Τρίτη 18 Οκτωβρίου 2022

«ΕΝΝΟΗΣΑΤΕ ΤΟ ΒΡΑΧΥ ΤΗΣ ΖΩΗΣ»



 

«ΟΙΗ ΠΕΡ ΦΥΛΛΩΝ ΓΕΝΕΗ,ΤΟΙΗΔΕ ΚΑΙ ΑΝΔΡΩΝ»

(Ὁμ. Ἰλ. ζ΄)

 

Χωρισθήκαμε ἀπό τό Θεό, διά τῆς Παρακοῆς, καί χάσαμε τόν Παράδεισο τῆς τρυφῆς. Βρεθήκαμε σ’ αὐτήν  τήν ἄθλια παροικία, μακρυά ἀπό την Πατρικήν Ἑστίαν, εἰς τήν ἀπέναντι τοῦ παραδείσου γῆν, μέ  ἡμερομηνίαν λήξεως: «Καί εἶπεν ὁ Θεός τῷ Ἀδάμ· … ἐν ἱδρῶτι τοῦ προσώπου σου φαγῇ τόν ἄρτον σου ἕως τοῦ ἀποστρέψαι σε εἰς τήν γῆν, ἐξ ἧς ἐλήφθης· ὅτι γῆ εἶ  καί εἰς γῆν ἀπελεύσῃ» (Γενέσ.3,19). Χάσαμε δέ καί τήν ἐπαφή μέ τήν πραγματικόττα. Καί δέν θέλουμε νά ἐννοήσουμε «τό βραχύ τῆς ζωῆς» καί «τήν ματαιότητα» τῶν ἐγκοσμίων πραγμάτων και τῶν ἀνθρωπίνων ἐπιδιώξεων. Μᾶς κυριεύει τό ἄγχος, μιά ἀγχώδης βιωτική μέριμνα, γιά τήν ἀπόκτησι περισσοτέρων ὑλικῶν ἀγαθῶν, γιά τόν ἑαυτόν μας στή γῆ, ὡσάν να ἐπρόκειτο να ζήσουμε αἰώνια σ’ αὐτήν ἐδῶ τή γῆ. Δέν  θέλουμε νά καταλάβουμε ὅτι ἐδῶ εἴμαστε «πάροικοι καί παρεπίδημοι», προσωρινοί, διαβάτες. Γυμνοί ἐρχόμαστε ἐδῶ καί γυμνοί ξαναγυρίζουμε στή γῆ. Φεύγοντας δέν παίρνουμε τίποτε μαζί μας.  Ἡ ζωή μας ἐδῶ ὁμοιάζει με τη ζωή τῶν φύλλων τῶν δένδρων, λέγει ὁ Ὅμηρος. Ξηραίνονται, μαραίνονται καί βάλλονται στή φωτιά καί καίγονται. Καί  παρόλα αὐτά συνεχίζουμε νά ζοῦμε, χωρίς περίσκεψι,  ὡς Παράφρονες.



Τί κερδίζουμε μέ τήν πλεονεξία, πού εἶναι εἰδωλολατρεία;  Σέ Τί μᾶς ὠφελεῖ ὁ πλουτισμός; Μήπως μπόρεσε κανείς με τά χρήματά του νά προσθέσῃ στή ζωή του ἕνα δευτερόλεπτο παραπάνω ζωή; Μήπως μπόρεσε κανείς να ἀποφύγῃ το Θάνατο; Τί διαφορά ὑπάρχει σέ Κεῖνον, πού φτύνει αἷμαι σέ χρυσό δοχεῖον και σέ Κεῖνον, πού φτύνει αἷμα σέ πήλινο; Αἷμα φτύνει και ὁ πλούσιος, αἷμα φτύνει και ὁ πτωχός. Πεθαίνει ὁ πτωχός, πεθαίνει καί ὁ πλούσιος τῆς παραβολῆς.

Μέ τή διαφορά ὅτι ὁ πτωχός, ὁ πιστός, ταπεινός και δίκαιος, ὁ φιλάνθρωπος καί ἐλεήμων, ὁ ἄνθρωπος τῆς ὑπομονῆς. Ὁ καλός Οἰκονόμος, ἐννοεῖ τό βραχύ τῆς ζωῆς καί τή ματαιότητα τῶν ἐγκοσμίων και ζῆ εὐσεβῶς ἐν Χριστῷ, περιπατεῖ ἐν ἀγάπῃ καί ὅταν ἔλθῃ ἡ ἡμερομηνία λήξεως, δέχεται μέ χαρά τό θεῖον Κάλεσμα καί ἔρχονται οἱ Ἄγγελοι καί παραλαμβάνουν τήν ψυχή του καί τήν ἐναποθέτουν «εἰς τόν κόλπον τοῦ Ἀβραάμ», «ἐν χειρί Θεοῦ», στήν ἀγκαλιά τοῦ Θεοῦ, ἔνθα οὐκ ἔστι πόνος, οὐ λύπη, οὐ στεναγμός, ἀλλά ζωή ἀτελεύτητος, αἰώνιος Χαρά και εὐφροσύνη.

Τό ἀντίθετο συμβαίνει μέ τόν πλεονέκτη, τόν πλούσιο καί  Κακό Οἰκονόμο, ὁ ὁποῖος δέν θέλει «νά  ἐννοήσῃ τό βραχύ τῆς ζωῆς» και «θησαυρίζων ἑαυτῷ, καί μή εἰς Θεόν πλουτῶν» ( Λουκ.ιβ΄21) καί ζῶν ἀσώτως, «εὐφραινόμενος καθ’ ἡμέραν λαμπρῶς»(Λουκ.ιστ΄19), πεθαίνει και θάβεται και ἔρχεται «εἰς την λίμνην τοῦ πυρός» (Ἀποκ.ιθ΄20) καί  «ὀδυνᾶται ἐν τῇ φλογί ταύτῃ» (Λουκ. ιστ΄24).



Νομίζω πώς εἶναι καιρός, ὁ κάθε ἕνας ἀπό μᾶς, «να ἔλθῃ εἰς ἑαυτόν». Εἶναι καιρός να ἐννοήσουμε ὅλοι το «βραχύ τῆς ζωῆς» καί τή ματαιότητα τῶν ἐγκοσμίων και να θεραπεύσουμε τήν προβληματική μας συμπεριφορά. Νά ἀνοίξουμε τήν καρδιά μας στό Χριστό, πού εἶναι ἡ ζωή μας και ἡ εἰρήνη μας (Κολοσ. γ΄4. Ἐφεσ. β΄ 14), νά ἐγκολπωθοῦμε τό Εὐαγγέλιον τῆς ἀγάπης Του καί νά τό κάνουμε «Πρᾶξι» στήν καθημερινή μας ζωή, «πλουτοῦντες εἰς Θεόν» (Λουκ.ιβ΄21), «θησαυρίζοντες  ἑαυτοῖς θησαυρούς ἐν οὐρανῷ» (Ματθ. στ΄20) καί ἀπεκδεχόμενοι (περιμένοντες με χαρά) τό Θεῖον Κάλεσμα. Τότε καί μόνον τότε θά ἀξιωθοῦμε τῆς Χαρᾶς νά παραλάβουν τήν ψυχή μας οἱ Ἄγγελοι τοῡ Θεοῦ καί νά τήν ἐναποθέσουν  εἰς τον κόλπον τοῦ Ἀβραάμ. Τότε καί μόνον τότε θά εὐρεθοῦμε ἐν  χειρί Θεοῦ, εἰς την ἀδιατάρακτον διά Θέας ἀπόλαυσιν τοῦ ἀπείρου Κάλλους τοῦ Προσώπου τοῦ Κυρίου, εἰς μακρότητα ἡμερῶν. Τότε καί μόνον τότε θά ἀξιωθοῦμε μετά Ἀγγέλων καί τῶν Ἁγίων νά ὑμνοῦμε καί νά εὐλογοῦμε τόν ΛΥΤΡΩΤΗΝ σύν τῷ Πατρί καί τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι,  ἄδοντες αἰωνίως τόν τρισάγιον ὕμνον. Διότι «τῷ Βασιλεῖ τῶν αἰώνων, ἀφθάρτῳ, ἀοράτῳ, μόνῳ σοφῷ Θεῷ, τιμή και δόξα εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. ΑΜΗΝ» (Α΄Τιμόθ. α΄17).





 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου