Τετάρτη 18 Αυγούστου 2021

«ΘΑΡΣΕΙΤΕ, ΕΓΩ ΕΙΜΙ·



ΜΗ ΦΟΒΕΙΣΘΕ
».

(Ματθ. ιδ΄27).

 

Ὁ γλυκύς, ὁ πρᾷος καί ταπεινός Ἰησοῦς, ἔρχεται κοντά μας καί μᾶς ἀγκαλιάζει μέ περισσή ἀγάπη καί τρυφερότητα καί μεταβάλλει καί τήν ἔρημο, σέ Θεραπευτήριο, σέ Ναό, σέ παράδεισο, μέ τήν ζωντανή Του Παρουσία. Μᾶς διδάσκει νά μεταβάλλουμε τήν ψυχή μας, τό σπιτικό μας, τό χῶρο τῆς ἐργασίας μας, καί τό κάθε μας βῆμα, σέ Ναό λατρείας τοῦ Θεοῦ. Στήν ἔρημο μᾶς διδάσκει πῶς λειτουργεῖ κάθε Ναός λατρείας τοῦ Ἑνός και Μόνου Ἀληθινοῦ Θεοῦ. Ὁ Χριστός, ὁ Μέγας Ἀρχιερεύς, ὁ Καλός ποιμήν, δέχεται μέ τρυφερότητα και ἀγάπη τά  πρόβατα κοντά του. Μᾶς ἀγκαλιάζει με στοργή καί πρῶτα θεραπεύει τούς ἀρρώστους. Ἀμέσως μετά στηρίζει, παρηγορεῖ, τρέφει πνευματικά καί ζωοποιεῖ,μέ τόν πανάγιο λόγο Του, τόν ἐμπερίστατο καί ταλαιπωρημένο Λαό τοῦ Θεοῦ καί τέλος εὐλογεῖ τούς πέντε ἄρτους και τούς δύο ἰχθύας καί τρέφει πεντακισχιλίους  ἀνδρας, χωρίς γυναικῶν καί παιδίων. Ἡ κλᾶσις τοῦ Ἄρτου, τό δίκαιο μοίρασμα τοῦ ψωμιοῦ τῆς Θείας Εὐχαριστίας μᾶς ὑπαγορεύει τήν Κοινωνική Δικαιοσύνη, τήν καλή, τή δίκαιη διαχείρισι τῶν ἀγαθῶν. Καί μᾶς διδάσκει πώς ἔτσι πρέπει να λειτουργῇ ὁ Ναός τοῦ Θεοῦ, ὡς Θεραπευτήριον και Ἐργαστήριον ἁγιασμοῦ τῶν πιστῶν.

Οἱ ἄνθρωποι λαχταροῦν τήν Κοιν. Δικαιοσύνην, γι’ Αὐτό καί κρέμονται ἀπό τά χείλη τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ. Ἀκούουν τόν γλυκύτερο καί ἀπό τό μέλι λόγο Του καί δέν Τόν ἀποχωρίζονται. Ἐνθουσιάζονται καί θέλουν νά τόν ἀνακηρύξουν βασιλέα. Ὁ Καρδιογνώστης ἀναγκάζει τούς Μαθητές Του νά μποῦν στό Πλοῖον καί νά περάσουν προτήτερα ἀπό αὐτόν εἰς τό ἀπέναντι μέρος τῆς λίμνης «Ἕως οὗ ἀπολύσῃ τούς ὄχλους».



Πῶς νά ἑρμηνεύση ὁ ἄνθρωπος τήν τρυφερή αὐτή σκηνή τῆς Ἀπολύσεως τοῦ ὄχλου; Θέλει νά δῆ τόν καθένα χωριστά, νά ἀκούσῃ τόν πόνο του, τά προβλήματά του, δώσῃ στόν καθένα τίς σωστικές ὁδηγίες του καί νά τόν εὐλογήσῃ. Θέλει να ἐξηγήσῃ χωριστά στόν καθένα ὅτι ἡ Βασιλεία Του δέν εἶναι κοσμική ἐξουσία, ἀλλά πνευματική. Δέν εἶναι βρῶσις καί πόσις, ἀλλά δικαιοσύνη καί εἰρήνη καί χαρά ἐν Πνεύματι ἁγίῳ»(Ρωμ. ιδ΄ 17). Και μᾶς ὑποδεικνύει πώς ἔτσι πρέπει να γίνεται καί ἡ ἀπόλυσις κάθε συνάξεως στήν Ἐκκλησία Του.

Ἀφοῦ ἀπέλυσε τούς ὄχλους «ἀνέβη εἰς το ὄρος κατ’ ἰδίαν προσεύξασθαι. Ὀψίας δε γενομένης μόνος ἦν ἐκεῖ»(Ματθ.ιδ΄23). Ὡς Τύπος και Ὑπογραμμός, μέ τήν ἄνοδόν Του στό Ὄρος κατ’ ἰδίαν προσεύξασθαι, μᾶς ὑποδεικνύει τήν ἀνάγκην τῆς ψυχῆς μας, τήν ἀνάγκην, πράγματι, τῆς ἀδιαλείπτου ἐπικοινωνίας καί συνομιλίας μέ τόν οὐράνιον Πατέρα μας, τόν Θεόν, τήν ἀνάγκην Εὐχαριστίας τοῦ Θεοῦ, γιά τίς ἄπειρες πρός ἡμᾶς, φανερές και ἀφανεῖς, Εὐεργεσίες Του. Ὁ Θεάνθρωπος ἀπολαμβάνει και ὡς τέλειος ἄνθρωπος τῆς μυστικῆς, πνευματικῆς σχέσεως κοινωνίας καί συνομιλίας μέ τόν Πατέρα καί Χρέος μας εἶναι «ἵνα ἐπακολουθήσωμεν τοῖς ἴχνεσιν Αὐτοῦ». Ἐβράδυασε καλά καί ὁ Κύριος ἦτο ἐκεῖ μόνος Του. Τό πλοῖον εἶχε προχωρήσει στο μέσον τῆς λίμνης βασανιζόμενον ὑπό τῶν κυμάτων. Ἦν γάρ ἐναντίος ὁ ἄνεμος. Κατά τό τελευταῖον τρίωρον τῆς νυκτός, φεύγει ἀπό τό ὄρος ὁ Κύριος καί ἔρχεται πρός τούς Μαθητάς Του ὁ Κύριος. Ὁ περιπατῶν ἐπί πτερύγων ἀνέμων· ὁ ποιῶν τούς ἀγγέλους αὐτοῦ πνεύματα και τούς λειτουργούς αὐτοῦ πῦρ φλέγον, ὁ Ἐξουσιαστής, ὁ Θεός ὁ Παντοκράτωρ, «ὁ δι’  οὗ τά πάντα ἐγένετο», τώρα περιπατεῖ καί πάνω στήν τρικυμισμένη θάλασσα, σάν νά ἦταν ξηρά.

Ὅταν οἱ Μαθητές Τόν εἶδαν νά περιπατῇ πάνω στή φουρτουνιασμένη θάλασσα, τρόμαξαν λέγοντες ὅτι εἶναι Φάντασμα καί ἀπό το φόβο τους  ἔκραζαν. Στις φοβισμένες τους κραυγές, ὁ γλυκύς καί πρᾷος Ἰησοῦς, τούς βεβαιώνει λέγων: «Θαρσεῖτε, ἐγώ εἰμι· μή φοβεῖσθε» (Ματθ. ιδ΄27).

Μπορεῖ κανείς νά ἑρμηνεύσῃ κατά βάθος και κατά πλάτος τή διαβεβαίωσι αὐτή τοῦ Κυρίου;

Ἐδῶ δέν χρειάζονται τά λόγια. Χρειάζεται νά ἀνοίξουμε τήν Καρδιά μας τό Χριστό, νά ἐγκολπωθοῦμε τό Εὐαγγέλιον, νά τό κάνουμε «πρᾶξι» στην καθημερινή μας ζωή καί νοιώσουμε ἀσφαλεῖς καί νά βροῦμε ἀνάπαυσι και γαλήνη στήν ψυχή μας κάτω ἀπό τή βεβαιωμένη Προστασία τοῦ Παντοκράτορος. ΕΓΩ ΕΙΜΑΙ ΕΔΩ ΚΟΝΤΑ ΣΑΣ. ΕΓΩ ΕΙΜΑΙ Ο ΚΥΡΙΟΣ ΚΑΙ ΘΕΟΣ ΣΑΣ. ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΑΛΛΟΙ ΘΕΟΙ ΕΚΤΟΣ ΑΠΟ ΜΕΝΑ. ΒΡΙΣΚΕΣΘΕ ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΜΟΥ. ΕΙΣΑΣΘΕ ΔΙΚΟΙ ΜΟΥ ΚΑΙ ΕΙΜΑΙ ΔΙΚΟΣ ΣΑΣ. ΕΧΕΤΕ ΘΑΡΡΟΣ. ΜΗ ΦΟΒΑΣΘΕ ΤΙΠΟΤΕ ΚΑΙ ΚΑΝΕΝΑΝ. ΕΓΩ ΕΙΜΑΙ ΕΔΩ ΓΙΑ ΣΑΣ. ΚΑΙ ΕΙΜΑΙ ΘΕΟΣ ΖΗΛΩΤΗΣ.

Τότε ὁ Πέτρος εἶπε: «Κύριε, ἐάν εἶσαι Σύ διάταξέ με νά ἔλθω κοντά Σου περιπατῶντας πάνω στά ὕδατα». Καί ὁ Κύριος τοῦ εἶπε: «ΕΛΘΕ».

Ἀμέσως ὁ Πέτρος κατέβηκε ἀπό τό πλοῖον καί ἄρχισε νά περιπατῇ πάνω στά νερά, γιά νά ἔλθῃ κοντά στόν Ἰησοῦν. Ὅσο ὁ Πέτρος βρίσκεται στό δρόμο τῆς Ὑπακοῆς, δηλαδή, ὅσο ἔχει στραμμένο τό βλέμμα του στόν Ἰησοῦν, με πίστι στην προσταγή Του, περιπατεῖ πάνω στά κύματα. Ὅταν ἀποστρέφει το βλέμμα του ἀπό τόν Κύριον καί στρέφει τή ματιά του στόν ἰσχυρόν ἄνεμον, κλονίζεται, φοβᾶται καί ἀρχίζει νά βυθίζεται. Και ἀρξάμενος καταποντίζεσθαι ἔκραξε λέγων· Κύριε σῶσον με.

Εὐθέως δέ ὁ Ἰησοῦς ἅπλωσε τό Χέρι Του καί τόν  ἔπιασε και τοῦ λέγει: Ὀλιγόπιστε, γιατί ἐδίστασες;

Ἡ Ὀλιγοπιστία τοῦ Πέτρου, κατ’ οἰκονομίαν Θεοῦ, μᾶς διδάσκει τή δύναμι τῆς Πίστεως καί πῶς μποροῦμε να περιπατοῦμε πάνω στήν τρικυμισμένη θάλασσα τῆς ζωῆς καί νά ξεπερνᾶμε ὅλες τίς δυσκολίες, ὅλα τά ἔμπόδια, μέ τή Χάρι τοῦ Θεοῦ. Ἀρκεῖ να πιστεύουμε καί νά λατρεύουμε, μέ τήν καρδιά μας τόν Κύριο καί νά ἔχουμε συνεχῶς στραμμένο τό βλέμμα τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος στό Χριστό, γιά νά περιπατοῦμε καί ἐπί τῆς θαλάσσης. Ὁ Παντοκράτωρ εἶναι ὁ δικός μας Θεός καί εἶναι παντοτεινά μαζί μας. Καί ἔστι ἡ Χείρ ὑψηλή, ἕτοιμη νά συντρίψῃ πάντα ἀμετανόητον ὑπερήφανον χλευαστήν και ἐπηρμένον. Ὅταν ὁ Κύριος εἶναι μαζί μας καί μεῖς ἔχουμε στραμμένο, τό βλέμμα μας, μέ πίστι σ’Αὐτόν, κανείς καί τίποτε δέν θα μπορέσῃ ποτέ νά μᾶς βλάψῃ. ΚΑΙ Ο ΚΥΡΙΟΣ ΕΙΝΑΙ ΜΑΖΙ ΜΑΣ.

ΔΟΞΑ, ΚΥΡΙΕ,  Τῌ ΔΥΝΑΜΕΙ ΣΟΥ ΚΑΙ Τῌ ΜΑΚΡΟΘΥΜΙᾼ ΣΟΥ! ΚΥΡΙΕ, ΔΟΞΑ ΣΟΙ!





Τρίτη 17 Αυγούστου 2021

ΑΣ ΕΙΝΑΙ Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΜΑΣ ΣΤΟ ΘΕΟ, ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑ,



ΥΜΝΟΣ, ΔΑΚΡΥ ΕΥΓΝΩΜΟΣΥΝΗΣ.

 Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, «χθές καί σήμερον ὁ Αὐτός», ἔρχεται κοντά μας, «πρᾷος κ ταπεινός τῇ καρδίᾳ», μᾶς πλησιάζει ἀθόρυβα, ταπεινά, και γίνεται, γιά χάρι μας, Τύπος καί Ὑπογραμμός Ἁγίας ζωῆς, γιά νά Τόν μιμηθοῦμε. Κάθε Του Βῆμα, κάθε Του λόγος εἶναι διδαχή. Μᾶς καλεῖ «νά ἀπεκδυθοῦμε, νά ἀποθέσουμε τόν παλαιόν ἄνθρωπον καί νά ἐνδυθοῦμε  τόν Καινόν ἄνθρωπον τόν κατά Θεόν κτισθέντα ἐν δικαιοσύνῃ καί ὁσιότητι τῆς ἀληθείας»(Ἐφεσ. δ΄ 22-24)

 Στην ἔρημο εὐσπλαγχνίζεται ὁ Κύριος τόν ὄχλον και πρῶτα «θεραπεύει τούς ἀρρώστους αὐτῶν». Ἀμέσως μετά φροντίζει καί τρέφει ψυχικά και πνευματικά τούς ἀνθρώπους και μᾶς διδάσκει ὅτι «Οὐκ ἐπ’ ἄρτῳ μόνον ζήσεται ἄνθρωπος, ἀλλ’ ἐπί παντί ῥήματι ἐκπορευομένῳ διά στόματος Θεοῦ» (Ματθ. δ΄4). Μᾶς βοηθεῖ νά καλλιεργήσουμε τό χάρισμα τῆς διακρίσεως καί νά ξεχωρίσουμε τό καθημερινό ψωμί, την τροφήν, δηλαδή, προς ἱκανοποίησιν τῆς ὁρμῆς τῆς Αὐτοσυντηρήσεως, ἀπό τήν τροφήν τῆς ψυχῆς, ἀπό τήν ἐπιμέλεια και τελείωσιν τῆς ἀθανάτου ψυχῆς μας. Και τονίζει  ὅτι Τροφή και τρυφή τῆς ψυχῆς, ἴαμα, θεραπεία εἶναι ὁ ζωοποιός Του λόγος, πού καί νεκρούς ἀνασταίνει. Μᾶς βοηθεῖ νά ξεχωρίσουμε το καθημερινό ψωμί, ἀπό τον οὐράνιον ἄρτον, «ἀπό τον ἄρτον τοῦ Θεοῦ, πού καταβαίνει ἀπό τον οὐρανόν καί δίδει ζωήν στόν κόσμον» (Ἰωάν. στ΄ 33).

Μᾶς ἀποκαλύπτει ὅτι Αὐτός εἶναι ὁ Ἀληθινός Μεσσίας, πού ἔρχεται κοντά μας, νά μᾶς ἀνασύρῃ ἀπό την «ἰλύν βυθοῦ»  και να μᾶς ὁδηγήσῃ «ἐπί ζωῆς πηγάς ὑδάτων». Μᾶς φανερώνει ὅτι Αὐτός εἶναι ἡ Ὁδός καί ἡ Ἀλήθεια καί ἡ Ζωή καί ὅτι κανείς δεν μπορεῖ νά ἔλθῃ πρός τόν Πατέρα, παρά μονάχα δι’ Αὐτοῦ, μέ τή δική Του βοήθεια. Καί ἐδῶ στήν ἔρημο, μᾶς δίνει ἕνα διάγραμμα πνευματικῆς ζωῆς.

Θεραπεύει τούς ἀρρώστους, τρέφει πνευματικά τούς ἀνθρώπους και συγχρόνως φροντίζει νά τούς θρέψῃ και σωματικά. Δέν τούς ἀφήνει νά φύγουν πεινασμένοι ἀπό κοντά Του. Δίδει εἰς τούς Μαθητάς Του και σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους τόν Κανόνα τῆς Κοινωνικῆς Δικαιοσύνης καί τήν ἀδιαμφισβήτητη λύσι τοῦ Κοινωνικοῦ Προβλήματος τῆς Διατροφῆς και λέγει: «ΔΟΤΕ ΑΥΤΟΙΣ ΥΜΕΙΣ ΦΑΓΕΙΝ» (πρβλ. Ματθ. ιδ΄13-21).

Ὅλα τά ἀγαθά τῆς γῆς εἶναι τοῦ Θεοῦ καί εἶναι ἄφθονα. Ἐμεῖς εἴμαστε Οἰκονόμοι, Διαχειριστές τῶν ἀγαθῶν καί ὀφείλουμε νά εἴμαστε καλοί Διαχειριστές. Θά κριθοῦμε γιά τήν καλή ἤ κακή διαχείρισι. Ὁ Θεός εὐλογεῖ τήν καλή διαχείρισι, τό δίκαιο  μοίρασμα τῶν ἀγαθῶν καί τά πολλαπλασιάζει. Τρανό παράδειγμα ὁ Χριστός στήν ἔρημο «ἀναβλέψας εἰς τόν οὐρανόν, εὐλογησε τούς πέντε  ἄρτους  και τούς δύο ἰχθύας καί ἔκοψε τά ψωμιά και τά ἔδωκε εἰς τούς Μαθητάς και οἱ Μαθητές στα πλήθη τοῦ λαοῦ. Ἔφαγαν ὅλοι καί χόρτασαν και περίσσευσαν δώδεκα κοφίνια γεμᾶτα. Ἐκεῖνοι δέ πού ἔφαγαν ἦσαν περίπου πέντε χιλιάδες ἄνδρες, χωρίς νά συνυπολογίζωνται στόν ἀριθμόν αὐτόν γυναῖκες καί παιδιά. Αὐτά εἶναι τά κατορθώμτα τῆς Πίστεως στό Χριστό. Τά «γεννήματα ἐχιδνῶν», οἱ ἐκμεταλευτές τοῦ Λαοῦ εἶδαν τό Θαύμα, καί συσκέπτονται πῶς καί πότε θά Τόν βγάλουν ἀπό τη μέση. Αὐτό γίνεται σέ κάθε ἐποχή. Οἱ Γραμματεῖς καί οἱ Φαρισαῖοι, οἱ Ὑποκριτές, βασανίζουν τό Λαό τοῦ Θεοῦ, εἶναι κακοί Διαχειριστές, «ὧν τό τέλος αὐτῶν ἡ ἀπώλεια».

Ἡ Ὁδηγία εἶναι: Μέ προσευχή   καί μέ τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ να μοιράζουμε τά ἀγαθά τῆς γῆς,  μέ τούς συνανθρώπους μας, μέ τούς ἀδελφούς μας καί νἆναι ἡ ζωή μας Προσευχή  δοξολογίας στό Θεό, τόν δοτῆρα τῶν ἀγαθῶν.

Νἆναι ἡ ζωή μας Ὕμνος Εὐχαριστίας  στό Λυτρωτή, δάκρυ Εὐγνωμοσύνης!





 

 

Δευτέρα 16 Αυγούστου 2021

Η ΜΕΤΑΣΤΑΣΙΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΙΚΟΥ

 


             Ἐξίσταντο Ἀγγέλων αἱ Δυνάμεις...

Δέν ἦταν δυνατόν ὁ Τάφος καί ἡ νέκρωσις νά κρατήσουν τήν Μητέρα τῆς Ζωῆς, τήν Μητέρα τοῦ Φωτός, τήν Μητέρα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὡς γάρ ζωῆς Μητέρα, πρός τήν ζωήν μετέστησεν ὁ Υἱός της καί Θεός καί ἕστησε στά δεξιά Του τό θρόνο της στά οὐράνια. Θαυμάζουν καί ἐξίστανται οἱ οὐράνιες Δυνάμεις νά κρατάει στά Χέρια του καί νά ἀναφέρῃ στά οὐράνια τήν Θεοτόκον καί νά τήν προσφωνῇ υἱοπρεπῶς λέγων: «Δεῦρο σεμνή, τῷ Υἱῷ καί Θεῷ συνδοξάσθητι».

Οὕτω παρέστη ἡ Βασίλισσα ἐκ δεξιῶν τοῦ Σωτῆρος περιβεβλημένη πεποικιλμένη τάς ἀρετάς της, περιβεβλημένην τόν Ἥλιον καί δέεται καί πρεσβεύει ἀδιαλείπτως,γιά ὅλους μας. Ἀκοίμητος ἐν πρεσβείαις εἶναι ἡ Θεοτόκος καί σταθερά μᾶς σκεπάζει μέ τή Χάρι της. Εἷναι ἡ στοργική Μητέρα ὅλων τῶν πιστῶν. Μᾶς παρακολουθεῖ καί μᾶς παραστέκει στό κάθε  μας βῆμα. Μᾶς διασώζει ἀπό κάθε κίνδυνον καί νοιώθουμε ἀσφαλεῖς κάτω ἀπό τήν Μητρική, στοργική Παρουσία της. Γι' αὐτό καί «πάντες μετά Θεόν εἰς τήν Μεγαλόχαρη καταφεύγουμε. Κανείς, πού πρσέρχεται καί μέ Πίστι ζητεῖ τή βοήθειά της, δέν φεύγει ντροπιασμένος ἀπό κοντά της, «ἀλλ' αἰτεῖται τήν χάριν καί λαμβάνει τό δώρημα πρός τό συμφέρον τῆς αἰτήσεως». Εἶναι ἡ Μεγάλη Μητέρα καί προστάτις, καταφυγή καί στερέωμα πάντων τῶν Χριστιανῶν. Χαίροις, Παμμακάριστε Θεοτόκε, ἁγνή, ἀειπάρθενε». «Χαῖρε Κεχαριτωμένη Παρθένε, Μήτηρ ἀνύμφευτε, ὁ Κύριος μετά Σοῦ. Μεθ' ὧν, ὡς Υἱόν Σου καί Θεόν ἡμῶν ἱκέτευε σωθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν».

«Δέσποινα, πρόσδεξαι τάς δεήσεις τῶν δούλων Σου καί λύτρωσαι ἡμᾶς ἀπό πάσης ἀνάγκης καί θλίψεως»! Μετά ἀπό τόν Κύριο, μονάχα Ἐσένα ἔχουμε προστάτιν καί βοηθόν στίς δύσκολες ὧρες καί σέ Σένα καταφεύγουμε. Προστατεψέ  μας, Πανύμνητε Θεοτόκε. Γενοῦ σκέπη καί βοήθεια καί σέ μᾶς καί  στήν Ἑλλάδα μας. Καί ὅπως πάντοτε, λύτρωσέ ἡμας, Μεγαλόχαρη, ἀπό πάσης θλίψεως, ὀργῆς, κινδύνου καί ἀνάγκης καί διῶξε ἀπό κοντά μας πάντα ἐχθρόν καί πολέμιον, ὥστε ἐλεύθεροι νά Σέ δοξάζουμε τήν Κεχαριτωμένην. Μήτερ τοῦ Θεοῦ φύλαξον ἡμᾶς ὑπό τήν σκέπην Σου!



                  ΦΥΛΑΞΟΝ ΗΜΑΣ ΥΠΟ ΤΗΝ ΣΚΕΠΗΝ ΣΟΥ!


Τετάρτη 11 Αυγούστου 2021

Ο ΜΑΚΑΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ



«ΜΑΚΑΡΙΑ Η ΚΟΙΛΙΑ Η ΒΑΣΤΑΣΑΣΑ ΣΕ

  ΚΑΙ ΜΑΣΤΟΙ ΟΥΣ ΕΘΗΛΑΣΑΣ» (Λουκ. ια΄27).

  «ΑΥΤΟΣ ΔΕ ΕΙΠΕ· ΜΕΝΟΥΝΓΕ, ΜΑΚΑΡΙΟΙ

  ΟΙ ΑΚΟΥΟΝΤΕΣ ΤΟΝ ΛΟΓΟΝ ΤΟΥ ΘΕΟΥ 

ΚΑΙ ΦΥΛΑΣΣΟΝΤΕΣ ΑΥΤΟΝ» (Λουκ. ια΄ 28).

 

  Υἱός και Λόγος τοῦ Θεοῦ, τέλειος Θεός, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, «ὁ δι’ οὗ τά πάντα ἐγένετο»  γίνεται καί τέλειος ἄνθρωπος, ἐξ ἀπείρου ἀγάπης, «ἵνα τήν ἑαυτοῦ ἀναπλάσῃ εἰκόνα, φθαρεῖσαν τοῖς πάθεσιν». Γεννᾶται ἐκ Παρθένου καί ἐκ Πνεύματος Ἁγίου. Και αὐτό τό τῆς εὐσεβείας Μυστήριον, ὁμολογουμένως εἶναι μέγα Μυστήριον.


«Ὁ Λόγος σάρξ ἐγένετο». «Ὁ Θεός ἐφανερώθη ἐν σαρκί». Εἶναι ἕνα γεγονός «ὑπέρ λόγον και ἔννοιαν», ὑπέρλογο, δέν τό χωράει ὁ νοῦς μας. Και ἀπορῶ. Πῶς ὑπάρχουν τόσο βαρειά ἄρρωστοι συνάνθρωποί μας, πού δέν θέλουν νά καταλάβουν ὅτι εἶναι ἀνεξερεύνητες οἱ Βουλές τοῦ Θεοῦ;  Δέν καταλαβαίνουν ὅτι  ἡ ἀνθρωπίνη νοητική ἱκανότητα δέν εἶναι δυνατόν νά ἐννοήσῃ «τά ὑπέρ λόγον και ἔννοιαν», δέν μπορεῖ νά ἐξιχνιάσῃ τά Μυστήρια τοῦ Θεοῦ; Ὁ ἱερός Γρηγόριος ὁ Θεολόγος(Α΄ θεολ.) λέγει: «Μυστήρια Θεοῦ ἐρευνῶντες, παραπληκτήσωμεν». Θά τρελλαθοῦμε. Καί πράγματι εἶναι τρελλοί ὅσοι ἀρνοῦνται τά Μυστήρια τοῦ Θεοῦ, ἐπειδή δέν τά καταλαβαίνουν. Τό  ὄντως μέγα Μυστήριον τῆς  Οἰκονομίας τοῦ Θεοῦ, ἡ ἐνανθρώπησις τοῦ Υἱοῦ Του, ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καί Μαρίας τῆς Παρθένου, προσεγγίζεται μόνον μέ τόν Πυρῆνα τῆς ψυχῆς, μέ τήν ὀρθόδοξον Πίστιν. Μόνον ψυχές ἁγνές, πιστές και καθαρές προσεγγίζουν το μέγα Μυστήριον. Ἔρχεται κοντά μας ὁ Χριστός και μιλάει στην καρδιά μας. Ἔρχεται νά μᾶς ἀνασύρῃ ἀπό «τήν ἰλύν βυθοῦ» εἰς τήν ὁποίαν ἔχουμε ἐμπαγῆ καί νά μᾶς ὁδηγήσῃ εἰς τόπον ἀναψυχῆς, «ἐπί ζωῆς πηγάς υδάτων». Δημιουργεῖ τά πάντα «καινά». Καί οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι δέν Τόν δέχονται. Ὁ Χριστός εἶναι τό Φῶς τό Ἀληθινόν, πού φωτίζει κάθε ἄνθρωπον, πού ἔρχεται στον κόσμο. Εἶναι ἡ Ἀλήθεια. Εἶναι ἡ ἐνσαρκωμένη Ἀγάπη. Καυτηριάζει, μέ τόν   ζωοποιόν Του λόγον, τήν Ψευτιά καί τήν Ὑποκρισία. Ἔρχεται καί καθαρίζει τή λάσπη ἀπ’ την ψυχή μας. Πολλοί φοβοῦνται ὅτι θά χάσουν τή Βόλεψί τους καί τή Θεσούλα τους. Οἱ Ἀρχιερεῖς, οἱ Γραμματεῖς και οἱ Φαρισαῖοι, οἱ ὑποκριτές, «τά γεννήματα ἐχιδνῶν», καθημερινά χύνουν τό δηλητήριο τους, πολεμοῦν τον Ἀληθινόν Μεσσίαν, καί περιμένουν τόν Ψευτομεσσία, ἕνα κοσμικό Ἄρχοντα, τόν Παγκόσμιον Κυβερνήτην καί δέν θέλουν να ἀκούσουν τόν Ἐρχόμενον ἐν ὀνόματι Κυρίου, τόν Παντοκράτορα. Κωφεύουν στό λόγο Του, πού εἶναι ἡ Ἀλήθεια. Μισοῦν τό Φῶς καί δέν ἔρχονται προς το Φῶς, γιατί εἶναι φαῦλα, πονηρά τά ἔργα Τους. Μόνον οἱ ἁγνές καί καθαρές ψυχές, ὁ ἁπλός Λαός τοῦ Θεοῦ ἀκούει καί εὐφραίνεται ἀπό τό λόγο Του. Κηρύσσει τό Εὐαγγέλιον τῆς Βασιλείας και θεραπεύει πᾶσαν νόσον καί πᾶσαν μαλακίαν ἐν τῷ λαῷ. «Ἐκπλήσονται οἱ ὄχλοι ἐπί τῇ διδαχῇ αὐτοῦ· ἦν γάρ διδάσκων αὐτούς ὡς ἐξουσίαν ἔχων, και οὐχ ὡς οἱ Γραμματεῖς» (Ματθ. ζ΄ 28-29)


Ἀπεχθάνεται τήν ἀνομίαν, τήν ἁμαρτία, τήν ψευτιά, τήν ὑποκρισία. Βλελύσσεται τό ψεῦδος και πᾶν φαῦλον πρᾶγμα. Ζητεῖ καθαρότητα καρδίας.

Τόν λατρεύουν οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ. Τόν μισοῦν καί τόν πολεμοῦν  οἱ Γραμματεῖς καί οἱ Φαρισαῖοι οἱ υποκριτές ὅλων τῶν ἐποχῶν. Δέν θέλουν νά ἀκούσουν τον λόγον Του. Καί στέλνουν ὑπηρέτες νά Τόν συλλάβουν. Ὅταν ὅμως ἄκουσαν τό λόγο Του ἔμειναν ἄφωνοι καί, χωρίς νά Τόν ἐνοχλήσουν, ἐπέστρεψαν οἱ ὑπηρέτες πρός τούς Ἀρχιερεῖς καί τούς  Φαρισαίους, οἱ ὁποῖοι τούς εἶπαν: «Γιατί δέν τόν ἐφέρατε;» Καί τότε ἀποκρίθηκαν οἱ ὐπηρέτες: «ΟΥΔΕΠΟΤΕ ΕΛΑΛΗΣΕΝ ΑΝΘΡΩΠΟΣ, ΩΣ ΟΥΤΟΣ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ» (Ἰωάν.ζ΄44-47). Πραγματικά ρέει ὁ λόγος ἀπό το πανάγιον στόμα Του, γλυκύτερος καί ἀπό το μέλι. «Τοῦ και ἀπό γλώττης μέλιτος γλυκίων ῥέεν  αὐδή» (Ὁμ. Ἰλιάς 1.245).

Μόνον οἱ ἁγνές ψυχές ἀκοῦνε καί τρέφονται μέ τόν πανάγιον λόγο Του, πού εἶναι τροφή και τρυφή τῆς ψυχῆς ἴαμα,θεραπεία. Θαυμάζουν, ἐκπλήσσονται οἱ ἀπλοϊκοί καί ἁγνοί ἄνθρωποι καί κρέμονται ἀπό τά χείλη Του. Ὁ ζωοποιός του λόγος, καί νεκρούς ἀνασταίνει. Πάντοτε προκαλεῖ τόν θαυμασμόν τῶν ἁγνῶν ψυχῶν. Κάποτε, ἐνῷ ὁμιλοῦσε, κάποια γυναῖκα  ἀπό το πλῆθος  ἐνθουσιάστηκε τόσο πολύ ἀπό τη διδασκαλία Του, ἔβγαλε μεγάλη φωνή και εἶπε: «Μακαρία ἡ κοιλία ἡ βαστάσασά σε και μαστοί οὕς ἐθήλασας» (Λουκ. ια΄27). Μακαρία, πανευτυχής  δηλαδή εἶναι ἡ Μητέρα, πού σέ γέννησε καί σέ ἔθρεψε. Καί τότε ὁ Κύριος ἐβεβαίωσε, ὡς Θεός, τόν Μακαρισμόν τῆς παναγίας Μητέρας Του καί εἶπε:  «Μενοῦνγε μακάριοι οἱ ἀκούοντες τόν  λόγον τοῦ Θεοῦ καί φυλάσσοντες αὐτόν»(Λουκ. ια΄ 28). Δηλαδή: Βεβαιότατα, ἀληθῶς μακαρία εἶναι ἡ Μητέρα μου. Διότι μακάριοι εἶναι, πανευτυχεῖς εἶναι ἐκεῖνοι, πού ἀκούουν τόν λόγον τοῦ Θεοῦ καί φυλάσσουν αὐτόν.

Συνεπῶς εἶναι μακαρία ἡ Μητέρα, πού μέ γέννησε καί μέ ἀνέθρεψε, διότι, ὄχι μόνον ἀνετράφη μέ τη μελέτη τοῦ λόγου  τοῦ Θεοῦ, ἀλλά καί ἐφύλαττε πάντοτε τό λόγο τοῦ Θεοῦ, ὅσο κανείς ἄλλος ἄνθρωπος στόν κόσμο και χάρις στην τήρησι τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, εὑρέθη στά μάτια τοῦ Θεοῦ «ἡ μόνη ἐν γυναιξί εὐλογημένη καί καλή», καί ἀξία να δεχθῆ στήν παναγίαν της ψυχή τό Πνεῦμα τό Ἅγιον και ἀξιώθηκε τῆς μεγάλης  τιμῆς, νά γίνῃ συνεργάτης τοῦ Θεοῦ στην πραγματοποίησις τοῦ Μυστηρίου τῆς Οἰκονομίας Αὐτοῦ, γιά τή λύτρωσι τοῦ Γένους τῶν ἀνθρώπων. Ἐπειδή μελετοῦσε και τηροῦσε τάς Ἐντολάς τοῦ Θεοῦ, ἠξιώθη τῆς τιμῆς  γίνῃ Θεοτόκος και Μητέρα τοῦ φωτός. Ἡ διαβεβαίωσις τοῦ Κυρίου ὅτι ἀλήθεια εἶναι μακαρία, «ἡ Μεγαλόχαρη», εἶναι τό τελειότερο ἐγκώμιον πρός τήν Θεοτόκον. Ἐμεῖς εἴμαστε ἀνάξιοι να πλέξωμεν ἐπάξιον ἐγκώμιον πρός τήν ὑπέργανον Μητέρα τοῦ Θεοῦ ἠμῶν. Την ἐγκωμιάζει ὁ Υἱός της καί τήν παραλαμβάνει μαζί Του καί τήν ἐνθρονίζει στά δεξιά Του. Καί ἐκεῖ, ἡ Μεγαλόχαρη, στα δεξιά τοῦ Σωτῆρος, περιβεβλημένη και πεποικιλμένη τάς ἀρετάς της, στέκεται ἄγρυπνη, ἀκοίμητη, ὡς στοργική Μητέρα ὅλων μας, καί δέεται καί πρεσβεύει γιά ὅλους  ἐμᾶς τούς ἐλεεινούς και μᾶς προστατεύει και μᾶς σκεπάζει μέ τή Χάρι της. Πράγματι, ὅπως ψάλλῃ ὀ ὑμνωδός τῆς Ἐκκλησίας μας, ὁ τάφος καί ἡ νέκρωσις δέν μπόρεσαν νά κρατήσουν τή Μητέρα τῆς Ζωῆς, τή Μητέρα τοῦ Κυρίου,  ἀλλ’ ὡς Ζωῆς Μητέρα πρός τήν ζωήν μετέστησεν ὁ Υἱός της, πού εἶναι ἡ Πηγής τῆς Ζωῆς, καί ἕστησε τόν Θρόνον της εἰς τά δεξιά Του.



«Τήν ἐν πρεσβείαις ἀκοίμητον Θεοτόκον καί προστασίαις ἀμετάθετον ἐλπίδα, τάφος και νέκρωσις οὐκ ἐκράτησεν· ὡς γάρ ζωῆς Μητέρα πρός τήν ζωήν μετέστησεν ὁ μήτραν οἰκήσας ἀειπάρθενον»( Κοντάκιον ἑορτῆς).

Θά πρέπει νά ὁμολογήσουμε ὅτι ὅλοι οἱ πιστοί νοιώθουμε τήν ζωντανή παρουσία τῆς Μεγάλης Μητέρας, στή ζωή μας. Μᾶς παραστέκει στό κάθε μας βῆμα και μᾶς προτρέπει να ἀκοῦμε τό λόγο τοῦ Κυρίου. Νά κάνουμε ὑπακοή στό Χριστό. Ὁ Οὐράνιος Πατέρας παρουσιάζοντας τον Υἱό Του μᾶς συνιστᾶ Ὑπακοή(«Αὐτοῦ ἀκούετε»). Το ἴδιο μᾶς συνιστᾶ και ἡ Μεγάλη Μητέρα μας καί μᾶς λέγει:

«Ὅ,τι ἄν λέγῃ ὑμῖν (ὁ Κύριος), ποιήσατε». Ἄν πραγματικά θέλουμε νά εὐχαριστήσουμε τή Μεγάλη Μητέρα, ὀφείλουμε νά ἀκοῦμε τή συμβουλή της καί νά μελετᾶμε μερα-νυχτα τόν λόγο τοῦ Κυρίου καί νά τόν κάνουμε «πρᾶξι» στήν  καθημερινή μας ζωή. Τά πολλά λόγια περιττεύουν.

Ἡ ὑπακοή μας στό Χριστό θἆναι καί τό καλλίτερο ἐγκώμιον πρός τήν Θεοτόκον. Ὑπάρχουν πολλοί ἀδύνατοι συνάνθρωποί μας πού δέν καταλαβαίνουν τίποτε καί ἴσως τό δικό μας προσωπικό παράδειγμα βοηθήσει και αὐτούς τούς δυστυχεῖς, ἄμυαλους, ἀδύνατους στήν Πίστι, νά ἐνισχυθοῦν, νά διορθωθοῦν καί νά σωθοῦν. Αὐτή ἡ προσπάθειά μας, θά χαροποιήσῃ τή Μεγαλόχαρη καί θά εἶναι κοντά μας.

Παναγία Δέσποινα, Θεοτόκε, Παρθένε, μετά τόν Κύριον καί Θεόν μας, εἰς Σέ, Πάναγνε καταφεύγουμε. Καί ὁμολογῶ, Δέσποινά μου, ὅτι κανείς, ἀπό αὐτούς πού καταφεύγουν, με πίστι κοντά Σου και ζητοῦν τη βοήθειά Σου, δέν φεύγει ντροπιασμένος ἀπό κοντά Σου, ἀλλά ζητάει τή βοήθειά Σου και λαμβάνει πάντοτε τη δωρεά Σου, πρός τό συμφέρον τῆς αἰτήσεως. Ἄκουσε τίς κραυγές μας , Παναγιά μου, και βοήθησέ μας. Ὅπως πάντοτε, σκέπασε, με τη χάρι Σου, ὅσους ὑποφέρουμε και λύτρωσε καί τήν ταλαίπωρη Πατρίδα μας, ἀπό τούς σκοτεινούς καί δόλιους ἐχθρούς μας.

 Ἄν  ὁ Χριστός καί Σύ, Παναγιά μου, δέν εἴσασθε μαζί μας,

θά εἴχαμε καταποντισθῆ. Ἄν δεν εἴσασθε μαζί μας... ζωντανούς θά μᾶς εἶχαν καταβροχθίσῃ οἱ ἐχθροί μας. Πανάμωμε, ἁγνή, Παρθένε, Θεοτόκε, ἄκουσε τήν προσευχή μου καί τρέξε γρήγορα κοντά μας! Βοήθα, Παναγιά μου, ὅπως πάντοτε, ἄν καί δέν τό ἀξίζουμε. Βοήθησε μας νά μετανοήσουμε… ἔλεος σοῦ ζητῶ, Παναγιά μου! ΕΛΕΟΣ...

«Διάσωσον ἀπό κινδύνων τούς δούλους σου, Θεοτόκε, ὅτι πάντες μετά Θεόν εἰς Σέ καταφεύγομεν, ὡς ἄρρηκτον τεῖχος καί προστασίαν».



 

Πέμπτη 5 Αυγούστου 2021

«ΓΙΑΤΙ ΗΜΕΙΣ ΟΥΚ ΗΔΥΝΗΘΗΜΕΝ ΕΚΒΑΛΕΙΝ ΑΥΤΟ»(Ματθ. Ιζ΄19).


«ΔΙΑ ΤΗΝ ΑΠΙΣΤΙΑΝ  ΥΜΩΝ»(Ματθ.ιζ΄20). 

 

Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, λίγες μέρες πρίν ἀπό τη Σταυρική Του Θυσία παρέλαβε τούς τρεῖς πρωτοκορυφαίους Μαθητάς αὐτοῦ, τόν Πέτρον, τόν Ἰάκωβον καί  τόν Ἰωάννην, ἀνέβη εἰς τό ὄρος Θαβώρ καί μετεμορφώθη ἔμπροσθεν αὐτῶν.

Γιατί ὁ Κύριος πῆρε μαζί του μόνον αὐτούς τούς τρεῖς; Διότι μόνον αὐτοί  βρέθηκαν ἄξιοι καί  ἰκανοί νά δεχθοῦν την δόξαν τῆς Μεταμορφώσεως Αὐτοῦ, δόξαν ὡς μονογενοῦς παρά Πατρός, νά ἀτενίσουν τό ἀῒδιον Φῶς τοῦ Θεοῦ, νά φωτισθοῦν καί, μετάρσιοι γενόμενοι τῷ πνεύματι, νά ἐννοησουν ὅτι ὁ Κύριος «ἑκουσίως» καταδέχεται Σταυρόν, καί  ὅτι Αὐτός, ὁ Διδάσκαλός τους, ὁ ἐνανθρωπήσας Υἱός και Λόγος τοῦ Θεοῦ, τέλειος Θεός, εἶναι ὁ Ἁληθινός Μεσσίας, ἡ προσδοκία τῶν Ἐθνῶν, πού ἔγινε καί τέλειος ἄνθρωπος δι’ ἡμᾶς, καί ὅτι Αὐτός καί μόνον Αὐτός ὑπάρχει τοῦ Πατρός τό ἀπάυγασμα,  νά διακηρύξουν δέ σέ ὅλον τόν κόσμον καί νά ὑμνήσουν Τριάδα ὁμοούσιον εἰς τούς αἰῶνας. Ὡς δεκτικούς τῆς Χάριτος τούς ἀνέβασε μαζί Του στο Θαβώριον ὄρος «δηλῶν ὅτι οἱ τό ὕψει τῶν ἀρετῶν διαπρέψαντες καί τῆς ἐνθέου δόξης ἀξιωθήσονται».

Πράγματι οἱ τρεῖς  εἶχαν διαπρέψει εἰς τάς ἀρετάς, εἶχαν πιό θερμή Πίστι στό Διδάσκαλό τους καί ἁγνή ἀγάπη καί καθαρότητα καρδίας. Γι’ αὐτόν ἀκριβῶς το λόγο καί ἀξιώθηκαν τῆς Θείας Μεταμορφώσεως,  νά δοῦν, με τά μάτια τους τή φανέρωσι τῆς ἁγίας Τριάδος και ἄκουσαν, με τά αὐτιά τους τον Οὐράνιον Πατέρα νά παρουσιάζῃ τόν  Υἱόν  Του καί να ζητεῖ ἀπόλυτη ὑπακοήν  Σ’Αὐτόν, τόν  Διδάσκαλόν τους, καί ὅτι ὡς Θεός, «ζώντων καί νεκρῶν κυριεύει», ὥστε ὅταν Τόν δοῦν Σταυρούμενον, νά μή δειλιάσουν, ἀλλά νά διακηρύξουν ὅτι Αὐτός εἶναι ἀληθῶς τοῦ Πατρός τό ἀπαύγασμα.

Οἱ ἄλλοι Μαθηταί, κατά λόγον δικαιοσύνης, ἔμειναν εἰς τούς πρόποδας τοῦ ὄρους , ὡς ἀνίκανοι νά δεχθοῦν τήν Δόξαν Του, διά τήν ἀπιστίαν αὐτῶν. Ἀπόδειξις τούτου εἶναι καί τό γεγονός ὅτι δεν μπόρεσαν νά θεραπεύουν τόν σεληνιαζόμενον νέον. Ὅταν, μετά τήν Μεταμόρφωσιν, ἐπέστρεψε κοντά τους ὁ Ἰησοῦς ἐθεράπευσε ἀμέσως τόν δυστυχισμένον νέον. Τότε οἱ Μαθητές ἐπλησίασαν  ἰδιαιτέρως τον Ἰησοῦν και τοῦ εἶπον: «Διατί ἡμεῖς οὐκ ἠδυνήμεν ἐκβαλεῖν αὐτό;» και ὁ Ἰησοῦς τούς εἶπε ξεκάθαρα τὸ λόγο: Δέν μπορέσατε νά διώξετε αὐτό τό δαιμόνιο, δέν μπορέσατε νά θεραπεύσετε αὐτόν τόν δυστυχῆ, διότι δέν ἔχετε Πίστιν:

« Οὐκ ἠδυνήτε, διά την ἀπιστίαν ὑμῶν. Ἀμήν γάρ λέγω ὑμῖν, ἐάν ἔχητε πίστιν ὡς κόκκον σινάπεως, ἐρεῖτε τῷ ὄρει τούτῳ, μετάβηθι ἐντεῦθεν ἐκεῖ, και μεταβήσεται,  καί οὐδέν ἀδυνατήσει ὑμῖν»(Ματθ.ιζ΄20).

Τό Παράδοξον εἶναι ὅτι, ἐνῷ ὁ Κύριος μᾶς βεβαιώνει ὅτι μποροῦμε διά τῆς Θερμῆς Πίστεως τῆς δι’ἀγάπης ἐνεργουμένης, μποροῦμε να μετακινούμε βουνά, να θεραπεύουμε πᾶσαν νόσον και πᾶσαν μαλακίαν ἐν τῷ λαῷ, ἐνῷ προγνωρίζουμε τή δύναμι τῆς Πίστεως, ἐμμένουμε, με λυσσώδη μανίαν στήν ἀπιστίαν ἡμῶν και ὄχι μόνον, ἀλλά καί ἐπιτρέπουμε «σέ μιά χοῦφτα λαμόγια», πού εἶναι σίγουρα «πιόνια» τοῦ Μασωνισμοῦ καί τῶν σκοτεινῶν Δυνάμεων καί ἐδῶ στην καρδιά τῆς Ὀρθοδοξίας, νά μᾶς κάνουν πλῦσι ἐγκεφάλου καί, μέ ἰδιωτείας ἔπη, νά προσπαθοῦν να ξεριζώσουν μέσα ἀπό την ψυχή μας και ἀπό τίς ψυχές τῶν παιδιῶν μας την Πίστι στό Χριστό, σέ συνεργασία μάλιστα, μέ «παρεισάκτους» Ψευδαδέλφους, πεπτωκότας ἀστέρας (Ματθ.24,29.Ἀποκ.6,13.12,4κ.ἄ.), καταργοῦν τή διδασκαλία τοῦ Ευαγγελίου τῆς Ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ στα Σχολεῖα μας, προπαγανδίζουν τή ἀθεῒα καί  διδάσκουν στά παιδιά μας, τίς ἔμφυλες Ταυτότητες, το Κοράνιο τοῦ Μίσους, τή Βεδάντα καί τίς Οὐπανισάδς. Ποῦ μᾶς ὡδήγησαν αὐτοῦ τοῦ εἴδους οἱ πρακτικές; Δεν μᾶς τρομάζει ἡ αὔξησις τῆς ἐγκληματικότητος σέ Παγκόσμια Κλίμακα; Μέχρι πότε θα ἐπιτρέπουμε σέ μια χοῦφτα ἀνεγκέφαλους Γραικύλους, στα «πιόνια» αὐτά ξένων Δυνάμεων νά προσπαθοῦν νά μᾶς πολτοποιήσουν; Ἕως πότε θά τούς ἐπιτρέπουμε νά διαστρεβλώνουν τήν ἔνδοξη καί αἱματωβαμένη Ἱστορία μας; Μήπως εἶναι καιρός νά ξυπνήσουμε καί νά φυλάξουμε ὡς κόρην ὀφθαλμοῦ «τά ὅσια και τί ἱερά μας», νά διαφυλάξουμε ζωντανή τή Θρησκευτική καί τήν Ἐθνική μας Ταυτότητα. Ἐμπρός, λοιπόν, ἀδελφοί, ἔφθασε ὁ καιρός, νά δώσουμε σέ ὅλους αὐτούς, νά καταλάβουν καλά ὅτι ἐμεῖς «Ἕλληνες, Ὀρθόδοξοι, Χριστιανοί γεννηθήκαμε καί Ἕλληνες ὀρθοδοξοι Χριστιανοί θα πεθάνουμε».

Πιστεύουμε στό Χριστό καί κανείς δέν θά μπορέσῃ ποτέ νά μᾶς βλάψῃ. Εἴμαστε στά Χέρια τοῦ Θεοῦ και δεν φοβούμαστε τίποτε και Κανέναν, ὅτι μεθ’ ἡμῶν ὁ Θεός.

Τί προσπαθοῦν, οἱ γελοιοδέστατοι Παραβάτες, νά ἐπιτύχουν; Κατασκευάζουν στά Ἐργαστήρια τοῦ Διαβόλου καί ἐξαπολύουν στόν κόσμο θανατηφόρους κορωναϊούς καί σπέρνουν τό ΦΟΒΟ στις καρδιές τῶν ἀνθρώπων κάνοντας πλῦσι ἐγκεφάλου στό Λαό τοῦ Θεοῦ. Τί προσπαθοῦν οἱ γελοιοδέστατοι; Να μᾶς φοβήσουν, με τά ἀνόητα, γελοιοδέστατα, ἀθεϊστικά, καμώματά τους; Νομίζουν, οἱ ἀνόητοι πώς «Τάχατες μᾶς ἐκμηδένισαν». Εἶναι καιρός νά καταλάβουν καλά, ὅλοι οἱ Προδότες, ἐπί τέλους ὅτι ὅλες αὐτές οἱ ἠλιθιότητες, καί οἱ ἀπειλές, ὅλα αὐτά τά τῆς ἰδιωτείας ἔπη,  «ΤΕΤΟΙΕΣ ΞΥΠΝΑΔΕΣ ΟΜΩΣ ΠΕΡΑΣΙ ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ Σ’ ΕΜΑΣ ΤΟΥΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΥΣ», λέει, ὁ Ἐθνικός μας ποιητής Κ. Καβάφης.



Εἶναι καιρός νά μάθουν ὅλοι οἱ ἀνεγκέφαλοι, ἐχθροί και φίλοι, ὅτι για μᾶς τούς Χριστιανούς ΜΟΝΟΝ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΥΠΑΡΧΕΙ και ΜΟΝΟΝ ΑΥΤΟΣ ΣΩΖΕΙ.

Εἶναι καιρός να μάθουν ὅλοι οἱ γελοιοδέστατοι Ἀρνητές τῆς Πίστεως ὅτι ὅλοι οἱ διῶκτες, ἀπ’ ἀρχῆς καί μέχρι σήμερα κονιορτοποιοῦνται. «Τεθνήκασι και θνήσκουν οἱ ζητοῦντες τήν ψυχήν τοῦ Παιδίου». «Ἐξῆλθε νικῶν καί ἵνα νικήσῃ». Αὐτός εἶναι «τό Α και το Ω, ἡ Ἀρχή καί τό Τέλος, ὁ Πρῶτος και ὁ Ἔσχατος, ὁ Ὤν και ὁ Ἦν και ὀ Ἐρχόμενος, ὁ Παντοκράτωρ». Αὐτός εἶναι ὁ Ἰσχυρός Θεός, ὁ Ἐξουσιαστής, ὁ Ἄρχων τῆς εἰρήνης. Αὐτός εἶναι ἡ Ὁδός και ἠ Ἀλήθεια, ἡ Ἀνάστασις και ἡ Ζωή, το Φῶς και ἡ Εἰρήνη τοῦ κόσμου. Αὐτός εἶναι ἡ ζωή μας και ἠ εἰρήνη μας, ἠ μόνη μας παρηγοριά, ἡ μόνη μας ἐλπίδα, το Φρούριόν μας τό μόνον ἀσφαλές καταφύγιον. Αὐτόν και μόνον Αὐτόν πιστεύουμε. Σ’ Αὐτόν ἁμαρτάνουμε, ἀλλά Αὐτόν μονάχα λατρεύουμε με την καρδιά μας, «ἐν πνεύματι και ἀληθείᾳ». ΚΑΙ ΑΥΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ΠΑΝΤΟΤΕΙΝΑ ΜΑΖΙ ΜΑΣ.

Γι’ αὐτόν ἀκριβῶς τό λόγο, οἱ ἀπειλές, οἱ ἐκφοβισμοί και τεχνάσματα τῶν ἀντιχρίστων, δεν μᾶς πτοοῦν, δεν μᾶς φοβίζουν. «Τέτοιες ξυπνᾶδες ὅμως πέρασι δέν ἔχουν σ’ ἐμᾶς τούς Χριστιανούς», «ὅτι μεθ’ ἡμῶν ὁ Θεός».

 ΓΝΩΤΕ  ΕΘΝΗ ΚΑΙ ΗΤΤΑΣΘΕ ΟΤΙ ΜΕΘ’ ΗΜΩΝ Ο ΘΕΟΣ.   ΑΥΤῼ Η ΔΟΞΑ ΚΑΙ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΕΙΣ ΤΟΥΣ ΑΙΩΝΑΣ. ΑΜΗΝ.





Τρίτη 3 Αυγούστου 2021

«Η ΤΩΝ ΦΙΛΟΘΕΩΝ ΦΙΛΟΘΕΟΤΕΡΑ»

            ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΑΓΙΩΤΕΡΑ.Η ΠΑΝΑΓΙΑ».

 

Κάθε μέρα τιμῶμεν τήν Μητέρα τοῦ Κυρίου και Μητέρα ὅλων  τῶν Χριστιανῶν, ἀλλά  κυρίως ὁλόκληρος ὁ  Αὔγουστος, εἶναι  ἀφιερωμένος «στή Μεγαλόχαρη».

Ἄκουσε ὁ Θεός τήν προσευχή τοῦ Ἰωακείμ καί τῆς Ἄννης καί τούς χάρισε τή Μαριάμ. Καί  οἱ θεοσεβεῖς γονεῖς της, τό Θεῖον αὐτό δῶρον, τήν Κόρη τους, τήν ἀφιέρωσαν στό Θεό. Ἡ ἁγνή καί ἄσπιλη Κόρη  ἀνετράφη μέσα στό Ναό τοῦ Θεοῦ. Τροφή και τρυφή τῆς ψυχῆς της ἦταν ἡ ἀδιάλειπτη Προσευχή καί ἡ  ἀδιάκοπη μελέτη τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ. Ἡ συνεχής ἐπικοινωνία μέ τόν Οὐράνιον Πατέρα, τήν διαφύλαξε ἄσπιλον, ἄμόλυντον, ἄφθορον, ἄχραντον, ἁγνήν, Παρθένον. Ἐτρέφετο, μέ τόν ζωοποιόν λόγον τοῦ Θεοῦ. Δόξαζε τόν Κύριο, ἀπέφευγε κάθε τί Κακόν και εἶχε τέλεια ἀγάπη στό Θεό καί τόν Πλησίον. Ὁλόκληρη ἡ  ζωή της ἀπό τήν τρυφερή της ἀκόμη ἡλικία ἦτο Ὕμνος Εὐχαριστίας στο Θεό. Οὕτως ἀνέβη εἰς ὕψος Θείας ἀναβάσεως καί, ὡς ἄνθρωπος, ἀνεδείχθη ὑψηλοτέρα τῶν οὐρανῶν καί καθαρωτέρα λαμπηδόνων ἡλιακῶν. «Τιμιωτέρα τῶν Χερουβείμ καί ἐνδοξοτέρα ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφείμ», «τῶν Φιλοθέων φιλοθεωτέρα καί τῶν Ἁγίων ἁγιωτέρα». Παναγία. Κανείς δέν μπορεῖ να περιγράψῃ το Κάλλος τῶν ἀρετῶν της. Ὁ Ἅγιος Ἐπιφάνιος ἀναφωνεῖ:« Καί τίς ἱκανός τοιοῦτον φράσαι μυστήριον; Ποῖον δέ φθέγξασθαι στόμα, ποία δέ γλῶσσα λαλῆσαι περί τῆς Μεγαλωνύμου Θεοτόκου; Αὕτη γάρ καί τάς τῶν Οὐρανῶν Δυνάμεις ἐξένισε».

Στά μάτια τοῦ Παντάνακτος Θεοῦ, εὑρέθη «ἡ μόνη ἐν γυναιξίν εὐλογημένη καί καλή», ἱκανή καί ἀξία νά δεχθῇ στήν Παναγία της ψυχήν τό Πνεῦμα τό Ἅγιον. Δι’ αὐτόν ἀκριβῶς τόν λόγον καί ὁ Πανάγιος Θεός  ἐξέλεξε τήν Κεχαριτωμένην καί τήν  κατέστησεν συνεργόν εἰς τήν παγματοποίησιν τῆς προαιωνίου Βουλῆς αὐτοῦ, συνεργόν εἰς την πραγματοποίησιν τοῦ Μυστηρίου τῆς Οἰκονομίας Αὐτοῦ, διά τήν σωτηρίαν τοῦ Γένους τῶν ἀνθρώπων. Ὅταν εὑρέθη «ἡ μόνη ἐν γυναιξίν εὐλογημένη καί καλή», ἡ Κεχαριτωμένη Μαρία, τότε ἦλθε καί τό πλήρωμα τοῦ Χρόνου, γιά  τή σωτηρία μας. Τότε ἐξαπέστειλεν ὁ Θεός τόν Υἱόν Αὐτοῦ, τόν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, εἰς τόν κόσμον, γενόμενον ἐκ γυναικός, γενόμενον ὑπό νόμον, ἵνα τούς ὑπό νόμον ἐξαγοράσῃ, ἵνα τήν υἱοθεσίαν ἀπολάβωμεν» (Γαλάτ. δ΄4-5). Ἡ Μεγαλόχαρη, ὡς ὄργανον τῆς θείας Χάριτος, ὑπέταξε τό θέλημά της, εἰς τό Πανάγιον Θέλημα τοῦ Θεοῦ καί δέχθηκε, ταπεινά, τήν τιμήν καί εἶπεν: «Ἰδού ἡ δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι κατά το ῥῆμά σου» (Λουκ.α΄38). Χάρις στήν θερμήν της Πίστιν, την τελείαν ἀγάπην της, στήν ἀφιέρωσίν της καί γενικά χάρις στό Κάλλος τῶν ἀρετῶν της, ἡ Κερχαριτωμένη κατηξιώθη καί  ἔγινε ὁ ἔμψυχος Ναός τοῦ Θεοῦ, τοῦ Ὑψίστου Θρόνος, ἡ ἐπουράνιος Κλῖμαξ δι’ ἧς κατέβη ὁ Θεός, ἡ Γέφυρα ἡ μετάγουσα τούς ἐκ γῆς πρός οὐρανόν, ἡ Μητέρα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, και Μητέρα ὅλων τῶν πιστῶν, ἡ Θεοτόκος καί μητέρα τοῦ Φωτός, ἡ σκέπη τοῦ κόσμου ἠ πλατυτέρα νεφέλης, ἡ καταφυγή καί το στερέωμα τῶν πιστῶν.


Ἀλλά τί προσπαθῶ; Νά ἐγκωμιάσω τήν κεχαριτωμένην; Ποιός ἀπό μᾶς, τούς ἐλεεινούς, μπορεῖ, ἐπαξίως, νά ἐγκωμιάσῃ τήν Θεοτόκον καί Μητέρα τοῦ Φωτός; Ποιός μπορεῖ νά ἐκφράσῃ τά ἀνέκφραστα, νά περιγράψῃ τά ἀπερίγραπτα, νά λαλήσῃ τά ἀνεκλάλητα; Οἱ Προφῆται καί οἱ Ἀπόστολοι, οἱ Μεγάλοι Πατέρες καί οἱ Διδάσκαλοι τῆς Οἰκουμένης καί ὅλοι οἱ Ἅγιοι, στάθηκαν ἀφωνοι  μπροστά στό Κάλλος τῶν ἀρετῶν «τῆς περιβεβλημένης τον Ἥλιον Γυναικός», τῆς μόνης ἐν γυναιξίν εὐλογημένης καί Καλῆς.

Ἀλλά, Παναγιά μου, ποιός μπορεῖ καί νά σιωπήσῃ μπροστά στήν ἀπερίγραπτη στοργή καί τρυφερότητα, μέ τήν ὁποίαν μᾶς περιβάλλης, Πάναγνε; Πῶς μποροῦμε νά σιωπήσουμε καί νά μή διαλαλήσουμε τίς ἄπειρες πρός ἡμᾶς, τούς ἀναξίους, εὐεργεσίες Σου; Ποιός ποτέ ζήτησε, μέ πίστι, τή βοήθειά σου καί ἔφυγε ντροπιασμένος και ἀβοήθητος  ἀπό κοντά σου; Εἷσαι ἡ Μητέρα μας, Σέ ἔχουμε στήν καρδιά μας, ἀλλά μέ τήν ἀστόχαστη καί ἀναίσχυντη συμπεριφορά μας, πολλές φορές Σέ πικραίνουμε, Παναγιά μου, ἁγνή, Παρθένε, Θεοτόκε. Δακρύζουν ἀκόμη καί οἱ Εἰκόνες Σου, μέ τά ἄπρεπα καμώματά μας. Παναγιά μου, συγχώρησέ μας!...



Πιστεύουμε ὅμως ὅτι μᾶς παραστέκεις σάν στοργική Μητέρα. Νοιώθουμε τήν ζωντανή Σου, εὐεργετική Παρουσία στή ζωή μας. Νοιώθουμε ὅτι  στό κάθε μας βῆμα  μᾶς σκεπάζῃς, μέ τή Χάρι Σου. Πιστεύουμε ὅτι ἀκοῦς και τούς κλαυθμιρισμούς καί τά ψελλίσματα τῶν νηπίων τέκνων Σου. Δέξου, Δέσποινα, τούς στεναγμούς και τά δάκρυά μας καί ἱκέτευε ὑπέρ  ἡμῶν, τῶν ἐλεεινῶν και ἀναξίων δούλων σου... Σύ εἶσαι ἡ ἐλπίς τῶν ἀπηλπισμένων και τῶν πολεμουμένων ἡ βοήθεια! Σύ, Κεχαριτωμένη Μητέρα τοῦ Κυρίου, ἔχεις μεγάλη παρρησία στόν Υἱόν σου. Πρέσβευε, Δέσποινά μου, γιά μᾶς...Παρακάλεσέ Τον, να μᾶς χαρίσῃ ὁ Κύριος τό χάρισμα τῆς μετανοίας, νά μᾶς συγχωρήσῃ καί νά μᾶς ἐνισχύσῃ στόν πνευματικό μας ἀγῶνα, ὥστε μέ τή Χάρι Σου νά προκόψουμε στις ἀρετές, ὑπακούοντες στόν πανάγιο λόγο Του, ὥστε νά μή Σέ πικραίνουμε, Παναγία Μητέρα. Σέ Σένα καταφεύγω, Παναγιά μου, Μεγαλόχαρη, ἄκουσε τήν προσευχή μου, μή παρίδῃς τήν δέησί μου, καί μή με ἀποδοκιμάσῃς, τόν ἀχρεῖο δοῦλο Σου...

«Πρός τίνα καταφύγω ἄλλην, ἁγνή; Ποῦ προσφύγω, λοιπόν, καί σωθήσομαι; Ποῦ πορευθῶ; Ποίαν δέ ἐφεύρω καταφυγήν; Ποίαν θερμήν ἀντίληψιν; Ποίαν  ἐν ταῖς θλίψεσιν βοηθόν; Εἰς Σέ μόνην ἐλπίζω,  Σέ Σένα μονάχα Καυχῶμαι καί Σέ Σένα μονάχα καταφεύγω», γιατί ἀπόλυτα πιστεύω ὅτι μονάχα Σύ εἶσαι ἡ μόνη, πού μπορεῖ νά νοιώσῃ τήν Ὀδύνη καί τόν Πόνο μου. Γνωρίζεις, Βασίλισσά μου, γιατί ματώνει ἡ καρδιά μου... Ἐσύ μπορεῖς, καλλίτερα ἀπό κάθε ἄλλον νά μέ νοιώσῃς... Γιατί ἐσύ πόνεσες, τόσο , ὅσο κανένας ἄλλος ἄνθρωπος στόν κόσμο και εἶσαι ἡ μόνη πού μπορεῖ νά νοιώση τόν Πόνο μας καί νά μᾶς παρασταθῇ. Σκέπασε, Παναγιά μου, μέ τή Χάρι Σου, ὅπως πάντοτε, καί τό ταλαίπωρο Γένος μας, τήν Ἑλλάδα μας. Ὑπέρμαχε Στρατηγέ, διῶξε κάθε ἐχθρό καί πολέμιο τῆς Ὀρθοδοξίας μας... Βοήθησέ μας να ξεριζώσουμε ἀπό μέσα μας τούς ἰούς τῆς ἀπιστίας και προστάτεψές ἀπό τούς κρυφούς και φανερούς ἐχθρούς, πού μᾶς περιβάλλουν. Σύ εἶσαι ὅλων ἡμῶν, τῶν ἀπηλπισμένων, ἡ ἐλπίς και τῶν πολεμουμένων, ἡ βοήθεια. Δαίμονες καί δαιμονάνθρωποι μᾶς «κύκλωσαν ὥσπερ μέλισσαι κηρίον, Παρθένε». Λύτρωσέ μας, ὅπως πάντοτε, διότι «πάντες μετά Θεόν εἰς Σέ καταφεύγομεν, ὡς ἄρρηκτον τεῖχος καί προστασία».

 «Τήν δέησίν μου δέξαι τήν πενιχράν, καί κλαυθμόν μή παρίδῃς καί δάκρυα καί στεναγμόν· ἀλλ’ ἀντιλαβοῦ μου ὡς ἀγαθή, καί τάς αἰτήσεις πλήρωσον· δύνασαι γάρ πάντα, ὡς πανσθενοῦς Δεσπότου Θεοῦ Μήτηρ, εἰ νεύσεις ἔτι μόνον πρός τήν  ἐμήν οἰκτράν ταπείνωσιν».