Τετάρτη 13 Σεπτεμβρίου 2017

ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ ΔΙΑΛΥΣΕΩΣ



Τοῦ ἱεροῦ Θεσμοῦ τῆς Οἰκογενείας

(Α)



«Principium Urbis  et quasi  seminarium
Reipublicae» (Κικέρων). Δηλαδή:
«Ἡ Οἰκογένεια εἶναι Ἀρχή τῆς Πόλεως καί 
τρόπον τινα φυτώριον τῆς Πολιτείας».



Θά πρέπει εἰσαγωγικά νά πῶ α) ὅτι ἡ ἔλλειψις ἐπαφῆς μέ τήν καθημερινή πραγματικότητα εἶναι χαρακτηριστικό γνώρισμα τῆς Σχιζοφρενείας.
β) Ὀφείλουμε νά προσέχουμε ὥστε νά μή χάνουμε τήν ἐπαφή μέ την πραγματικότητα, νά μή ζοῦμε σέ ἕνα δικό μας κόσμο, γιά νά μπορέσουμε, μέ συνεχῆ ἐπίπονο  ἀγῶνα
γ) Νά διορθώσουμε καί νά θεραπεύσουμε τόν κόσμο μέσα στόν ὁποῖον ζοῦμε.

Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι, ἀπό τῆς Ἀπελευθερώσεως ἀπό τόν Τουρκικό ζυγό καί μέχρι σήμερα, ἐμεῖς οἱ Ὀρθοδοξοι Ἕλληνες ὑφιστάμεθα, ὡς πιστοί καί Ἕλληνες, ἕνα νέο διωγμό ἐκ μέρους τῶν νέο-Παγανιστῶν, τῶν ζηλωτῶν ὁπαδῶν τῆς Εἰδωλολατρίας, οἱ ὁποῖοι μέ δόλια μέσα, μέ ψευτιές καί ὑποκρισίες, ἀναρριχῶνται στήν Ἐξουσία. Τό παίζουν «ἄθεοι», οἱ πρῶτοι κρυφοί, στήν οὐσία πολέμιοι τῆς Ὀρθοδοξίας καί τοῦ Ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ, τῶν Ἰδανικῶν τῆς Ρωμιοσύνης καί τῶν Ἑλληνοχριστιανικῶν Παραδόσεων, ἐξαπατῶντας τόν Ἑλληνικό Λαό,  μέ μεγάλους σταυρούς καί γονατίσματα πολλά, καί οἱ τελευταῖοι φανεροί, πού χωρίς ντροπή, καυχησιολογοῦν γιά τήν ἀθεῒα τους, στήν καρδιά τῆς Ὀρθοδοξίας, καί, ἀστόχαστα νομοθετοῦν νόμους, μέ τούς ὁποίους δυναμιτίζουν τούς ἱερούς θεσμούς τῆς Ρωμιοσύνης, τήν ὀρθόδοξη Πίστι, τίς Παραδόσεις, τά Ἰδανικά. Δυναματίζουν καί προσπαθοῦν νά τινάξουν στόν ἀέρα καί νά διαλύσουν τήν ἀρχήν τῆς Πόλεως καί τό φυτώριον τῆ Πολιτείας. Προσπαθοῦν νά διαλύσουν ὅ,τι πιο ἱερό γιά τούς Ἕλληνες, τήν Πίστι στό Θεό καί τήν Οἰκογένεια. Μέ ἄλλα λόγια προσπαθοῦν νά διαλύσουν καί νά ἐξαφανίσουν τήν Ἑλλάδα μας, αὐτοί οἱ ἀπάτριδες, καί στήν οὐσία ἀνθέλληνες, αὐτοί οἱ ἄθεοι, οἱ χλευαστές (οἱ Lezim) τῶν ἱερῶν καί τῶν ὁσίων, οἱ βλάσφημοι καί προδότες τῆς Πατρίδος.
Εἶναι ψέμματα ὅτι σήμερα διώκεται ἡ Ὀρθόδοξη Χριστιανική Οἰκογένεια;








Τί εἶναι τό Αὐτόματο Διαζύγιο; Δέν εἶναι δυναμίτης στά θεμέλια τοῦ ἱεροῦ Θεσμοῦ τοῦ Γάμου καί τῆς χριστιανικῆς Οἰκογενείας;
Δέν ἐπιβραβεύει τή μοιχεία; Δέν προστατεύει τήν Παλλακία; Δέν βεβυλώνει τό ἱερό καί μέγα Μυστήριον τοῦ Γάμου; Δέν διαλύει τή Χριστιανική Οἰκογένεια; 

Εἶμαι ὑποχρεωμένος νά πῶ ὅτι καί τό Αὐτόματο Διαζύγιον, ὁ Πολιτικός Γάμος, ἡ ἀποποινικοποίησι τῆς Μοιχείας, οἱ Ἐκτρώσεις, ἡ νομιμοποίησις τῆς Ὁμοφυλοφιλίας, τό «Σύμφωνο συμβίωσης», ἡ  προσπάθεια ἐξοβελισμοῦ ἀπό τά Ἑλληνικά Σχολεῖα τῆς  ὀρθοδόξου Χριστιανικῆς ἀγωγῆς τῶν Ἑλληνοπαίδων, ἡ προσβολή τῆς Σημαίας καί ἡ προσπάθεια καταργήσεως τῆς Προσευχῆς, ἡ διδασκαλία γιά τίς «ἔμφυλες ταυτότητες», γιά τίς Ψευτοθρησκεῖες καί πολλά ἄλλα εἶναι σημεῖα τῶν καιρῶν.   
Ἡ σημερινή ἐποχή μας, δυστυχῶς, ἀποδεικνύεται ἐποχή 
συγχύσεως καί διαστροφῆς, ἐποχή σχιζοφρενική.
Εἶναι καιρός νά περισυλλεγοῦμε ὡς Ἕλληνες-Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί. Νά ἐγκολπωθοῦμε τόν Χριστόν καί τό Εὐαγγέλιον τῆς Ἀγάπης Του καί μέ τήν πανοπλία τοῦ Θεοῦ, νά εἴμαστε ἕτοιμοι νά ὑπερασπισθοῦμε τήν Πίστι μας, τήν Οἰκογένειά μας, τήν Πατρίδα μας , τά ὅσια καί τά ἱερά μας. Μέσα στή Χριστιανική Οἰκογένειά μας νά διδάσκουμε στά παιδιά μας τήν Πίστι στό Χριστό καί τήν Ἀγάπη πρός τήν Πατρίδα, τήν Αἰώνια Ἑλλάδα, τή Μητέρα τοῦ Φωτός.



Νά ἀκοῦμε ὅ, τι λέγεται ἀπό τούς Παγανιστές - ἀθέους, καί νά εἴμαστε ἕτοιμοι νά ὑπερασπισθοῦμε τήν Ἀλήθεια, γιά τό Θεό, γιά τήν Πατρίδα.  Νά μή μᾶς πτοοῦν, νά μή μᾶς φοβίζουν οἱ 
στόχαστες κραυγές καί ἀνόητες ἀπειλές τῶν ἀθέων . Διότι Εἶναι βέβαιον ὅτι εἶναι «βόθρος βαθύς, στόμα παρανόμου». Τό ἀκόλαστον στόμα τῶν παρανόμων, εἶναι ἀναμενόμενον ὅτι εἶναι βρωμερός καί βαθύς βόθρος καί ὅτι ὁ Θεός δέν ἀγαπᾶ τήν παρανομία. Μισεῖ τούς παρανόμους, πού δέν μετανοοῦν καί δέν ἐπιστρέφουν καί εἶναι σίγουρο ὅτι «ὁ μισηθείς ὑπό Κυρίου ἐμπαισεῖται εἰς αὐτόν» τόν βορβορώδη βόθρον (Παροιμ. κβ΄ 14).
Ὅποιος παρακολουθεῖ ὅλα, ὅσα συμβαίνουν στόν κόσμο σέ Παγκόσμια Κλίμακα, θά παρατηρήσῃ ὅτι ὁ Ἀγαθός καί Φιλάνθρωπος  Θεός, θέλοντας νά σώσῃ καί τούς «Χλευαστές» δίδει διάφορα «σημεῖα» πρός νουθεσίαν .
Ὁ Κύριος προλέγει ὅτι «ἔσονται λιμοί καί λοιμοί καί σεισμοί μεγάλοι κατά τόπους,  φόβητρά τε καί σημεῖα ἀπ’ οὐρανοῦ μεγάλα ἔσται» (Ματθ. κδ΄ 7  Λουκ. κα΄  11). 
Καί στίς μέρες μας, ἡμέρες ντροπῆς καί παρανοήσεων,
«Ἄνοιξεν ὁ Θεός τούς καταρράκτες τοῦ οὐρανοῦ,
γιά νά ξεπλύνῃ τίς ντροπές».
Οἱ τυφῶνες, οἱ τρομεροί ἀνεμοστρόβιλοι, οἱ σύγχρονοι 
καταστρεπτικοί κυκλῶνες  τῶν τροπικῶν , ὅπως ὁ μαινόμενος κυκλῶνας Ἴρμα εἶναι καταστρεπτικές Θεομηνίες, καί δέν εἶναι τιμωρίες, ἀλλά προσκλήσεις τοῦ Θεοῦ πρός μετάνοιαν. Ὁ Καταστρεπικός Κυκλῶνας Ἴρμα ἐξαφάνισε πόλεις καί  ξεσπίτωσε ἑκατομμύρια ἀνθρώπων καί δέν εἶναι φταῖχτες μόνον αὐτοί, ἀλλά ὁλόκληρη ἡ ἀνθρωπότητα, πού καλεῖται πρός μετάνοιαν. «Πάντα δέ ταῦτα ἀρχή ὠδίνων»(Ματθ.κδ΄ 8).
Εἶναι καιρός ὅλοι οἱ ἄνθρωποι νά συνετισθοῦμε, νά μετανοήσουμε καί νά πάρουμε τήν ἀπόφασι νά  ζοῦμε «εὐσεβῶς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ».
Περισσότερο ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες, εἶναι καιρός νά ἐγκολπωθοῦμε τόν Χριστόν καί νά προστατεύσουμε τόν ἱερό Θεσμό τῆς Οἰκογένειας. Νά μήν ἀφήσουμε τίς Δυνάμεις τοῦ σκότους νά τή διαλύσουν. Ὁ Θεός εὐλογεῖ τήν ἔννομον συζυγίαν καί τήν ἐξ αὐτῆς παιδοποιῒαν. Ἄλλος τύπος Οἰκογένειας δέν ὑπάρχει.




Ὁ τύπος τῆς Ψευτοοικογένειας, χωρίς πατρική καί μητρική στοργή, πού προσπαθοῦν οἱ ἄθεοι νά μᾶς ἐπιβάλλουν, μέ Νο 1 γονέα καί Νο 2 εἶναι ὄχι μόνον διάλυσι τοῦ ἱεροῦ δεσμοῦ, ἀλλά καί ἐργαστήριον παιδεραστίας. Μόνον Οἰκογένεια δέν εἶναι.                                                                                      

       

                                                    




Τρίτη 12 Σεπτεμβρίου 2017

Ο ΣΤΑΥΡΟΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ



Ἡ βαθύτερη σημασία του

στήν καθημερινή ζωή των πιστῶν



«Σταυρός, ὁ φύλαξ πάσης τῆς οἰκουμένης·
  Σταυρός, ἡ ὡραιότης τῆς Ἐκκλησίας· 
  Σταυρός, βασιλέων τό κραταίωμα· 
  Σταυρός  πιστῶν τό στήριγμα.
  Σταυρός, Ἀγγέλων ἡ δόξα, καί
  τῶν δαιμόνων τό τραῦμα».









Στίς 14 Σεπτεμβρίου ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία ἑορτάζει τήν παγκόσμιον Ὕψωσιν τοῦ Τιμίου καί ζωοποιοῦ Σταυροῦ.

Προσκαλεῖ ὁλόκληρη τήν ἀνθρωπότητα, ἡ ὁποία δυστυχῶς, μέρα μέ τή μέρα ἀπομακρύνεται ἀπό τόν Ἕνα καί Μόνον Ἀληθινόν Θεόν καί ἀπό τίς Ἠθικές Ἀξίες, νά ἔλθῃ σέ περισυλλογή, σέ αὐτοεξέτασι, αὐτογνωσία καί Θεογνωσία.

Σάν στοργική Μητέρα, καλεῖ ὅλους τούς ἀνθρώπους κοντά της καί μᾶς προτρέπει νά κατανοήσουμε τό βαθύτερο νόημα τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ, ὥστε στήν πνευματική μας πορεία ἀπό γῆς πρός οὐρανόν να βαδίζουμε πάντοτε με τό Σταυρό τοῦ Χριστοῦ στό Χέρι καί στήν καρδιά μας.

Μᾶς προτρέπει νά στραφοῦμε στό Γολγοθᾶ, νά ἀτενίσουμε τόν Τίμιον Σταυρό, καί νά μελετήσουμε μέ προσοχή καί προσευχή, χωρίς προκατάληψι, τήν προσφορά τῆς ἄπειρης ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, τή σταυρική Θυσία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, γιά τή λύτρωσι καί σωτηρία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Νά κατανοήσουμε ὅτι «τόσο πολύ ἀγάπησε ὁ Θεός τόν κόσμο, ὥστε τόν μονογενῆ Του Υἱόν ἔδωκε, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς Αὐτόν μή ἀπόληται, ἀλλ’ ἔχῃ ζωήν  αἰώνιον» (Ἰωάν. γ΄ 16).

   Σταυρός τοῦ Χριστοῦ, τό σημεῖον τοῦ Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου, μᾶς διδάσκει τό μέτρον τῆς ἀγάπης, τό πῶς καί πόσον μᾶς ἀγάπησεν ὁ Χριστός, τό πῶς καί πόσον ὀφείλουμε νά ἀγαπᾶμε τό Θεό καί τούς συνανθρώπους μας. Ὁ Τίμιος Σταυρός μᾶς ἀποκαλύπτει ὅτι ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, τέλειος Θεός, «ἐκένωσεν ἑαυτόν», ἐταπείνωσεν ἑαυτόν, ἔλαβε μορφήν δούλου, «γενόμενος ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δέ Σταυροῦ» (Φιλιπ. β΄6-8).



Ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ μᾶς ἐμπνέει τό Πνεῦμα τῆς αὐταπαρνήσεως καί τῆς αὐτοθυσίας, καί ζωντανεύει στή μνήμη μας τή σταυρική Θυσία τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος  ἐσάρκωσε τήν ἄκρα ταπείνωσι καί τήν τέλεια ἀγάπη. Γκρέμισε τόν Ἐγωϊσμό, ᾠκοδόμησε τό πνευματικό οἰκοδόμημα τῆς ἁγιότητος καί μᾶς καλεῖ νά μιμηθοῦμε τό ἅγιον παράδειγμά Του. «Ὁ Χριστός ἔπαθεν ὑπέρ ἡμῶν, ἡμῖν ὑπολιμπάνων ὑπογραμμόν ἵνα ἐπακολουθήσωμεν τοῖς ἴχνεσιν αὐτοῦ» (Α΄ Πέτρ. β΄ 21).

Ὁ Χριστός μέ τή σταυρική Του Θυσία μᾶς συμφιλίωσε μέ τόν Θεόν-Πατέρα καί μεταξύ μας.

Διά τῆς Θυσίας τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ τό ξύλον τῆς κατάρας ἔγινε ξύλον τίμιον, ξύλον εὐλογίας. Ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ ἔγινε τό σύμβολον τῆς Θυσίας, τό σύμβολον τῆς Νίκης καί τοῦ Θριάμβου, ὁ φύλαξ πάσης τῆς οἰκουμένης, ἡ ὡραιότης τῆς Ἐκκλησίας, ἀρχόντων καί ἀρχομένων τό κραταίωμα, τό πιστῶν τό στήριγμα, τῶν ἀγγέλων ἡ δόξα καί τῶν δαιμόνων τό τραῦμα.
Χάρις στή Θυσία τοῦ Χριστοῦ, γίνεται «σημεῖον» φωτισμοῦ καί ἁγιασμοῦ. «Σημεῖον ὀρθοῦ προσανατολισμοῦ».
Μᾶς ὁδηγεῖ στήν μίμησι τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ. Καί «εἴ τις ἐν Χριστῷ καινή κτίσις» (Β΄Κορινθ. ε΄17).

Εἶναι καιρός νά ἐγκολπωθοῦμε τόν Χριστόν καί,  ὑψώνοντας μέσα στήν καρδιά μας τόν Σταυρόν, νά λυτρωθοῦμε ἀπό τά πάθη καί τίς κακίες μας, νά νεκρώσουμε τά μέλη ἡμῶν τά ἐπί τῆς γῆς, νά σταυρώσουμε τήν σάρκα σύν τοῖς παθήμασι καί ταῖς ἐπιθυμίες καί ὡς γνήσιοι μαθητές  νά ἀκολουθήσουμε τά ματωμένα Χνάρια τοῦ Χριστοῦ, ἐπιτελοῦντες ἁγιωσύνην ἐν φόβῳ Θεοῦ.

Στόν πνευματικό μας ἀγῶνα ὁ Χριστός μᾶς ἔδωκε τόν Σταυρόν Του,  ἰσχυρόν καί ἀκαταμάχητον ὅπλον ἐναντίον τοῦ Κακοῦ καί τῆς Ἁμαρτίας.

Οἱ δαίμονες καί οἱ δαιμονάνθρωποι τρέμουν καί φρίσσουν μπροστά στό Σταυρό. Δέν μποροῦν νά ἀτενίσουν τόν Σταυρόν του Χριστοῦ καί φεύγουν μακρυά μας.
Ὁ Χριστός μέ τή Σταυρική Του Θυσία  ἐνίκησε τό Διάβολο, κατήργησε τό Θάνατο καί χάρισε σέ ὅλους τούς πιστούς τήν Ἀνάστασι καί τήν αἰώνιον ζωήν. Μᾶς ἔδωσε τήν ἐξουσία, μέ τή  δύναμι τοῦ  Σταυροῦ, τοῦ πατεῖν ἐπάνω ὄφεων καί σκορπίων καί ἐπί πᾶσαν τήν δύναμιν τοῦ ἐχθροῦ.

Ὁ ἱερός Δαμασκηνός ἀναφερόμενος στόν τίμιον Σταυρόν ψάλλει:

«Κύριε, ὅπλον κατά τοῦ Διαβόλου, τόν Σταυρόν σου ἡμῖν δέδωκας· φρίττει γάρ καί τρέμει, μή φέρων καθορᾶν αὐτοῦ τήν δύναμιν...»


«Ἀκολουθοῦντες τό Ἀρνίον ὅπου ἄν ὑπάγει», ἀγωνιζόμενοι, μέ ὅπλον τόν Σταυρόν, μποροῦμε νά κάνουμε πρᾶξι τό Εὐαγγέλιον τῆς Ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ. Μέ ὅπλον τόν Σταυρόν τοῦ Χριστοῦ, μέ θυσιαστική ἀγάπη καί εἰλικρίνεια, μποροῦμε  νά διώξουμε, ἀπό τήν ψυχή καί τή ζωή μας, τήν Ψευτιά καί τήν Ὑποκρισία, καί νά μετουσιώσουμε αὐτό τόν  ἄχαρο κόσμο σέ Παράδεισο. Εἶναι σίγουρο ὅτι ἄν κρατήσουμε ψηλά τόν Τίμιον Σταυρόν, αὐτό τό σύμβολον τῆς Νίκης καί τοῦ Θριάμβου τῆς Πίστεως, θά μπορέσουμε μέ τή Χάρι του καί τή δύναμί του νά μεταμορφώσουμε τόν κόσμο, ἀρκεῖ νά κατανοήσουμε τό βαθύτερο νόημα τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ, πού εἶναι ἡ Ὁδός καί ἡ Ἀλήθεια καί ἡ Ζωή, τό Φῶς καί ἡ Εἰρήνη τοῦ κόσμου καί νά θελήσουμε νά ζήσουμε ἀπό τώρα «εὐσεβῶς» ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, μέ γνήσια ἀγάπη καί εἰλικρίνεια. Αὐτό ζητεῖ ἀπό ὅλους μας ὁ Ἐσταυρωμένος καί Ἀναστάς Ἰησοῦς Χριστός.


  «Σταυρέ τοῦ Χριστοῦ, Χριστιανῶν ἡ ἐλπίς, πεπλανημένων ὁδηγέ, χειμαζομένων λιμήν, ἐν πολέμοις νῖκος, οἰκουμένης ἀσφάλεια, νοσούντων ἰατρέ, νεκρῶν ἠ ἀνάστασις, ἐλέησον ἡμᾶς»



Τόν Σταυρόν Σου, Χριστέ, προσκυνοῦμεν καί τήν ἁγίαν Σου Ἀνάστασιν ὑμνοῦμεν καί   δοξάζωμεν. Ἀμήν.









Σάββατο 9 Σεπτεμβρίου 2017

ΟΙ ΕΝΤΟΛΕΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ


Καί ἡ ἀρχή τῆς ἀνταποδώσεως.


«Καί καθώς Μωϋσῆς ὕψωσε τόν ὄφιν ἐν τῇ ἐρήμῳ,
οὕτως ὑψωθῆναι δεῖ τόν υἱόν τοῦ ἀνθρώπου, ἵνα
πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτόν μή ἀπόληται, ἀλλἔχῃ
ζωήν αἰώνιον (Ἰωάν.γ΄14-15. Ἀριθμ. κα΄ 4-9).
Οὕτω γάρ ἠγάπησεν ὁ Θεός τόν κόσμον, ὥστε τόν
υἱόν αὐτοῦ τόν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα 
πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτόν μή ἀπόληται, ἀλλ’  ἔχῃ
ζωήν αἰώνιον» (Ἰωάν. γ΄ 16). 


Πάνσοφος καί Παντοδύναμος Θεός ἐδημιούργησε τόν ἄνθρωπον ἀπό ἄπειρη ἀγάπη, «κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσιν αὐτοῦ» (Γενεσ. α΄26), μικρόν Θεόν, μικρόν δημιουργόν. Τόν προίκισε μέ νοῦν, γιά νά διακρίνῃ τό Καλόν ἀπό τό Κακόν, καί μέ ἐλευθερίαν, ὥστε νά ἐκλέγῃ ὅ, τι  αὐτός θέλει, τό Καλόν ἤ τό Κακόν καί νά εἶναι ὑπεύθυνος τῆς ἐκλογῆς του.
Φιλάνθρωπος, γιά νά βοηθήσῃ τά πλάσματά του νά φθάσουν ἀπό τό «κατ’ εἰκόνα», εἰς τό «καθ’ ὁμοίωσιν», ἔδωκε σ’  αὐτούς «ὕλην εἰς τό αὐτεξούσιον», τήν Ἐντολήν καί ὡς ἄπειρη Ἀγάπη καί ἄπειρη Δικαιοσύνη, (διότι δέν νοεῖται Ἀγάπη χωρίς τή Δικαιοσύνη, οὔτε πάλιν νοεῖται Δικαιοσύνη χωρίς τήν Ἀγάπη), ἐνθέτει (τοποθετεῖ μέσα) στήν   πρώτην καί βασικήν Ἐντολήν Του: «... Οὐ φάγετε ἀπ’  αὐτοῦ· ᾗ δ’ ἄν ἡμέρᾳ φάγητε ἀπ’ αὐτοῦ, θανάτῳ ἀποθανεῖσθε» (Γενέσ. β΄ 16-17), ἀλλά καί σέ κάθε Ἐντολήν, τήν Ἀρχήν τῆς Ἀνταποδώσεως. Δηλαδή:
τήρησις τῆς Ἐντολῆς τοῦ Θεοῦ ἀποφέρει ὡς προϊόν,  ὡς καρπόν, τήν ζωήν, τή γαλήνη,  τή χαρά τῆς συνομιλίας μέ τό Θεό, τήν ἀδιατάρακτον διά θέας ἀπόλαυσιν τοῦ ἀπείρου κάλλους τοῦ Προσώπου τοῦ Κυρίου, τήν μακαριότητα.
ντίθετα ἡ ἀθέτησις, ἡ παράβασις τῆς Ἐντολῆς ἀποφέρει ὡς προϊόν, ὡς καρπόν, τό χωρισμό ἀπό τό Θεό, τήν ταραχή, τήν τιμωρία τῆς παραβατικῆς συμπεριφορᾶς, πού εἶναι ὁ αἰώνιος Θάνατος.
Ὡς ἄπειρη Ἀγάπη καί ἄπειρη Δικαιοσύνη, ὁ Θεός προλέγει καί κάθε ἄνθρωπος προγνωρίζει ὅτι ἡ ὑπακοή εἶναι ζωή καί παρακοή εἶναι θάνατος.
Πανάγαθος, λοιπόν,  Θεός «πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι καί εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν» (Α΄Τιμόθ. β΄ 4), «Οὐ βιάζεται δέ τινα διά τό αὐτεξούσιον», λέγει ὁ Δαμασκηνός. Συνεπῶς στό χέρι μας εἶναι νά ζήσουμε, διά τῆς ὑπακοῆς,   νά πεθάνουμε διά τῆς παρακοῆς.
Θεός δέν μᾶς ἐξαναγκάζει. Πράξεις ἤ παραλείψεις, πού γίνονται μέ ἐξαναγκασμό δέν ἔχουν καμμιά ἀπολύτως ἀξία. ’Αξία ἔχει ὅ,τι κάνουμε ἀβίαστα, ἐλεύθερα, μέ τή θέλησί μας καί μέ ἀγάπη.
Πανάγαθος, ὡς στοργικός Πατέρας νοιάζεται γιά μᾶς, μᾶς παρακολουθεῖ, μᾶς φροντίζει καί μᾶς προτρέπει καί πάντα συνεργεῖ εἰς τό Ἀγαθόν καί μᾶς ἀποτρέπει ἀπό τό Κακόν. Ἐλευθέρωσε π. χ. τόν Ἰσραηλιτικό Λαό ἀπό τή Φαραωνική δουλεία καί μετεποίησε τό πικρόν ὕδωρ τῆς Μερρᾶς εἰς γλυκύ (Ἐξοδ. ιε΄ 23-26) καί τούς ἔτρεφε μέ τό μάννα στήν ἔρημο. Προϊόντα τῆς ὑπακοῆς. Παρ’ ὅλες ὅμως τίς εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ, ὁ Λαός, ἀγνώμων, περιέπεσε εἰς τήν Εἰδωλολατρίαν. Καταφέρεται ἐναντίον τοῦ Θεοῦ καί τοῦ Μωϋσέως:  «ἀηδιάσαμε αὐτή τήν ἄθλια τροφή, μισήσαμε τό οὐράνιον μάννα».





Καρπός τῆς ἀχαριστίας τους στό Θεό, τῆς ἀγνωμοσύνης τους στόν Εὐεργέτη καί Ἐλευθερωτή Θεό ἦσαν οἱ θανατηφόροι ὄφεις, πού ἔδακνον τόν λαόν καί πολλοί πέθαναν ἀπό τά δήγματα τῶν ὄφεων( Ἀριθμοί κα΄ 4-9). Μπροστά στό θάνατο, μετανοοῦν καί ζητοῦν τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ. Παρακαλοῦν τό Μωϋσῆ νά μεσιτεύσῃ στό Θεό.
«Καί εἶπε Κύριος πρός Μωϋσῆν: Κατασκεύασε ἕνα (χάλκινο) φίδι καί στερέωσέ το πάνω σέ ἕναν ὑψηλό πάσσαλο. Ἐκεῖνος, πού ἔχει δαγκωθῆ ἀπό φίδι καί προσβλέπει, μέ πίστι στό Θεό, στό χάλκινο φίδι θά θεραπεύεται ( ὁ δεδηγμένος ἰδών αὐτόν ζήσεται).





«Καί ἐποίησε Μωϋσῆς ὄφιν χαλκοῦν καί ἔστησεν αὐτόν ἐπί σημείου, καί ἐγένετο ὅταν ἔδακνεν ὄφις ἄνθρωπον, καί ἐπέβλεπεν ἐπί τόν ὄφιν τόν χαλκοῦν καί ἔζη,  ἐκεῖνος, πού μέ πίστι καί εἰλικρινά μετανοιωμένος  ἐπέβλεπεν ἐπ’ αὐτόν, ἐθεραπεύετο»( Ἀριθμοί κα΄ 8-9).

Ὁ Χαλκοῦς Ὄφις συμβολίζει τήν Ὕψωσι τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ εἰς τό ξύλον τοῦ Σταυροῦ. Αὐτή τήν ἑρμηνείαν δίδει ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης (Ἰωάν. γ΄ 14-15).

Ὁ Χριστός, «γενόμενος ὑπήκοος  μέχρι θανάτου, θανάτου δέ Σταυροῦ», καλεῖ ὅλους τούς ἀνθρώπους νά πιστέψουν, νά μετανοήσουν, νά μή χαθοῦν, ἀλλά νά σωθοῦν καί νά ἔχουν ζωήν αἰώνιον.



«Ἐσταυρώθη δ’ ἡμᾶς καί ἑκών ἐτάφη καί Ἀνέστη ἐκ νεκρῶν τοῦ σῶσαι τά σύμπαντα». Δέν ἐξαναγκάζει κανέναν. Ὑψώθηκε στό Σταυρό «ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτόν μή ἀπόληται, ἀλλ’ ἔχῃ ζωήν αἰώνιον». Δηλαδή ἐκεῖνος πού δέν θέλει νά ἀκολουθήσῃ τό δρόμο τῆς ἐσταυρωμένης Ἀγάπης,  δέν πιστεύει στήν Ἀγάπη , ἐμμένει στό μῖσος καί στό σκοτάδι καί συνεχίζει τά ἔργα τοῦ σκότους δέν σώζεται. Ὅποιος θέλει νά σωθῇ πιστεύει καί ἀκολουθεῖ τά ματωμένα Χνάρια τοῦ Χριστοῦ. Ὅποιος δέν θέλει, δέν ἐξαναγκάζεται. Ὑφίσταται κατά λόγον δικαιοσύνης ἐν ἀγάπῃ τούς καρπούς τῆς Ἀρχῆς τῆς Ἀνταποδώσεως, τούς καρπούς τῆς ἀπιστίας καί τῆς παραβατικῆς του συμπεριφορᾶς. Καί αὐτήν τήν ἀρχήν ἐπαναλαμβάνει ὁ Εὐαγγελιστής λέγων ὅτι: «Οὕτως ἠγάπησεν ὁ Θεός τόν κόσμον, ὥστε τόν μονογενῆ του υἱόν ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτόν μή ἀπόληται, ἀλλ’ ἔχῃ ζωήν αἰώνιον» (Ἰωάν. γ΄16).

 Δεῦτε πάντες οἱ πιστοί προσκυνήσωμεν τόν
 Σταυρόν τοῦ Χριστοῦ καί τήν ζωηφόρον
Ἀνάστασιν αὐτοῦ καί ἐν ὅλῃ ψυχῇ καί διανοίᾳ
Δοξολογήσωμεν Αὐτόν, ὅτι αὐτῷ, σύν τῷ Πατρί
καί τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι ἀνήκει ἡ τιμή, ἡ δόξα
καί τό κράτος εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.







Πέμπτη 7 Σεπτεμβρίου 2017

Η ΣΤΕΙΡΑ ΤΙΚΤΕΙ ΤΗΝ ΘΕΟΤΟΚΟΝ



Τήν τροφόν τῆς ζωῆς ἡμῶν



   «Ἡ  Γέννησίς σου Θεοτόκε, χαράν ἐμήνυσε πάσῃ τῇ οἰκουμενη·  ἐκ σοῦ γάρ ἀνέτειλεν ὁ Ἥλιος τῆς δικαιοσύνης, Χριστός ὁ Θεός ἡμῶν· καί λύσας τήν κατάραν, ἔδωκε τήν εὐλογίαν· καί καταργήσας τόν θάνατον, ἐδωρήσατο ἡμῖν ζωήν τήν αἰώνιον» (Ἀπολυτίκιον).








Πράγματι ἡ Γέννησις τῆς Θεοτόκου ἀποκαλύπτει «τό μυστήριον, 
πού ἦταν κρυμμένον ἐξ ἀρχῆς καί αἰωνίως ἐν τῷ Θεῷ, ὁ ὁποῖος ἔκτισε τά πάντα διά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ» (πρβλ. Ἐφεσ. γ΄ 9). Μέ τή γέννησι τῆς  ἁγνῆς Παρθένου Μαριάμ, φανερώνει ὁ Πανάγαθος Θεός τό θεῖον καί μυστηριῶδες σχέδιον τῆς σωτηρίας μας , μέ τήν ἐκλογήν τῆς γυναικός, πού ἐπρόκειτο ἐκ Πνεύματος Ἁγίου νά γεννήσῃ τόν Υἱό Του,  τόν  Σωτῆρα καί Λυτρωτή τοῦ κόσμου, τόν Χριστόν. Ἡ Γέννησις τῆς Θεοτόκου ἀποκαλύπτει,  σέ ὁλόκληρη τήν Οἰκουμένη, τή Χαρά , διότι ἐξ αὐτῆς θά ἀνατείλῃ στόν κόσμο, ὁ Ἥλιος τῆς Δικαιοσύνης, ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, πού θά λύσῃ τήν κατάρα τῆς παρακοῆς, θά χαρίσῃ σέ ὅλους τήν Χαρά καί τήν εὐλογίαν τῆς ὑπακοῆς στό θεῖον Θέλημα, θά καταργήσῃ τό θάνατο, μέ τή σταυρική Του θυσία καί τήν Ἀνάστασί Του, θά ἀνοίξῃ τίς Πύλες τοῦ Οὐρανοῦ, γιά κάθε ἄνθρωπο, θά χαράξῃ τό δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς μας πρός τήν Πηγήν ὕδατος Ζωῆς, τόν Θεόν καί θά χαρίσῃ σέ ὅλους μας τήν αἰώνιον ζωήν, διότι Αὐτός  εἶναι  ἡ Ὁδός καί ἠ Ἀλήθεια καί ἡ Ζωή, ἡ Χαρά καί  «τό Φῶς πού φωτίζει κάθε ἄνθρωπο, πού ἔρχεται στόν κόσμο». Αὐτός εἶναι ἡ ζωή μας καί ἡ εἰρήνη μας καί ἡ Παναγιά εἶναι εἶναι «ἡ τροφός τῆς ζωῆς ἡμῶν».




Ἡ Ἐκκλησία μας πανηγυρίζει τό Γενέθλιον τῆς ὑπεραγίας Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καί ἀειπαρθένου Μαρίας, ἡ ὁποία, ἀνεδείχθη «ἡ μόνη ἐν γυναιξί εὐλογημένη καί καλή», «κεχαριτωμένη», χάρις εἰς τίς ἀρετές της. Ὑπῆρξε ὑπόδειγμα, 
Κανών πίστεως καί τέλειας ἀγάπης καί ἀφοσιώσεως στό Θεό, ἁγνή, ἄσπιλη, ἀμόλυντη, Παρθένος. Τῶν Φιλοθέων φιλοθεωτέρα καί τῶν Ἁγίων Ἁγιωτέρα. Παναγία. Γι’ αὐτόν ἀκριβῶς τό λόγο τή διάλεξεν ὁ Θεός, νά γεννήσῃ τόν Υἱόν Του ἐκ Πνεύματος Ἁγίου, διότι ἦταν ἡ μόνη καθαρή καί ἄμωμος, ἡ μόνη ἀξία ὥστε νά γίνῃ ὄργανον στά Χέρια τοῦ Θεοῦ πρός πραγματοποίησιν τῆς προαιώνιας Βουλῆς Του, γιά τή σωτηρία μας. Αὐτό εἶναι Μυστήριον ξένον καί παράδοξον, ὑπέρ λόγον καί ἔννοιαν. Δέ τό χωράει ὁ νοῦς μας.
Καταξιώθηκε νά γίνη Μητέρα τοῦ Φωτός, Μητέρα τῆς Ζωῆς, Μητέρα τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ, Μητέρα τῆς Χαρᾶς καί Μητέρα του πόνου. Σκέπη τοῦ κόσμου, «πλατυτέρα νεφέλης». Μητέρα ὅλων μας. Ὅλοι οἱ πιστοί νοιώθουμε τήν στοργική Παρουσίας της στή ζωή μας. Ὅλοι σ’ αὐτήν καταφεύγουμε στίς δύσκολες ὧρες. Καί κανείς, ἀπολύτως κανείς δέν φεύγει ντροπιασμένος ἀπό κοντά της, «ἀλλ’ αἰτεῖται τήν χάριν καί λαμβάνει τό δώρημα, πρός τό συμφέρον τῆς αἰτήσεως».



Σ’ αὐτήν ὀφείλουμε Εὐγνωμοσύνη γιά τίς εὐεργεσίες της. Αὐτήν ἔχουμε χρέος νά τήν ὑμνοῦμε καί νά τήν ἐγκωμιάζουμε, μέ τήν ὑπακοή στό Εὐαγγελιον τοῦ υἱοῦ της καί μέ τήν προκοπή μας στήν πνευματική ζωή, μιμούμενοι τό παράδειγμα της, τήν πίστι , τήν ἀγάπη της τίς ἀρετές της.
Τό τραγικόν εἶναι ὅτι, δυστυχῶς, δέν προσπαθοῦμε νά προκόπτουμε στίς ἄρετές  καί νά δίνουμε χαρά στή Μεγαλόχαρη Μητέρα μας. Τό ἀντίθετον μάλιστα συμβαίνει. Ξεφεύγουμε τόσο πολύ ἀπό τό δρόμο τῆς ζωῆς, πού χάραξε μέ τό Αἷμα Του ὁ υἱός της καί Θεός μας, ὥστε νά δακρύζουν ἀκόμη καί οἱ Εἰκόνες της...
Δυστυχῶς ἔχουμε ξεφύγει ἀπό τό δρόμο τοῦ Θεοῦ καί ξεχνᾶμε τή βασική ἀλήθεια, πού τόσο ἁπλᾶ μᾶς διδάσκει ὁ ἀνδρῶν  ἁπάντων σοφώτατος Σωκράτης. Ξεχνάμε δηλαδή ὅτι «Ἀρετή μέν, ὡς ἔοικεν, ὑγίειά τέ τις καί κάλλος καί εὐεξία ψυχῆς, κακία δέ νόσος τε καί αἶσχος καί ἀσθένεια. Ἔστιν οὕτω» (Πλατ. Πολιτεία Δ΄ XVIII,444 D-E). Καθώς φαίνεται λοιπόν, δέν ἔχουμε καταλάβει ὅτι  ἀρετή εἶναι ἠ Ὀμορφιά καί ἡ ὑγεία  τῆς ψυχῆς, ἐνῷ ἡ κακία εἶναι ἀρρώστια, ἀσχήμια καί ἀδυναμία της.Ἔτσι εἶναι. Κι' αὐτό φαίνεται στήν καθημερινή μας συμπεριφορά, ἡ ὁποία, τίς περισσότερες φορές, εἶναι ἀρρωστημένη. Εἶναι «ὕβρις».
Καί ὄχι μόνον δέν σεβόμαστε καί δέ τιμοῦμε τή Μητέρα τοῦ Θεοῦ καί Μητέρα μας, ἀλλά τό χειρότερο εἶναι ὅτι ὑπάρχουν καί μερικά καθάρματα, ἀποβράσματα τῆς κοινωνίας, πού βλασφημοῦν τήν Παναγία Μητέρα μας. Πρίν ἀπό λίγες μέρες, μάλιστα, ἕνα τέτοιο  κυβερνητικόν ἀπόβρασμα σέ ἐπίσκεψί του στό ΕΟΠΠΕΠ, τόλμησε, ξεδιάντροπα, καί πέταξε  στό σκουπιδοτενεκέ, τήν Εἰκόνα τῆς Παναγίας!...
Κι’ αὐτό συνέβη  στήν καρδιά τῆς 
Ὀρθοδοξίας. Δέν ἔχω λόγια νά χαρακτηρίσω ἕνα τέτοιο  οἰκτρό φαινόμενο ἐπιθετικοῦ ἀντιχριστιανισμοῦ, πού δείχνει προφανῶς  τό μέγεθος τῆς ἰδιωτείας, τῆς πλήρους διανοητικῆς ἀνεπαρκείας καί βορβορώδους ψυχῆς, πού τόλμησε μιά τέτοια φρικαλέα, ἀποτρόπαιη συμπεριφορά.


Παναγιά μου, Μεγαλόχαρη
Λυπήσου τό Γένος μας.
Σπλαγχνίσου τά παιδιά σου.
Σκέπασε μέ τή Χάρι σου
τή χειμαζομένη Πατρίδα, 
τήν Ἑλλάδα μας. 
«Τήν ποίμνην σου διαφύλαττε 
 ἐκ λύκων λυμαινομένων αὐτήν».







Τετάρτη 6 Σεπτεμβρίου 2017

ΕΙΝΑΙ ΑΝΑΓΚΗ ΤΩΝ ΚΑΙΡΩΝ




Ν ά ἀνοίξουμε τήν καρδιά μας στό Χριστό

Εἶναι ἀναμφισβήτητη ἀλήθεια ὅτι ὁ Χριστός εἶναι τό ὑπέρτατον Ἀγαθόν, τό Bene supremo. Αὐτός εἶναι ἠ ζωή μας καί ἡ εἰρήνη μας. Εἶναι ἡ ἐνσαρκωμένη Ἀγάπη. Στό πρόσωπόν Του πραγματοποιεῖται ἡ προαιώνια Βουλή τοῦ Θεοῦ, γιά τή σωτηρία μας. Εὐδοκίᾳ τοῦ Πατρός καί συνεργίᾳ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ « ὁ  ἐν ἀρχῇ Λόγος, τό φῶς τό ἀληθινόν, ὅ φωτίζει  πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τόν κόσμον, ὁ δι’ οὗ τά πάντα ἐγένετο (Ἰωάν. α΄ 1 ἑξ.) σάρξ ἐγένετο καί ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν», «ἵνα», ὅπως λέγει ὁ ἱερός Δαμασκηνός, «τήν ἑαυτοῦ ἀναπλάσῃ εἰκόνα, φθαρεῖσαν τοῖς πάθεσι, καί τό πλανηθέν ὀρειάλωτον (τό ἐπί τῶν ὀρέων πλανώμενον) εὑρών πρόβατον, τοῖς ὤμοις ἀναλαβών τῷ Πατρί προσαγάγῃ· ...»(Δοξαστ. Δ΄ ἤχου).






Καί εἶναι «ὁμολογουμένως μέγα τό τῆς εὐσεβείας μυστήριον» Δηλαδή τό γεγονός ὅτι «ὁ Θεός ἐφανερώθη ἐν σαρκί, ἀπεδείχθη ἀληθής Μεσσίας διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, φανερώθηκε στούς Ἀγγέλους, ἐκηρύχθη μεταξύ τῶν ἐθνικῶν, τόν πίστεψε ὁ κόσμος ὡς Θεάνθρωπον καί ἀνελήφθη μέ δόξα, ἡρπάσθη πρός τόν Θεόν καί πρός τόν θρόνον αὐτοῦ»( Α΄ Τιμ. γ΄ 16. Ἀποκ. ιβ΄ 5).
Καί πραγματικά, ὁ Φιλάνθρωπος, ἀπό ἄπειρη γιά τά πλάσματά Του ἀγάπη, φανερώνεται ὡς ταπεινός ἄνθρωπος, μᾶς συναναστρέφεται καί δέν ἐντρέπεται νά μᾶς ἀποκαλεῖ ἀδελφούς Του. Μᾶς καλεῖ κοντά Του, γιά νά μᾶς ὑψώσῃ καί νά μᾶς ἐπανεισάγῃ εἰς τόν Παράδεισο.
Ἀνοίγει τίς Πύλες τοῦ Οὐρανοῦ καί μᾶς καλεῖ  καί λέγει:
«Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καί πεφορτισμένοι, κἀγώ ἀναπαύσω ὑμᾶς...» (Ματθ. ια΄ 28-30).
«Ἐάν τις διψᾷ, ἐρχέσθω πρός με καί πινέτω» (Ἰωάν. ζ΄ 37).
«Ἐγώ τό Α καί τό Ω, ἡ Ἀρχή καί τό Τέλος. Ἐγώ τῷ διψῶντι δώσω ἐκ τῆς πηγῆς τοῦ ὕδατος τῆς ζωῆς δωρεάν» (Ἀποκ. κα΄ 6). Δέν μᾶς ἐξαναγκάζει. Θέλει νά ἐπιστρέψουμε κοντά Του, μέ τή θέλησί μας. «Εἴ τις θέλει...» (Ματθ. ιστ΄ 24). «Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ, καί ἀκολουθείτω μοι» (Μάρκ. η΄ 34).
Μᾶς καλεῖ κοντά Του καί δέν μᾶς ὑπόσχεται δόξες καί καλοπέρασι. Ἀντίθετα μάλιστα προβλέπει καί προλέγει ὅτι στήν ἀνοδική μας πορεία ἀπό γῆς πρός οὐρανόν θά συναντήσουμε πολλά ἐμπόδια, θλίψεις καί διωγμούς καί θάνατον καί ζητεῖ  ἀπό ὅλους τούς κλητούς καί ἐκλεκτούς καί πιστούς Μαθητάς Του, πνεῦμα αὐταπαρνήσεως καί αὐτοθυσίας.

                Αὐτό τό πνεῦμα διδάσκει μέ τή σταυρική
                Του  Θυσία ὁ Χριστός.

Αὐτό τό πνεῦμα  εἶναι καιρός νά πνεύσῃ στίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων σήμερα. Ἡ ἀνθρωπότητα παραπαίει. Ὁδεύει πρός τήν αὐτοκαταστροφή της. Κυριαρχεῖ στίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων ὁ ἄκρατος Ἐγωϊσμός, ὁ Ἑωσφορισμός, πού ἀνάβει φωτιές ἐδῶ καί κεῖ καί μέσα στήν ψυχή μας καί σωρεύει συμφορές, ὀδύνη καί πόνο καί θάνατο.
Κι’ αὐτό ὀφείλεται στό γεγονός ὅτι οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι σήμερα ἀρνοῦνται τόν ἀληθινό Θεό καί λατρεύουν τό Βόρβορο, τό Μαμωνᾶ, τό Χρῆμα.
Ἐγκαταλείπουμε τόν Ἕνα καί Μόνον ἀληθινόν Θεόν, τήν Πηγή τοῦ ζῶντος ὕδατος καί ἀνοίγουμε «λάκκους συντετριμμένους, οἵ οὐ δυνήσονται ὕδωρ συνέχειν».
 Τί, ἀλήθεια, προσφέρει σήμερα στήν ἀνθρωπότητα ἡ ὑδρογονοβόμβα; Τί ἄλλο προκαλεῖ ἐκτός ἀπό  τεράστιες
καταστροφές; Τί προσφέρουν τά πυρηνικά καί τά χημικά ὅπλα;
Δυστυχῶς, μακρυά ἀπό τό Θεό, ὁ ἄνθρωπος χρησιμοποιεῖ τίς δυνάμεις του στό Κακό, στήν καταστροφή. Στό κάθε μας βῆμα συναντᾶμε τήν Ψευτιά καί τήν Ὑποκρισία, τήν ἀπογοήτευσι. Διώξαμε τό Χριστό μέσ’ ἀπό τήν καρδιά μας   καί ἀφήνουμε νά μᾶς κυβερνοῦν οἱ Δυνάμεις τοῦ Κακοῦ.
Εἶναι ἀνάγκη τῶν καιρῶν, πρίν νά εἶναι ἀργά νά ἀνοίξουμε τήν καρδιά στό Χριστό, ὁ ὁποῖος, ὡς ἄπειρη ἀγάπη, μακροθυμεῖ καί «ἵσταται ἐπί τήν θύραν καί κρούει...» (Ἀποκ. γ΄ 20) Μᾶς καλεῖ νά Τόν ἀκολουθήσουμε, ἐλεύθερα, ἀβίαστα, μέ τήν καρδιά μας, μέ τή θέλησί μας, καί, συνειδητά, ξεριζώνοντας μέσ’ ἀπό τήν ψυχή μας κάθε κακία, νά πάρουμε τήν ἀπόφασι νά ζήσωμεν  τόν ὑπόλοιπον χρόνον τῆς ζωῆς μας «εὐσεβῶς», «καθώς πρέπει ἁγίοις». Γι’ αὐτόν ἀκριβῶς τό λόγο λέγει ὁ Κύριος, ὅτι οἱ θέλοντες νά  μέ ἀκολουθήσουν, λέγει ὁ Κύριος, ὀφείλουν  α) νά ἀπαρνηθοῦν τόν κακό τους ἑαυτόν, β) νά σηκώσουν τό σταυρό τους καί τότε γ) νά μέ ἀκουλουθήσουν.  Καί εἶναι τό μόνον, πού μᾶς ἀπομένει. Ἡ μόνη μας ἐλπίδα εἶναι ὁ Χριστός. Καί συνεπῶς ὅσοι θέλουμε νά ἀκολουθήσουμε τόν Λυτρωτή, ὀφείλουμε νά Τοῦ ἀνοίξουμε τήν καρδιά μας  καί νά ζοῦμε, ἐπαναλαμβάνω, εὐσεβῶς, «καθώς πρέπει ἁγίοις» (Ἐφεσ. ε΄ 3). Δηλαδή, νά δεχθοῦμε μέ ὅλη τή δύναμι τῆς ψυχῆς μας τήν πρόσκλησί Του καί νά μιμηθοῦμε τό ἅγιον παράδειγμά Του.




Νά ἀκολουθήσουμε τήν καθ’ ὑπερβολήν Ὁδόν, τήν Ὁδόν τῆς γνήσιας, τῆς τέλειας ἀγάπης στό Θεό καί τόν πλησίον μας, τόν συνάνθρωπό μας. Νά εἶναι ἡ ζωή μας μίμησις τῆς ζωῆς τοῦ Ἰησοῦ. Καί ὁ Ἀναμάρτητος, ὁ πρᾷος καί ταπεινός τῇ καρδίᾳ, «ὅς ἁμαρτίαν οὐκ ἐποίησεν οὐδέ εὑρέθη δόλος ἐν τῷ στόματι αὐτοῦ» (Α΄ Πέτρ. β΄ 22.Ἡσ. νγ΄ 7-9), προκειμένου νά μᾶς ὀδηγήσῃ στή Ὁδό τῆς ἐσταυρωμένης Ἀγάπης καί νά μᾶς διδάξῃ «τό εὐσεβῶς ζῆν», νά μᾶς διδάξῃ τόν ἀπόλυτο σεβασμό καί τήν τέλεια ἀγάπη  στόν οὐράνιον Πατέρα, καί τήν ἀπόλυτη ὑπακοή στό θεῖον θέλημα, «ἔπαθεν ὑπέρ ἡμῶν, ὑπολιμπάνων ἡμῖν ὑπογραμμόν ἵνα ἐπακολουθήσωμεν τοῖς ἴχνεσιν Αὐτοῦ» (Α΄ Πέτρ. β΄ 21). Θά πρέπει δέ νά τονίσω ἐδῶ ὅτι ὁ Κύριος, γιά νά μᾶς διδάξῃ τήν ἀπόλυτη ὑπακοή στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, τήν εὐσέβεια, «ἐταπείνωσεν ἑαυτόν γενόμενος ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δέ σταυροῦ» (Φιλιπ. β΄ 8).
Ἔρχεται ὁ Χριστός, μέ τό παράδειγμά Του, νά μᾶς ἀπομακρύνῃ ἀπό κάθε βέβηλον ἀνθρώπινο κατασκεύασμα καί νά μᾶς ἀνεβάσῃ ἀπό τήν ἀνθρωπίνην, εἰς τήν θείαν διάστασιν. Ἔρχεται νά μᾶς βοηθήσῃ νά διαπεράσωμε τό ὑλικόν Σύμπαν καί νά εἰσέλθωμεν εἰς τό Πνευματικόν Σύμπαν, εἰς τόν ἅγιον κόσμον τοῦ θείου φωτός. Ἀφυπνίζει τίς δυνάμεις τῆς ψυχῆς μας. Ὥστε, μιμούμενοι τόν Χριστόν καί ζῶντες εὐσεβῶς, «νά γίνουμε»  ὅπως μᾶς συμβουλέυει ὁ θεοφώτιστος Παῦλος,  «ἄμεμπτοι καί ἀκέραιοι, τέκνα Θεοῦ ἀμώμητα ἐν μέσῳ γενεᾶς σκολιᾶς καί διεστραμμένης» καί νά εἴμαστε «ὡς φωστῆρες ἐν κόσμῳ» (Φιλιπ. β΄15). Καί τονίζει ὅτι γι’ αὐτόν ἀκριβῶς  τό σκοπό ἦλθεν ὁ Χριστός στόν κόσμο. Δηλαδή: «Ἐπεφάνη ἡ χάρις τοῦ θεοῦ ἡ σωτήριος πᾶσιν ἀνθρώποις, παιδεύουσα ἡμᾶς ἵνα ἀρνησάμενοι τήν ἀσέβειαν καί τάς κοσμικάς ἐπιθυμίας σωφρόνως καί δικαίως καί εὐσεβῶς ζήσωμεν ἐν τῷ νῦν αἰῶνι ...» (Τιτ. β΄ 11-14).
Τό «εὐσεβῶς ζῆν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ», ἡ συναίσθησις καί 
καί ἐκδήλωσις σεβασμοῦ καί τέλειας ἀγάπης στό Θεό πού ἀποδεικνύεται στήν πρᾶξι, μέ τήν ἀπόλυτη ὑπακοή  καί συμμόρφωσι τοῦ ἀνθρώπου στό θεῖον θέλημα, μέχρι θανάτου, μέ τήν τήρησι τῶν Ἐντολῶν.
Τό «εὐσεβῶς ζῆν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ», ἡ γνήσια θρησκευτικότης, συνίσταται εἰς τήν ὑπακοή στό θεῖον Θέλημα καί εἶναι ἡ ὑπέρτατη καί ἀπόλυτος Ἀξία τῆς ζωῆς στόν κόσμο.
Ἀπόστολος Παῦλος, τό «σκεῦος τῆς ἐκλογῆς τοῦ Χριστοῦ», ἀπευθύνεται σέ ὅλους καί  μᾶς καλεῖ νά τόν μιμηθοῦμε καί λέγει: «Μιμηταί μου γίνεσθε» καί ἐπαναλαμβάνει: «Μιμηταί μου γίνεσθε, καθώς κἀγώ Χριστοῦ» (Α΄ Κορινθ. δ΄ 16. ια΄ 1). Διότι γνωρίζει ὁ Παῦλος ὅτι μόνον ἡ μίμησις τῆς ζωῆς τοῦ Ἰησοῦ εἶναι ἠ πραγματική, ἡ ἀληθινή καί θεάρεστη γυμνασία πρός εὐσέβειαν (Α΄ Τιμόθ. δ΄ 7) . Γι’ αὐτό καί μᾶς προτρέπει λέγων:
«Γίνεσθε οὖν μιμηταί τοῦ Θεοῦ ὡς τέκνα ἀγαπητά, καί περιπατεῖτε ἐν ἀγάπῃ, καθώς καί ὁ Χριστός ἠγάπησεν ἡμᾶς καί παρέδωκεν ἑαυτόν ὑπέρ ἡμῶν προσφοράν καί θυσίαν τῷ Θεῷ εἰς ὀσμήν εὐωδίας...» (Ἐφεσ. ε΄ 1-21).
Καί πάλιν λέγει: «Ταύτας οὖν ἔχοντες τάς ἐπαγγελίας, ἀγαπητοί, καθαρίσωμεν ἑαυτούς ἀπό παντός μολυσμοῦ σαρκός καί πνεύματος, ἐπιτελοῦντες ἁγιωσύνην ἐν φόβῳ Θεοῦ» (Β΄ Κορινθ. ζ΄ 1). Βασική πρϋπόθεσις  «φόβου Θεοῦ», εὐλαβείας καί ἀγάπης πρός τόν Θεόν εἶναι ἡ καθαρότης, ὅρος ἀπαραίτητος τοῦ «εὐσεβῶς ζῆν» καί προσεγγίσεως καί συνομιλίας μέ τόν Θεόν: 
«Λούσασθε καί καθαροί γίνεσθε, ἀφέλετε τάς πονηρίας ἀπό τῶν ψυχῶν ὑμῶν ἀπέναντι τῶν ὀφθαλμῶν μου, μάθετε καλόν ποιεῖν, ἐκζητήσατε κρίσιν, ῥύσασθε ἀδικούμενον, κρίνατε ὀρφανῷ καί δικαιώσατε χήραν· καί δεῦτε διαλεχθῶμεν, λέγει Κύριος» (Ἡσ. α΄ 16-18). Καί αὐτή ἡ καθαρότης εἶναι ἡ βάσις  «τοῦ εὐσεβῶς ζῆν», ἡ βάσις τῆς μιμήσεως τοῦ Ἰησοῦ. Δέν εἶναι θεωρία, ἀλλά πρᾶξις. Εἶναι βίωμα τῶν ὀρθοδόξων, βίωμα τῆς μόνης ἀληθινῆς Θρησκείας. Χρειάζεται ἐπίπονος ἀγῶνας. Ἄσκησις.
Δέν νικιέται εὔκολα τό Κακό καί ἡ ἁμαρτία  κυρίως  ἀπαιτεῖ καθαρότητα καί ἔργα θυσιαστικῆς, ἁγνῆς Ἀγάπης.
Ὁ Ἅγιος Ἰάκωβος ὁ ἀδελφόθεος λέγει: «Θρησκεία καθαρά καί ἀμίαντος παρά τῷ Θεῷ καί πατρί αὕτη ἐστίν, ἐπισκέπτεσθαι ὀρφανούς καί χήρας ἐν τῇ θλίψει αὐτῶν, ἄσπιλον ἑαυτόν τηρεῖν ἀπό του κόσμου» (Ἰακ. α΄ 27).Ὁ Θεός, πού δέν θέλει τόν θάνατον τοῦ ἁμαρτωλοῦ προστάσσει καί λέγει: «Ποιήσατε ἑαυτοῖς καρδίαν καινήν καί πνεῦμα καινόν» (Ἰεζεκ. ιη΄ 31). Ἀνανεῶστε τήν καρδιά καί τό πνεῦμα σας, μετανοεῖτε εἰλικρινά, γιά νά δώσετε χαρά καί εὐφροσύνη στίς οὐράνιες δυνάμεις, γιά νά νοιώσετε τή χαρά τῆς πνευματικῆς ζωῆς.
Σέ συζήτησι χθές μέ ρώτησε ἕνας εὐσεβής νέος ἐπιστήμων:
«Εἶναι εὔκολο, πάτερ Στέφανε, τό εὐσεβῶς ζῆν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, στήν ἐποχή μας, σ’ ἕναν κόσμο, πού «ὅλος ἐν τῷ πονηρῷ κεῖται»;
Ὄχι, βέβαια. Δέν ἦταν ποτέ καί, πολύ περισσότερο στίς μέρες μας, δέν εἶναι καθόλου εὔκολο. Χρειάζεται καθημερινός, ἐπίπονος ἀγῶνας, ὄχι γιά νά νικήσῃ, ἀλλά γιά νά νικᾷ ὁ χριστιανός τούς τρεῖς ἔχθρούς, πού ἀντιστρατεύονται εἰς τό εὐσεβῶς ζῆν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ. Καί αὐτοί οἱ ἐχθροί εἶναι: α΄) ὁ Κακός μας ἑαυτός, πού εἶναι καί ὀ μεγαλύτερος ἐχθρός μας, εἶναι β΄) ὁ Διάβολος, ὁ ἀρχηγέτης τοῦ Κακοῦ, καί γ΄) ὁ Κόσμος ὅλος, πού βρίσκεται μακρυά ἀπό τό Θεό. Χρειάζεται γυμνασία πρός εὐσέβειαν. Ἡ μίμησις τῆς ζωῆς τοῦ Ἰησοῦ εἶναι συνεχής ἐξάσκησις τῆς εὐσεβείας καί ἁγίας ζωῆς. Ὁ Γλυκύς καί πρᾷος Ἰησοῦς εἶναι ἡ Ὁδός καί ἡ Ἀλήθεια καί ἡ Ζωή. Εἶναι ἡ ἐνσάρκωσις τῆς «Καινῆς Ἐντολῆς», τῆς Ἐντολῆς: «καθώς ἠγάπησα ἡμᾶς καί ὑμεῖς ἀγαπᾶτε ἀλλήλους», δηλαδή τῆς ἀγάπης καί πρός τούς ἐχθρούς , μέχρι σταυροῦ καί θανάτου (Ἰωάν. ιγ΄34).
Καί οἱ θέλοντες εὐσεβῶς ζῆν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ ὀφείλουν νά μάχονται, μέ τή χάρι τοῦ Θεοῦ, καί καθημερινά νά νικοῦν τό κακόν καί τήν ἁμαρτίαν. Νά νικοῦν τόν κακόν τους ἑαυτόν, τόν κόσμον καί τόν Διάβολον.

























Νά εὑρίσκονται συνεχῶς σέ ἐγρήγορσι, σέ νῆψι, νηφάλιοι καί προσεκτικοί. Ὅλοι οἱ θέλοντες εὐσεβῶς ζῆν ὀφείλουμε νά εἴμαστε ἄγρυπνοι καί πανέτοιμοι νά ὑπερασπισθοῦμε τήν ὀρθόδοξη Πίστι μας καί τήν ἀγάπη μας στό Χριστό, ὁ ὁποῖος μᾶς ἔχει προειδοποιήσει καί μᾶς ἔχει πεῖ: «Εἰ ἐμέ ἐδίωξαν καί ὐμᾶς διώξουσιν...» (Ἰωάν. ιε΄ 20 ) καί ὅτι «ἐν τῷ κόσμῳ θλῖψιν ἔξετε· ἀλλά θαρσεῖτε, ἐγώ νενίκηκα τόν κόσμον» (Ἰωάν ιστ΄ 33).
Εἶναι, λοιπόν, ἀγαπητά μου παιδιά, ἀνάγκη τῶν καιρῶν, νά ἐγκολπωθοῦμε τόν Χριστόν καί μέ νηστεία, ἀγρυπνία, προσοχή, καί ἀδιάλειπτη Προσευχή νά παλέψουμε, γιά τό Χριστό καί τό Εὐαγγέλιον, γιά τήν ἀνακαίνισι τοῦ σύμπαντος κόσμου, νά προλάβουμε, πρίν νά εἶναι ἀργά, νά περισώσουμε, ὅτι εἶναι δυνατόν νά περισωθῇ. Καί εἶναι πλέον ἤ βέβαιον ὅτι, μέ τή θεία συμμαχία, ἐν Χριστῷ, θά νικῶμεν πάντα ἔχθρόν καί πολέμιον. Διότι ὁ Χριστός, τό ἄκακον Ἀρνίον, «ἐξῆλθε νικῶν καί ἵνα νικήσῃ» (Ἀποκ. στ΄ 2). Εἶναι ὁ αἰώνιος Νικητής, ὁ Θριαμβευτής πάνω στό Κακόν καί τήν ἁμαρτίαν. Εἷναι ὁ Ἐλευθερωτής καί Λυτρωτῆς τοῦ
κόσμου.




Τόν πολεμοῦν οἱ ἀντίχριστοι καί «οὗτοι μετά τοῦ ἀρνίου πολεμήσουσι, καί τό ἀρνίον νικήσει αὐτούς, ὅτι Κύριος κυρίων ἐστί καί Βασιλεύς βασιλέων, καί μετ’ αὐτοῦ (θά νικήσουν καί οἱ) κλητοί καί ἐκλεκτοί καί πιστοί», (Ἀποκ. ιζ΄ 14). Νικητές μαζί μέ τό Αρνίον εἶναι καί οἱ δικοί Του, δηλ. «οἱ θέλοντες εὐσεβῶς ζῆν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ»






Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἀναφερόμενος στούς διωγμούς  καί τά παθήματα, πού ὑπέφερε γιά τό Χριστό καί τό Εὐαγγέλιον ἀναφέρει ὅτι ἀπό ὅλα αὐτά τόν ἐγλύτωσε ὁ Κύριος. Τονίζει ὅτι, ὄχι μόνον αὐτός, ἀλλά «καί πάντες οἱ θέλοντες εὐσεβῶς ζῆν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ διωχθήσονται» (Β΄ Τιμόθ. γ΄ 11-12). Διακηρύσσει  ὁ Παῦλος τήν, ἀπό δικές του προσωπικές ἐμπειρίες, ἀπόλυτη βεβαιότητα, ὅτι στόν πενυματικό ἀγῶνα, «νικῶντες» εἶναι πάντοτε οἱ θέλοντες εὐσεβῶς ζῆν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ. Διακηρύσσει δέ ἐπίσης ὅτι «δέν εἶναι ἄξια τά παθήματα τοῦ νῦν καιροῦ, δέν εἶναι ἄξια τά ὅσα πάσχομεν καί ὑποφέρουμε τήν παροῦσα ζωή, ἐν συγκρίσει πρός τήν δόξαν, πού πρόκειται νά ἀποκαλυφθῇ γιά νά δοθῇ σέ μᾶς» (Ρωμ. η΄ 18). Διακηρύσσει, δηλαδή, ὅτι «οἱ θέλοντες εὐσεβῶς ζῆν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, ἀγωνιζόμενοι καί   ζῶντες εὐσεβῶς, μέ τή χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἐξασφαλίζουν διά τῶν θλίψεων καί τῶν διωγμῶν, τήν τελική δόξα καί μακαριότητα ( παρβλ. Ρωμ. η΄ 18-39). Θεωρεῖ ὅμως πρός τοῦτο ἀναγκαίαν τήν γυμνασίαν πρός εὐσέβειαν. Διά τοῦτο  μᾶς προτρέπει ὁ Παῦλος  καί λέγει: «Τούς βεβήλους καί γραώδεις μύθους παραιτοῦ. Γύμναζε δέ σεαυτόν πρός εὐσέβειαν· (Νά ἐξασκεῖσαι συνεχῶς εἰς τήν εὐσέβειαν καί εἰς τήν ἁγίαν ζωήν. Γύμναζε τόν ἑαυτόν σου στήν καθαρή Πίστι καί στόν ὀρθόν βίον, στή σωστή ζωή). Διότι «ἡ σωματική γυμνασία πρός ὀλίγον ἐστιν ὠφέλιμος (δηλαδή ὠφελεῖ τό σῶμα καί σ’ αὐτήν ἐδῶ τήν παροῦσα ζωή)· ἡ δέ εὐσέβεια πρός πάντα ὠφέλιμος ἐστίν (ὠφελεῖ δηλαδή τήν ἀθάνατη ψυχή καί τό σῶμα) ἐπαγγελίαν ἔχουσα ζωῆς τῆς νῦν καί τῆς μελλούσης» (Α΄Τιμόθ. δ΄ 7-8).
Συνεπῶς, ἀγαπητά μου παιδιά, εἶναι ἐπιτακτική ἡ ἀνάγκη νά συνειδητοποιήσουμε ὅλοι ὅτι, ἀφοῦ πήραμε τή ζωή μας λάθος, εἶναι καιρός νά ἀλλάξουμε ζωή. Νά ἀνοίξουμε τήν καρδιά μας στό χριστό καί νά κατανοήσουμε ὄτι μόνον αὐτός μᾶς σώζει. Εἶναι ὁ Λυτρωτής. Νά κατανοήσουμε ὅτι τό χρέος ὅλων μας εἶναι νά ἀνοίξουμε τήν καρδιά μας στό Χριστό καί νά κάνουμε πρᾶξι τό Εὐαγγέλιον τῆς Ἀγάπης. Μόνον Αὐτός μπορεῖ νά σώσῃ τόν Κόσμον, πού βαίνει πρός τήν αὐτοκαταστροφήν του.
Νά συνειδητοποιήσουμε τό Χρέος μας νά ζοῦμε εὐσεβῶς ἐν χριστῷ Ἰησοῦ. Καί νά μή λησμονοῦμε ποτέ  ὅτι μακάριοι εἶναι οἱ θέλοντες εὐσεβῶς ζῆν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ. Μάκάριοι εἶναι οἱ δεδιωγμένοι ἕνεκεν δικαιοσύνης, ὅτι αὐτῶν ἐστιν ἡ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν». Μακάριοι εἶναι οἱ δεδιωγμένοι, πού θυσιάζουν τή ζωή τους, γιά τό Χριστό καί τό Εὐαγγέλιον τῆς ἀγάπης Του (Ματθ. ε΄ 10-12 πρβαλ. καί Μάρκ. η΄ 35).
Μακάριοι εἶναι οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ, οἱ νικῶντες τό Κακόν καί τήν Ἁμαρτίαν, «οἱ ἀκολουθοῦντες τῷ Ἀρνίῳ ὅπου ἄν ὑπάγῃ» (Ἀποκ. ιδ΄4). Διότι «ὁ καθήμενος ἐπί τοῦ θρόνου σκηνώσει ἐπ’ αὐτούς. Οὐ πεινάσουσιν ἔτι οὐδέ διψήσουσιν ἔτι, οὐδ’ οὐ μή πέσῃ ἐπ’ αὐτούς καῦμα, ὅτι τό ἀρνίον τό ἀνά μέσον τοῦ θρόνου ποιμαίνει αὐτούς, καί ὁδηγήσει αὐτούς ἐπί ζωῆς πηγάς ὑδάτων, καί ἐξαλείψει ὁ Θεός πᾶν δάκρυον ἐκ τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῶν» (Ἀποκ. ζ΄  15-17).
Ὁ Θεός, ὡς Παντοδύναμος μπορεῖ καί ὡς Πανάγαθος θέλει τή Λύτρωσι τοῦ γένους τῶν ἀνθρώπων. Γι’ αὐτόν ἀκριβῶς τό λόγο « ἵσταται ἐπί τήν θύραν καί κρούει...». Χρειάζεται ὅμως καί τή δική μας θέλησι, τή δική μας συγκατάθεσι. Χρειάζεται νά ἀκούσουμε τή φωνή Του καί νά πάρουμε τήν ἀπόφασι ἀπό τώρα νά ζοῦμε εὐσεβῶς. Νά Τοῦ ἀνοίξουμε τήν καρδιά μας νά κατασκηνώσῃ καί νά Βασιλεύσῃ ἐντός μας καί νά ἀξιωθοῦμε, μέ τή Χάρι Του καί τή Δύναμί Του νά ἀπολαμβάνουμε διά θέας τό  ἄπειρον κάλλος τοῦ Προσώπου Του, τήν μακαριότητα, καί νά Τόν ὑμνοῦμεν σύν τῷ Πατρί καί τῷ ἁγίῳ Πνεύματι εἰς πάντας τούς αἰῶνας.