἁμαρτωλούς  καί μᾶς καλεῖ νά μετανοήσουμε εἰλικρινά καί νά ἐπιστρέψουμε κοντά στό Θεό.



Ἡ Θέα καί μόνον τοῦ Τιμίου καί Ζωοποιοῦ Σταυροῦ μας περιγράφει συνοπτικά ὁλόκληρο τό Εὐαγγέλιον τῆς Ἀγάπης καί μᾶς ἐνισχύει εἰς τόν πνευματικό μας ἀγῶνα, μᾶς βοηθεῖ νά μή δειλιάσουμε, ἀλλά νά συνεχίσουμε τήν προσπάθεια πρός νέκρωσιν τῶν παθῶν, «ἀφορῶντες εἰς τόν τῆς πίστεως ἀρχηγόν καί τελειωτήν Ἰησοῦν, ὅς ἀντί τῆς προκειμένης αὐτῷ χαρᾶς ὑπέμεινε σταυρόν, αἰσχύνης καταφρονήσας, ἐν δεξιᾷ τε τοῦ θρόνου τοῦ Θεοῦ κεκάθηκεν» (Ἑβρ. ιβ΄ 2).
Ἡ Θέα καί ἡ συνειδητή προσκύνησις τοῦ Τιμίου καί Ζωοποιοῦ Σταυροῦ, μᾶς θυμίζει ὅτι « οὐκ ἄξια τά παθήματα τοῦ νῦν καιροῦ πρός τήν μέλλουσαν δόξαν ἀποκαλυφθῆναι εἰς ἡμᾶς» (Ρωμ. η΄ 18). Ζωντανεύει μέσα στήν καρδιά μας τή Θυσία τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος «ἐγένετο ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δέ Σταυροῦ» (Φιλιπ. β΄ 8), ὁ ἀναμάρτητος, ὑπόδειγμα ὑπακοῆς στόν Πατέρα, πρός μίμησιν. «Ἔπαθεν ὑπέρ ἡμῶν ἡμῖν ὑπολιμπάνων  ὑπογραμμόν ἵνα ἐπακολουθήσωμεν τοῖς ἴχνεσιν Αὐτοῦ» (Α΄Πέτρ. β΄ 21).
Ἡ Θέα καί ἡ συνειδητή προσκύνησις τοῦ Τιμίου καί Ζωοποιοῦ Σταυροῦ, μᾶς ὑπαγορεύει νά νεκρώσωμε τά μέλη ἡμῶν τά ἐπί τῆς γῆς, πορνείαν, ἀκαθαρσίαν, πάθος, ἐπιθυμίαν κακήν καί τήν πλεονεξίαν, ἥτις ἐστίν εἰδωλολατρία, ἁμαρτήματα, διά τά ὁποῖα ἔρχεται ἡ ὀργή τοῦ Θεοῦ εἰς αὐτούς, πού συστηματικά καί μέ λυσσώδη μανίαν ἀπειθοῦν» (Κολασ. γ΄ 5).
Ὁ Σταυρός μᾶς καθοδηγεῖ νά συνεχίσουμε τόν ἀγῶνα, γιά τήν πνευματική μας τελείωσι, «πάντοτε  τήν νέκρωσιν τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ  ἐν τῷ σώματι περιφέροντες, ἵνα καί ἡ ζωή τοῦ Ἰησοῦ ἐν τῷ σώματι ἡμῶν φανερωθῇ» (Β΄Κορινθ.  δ΄ 10).



Ἡ Θέα καί ἡ συνειδητή προσκύνησις τοῦ Τιμίου καί Ζωοποιοῦ Σταυροῦ χαράσσει στήν ψυχή καί τή ζωή μας, ἕνα νέον δρόμον, τήν καθ’ ὑπερβολήν Ὁδόν τῆς τέλειας ἀγάπης πρός τόν Θεόν καί τόν πλησίον. Μᾶς ὁδηγεῖ σέ ἕνα νέον τρόπον σκέψεως καί ζωῆς. Μᾶς ὑπαγορεύει τήν Καινήν Ἐντολήν, ὥστε καθημερινά νά μάθωμε νά ἀγαπῶμεν ὁ ἕνας τόν ἄλλον, ὁπως ὀ Χριστός μᾶς ἀγάπησε, μέχρι σταυροῦ καί θανάτου (παρβλ. Ἰωάν. ιγ΄ 34).
Ἡ Θέα καί ἡ συνειδητή προσκύνησις τοῦ Τιμίου καί Ζωοποιοῦ Σταυροῦ, ὁδηγεῖ τούς Μαθητάς τοῦ Χριστοῦ εἰς τήν σταύρωσιν τῆς σαρκός: «Οἱ δέ (μαθηταί) τοῦ Χριστοῦ τήν σάρκα ἐσταύρωσαν σύν τοῖς παθήμασι καί ταῖς ἐπιθυμίαις» (Γαλάτ. ε΄ 24) καί τούς βοηθῇ, μέ  ἄσκησι, νῆψι, ἐγρήγορσι καί ἀδιάλειπτη προσευχή, νά σταθοῦν κοντά στό Θεό, ὡς δένδρα καρποφόρα καί ἀειθαλῆ (Ψαλμ. α΄ 3) φέροντες τούς καρπούς τοῦ Πνεύματος, πού εἶναι «ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, ἀγαθωσύνη, πίστις , πρᾳότης, ἐγκράτεια» (Γαλάτ. ε΄ 22-23).
Ἡ Θέα καί ἡ συνειδητή προσκύνησις τοῦ Τιμίου καί Ζωοποιοῦ Σταυροῦ, ἀποπνέει καί μᾶς ἐμπνέει τό πνεῦμα τῆς αὐταπαρνήσεως καί τῆς αὐτοθυσίας, συγχρόνως δέ μᾶς διδάσκει ὅτι τό φρόνημα τῆς σαρκός εἶναι ἔχθρα εἰς Θεόν καί φέρει στήν ψυχή καί τή ζωή μας τό θάνατο, καί ζητεῖ ἀπό τούς πιστούς νά  ζοῦν κατά τάς ὑπαγορεύσεις ὄχι τῆς σαρκός, ἀλλά τοῦ Πνεύματος καί τονίζει ὅτι τό φρόνημα τοῦ Πνεύματος εἶναι ζωή καί εἰρήνη» (παρβλ. Ρωμ. η΄ 4-6).



  Ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ εἶναι θεῖον καί ἀκαταμάχητον ὅπλον, εἶναι δύναμις, πού μᾶς ἐνισχύει νά νικῶμεν τόν ἐχθρόν, ὄχι μόνον τόν κόσμον καί τόν Διάβολον, ἀλλά καί τόν μεγαλύτερον ἐχθρόν μας, πού εἶναι ὁ κακός μας ἑαυτός.
Ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ, μέ σταυροφόρον τόν Χριστόν, προπορεύεται καί μᾶς ὁδηγεῖ ἀπό γῆς πρός οὐρανόν, ἀνοίγει τίς Πῦλες τοῦ Οὐρανοῦ καί μᾶς ἐπανεισάγει εἰς τόν Παράδεισον, εἰς τήν Πατρικήν Ἑστίαν.
Ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ, μᾶς ἐπισυνάγει στή ζεστή ἀγκαλιά Του, «ὅν τρόπον ἐπισυνάγει ὄρνις τά νοσσία ἑαυτῆς ὑπό τάς πτέρυγας» (Ματθ. κγ΄37).





Ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ εἶναι τό αἴτιον τῆς Ἀναστάσεως ὁλοκλήρου τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως. Μέ τή σταυρική Θυσία ὁ Κύριος ἐπαναφέρει τά πλανηθέντα πρόβατα εἰς τήν Ποίμνην Του, μέ σκοπόν νά ἀκούσουν τήν φωνήν Του, «καί γενήσεται μία ποίμνη, εἷς ποιμήν» (Ἰωάν. ι΄ 16).
 Συνειδητή προσκύνησις τοῦ Τιμίου καί Ζωοποιοῦ Σταυροῦ σημαίνει μίμησιν τῆς ζωῆς τοῦ Ἰησοῦ. Μᾶς ὁδηγεῖ στά ματωμένα Χνάρια  Του. Μᾶς ὑπαγορεύει νά ζοῦμε «καθώς πρέπει ἁγίοις», Ὅπως ὁ Χριστός , ἔτσι κι’ ἐμεῖς (παρβλ. Ἐφεσ. ε΄  1-3).


Ἡ συνειδητή προσκύνησις τοῦ Τιμίου καί Ζωοποιοῦ Σταυροῦ, μᾶς ὁπλίζει μέ πίστι καί θάρρος, ὥστε, μέ ὅπλον τόν Σταυρόν, νά αντιμετωπίζουμε καί νά νικῶμεν πάντα πειρασμόν, νά πεθαίνουμε κάθε μέρα γιά τό Χριστό καί τό Εὐαγγέλιον τῆς Ἀγάπης Του, νά νεκρώνουμε τά πάθη καί τίς κακίες μας, νά θανατώνουμε τόν κακό μας ἑαυτό, νά σηκώνουμε μέ ἀγάπη καί ὑπομονή τόν προσωπικό μας Σταυρό, καί τίποτε ἀπολύτως νά μη μπορῇ νά μᾶς χωρίσῃ ἀπό τήν ἀγάπη, πού ἔχῃ ὁ Χριστός  σέ μᾶς, ἀλλά καί ἀπό τήν ἀγάπη, πού ὀφείλουμε νά ἔχουμε ἐμεῖς στό Χριστό (πρβλ.Ρωμ η΄ 35-39).
ἅγιος Μάξιμος λέγει ὅτι ὁ Χριστός σταυρώνεται συνεχῶς γιά τή σωτηρία μας, «δι’ ἡμᾶς ἀεί τοῦτο ποιεῖ καί πάσχει, ὡς πάντα γινόμενος ἵνα σώσει τούς πάντας». Ἡ Ἐκκλησία μας προβάλλει εἰς προσκύνησιν τόν Τίμιον Σταυρόν καί μᾶς καλεῖ νά μιμηθοῦμε τόν Κύριον καί νά ἀκολουθήσουμε τά ματωμένα ΧνάριαΤου. Μέ ὅπλον τόν Τίμιον Σταυρόν, νά ἀγωνιζώμαστε τόν Καλόν ἀγῶνα, ἀκολουθῶντας τό Ἀρνίον ὅπου ἄν ὑπάγῃ, νά γίνουμε θεοί κατά χάριν καί υἱοί Ὑψίστου πάντες.

Αὐτό σημαίνει συνειδητή προσκύνησις τοῦ Τιμίου καί Ζωοποιοῦ Σταυροῦ.

Ὁ Παῦλος λέγει: «Χριστῷ συνεσταύρωμαι· ζῶ δέ οὐκ ἔτι ἐγώ, ζῆ δέ ἐν ἐμοί Χριστός» (Γαλάτ. β΄ 20). Μᾶς καλεῖ νά βιώσουμε  τή θυσιαστική ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ καί νά ἀγαπήσουμε ὁλόψυχα τόν Θεόν καί τόν πλησίον γιά τόν Θεόν. Ὁ Χριστός θέλει ἔλεον καί οὐ θυσίαν. Ἡ οὐσία τῆς σταυρικῆς Θυσίας εἶναι ἡ ἀγάπη στήν «πρᾶξι». Βδελύσεται τίς ψευτιές καί τίς ὑποκρισίες καί τά φιλήματα, σάν τοῦ Ἰούδα.




Θέλει γνησιότητα, ἐντιμότητα, εἰλικρίνεια. Θέλει νά Τόν λατρεύουμε μέ τήν καρδιά μας, ὄχι μέ τά χείλη. Ἡ Σταυροπροσκύνησις θέλει νά γίνεται «ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ». Θέλει νά Τόν λατρεύουμε καί νά ἀποδεικνύουμε τή λατρεία μας, μέ τήν γνήσια ἀγάπη μας στόν συνάνθρωπόν μας.
Γιά νά ἐπιτύχουμε στόν ἀγῶνα μας αὐτόν, μᾶς προσφέρει ὅπλον ἀκαταμάχητον, τόν Τίμιον καί Ζωοποιόν Σταυρόν του.
ἱερός Δαμασκηνός τονίζει τή δύναμι καί τή Χάρι τοῦ Σταυροῦ στόν πνευματικό μας ἀγῶνα:

«Κύριε, ὅπλον κατά τοῦ διαβόλου, τόν Σταυρόν Σου ἡμῖν δέδωκας·  φρίττει γάρ καί τρέμει, μή φέρων καθορᾶν αὐτοῦ τήν δύναμιν· ὅτι νεκρούς ἀνιστᾷ καί θάνατον κατήργησε. Διά τοῦτο προσκυνοῦμεν τήν ταφήν σου καί τήν ἔγερσιν» (ὕμνος πλαγ. Δ΄ ἤχου).

Κάι πραγματικά ὁ Κύριος «ἐπάτησε θανάτῳ τόν θάνατον καί «κατήργησε τόν τό κράτος ἔχοντα τοῦ θανάτου, τοὐτέστι τόν Διάβολον» (Ἑβρ. β΄14) καί ἔδωκε τόν Σταυρόν Του εἰς τούς πιστούς ὡς ἀήττητον ὅπλον.


Κατήργησε τό κράτος τοῦ Διαβόλου καί τά διαβολικά τεχνάσματα, τά τυπικά καί τήν ἐσχηματισμένην εὐσέβειαν.  Ζητεῖ μόνον τήν τέλεια ἀγάπη, ὅπως μᾶς τήν δίδαξε μέ τή σταυρική Του θυσία καί τήν Ἀνάστασίν Του, διότι ὁ Θεός εἶναι ἀγάπη, Καλωσύνη.

Ὁ Κωστής Παλαμᾶς διατυπώνει ἐπιγραμματικά τή μεγάλη αὐτή ἀλήθεια λέγοντας ὅτι:

 «Ὁ Χριστός, νά καίγωνται γυρεύει γι’ αὐτόν καρδιές ὄχι κεριά.
Καί μέ Σταυρούς κανείς δέν τόν λατρεύει καί γονατίσματα βαρειά.
γιατί λατρεύει τό Χριστό ὅποιος δίνει γιά τόν πλησίον τή ζωή.
Ὅποιος τόν γυμνωμένο κρυφοντύνει καί τόν φτωχό τόν ἐλεεῖ.
Ὅποιος τήν ἀδικία κεραυνώνει καί ἁγνό τό μέτωπο κρατεῖ,  
Κι’ ἔχει Θεό τήν καλωσύνη μόνη, κι’ ἔχει Θεό τήν ἀρετή».

Ἔτσι καί μόνον ἔτσι θά προσκυνήσουμε ἐπάξια τόν Ζωοποιόν Σταυρόν τοῦ Χριστοῦ καί μέ μοναδικό ὅπλο τόν Σταυρόν θά μπορέσουμε νά νικῶμεν  τόν ἀντίχριστον καί τούς δαιμονανθρώπους.
«Ψυχάς», λοιπόν, «ἁγνισθῶμεν καί καρδίας, καλῶν ἐπιμόνοις ἐργασίαις, καί προκείμενον μέσον, τό σωτήριον ὁρῶντες τοῦ Σταυροῦ ξύλον, πίστει καί πόθῳ,
Θεοφρόνως προσκυνήσωμεν».










Παρασκευή 2 Μαρτίου 2018

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΣΤΑΥΡΟΠΡΟΣΚΥΝΗΣΕΩΣ





Ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ
καί ὁ δικός μας Σταυρός.





«Ὅστις  θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τόν
σταυρόν αὐτοῦ καί ἀκολουθήτω μοι»
                                             (Μάρκ. η΄  34).

«Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν...»



Εἶναι ἀλήθεια ὅτι, μέ τή θέλησί μας, ἀπομακρυνθήκαμε καί ἀπομακρυνόμαστε ἀπό τήν Πηγήν τοῦ ζῶντος ὕδατος, ἀπομακρυνόμαστε ἀπό τόν Ἕνα καί Μόνον Ἀληθινόν Θεόν, ἀπό τήν Πηγή τῆς Ζωῆς καί τῆς ἀθανασίας καί ζοῦμε, χάρις στήν μακροθυμία Του, σ’ αὐτήν ἐδῶ τήν ἄθλια παροικία, «ἐν γῇ ἐρήμῳ καί ἀβάτῳ καί ἀνύδρῳ» (Ψαλμ. 62,2), προσπαθῶντας νά ξεδιψάσουμε τή δίψα μας, νά ἱκανοποιήσουμε τίς μεταφυσικές μας ἀνησυχίες, στά «λασπονέρια τῆς ἀποστασίας», «σέ λάκκους συντετριμμένους, οἵ οὐ δυνήσονται ὕδωρ συνέχειν» (Ἱερεμ. β΄ 13).
Δεινά, ὀδυνηρά εἶναι τά προϊόντα τῆς ἀπομακρύνσεως ἀπό τό Θεό. Στενοχώριες, θλίψεις, πόνος, ὀδύνη, Θάνατος, ὅτι «τά ὀψώνια τῆς ἁμαρτίας θάνατος» (Ρωμ. στ΄ 23). Εἶναι ἀναμφισβήτητη ἀλήθεια ὅτι μετουσιώσαμε τόν παράδεισο τῆς τρυφῆς, σέ τόπο Ὀδύνης, σέ «χοιροστάσι», σέ κόλασι. Ἀφήσαμε τή ζεστασιά τῆς Πατρικῆς Ἑστίας. Χάσαμε τή στοργή καί τήν τρυφερότητα. Περιφρονήσαμε τό οὐράνιο Μάννα, «τόν ἄρτον τοῦ Θεοῦ τόν ἀληθινόν»(Ἰωάν. στ΄ 32), ἀπεμπολήσαμε «τόν μόσχον τόν σιτευτόν», προσπαθῶντας νά χορτάσουμε τήν πεῖνα μας, μέ «τά ξυλοκέρατα», «ἀπό τῶν κερατίων ὧν ἤσθιον οἱ χοῖροι» (Λουκ. ιε΄ 16), καί ἔτσι, μέ τήν κακή μας θέλησι, φθάσαμε στήν ἔσχατη ἐξαθλίωσι, στά πρόθυρα τοῦ σωματικοῦ καί τοῦ ψυχικοῦ θανάτου, ἀρνούμενοι τόν οὐράνιον ἄρτον.
Κανείς δέν μπορεῖ νά ἀρνηθῇ ὅτι, ὅποιος δέν τρέφεται μέ τόν ἄρτον τῆς ζωῆς, τόν Χριστόν, ὁδεύει σίγουρα πρός τόν αἰώνιον θάνατον, διότι «ὁ ἄρτος τοῦ Θεοῦ εἶναι ὁ Χριστός, ὁ καταβαίνων ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καί ζωήν διδούς τῷ κόσμῳ» (παρβλ. Ἰωάν. στ΄ 33). Αὐτός καί μόνον Αὐτός εἶναι ὁ «διδούς πᾶσι ζωήν καί πνοήν καί τά πάντα» (Πράξ. ιζ΄ 25).



Καί γι’ αὐτόν ἀκριβῶς τό λόγο, ὡς ἄπειρη ἀγάπη, μακροθυμεῖ καί μᾶς καλεῖ ὅλους κοντά Του:
«Δεῦτε πάντες οἱ κοπιῶντες καί πεφορτισμένοι, κἀγώ ἀναπαύσω ὑμᾶς. Ἄρατε τόν ζυγόν μου ἐφ’  ὑμᾶς καί μάθετε ἀπ’ ἐμοῦ, ὅτι πρᾷός εἰμι καί ταπεινός τῇ καρδίᾳ, καί εὑρήσετε ἀνάπαυσιν ταῖς ψυχαῖς ὑμῶν. Ὁ γάρ ζυγός μου χρηστός καί τό φορτίον μου ἐλαφρόν ἐστιν»  (Ματθ. ια΄ 28-30). Θέλει ὁ Πανάγαθος τή σωτηρία ὅλων μας. Μᾶς καλεῖ κοντά Του,γιά νά βροῦμε γαλήνη καί ἀνάπαυσι καί νά μάθουμε ἀπό Αὐτόν καί νά βιώσουμε τήν τέλεια Ἀγάπη, νά γνωρίσουμε καλά, νά ἀποκτήσουμε ἐπίγνωσιν (πλήρη γνῶσιν) τῆς Ἀληθείας.

         «Ἰδού ἕστηκα ἐπί τήν θύραν καί κρούω· ἐάν τις 
          ἀκούσῃ τῆς φωνῆς μου...» (Ἀποκ. γ΄ 20).

Ἡ ἄπειρη ἀγάπη, ὁ Θεός, «θέλει πάντας ἀνθρώπους σωθῆναι καί εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν» (Α΄Τιμόθ. β΄ 4), καί ἐνῶ ὡς παντοδύναμος, δύναται καί πάντας ἠναγκασμένως πορεύεσθαι, ὡς Ἀγαθός καί  πάνσοφος ,  οὐ βιάζεται δέ τινα διά τό αὐτεξούσιον».
Μᾶς καλεῖ κοντά Του καί λέγει: «Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάτω ἑαυτόν καί ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ, καί ἀκολουθήτω μοι» (Μάρκ. η΄ 34).
Δέν μᾶς ἐξαναγκάζει. Σέβεται τό θεῖον δῶρον τῆς ἐλευθερίας μας. «Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν...».
«Ἐάν τις διψᾷ, ἐρχέσθω πρός με καί πινέτω» (Ἰωάν. ζ΄ 37).
Ὁ καθένας εἶναι ἐλεύθερος νά δεχθῇ ἤ νά ἀρνηθῇ τήν πρόσκλησι. Δέν ἔχει ἀξία ἡ πρᾶξις, πού γίνεται μέ τή βία, μέ ἐξαναγκασμό. Ἀξία ἔχουν οἱ πράξεις, πού γίνονται μέ τή θέλησί μας καί μέ εὐχαρίστησι.
Κύριος μᾶς καλεῖ κοντά Του. Μᾶς καλεῖ, ἄν θέλουμε νά Τόν ἀκολουθήσουμε. Νά Τόν ἐγκολπωθοῦμε καί νά κάνουμε «πρᾶξι» τό Εὐαγγέλιον τῆς Ἀγάπης Του. Δέν μᾶς ὑπόσχεται ἀπολαύσεις καί χαρές. Ἀλλά,  ἀπό ὅλους ἐκείνους, πού θά θελήσουν νά Τόν ἀκολουθήσουν, ζητεῖ πνεῦμα αὐταπαρνήσεως καί αὐτοθυσίας.
Κανείς δέν ὑποχρεώνεται νά Τόν ἀκολουθήσῃ. Ἅν ὅμως πάρῃ τήν ἀπόφασι νά Τόν ἀκολουθήσῃ ὀφείλει:
α) Ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν,
β) Ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ καί
γ) Ἀκολουθήτω μοι, λέγει ὁ Κύριος.
Προτάσσει ὁ Κύριος τήν νέκρωσι τῶν παθῶν. Νά ἀπαρνηθοῦμε τόν κακόν μας ἑαυτόν, τά πάθη καί τίς κακίες μας, τίς κακές μας συνήθειες.  Νά ἀπαρνηθοῦμε, λέγει ὁ Παῦλος, «νά ἀποθέσουμε, σάν ἄλλο βρωμερό ἔνδυμα, τόν παλαιόν  τῆς ἁμαρτίας ἄνθρωπον, τόν ἀκάθαρτο βίον, πού κατ’ ἐξακολούθησιν μᾶς ὁδηγεῖ ἀπό τό Κακόν στό χειρότερο καί μᾶς διαφθείρει μέ τίς ἐπιθυμίες, πού προκαλεῖ ἡ ἀπάτη τῆς ἁμαρτίας, καί ὡς πιστοί ἀκόλουθοι τοῦ Κυρίου μας, νά ἀνανεωθοῦμε ψυχικά καί πνευματικά καί νά ἐνδυθοῦμε, μέ τή θέλησί μας, τόν ἀρχηγόν τῆς πίστεώς μας, τόν καινόν ἄνθρωπον τόν κατά Θεόν κτισθέντα ἐν δικαιοσύνῃ καί ὁσιότητι τῆς ἀληθείας» (παρβλ. Ἐφεσ. δ΄ 22-24). Καί ἀφοῦ ἀπαρνηθοῦμε τόν κακόν μας ἑαυτόν, νά σηκώσουμε ὕστερα τό δικό μας Σταυρό. Νά σηκώσῃ ὁ
καθένας μας τό δικό του Σταυρό: «καί ἀράτω τόν Σταυρόν αὐτοῦ».
Ἀφοῦ, δηλαδή, κατά τόν Παῦλον, «καθαρίσωμεν ἑαυτούς ἀπό παντός μολυσμοῦ σαρκός καί πνεύματος», ἀπό κάθε ὑλική καί ἀκάθαρτη ἡδονή, νά σηκώσῃ ὁ καθένας μας τό δικό του, τόν προσωπικό του Σταυρό. Νά ἐπιτελῇ, νά πραγματοποιῇ, νά φέρῃ σέ τέλειον πέρας τά δικά του καθήκοντα, τό προσωπικόν του Χρέος, νά ὑπομένῃ τίς θλίψεις καί τίς στενοχώριες τῆς ζωῆς. «Νά ὁμολογῇ τήν πίστι του στό Χριστό, νά σηκώνῃ τόν προσωπικό του σταυρό, ἀγογγύστως, μέ ὑπομονή, μέ τρυφερότητα καί γνήσια ἀγάπη καί νά ἐπιτελῇ ἁγιωσύνην ἐν φόβῳ Θεοῦ»(πρβλ. Α΄Κορινθ. ζ΄ 1 ).
Τότε καί μόνον τότε, ἐμφορούμενος ἀπό τό πνεῦμα τῆς αὐταπαρνήσεως καί τῆς αὐτοθυσίας, θά μπορῇ νά τηρήσῃ καί τόν τρίτον ὅρον τό· ἀκολουθήτω μοι. Δηλαδή:
Τότε καί μόνον τότε θά μπορέσῃ νά ἀκολουθῇ τά ματωμένα Χνάρια τοῦ Χριστοῦ, νά μιμῆται τόν Χριστόν, «νά ἀκολουθῇ τῷ Ἀρνίῳ ὅπου ἄν ὑπάγῃ» (Ἀποκ. ιδ΄ 4), νά «περιπατῇ ἐν ἀγάπῃ, νά ἀγαπᾷ τούς  συνανθρώπους του, καθώς καί ὁ Χριστός ἠγάπησεν ἡμᾶς καί παρέδωκεν ἑαυτόν ὑπέρ ἡμῶν προσφοράν καί θυσίαν τῷ Θεῷ εἰς ὀσμήν εὐωδίας» (Ἐφεσ. ε΄ 1-2).



Τότε καί μόνον τότε θά κατανοήσῃ τό βαθύτερο νόημα τῆς Σταυρικῆς Θυσίας τοῦ Χριστοῦ καί, μέ ὅπλον τόν Τίμιον Σταυρόν Του, θά σηκώσῃ τόν προσωπικό του Σταυρό ὁ καθένας μας καί, ὄχι μόνον μέ ὅλη τή δύναμι τῆς ψυχῆς του, θά προσκυνῇ τόν Τίμιον Σταυρόν τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά θά προσκυνῇ καί θά ὑμνῇ καί θά δοξολογῇ σύν τῷ Πατρί καί τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι, τόν Σωτῆρα καί Λυτρωτήν, τόν Κύριόν μας τόν Ἰησοῦν Χριστόν, ὁ ὁποῖος «ἐσταυρώθη δι’ ἡμᾶς καί ἑκών ἐτάφη καί ἀνέστη ἐκ νεκρῶν τοῦ σῶσαι τά σύμπαντα». Ἀμήν.