Πέμπτη 14 Απριλίου 2016

ΜΑΡΙΑ Η ΑΙΓΥΠΤΙΑ

  Ζωντανό παράδειγμα μετανοίας καί σωτηρίας


   ταν μόλις δώδεκα χρονῶν, ὅταν ξέφυγε  ἀπό τήν ἐπίβλεψι τῶν γονέων της. Πῆγε στήν Ἀλεξάνδρεια, ὅπου ἐκεῖ, μακριά ἀπό τό δρόμο τοῦ Θεοῦ, ἔζησε μέσα στό βοῦρκο τῆς ἁμαρτίας.        
     Παραδόθηκε στίς σαρκικές ἡδονές καί στίς αἰσχρές ἀπολαύσεις τοῦ σώματος καί δεκαεπτά ὁλόκληρα χρόνια, παρέσερνε στόν ψυχικόν ὄλεθρο πολλούς.
     Κάποτε ἀπό περιέργεια, μέ μιά  μεγάλη συντροφιά, πῆγε στά Ἱεροσόλυμα, γιά νά βρεθῇ στή Γιορτή τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Ἀφοῦ ἐπιδόθηκε στήν πορνεία καί σέ κάθε εἶδος ἀκολασίας, θέλησε ὕστερα νά δῇ τήν Ὕψωσι τοῦ Σταυροῦ, ὅμως ἐνῷ προσπαθοῦσε νά εἰσέλθῃ στό ναό τῆς Ἀναστάσεως, κάποια ἀόρατη δύναμι τήν ἐμπόδιζε καί δέν τήν ἄφηνε νά προχωρήσῃ καί νά εἰσέλθῃ στό Ναό. Δοκίμασε τρεῖς τέσσερις φορές, ἀλλά καί πάλιν ἡ θεία Χάρις δέν τῆς ἐπέτρεπε τήν εἴσοδο, ἐνῷ ὅλος ὁ κόσμος ἔμπαινε στό Ναό χωρίς καμμιά δυσκολία.Τότε ἔρχεται σέ βαθειά συναίσθησι τῆς ἁμαρτωλότητός της.
                                      

Στό δρόμο τῆς ἀλλαγῆς.

 Γεννήθηκε μέσα στήν ψυχή της ἡ λαχτάρα νά  ἀλλάξῃ ζωή. Μετανοεῖ εἰλικρινά, γιά τίς ἁμαρτίες της. Ἀποφασίζει νά ἐπιστρέψῃ στό δρόμο τοῦ Θεοῦ.  Μέ συντριβή καί κατάνυξι προσεύχεται καί ὑπόσχεται νά μή μολύνῃ πιά τό σῶμα της, ἀλλά νά τό διατηρήσῃ καθαρό, μακρυά ἀπό τίς σαρκικές ἐπιθυμίες καί ἡδονές, μακρυά ἀπό κάθε ἁμαρτία. Ὑπόσχεται νά ζήσῃ τόν ὑπόλοιπον χρόνον τῆς ζωῆς της, μέ ἀρετή καί σωφροσύνη.

Μετά ἀπό τήν ἐσωτερική αὐτή ἀλλαγή της, ἡ Μαρία, εἰλικρινά μετανοιωμένη, ξαναδοκιμάζει νά εἰσέλθῃ στό Ναό, καί -ὦ τοῦ θαύματος!- τώρα εἰσέρχεται μέ μεγάλη εὐκολία. Ἀσπάζεται τόν Τίμιον Σταυρόν καί τήν εἰκόνα τῆς

Παναγίας καί πιστή στήν ὑπόσχεσί της πηγαίνει ἀμέσως στήν ἔρημο τοῦ Ἰορδάνου καί ζεῖ ἐκεῖ σαράντα ἑπτά χρόνια «ζωήν σκληροτάτην καί ὑπέρ ἄνθρωπον, μόνη μόνῳ Θεῷ προσευχομένη».
  ἱερός ὑμνῳδός τῆς ἐκκλησίας μας ὑμνεῖ τή μεταστροφή τῆς Ἁγίας καί τήν ἀφιέρωσί της στό Θεό καί τήν προβάλλει ὡς ἕνα ζωντανό, σωστικό
παράδειγμα εἰλικρινοῦς μετανοίας.
   Στό Τροπάριο τῆς β΄ Ὠδῆς τοῦ Μεγάλ.  Κανόνος ψάλλομεν:
«Ὅλη προθυμία, πόθῳ προσέδραμες Χριστῷ, τήν πρίν τῆς   ἁμαρτίας, ὁδόν ἀποστραφεῖσα, καί ἐν ἐρήμοις ταῖς ἀβάτοις
τρεφομένη, καί τούτου καθαρῶς, τελοῦσα θείας ἐντολάς».
    Μέ ὅπλα τήν εἰλικρινῆ μετάνοια, τήν προσευχή, τήν νηστεία καί τήν, «ὑπέρ μέτρον τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως», ψυχοσωματικήν ἄσκησι, κατώρθωσε ἡ Ἁγία, ἀπό τό βόρβορο τῆς ἁμαρτίας, νά φτάσῃ στίς ὑψηλότερες βαθμίδες τῆς πνευματικῆς τελειώσεως.
     Νίκησε τούς δαίμονες καί τά δαιμονικά πάθη καί ἀξιώθηκε νά γίνῃ συνόμιλος τῶν Ἀγγέλων, ἀμνάς καί θυγατέρα Χριστοῦ, Νύμφη τοῦ Οὐρανοῦ, ὑπόδειγμα μετανοίας.
  
Πέτυχε τήν καλήν  ἀλλοίωσιν.

  
 «Ὤ ἀλλοιώσεως σεπτῆς, τῆς πρός τό κρεῖττόν σου μεταθέσεως, σεμνή! Ὤ πόθου θεϊκοῦ, μισήσαντος τάς σαρκικάς ἡδονάς!
Ὤ πίστεως ζεούσης καί θείας, πανεύφημε Μαρία! ἥν πιστῶς εὐφημοῦμεν καί  ὑπερ-
υψοῦμεν εἰς πάντας τούς αἰῶνας»(Τροπ. η΄ Ὠδῆς).

  Καί πράγματι «ἡ πορνείαις πρότερον μεμεστωμένη παντοίαις, Χριστοῦ νύμφη
σήμερον τῇ μετανοίᾳ ἐδείχθη» καί «ὁδηγός πᾶσι τοῖς ἁμαρτάνουσι».
    Ὁ ἱερός ὑμνῳδός ἐκστατικός περιγράφει τήν ψυχική της μεταστροφή, τούς ἀγῶνες καί τήν πνευματική της ἄνοδο λέγοντας ὅτι ἡ Ἁγία, ἀφοῦ ἐγκατέλειψε ὅλα τά ἐγκόσμια καί, μέ σκληρή  πνευματική καί σωματική ἄσκησι ἐχαλίνωσε τῆς σαρκός τά σκιρτήματα, ἀναδείχθηκε τίμιον βλάστημα τῆς Ἐκκλησίας, σεπτό κατοικητήριον τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἐζήλωσε καί κατώρθωσε νά ζήσῃ τήν ἰσάγγελον πολιτείαν.
     Στό τέλος τῆς ζωῆς της συνάντησε κάποιον Ἅγιον ἐρημίτη, τόν ἀββᾶ Ζωσιμᾶ. Τοῦ ἐξομολογήθηκε ὅλο τό βίο της καί θερμά  τόν παρεκάλεσε νά τῆς φέρῃ τά ἄχραντα μυστήρια, γιά νά κοινωνήσῃ.
     Πράγματι ὁ ἀββᾶς ἦλθε καί τήν κοινώνησε τό ἐρχόμενον ἔτος, τήν Μεγ. Πέμπτη. Κι' ὅταν τό ἑπόμενο ξανάρθε πάλιν, τή βρῆκε νεκρή, στή θέσι, πού τήν εἶχε ἀφήσει, καί δίπλα της βρῆκε γραμμένες τίς παρακάτω λέξεις :
 
«Ἀββᾶ Ζωσιμᾶ, θάψον ὧδε τό σῶμα τῆς ἀθλίας Μαρίας. Ἀπέθανον τήν αὐτήν ἡμέραν, καθ' ἥν ἐκοινώνησα τῶν ἀχράντων μυστηρίων. Εὔχου ὑπέρ ἐμοῦ».



     Ἐκοιμήθη ἐν εἰρήνῃ τήν 1ην Ἀπριλίου. Οἱ Ἅγιοι Πατέρες ὥρισαν να γιορτάζουμε τή μνήμη της τήν Ε΄Κυριακή τῶν Νηστειῶν, λίγο πρίν τό τέλος τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς,
«πρός  διέγερσιν τῶν ῥαθύμων καί ἁμαρτωλῶν εἰς μετάνοιαν, ἐχόντων ὑπόδειγμα τήν ἑορταζομένην Ἁγίαν».
      Θέλει δηλαδή ἡ Ἐκκλησία νά μᾶς διδάξῃ πόσο Εὔσπλαγχνος καί Φιλάνθρωπος εἶναι ὁ Θεός, πού δέχεται καί σώζει καί τά πιό
ἁμαρτωλά τέκνα Του, ὅταν μετανοήσουν εἰλικρινά καί ἔμπρακτα
 καί ἐπιστρέψουν κοντά Του.

                «Ἴδωμεν ἴδωμεν, φιλανθρωπίαν, ὤ ψυχή, 
                   τοῦ Θεοῦ καί Δεσπότου».

      Ὁ Θεός «θέλει πάντας ἀνθρώπους σωθῆναι καί εἰς ἐπίγνωσιν  ἀληθείας ἐλθεῖν»( Α΄Τιμόθ. β΄ 4) καί «γίνεται μεγάλη χαρά στόν οὐρανό, ὅταν ἕνας ἁμαρτωλός μετανοήσῃ»( Λουκ. ιε΄ 7).

       ὁσία Μαρία ἡ Αἰγυπτία εἶναι πράγματι ἕνα ζωντανό, συγκλονιστικό  παράδειγμα μετανοίας καί σωτηρίας. Μᾶς παρηγορεῖ καί μᾶς προετοιμάζει νά ὑποδεχθοῦμε τόν δι'  ἡμᾶς  Σταυρωθέντα καί Ἀναστάντα Κύριον. Μᾶς προτρέπει νά ξυπνήσουμε ἀπό τό ζοφερό ὕπνο τῆς ἁμαρτίας, νά σταθοῦμε μακρυά ἀπό κάθε σκοτεινή καί νυκτερινή ἡδυπάθεια, νά καταστείλουμε, μέ τή Χάρι τοῦ Σταυροῦ, τίς ἐπαναστάσεις τῆς σάρκας, νά νικήσουμε τίς ὁρμές τῶν παθῶν, νά σβήσουμε τά πεπυρωμένα βέλη τοῦ πονηροῦ. Νά συνειδητοποιήσουμε τό βυθό τόν ἀμέτρητο τῶν πλημμελημάτων μας, πού μᾶς φέρνει ὁλοταχῶς στό βέβαιο χαμό, ἄν δέν προφθάσουμε νά μετανοήσουμε καί  νά  ζητήσουμε ἀπό τό Χριστό νά μᾶς λυτρώσῃ. Μέ τό παράδειγμά της μᾶς προτρέπει ἀκόμη νά ἐπιστρέψουμε στήν Πατρική Ἑστία καί νά ἐναποθέσουμε τήν ψυχή καί τή ζωή μας στά ἄχραντα Χέρια τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ καί Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καί νά Τόν δοξάσουμε διότι Σέ Αὐτόν  ἀνήκει πᾶσα δόξα, τιμή καί προσκύνησις, σύν τῷ Πατρί καί τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι καί τώρα καί πάντοτε καί εἰς  τούς ἀπεράντους αἰῶνας. Ἀμήν.
 

 



Τετάρτη 13 Απριλίου 2016

ΕΓΕΡΤΗΡΙΟΝ ΣΑΛΠΙΣΜΑ - ΞΥΠΝΗΜΑ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ

   Ἕνας ὑπέροχος ὕμνος ψυχικῆς κατανύξεως.
 
   «Ψυχή μου, ψυχή μου, ἀνάστα, τί καθεύδεις;
     Τό τέλος ἐγγίζει, καί μέλλεις θορυβεῖσθαι·
     Ἀνάνηψον οὖν, ἵνα φείσηταί σου Χριστός ὁ
     Θεός, ὁ πανταχοῦ παρών, καί τά πάντα
     πληρῶν»(Κοντάκιον τοῦ Μ.Κανόνος).
  

       πό τήν Καθαρά Δευτέρα καί μέχρι τό Ἑσπέρας τῆς  Τετάρτης
τῆς Ε΄ Ἑβδομάδος τῶν Νηστειῶν, πρός τό τελος τοῦ Μεγάλου Ἀποδείπνου ψάλλεται τμηματικά ὁ Μεγάλος Κανόνας. Καί τήν Τετάρτη τῆς Ε΄ Ἑβδομάδος  ψάλλεται ὁλόκληρος ὁ πραγματικά ὑπέροχος καί κατανυκτικώτατος αὐτός Κανόνας.
      Λέγεται «Μέγας Κανών», ὄχι μόνον ἀπό τήν ἔκτασί του (φθάνει τά τριακόσια πενῆντα Τροπάρια), ἀλλά κυρίως ἀπό τά ὑπέροχα νοήματα τοῦ περιεχομένου του, πού φέρουν κατάνυξι καί ξεκουράζουν τόν ἀγωνιζόμενο ἄνθρωπο.
      Ὁ Μεγάλος Κανόνας, ὅπως ἐπίσης και ὁ Ἀκάθιστος Ὕμνος, εἶναι σταθμοί ἀνεφοδιασμοῦ τῆς ψυχῆς στό δύσκολο δρόμο τῆς ζωῆς κάθε ἀγωνιζόμενου πιστοῦ. Σταθμοί, ὅπου ξαποσταίνουν καί ἀντλοῦν δύναμι οἱ πιστοί, γιά νά συνεχίσουν τόν πνευματικό τους ἀγῶνα. Πραγματικά ὁ Μ.Κανών εἶναι ἕνα ἐγερτήριον Σάλπισμα, ἕνα  ξύπνημα τῆς ψυχῆς.
Τό ὑπέροχο αὐτό ποίημα τό ἔγραψε ὁ Ἅγιος Ἀνδρέας, Ἀρχιεπίσκοπος Κρήτης. Ἐμπνέεται ἀπό τήν Ἁγία Γραφή. Παίρνει ὁ ποιητής ὅλες τίς ἱστορίες τῆς Παλαιᾶς καί τῆς Καινῆς Διαθήκης καί τίς συγκρίνει μέ τή δική του πνευματική ζωή. Μέ βαθειά συναίσθησι τῆς ἁμαρτωλότητός του μπροστά στόν πανάγιο Θεό καί μέ ἄκρα ταπείνωσι ξεχύνεται σέ κλαυθμούς καί δάκρυα εἰλικρινοῦς μετανοίας.
     λλοτε ψέγει καί κατηγορεῖ τήν ψυχή του, πού δέν ἀκολούθησε τίς καλές πράξεις τῶν προσώπων τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί ἄλλοτε τήν κακίζει, γιατί μιμήθηκε τίς κακές πράξεις, πού ἀναφέρονται στή Γραφή καί συμβουλεύει νά ἀποφεύγουμε τό κακό καί τήν ἁμαρτία. Προτρέπει, μέ πολλή θερμότητα,  νά ξαναγυρίσουμε κοντά στό Θεό. Εἶναι πραγματικά ἄφθαστος σέ ὀμορφιά ὁ Μεγάλος Κανόνας. Συγκινεῖ καί τήν πιό σκληρή καρδιά.
     Διαπιστώνει ὅτι, ὡς ἀδύναμοι ἄνθρωποι, οἱ περισσότεροι εἴμαστε ἐκτός ἑαυτοῦ καί καλεῖ τόν καθένα μας νά ἔλθῃ εἰς ἑαυτόν, ὡς ὁ ἄσωτος υἱός. Μᾶς ὁδηγεῖ σέ ἕναν ἐνσυνείδητο αὐτοέλεγχον, σέ εἰλικρινῆ μετάνοια καί ἐξομολόγησι.

  Φέρνει δάκρυα στά μάτια καί χαρά στήν ψυχή. Δάκρυα χαρᾶς γιά τήν ἄπειρη ἀγάπη καί εὐσπλαγχνία τοῦ Θεοῦ, πού μέ τρυφερότητα μᾶς δέχεται καί πάλιν, εἰλικρινά μετανοιωμένους, κοντά Του.
    ν πότε-πότε διαβάζαμε τό Μεγ. Κανόνα ἤ τοὐλάχιστον μερικά Τροπάρια κάθε φορά, ἴσως ἡ ζωή μας νά ἦταν πολύ καλλίτερη. Θά μπορούσαμε κι' ἐμεῖς, ὄντας πιό κοντά στήν  καθημερινή πραγματικότητα, νά ποῦμε μαζί μέ τόν Ἅγιον Ἀνδρέα:
 «Πόθεν ἄρξομαι θρηνεῖν τάς τοῦ ἀθλίου μου βίου πράξεις;...»
«Ἀπό ποῦ νά ἀρχίσω νά θρηνῶ τοῦ ἀθλίου βίου μου τίς πράξεις;
Ποιά, Χριστέ μου, νά ἀπαριθμήσω πρώτη στήν τωρινή μου θρηνωδία; Ἀλλά Σύ, πού εἶσαι εὔσπλαγχνος καί συμπονετικός, δῶσε μου, Κύριε, συγχώρησι τῶν ἁμαρτημάτων μου».
    ἱερός ὑμνῳδός μᾶς καλεῖ νά ἐξαγορεύσουμε στόν Κριτή
«τά κρύφια τῆς καρδίας μας».
    Μᾶς καλεῖ νά ἀποδεχθοῦμε τήν προσωπική μας ἐνοχή καί μέ βαθειά συναίσθησι τῆς ἁμαρτωλότητός μας, εἰλικρινά μετανοιωμένοι, νά ζητήσουμε τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ:
    «Ἐπίστρεψον, μετανόησον, ἀνακάλυψον τά κεκρυμμένα·
      λέγε Θεῷ τῷ πάντα εἰδότι· Σύ γινώσκεις μου τά κρύφια
      μόνε Σωτήρ· καί αὐτός με ἐλέησον, ὡς ψάλλει Δαυῒδ, κατά
      τό ἔλεός σου».
   Κάθε πιστός, μαζί μέ τόν ὑμνῳδό, διαπιστώνει, μετά ἀπό κάθε προσεκτική ἐξέτασι τοῦ ἑαυτοῦ του, ἀφ' ἑνός μέν πόσο μεγάλες εἶναι οἱ ψυχικές του πληγές καί τά τραύματά του, καί ἀφ' ἑτέρου ὁμολογεῖ ὅτι ὁ μόνος γιατρός γιά ὅλες τίς ἀρρώστιες εἶναι ὁ Χριστός(ὁ πανακής ἰατρός), πού μέ τό πανάγιον αἷμα Του καθαρίζει τήν ψυχή μας ἀπό κάθε ἁμαρτία, μᾶς σώζει καί μᾶς φέρνει καθαρούς στόν οὐράνιο Πατέρα(πρβλ. Α΄ Ἰωάν. α΄ 7. Ἀποκ. α΄  5).
    Εἶναι καιρός νά ξυπνήσουμε ἀπό τό βαθύ ὕπνο τῆς ἁμαρτίας καί μέ τή Χάρι τοῦ Θεοῦ νά ἀποτινάξουμε ἀπό πάνω μας «τόν κλοιόν τόν βαρύν, τόν τῆς ἁμαρτίας», ὥστε ἡ ψυχή μας ἐλεύθερη νά μιμῆται τά ἀγαθά, νά ἀποφεύγῃ τά φαῦλα, μέ εἰλικρινῆ μετάνοια, μέ δάκρυα καί ἐξομολόγησι «ἀεί πρός Θεόν ἀνατρέχειν».
 

Εἶναι καιρός νά ἀκολουθήσωμε τά ματωμένα χνάρια τοῦ Χριστοῦ,  νά βάλλουμε «ἀρχήν» στήν πνευματική μας ζωή καί τόν ὑπόλοιπον χρόνον τῆς ζωῆς ἡμῶν, πού εἶναι δῶρον τῆς Εὐσπλαγχνίας τοῦ Κυρίου  σέ μᾶς, νά τόν ἀξιοποιήσουμε «ἐπιτελοῦντες ἁγιωσύνην ἐν φόβῳ Θεοῦ» 
(Β΄Κορινθ. ζ΄1).
Εἶναι καιρός να εἰσέλθουμε στό στάδιο τῶν  ἀρετῶν καί ὁπλισμένοι μέ τά ὅπλα τοῦ φωτός νά παλαίψουμε πρῶτα με τόν κακό μας ἑαυτό, πού εἶναι καί ὁ μεγαλύτερος ἐχθρός μας. Νά παλαίψουμε καί μέ τόν πατέρα τῆς ψευτιᾶς τό Διάβολο καί μέ τόν Κόσμο, πού «ὅλος ἐν τῷ πονηρῷ κεῖται» καί σιγά-σιγά καί σταθερά νά  ἀνέβουμε στήν κορυφή τῆς πνευματικῆς Κλίμακος ἀπό γῆς πρός Οὐρανόν καί νά φθάσουμε ἐκεῖ, ὅπου μᾶς περιμένει Ἐκεῖνος, πού σταυρώθηκε γιά μᾶς ὁ Λυτρωτής μας καί Θεός.
 
 Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, λαχτάρα τῆς ψυχῆς μου, Σύ εἶσαι ἡ ζωή μας καί ἡ εἰρήνη μας, Σύ εἶσαι ἡ Ὁδός καί ἡ Ἀλήθεια καί ἡ Ζωή, Σύ εἶσαι τό φῶς, πού φωτίζει κάθε ἄνθρωπο πού ἔρχεται στόν κόσμο, Σύ εἶσαι ἡ χαρά καί ἡ Ἀνάστασις ἡμῶν. Σύ εἶσαι 
Λυτρωτής ἡμῶν κι' ὁ πρῶτος Παράκλητος, ὁ  Παρηγορητής μας.
Σύ εἶσαι τό ψωμί καί τό νερό, πού τρέφει τήν ψυχή μας, ὁ ἄρτος Οὐράνιος, ὁ ἀληθινός, πού ὅποιος τόν γευθῇ  δέν θά ξαναπεινάσῃ.
 Σύ, Κύριέ μου, εἶσαι τό ζωντανό νερό, πού ὅποιος τό πιεῖ δέν θά ξαναδιψάσῃ. Ἰησοῦ μου, ποθεινότατε, μόνε Ἠγαπημένε,
μονάχα Σύ εἶσαι γιά μᾶς σκέπη, καταφυγή καί στερέωμα,
τροφή καί τρυφή τῆς ψυχῆς, ἴαμα, θεραπεία.
 Ποιό πήλινο στόμα μπορεῖ νά περιγράψῃ τή δική Σου, ὁλοζώντανη Παρουσία στή ζωή μας; Εἶσαι ὁ Μόνος, εἰλικρινά καί γνήσια, δικός μας, τό Φρούριό μας, ὁ Ὑπερασπιστής μας, στίς δύσκολες ὧρες  τῆς ταλαίπωρης ζωῆς μας. Πολυεύσπλαγχνε Κύριε,
ἐκτός ἀπό Σένα, δέν ἔχουμε ἄλλον κανέναν. Εἶσαι γιά μᾶς τό Πᾶν.
Εἶσαι ἡ μοναδική, ἡ ἀληθινή Χαρά μας.
Σύ μονάχα γαληνεύεις τήν ψυχή μας 
καί γεμίζεις τήν καρδιά μας εὐφροσύνη καί ἀγαλλίασι.
Στήριζε τήν καρδιά μας  στήν Πίστι τήν δι' ἀγάπης
ἐνεργουμένην. Στερέωσε, Κύριε, τό σαλεμένο μας μυαλό
στό δρόμο τῶν Ἐντολῶν Σου. Μή μᾶς ἀφήνῃς νά ξεφεύγουμε
ἀπό κοντά Σου. Γνωρίζεις, Κύριε, ὅτι Σέ Σένα ἁμαρτάνουμε,
ἀλλά καί ὅτι μονάχα Ἐσένα λατρεύουμε, παρ' ὅλα τά ἀνόητα
λάθη μας.
«Σύ εἶ ὁ γλυκύς Ἰησοῦς, Σύ εἶ ὁ Ποιμήν ὁ καλός,
 Σύ εἶ ὁ Πλαστουργός μου, ἐν Σοί Σωτήρ δικαιωθήσομαι».
«Στερέωσον, Κύριε, ἐπί τήν πέτραν τῶν Ἐντολῶν Σου,
σαλευθεῖσαν τήν καρδίαν μου· ὅτι μόνος Ἅγιος, ὑπάρχεις 
καί Κύριος».



  
 

Τρίτη 12 Απριλίου 2016

Η ΜΕΓΑΛΟΧΑΡΗ ΜΑΣ ΠΑΡΑΣΤΕΚΕΙ ΜΕ ΣΤΟΡΓΗ

 «Χαῖρε σκέπη τοῦ κόσμου πλατυτέρα νεφέλης»


     Ὅσο περνοῦν τά χρόνια, τόσο κι' ἡ ψυχή τοῦ κάθε πιστοῦ δονεῖται, συγκινεῖται καί ἀναπάλλεται ἀπό τή συναίσθησι τῆς ζωντανῆς καί ἐνεργοῦ Παρουσίας τῆς γλυκειᾶς Παναγιᾶς σέ κάθε δύσκολη στιγμή τῆς ζωῆς μας.
      Τό θέλησ' ὁ Θεός κι' ἐχάρισε σέ μᾶς τή μεγάλη Μητέρα. Μέ ὅλη τή μητρική της στοργή καί τήν τρυφερότητα παραστέκει τά παιδιά της, τά σκεπάζει μέ τή Χάρι της καί τά προστατεύει ἀπό κάθε κίνδυνο. Πραγματικά ἡ Μεγαλόχαρη μᾶς λυτρώνει ἀπό τά δεινά καί ἀπό τίς συμφορές, πού σωρεύει στήν ψυχή καί τή ζωή μας ἡ ἁμαρτία.
      Ποιός ποτέ τήν παρεκάλεσε καί δέν ἔλαβε τό δώρημα πρός τό συμφέρον της αἰτήσεως;
      Ποιός ἐζήτησε τή βοήθειά της, μέ πίστι θερμή, καί ἔφυγε κατεντροπιασμένος ἀπό κοντά της;
      Ποιός ποτέ μπορεῖ νά ἰσχυρισθῇ ὅτι δέν δέχθηκε στή ζωή του τό στοργικό χάδι της, τή μητρική  ἀγάπη καί τή θερμή προστασία της;
       Εἶναι ἀναμφισβήτητη ἀλήθεια ὅτι σέ κάθε δύσκολη στιγμή, σέ κάθε κίνδυνο προσωπικό, οἰκογενειακό ἤ ἐθνικό, ἡ  Μεγαλόχαρη
ἡ  γλυκειά Παναγιά, ἦταν καί εἶναι  ὁμολογουμένως σκέπη ἡ πλατυτέρα νεφέλης, ἡ καταφυγή καί ἡ  θερμή προστασία μας.
       ν δέν ἦταν μαζί μας ἡ Παναγία στίς δύσκολες στιγμές, πού πέρασε τό πολύπαθο Ἔθνος μας, ἄς τό ὁμολογήσῃ ὁ νέος Ἰσραήλ, σύσσωμος ὁ ἑλληνικός λαός, «τό ὕδωρ (οἱ παντοειδεῖς κίνδυνοι), ἄν κατεπόντισεν ἡμᾶς, χείμαρρον διῆλθεν ἡ ψυχή ἡμῶν».
      Ἡ ἱστορία διδάσκει ὅτι ἡ Παναγία, «ἡ σκέπη τοῦ κόσμου ἡ πλατυτέρα νεφέλης», εἶναι στό πλευρό μας, στό πλευρό τοῦ μαρτυρικοῦ Ἔθνους μας, πού εἶναι ὁ νέος περιούσιος λαός τοῦ Θεοῦ, μέ σκοπό νά συνεχίσῃ νά εἶναι τό φῶς τοῦ κόσμου καί τό ἅλας τῆς γῆς καί ὁ διδάσκαλος ὁλοκλήρου τῆς ἀνθρωπότητος.
            
     

                        Παναγία Δέσποινα, Παρθένε Θεοτόκε,
                        σκέπη τῶν Χριστιανῶν, ποιός ἀπό μᾶς
                        μπορεῖ ἐπάξια νά ὑμνήσῃ τά μεγαλεῖα
                        σου καί τά ἀπειράριθμα θαυμάσιά σου;
                        Ποιός ἀπό μᾶς μπορεῖ νά ἱστορήσῃ καί
                        νά ἐγκωμιάσῃ τή σκέπη καί τή θερμή
                        προστασία, πού ἔδειξες, Ἄχραντε, στόν
                        καθέναν ἀπό μᾶς καί  στό μαρτυρικό
                        καί πολύπαθό μας Ἔθνος, μέχρι σήμερα;
                        Φύλαττε τό Ἔθνός μας ἑνωμένο, κάτω
                        ἀπό τή  Σημαία τοῦ Υἱοῦ σου, στερέωσέ
                        μας στήν Πίστι καί στήν γνήσια Ἀγάπη.
                        «Σκέπε πάντοτε ἐκ πάσης ἀπειλῆς ἡμᾶς,
                        ὦ Δέσποινα, ὅτι μετά Θεόν τάς ἐλπίδας
                        σοι  ἀναθέμεθα.


                  «Εἴμαστε στά χέρια τοῦ Θεοῦ, Μεγαλόχαρη,
                  καί κάτω ἀπό τή σκέπη σου, Ἄχραντε. Ἀμήν».
      

Δευτέρα 4 Απριλίου 2016

ΠΛΕΩ ΑΓΑΘΑ ΤΗΝ ΠΑΤΡΙΔΑ ΕΡΓΑΣΕΤΑΙ

Καιρός νά ἀγωνισθοῦμε, γιά τό ποιός ἀπό μᾶς θά κάμῃ περισσότερα καλά στήν Πατρίδα.
              
              «Ἡμέας στασιάζειν χρεόν ἐστι ἔν τε τῷ ἄλλῳ καιρῷ καί
                δή ἐν τῷ δε περί τοῦ ὀκότερος ἡμέων πλέω ἀγαθά τήν
                Πατρίδα ἐργάσεται» (Ἡροδότου Ἱστ.VIII, 79).
   
      Γνωρίζει καλά ὁ Ἀριστείδης ὁ δίκαιος, ὅτι τίποτε δέν ὑπάρχει πιό γλυκό ἀπό τήν Πατρίδα: «Οὐδέν γλύκιον Πατρίδος» (Ὁμ.ὁδύσ. Ι, 34). Καί ὅταν μάλιστα ἔχει Πατρίδα του,  τήν αἰώνια Ἑλλάδα, πού εἶναι ἀποδεδειγμένως «Φῶς Θεοῦ», συγχρόνως δέ καί τό «Φῶς τοῦ κόσμου», τότε κάθε Ἑλληνική ψυχή σκιρτᾷ, πάλλει καί πάλλεται ἀπό λατρεία, γιά τήν Πατρίδα, «τήν πατρίδα τῶν πατρίδων», γιά τήν κοιτίδα  τοῦ Πολιτισμοῦ, τή γενέτειρα τοῦ πνεύματος, τή Μητέρα τῆς Ἐλευθερίας.
     Οἱ Ἕλληνες, ἀπό τήν ἡμέρα τῆς γεννήσεώς μας, μαθαίνουμε  νά  ἀγαπᾶμε καί νά πεθαίνουμε, γιά  τήν Πατρίδα, πού εἶναι τό σύμβολον τῆς οὐράνιας Πατρίδος. Μαθαίνουμε ὅτι «ἀπό τήν μητέρα καί ἀπό τόν πατέρα καί ἀπό  ὅλους τούς ἄλλους προγόνους τό πολυτιμότερον, τό τιμιώτερον καί σεμνότερον καί ἁγιώτερον εἶναι ἡ Πατρίς. Ἡ Πατρίς εἶναι σέ ἀνώτερη θέσι καί κατά τήν γνώμην τῶν θεῶν καί κατά τήν γνώμην τῶν φρονίμων  ἀνθρώπων. Μαθαίνουμε ὅτι πρέπει νά σεβώμεθα καί περισσότερον νά ὑπακούωμεν καί  νά θωπεύουμε τήν Πατρίδα, ὅταν ὀργίζεται, παρά τόν πατέρα, καί ἤ νά προσπαθοῦμε νά τήν πείθωμεν ἤ νά ἐκτελοῦμε ὅ,τι ἄν διατάσσῃ» (παρβλ. Πλάτ. Κρίτων 12 Β).
       Προγονικό μας ἐλάττωμα: Ἡ διχόνοια. Ἀλλά  καί μεγάλο προτέρημα: Ἡ Ὁμόνοια, ἡ Ὁμοψυχία. Μπροστά στόν κίνδυνον τῆς Πατρίδος ὅλοι οἱ Ἕλληνες γίνονται μιά ψυχή, μιά καρδιά, μιά γροθιά καί θριαμβεύουν ἐναντίον παντός ἐχθροῦ τῆς Πατρίδος.
      πό τά ἀρχαῖα χρόνια καί μέχρι σήμερα οἱ Ἕλληνες, «ἡγησάμενοι κρεῖττον εἶναι μετ' ἀρετῆς καί πενίας καί φυγῆς ἐλευθερίαν, ἤ μετ' ὀνείδους καί πλούτου δουλείαν τῆς πατρίδος» (Λυσίου, λόγ.Ἐπιτφ.), ἑνώνονται μπροστά στόν κίνδυνον, χάριν τῆς Πατρίδος.
      ποδειγματική εἶναι ἡ συμπεριφορά τοῦ Ἀριστείδου πρός τόν πολιτικόν του ἀντίπαλον, τόν Θεμιστοκλῆ, λίγο πρίν ἀπό τήν ναυμαχία τῆς Σαλαμῖνος (480 π.Χ.). Ὑποχωρεῖ ὁ Ἀριστείδης πρό τοῦ κινδύνου. Προσέρχεται στόν Θεμιστοκλῆ καί τάσσεται ὑπό τάς διαταγάς του λέγοντας:«Ἡμεῖς καί πρότερον καί τώρα πρέπει νά φιλονικοῦμε ποιός ἀπό τούς δύο θά κάμῃ περισσότερα καλά στήν Πατρίδα».

        Σήμερα περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλη ἐποχή κινδυνεύει ἡ Πατρίδα μας ἀπό δολίους ἐσωτερικούς καί ἐξωτερικούς ἐχθρούς, «κρυφοδαγκανιάρηδες», καί ἐπιτακτική προβάλλει ἡ ἀνάγκη Ὁμοψυχίας, πρίν νά εἶναι ἀργά. Εἶναι καιρός νά ἑνωθοῦμε σέ μιά ψυχή ὅλοι, ὅσοι ἀγαπᾶμε τήν Πατρίδα, γιά νά περισσώσουμε τά ὅσια καί τά ἱερά μας. Νά διαφυλάξουμε τόν Ἑλληνικό Πολιτισμό καί τήν Ὀρθοδοξία. Νά  μείνουμε Ἕλληνες, σάν μιά ψυχή ἑνωμένοι κάτω ἀπό τή γαλανόλευκη, μέ τόν Τίμιον Σταυρόν.


       Οἱ, κατ' εὐφημισμόν, μεγάλοι μας φίλοι  μᾶς φθονοῦν, γιά τήν ἔνδοξη Ἱστορία μας, γιά τόν Πολιτισμό μας, γιά τήν Ὀρθοδοξία μας. Φθονοῦν ἴσως καί φοβοῦνται τήν Ἑλλάδα, γι' αὐτό καί, μέ κάθε τρόπο, προσπαθοῦν νά μᾶς ἐμποδίσουν νά προοδεύσουμε, νά μεγαλώσουμε καί νά μεγαλουργήσουμε. Θέλουν νἄμαστε μικροί, ἀδύναμοι, ὑποανάπτυκτοι, γιά νά μποροῦν νά μᾶς διαφεντεύουν, νά μᾶς κάνουν τόν προστάτη. Θέλουν δῆθεν νά μᾶς βοηθοῦν.
       Χρειάζεται μεγάλη προσοχή, προσευχή καί ἐγρήγορσις. Τό «ξεροκόμματο», πού μᾶς πετοῦν εἶναι «φόλα», κρύβει θανατηφόρο δηλητήριο, τό δηλητήριο τῆς διχόνοιας, τῆς διαιρέσεως. Μᾶς διαιροῦν, γιά νά βασιλεύουν. Ἐκ τῶν πραγμάτων(de facto) εἶναι φανερόν ὅτι σέ κάθε τους ἐνέργεια «κρύπτεται ὄφις ὑπό τόν χόρτον», (latet anguis in herba). Αὐτή τήν ἀλήθεια μᾶς διδάσκει ἡ Ἱστορία καί Historia magistra vitae. Καί εἶναι εὐτυχής ὅποιος γνωρίζει τήν Ἱστορία καί διδάσκεται ἀπό αὐτήν.



      Εἶναι καιρός νά πάψουμε νά γινώμαστε βορά στό Θηρίο τῆς διχόνοιας. Εἶναι καιρός νά βαδίσουμε ἑνωμένοι ἐμπρός, χωρίς νά λησμονοῦμε ἐκείνους, πού μέ τίς θυσίες τους, μᾶς χάρισαν τήν ἐλευθερία καί μᾶς δίδαξαν τό ἀληθινό νόημά της. Μᾶς δίδαξαν, δηλαδή, ὅτι ὁ καθένας μπορεῖ νά κάνῃ μόνον τό κάθε τί, πού δέν βλάπτει τόν ἄλλον. Διότι ἡ ἐλευθερία τοῦ ἑνός ἔχει ὅρια τήν ἐλευθερία τοῦ ἄλλου. Καί μᾶς δίδαξαν ἀκόμη ὅτι δέν  πρέπει νά ξεχνᾶμε ὅτι πάνω ἀπό ὅλα εἶναι ἡ ἐλευθερία τῆς Πατρίδος καί ὅτι ὀφείλουμε νά διαφυλάττουμε ὡς κόρην ὀφθαλμοῦ  τά κυριαρχικά δικαιώματα  καί τήν ἐλευθερία τῆς Πατρίδος μας.
      Εἶναι νωπά τά αἵματα ἐκείνων, πού γιά μιά ἀκόμη φορά ἔγραψαν στήν ψυχή κάθε γνήσιου Ἕλληνα τήν ἀγάπη γιά τήν Πατρίδα καί τό ἀληθινό νόημα τῆς ἐλευθερίας.
       Οἱ θυσίες τῶν Ἑλλήνων, ἀπό τήν ἀρχαιότητα καί μέχρι σήμερα, δέν πρέπει νά λησμονοῦνται. Γι'  αὐτό ἀκόμη μιά φορά «ἐν ἑνί στόματι καί μιᾷ καρδίᾳ» ἄς ἐπαναλάβουμε τήν προγονική Εὐχή:
        «... Εἴθε ὁ κραταιός τοῦ Ὑψίστου βραχίων νά ἀνυψώσῃ καί ἀρχομένους καί ἄρχοντας, τήν Ἑλλάδα ὁλόκληρον πρός τήν πάρεδρον αὐτοῦ Σοφίαν, ὥστε νά γνωρίσωσι τ' ἀληθῆ των ἀμοιβαῖα συμφέροντα· καί οἱ μέν ἄρχοντες διά τῆς προνοίας, οἱ δέ λαοί διά τῆς εὐπειθείας νά στερεώσωσι τῆς κοινῆς ἡμῶν Πατρίδος τήν πολύευκτον εὐτυχίαν. Εἴθε! Εἴθε!» (Διακήρυξις τῆς Α΄ ἐν Ἐπιδαύρῳ Ἐθν.Συνελ., ἐν Παπαρηγοπούλου Ἱστορ.). 


    


Κυριακή 3 Απριλίου 2016

ΠΟΙΟΣ ΘΑ ΜΑΣ ΑΝΑΣΥΡΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΛΥΝ ΒΥΘΟΥ;

       Ἐκτός ἀπό Σένα δέν ἔχουμε ἄλλον κανέναν


              «Κύριε τῶν Δυνάμεων, μεθ' ἡμῶν γενοῦ· ἄλλον γάρ
                    ἐκτός σου βοηθόν ἐν θλίψεσιν οὐκ ἔχομεν· Κύριε
                    τῶν δυνάμεων, ἐλέησον ἡμᾶς».

 Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ὡς Θεός γνωρίζεις πῶς καί πόσο πικρά ταλαιπωρεῖται, ἡ δύστυχη Πατρίδα μας. Οἱ  ἀπλοί, οἱ ἀθῶοι ἄνθρωποι ὑποφέρουν ἀπό τούς λίγους μέν, ἀλλά ἀδίστακτους
λῃστές μέ «τό λευκό κολλάρο». Ξεπούλησαν «ἐν μιᾷ νυκτί» τά
ὅσια καί τά ἱερά τῆς Πατρίδος μας. Ὕψωσαν σέ θεότητες τήν Ψευτιά καί τήν Ὑποκρισία καί κάνουν νόμο τοῦ Κράτους τήν κάθε  εἴδους  διαστροφή. Ἀνεπαισθήτως γίναμε δοῦλοι στούς ἐχθρούς τῆς Ἑλλάδος καί στούς ἄσπονδους φίλους μας,  τούς τοκογλύφους
 δανειστές. Μᾶς ἀφαίρεσαν ἀκόμη καί τό Θρήσκευμα ἀπό τίς ταυτότητές μας. Προσπάθησαν νά μᾶς κόψουν τίς ρίζες.
Ἐκακοποίησαν τήν  ἱερή μας γλῶσσα, τή γλώσσα πού διάλεξες, Κύριε, νά γραφῇ  καί νά κηρυχθῇ ὁ λόγος Σου, τό ἱερόν
Εὐαγγέλιον. Κατάργησαν σχεδόν ὅλες τίς Χριστιανικές καί Ἐθνικές Ἑορτές. Πέταξαν τή εἰκόνα Σου ἀπό τίς αἴθουσες τῶν Σχολείων. Μείωσαν τίς ὧρες διδασκαλίας τῶν ἀρχαίων Ἑλληνικῶν καί τῶν Θρησκευτικῶν Μαθημάτων. Τώρα  κάποιοι  Νεολαῖοι   ζητοῦν νά καταργήσουν καί τήν πρωϊνή Προσευχή στά Σχολεῖα μας. Καί ἀντί τῆς ὀρθοδόξου χριστιανικῆς διδασκαλίας θέλουν νά μαθαίνουν τά Ἑλληνόπουλα τά κηρύγματα τοῦ μίσους, πού διδάσκει τό Κοράνιο καί τά παραμύθια τῶν Οὐπανισάδς.

Καί μεῖς, πού πιστέψαμε στόν ἄνθρωπο, τόν ἀδιάφθορο, τόν ἀσυμβίβαστο καί τοῦ ἀναθέσαμε νά διαπραγματευθῇ μέ τούς 
Μεγαλοκαρχαρίες τῆς Εὐρώπης , μέ τήν ἐλπίδα ὅτι σύμφωνα μέ τίς ὑποσχέσεις του, θά καταργήσῃ τό παλιό, σάπιο κατεστημένο, γιά νά δοῦμε μιά ἄσπρη μέρα, τί διαπιστώνουμε τώρα;
 «Πᾶνε οἱ ἐλπίδες, τά ὄνειρα σβῦσαν...»
 Τί κρύβεται πίσω ἀπό ὅλα αὐτά; Τί εἶναι αὐτό, πού κρύβεται ἀπό τούς πολλούς; Μέχρι πότε θά ἀνεχόμαστε νά  μᾶς διαφεντέβουν οἱ ἐχθροί τῆς Πατρίδος μας;
 Κύριε, ποιός ἐπί τέλους θά νοικοκυρέψη τόν τόπο; Νά πατάξῃ τή φοροδιαφυγή, νά πολεμήση τή διαπλοκή καί νά ἀλλάξῃ τά κακῶς κείμενα;
Ποιός θά καθαρίσῃ, μέ μιά λέξι, «τήν κόπρο τοῦ Αὐγείου»; 
 Διαπιστώνουμε, δυστυχῶς, ὅτι σωρεύεται  Κόπρος ἀκόμη καί στό  Ὑπουργεῖο Παιδείας καί Θρησκευμάτων. Λάσπη παντοῦ.
Ποιός, ἀλήθεια, θά περίμενε τέτοιου εἴδους διακηρύξεις, ὅπως τή διαστροφή τῆς ἐνδόξου Ἑλληνικῆς Ἱστορίας, τήν κατάργησι τῶν Θρησκευτικῶν Μαθημάτων καί τῆς Προσευχῆς, μέ σκοπό τόν ἀφανισμό τοῦ Ἑλληνικοῦ Πολιτισμοῦ καί τῆς Ὀρθοδοξίας, πού εἶναι καί ὁ μοναδικός πλοῦτος τῆς Πατρίδος μας;
  Ποιός ἐπί τέλους θά ἀντιμετωπίσῃ μέ θάρρος τούς τοκογλύφους Δανειστές, τή Σκύλλα καί τή Χάρυβδη καί τό Μεφιστοφελῆ; Μέχρι
πότε θά σκύβουμε δουλικά  τό κεφάλι καί θά προσκυνοῦμε τό Διάβολο;
  Τί μπορεῖ νά περιμένῃ κανείς ἀπό ἀνθρώπους, πού τολμοῦν νά λέν  πώς εἶναι ἄθεοι, σέ ἕνα Λαό,  100% Ὀρθόδοξο;  Ἐλπίζαμε καί ἐλπίζουμε στή  μεταμέλεια τῶν ἀνθρώπων. Περιμένουμε ἔγκαιρα νά παραμερισθοῦν οἱ κακοσύμβουλοι, πού ἀνενδοιάστως, μεθοδικά
καί σταθερά ροκανίζουν τά θεμέλια τῆς Πατρίδος.
 Πῶς εἶναι δυνατόν νά ἔχουμε ὑπουργό, πού ἐξευτελίζει τούς Ἕλληνες καλλιτέχνες; Πῶς ἀνεχόμαστε ὑπουργό νά δικηρύττῃ ὅτι ἀπό τώρα καί στό ἑξῆς δέν πρέπει νά λεγώμαστε Ἕλληνες , ἀλλά κάτοικοι τῆς Ἑλλάδος;  Εἶναι ἀναρίθμητα τά λάθη  πού γίνονται καί βλακώδη. Λάθη πού ἔρχονται νά γκρεμίσουν μέσα μας  καί, χωρίς ἴχνος ντροπῆς, νά θρυμματίσουν τά ἤθη, τά ἔθιμα καί τίς ἱερές μας  παραδόσεις.



     Προσπαθοῦν καί σήμερα ἀκόμη, χωρίς ντροπή,  νά ξεριζώσουν μέσα ἀπό τήν καρδιά μας καί ἀπό τίς καρδιές τῶν Παιδιῶν μας τήν Πίστι στό Θεό καί τήν ἀγάπη πρός τήν Πατρίδα .
 Πλημμύρισε ἡ ταλαίπωρη Πατρίδα μας ἀπό Ἐφιάλτες καί Πηλιο-Γούσηδες καί Ἰοῦδες.
Γέμισε ὁ τόπος μισοφέγγαρα  καί ἄντρα διαστροφῆς, κλοπῆς, ψευτιᾶς καί ἀπάτης.

 Κύριε, ποιός θά μᾶς ἐλευθερώση ἀπό τή δουλεία τῆς φθορᾶς;
 Ποιός θά μᾶς ἐξάγῃ ἀπό τήν κοιλάδα τοῦ Κλαυθμῶνος, ἀπό αὐτήν ἐδῶ τή Βαβυλῶνα; Ποιός θά μᾶς ὁδηγήσῃ εἰς τόπον ἀναψυχῆς, ἄν ὄχι Ἐσύ, Μακρόθυμε, ἀνθρωποκυνηγέ;
 Ἐκτός ἀπό Σένα, δέν ἔχουμε ἄλλον κανέναν.
 Παντοδύναμε καί Πανάγαθε Κύριε, λυπήσου  μας.
 Συγχώρεσε τά λάθη μας καί ἐλέησέ μας. Ἀμήν.
 

 
 
 


Σάββατο 2 Απριλίου 2016

ΜΙΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΣΟΦΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ

Χρειάζεται ἐπίπονος, αἱματηρός ἀγῶνας
 
 
                   «Κύριε καί Δέσποτα τῆς ζωῆς μου, πνεῦμα ἀργίας,
                   περιεργείας, φιλαρχίας καί ἀργολογίας μή μοι δῷς.
 
                  Πνεῦμα δέ σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, ὑπομονῆς
                  καί ἀγάπης, χάρισαί μοι τῷ σῷ δούλῳ.     
 
                  Ναί, Κύριε Βασιλεῦ, δώρισαί μοι τοῦ ὁρᾶν τά ἐμά
                  πταίσματα, καί μή κατακρίνειν τόν ἀδελφόν μου·
                  ὅτι εὐλογητός εἶ εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν»



         Ὁ ὅσιος Ἐφραίμ καί μαζί του κάθε πιστός, μέ βαθειά συναίσθησι τῆς ἀνθρωπίνης ἀδυναμίας καί πίστι θερμή, δέεται στόν οὐράνιο Πατέρα, μέ τά παραπάνω θεόπνευστα λόγια.
        πάλη, γιά τήν πνευματική μας τελείωσι, «δέν εἶναι πάλη πρός σάρκα καί αἷμα». Δέν ἔχουμε νά παλαίψουμε μέ ἕναν ἄλλον ἄνθρωπο, σάν κι' ἐμᾶς. «Ἡ πάλη μας, ὁ ἀγῶνας μας εἶναι ἕνας πόλεμος, μέ τίς ἀρχές καί τίς ἐξουσίες  τοῦ σκότους, μέ τά διαβολικά τάγματα, μέ τούς κοσμοκράτορες, πού κυβερνοῦν τό πλῆθος τῶν ἀνθρώπων, τῶν βυθισμένων στό ἠθικό σκοτάδι, τό ὁποῖον ἐπικρατεῖ σέ τοῦτο τόν αἰῶνα» (Ἐφεσ. στ΄ 12).
       Σ' αὐτή τήν πάλη εἶναι ἀνάγκη νά ἐπιστρατεύσῃ ὁ ἄνθρωπος ὅλες τίς πνευματικές του δυνάμεις καί τό κυριώτερο νά ζητεῖ τή Χάρι καί τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Χωρίς τή θεία ἐνίσχυσι εἶναι πολύ δύσκολο, ἄν ὄχι ἀδύνατον, νά ἀσκηθῇ καί νά προκόψῃ στίς ἀρετές καί νά κατορθώσῃ τήν πνευματική του τελείωσι.
      χουμε ἀνάγκη ἀπό τή Χάρι καί τή δύναμι τοῦ Θεοῦ, γιά νά ξεφύγουμε ἀπό τίς παγίδες τοῦ πονηροῦ πνεύματος, τοῦ πνεύματος τοῦ κόσμου, πού εἶναι «πνεῦμα πλάνης», «πνεῦμα ἀργίας, περιεργείας, φιλαρχίας καί ἀργολογίας». Εἶναι δηλαδή πνεῦμα, πού καλλιεργεῖ στήν ψυχή μας καί στερεώνει τό Κακόν καί τήν ἁμαρτία.
     Στόν πνευματικό μας ἀγῶνα, ἔχουμε ἀπόλυτη ἀνάγκη,   ἀπό τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ τό πανάγιον, πού εἶναι φορέας καί πηγή ὅλων τῶν Χαρισμάτων. Αὐτό τό πνεῦμα θά μᾶς χαρίσῃ τήν πνευματική διάθεσι καί συμπεριφορά, θά καλλιεργήσῃ μέσα μας τό πνευματικό φρόνημα, θά μᾶς ἐνισχύσῃ στήν ἄσκησι τῶν ἀρετῶν, ὥστε, ἀπαλλαγμένοι ἀπό τήν ἀργία, τήν περιέργεια, τήν φιλαρχία καί τήν ἀργολογία καί ἀπό ὅλα τά ἁμαρτωλά πάθη, πού εἶναι ἐπακόλουθα, νά ἀποκτήσουμε τά Χαρίσματα τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι τό πνεῦμα τῆς σωφροσύνης, τῆς ταπεινοφροσύνης, τῆς ὑπομονῆς καί πάνω ἀπό ὅλα τό πνεῦμα τῆς Ἀγάπης.
        Αὐτά τά Χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος θά μᾶς ἀνεβάσουν ψηλά καί θά μᾶς κρατήσουν σ' αὐτό τό πνευματικό ὕψος.
        Η ΑΡΓΙΑ  εἶναι ἀποφυγή τῆς ἐργασίας καί συνεπῶς εἶναι ἡ χειρότερη μορφή ἀσωτίας. Ὁδηγεῖ σέ κάθε εἴδους ἁμαρτία, στό ἔγκλημα, στή φτώχεια, τόν ἐξευτελισμό. Ὁ Ἀριστοτέλης λέει ὅτι εἶναι «ἀδύνατον τόν μηδέν πράττοντα εὖ πράττειν».
       «ργον οὐδέν ὄνειδος, ἀεργίη τ' ὄνειδος»(Ἡσιόδ. Ἔργα 309). Καί τονίζει ὅτι «τῆς δ' ἀρετῆς προπάροιθεν (ἔμπροσθεν) ἱδρῶτα θεοί ἔθηκαν ἀθάνατοι» (Ἡσιόδ. ἔργα 287). Ὁ ἐμφορούμενος, ἐκεῖνος, πού κατέχεται ἀπό τό πνεῦμα τῆς ἀργίας εἶναι αὐτός, πού δέν θέλει νά ἐργασθῇ, ὁ σχολάζων, ὁ μή ἐργαζόμενος, ὁ ἀεργός (ἀργός), ὁ ὀκνηρός (Ἰλ. Ι 320). Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέγει ὅτι ἐάν κανείς δέν θέλει νά ἐργάζεται, δέν πρέπει οὐδέ νά τρώγει:« Εἴ τις οὐ θέλει ἐργάζεσθαι, μηδέ ἐσθιέτω» (Β΄Θεσσαλ. γ΄ 10).
       Ἡ ἀργία εἶναι «ὄνειδος», ἐντροπή. Εἶναι μητέρα πάσης κακίας. «Πολλήν γάρ κακίαν ἐδίδαξεν ἡ ἀργία» (Σοφ. Σειράχ  33, 37 δές καί Χρυσόστομον  Ε.Π. 62, 579). Χαρακτηρίζεται ἀπό τούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, ἡ ἀργία, σάν «ἀρχή πάσης κακίας», «πάσης κακίας διδάσκαλος», «κακουργίας ἀρχή». Γιατί, ὅπως λέει ὁ ἅγιος Κασσιανός, «ἀπό ἀργίας, ἡ περιέργεια, καί ἀπό τῆς περιεργείας ἀταξία, καί ἀπό τῆς ἀταξίας πᾶσα κακία» (Φιλοκλ. Α΄ 77, 28). Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος παρατηρεῖ ὅτι μεταξύ τῶν Χριστιανῶν ὑπάρχουν μερικοί, οἱ ὁποῖοι συμπεριφέρονται ἄτακτα καί δέν ἐργάζονται, ἀλλά περιεργάζονται τίς ξένες ὑποθέσεις. Εἰς τούς τοιούτους παραγγέλλει καί παρακαλεῖ, μέ τό κῦρος καί τήν ἐξουσίαν, πού τοῦ δίδει ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός, «ἵνα μετά ἡσυχίας ἐργαζόμενοι τόν ἑαυτόν ἄρτον ἐσθίωσιν»(Β΄Θεσσλ. γ΄ 11-12).
         τριαδικός Θεός ἐργάζεται(Ἰωάν. ε΄ 17. θ΄ 4 κλπ.). Καί ἀφοῦ δημιούργησε τόν ἄνθρωπο «κατ' εἰκόνα καί καθ' ὁμοίωσιν αὐτοῦ» (Γενέσ. α΄ 26-27), τόν τοποθέτησε εἰς τόν Παράδεισον «ἐργάζεσθαι αὐτόν καί φυλάσσειν» (Γενέσ. β΄15). Καί μετά τήν πτῶσιν τοῦ ὑπέδειξε τόν τρόπον συντηρήσεώς του, λέγων:« ἐν ἱδρῶτι τοῦ προσώπου σου φαγῇ τόν ἄρτον σου» (Γενέσ. γ΄19).
       Ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος λέει πώς «ἀργία ἐστί τό μή ποιεῖν καί ἐργάζεσθαι τά ἔργα τοῦ Θεοῦ». Καί  ὁ ὅσιος Ἀμμωνᾶς συμβουλεύει κάθε πιστό νά ἐργάζεται σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, γιά νά  βοηθῇ καί ὅσους ἔχουν ἀνάγκη ἀπό βοήθεια: «Ἐργάζου ἐν τῷ ἐργοχείρῳ σου, ἵνα εὕρῃ πτωχός σόν ἄρτον. Ἡ γάρ ἀργία θάνατος ἐστί καί ἔκπτωσις τῆς ψυχῆς» (ΒΕΠΕΣ 40,70, 9-10).
     Αὐτός, πού κυριεύεται ἀπό τό πνεῦμα τῆς ἀργίας, πραγματικά περνᾶ, σάν νεκρός, τόν καιρό του, σπαταλάει τή ζωή του, χωρίς κανένα σκοπό, χωρίς κανένα ἰδανικό, σάν παράσιτο. Σχετικές εἶναι οἱ προτροπές τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου (Migne P.G. 51, 193-196), ὅπως ἐπίσης καί τοῦ Μεγ.Βασιλείου (ΒΕΠΕΣ, 56, 77,48-78,12 καί 57,164,17-28).
    ἀργός καί ὁ ὀκνηρός (Σοφ.Σειράχ 37,11.Τιτ. α΄ 12), ὁ ἀνωφελής, ὁ ἄχρηστος καί ἄκαρπος (Ματθ.ιβ΄ 36 . Ἰακ. β΄ 20 . Β΄Πέτρ. ιζ΄ 7 ), θά δώσῃ λόγο τήν ἡμέρα τῆς Κρίσεως.
     Φάρμακον, κατά τῆς ἀργίας, εἶναι ἡ κατά Θεόν ἐργασία.

     Η  ΠΕΡΙΕΡΓΕΙΑ εἶναι μάταιη καί  ἀνώφελη, χωρίς λόγο ἔρευνα, γιά ξένες ὑποθέσεις. Ὁ περίεργος δέν ἐργάζεται, ἀλλά περιεργάζεται τίς ξένες ὑποθέσεις, «χώνει παντοῦ τή μύτη του», ὅπως λέει ὁ λαός καί μέ τήν ἀδιακρισία του αὐτή δημιουργεῖ πολλές στενοχώριες. Ἡ περιέργεια  εἶναι πνεῦμα πονηρόν. Εἶναι φοβερό πάθος, μέ ὀδυνηρά, θανάσιμα ἀποτελέσματα, στόν ἴδιο τόν περίεργο καί στούς ἄλλους γύρω του.
       Η ΦΙΛΑΡΧΙΑ εἶναι ἐπίσης ἕνα ἀπό τά «βιαιότερα», ἀπό τά «κακοηθέστερα» πάθη(Δ΄Μακκαβ. β΄ 15-16), τά ὁποῖα βέβαια ὁ συνετός, ὁ σώφρων νοῦς προτρέπει εἰς τό ἀγαθόν καί τά ἀπωθεῖ βίαια, γιατί κυριαρχεῖ πάνω τους. Φιλαρχία εἶναι ἡ ἀγάπη πρός τήν ἐξουσίαν, ἡ ἐπιθυμία νά κατέχῃ τήν ἐξουσίαν, ὄχι γιά νά ὠφελήσῃ, ἀλλά γιά νά μπορῇ, καταβασανίζοντας τούς ἄλλους, νά ἱκανοποιῇ ἀνεμπόδιστα τήν κενοδοξία, τήν ἀλαζονεία, τή μεγαλαυχία, τόν ἐγωϊσμό καί τά ἐφάμαρτα  πάθη του.


      Ἐνδεικτικό, τρανώτατο παράδειγμα φιλαρχίας , ὁ μεγαλύτερος ἐκ τῶν ἔσω ἐχθρός  τῆς ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας μας, εἶναι ὁ διεκδικητής τοῦ πρωτείου ἐξουσίας, ὁ αὐτο-αποκαλούμενος Vicarius Christi (ἀντιπρόσωπος τοῦ Χριστοῦ) στή γῆ. Καί ἡ ὕπαρξις τῆς Οὐνίας εἶναι ἀπόδειξις ὅτι καί σήμερα ἐμμένει τῇ φαύλῃ συνηθείᾳ, ὁ δυστυχής.
        Κύριος, ὁ ὁποῖος εἶναι παντοτινά μαζί μας, ὁλοζώντανο παράδειγμα ἁγίας ζωῆς, μᾶς ἀποτρέπει ἀπό τό φοβερό αὐτό πάθος τῆς φιλαρχίας καί λέγει στούς Μαθητάς Του:
        «Γνωρίζετε ὅτι οἱ Ἄρχοντες τῶν Ἐθνῶν συμπεριφέρονται στούς λαούς τους σάν κύριοί τους καί τούς καταδυναστεύουν, σάν οἱ λαοί νά εἶναι κτήματά τους καί οἱ μεγάλοι, αὐτοί, πού ἔχουν μεγάλο ἀξίωμα, τούς καταπιέζουν, σάν νά εἶναι δοῦλοι τους  καί τούς ἐκμεταλλεύονται.
        Μεταξύ σας ὅμως δέν πρέπει νά γίνεται ἔτσι. Ἀλλά ἐκεῖνος πού θέλει νά εἶναι πρῶτος μεταξύ σας, ὀφείλει νά εἶναι ταπεινός, νά ἔχῃ γνήσια ἀγάπη καί νά εἶναι δοῦλος ὅλων σας.


    Νά γίνῃ διάκονος καί δοῦλος, ὅπως ἀκριβῶς ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου δέν ἧλθε  διά νά ὑπηρετηθῇ, ἀλλά διά νά ὑπηρετήσῃ καί νά δώσῃ τή ζωή του λύτρον, διά νά ἐξαγορασθοῦν καί νά ἐλευθερωθοῦν ἀπό τήν ἁμαρτίαν  καί τό θάνατον πολλοί».          Ὑποδεικνύει ὡς παράδειγμα πρός μίμησιν τόν Ἑαυτόν Του(Ματθ.κ΄ 25-28). Γονατίζει καί πλένει τά πόδια τῶν Μαθητῶν Του καί αὐτοῦ ἀκόμη τοῦ Ἰούδα καί ὑψώνεται στό Ξύλον τοῦ Σταυροῦ, γιά νά μᾶς λυτρώσῃ, νά μᾶς ἐλευθερώσῃ ἀπό τό πνεῦμα τῆς φιλαρχίας, καί νά μᾶς ἐπανεισάγῃ εἰς τόν Παράδεισο.

      Η ΑΡΓΟΛΟΓΙΑ εἶναι τό πάθος, πού κυριεύει τόν ἄνθρωπο καί τόν ὑποκινεῖ νά λέει λόγια κενά, μάταια, νά φλυαρῇ. Ὁ Παῦλος συνιστᾶ σέ ὅλους μας καί λέγει:«τάς δέ μωρᾶς καί ἀπαιδεύτους ζητήσεις παραιτοῦ, εἰδώς ὅτι γεννῶσι μάχας» (Β΄ Τιμόθ. β΄ 23).
     Κύριος μᾶς ἀποτρέπει ἀπό τή βαττολογία,(ἀπό τήν ἀργολογία, τήν περιττολογία, τή φλυαρία,  τήν   μωρολογία). Δέν εἰσακούει ὁ Θεός τήν ἀνόητη πολυλογία (πρβλ. Ματθ. στ΄ 7). Τό Πνεῦμα τό Ἅγιον μᾶς προτρέπει νά διώξουμε τό πονηρόν πνεῦμα τῆς ἀργολογίας, ὥστε νά ἀποφύγουμε τόν κίνδυνον νά πέσουμε σέ ἁμαρτία. Διότι «ἐκ πολυλογίας οὐκ ἐκφεύξῃ ἁμαρτίαν, φειδώμενος δέ χειλέων νοήμων ἔσῃ»( Παροιμ. ι΄ 19). Καί ὁ Ἰάκωβος λέγει ὅτι « εἴ τις ἐν λόγῳ οὐ πταίει, οὗτος τέλειος ἀνήρ, δυνατός χαλιναγωγῆσαι καί ὅλον τό σῶμα» (Ἰακ. γ΄ 2 ).
     ἀργολογία εἶναι ἄσκοπη σπατάλη τοῦ πολύτιμου χρόνου, πού μᾶς χαρίζει ὁ Θεός, γιά τήν πνευματική μας τελείωσι. Ὁδηγεῖ τόν ἄνθρωπο στήν μωρολογία, σέ ἄπρεπα ἀστεῖα, σέ χυδαιολογίες, αἰσχρολογίες, ἄσκοπη φλυαρία, κακολογία, διαβολή, κατάκρισι καί στή συκοφαντία.
     Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος μᾶς συμβουλεύει καί λέγει νά εἶναι ὁ λόγος μας πάντοτε χαριτωμένος, ἀρτυμένος μέ τό ἀλάτι τῆς διακρίσεως (πρβλ. Κολοσ. δ΄ 6). Καί πρός τούς Ἐφεσίους (δ΄ 29) γράφει:
      «Πᾶς λόγος σαπρός ἐκ τοῦ στόματος ὑμῶν μή ἐκπορευέσθω, ἀλλ' εἴ τις ἀγαθός πρός οἰκοδομήν τῆς χρείας, ἵνα δῷ χάριν τοῖς ἀκούουσι».
       Καί ὁ Κύριος μᾶς ἀποτρέπει ἀπό τήν ἀργολογία καί μᾶς προειδοποιεῖ λέγων  ὅτι : « πᾶν ρῆμα ἀργόν ὅ ἐάν λαλήσωσιν οἱ ἄνθρωποι, ἀποδώσουσι περί αὐτοῦ λόγον ἐν ἡμέρᾳ Κρίσεως· ἐκ γάρ τῶν λόγων σου δικαιωθήσῃ καί ἐκ τῶν λόγων σου κατακριθήσῃ» (Ματθ. ιβ΄ 36-37.πρβλ. Ἰώβ ιε΄ 3-6.Λουκ.ιθ΄ 22.     Ρωμ. ι΄ 10. Ἐφεσ. δ΄ 29. κ.ἄ.).

Η ΣΩΦΡΟΣΥΝΗ  εἶναι πνευματικό χάρισμα, δωρεά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στόν ἄνθρωπο, πού προσπαθεῖ νά διαφυλάξῃ τόν ἑαυτό του ἁγνό. Ἡ σωφροσύνη εἶναι ἡ σύνεσι, ἡ φρόνησι, ἡ νηφαλιότητα, ἡ φρονιμάδα. Εἶναι ἡ ἐγκράτεια στίς σαρκικές ἐπιθυμίες καί ἡδονές, ἡ σεμνότης, ἡ ἁγνότητα. «Εἶναι γάρ ὁμολογεῖται σωφροσύνη τό κρατεῖν ἡδονῶν καί ἐπιθυμιῶν (πρβλ. Πλάτωνος Φαῖδρος 237Ε, Συμπόσ. 196C καί Ἁριστοτέλους Πολιτ.1236Β, 9).
      Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος συνιστᾶ νά ἔχουμε τέτοιο φρόνημα, ὥστε νά σκεφτώμαστε , γιά τόν ἑαυτό μας καί γιά τούς ἄλλους, συνετά καί ἀληθινά, «μή ὑπερφρονεῖν παρ'  ὅ δεῖ φρονεῖν, ἀλλά φρονεῖν εἰς τό σωφρονεῖν» (Ρωμ. ιβ΄ 3). «Οὐ γάρ ἔδωκεν ἡμῖν ὁ Θεός πνεῦμα δειλίας, ἀλλά  δυνάμεως  καί ἀγάπης καί σωφρονισμοῦ»  (Β΄Τιμ. α΄ 7). Καί πρός τόν Τίτον γράφει ὅτι « ἐπεφάνη ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ ἡ σωτήριος πᾶσιν ἀνθρώποις, παιδεύουσα ἡμᾶς ἵνα ἀρνησάμενοι τήν ἀσέβειαν καί τάς κοσμικάς ἐπιθυμίας σωφρόνως καί δικαίως καί εὐσεβῶς ζήσωμεν ἐν τῷ νῦν αἰῶνι»   (Τίτ. β΄ 11-12).
    
Η ΤΑΠΕΙΝΟΦΡΟΣΥΝΗ εἶναι βασική ἀρετή. Δέν εἶναι ἁπλῶς αὐτογνωσία, ἀλλά κατ' ἐξοχήν ἐπίγνωσι (πλήρης γνῶσις) τοῦ ἑαυτοῦ μας καί τῶν ἄλλων (ἑτερογνωσία), πού συνοδεύεται ἀπό βαθειά συναίσθησι τῆς ἁμαρτωλότητός μας μπροστά στό Θεό, καί ἀπό τή συνείδησι τῆς ἀνάγκης, γιά τήν τελειοποίησί μας.
      Εἶναι πραγματική γνῶσι τοῦ ἀνθρώπου, γιά τήν ὑλική, σωματική, διανοητική καί ἠθική του κατάστασι, πού συνοδεύεται ἀπό βαθύ αἴσθημα εὐθύνης καί ἀπό τήν τέλεια ἀγάπη στό Θεό καί τόν συνάνθρωπο.
      Εἶναι ἡ μακαριστή πτωχεία τοῦ πνεύματος (Ματθ. ε΄ 3). Μοναδικός διδάσκαλος τῆς ταπεινοφροσύνης εἶναι ὁ Κύριος, ὁ ὁποῖος «ἐταπείνωσεν ἑαυτόν γενόμενος ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δέ Σταυροῦ» (Φιλιπ. β΄ 8) Ὁ Κύριος εἶναι τό ὑπόδειγμα, τό πρότυπον τῆς ἀρετῆς. Σάρκωσε τήν ταπείνωσιν καί μᾶς προτρέπει νά τόν μιμηθοῦμε, γιά νά βροῦμε ἀνάπαυσιν στήν ψυχή μας :«Μάθετε ἀπ' ἐμοῦ, ὅτι πρᾷός εἰμι καί ταπεινός τῇ καρδίᾳ, καί εὑρήσετε ἀνάπαυσιν ταῖς ψυχαῖς ὑμῶν»(Ματθ. ια΄ 29). Γι'αὐτό καί καθημερινά Τόν παρακαλοῦμε νά μᾶς  διδάξῃ καί νά μᾶς χαρίζῃ τό πνεῦμα τῆς ταπεινοφροσύνης.

     Θεός ὑψώνει, δοξάζει καί χαριτώνει τόν ταπεινό (Λουκ. α΄52. ιδ΄ 11. Α΄ Πέτρ. ε΄ 5. Ἰακ. δ΄ 6. Παροιμ. γ΄34). Ἡσύχιος ὁ πρεσβύτερος λέγει ὅτι
« Οὐδείς τοῦ ταπεινοῦ ὑψηλότερος. Ὡς γάρ φωτός μή παρόντος, ζοφώδη καί σκοτεινά ἅπαντα,  οὕτω καί μή παρούσης ταπεινοφροσύνης, πάντα  ἡμῶν μάταια καί ἕωλα τά κατά Θεόν σπουδάσματα» (Φιλοκλ. Α΄153-154).
    Καί ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος λέγει ὅτι «πρό πασῶν τῶν ἀρετῶν ἐστιν ἡ ταπεινοφροσύνη».

Η ΥΠΟΜΟΝΗ εἶναι ἀρετή, πού δίνει  στόν ἄνθρωπον τή δύναμι νά ὑποφέρῃ ἀγόγγυστα τίς θλίψεις. Στήν πνευματική ζωή ἀντιμετωπίζουμε  πολλές καί διάφορες θλίψεις καί πειρασμούς καί ἔτσι δοκιμάζεται ἡ πίστις μας καί μέσα ἀπό τή δοκιμασία τῆς πίστεώς μας γεννιέται ἡ ὑπομονή. Ἡ ὑπομονή μας ὅμως αὐτή πρέπει νά κρατήσῃ ἕως τό τέλος, γιά νά γίνουμε τέλειοι καί ὁλοκληρωμένοι καί νά μήν ὑστεροῦμε σέ τίποτε(πρβλ. Ἰακ.  α΄ 3-4).
      Ἡ ὑπομονή καθιστᾶ ἱκανόν τόν πιστόν, ὄχι μόνον νά μήν παρασύρεται ἀπό τήν κακήν λύπην στίς ταλαιπωρίες τῆς ζωῆς, ἀλλά καί νά χαίρεται στίς θλίψεις καί νά τελειοποιεῖται μέσα ἀπό αὐτές. «Ἐν τῇ ὑπομονῇ ὑμῶν κτήσασθε τάς ψυχάς ὑμῶν»(Λουκ. κα΄19). «Ὁ δέ ὑπομείνας εἰς τέλος, οὗτος σωθήσεται»(Ματθ.ι΄ 22. κδ΄ 13. Μάρκ. ιγ΄ 13). Γιά νά τελειωθῇ κανείς στήν ἀρετή τῆς ὑπομονῆς ὀφείλει νά ἔχῃ τήν τέλεια ἀγάπη, πού τά «πάντα ὑπομένει καί οὐδέποτε ἐκπίπτει» (Α΄ Κορινθ. ιγ΄ 7).


            «Εἰ τά ἀγαθά ἐδεξάμεθα ἐκ χειρός Κυρίου, τά κακά
             οὐχ ὑποίσομεν; Εἴη τό ὄνομα Κυρίου εὐλογημένον
             εἰς τούς αἰῶνας» (Ἰώβ  α΄  21. β΄10).

      Ἡ ἀρετή τῆς ὑπομονῆς φαίνεται στό βιβλίον τοῦ Ἰώβ καί κυρίως στά πάθη τοῦ Χριστοῦ: «Ἰδού μακαρίζομεν τούς ὑπομένοντας· τήν ὑπομονήν Ἰώβ ἠκούσατε, καί τό τέλος Κυρίου εἴδετε, ὅτι πολυεύσπλαγχνός ἐστιν ὁ Κύριος καί οἰκτίρμων» (Ἰακ. ε΄ 11).



    «Χριστός ἔπαθεν ὑπέρ ἡμῶν, ἡμῖν ὑπολιμπάνων ὑπογραμμόν 
     ἵνα ἐπακολουθήσωμεν τοῖς ἴχνεσιν αὐτοῦ»(Α΄Πέτρ. β΄ 21). 


         Κάθε πιστός ὀφείλει νά μιμῆται τή ὑπομονήν τοῦ Ἰώβ καί πάνω ἀπό ὅλα τήν ὑπομονήν τοῦ Κυρίου, γιά νά κατορθώσῃ νά ἀνέβη σιγά-σιγά τά πνευματικά σκαλοπάτια τῆς πνευματικῆς τελειώσεως.
        
      Η ΑΓΑΠΗ εἶναι ἡ μητέρα καί βασίλισσα ὅλων τῶν ἀρετῶν. « Ὁ Θεός ἀγάπη ἐστί, καί ὁ μένων ἐν τῇ ἀγάπῃ ἐν τῷ Θεῷ μένει καί ὁ Θεός ἐν αὐτῷ» (Α΄ Ἰωάν. δ΄ 16). Ἡ ἀγάπη εἶναι ἡ οὐσία τῆς Χριστιανικῆς Θρησκείας καί τό διακριτικό γνώρισμα τῶν Μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ (Ἰωάν. ιγ΄ 34-35).
     «Χωρίς τήν ἀγάπη εἶναι ἀδύνατον νά πραγματοποιήσῃ κανείς, ὅπως πρέπει, τήν ἀρετή, γιατί ἡ ἀπόδειξι κάθε γνήσιας ἀρετῆς εἶναι ἡ ἀγάπη καί ἡ ταπεινοφροσύνη. Ἀπό αὐτές ἡ μέν ταπεινοφροσύνη ἀνεβάζει τόν ταπεινόφρονα πρός τό ὕψος τῶν κατορθωμάτων, ἡ δέ  ἀγάπη συγκρατεῖ στό ὕψος αὐτό ἀσφαλῶς, ὥστε νά μήν πέσῃ ἀπό ἐκεῖ» (Ἅγιος Εὐθύμιος, Εὐεργ. Γ΄ 469).
     Οἱ ἀρετές αὐτές βοηθοῦν τόν πιστό νά βλέπῃ καί νά ἀναγνωρίζῃ τά σφάλματά του. Ὁδηγεῖται στή διορθωσι τῆς προβληματικῆς του συμπεριφορᾶς, ὥστε νά ἀποφεύγῃ συνειδητά τήν κατάκρισι τῶν ἀδελφῶν του.

  
    «Μακάριοι οἱ πτωχοί τῷ πνεύματι, ὅτι αὐτῶν ἐστιν ἡ
      βασιλεία τῶν οὐρανῶν...   Μή κρίνετε,  ἵνα μή κριθῆτε»
 
    Η ΠΤΩΧΕΙΑ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ  μακαρίζεται ἀπό τόν Κύριον(Ματθ. ε΄ 3) καί  Η ΚΑΤΑΚΡΙΣΙ  καταδικάζεται (Ματθ. ζ΄ 1-2. Ρωμ. β΄ 3 ἑξ.
      Γιά τήν ἀποφυγή ὅμως  ἀπό τό πνεῦμα τῆς ἀργίας, τῆς περιεργείας, τῆς φιλαρχίας καί τῆς ἀργολογίας καί γενικά ἀπό κάθε κακία, καί γιά τήν ἀπόκτησι τοῦ πνεύματος τῆς σωφροσύνης, τῆς ταπεινοφροσύνης, τῆς ὑπομονῆς καί τῆς ἀγάπης καί γενικά γιά τήν ἀπόκτησι ὅλων τῶν ἀρετῶν, δέν ἀρκεῖ μόνον ἡ καλή μας θέλησις καί ἡ προσπάθειά μας, ἀλλά χρειάζεται ἀπαραίτητα ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ.  Γι' αὐτόν ἀκριβῶς τό λόγο, μαζί μέ τόν Ἅγιον Ἐφραίμ, τόν παρακαλοῦμε καθημερινά, λέγοντας :
       «Κύριε, Σύ πού εἶσαι ὁ Χορηγός καί Ἐξουσιαστής τῆς
       ζωῆς  μας, μή ἐπιτρέψῃς νά μᾶς κυριαρχήσῃ τό πονηρό
       πνεῦμα τῆς ἀργίας, τῆς περιεργείας, τῆς φιλαρχίας καί
       τῆς ἀργολογίας.

       Κύριε καί Δέσποτα, χάρισε στούς δούλους Σου, τό πανάγιο
       Πνεῦμα. Χάρισέ μας τά χαρίσματα τῆς σωφροσύνης, τῆς
       ταπεινοφροσύνης,  τῆς ὑπομονῆς καί κυρίως τῆς ἀγάπης.

       Ναί Κύριε καί Βασιλιᾶ μου, δῶσε μας  τό χάρισμα  νά          
       βλέπουμε τά δικά μας πταίσματα, τίς ἁμαρτίες μας, καί
       βοήθησέ μας, νά μή κατακρίνουμε τούς ἀδελφούς μας,
       διότι Σύ, Κύριε, εἶσαι ὁ μόνος, πού θέλεις καί μπορεῖς νά
       μᾶς βοηθήσῃς καί μόνο Σύ εἶσαι ὁ Εὐλογητός εἰς τούς
       αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν».
      


 
 
        
 
 
              


Δευτέρα 28 Μαρτίου 2016

Ο ΣΤΑΥΡΟΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

      

        Χριστιανῶν ἡ ἐλπίς  καί κραταιά σκέπη

                                «εἰστήκεισαν παρά τῷ Σταυρῷ τοῦ Ἰησοῦ...»

                         Ἄν ὅλοι μας, βαθειά μέσ' στήν ψυχή μας
                          ὑψώναμε τόν Τίμιον Σταυρόν,
                          Ἄν ὅλοι προσπαθούσαμε εὐλαβικά
                          νά συλλάβουμε τήν ἀνέκφραστη,
                          τή θεϊκή συγκατάβασι...



 
                         

                            Ἄν μέσα στήν καρδιά μας συντρίβαμε 
                            ὅλα τά εἴδωλα, τά δαιμονικά πάθη, πού,
                            ἀνεπαισθήτως, ἔχουμε στήσει,
                            ἀσφαλῶς, θά νοιώθαμε τό μεγαλεῖο
                            τῆς Ἀγάπης τοῦ πανοικτίρμονος Θεοῦ
                            καί θά γευώμαστε τά ἄφθονα νάματα
                            τῆς Σταυρικῆς Θυσίας τοῦ Ἰησοῦ.


                         Ψυχή μου, ἄν μποροῦσες νά νοιώσῃς...


                         Πῶς μπορῶ νά σ' ἀνεβάσω στίς πανύψηλες
                         κορυφές τοῦ Ὠραίου, τοῦ Μεγάλου καί τοῦ
                         Ἀληθινοῦ, ἄν ἐσύ δέν τό θελήσῃς ;
                         Πῶς μπορῶ νά σέ ἀνεβάσω στό ὕψος τῆς
                         Ἐσταυρωμένης Ἀγάπης, ὥστε μέσα σου
                          νά νοιώσῃς τό μεγαλεῖο τῆς ὑπέρτατης
                          Θυσίας, ἄν, μέ τή θέλησί σου, δέν πάρῃς
                          τήν ἀπόφασι, καρδιά καί νοῦ, νά καθαρίσῃς
                          ἀπό κάθε μολυσμό σαρκός καί πνεύματος;

                         πόμεινες, χωρίς φτερά, τό ξέρω. Κι' ἐσύ
                         κι'  ἐγώ καί τόσοι ἄλλοι, σάν κι' ἐμᾶς,
                         πολλοί, «δέσμιοι τῆς γῆς», δύσμοιροι θνητοί,
                         «εἰς ἰλύν βυθοῦ ἐμπεπηγμένοι»...Κολλήσαμε
                         στή γῆ καί δέν μποροῦμε νά σηκώσουμε
                         κεφάλι καί νά ἀτενίσουμε τόν αἰθέρα τοῦ
                         οὐρανοῦ. Δέν μποροῦμε  Θεοῦ πρόσωπο
                         νά δοῦμε...
                        Πετρῶσαν οἱ καρδιές... Χλωμιάζουν,
                        ὠχριοῦν, τἀνήμερα, τῆς ζούγκλας τά θηρία,
                        μπροστά στή δική μας ἀγριότητα. Ἀλλοίμονο!
                        Κουρελιάζουμε καί μέ κάθε τρόπο εὐτελίζουμε,
                        χωρίς ντροπή,τήν ἀνθρώπινη ἀξιοπρέπεια.
                        Ποδοπατοῦμε τίς ἀξίες τῆς ζωῆς,
                        τίς αἰώνιες Ἀρχές, τίς πανάγιες Ἐντολές τοῦ
                        Παντάνακτος Θεοῦ. Τό κάθε μας βῆμα εἶναι
                        ὕβρις πρός τόν Δοτῆρα παντός ἀγαθοῦ.
                        Καταστρατηγοῦμε τό Δίκαιο.
                        Συντρίβουμε τόν ἀδύνατο.
                       κμεταλλευόμαστε τόν πτωχό.
                       δηγοῦμε στή σφαγή ἀθῴους.
                                   Βυθίζουμε στήν ἀπόγνωσι
                       τούς συνανθρώπους μας.
                       Τρῶμε τίς σάρκες μας.
                       Κατασπαράσσουμε, ξεδιάντροπα,
                       τούς ἀδελφούς μας.
                       παδοί τοῦ ἀνθρωποκτόνου,
                       «οὐκ ἔστιν ἀλήθεια ἐν ἡμῖν» (πρβλ.Ἰω.η΄44).
                       Ψευτιά καί ὑποκρισία, ἀπάτες καί κλοπές,
                       ἐγκλήματ' ἀποτρόπαια, βιασμοί κάθε εἴδους,
                       Ὀδύνη καί Θάνατος κουρσεύουν τή ζωή μας.

                       Σπαραγμός κι' ὁλολυγμός καί θρῆνος πολύς. 
                       Πότε, ἀλήθεια, θά ξυπνήσῃ ἡ ἀλλοπρόσαλλη,
                       ἡ ἄπιστη καί διεστραμμένη γενιά μας ;...

                       Στό Γολγοθᾶ ὑψώθηκε ἕνας θεόρατος 
                       ΣΤΑΥΡΟΣ. Σταυρώθηκε ἡ Ἀγάπη.


                      «Τόσο πολύ ἀγάπησε ὁ Θεός τόν κόσμον, ὥστε
                       τόν Υἱόν αὐτοῦ  τόν μονογενη ἔδωκεν, ἵνα πᾶς
                       ὁ πιστεύων εἰς Αὐτόν μη ἀπόληται, ἀλλ' ἔχῃ
                       ζωήν αἰώνιον» (Ἰωάν.γ΄ 16).

                       Ἄν ὁ καθένας ἀπό μᾶς, μέ πίστι θερμή, κουρνιάσῃ
                       κάτω ἀπό τό Σταυρό τοῦ Ἰησοῦ, ὅπως τό ἄκακο
                       βρέφος, στήν ὁλόθερμη ἀγκαλιά τῆς μάνας του
                       κουρνιάζῃ, παρηγοριά γλυκειά κι' ἀνάπαυσι θά      
                       νοιώσῃ καί σίγουρα τή λύτρωσι θά βρῇ.


                       Χριστός μᾶς περιμένει νά γυρίσουμε κοντά Του.
                       ψώθηκε στό ξύλον τοῦ Σταυροῦ.
                       νοιξε τήν ἀγκαλιά Του, χωρίς διάκρισι, σέ ὅλους
                       τούς ἀνθρώπους.Μακροθυμεῖ καί  μέ ἄκρα ὑπομονή,
                       τοῦ καθενός μας περιμένει τήν ἐπιστροφή.
                       Κι' εἶναι Πιστός. Ὁ Μόνος, πού  ποτέ δέν μᾶς            
                       ἐγκαταλείπει. Μένει μαζί μας καί κρούει τή θύρα...
                       Γνωρίζει τό εὐόλισθον τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως
                       καί μακροθυμεῖ. Μακροθυμεῖ καί κρούει τήν θύρα...

 
                       Γιά μᾶς θυσιάσθηκε «ὁ Μόσχος ὁ σιτευτός»
                       καί προσφέρεται σέ ὅλους δωρεάν, εἰς ἄφεσιν
                       ἁμαρτιῶν καί ζωήν τήν αἰώνιον.
                       Οἱ διψῶντες πορεύεσθε ἐφ'  ὕδωρ καί λάβετε
                       ὕδωρ ζωῆς δωρεάν. Αὐτή εἶναι ἡ ἀλήθεια.
                       Ἡ Ἐσταυρωμένη Ἀγάπη μᾶς καλεῖ.



                      ταν μᾶς εὕρουν συμφορές, ὅταν ὅλοι καί
                        ὅλα μᾶς ἐγκαταλείψουν, ὅταν στραφοῦν οἱ
                        πάντες, χωρίς ντροπή, ἐναντίον μας, κι' αὐτοί
                        ἀκόμη, πού δέχτηκαν εὐεργετική τή δροσιά
                        τῆς ἀγάπης μας, κι' ὅταν ὅλοι οἱ δαίμονες
                        ἐπιπέσουν ἐναντίον μας, νά μᾶς  κατασπαράξουν,
                        ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ, τό ζωοποιόν Ξύλον,
                        τῶν Χριστιανῶν ἡ ἐλπίς, εἶναι σκέπη κραταιά.
                        Ὁ Χριστός εἶναι κοντά μας, Φρούριόν μας,  ὁ
                         γλυκύς καί πρᾷος Ἰησοῦς. Ὁ Τίμιος Σταυρός,
                         δέν εἶναι μόνον ἰσχυρότατον ὅπλον κατά τοῦ
                         Διαβόλου, ἀλλά καί αἰώνιον σημεῖον, Ξύλον
                         ζωῆς,  ἔκφρασις τῆς ἐνσαρκώσεως καί
                         σταυρώσεως τῆς Ἀγάπης. Εἶναι ἡ Πηγή, ἀπό
                         τήν ὁποία  κάθε πιστός ἀντλεῖ  δύναμι καί θάρρος
                         ἐνίσχυσι καί παρηγοριά, χαρά καί ἀγαλλίασι,
                         σιγουριά καί βεβαιότητα, γιά τήν τελική νίκη.


                       Κοντά στό Σταυρό τοῦ Ἰησοῦ ἄς σταθοῦμε
                       εὐλαβικά κι' ἄς λαμπαδιάζει στή σιωπή
                       λατρεύοντας Εκεῖνον ἡ ἀδύνατη καρδιά μας.
                       Ἄς  εἶναι τό βλέμμα Προσευχή,
                       τό δάκρυ Εὐγνωμοσύνη,
                       κι' ὁ στεναγμός, Εὐχαριστῶ,
                       εἰς τόν Ἐσταυρωμένον.
                        
                       «Ὁ  Σταυρός σου, Κύριε, ζωή καί Ἀνάστασις
                         ὑπάρχει τῷ λαῷ σου· καί ἐπ'  αὐτῷ πεποιθότες,
                         σέ  τόν  ἀναστάντα Θεόν ἡμῶν  ὑμνοῦμεν·
                         ἐλέησον ἡμᾶς» (Δαμασκηνοῦ, Τροπαριο πλ. Β΄ἤχου).