Τετάρτη 26 Απριλίου 2017

ΠΕΡΙ ΕΛΕΗΜΟΣΥΝΗΣ, Δ΄




«Μακάριοι οἱ ἐλεήμονες, ὅτι αὐτοί ἐλεηθήσονται» (Ματθ. ε΄ 7). 4ο

Ὁλοκληρωτική προσφορά.
Ἡ  ἐλεημοσύνη πρέπει νἆναι  ὁλοκληρωτική, τέλεια, ὁλόψυχη προσφορά ἀγάπης πρός τόν πλησίον, μέ σκοπό νά ἐξαλείψῃ τά δάκρυα, νά θεραπεύσῃ τίς ἀνάγκες, νά δώσῃ λύσι στά προβλήματα τῶν ἀδελφῶν, νά χαρίσῃ ἄνεσι καί νά φέρῃ ψυχική γαλήνη στήν ψυχή τῶν πονεμένων.
Ἠ ἐλεημοσύνη χαρίζει πίστη στή ζωή σέ κάθε ὀλιγόπιστο καί ἀνασύρει ἀπό τή φουρτουνιασμένη θάλασσα τῆς ζωῆς κάθε ἀπελπισμένο.


 Ἡ ἐλεημοσύνη χαρίζει, ὄχι μόνον ἐλπίδα στόν πτωχό, ἀλλά καί προετοιμάζει τήν ψυχήν τοῦ  ἐλεήμονος  νά ὑποδεχθῇ  ἀξίως τόν Κύριο, νά «ἀκολουθῇ τό Ἀρνίον ὅπου ἄν ὑπάγῃ» (Ἀποκ. δ΄14) καί νά ἑνωθῇ μαζί Του.
Ἡ ἐλεημοσύνη προϋποθέτει ἀναχώρησι ἀπό κάθε Κακό καί ἐπιτέλεσιν ἁγιωσύνης ἐν φόβῳ Θεοῦ (Β΄ Κορινθ. ζ΄1).Εἶναι ἀδιάλειπτη, ἀδιάκοπη, συνεχής θυσιαστική προσφορά ἀγάπης.
Μέ τήν ἀρετή τῆς ἐλεημοσύνης ἀγωνίζεται ὁ ἐλεήμων ἄνθρωπος νά ἐξαλείψῃ τά αἴτια πού προκαλοῦν τήν κοινωνική ἀδικία  καί ὁδηγοῦν στήν ἔσχατη  φτώχεια καί ἀθλιότητα τούς συνανθρώπους μας. 
Μέ τήν ἀρετή τῆς,  κατά Χριστόν, ἐλεημοσύνης πραγματοποιείται ἡ προσταγή τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού λέγει: «Ἐτοιμάσατε τήν ὁδόν Κυρίου, ευθείας ποιεῖτε τάς τρίβους αὐτοῦ. Πᾶσα φάραγξ πληρωθήσεται καί πᾶν ὄρος καί βουνός ταπεινωθήσεται καί ἔσται τά σκολιά εἰς ευθείαν καί αἱ ταχεῖαι εἰς ὁδούς λείας» (Ἡσ. 40,3-5. Ματθ.γ΄3. Λουκ. γ΄4-5).Δηλαδή : Ἑτοιμάστε τό δρόμο, πού θά ἔλθῃ ὁ  Ἐλεήμων Κύριος. Κάμετε ἴσιους καί ὁμαλούς τούς δρόμους, ἀπό τούς ὁποίους θά περάσῃ. Ξεριζώστε μέσ' ἀπό τήν ψυχή σας τά ἀγκάθια καί τούς τριβόλους. Καθαρίσατε τήν ψυχή σας ἀπό τά βρωμερά σας πάθη. Διῶξτε τόν Ἐγωϊσμό, τήν ἀλαζονεία, τήν ψευτιά καί τήν ὑποκρισία καί ὅλα τά γενεσιουργά αἴτια τῆς κοινωνικῆς ἀδικίας. Νά γεμίσῃ κάθε χαράδρα καί λαγκάδι. Νά σκεπασθοῦν τά χάσματα. Καί κάθε βουνό καί κάθε λόφος νά χαμηλώσῃ, ὥστε τό ἔδαφος νά γίνῃ ὁμαλόν, ὥστε νά ὑποδεχθοῦμε τόν Ἐρχόμενον, τόν ἐνανθρωπήσαντα Σωτῆρα.
Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος  λέγει: «ὁ ἔχων δύο χιτῶνας μεταδότω τῷ μή ἔχοντι, καί ὁ ἔχων βρώματα ὁμοίως ποιείτω» (Λουκ. γ΄ 11).
Ὁ Κύριος ζητεῖ κάτι περισσότερο. Ζητεῖ ἀκτημοσύνην: «Μή κτήσησθε χρυσόν μηδέ ἄργυρον μηδέ χαλκόν εἰς τάς ζώνας ὑμῶν. Μή πήραν (σακίδιο) εἰς ὁδόν μηδέ δύο χιτῶνας μηδέ ὑποδήματα μηδέ ράβδον· ἄξιος γάρ ὁ ἐργάτης τῆς τροφῆς αὐτοῦ» (Ματθ. ι΄ 11-12). Ἐπίσης μᾶς ἀποτρέπει  ἀπό τίς βιοτικές μέριμνες ( Ματθ. στ΄ 25-34): «Ζητεῖτε πρῶτον τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καί τήν δικαιοσύνην αὐτοῦ, καί ταῦτα πάντα (ὅλες τίς βιοτικές ἀνάγκες) προστεθήσεται ὑμῖν. Μή οὖν μεριμνήσητε εις τήν αὔριον· (Μή κυριευθῆτε ἀπό  ἄγχος, ἀπό ἀγωνία γιά τό αὔριον) ἡ γάρ αὔριον μεριμνήσει τά ἑαυτῆς·(ἡ αὐριανή ἡμέρα θά ἔχῃ τίς δικές της φροντίδες)· ἀρκετόν τῇ ἡμέρᾳ ἡ κακία αὐτῆς» (ἀρκεῖ γιά κάθε μέρα ἡ δική της σκοτούρα καί ταλαιπωρία)(Ματθ. στ΄ 33-34).
Δέν θέλει ὁ Κύριος, ὁ ὁποῖος νοιάζεται καί φροντίζει γιά μᾶς, νά ὑποδουλώνουμε τήν ψυχή μας  στά ὑλικά ἀγαθά, πού εἶναι σκιᾶς ἀσθενέστερα καί ὀνείρων ἀπατηλότερα. ΘΕΛΕΙ νά ἐννοήσουμε τό βραχύ τῆς ζωῆς καί τήν ματαιότητα τῶν ἐγκοσμίων πραγμάτων καί τῶν  ἀνθρωπίνων ἐπιδιώξεων καί ΖΗΤΕΙ ἀπό ὅλους μας, τά ἀγαθά πού ἀποκτοῦμε μέ τή Χάρι Του καί μέ τόν ἱδρῶτα τοῦ προσώπου μας, ΝΑ  ΤΑ ΠΡΟΣΦΕΡΟΥΜΕ στούς συναθρώπους μας ,πού τά ἔχουν ἀνάγκη. ΖΗΤΕΙ νά βασιλεύσῃ ἡ γνήσια Ἀγάπη καί ἠ κοινωνική Δικαιοσύνη στόν κόσμο.



Ἐπαινεῖ τήν προσφορά τῆς πτωχῆς χήρας. Τό δίλεπτό της ἔχει μεγαλύτερη ἀξία ἀπό τά χρυσᾶ νομίσματα τῶν πλουσίων.
Καί αἰτιολογεῖ τόν ἔπαινό Του καί λέγει:«Ἀμήν λέγω ὑμῖν ὅτι ἡ χήρα ἡ πτωχή αὕτη πλείω πάντων ἔβαλε τῶν βαλλόντων εἰς τό γαζοφυλάκιον· πάντες γάρ ἐκ τοῦ περισεύοντος αὐτοῖς ἔβαλον· αὕτη δέ ἐκ τῆς ὑστερήσεως αὐτῆς πάντα  ὅσα εἶχεν ἔβαλεν, ὅλον τόν βίον αὐτῆς» (Μάρκ. ιβ΄ 41-44. Λουκ. κα΄ 1-4).
Βασικές προϋποθέσεις γιά νά ἀκολουθήσῃ κανείς τόν Κύριο εἶναι: ἡ ὁλοκληρωτική ἀφιέρωσις στό Θεό, ἡ ἀπάρνησις τοῦ κόσμου καί τῶν κοσμικών, ἡ τέλεια ἀγάπη  πρός τό Θεό καί πρός τόν πλησίον διά τόν Θεόν, τό Πνεῦμα τῆς αυταπαρνήσεως καί τῆς αὐτοθυσίας, καί ἡ προσφορά ὅλων τῶν ὑπαρχόντων (ὑλικῶν καί πνευματικῶν) πρός τούς πτωχούς.







Στόν πλούσιο νεανίσκο λέγει: « Εἰ θέλεις τέλειος εἶναι, ὕπαγε πώλησόν σου τά  ὑπάρχοντα καί δός πτωχοῖς, καί ἕξεις θησαυρόν ἐν οὐρανῷ καί δεῦρο ἀκολούθει μοι» (Ματθ. ιθ΄ 21-22. πρβλ. καί Ματθ. στ΄19-21).
Ὁ Κύριος, ὁ μόνος Ἐλεήμων καί Φιλάνθρωπος γίνεται τύπος καί ὑπογραμμός ἐν πᾶσι, ὑπόδειγμα σέ ὅλους μας. Ἐπτώχευσε γιά νά μᾶς πλουτίσῃ. Ἄφησε, γιά χάρι μας, τό θεϊκό Του Θρόνο, ἔγινε ἄνθρωπος, γιά νά γίνουμε, μέ τή Χάρι Του, θεοί. Μᾶς ὑπέδειξε ὅτι  ἐδῶ στή γῆ εἴμαστε πάροικοι καί παρεπίδημοι, προσωρινοί, διαβάτες καί ὅτι τό πολίτευμα ἡμῶν ἐν οὐρανοῖς ὑπάρχει(Φιλιπ.  γ΄ 20. πρβλ. καί Ἑβρ. ιγ΄ 14).




Καί γιά νά μᾶς ἀπαλλάξῃ ἀπό τήν ἀγχώδη βιοτική μέριμνα καί νά μᾶς ὁδηγήσῃ διά τῆς ἐλεημοσύνης στήν ἀκτημοσύνη, μᾶς φέρει παράδειγμα τόν ἑαυτό Του καί λέγει: «Αἱ αλώπεκες φωλεάς ἔχουσι καί τά πετεινά τοῦ οὐρανοῦ κατασκηνώσεις, ὁ δέ υἱός τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἔχει ποῦ τήν κεφαλήν κλίνῃ» (Ματθ. η΄ 20). Συγχρόνως δέ μᾶς ἐβεβαίωσε ὅτι αὐτός πού φροντίζει τά πετεινά τοῦ οὐρανοῦ καί τἀγριολούλουδα, πολύ περισσότερο φροντίζει γιά μᾶς (Ματθ. στ΄ 30). Πράγματι ὁ μόνος Ἐλεήμων καί φιλάνθρωπος νοιάζεται γιά μᾶς. «Αὐτῷ μέλει περί ἡμῶν» (Α΄ Πέτρ. ε΄7).
Πῶς μπορῶ νά ἀμφισβητήσω τήν ἄπειρη εὐσπλαγχνίαν Του καί τό ἀμέτρητον ἔλεός Του σέ ὅλους μας, ἀλλά ἀκόμη καί σέ μένα τόν πιό ἁμαρτωλό δοῦλο Του. Ἄπειρες εἶναι οἱ εὐεργεσίες Του καί ἀνερμήνευτη ἡ Μακροθυμία Του!
Πενῆντα ὀκτώ (58) χρόνια μέ ἀνέχεται στό Ἱερόν Θυσιαστήριον καί ὄχι μόνον δέν μέ ἀδίκησε σέ τίποτε, ἀλλά καί μέ στηρίζει καί μέ σκεπάζει μέ τή Χάρι Του καί τίς ἀμέτρητες εὐεργεσίες Του. Πῶς, λοιπόν, νά μήν κηρύττω τόν πανάγιο λόγο Του; Πῶς μπορῶ νά μή κηρύττω ὅτι ἡ ἐλεημοσύνη εἶναι ἡ βασιλίς τῶν ἀρετῶν, ἡ ταχέως ἀνάγουσα τούς ἀνθρώπους εἰς τάς ἀψίδας τῶν οὐρανῶν;





Τρίτη 25 Απριλίου 2017

ΠΕΡΙ ΕΛΕΗΜΟΣΥΝΗΣ ,Γ΄




«Μακάριοι οἱ ἐλεήμονες, ὅτι αὐτοί ἐλεηθήσονται» (Ματθ. ε΄7). 3ο

Τό γνώρισμα τῆς ἀληθινῆς ἀγάπης.
Χαρακτηριστικό γνώρισμα τῶν Μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ ἀγάπη, ὅπως τήν ἔχει ἐνσαρκώσει ὁ Κύριος , μέ τή Σταυρική Του Θυσία:
«Ἐντολήν καινήν δίδωμι ὑμῖν ἵνα ἀγαπᾶτε ἀλλήλους, καθώς ἠγάπησα ὑμᾶς ἵνα ἀγαπᾶτε ἀλλήλους. Ἐν τούτῳ  γνώσονται πάντες ὅτι ἐμοί μαθηταί ἐστε, ἐάν ἀγάπην ἔχητε ἐν ἀλλήλοις» (Ἰωάν. ιγ΄ 34-35). Μέχρι Σταυροῦ καί Θανάτου.

              «Καθώς ἐγώ ἠγάπησα ὑμᾶς ἵνα καί ὑμεῖς ἀγαπᾶτε ἀλλήλους».

Χαρακτηριστικό  δέ γνώρισμα τῆς ἀληθινῆς, τῆς γνήσιας ἀγάπης εἶναι ἡ ἐλεημοσύνη. Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης λέγει ὅτι «Ἀλλά μήν πάντων ὡμολόγηται τῶν κατά τόν βίον τοῦτον ἐπιτηδευομένων ἡ ἀγάπη τό κράτιστον εἶναι. Ἐπίτασις δέ ἀγάπης ὁ ἔλεος». Δηλαδή: Εἶναι ὁμολογημενο ὅτι ἀπό ὅλες τίς προσεγμένες εκδηλώσεις αὐτῆς ἐδῶ τῆς ζωῆς ἡ σπουδαιότερη εἶναι ἡ ἀγάπη. Καί τό ἔλεος εἶναι Ἐπίτασις τῆς ἀγάπης, μεγαλύτερη ἔντασις, δυνάμωμα τῆς ἀγάπης (Εἰς Μακαρισμούς, λογ. Ε΄. Migne P.G.44, 1252. ΒΕΠΕΣ, 66,400,28-29).
Ὁ Διονύσιος Ἀλεξανδρείας λέγει ὅτι « τοῦ ἐλεεῖν καί εὐεργετεῖν οὔτε προτιμότερον οὔτε φιλανθρωπότερόν  ἐστιν ἡμῖν τι ἕτερον, ἐπεί μηδέ τῷ Θεῷ». Δηλαδή:Σέ μᾶς τούς Χριστιανούς δέν ὑπάρχει τίποτε ἄξιο μεγαλυτέρας εκτιμήσεως, τίποτε προτιμότερο, τίποτε πιό φιλάνθρωπο, ἀπό τό νά ἐλεοῦμε καί νά ευεργετούμε τούς συνανθρώπους μας, ἐπειδή δέν ὑπάρχει τίποτε ἄλλο καί γιά τό Θεό, πού ἁπλόχερα μᾶς ἐλεεῖ καί μᾶς εὐεργετεῖ (Ἀποσπ.VIII,1, ΒΕΠΕΣ 17,267,1-7).
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος λέγει ὅτι  ἡ ἐλεημοσύνη εἶναι «βασιλίς τῶν ἀρετῶν», «ταχέως ἀνάγουσα τούς ἀνθρώπους εἰς τάς ἀψίδας τῶν οὐρανῶν». Ἀποκαλεῖ τήν ἐλεημοσύνην «συνήγορον ἀρίστην» (Περί ἐλεημοσύνης ἐν Migne P.G.49,294).
                   «Σοῦ δέ σιωπῶντος  μύρια στόματα ὑπέρ σοῦ ἀπολογοῦνται» (Χρυσόστομος)

Ἡ ἐλεημοσύνη εἷναι ἡ καλλίτερη ἔκφρασις τῆς ἀγάπης μας γιά κάθε ἄνθρωπο καί γιά τούς ἐχθρούς μας ἀκόμη(Ματθ. ε΄ 44-48). Αὐτός πού ἔχει στήν ψυχή τήν ἀληθινήν, τήν γνήσια ἀγάπη, ἀγαπᾶ ὅλους τούς ἀνθρώπους καί τά ἄγρια θηρία. Ὅλους τούς ἐλεεῖ, γιά ὅλους εὔχεται, ἀκόμη γιά τούς Σταυρωτές του, ὅπως ὁ Χριστός.


 

Δευτέρα 24 Απριλίου 2017

ΠΕΡΙ ΕΛΕΗΜΟΣΥΝΗΣ. Β΄



«Μακάριοι οἱ ἐλεήμονες, ὅτι αὐτοί ἐλεηθήσονται» (Ματθ. ε΄ 7) 2ο

Ἐάν πλούτισες ἀδικῶν, ἐμπράκτως μετανόησε.
Τρανό παράδειγμα ὁ Ζακχαίος. Μετενόησε εἰλικρινά καί εἶπε:  «Ἰδού τά ἡμίση τῶν ὑπαρχόντων μου, Κύριε, δίδωμι τοῖς πτωχοῖς,   
καί  εἴ τινός τι ἐσυκοφάντησα, ἀποδίδωμι τετραπλοῦν» (Λουκ. ιθ΄ 8). Διόρθωσε τίς ζημιές, πού  εἶχε προκαλέσῃ καί σώθηκε.




Ὁ Ἀστέριος ὁ Σοφιστής λέγει: «Αδίκως συνέλεξας· δικαίως ἀνάλωσον. Ἐξ αὐτῶν τῶν τοῦ πάθους ἀφορμῶν τῷ πάθει κατασκεύασον φάρμακα. Ἠδίκησάς ποτε. Πρῶτον ὧν ἠδίκησας  φεῖσαι, πρῶτον δίκαιος, καί τότε φιλάνθρωπος. Πρῶτον ἀπόδος, εἶθ' Οὕτω μετάδος· πρῶτον ἔκκλινον τό κακόν, εἶθ' Οὕτω ποίησον ἀγαθόν. Μή φαίνου φιλόδωρος ἀφ' ὧν  οὐκ  ἐγένου φιλάδελφος. Ὅταν στήσῃς τῶν ὑπό σοῦ αδικηθέντων τό δάκρυον, τότε πένησιν ἑτέροις συμπάθησον κλαίουσι. Τίμα γάρ, φησι,  τόν Κύριον ἀπό σῶν δικαίων πόνων (Παροιμ. γ΄ 9). Μή ἀπατᾶσθε· Θεός οὐ μυκτηρίζεται (Γαλτ. στ΄7). Οὐ δέχεται δωρεάν ἑτέρου στενάζοντος» (Ἑρμην. εἰς  ΙΕ΄ Ψαλμ. ΒΕΠΕΣ 38,76, 33-77,3).
Ἡ Ἐλεημοσύνη προϋποθέτει τήν πεῖνα καί τή δίψα τοῦ ἀνθρώπου γιά τή δικαιοσύνη. Προϋποθέτει κατάργησι τῆς κοινωνικῆς ἀδικίας καί τέλεια ἀποκατάστασι τῆς κοινωνικῆς Δικαιοσύνης.
Ἡ πεῖνα καί ἡ δίψα γιά Δικαιοσύνη καθιστᾶ τόν πιστό δίκαιο καί ἀγαθό καί μεταδοτικό τοῦ ἀγαθοῦ, σάν τό Θεό. Τόν ὁδηγεῖ στήν ἔμπρακτη, θυσιαστική, γνήσια ἀγάπη.Στό χῶρο τῆς Χάριτος, στήν ἐλεημοσύνη, πού εἶναι ἡ ἐκδήλωσι τῆς «ἐν Χριστῷ» ἀγάπης μας, γιά κάθε ἄνθρωπο, πού ἔχει τήν ἀνάγκη μας, χωρίς καμμιά ἀπολύτως διάκρισι.


Ὁ Θεός, πού «εἶναι πλούσιος  σέ ἔλεος καί φιλανθρωπία, χάρις στήν ἄπειρη ἀγάπη Του, μέ τήν ὁποίαν μᾶς ἀγάπησε (Ἐφεσ. β΄4), «ἀνατέλλει τόν ἥλιον αὐτοῦ ἐπί πονηρούς καί ἀγαθούς καί βρέχει ἐπί δικαίους καί ἀδίκους» (Ματθ. ε΄ 45). Ἔτσι δίδει σέ μᾶς τόν ὁρισμό τῆς ἐλεημοσύνης. Εἶναι ὁλοφάνερο ὅτι τό ἐπίθετον· Ἐλεήμων ἀνήκει κυρίως στό Θεό. Ἡ λέξις «Ἐλεήμων» σέ συνδιασμό μέ τή λέξι «οἰκτίρμων», ἀποδίδεται στό Θεό (Π.Δ. ἰδίως στούς Ψαλμούς 85, 15. 102,8. 110,4.111,4 . 114,5.144,8).Στήν Καινή Διαθήκη βρίσκεται μόνο στήν πρός Ἑβρ. β΄ 17 καί ἀποδίδεται στό Χριστό.
Ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ μόνος Ἐλεήμων καί Φιλάνθρωπος, μᾶς διαβεβαιώνει ὅτι καί ἐμεῖς μποροῦμε, μέ τή Χάρι Του, νά ἀξιωθοῦμε καί νά πάρουμε αὐτό τό θεῖον ὄνομα, ἄν αποκτήσουμε τήν ἀρετή τῆς ἐλεημοσύνης.




          «Πορεύου καί σύ ποίει ὁμοίως»




ΠΕΡΙ ΕΛΕΗΜΟΣΥΝΗΣ .Α΄



« Μακάριοι οἱ ελεήμονες, ὅτι αὐτοί ἐλεηθήσονται» (Ματθ. ε΄ 7). 1ο

Οἱ ελεήμονες καί Ἐλεημοσύνη.
Στή πέμπτη βαθμίδα τῶν Μακαρισμῶν ὁ Κύριος τοποθετεῖ τήν Ἐλεημοσύνη καί λέγει  ὅτι «εἶναι μακάριοι οἱ ελεήμονες, διότι   αὐτοί θά δεχθοῦν  τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ, θά ἐλεηθοῦν ἀπό τό Θεό».
Ἐλεήμονες εἶναι ἐκεῖνοι, πού αισθάνονται ἔλεος γιά τό συνάνθρωπό τους, οἱ οικτίρμονες. Ἐλεήμονες εἶναι αὐτοί, πού ἀγαποῦν νά ἐλεοῦν, οἱ εὕσπλαγχνοι. Ἐλεήμονες δέν εἶναι μόνον αὐτοί,  πού ἔχουν τή δύναμι καί τή θέλησι νά ἐλεήσουν αὐτούς πού ἔχουν ἀνάγκη βοηθείας,  ἀλλά καί αὐτοί πού ἔχουν τή διάθεσι καί φλέγονται ἀπό τήν ἐπιθυμία νά βοηθησουν τούς συνανθρώπους τους, ἀλλά δέν μποροῦν.


Ὁ Κλήμης ὁ Αλεξανδρεύς λέγει ὅτι «ἐλεήμονας δ' εἶναι βούλεται οὐ μόνον τούς ἔλεον ποιοῦντας, ἀλλά καί τούς θέλοντας ἐλεεῖν, κἄν μή δύνωνται, οἷς κατά προαίρεσίν τό ἐνεργεῖν πάρεστιν· ἐνίοτε γάρ  βουλόμεθα δι' ἀργυρίου δόσεως ἤ διά σωματικῆς σπουδῆς ἔλεον ποιῆσαι,  ὡς δεομένῳ ἐπαρκέσαι ἤ νοσοῦντι ὑπουργῆσαι ἤ ἐν περιστάσει γενομένῳ παραστῆσαι, καί οὐχ οἷοί τέ  ἐσμεν ἤτοι διά πενίαν ἤ νόσον ἤ γῆρας (φυσική γάρ νόσος καί τοῦτο)  ἐξυπηρετῆσαι τῇ προαιρέσει ἐφ' ἥν ὁρμώμεθα, μή δυνηθέντες ἐπί τέλος ἀγαγεῖν ὅ βουλόμεθα. Τῆς αὐτῆς <οὖν> τιμῆς μεθέξουσι τοῖς δυνηθεῖσιν οἱ βεβουλημένοι, ὧν ἡ προαίρεσις ἴση, κἄν πλεονεκτῶσιν ἕτεροι  τῇ περιουσίᾳ» ( Στρωματεῖς Δ΄ κεφ.VI  ΒΕΠΕΣ 8, 27-36).
Καί ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης σχετικά λέγει ὅτι εἶναι «κυρίως μακαριστός, ὁ ἐν τῇ τοιαύτῃ διαθέσει τήν ψυχήν ἔχων, ὡς τοῦ ἀκροτάτου κατά τήν ἀρετήν ἐφαπτόμενος· καί μηδείς ἐν μόναις ταῖς ὕλαις τήν ἀρετήν θεωρείτω· ... Ὁ γάρ θελήσας τό ἀγαθόν μόνον, κωλυθείς δέ πρός τό καλόν, τῷ μή δύνασθαι, κατ' οὐδέν ἐλαττοῦται τῆς ψυχῆς διαθέσει, τοῦ διά τῶν ἔργων τήν γνώμην δείξαντος» (Εἰς τούς Μακαρισμούς, λογ. Ε΄ Migne P.G. 1252. ΒΕΠΕΣ 66, 30-37).
Ἐλεήμονες εἶναι αὐτοί πού, μέ τή χάρι τοῦ Θεοῦ, κατόρθωσαν νά ἀποκτήσουν τήν ἀρετήν τῆς ἐλεημοσύνης.
Στό Χριστιανισμό ἐλεημοσύνη εἶναι ἡ ἀρετή, πού βρίσκεται πέρα καί πάνω ἀπό τό δίκαιο. Γι' αὐτό καί ὁ Κύριος τήν τοποθετεῖ μιά βαθμίδα ψηλότερα ἀπό τήν πεῖνα καί τή δίψα  γιά τή Δικαιοσύνη.
«Πρό τῶν  ελεημόνων μακαρίζει τούς πεινῶντας καί διψώντας τήν δικαιοσύνην. Διά τί; Ὅτι οὐκ ἐξ ἁρπαγῆς δεῖ ἐλεεῖν» (Ἀρχ. Σχολ. εἰς Ματθ.  Migne P.G. 106,1088).
Ἡ ἐλεημοσύνη δέν εἶναι ἐξόφλησις ὀφειλῆς ὑπό τήν ἔννοιαν τοῦ Δικαίου. Συνεπῶς δέν εἶναι ὑποχρέωσις ἐκείνου, πού ἐλεεῖ, οὔτε δικαίωμα ἐκείνου, πού δέχεται τό ἔλεος. Εἶναι Χάρις.




Ὁ πιστός Μαθητής τοῦ Χριστοῦ, εὑρισκόμενος
σέ συνεχῆ ἐπικοινωνία καί συνομιλία μέ τό Δοτῆρα παντός ἀγαθοῦ, τόν Θεόν, αἰσθάνεται τήν ἀνάγκην, ὡς καλός οἰκονόμος, νά ἐλεῇ ὅλην
τήν ἡμέραν, νά μεταδίδῃ συνεχῶς κάθε ἀγαθόν, ὑλικόν ἤ πνευματικόν, σέ κεῖνον πού ἔχει ἀνάγκην. Νά μεταδίδει δέ τά ἀγαθά ἁπλόχερα, μέ ἱλαρότητα, μέ τρυφερότητα, μέ προθυμία, μέ χαρά, μέ θυσιαστική ἀγάπη, σύμφωνα μέ τήν Ἐντολήν τοῦ Κυρίου: «Δωρεάν ἐλάβετε, δωρεάν δότε»(Ματθ. ι΄ 8).
Δυστυχῶς διαπιστώνουμε ὅτι ὑπάρχουν μερικοί, συνάνθρωποί μας, πού παρερμηνεύουν τήν ἀρετή τῆς ἐλεημοσύνης. Νομίζουν δηλαδή, ὅτι μποροῦν ανεμπόδιστα νά μισοῦν, νά κλέπτουν, νά ἀδικοῦν, νά συκοφαντοῦν, νά λοιδοροῦν, νά λυποῦν, νά κρίνουν, νά κατακρίνουν, νά περιφρονοῦν καί νά καταβασανίζουν τούς συνανθρώπους τους, καί συγχρόνως νά ἐλεοῦν μερικούς πτωχούς, νομίζοντας πώς ἔτσι κάνουν τό χρέος τους καί πώς ἔτσι  συγχωροῦνται γιά τά ἐγκλήματά τους. Πλανῶνται, ἄν νομίζουν πώς κάνουν ἐλεημοσύνη, γιατί μέσα στήν ψυχή τους δέν ἔχουν ἀγάπη. Ἡ ἐλεημοσύνη εἶναι ἡ ἔκφρασις τῆς γνήσιας ἀγάπης. Οἱ ἄνθρωποι αὐτῆς τῆς κατηγορίας, πού ἀδικοπραγοῦν, καί μέ τίς ἄδικες πράξεις τους ὁδηγοῦν τούς συνανθρώπους τους στή στέρησι, στή φτώχεια καί τή δυστυχία, δέν εἶναι ἐλεήμονες, ἀλλά ἀμετανόητοι ὑποκριτές, ἄδικοι καί ἐμπαῖκτες. Κάνουν τό κάθε τί «πρός τό θεαθῆναι τοῖς ἀνθρώποις». Ἐλεοῦν γιά νά ἐπιδείξουν τόν πλοῦτο τους, ἤ γιά λόγους σκοπιμότητος, ἤ γιά νά ἐξαπατοῦν τούς ἀφελεῖς ἤ γιά νά κατασιγάσουν κάπως  τό βάρος τῆς συνειδήσεώς τους ἐξ αἰτίας τῶν ἀδικιῶν τους.
Ἡ ἀρετή τῆς ἐλεημοσύνης προϋποθέτει  ἀκακία, ἀγαθότητα, καθαρότητα καρδίας, ἁγιότητα. Ρυθμίζει τίς σχέσεις του μέ τούς ἄλλους ἀνθρώπους σύμφωνα μέ τόν πανάγιον Νόμον τοῦ Θεοῦ. Πρῶτα εἶναι δίκαιος καί ὕστερα ἐλεήμων.







Τετάρτη 19 Απριλίου 2017

«Τῼ ΑΙΤΟΥΝΤΙ ΣΕ ΔΙΔΟΥ»

           

«Μακάριοι οἱ ελεήμονες, ὅτι αὐτοί ἐλεηθήσονται»


Ὁ Πανάγαθος Θεός εἶναι ἀγαθός καί μεταδοτικός τοῦ ἀγαθοῦ καί πλούσιος ἐν ἐλέει (Ἐφεσ. β΄ 4). Καί συνιστᾶ σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους νά ἐγκολπωθοῦμε τή γνήσια ἀγάπη. Νά ἀγαπᾶμε καί τούς ἐχθρούς μας καί ἔτσι νά ὁμοιάσουμε καί νά γίνουμε «υἱοί τοῦ Πατρός ἡμῶν τοῦ ἐν οὐρανοῖς», ὁ ὁποῖος ὄχι μόνον «τόν ἥλιον αὐτοῦ ἀνατέλλει ἐπί πονηρούς καί ἀγαθούς καί βρέχει ἐπί δικαίους καί ἀδίκους» (παρβλ. Ματθ. ε΄ 44-45), ἀλλά  τόσον πολύ «ἠγάπησεν ὁ Θεός τόν κόσμον, ὥστε τόν υἱόν αὐτοῦ τόν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτόν μή ἀπόληται, ἀλλ’ ἔχῃ ζωήν αἰώνιον» (Ἰωάν. γ΄ 16).

Ἀλλά καί ὁ Μονογενής Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁμοούσιος τῷ Πατρί, ὡς τέλειος Θεός «πλούσιος ὤν ἐν ἐλέει, διά τήν πολλήν ἀγάπην αὐτοῦ ἥν ἠγάπησεν ἡμᾶς» (Ἐφεσ. β΄ 4) «σάρξ ἐγένετο καί ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν» (Ἰωάν. α΄ 14), «ἐταπείνωσεν ἑαυτόν γενόμενος ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δέ σταυροῦ» (Φιλιπ. β΄ 8), «παρέδωκε» δηλ.

τόν ἑαυτόν Του ὑπέρ ἡμῶν προσφοράν καί θυσίαν τῷ Θεῷ εἰς ὀσμήν εὐωδίας» (Ἐφεσ. ε΄ 2).Καί ἔτσι ἔγινε τύπος καί ὑπογραμμός, ὑπόδειγμα γνήσιας ἀγάπης καί ἐλεημοσύνης ἀκόμη καί πρός τούς ἐχθρούς μας. Μέ τό παράδειγμά Του μᾶς ἐμπνέει τό πνεῦμα τῆς αὐταπαρνήσεως καί τῆς αὐτοθυσίας καί μέ τό προσωπικό Του παράδειγμα διακηρύττει τήν ἀρχήν: «Τῷ αἰτοῦντί σε δίδου» (Ματθ. ε΄ 42).

Χωρίς ἀνακρίσεις. Ἐλεεῖς τόν πτωχόν, τόν ἐμπερίστατον, μέ λεπτότητα καί προσοχήν, λαμβάνοντας σοβαρά ὑπ’ ὄψιν σου τήν ἰδιόμορφον ψυχολογίαν τοῦ πτωχοῦ. Ἄν δέν προσέξῃς τήν ξεχωριστήν ψυχολογίαν του καί τήν εὐαισθησίαν του, ὑπάρχῃ κίνδυνος νά κουρελιάσῃς τήν προσωπικότητά του καί νά τόν ὁδηγήσῃς εἰς ἀπόγνωσιν. «Ὁ ἐλεῶν, ἐν ἰλαρότητι» (Ρωμ. ιβ΄ 8).Αὐτός πού κάνει ἐλεημοσύνην, ὀφείλει νά ἐλεεῖ τόν πτωχόν μέ γνήσια ἀγάπη, μέ χαρά, μέ τρυφερότητα, μέ καλωσύνη. Ὁφείλει νά δέχεται τόν πτωχόν ἀδελφόν καί νά μή τόν διώχνῃ ἀπό κοντά του, μέ διάφορες «προφάσεις ἐν ἁμαρτίαις», ἀλλά νά τοῦ προσφέρῃ τήν ἀγάπην του μέ χαρά καί προθυμία, μέ τήν καρδιά του χωρίς τσιγγουνιά. «Ἕκαστος καθώς προαιρεῖται τῇ καρδίᾳ, μή ἐκ λύπης ἤ ἐξ ἀνάγκης· ἱλαρόν γάρ δότην ἀγαπᾷ ὁ Θεός» (Β΄Κορινθ. θ΄ 7)







      «Δότε αὐτοῖς ὑμεῖς φαγεῖν»(Ματθ. ιδ΄ 16). 

    Ὅταν τρέφουμε, μέ τήν θυσιαστική προσφορά τῆς ἀγάπης μας, τούς ελαχίστους ἀδελφούς τοῦ Χριστοῦ, τότε καί μόνον τότε ἔρχεται ἡ Χάρις καί ἡ εὐλογία Του στή ζωή μας, τότε καί μόνον τότε 








ἔχουμε  τήν ζωντανή καί εὐλογημένη Παρουσία Του στό σπιτικό μας.
ἐντολή εἶναι ρητή, σαφής, ὡρισμένη:
«Τῷ αἰτοῦντί σε δίδου». Κανείς, ἀπολύτως κανείς δέν ἔχει τό δικαίωμα νά διώξῃ καί νά πικράνῃ τόν πτωχόν. Ἐκεῖνος, ἀδελφοί μου, πού διώχνει τόν πτωχόν καί δέν τόν ἐλεεῖ, διώχνει καί πικραίνει τόν Χριστόν, ὁ ὁποῖος , γιά νά μᾶς βοηθήσῃ καί νά μᾶς ἀποτρέψῃ ἀπό τέτοια λάθη, εἶπε: « Ἐφ’ ὅσον ἐποιήσατε ἑνί τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοί ἐποιήσατε... Καί ἐφ’ ὅσον οὐκ  ἐποιήσατε ἑνί τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, οὐδέ ἐμοί ἐποιήσατε» (Ματθ. κε΄ 31-46). Κανείς δέν ἔχει τό δικαίωμα νά ἐξετάσῃ, ἄν ἀξίζει δέν ἀξίζει ὀ πτωχός τή βοήθειά μας. Ἡ Ἐντολή εἶναι νά προσφέρουμε τή βοήθειά μας, σ’ αὐτόν, πού μᾶς ζητάει: Τῷ αἰτοῦντί σε δίδου».

Γιά νά διώξῃ δέ μέσα ἀπό τήν καρδιά μας κάθε πρόφασι καί κάθε ἀμφιβολία, τονίζει ὅτι:     «Συνίστησι τήν ἑαυτοῦ ἀγάπην εἰς ἡμᾶς ὁ Θεός, ὅτι ἔτι ἁμαρτωλῶν  ὄντων ἡμῶν Χριστός ὑπέρ ἡμῶν ἀπέθανε» (Ρωμ. ε΄ 8).




Καί Ἀνέστη ἐκ νεκρῶν Θανάτῳ θάνατον πατήσας καί τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωήν χαρισάμενος. Ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, ὡς ελεήμων, τοῦ σῶσαι τά σύμπαντα. Αὐτόν προσκυνήσωμεν.


Εἶναι καιρός νά κατανοήσουμε ὅτι ὡς κοινωνία προσώπων, καί ὄχι ὡς ἀγέλη ἀλόγων   ζώων, ἔχουμε ἀνάγκη ὁ ἕνας τήν βοήθεια τοῦ ἄλλου καί ὅτι ὀφείλουμε νά στηρίζουμε ὁ ἕνας τόν ἄλλον ἠθικά καί ὑλικά. Πολύ δέ περισσότερο νά συνειδητοποιήσουμε ὅτι ὅλοι ἔχουμε ἀνάγκην ἀπό τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Καί αὐτή ἡ ἀνάγκη μᾶς ὑπαγορεύει τήν τήρησι τῆς Ἐντολῆς τοῦ Κυρίου· «Τῷ αἰτοῦντί σε δίδου».

Ἄν δέν ἐλεήσουμε ὁ ἕνας τόν ἄλλον καί μάλιστα τόν πτωχόν ἐν ἱλαρότητι, δέν θά ἐλεήσῃ καί ἡμᾶς ὁ Θεός. Μᾶς προειδοποιεῖ ὁ Κύριος καί λέγει ὅτι θά ἀποπέμψῃ τούς ἀνελεήμονας «εἰς κόλασιν αἰώνιον» (Ματθ. κε΄ 46). Οἱ ἀνελεήμονες δέν θά κληρονομήσουν τήν αἰώνια μακαριότητα. Διότι ὁ Κύριος μακαρίζει μόνον τούς ἐλεήμονες καί λέγει ὅτι «Μακάριοι οἱ ἐλεήμονες, ὅτι αὐτοί ἐλεηθήσονται».





Τρίτη 18 Απριλίου 2017

ΔΩΡΟΝ ΤΟΥ ΑΝΑΣΤΑΝΤΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥ

      
      Ἡ παντοτινή Παρουσία Του στή ζωή μας


      «Ὤ θείας, ὤ φίλης, ὤ γλυκυτάτης σου φωνῆς·
        μεθ’ ἡμῶν  ἀψευδῶς γάρ, ἐπηγγείλω ἔσεσθαι,
        μέχρι τερμάτων αἰῶνος Χριστέ· ἥν οἱ πιστοί,
        ἄγκυραν ἐλπίδος, κατέχοντες ἀγαλλόμεθα».


Ὁ ἱερός ὑμνῳδός, γιά νά συνθέσῃ το Τροπάριον αὐτό τῆς Θ΄ ᾨδῆς, ἐμπνέεται ἀπό τήν ὑπόσχεσι, πού ἔδωκεν ὁ Κύριος εἰς τους Μαθητάς, μετά την Ἀνάστασίν Του, εἰς τό ὄρος τῆς Γαλιλαίας: «Καί ἰδού ἐγώ μεθ’ ὑμῶν εἰμί πάσας τάς ἡμέρας  ἕως  τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος» (Ματθ. κη΄20).

  Ὁ Νικητής τοῦ ᾌδου καί τοῦ Θανάτου, ὁ Ἐξουσιαστής,
ὁ Ἄρχων τῆς εἰρήνης, ὑπόσχεται ὅτι θά εἶναι καί εἶναι παντοτινά,  μαζί μέ τούς Μαθητάς καί Ἀποστόλους Του καί μαζί μέ ὅλους ἐκείνους πού πιστεύουν σ’Αὐτόν καί Τόν λατρεύουν. Ὑπόσχεται ὅτι δέν θά χωρισθῇ ποτέ πλέον ἀπό μᾶς, ἀλλά θά μένῃ αἰώνια μαζί μας, και μετά την συντέλεια τοῦ αἰῶνος.

    Στην ταραγμένη ἐποχή μας, πού ἄνθρωπος βάλλεται ἀπό τά πυρά τῆς ἀθεῒας καί τοῦ ὑλισμοῦ καί ζῆ μέ τό φόβο μιᾶς ὁλοκληρωτικῆς καταστροφῆς, οἱ πιστοί κατέχουν σάν ἄγκυρα ἐλπίδος τήν ἀψευδῆ ὑπόσχεσι τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ, καί ἀγάλλονται.


Ἡ ἀπερίγραπτη χαρά καί ἀγαλλίασι τῶν πιστῶν ὀφείλεται στήν αἰώνια Παρουσία τοῦ Χριστοῦ ἀνάμεσά μας. Ὁ Κύριος εἶναι σκέπη, καταφυγή καί στερέωμά μας. Εἶναι Φρούριόν μας. Εἶναι μαζί μας καί κάνει τήν ψυχή καί τη ζωή μας Παράδεισο. Ποιός ἀνθρώπινος λόγος μπορεῖ νά ἐκφράσῃ τό μεγαλεῖον τῆς Παρουσίας Του; Ποιός μπορεῖ νά περιγράψῃ τό ἀγαθό αὐτό καί τέλειον δώρημα τῆς Παρουσίας τοῦ Χριστοῦ στή ζωή μας ;
      Ἡ Παρουσία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ πηγή τῆς αἰωνίας εὐφροσύνης τῶν δικαίων.
Ἡ διαβεβαίωσις τοῦ Ἰησοῦ, μετά την Ἀνάστασίν Του ὅτι θἆναι παντοτινά μαζί μας, ἔρχεται, «ὡς αὔρα λεπτή», νά ἀπαλύνῃ τόν πόνο μας, νά σπογγίσῃ τά δάκρυά μας, νά μᾶς ἀναστήσῃ ἀπό κάθε μας πτῶσι, νά μᾶς ἐνδυναμώσῃ καί νά μᾶς ἐνισχύσῃ στόν πνευματικό μας ἀγῶνα, νά μᾶς βοηθήσῃ νά φέρουμε σέ πέρας τό ἔργο, πού μᾶς ἀνέθεσε. Δεν εἴμαστε πιά μόνοι. Ὁ Κύριος τῶν Δυνάμεων εἶναι μαζί μας. Εἴμαστε δικοί του δοῦλοι καί εἶναι ὁ δικός μας Θεός. Σύμμαχος καί συμπολεμιστής ἐναντίον κάθε Κακίας, συνεργός σέ κάθε ἀγαθό ἔργο. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἔχει τήν αἴσθησι τῆς ζωντανῆς Παρουσίας τοῦ Χριστοῦ στή ζωή του, γι’ αὐτό καί λέγει :«Πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντι με Χριστῷ» (Φιλιπ. δ΄ 13).
Οἱ Μαθηταί καί Ἀπόστολοι τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά καί ὅλοι οἱ πιστοί, κάθε ἐποχῆς, εἴμαστε ἀπεσταλμένοι Του μέσα στόν κόσμο, πού «ὅλος ἐν τῷ πονηρῷ κεῖται», γιά νά κηρύξουμε τό Εὐαγγέλιον τῆς Ἀγάπης καί τῆς εἰρήνης.
Ὁ Κύριος μᾶς ἀποστέλλει στον κόσμο να συνεχίσουμε το κοσμοσωτήριον ἔργον Του, μέ τή διαβεβαίωσι ὅτι θά εἶναι  μαζί μας ὅλες τίς ἡμέρες τῆς ζωῆς μας, μέχρι τερμάτων αἰῶνος.

         «Θεάνθρωπε Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, πόσο γλυκειά
           κι’ ἀγαπημένη εἶναι ἡ θεϊκή Σου φωνή!
           Βάλσαμο στήν πονεμένη μας ψυχή !
          Ὑπόσχεσαι, πώς θα εἶσαι παντοτινά μαζί μας.
           Καί τήν ἀδιάψευστη ὑπόσχεσί Σου, οἰ πιστοί,
           ὡς ἄγκυραν ἐλπίδος κατέχοντες, ἀγαλλόμεθα,
           πλημμυρίζει ἡ ψυχή καί ἡ  ἄθλια ζωή μας
           ἀνέκφραστη  χαρά καί ἀγαλλίασι!»


Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, μέ ζωντανή τήν αἴσθησι τῆς Παρουσίας τοῦ Χριστοῦ στή ζωή του, ἔλεγε: «Χριστῷ συνεσταύρωμαι· ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζῆ δέ ἐν ἐμοί Χριστός» (Γαλατ.  β΄ 20). Καί πρός τούς Ἑβραίους γράφει:
«Ἐμπιστευόμαστε τόν ἑαυτό μας στό Θεό, πού εἶπε· Οὐ μή σε ἀνῶ οὐδ’ οὐ μή σε ἐγκαταλίπω». Δηλαδή δέν θά σέ ἀφήσω ποτέ καί δέν θά σέ ἐγκαταλείψω (Ἑβρ. ιγ΄ 5. Γενέσ. 28, 15.Ἐξοδ. γ΄ 11-12. Δευτ. 31, 6,8. Ἰησ. Ναυ. α΄5.Παραλ. 28,20).Καί συνεχίζει ὁ Παῦλος: «ὥστε ἔχοντες πεποίθησι στήν ὑπόσχεσι τοῦ Θεοῦ να λέμε με θάρρος· ὁ Κύριος εἶναι βοηθός μου καί δέν θά φοβηθῶ τίποτε. Τί θά μοῦ κάνῃ ὁ ὁποιοσδήποτε ἄνθρωπος;» (Ψαλμ.55,5.117,6.Ἑβρ. ιγ΄6).


Καί πρός τούς Ρωμαίους γράφει: «Ἐάν ὁ Θεός εἶναι
μαζί μας, μᾶς ἀγαπᾷ καί μᾶς ὑπερασπίζεται, ποιός θά τολμήσῃ νά ἐναντιωθῇ σέ μᾶς καί νά μᾶς βλάψῃ; Ποιός θά τολμήσῃ νά παρουσιασθῇ ἐπικριτής καί κατήγορος ἐναντίον τῶν ἐκλεκτῶν τοῦ Θεοῦ;… Ποιός θά τολμήσῃ νά μᾶς κατακρίνῃ καί νά μᾶς καταδικάσῃ; Κανένας. Διότι ὁ Χριστός εἶναι Ἐκεῖνος, πού πέθανε για μᾶς, μᾶλλον δέ καί ἀναστήθηκε, γιά τή δικαίωσί μας. Τίποτε δέν μπορεῖ νά μᾶς χωρίσῃ ἀπό τήν ἀγάπη Του» (Ρωμ. δ΄25. η΄ 31-39).


Ὁ Προφήτης Δαβίδ πολύ παραστατικά διατυπώνει, στόν 45ο Ψαλμό, τήν πεποίθησι τῶν πιστῶν στην Παρουσία καί τήν προστασία τοῦ Θεοῦ. Ἰδιαιτέρως δε τονίζει καί λέγει: «Lo niraChi Jodea Tsebaoth immanu, misgav lanu Eloche Jakob».Δηλαδή «Οὐ φοβηθησόμεθα… ὅτι ὁ Κύριος τῶν Δυνάμεων εἶναι μαζί μας, φρούριόν μας ὁ Θεός τοῦ Ἰακώβ, ὁ Θεός τῶν πατέρων μας.

     Ὁ Μέγας Βασίλειος σχετικά λέγει ὅτι ὁ Προφήτης τονίζει ὅτι «ἡ πεποίθησις στό Χριστό εἶναι μεγάλη δύναμις. Διότι καί ἄν τά πάντα γίνουν ἄνω κάτω, καί  ἄν ἡ γῆ περιστρέφεται ταραγμένη, καί ἄν βογγοῦν τά κύματα, καί ἄν τά βουνά ἐγκαταλείψουν τή βάσι τους καί μετατεθοῦν στό κέντρον τῆς θαλάσσης, δέν θά φοβηθοῦμε, γιατί ἔχουμε το Θεό καταφυγή καί δύναμι καί βοηθό στίς θλίψεις, πού μᾶς βρῆκαν βίαια» (ΒΕΠΕΣ 52, 108, 6 ἑξ.).

   Ὁ ἱερός ὑμνῳδός συλλαμβάνει ὅλο τό μεγαλεῖον τῆς
Παρουσίας τοῦ Θεοῦ στή ζωή τῶν πιστῶν καί, μέ ὅλη τή δύναμι τῆς ψυχῆς του, ἐκδηλώνεται στην ἐπιφωνηματική αὐτή διάχυσι :

    «Ὤ θείας, ὤ φίλης, ὤ γλυκυτάτης σου φωνῆς!».
      Θά εἶμαι παντοτινά, αἰώνια μαζί σας!
 Ἐάν ἀποκτήσουμε βαθειά συνείδησι αὐτῆς τῆς θείας Παρουσίας, εἶναι σίγουρο ὅτι δεν θα ἔχουμε να φοβηθοῦμε κανέναν καί τίποτε στη ζωή μας, διότι ὁ Κύριος θα εἶναι μαζί μας.


Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Θεσσαλονίκης, μᾶς συμβουλεύει να προσέχουμε τη συμπεριφορά μας, μπροστά στό Θεό, πού εἶναι διαρκῶς παρών: «Πάρεστιν οὖν καί ἡμῶν ἑκάστῳ, ἀδελφοί, κἄν μή ὁρᾶται παρ’ ἡμῶν· διό καί προς τους Ἀποστόλους εἶπεν ἀναλαμβανόμενος· Ἰδού ἐγώ μεθ’ ὑμῶν εἰμι πάσας τάς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος. Οὐκοῦν ὡς παρόντα τοῦτον ἑκάστης ἡμέρας αἰδώμεθα, καί τά ἀρεστά ἐνώπιον αὐτοῦ ποιῶμεν. Εἰ δέ καί τοῖς τοῦ σώματος ὀφθαλμοῖς οὐκ ἔχομεν αὐτόν ἀρτίως ὁρᾶν, ἀλλά τῆς διανοίας ὄμμασιν ἔχομεν διηνεκῶς αὐτόν ὁρᾶν, εἰ νήφομεν· καί οὐχ ὁρᾶν μόνον, ἀλλά καί μεγάλα ἐντεῦθεν καρποῦσθαι τά ἀγαθά· αὕτη γάρ ἡ θέα πάσης ἁμαρτίας ἐστιν ἀναίρεσις, πονηροῦ παντός πάθους ἐστί καθαίρεσις, παντός κακοῦ ἐστιν ἀλλοτρίωσις· αὕτη ἡ θέα πάσης ἀρετῆς ὑπάρχει ποιητική, καθαρότητος καί ἀπαθείας γεννητική,
ζωῆς αἰωνίου καί βασιλείας ἀπεράντου παρεκτική·
ταύτης τῆς τερπνῆς θέας ἐπιμελόμενοι, καί ὡς παρόντα τόν Χριστόν νοερῶς ἀτενίζοντες, ἐρεῖ καί ἡμῶν ἕκαστος ὡς ὁ Δαβίδ· Ἐάν παρατάξηται ἐπ’ ἐμέ παρεμβολή οὐ φοβηθήσεται ἡ καρδία μου· ἐάν ἐπαναστῇ ἐπ’ ἐμέ πόλεμος, ἐν ταύτῃ ἐγώ ἐλπίζω» (Ὁμιλ. στό 10ο Ἐωθινό).

               Σ’ αὐτό τό στενό κι’ ἀνηφορικό μονοπάτι
               ἔχε τό νοῦ σου, βαρειόμοιρε διαβάτη…
               Στό διάβα σου πολλά θά συναντήσῃς.
               Σύ μόνον πρόσεχε καί μή λιποψυχήσης.
               Καρτέρι θά σοῦ στήσουν οἱ Ὀχιές καί
               λύκοι βαρεῖς, μέ ἔνδυμα προβάτου, θά
               προσπαθήσουν νἀνακόψουν τήν πορεία σου.        
               Μή βοβηθῇς. Δέν εἶσαι τώρα μόνος.
               Παντοδύναμο ἔχεις τώρα βοηθό, πού σέ                ἀκολουθεῖ στό κάθε σου βῆμα καί
               σέ διαβεβαιώνει, καί εἶναι καί ἀπ’ τό
               μέλι πιο γλυκειά ἡ θεϊκή φωνή Του:
              «Σε συνοδεύει ἡ Χάρις μου…
                εἶμαι  κοντά σου, παντοτινά μαζί σου!»      
                Ἄκουσε τή γλυκιά φωνή, πού σε καλεῖ
                στό Χρέος. Ὀφείλεις νά φθάσης στήν
                Κορφή κι’ ἐκεῖ νά μεταλάβῃς, ὡς νικῶν,
                «ἐκ τοῦ ξύλου τῆς ζωῆς, ὅ ἐστιν ἐν τῷ
                Παραδείσῳ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν».











             (Ἀπό τό βιβλίο μου: «Θρίαμβος πάνω στό θάνατο...» σελ.312-317)