Δευτέρα 30 Ιουνίου 2025

ΟΙΜΟΙ! ΠΩΣ ΜΕΛΛΩ ΤΩΝ ΔΕΙΝΩΝ ΡΥΣΘΗΝΑΙ,

 

                                               ΦΙΛΑΜΑΡΤΗΜΩΝ ΥΠΑΡΧΩΝ;»


Ἀλλοίμονον ! Κύριε μου, Ἰησοῦ, Θεέ μου,

πῶς τολμῶ καί προσεγγίζω τή Χάρι σου;

Πῶς τολμῶ καί Σοῦ ζητῶ, Κύριε, να σώσῃς

ὅλους ἐμᾶς τούς παραστρατημένους;…

Ἀλλοίμονον! Πῶς μποροῦμε  νά σωθοῦμε,

οἱ ἐλεεινοί  ἐμεῖς, ἀπό τά φρικτά δεινά

 ἀφοῦ τόσο πολύ ἀγαπᾶμε τήν ἁμαρτία;

Ἀπό κακή μας θέλησι μένουμε στό σκοτάδι

και μέ  πεισμονή μένουμε  «δέσμιοι τῆς γῆς».

 Μᾶς κυριεύει τῆς σαρκός τό φρόνημα, πού

εἶναι «ἔχθρα εἰς Θεόν και φέρει στήν ψυχή

μας τό θάνατο». Ἡ ἕπαρσις, ὁ Ἐγωϊσμός, μᾶς

σύρει «ὡς ἀγέλη χοίρων πολλῶν βοσκομένη»,

βιαίως, «κατά τοῦ κρημνοῦ  εἰς τήν λίμνην

 π ρ ό ς  ἀ π ο π ν ι γ μ ό ν».

Ἐπλήθυναν, Κύριε, ἐπλήθυναν  οἱ ἀνομίες

μας καί δέν μποροῦμε νά ἀτενίσουμε, Κύριε,

καί νά δοῦμε τή Μεγαλωσύνη Σου!   Ὦ φῶς

τῶν  ὀφθαλμῶν μου!  Ὦ γλυκύ μου Ἔαρ!   Ὦ

Ἄκακον Ἀρνίον, γλυκύτατέ μου Ἰησοῦ!

Τῆς Ἀφροσύνης τά καμώματ’ ἀντικρύζω ...

Πονῶ καί  θρηνῶ, ὀδύρομαι καί δακρύζω ...

γιά τό κατάντια μας, ἀπό δικό μας φταίξιμο.

Προφανῶς  δέν ἐννοοῦμε τήν τιμήν  τοῦ κατ᾿

εἰκόνα, γινόμαστε ἴσοι   με τά ἄλογα Κτήνη.

Χάσαμε τό λογικό καί ζοῦμε, σάν κτήνη, καί,

 ἀλλοίμονον, πεθαίνουμε, σάν ἄλογα  κτήνη…

Τόν κόσμο, δυστυχῶς αὐτόν, χωρίς ὑπερβολή

τόν κυβερνᾶ ἡ Παραφροσυνη!

 

Δυστυχῶς, πετρῶσαν οἱ καρδιές, ἐψύγη

ἡ ἀγάπη τῶν πολλῶν. Τρῶμε τίς  σάρκες

μας, ἀνάλγητα,  καί χωρίς ἴχνος ντροπῆς,

 τρῶμε τίς σάρκες μας, χωρίς εὐσπλαγχνία

χωρίς ἔλεος, κατεσθίομεν τούς ἀδελφούς μας…

Ὡς τέκνα Παραφροσύνης, «γεννήματα ἐχιδνῶν»,

«ὄφεις πετόμενοι», ἐχθροί τοῦ λαοῦ  τοῦ Θεοῦ,

δηλητηριώδεις ὄφεις, ἀνάβουμε παντοῦ φωτιές,

 παντοῦ χύνουμε δηλητήριο, χωρίς περίσκεψι.

σωρεύουμε συμφορές, χωρίς  αἴσθησι εὐθύνης.

Σπέρνουμε τό φόβο παντοῦ  καί τό θάνατο...

Κατασκευάζουμε παντοειδεῖς φονικούς Ἰούς.

Καί σπέρνουμε παντοῦ τό φόβο καί τό Θάνατο.

Σέ διώξαμε, Θεέ μου, ἀπό την ψυχή μας !...

Μέσα μας ἐνθρονίσαμε τόν υἱόν τῆς ἀπωλείας.

Αὐτός φωλιάζει μέσα μας, ὁ Ὄφις ὁ ἀρχαῖος καί

μπαίνει ὁ Διάολος μέσα μας, τότε...

Ἀγιάτρευτη πληγή, ἡ Κακία  κυριεύει

Και ἡ θανατηφόρα πανδημία θεριεύει.

Ἀφουγκράζομαι τούς στεναγμούς, βλέπω

τό σπαραγμό, τόν ἐπαιγμό, τόν ξεπεσμό,

τήν ὀδύνη τῶν ἀθώων θυμάτων τῆς Κακίας

καί τῆς Παραφροσύνης τῶν πωρωμένων

ἀσεβῶν, πού θριαμβεύουν πάνω στα νωπά

Αἴματα τῶν θυμάτων τους καί θλίβετ’ ἡ

Ψυχή μου. Ἀλλοίμονον! Πῶς μποροῦμε νά

λυτρωθοῦμε ἀπό τά τόσα δεινά, ἀφοῦ τόσο

ἀγαπᾶμε τήν ἁμαρτία καί δέν μετανοῦμε;

Ὧρες-ὧρες, Κύριε, νοιώθω μέσα μου ντροπή.

Νοιώθω μέσα μου ἕνα βάρος κι’ αἰσθάνομαι,

πώς βυθίζομαι «εἰς ἰλύν βυθοῦ», χάνω τήν

αἴσθησι τῆς ζωντανῆς Σου Παρουσίας, Θεέ μου!

Καί βρίσκω πολλούς βυθισμένους στό σκοτάδι,

στήν ἀπόγνωσι, εἰς τήν ἀπελπισίαν, μακρυά ἀπό

Σένα, πού εἶσαι το Φῶς, τό ἀληθινόν Φῶς, πού

φωτίζει κάθε ἄνθρωπο, πού ἔρχεται στόν κόσμο.

Καί στή θέα  τῶν δεινῶν τῆς ἀπομακρύνσεως,

Μακρυά ἀπό τη ζεστασιά τῆς Πατρικῆς Ἑστίας,

Κρύος, παγερός, μέ περιλούει ἱδρῶτας καί μέ

Δάκρυα και ἄναρθρες κραυγές ΕΣΕΝΑ ἀναζητῶ,

Ἰησοῦ μου, φωτοδότα. Ποῦ εἶσαι, Κύριε τῆς Ζωῆς;

Καί τότε πέφτουν, με τη Χάρι Σου, οἱ ἰχῶρες, ἡ ἐμπύησις ἀπό τά μάτια τῆς ψυχῆς μου, καί Σέ βλέπω νά στέκεσαι καρτερικά μπροστά στήν Θύρα τῆς ψυχῆς τοῦ καθ’ ἀνθρώπου και να κρούῃς τη Θύρα, περιμένοντας τούς ἐλεεινούς ἐμᾶς, να ἀκούσουμε τήν καί ἀπό το μέλι πιό γλυκειά φωνή Σου! Δόξα τῇ Μακροθυμία Σου, Κύριε, δόξα Σοι!   Ἔλεος Σοῦ ζητῶ, Κύριε !

Λυπήσου μας και ἐλέησέ μας… Ὄχι γιατί τό ἀξίζουμε, ἀλλά ἕνεκεν τῆς Δόξης τοῦ Ὀνόματός Σου, Κύριέ μου, Ἰησοῦ. Ὁ Θεός ἰλάσθητι ἡμῖν τοῖς ἁμαρτωλοῖς καί ἐλέησον ἡμᾶς!... Ξεφύγαμε ἀπό κακή μας Θέλησι καί ξεφεύγουμε ἀπό κοντά Σου. Σταυρώθηκες, Κύριε, γι’ μᾶς, μᾶς τρέφεις καθημερινά, μέ τόν οὐράνιον ἄρτον, κι’ ἐμεῖς σέ ποτίζουμε μέ ὄξος καί χολήν καί Σέ ξανασταυρώνουμε, στά πρόσωπα τῶν ἐλαχίστων ἀδελφῶν Σου, χωρίς  ἴχνος ντροπῆς …

Χάσαμε τήν Ὁμορφιά τῆς Πίστεως Σέ Σένα, Θεέ  μου, τόν «πανακῆ ἰατρό», τόν Θεραπευτή, τόν Μόνον Σωτῆρα καί Λυτρωτή τοῦ Σύμπαντος.

Πάσχουμε ἀπό μικροβιοφοβία  και κλείσαμε τῆς ψυχῆς τά Θεραπευτήρια, χωρίς σύνεσι, χωρίς περίσκεψι, χωρίς καθόλου πίστι, κλείσαμε τίς Ἐκκλησιές καί καταφεύγουμε σέ ἕναν ἀλόγιστο ἐγκλωβισμό, σέ μιά τρελλή ἀπομόνωσι, γιά να βροῦμε θεραπεία σέ δαιμονικά τερτίπια…

Φτάσαμε στό ἄκρον ἄωτον τῆς ἀνοησίας, στήν ἔσχατη μωρία. Πότε Κύριε, θά καταλάβουμε τήν πλάνη; Πότε καί πῶς θά λυτρωθοῦμε ἀπό τά δεινά και ἀπό τούς ἰούς τῆς ἀπιστίας; Ποιός θά μᾶς λυτρώσῃ ἀπό αὐτήν ἐδῶ τήν κοιλάδα τοῦ Κλαυθμῶνος; Ποιός θά μᾶς ἐλευθερώσῃ ἀπό τή δουλεία τοῦ Κακοῦ μας ἑαυτοῦ; Ποιός θά μᾶς ἀνασύρῃ ἀπό «τήν ἰλύν βυθοῦ», στήν ὁποίαν ἔχουμε ἐμπαγῆ; Ποιός ἄλλος, ἄν ὄχι ἐσύ, Κύριε, πού Σταυρώθηκες  για μᾶς;…

«Κύριε, Πρόσθες ἡμῖν Πίστιν». Βοήθησέ μας στην ἀπιστία μας. Λύπήσου μας, Κύριε Ἰησοῦ, και ἔρχου ταχύ, πρίν μᾶς καταβροχθίσουν οἱ κρυφοί καί φανεροί ἐχθροί μας, δαίμονες καί δαιμονάνθρωποι, σκοταδιστές και φαῦλοι. Εἶμαι ἀπόλυτα σίγουρος, πώς ἄν ἐσύ δέν εἶσαι, δέν σταθῇς κοντά μας, Φρούριόν μας, ζωντανούς θά μᾶς καταβροχθίσουν οἱ ἐχθροί μας... Ἔρχου ταχύ. Χανόμαστε.

Ἔλεος ζητῶ, τό Ἔλεός Σου, φώτισε τά σκοτάδια μας, νά ξαναβροῦμε το Φῶς μας καί συνειδητά να ἐπιστρέψουμε κοντά σου, στή ζεστασιά τῆς Πατρικῆς  Σου ἀγκαλιᾶς, στήν Πατρική Ἑστία. Χωρίς τη Χάρι Σου καί τη Δύναμί Σου, δεν μποροῦμε νά ἐξέλθουμε ἀπό τή Βαβυλῶνα...

Κύριε, γνωρίζω, ὅτι ὅποιος κλείνει ἔξω ἀπό την ψυχή του, Ἐσένα τό ἀπρόσιτον Φῶς, αὐτός μένει ἔξω ἀπό την αἰώνια Βασιλεία Σου. Ὅποιος Σέ κλείνει ἔξω ἀπό την καρδιά του, μένει ἔγκλειστος στήν Κόλασι τῆς προσωπικῆς του ἐνοχῆς.

Κύριε, ἄκουσε τήν ταπεινήν μου δέησι,  ἔρχου ταχύ, ὡς πῦρ καταναλίσκον, καί κάψε. ΚΑΨΕ, Κύριε, τά ἄχυρα τῶν ἔργων μας, καθάρισε τόν ρύπον τῆς ψυχῆς μας, δῶσε τό ὁριστικό  ΤΕΛΟΣ στήν ΑΝΟΜΙΑ.

Μόνον Σύ, μπορεῖς ὡς Παντοδύναμος καί θέλεις, ὡς Πανάγαθος, νά μᾶς λυτρώσης ἀπό ὅλα τά δεινά, πού σωρεύουμε στήν ψυχή καί τή ζωή μας, ἀπό κακή μας θέλησι. Ὤσαννά τῷ υἱῷ Δαυῒδ! Σῶσε μας λοιπόν, Θεέ μου, πρίν τελικά χαθοῦμε. Σῶσε μας καί ἀξίωσέ μας νά Σέ δοξάζουμε, σύν τῷ Πατρί και τῷ ἁγίῳ Πνεύματι, καί, ἀσιγήτως, νά Σέ ὑμνοῦμε, Λυτρωτά, εἰς πάντας τούς αἰῶνας. Ἀμήν.

            


Κυριακή 29 Ιουνίου 2025

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ , Η ΖΩΗ ΗΜΩΝ, Ο ΑΛΗΘΙΝΟΣ ΜΕΣΣΙΑΣ,

 


                          ΕΙΝΑΙ ΠΑΝΤΟΤΙΝΑ ΜΑΖΙ ΜΑΣ


Ἐπειδή στήν Ἐποχή μας, τήν ἐποχήν τῆς ἀνατροπῆς τῆς Ἱεραρχίας τῶν Ἀξιῶν, γίνονται δόλιες προσπάθειες ὑπό τῶν ἀντιχρίστων, φοβερός Πόλεμος ἐναντίον τῆς ὀρθοδόξου Πίστεως εἰς τόν Ἰησοῦν Χριστόν, πού εἶναι ὁ ΑΛΗΘΙΝΟΣ ΜΕΣΣΙΑΣ, «ἡ προσδοκία τῶν ἐθνῶν», ἐπειδή οἱ ἐχθροί τῆς Πίστεως προσπαθοῦν νά μαζοποιήσουν τόν Λαόν τοῦ Θεοῦ, ἐπειδή, μέ κάθε δόλιο τρόπο, κατακερματίζουν τήν ἀνθρωπίνην προσωπικότητα, ἐπειδή ἀχρειώνουν τό ἀνθρώπινον Πρόσωπον, ἐπειδή προσπαθοῦν νά καταργήσουν  τά θεόσδοτα ἀνθρώπινα δικαιώματα, ἐπειδή   μᾶς ἀχρηστεύουν τό Λογικόν καί τό Αὐτεξούσιον, ἐπειδή ἀμαυρώνουν τό ἀνθρώπινον πρόσωπον καί  καθιστοῦν  τόν κατ᾿  εἰκόνα καί καθ᾿  ὁμοίωσιν Θεοῦ, ἄνθρωπον, ἕνα ΝΟΥΜΕΡΟ (NUMERO), καί ἐπειδή, αὐτοί οἱ ἀπόγονοι τῶν Σταυρωτῶν τοῦ ΧΡΙΣΤΟΥ, ἑτοιμάζονται νά ἐγκαταστήσουν τό ΨΕΥΤΟΜΕΣΣΙΑ, τόν Maitreya, ὡς Παγκόσμιον Κυβερνήτη, Δ Ι Α  Τ Ο Υ Τ Ο ἐπιτρέψατέ μου, ἀγαπητά μου Παιδιά, καθ᾿  ὑποφοράν, ἐκ τῶν προτέρων, νά σᾶς ἀποκαλύψω τήν δολιότητα τοῦ ἐχθροῦ καί νά σᾶς παρακαλέσω  νά ΠΡΟΣΕΧΕΤΕ εἰς τόν ἑαυτόν σας, γιά νά προσέχετε εἰς τόν Θεόν. ΝΑ ΠΡΟΣΕΧΕΤΕ ΜΗ ΠΛΑΝΗΘΗΤΕ. Τώρα ἀντιμετωπίζουμε ἕνα ἄλλο, νέον κίνδυνον καί ὁ Κύριος μᾶς προτρέπει καί λέγει: «Βλέπετε μή τις ὑμᾶς πλανήσῃ» (Ματθ. κδ΄4).

2

Π Ρ Ο Σ Ε Χ Ε Τ Ε  νά  μή  σᾶς πλανήσῃ κανείς. (Παρβλ. καί Ματθαῖον κεφ. κδ΄). Ἐπιτρέψατέ μου, ἀγαπητά μου Παιδιά, νά σᾶς ἀναφέρω τήν  σύστασιν τοῦ υἱοῦ τῆς βροντῆς, τοῦ εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου πρός ἀποφυγήν τῶν αἱρετικῶν καί πρός συνειδητήν ἀφοσίωσιν εἰς τόν Χριστόν, τόν Ἀληθινόν ΜΕΣΣΙΑΝ, ὁ ὁποῖος λέγει: «Παιδιά μου, ἔρχομαι τώρα νά σᾶς ὑποδείξω ἕνα νέον κίνδυνον. Εἶναι  ἡ τελευταία ὥρα. Καί ὅπως ἔχετε ἀκούσει ὁ ἀντίχριστος ἔρχεται, καί πράγματικά, ἀνάμεσά μας  πολλοί ἀντίχριστοι ἔχουν ἔλθει, πολλοί αἱρετικοί, πρόδρομοι τοῦ ἀντιχρίστου. Ἀπό αὐτό γνωρίζουμε ὅτι εἶναι τελευταία ὥρα. Γι᾿ αὐτό σᾶς παρακαλῶ νά προσέχετε νά μή σᾶς πλανήσῃ κανείς. Νά μήν ξεχνᾶτε ὅτι σεῖς ἔχετε χρῖσμα πνευματικό, τό Ἅγιον Πνεῦμα, πού ἐλάβετε εἰς τό Βάπτισμα, ἀπό τόν Ἰησοῦν Χριστόν. Ἔχετε τό χάρισμα τῆς διακρίσεως, ὥστε νά φεύγετε μακριά ἀπό τόν πατέρα τῆς Ψευτιᾶς καί μέ ταπείνωσι καί καθαρή καρδιά γεμάτη Καλωσύνη, νά

 

3

εἶσθε ἀφωσιωμένοι εἰς τόν Χριστόν, τόν Ἀληθινόν ΜΕΣΣΙΑΝ(παρβλ. καί Α΄ Ἰωάν. β΄18-29). Πιστοί Του ἀκόλουθοι. Ἐπίσης ἐπιτρέψατέ μου, ἀγαπητά μου παιδιά, νά σᾶς τονίσω,  ὅτι ὁ ΧΡΙΣΤΟΣ, πού εἶναι ἡ ζωή μας καί ἡ εἰρήνη μας, εἶναι ὁ Ἀληθινός ΜΕΣΣΙΑΣ, «ἡ προσδοκία τῶν ἐθνῶν», ὁ Μοναδικός Σωτήρας καί Λυτρωτής τοῦ Σύμπαντος, καί δέν Τόν περιμένουμε νά ἔλθῃ. ΗΛΘΕ καί εἶναι μαζύ μας. Οἱ δικοί Του δέν τόν δέχθηκαν, δέν πίστεψαν εἰς τό Ὄνομά Του, Τόν ἀρνήθηκαν. Καί ὄχι μόνον, ἀλλά καί  ἐσταύρωσαν τόν Ἀληθινόν Μεσσίαν (Λουκ. ιθ΄15.Ἀποκ.ια΄8).   Τώρα δέ περιμένουν τόν Ψευτομεσσίαν, νά τόν ἐγκαταστήσουν ὡς Παγκόσμιον Κυβερνήτην. Ἡμεῖς ὅμως οἱ Μαθηταί τοῦ Ἀληθινοῦ Μεσσία, οἱ καταδικοί Του κλητοί, ἐκλεκτοί καί πιστοί, πιστεύουμε καί ὀμολογοῦμεν ὅτι ὁ ΧΡΙΣΤΟΣ, ὁ Ἀληθινός Μεσσίας, ἦλθε, ἔγινε γιά Χάρι μας ταπεινός ἀνθρωπος, καί εἶναι μαζί μας. Μᾶς βεβαιώνει ὁ Ἴδιος καί λέγει ὅτι «Οὗ γάρ  εἰσι δύο ἤ τρεῖς συνηγμένοι εἰς τό ἐμόν Ὄνομα, ἐκεῖ εἰμί ἐν μέσῳ αὐτῶν»(Ματθ. ιη΄20). «Καί ἰδού ἐγώ μεθ᾿  ἡμῶν εἰμι πάσας τάς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος. Ἀμήν»(Ματθ.κη΄20). Μᾶς βεβαιώνει ὅτι ἡ Βασιλεία Του «ἐντός ἡμῶν ἐστι» (Λουκ.ιζ΄21), καί  ὅτι «ὁ Ἰησοῦς Χριστός χθές καί σήμερον  ὁ Αὐτός καί εἰς τούς αἰῶνας  (Ἑβρ.ιγ΄8) εἶναι κοντά μας. Καί  ὅπως συνοπτικά μᾶς ἀναφέρει ὁ Ματθαῖος, ὁ Γλυκύς Ἰησοῦς  «διέρχεται τήν ζωήν αὐτοῦ εὐεργετῶν, κηρύσσων τό Εὐαγγέλιον τῆς Βασιλείας καί θεραπεύων πᾶσαν  νόσον καί πᾶσαν  μαλακίαν ἐν τῷ λαῷ καί ἰώμενος πάντας τούς καταδυναστευομένους ὑπό τοῦ Διαβόλου, ὅτι ὁ ΘΕΟΣ ἦν μετ᾿ αὐτοῦ»(Ματθ. δ΄23. Πραξ. ι΄38). Αγαπητά μου Παιδιά, Θερμά σᾶς παρακαλῶ, νά προσέχετε «μή τις ὑμᾶςπλανήσῃ»(Ματθ. κδ΄4). Μή ξεχνᾶτε ὅτι ζοῦμε σέ μιά σχιζοφρενική Ἐποχή. Ὁ ΧΡΙΣΤΟΣ, ἡ ζωή ἡμῶν, ὁ Ἀληθινός ΜΕΣΣΙΑΣ εἶναι μαζί μας, ΦΡΟΥΡΙΟΝ ΜΑΣ, ὁ Θεός τῶν Πατέρων μας. Ἄν... Ἄν   ὁ Ἀληθινός ΜΕΣΣΙΑΣ  ὁ ΧΡΙΣΤΟΣ, δέν ἦταν μαζί μας, ζωντανούς θά μᾶς εἶχαν καταβροχθίσῃ οἱ ἐχθροί μας. Ὁ ΧΡΙΣΤΟΣ ὅμως ΝΑΙ ἦταν, εἶναι καί θά εἶναι μαζί μας! Μᾶς καλεῖ δέ νά Τόν ἀκολουθοῦμε πιστά, ὅπου ἄν ὑπάγῃ. Νά προσέχουμε, ὥστε νά μή μπορῇ κανείς νά μᾶς πλανήσῃ καί νά μᾶς χωρίσῃ ἀπό τῆς ἀγάπης Αὐτοῦ. ΧΡΕΟΣ ΚΑΙ ΑΝΑΓΚΗ τ[πης ψυχῆς μας εἶναι νά προσέχουμε. Καί ἀκολουθοῦντες τά Ἵχνη Του, ἀκούοντες καί φυλάσσοντες τόν λόγον Αὐτοῦ,  ἔχοντες στήν καρδιά μας τόν Χριστόν, μέ λαχτάρα νά προσμένουμε τήν Ἡμέραν ἐκείνην καί τήν  ὥραν κατά τήν ὁποίαν θά ἔλθῃ, ὤν ἀεί μεθ᾿  ἡμῶν Κύριος, ὡς ἔνδοξος Βασιλεύς τοῦ Σύμπαντος, κρῖναι ζῶντας καί νεκρούς καί νά ἀποδώσῃ εἰς τόν καθ᾿  ἕνα κατά τά ἔργα αὐτοῦ. Προσέχετε δέ ὅτι ἔρχεται «ὡς κλέπτης ἐν νυκτί», «ὡς ἀστραπή»(Ἀποκ.δ΄5. η΄5. ια΄19. ιστ΄18).                     

«ΔΙΑ ΤΟΥΤΟ ΓΡΗΓΟΡΕΙΤΕ !»


Τετάρτη 14 Μαΐου 2025

ΜΗ ΑΠΟΡΡΙΨῌΣ ΜΕ...

 

                 ΜΗ ΑΠΟΡΡΙΨῌΣ ΜΕ ΑΠΟ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ ΣΟΥ, ΚΥΡΙΕ!

 

Ἔγγισον ἐμοί τῷ ἁμαρτωλῷ καί ἀναξίῳ δούλῳ Σου, Κύριε!

Ἔγγισον, ὁ Πάντων Ἐπέκεινα καί ὁ Πανταχοῦ Παρών, μή ἀπορρίψῃς με ἀπό τοῦ Προσώπου Σου, γλυκύτατέ μου Ἰησοῦ! Ταπεινά, καί,  μέ βαθειά συναίσθησι τῆς οὐτιδανότητός μου Ἐνώπιόν Σου, προσεγγίζω τή Χάρι Σ ου καί ζητῶ τό Ἔλεός Σου! Ἔλεος Σοῦ ζητῶ, ΕΛΕΟΣ!  Εὐσπλαγχνίσου, Φιλάνθρωπε, τόν ἁμαρτωλόν δοῦλον Σου... Πλησίασέ με, ἔλα γρήγορα κοντά μου, πρίν χαθῶ. Δός μου, τή Χάρι Σου, λαχτάρα τῆς ψυχῆς μου! Μή βραδύνῃς, ἔρχου ταχύ! Τρέμων τολμῶ καί πλησιάζω τή Χάρι Σου καί προφέρω τό, ὑπέρ πᾶν ὄνομα, Ὄνομά Σου καί προσπαθῶ νά μιλήσω, γιά Σένα, εἰς τούς ἀνθρώπους, Σωτῆρα μου, γιά νά νοιώσουν τή χαρά καί  τή Χάρι τῆς Παρουσίας Σου, Κύριε! Καί φοβοῦμαι μήπως, σάν ἀδύναμος ἄνθρωπος λαθέψω καί τό Ἔλεός Σου καί τήν Εὐσπλαγχνίαν Σου... Μή μέ ἀφήνεις μόνον. Ἔγγισόν με καί ὁδήγησε τά διαβήματά μου! ΠΩΣ νά Σέ ὑμνήσω, Ὕψιστε Θεέ καί Κύριε τοῦ Ἐλέους; Πῶς μπορῶ ἐγώ νά περιγράψω τά μεγαλεῖα Σου;

Χριστέ μου, πῶς νά διηγηθῶ τήν ἀνέκφραστη καί ἀνερμήνευτη συγκατάβασίν Σου; Πῶς νά ὑμνήσω τήν μεγαλοπρέπειάν Σου;  Ποιός, ἀλήθεια, μπορεῖ νά ἐξιχνιάσῃ τῶν ἁμαρτιῶν μου τά πλήθη καί τάς ἀβύσσους τῶν Κριμάτων Σου, Ἀνεξίκακε  Κύριε ! Ὁ  μέγας Βασίλειος ἀναφωνεῖ: «Καί τίς ἰκανός λαλῆσαι τάς δυναστείας Σου; Ἀκουστάς ποιῆσαι πάσας τάς αἰνέσεις Σου ἤ διηγήσασθαι πάντα τά θαυμάσιά Σου ἐν παντί καιρῷ;»

Δός μοι λόγον, Λόγε!  Μή με προσπεράσῃς σιωπηλός! Καθάρισον, Κύριε, τόν ῥύπον τῆς ψυχῆς μου. «Ἔρχου ταχύ», καί «ὡς Πῦρ καταναλίσκον» ΚΑΨΕ. Κάψε τά ἄχυρα τῶν ἔργων μου. Φώτισε τά σκοτάδια μου! Ὁδήγησε τά βήματά μου ἐπί τά ματωμένα Χνάρια Σου! Γλυκύτατέ μου Ἰησοῦ, Σωτῆρα μου! Χάρισέ μου, Πνεῦμα Αὐταπαρνήσεως καί αὐτοθυσίας, Ταπείνωσι καί καθαρή καρδιά! Δέξου τή λαχτάρα μου, γιά Σένα καί δέξου με, εἰλικρινά μετανοιωμένον , ὡς ἕναν τῶν μισθίων Σου. Ἐλέησόν με, Κύριε, καί δός μου λόγον, Λόγε, νά ὑμνῶ τό ὑπερύμνητον καί ὑπερευλογημένον Ὄνομά Σου καί νά κηρύττω τήν Δόξαν Σου! Ἄνοιξόν μοι τό στόμα μου τοῦ μελετᾶν τά Λόγιά Σου. Βοήθησέ με νά κατανοῶ τάς Ἐντολάς Σου, καί νά   κηρύττω εἰς ὤτα ἀκουόντων τόν λόγον ΣΟΥ, ἔτσι ὥστε ὅλοι νά ἀνοίξουν τήν καρδιά τους Σέ Σένα τόν μόνον Ἅγιον, Κύριε, καί νά νοιώσουν καί αὐτοί οἱ δυστυχεῖς, τήν Χαράν καί τήν Χάριν τῆς Παρουσίας Σου,  νά νοιώσουν ἀσφαλεῖς καί νά βροῦν γαλήνη στήν ψυχή τους, Φιλάνθρωπε καί πολυέλεε Κύριε. «Στερέωσε, Πανοικτίμον Κύριε, ἐπί τήν Πέτραν τῶν Ἐντολῶν Σου, τή σαλεμένη μας καρδιά, ὅτι Μόνος Ἅγιος ὑπάρχεις καί Κύριος». Ἀγαθέ καί Φιλάνθρωπε, ὅπως γνωρίζεις, ἐμεῖς οἱ ἁμαρτωλοί καί ἀνάξιοι δοῦλοι Σου καί περισσότερο ἀπό ὅλους ὁ ἐλάχιστος ἐγώ, «δέν ξέρουμε, Κύριε, οὔτε νά προσευχηθοῦμε, ὅπως πρέπει, ἐάν Σύ, Πολυεύσπλαγχνε, δέν μᾶς ὁδηγήσῃς, μέ τή Χάρι τοῦ ἁγίου Σου Πνεύματος» Ἔγγισον ἐμοί τῷ ἀναξίῳ δούλῳ Σου, ἀλλά ἔγγισον καί πάντα ἄνθρωπον καί δίδαξον ἡμᾶς τά δικαιώματά Σου! Δίδαξον πάντας ἡμᾶς ὑμνεῖν καί δοξάζειν Σέ, τόν Κύριον τῆς Δόξης, σύν τῷ Πατρί καί τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι, εἰς πάντας τούς αἰῶνας ΑΜΗΝ.



Τρίτη 15 Απριλίου 2025

«ΠΟΥ ΠΟΡΕΥῌ ΤΕΚΝΟΝ;»

 

«ΤΙΝΟΣ ΧΑΡΙΝ,ΤΟΝ ΤΑΧΥΝ ΔΡΟΜΟΝ ΤΕΛΕΙΣ;»


«Τόν ἴδιον Ἄρνα, ἡ Ἀμνάς θεωροῦσα πρός σφαγήν ἑλκόμενον, ἠκολούθει Μαρία τρυχομένη μεθ᾿   ἑτέρων γυναικῶν, ταῦτα βοῶσα. Ποῦ πορεύῃ, τέκνον; Τίνος χάριν, τόν ταχύν δρόμον τελεῖς; Μή  ἕτερος γάμος πάλιν ἐστίν ἐν Κανᾷ, κἀκεῖ νῦν σπεύδεις ἵνα ἐξ ὕδατος αὐτοῖς οἶνον ποιήσῃς; συνέλθω σοι τέκνον, ἤ μείνω σοι μᾶλλον; Δός μοι λόγον Λόγε· μή σιγῶν παρέλθῃς με, ὁ ἁγνήν τηρήσας με· Σύ γάρ ὑπάρχεις ὁ Υἱός καί Θεός μου».

Πράγματι σιωπηλά, ἀθόρυβα, ταπεινά, ἡ Πάναγνος Παρθένος, ἡ μόνη ἐν γυναιξίν εὐλογημένη καί καλή, ἡ Παναγία Μητέρα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ καί Μητέρα ὅλων τῶν πιστῶν, ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΕΙ, τόν Μονάκριβό της Γιό, τόν Σωτῆρα καί Λυτρωτήν τοῦ Σύμπαντος Κόσμου καί χαίρεται, διότι ὁ Ἠγαπημένος,  ὁ Γιός της, ὁ γλυκύς, ὁ πρᾷος καί ταπεινός τῇ καρδίᾳ Ἰησοῦς, πλησιάζει, ὡς αὔρα λεπτή, κάθε  ἀνήμπορο,  κάθε πονεμένο,  κάθε ἄρρωστο ἄνθρωπο καί τόν θεραπεύει. Χαίρεται καί καμαρώνει τό Γιό της νά σπογγίζει τά δάκρυά μας καί νά ἁπαλύνει τόν Πόνο μας, νά θεραπεύει τά τραύματά μας, καί νά δίνει ζωή. Χαίρεται νά βλέπῃ τόν ἀγαπημένο της, ὄχι μόνον νά μεταβάλῃ τό νερό σέ γλυκύτατο κρασί, ἀλλά «νά διέρχεται τήν ζωήν αὐτοῦ εὐεργετῶν, κηρύσσων τό Εὐαγγέλιον τῆς Βασιλείας, καί θεραπεύων πᾶσαν νόσον καί πᾶσαν μαλακίαν ἐν τῷ λαῷ». Καί πικραίνεται, ἡ Πάναγνος, διαπιστώνει τήν ἀχαριστία τῶν ἀνθρώπων καί τήν ὑποκρισία τῶν ΚΑΚΙΣΤΩΝ Φαρισαίων, ὅταν διαπιστώνει ὅτι οἱ Ἀρχιερεῖς καί οἱ γραμματεῖς καί οἱ Φαρισαῖοι σκευωροῦν  καί ἀποφασίζουν νά  θανατώσουν τόν Εὐεργέτην τους, τόν Ἀληθινόν ΜΕΣΣΙΑΝ.




 Ἀποφασίζουν νά θανατώσουν ἀκόμη καί τόν Λάζαρον, τόν ὁποῖον ὁ Χριστός, τώρα  τόν ΑΝΕΣΤΗΣΕΝ  ἐκ νεκρῶν,  μολονότι  ἦτο τεσσάρων ἡμερῶν νεκρός καί εἶχε ἀρχίσῃ νά βρωμᾷ. ΠΙΚΡΑΙΝΕΤΑΙ ἡ Παναγία,  ὅταν βλέπῃ νά  συλλαμβάνουν ὡς Κακοῦργον, Τόν Ἐλευθερωτήν, Τόν Σωτῆρα, τόν Λυτρωτήν τοῦ κόσμου καί ἀκούῃ τίς ἄγριες κραυγές, τῶν εὐεργετημένων  νά φωνάζουν στόν Πιλάτον· Ἆρον Ἆρον, σταύρωσον Αὐτόν. Ἐμεῖς δέν ἔχουμε ἄλλον Βασιλιᾶ, παρά τόν Καίσαρα!!! Ἀκούει τίς κραυγές ἀχαριστίας καί βλέπει νά δικάζεται, νά ραπίζεται , νά ἐμπτύεται καί ἀνεβαίνει τόν ἀνηφορικό δρόμο τοῦ Γολγοθᾶ καί νά πέφτει κάτω ἀπό τό Βάρος τοῦ Σταυροῦ, ὁ Μονάκριβός της,  καί δίστομος Ρομφαία διαπερνᾶ τήν πάναγνη  καρδιά της... Ἀπορεῖ. δέν μπορεῖ νά ἐξηγήσῃ τήν ἄφατη Μακροθυμία τοῦ Υἱοῦ της καί σπαράσσει, ματώνει ἡ Μάννα καί δακρύζει, χωρίς νά μπορῇ νά ἐξηγήσῃ τό Μέγα Μυστήριον τῶν ΦΡΙΚΤΩΝ ΠΑΘΩΝ ΤΟΥ ΕΥΕΡΓΕΤΟΥ...

Θεωρεῖ  ἡ Ἀμνάς νά ὁδηγῆται ὁ Γιός της, ὁ ἀγαπημένος της, ὁ Ἀμνός τοῦ Θεοῦ, ὁ Εὐεργέτης, τό ἄκακον Ἀρνίον, ὡς πρόβατον ἐπί σφαγήν καί σπαράζει, καταξεσκίζεται ἀπό δίκοπο μαχαίρι ἡ καρδιά καί πονάει, ὑποφέρει καί κλαίει μαζί μέ ἄλλες γυναῖκες, πού τή ἀκολουθοῦν καί ὀδυρομένη κραυγάζει: Ποῦ πηγαίνεις Παιδί μου; Ποῦ πηγαίνεις, γλυκύτατό μου τέκνο; Πρός χάριν τίνος ἀνεβαίνεις τόν ἀνηφορικό αὐτό δρόμο, καί εἶσαι τόσο Χαρούμενος; Μήπως γίνεται πάλιν ἄλλος Γάμος στήν ΚΑΝΑ, καί ἐκεῖ τώρα, μέ τόση βιασύνη καί χαρά, πηγαίνεις, γιά νά μεταβάλῃς σέ αὐτούς τό νερό, σέ γλυκό κρασί; Νά ἔλθω μαζί Σου, Γιέ μου; ἤ εἶναι καλλίτερα νά μείνω;  Δός μου λόγον, Λόγε... Ἀποκρίσου μου, γλυκό μου Παιδί... Μή με προσπεράσῃς σιωπηλός... ἁποκρίσου μου... Μή με προσπεράσῃς σιωπηλός, Σύ, γλυκειά μου Ἄνοιξις! ... Σύ, Φῶς τῶν ὀφθαλμῶν μου, μή σιγών παρέλθῃς με, ὁ Ἁγνήν τηρήσας με...Σύ πού μέ τήρησες Ἁγνήν... ΣΥ ΕΙΣΑΙ Ο ΥΙΟΣ ΚΑΙ ΘΕΟΣ ΜΟΥ !


  «Μή πόδαρου μου Μῆτερ, καθορῶσα ἐν τάφῳ, ὅν ἐν γαστρί ἄνευ σπορᾶς, συνέλαβες Υἱόν· ΑΝΑΣΤΗΣΟΜΑΙ γάρ καί δοξασθήσομαι, καί ὑψώσω ἐν δόξῃ, ἀπαύστως ὡς Θεός, τούς ἐν πίστει καί πόθῳ, σέ μεγαλύνοντας»




Δευτέρα 14 Απριλίου 2025

«ΣΥΜΟΛΙΤΑΙ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΚΑΙ ΟΙΚΕΙΟΙ ΤΟΥ ΘΕΟY ».


 


                     «ΣΥΜΟΛΙΤΑΙ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΚΑΙ ΟΙΚΕΙΟΙ ΤΟΥ ΘΕΟΥ»

 




Ὁ ΧΡΙΣΤΟΣ εἶναι «ἡ ζωή μας καί ἡ εἰρήνη μας (Κολοσ. γ΄4.Ἐφεσ. β΄14). Γκρέμισε τό «φραγμό», πού μᾶς χώριζε, κατέλυσε τήν ἔχθρα, πού ὑπῆρχε μεταξύ τῶν ἀνθρώπων, μᾶς ἕνωσε μεταξύ μας,  ὁ γλυκύς Ἰησοῦς, εἶναι ἡ εἰρήνη μας. Αὐτός εἶναι καί ἡ ζωή μας. Κατήργησε τήν ἔχθρα μεταξύ μας κάί μᾶς ἔκτισε εἰς Ἕνα Νέον, ΚΑΙΝΟΝ ἄνθρωπον, μᾶς συμφιλίωσε μέ τόν Θεόν καί μεταξύ μας, μέ τό Αἷμα Του, μέ τή Σταυρική Του Θυσία. Ἐθανάτωσε τήν ἔχθρα μέ τό θάνατό Του. Μέ τή Χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, μᾶς ἔφερε κοντά στόν Πατέρα ὅλους τούς ἀνθρώπους. Ἔτσι ἑνωμένοι μεταξύ μας καί μέ τόν Θεόν, δέν εἴμαστε πιά ξένοι καί πάροικοι εἰς τήν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, ἀλλά εἴμαστε συμπολῖται τῶν Ἁγίων καί οἰκεῖοι, στενά ἑνωμένοι μέ τόν Θεόν (πρβλ. Ἐφεσ. β΄14-19). Πράγματι δἐ «Οὐκ ἔχομεν ὧδε μένουσαν Πόλιν, ἀλλά τήν μέλλουσαν ἐπιζητοῦμεν»(Ἑβρ. ιγ΄14). Μέλλουσα δέ πόλις εἶναι ἡ αἰώνια Πατρίδα μας, ἡ ἡ ἄνω Ἱερουσαλήμ.

Δυστυχῶς ὅμως, ὑπάρχουν καί πολλοί, πού ἐμμένουν εἰς τό Κακόν, δέν μετανοοῦν, δέν δέχονται τόν Χριστόν καί εἶναι ἐχθροί τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Σταυρός καί ὁ Ἴδιος ὁ Κύριος εἶναι  Σύμβολον  Αὐταπαρνήσεως καί Αὐτοθυσίας, σύμβολον Πόνου.  Οἱ Ἀρνητές εἶναι κακοποιοί. Εἶναι ἐχθροί τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ. Συνεχίζουν νά ἀδικοπραγοῦν, χωρίς ντροπή, καί,  φυσική συνέπεια τῆς Κακίας τους , τό Τέλος τους εἶναι ἡ ἀπώλεια.

Αὐτοί λατρεύουν ὡς Θεόν, τήν  κοιλίαν τους  καί ὡς δόξαν τους θεωροῦν, πράξεις, πού φέρουν ντροπήν, φρονοῦν τά ἐπίγεια(Φιλιπ. γ΄18-19).

Δόξα τῷ Θεῷ ὅμως, «ἡμῶν(τῶν πιστῶν) τό πολίτευμα ἐν οὐρανοῖς ὑπάρχει, ἐξ οὗ καί ΣΩΤΗΡΑ ἐπεκδεχόμεθα Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν»(Φιλιπ. γ΄20), ὁ ὁποῖος θά  μεταμορφώσῃ τό ταπεινό μας σῶμα, ὥστε νά λάβῃ τήν ἴδια μορφή πρός τό ἔνδοξον σῶμα Του, μέ τή Δύναμι καί τή Χάρι, μέ τήν ὁποίαν μπορεῖ καί νά ὑποτάξῃ τά πάντα εἰς τόν ἑαυτόν Του(Φιλιπ. γ΄21). Τήν Οὐράνια Πατρίδα μας, τή Χάσαμε διά τῆς ΠΑΡΑΚΟΗΣ.

Ὁ Μακρόθυμος Θεός, δέν μᾶς ἐγκατέλειψε, μετά τήν πτῶσιν. Μᾶς ἔδωσε δερματίνους χιτώνας (σύμβολα τῆς ἐλπίδος σωτηρίας) καί μᾶς ἐγκατέστησε, μέ ἡμερομηνίαν λήξεως, εἰς τήν ἀπέναντι τοῦ Παραδείσου γῆν, γιά νά βλέπουμε Τί εἴχαμε καί Τί χάσαμε. Μᾶς χάρισε «καιρόν Μετανοίας», καιρόν, νά ἐννοήσωμεν Πῶς χωρισθήκαμε ἀπό τόν Θεόν  καί νά μετά-νοήσωμεν, ἡ Ἔπαρσις, ὁ Ἑωσφορισμός, ἡ Ἔλλειψις Ἀγάπης καί εὐγνωμοσύνης εἰς τόν Δημιουργόν καί Εὐεργέτην, μᾶς ὡδήγησαν εἰς τήν Παρακοήν, καί διά τῆς ΠΑΡΑΚΟΗΣ, χωρισθήκαμε ἀπό τόν Θεόν, ἀπό τήν Πηγήν τῆς Ζωῆς, Χάσαμε τόν Παράδεισον τῆς τρυφῆς, ξεντυθήκαμε τό ἔνδυμα τῆς ἀφθαρσίας καί ντυθήκαμε τό ἔνδυμα τῆς φθορᾶς.

Ὁ Πανάγαθος μᾶς ἔδωσε καιρόν μετανοίας,  καιρόν νά ἔλθουμε ἕκαστος εἰς ἑαυτόν, μᾶς χάρισε καιρόν περισυλλογῆς, ὥστε μετά ἀπό ἕναν ἐνσυνείδητον αὐτοέλεγχον, νά ἔλθουμε εἰς αὐτογνωσίαν καί εἰλικρινῆ Μετάνοιαν, καί νά διορθώσουμε τό ΛΑΘΟΣ τῶν πεπτωκότων, καί διά τῆς ΥΠΑΚΟΗΣ, νά ἐπιστρέψουμε εἰς τήν Πηγήν τοῦ Ζῶντος Ὕδατος, εἰς τόν Ἕνα καί μόνον ἀληθινόν Θεόν ἡμῶν. Καί ἐπειδή καί πάλιν  μόνοι μας δέν μπορούσαμε νά ἐπιστρέψουμε κοντά Του, μᾶς ΕΔΩΚΕ τόν Υἱόν Του, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς Αὐτόν μή ἀπόληται, ἀλλ ᾿  ἔχῃ ζωήν αἰώνιον»(Ἰωάν γ΄ 15,16). Καί ἔτσι ὅ, τι δέν μπορούσαμε νά ἐπιτύχουμε μόνοι μας, τ ό πέτυχε ὁ Κύριος μέ τήν συγκατάβασί Του καί τή Σταυρική Του Θυσία. Αὐτός μέ Τό Πανάγιον Αἷμα Του μᾶς συμφιλίωσε καί μᾶς ἕνωσε μέ τόν Πατέρα καί μεταξύ μας. Χάρις εἰς τήν δικήν Του καί διά τῆς Πίστεώς μας εἰς Αὐτόν ἀξιωθήκαμε νά γίνουμε «σύμπολῖται τῶν Ἁγίων καί οἰκοῖοι τοῦ Θεοῦ.

«Αὐτός Ὁ ΧΡΙΣΤΟΣ ἐσταυρώθη δι᾿  ἡμᾶς καί ἑκών ἐτάφη. Καί ΑΝΕΣΤΗ  ΕΚ ΝΕΚΡΩΝ τοῦ σῶσαι τά σύμπαντα.

Α Υ Τ Ο Ν   Π Ρ Ο Σ Κ Υ Ν Η Σ Ω Μ Ε Ν».





 



ΤΟ ΒΑΘΥΤΕΡΟ ΝΟΗΜΑ ΤΩΝ ΠΑΘΩΝ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ.

 


                            ΔΙΑ ΤΩΝ ΠΑΘΩΝ ΑΠΟΔΕΙΚΝΥΕΤΑΙ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ

ΤΟ ΑΝΩΤΑΤΟ ΠΡΟΤΥΠΟΝ

ΕΙΣ ΤΟΝ ΑΓΩΝΙΖΟΜΕΝΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟΝ.

 

Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος ἀναφωνεῖ: «Μυστήρια Θεοῦ ἐρευνῶντες παραπληκτήσομεν».Τό Μέγα Μυστήριον π.χ.  τῆς Οἰκονομίας τοῦ Θεοῦ, γιά τήν Σωτηρία μας, τό Μυστήριον τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ, ὅπου ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, ὁ τέλειος Θεός, γίνεται καί τέλειος ἄνθρωπος, ἡ συγκατάβασις αὐτή, δέν εἶναι ἀντικείμενον διεξεργασίας τῆς ἀνθρωπίνης Λογικῆς. Δέν τό χωράει ὀ νοῦς μας. Εἷναι ὐπέρ λόγον καί ἔννοιαν.

Τό ἴδιο Μέγα καί παράδοξον εἶναι ἐπίσης καί τό Μυστήριον τῶν Παθῶν τοῦ Χριστοῦ,ἡ ματωμένη πορεία Του πρός τόν Γολγοθᾶ, τά φρικτά καί ἄχραντα Πάθη Του, τά Πάθη τά ὁποία ὑπέμεινε ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, ὡς ἄνθρωπος, ἀντί ἡμῶν. Μυστήριον εἶναι ἡ Χαρά τοῦ Χριστοῦ, νά ἀγωνίζεται καί νά ὑποφέρῃ Αὐτός ἀντί ἡμῶν. Ἔδωκε τήν ψυχήν Του,  ἀντί ἡμῶν. Τό βαθύτερο νόημα τῆς ἐνανθρωπήσεως, τῶν ἀγώνων καί τῶν φρικτῶν Παθῶν τοῦ Χριστοῦ εἶναι Η ΔΙΔΑΧΗ ΤΗΝ ΚΑΙΝΗΣ ΕΝΤΟΛΗΣ. Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ἀγωνιζόμενος καί εὐεργετῶν, χαράσει τήν ὁδόν τῆς ΥΠΑΚΟΗΣ εἰς τό Θεῖον Θέλημα.

Χαράσει τήν καθ᾿ ὑπερβολήν Ὁδόν τῆς τελείας Ἀγάπης πρός τόν Θεόν καί τόν Πλησίον, τήν Ὁδόν ἀπό τό· «κατ᾿  εἰκόνα», εἰς τό·« καθ᾿ ὁμοίωσιν». Μέ τό Αἷμα Του, χαράσει τήν Ὁδόν, τήν ὁποίαν ὀφείλει νά βαδίσῃ ὁ ἄνθρωπος, ὥστε ἀπό «δυνάμει θεός», νά γίνῃ καί «ἐνεργείᾳ θεός».

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ἀγωνιζόμενος καί εὐεργετῶν, ἔφθασε εἰς τήν κορυφήν τῆς τελειότητος καί ὡς ἄνθρωπος.


Μέ τή ζωή καί τή διδασκαλία Του, μέ τόν ὑποδειγματικόν

ἀγῶνα Του, μετουσίωσε τήν σάρκα καί Πνεῦμα, ΝΙΚΗΣΕ τό Κακόν καί τήν ἁμαρτίαν, ΝΙΚΗΣΕ πάντα πειρασμόν, καί ἔφθασε εἰς τήν Κορυφήν, εἰς τόν Γολγοθᾶ καί συνέτριψε διά τῆς Σταυρικῆς Του Θυσίας τήν κεφαλήν τοῦ Ἀρχεκάκου Ὄφεως, ΕΝΙΚΗΣΕ Θανάτῳ τόν Θάνατον καί κατήργησε τόν τό κράτος ἔχοντα τοῦ θανάτου, τοὐτέστι τόν Διάβολον καί μᾶς διδάσκει τήν ΚΑΙΝΗΝ ΕΝΤΟΛΗΝ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ, λέγων: «Ἀγαπᾶτε ἀλλήλους, καθώς ἐγώ ἠγάπησα ὑμᾶς καί ὑμεῖς ἀγαπᾶτε ἀλλήλους». «Ἔπαθεν ὑπέρ ἡμῶν, ὑπολιμπάνων  ἡμῖν ὑπογραμμόν ἵνα ἐπακολουθήσωμεν τοῖς  Ἴχνεσιν Αὐτοῦ» (Α΄ Πέτρ. β΄21).

Ὁ Πάνσοφος  καί παντοδύναμος Θεός ἔπλασε τόν ἄνθρωπον «κατ᾿  εἰκόνα καί καθ᾿ ὁμοίωσιν Αὐτοῦ», τόν ἔπλασε «δυνάμει θεόν» καί καλεῖται νά ἀγωνισθῇ καί τίς θεϊκές δυνατότητες νά τίς μεταβάλλῃ  σέ δυνατότητες. Ἄν θέλ}η, μπορεῖ. Καί ἔρχεται ὁ Χριστός, ὁ Νέος Ἀδάμ, ὁ Νέος ἄνθρωπος καί χαράσσει σέ ὅλους μας τήν ἀνοδική Πορεία ἀπό γῆς πρός Οὐρανόν. Μέ τήν Ἁγία Του Ζωή καί, μέ τόν συνεχῆ καί ἐπίπονον ἀγῶνα Του, μέ τό ΚΑΚΟΝ, μᾶς διδάσκει τόν τρόπον, μέ τόν ὁποῖον θά νικῶμεν πάντα πειρασμόν. Μᾶς καλεῖ νά ἐνοήσωμεν τό Βαθύτερο Νόημα τοῦ Ἀγῶνος καί τῶν Παθῶν Του καί νά ἀκολουθήσωμεν τά ματωμένα Χνάρια Του, νά φθάσωμεν είς τό Ὕψος νά συνακολουθήσωμεν Αὐτόν, νά συσταυρωθοῦμε μαζί Του καί νά συναναστηθοῦμε μαζί Του. Νά μετουσιώσουμε, μέ τόν πνευματικόν μας ἀγῶνα τή σάρκα σέ πνεῦμα, νά φθάσουμε, μέ τή Χάρι τοῦ Θεοῦ καί μέ τή Θέλησί μας εἰς τήν Κορυφήν καί νά γίνουμε θεοί κατά χάριν. Αὐτό καί τό Βαθύτερο νοημα τῶν Παθῶν τοῦ Χριστοῦ.

Γι᾿ αὐτόν ἀκριβῶς τό λόγο καταδέχεται ὁ ΧΡΙΣΤΟΣ καί ὑποφέρει τά φρικτά Πάθη, γιά νά κατανοήσουμε ὅλοι ἐμεῖς τό ἀνώτατο ΧΡΕΟΣ. Νά ὑποτάξωμε, τό ἀτελές καί ἀνόητο Θέλημά μας, εἰς τό Πανάγιον καί παντέλειον ΘΕΛΗΜΑ τοῦ Θεοῦ, νά ἀξιωποιήσουμε τά θεῖα προσόντα, νά γίνουμε συνδημιουργοί, νά γίνουμε θεοί καί Υἱοί  Ὑψίστου πάντες. Μέ τά Πάθη Του ὁ Χριστός ἔγινε τό ἀνώτατο πρότυπο εἰς τόν ἀγωνιζόμενον ἄνθρωπον.



Σᾶς συνιστῶ νά διαβάσετε τόν πρόλογο στόν «Τελευταῖο Πειρασμό», τοῦ Νίκου Καζαντζάκη. «...Νά ὁ ἀνήφορος, πού πῆρε ὁ Χριστός καί μᾶς καλεῖ νά πάρουμε κι᾿ ἐμεῖς ἀκολουθῶντας τά ματωμένα Χνάρια Του. Πῶς νά κινήσουμε κι᾿  ἐμεῖς γιά τήν ἀνώτατη αὐτή κορφή, ὅπου, πρωτότοκος υἱός τῆς σωτηρίας, ἔφτασε ὁ Χριστός· νά τό νἀνώτατο Χρέος τοῦ ἀγωνιζομένου ἀνθρώπου. Ἀνάγκη λοιπόν, γιά νά μποροῦμε νά τόν ἀκολουθήσουμε, βαθειά νά ξέρουμε τόν ἀγῶνα Του, νά ζήσουμε τήν ἀγωνία Του, πῶς νίκησε τίς ἀνθισμένες παγίδες τῆς γῆς, πῶς θυσίασε τίς μεγάλες καί τίς μικρές χαρές τοῦ ἀνθρώπου, κι᾿  ἀνέβηκε ἀπό θυσία σέ θυσία, ἀπό ἄθλο σέ ἄθλο, στήν κορφή τῆς θέλησης, στό Σταυρό. Ποτέ δέν ἀκολούθησα μέ τόσο τρόμο, λέγει ὁ Καζαντζάκης, τήν αἱματωμένη πορεία Του στό Γολγοθᾶ, ποτέ δέν ἔζησα μέ τόση ἔνταση, μέ τόση κατανόηση κι  ἀγάπη τό βίο καί τά Πάθη τοῦ Χριστοῦ, ὅσο τίς μέρες καί τίς νύχτες, πού ἔγραφα τόν «τελευταῖο Πειρασμό»... Γιατί ὁ Χριστός, γιά ν᾿  ἀνέβη στήν  κορυφή τῆς θυσίας, στό Σταυρό, στήν κορυφή τῆς ἐξαῢλωσης, στό Θεό, πέρασε ὅλα τά στάδια τοῦ ἀγωνιζομένου ἀνθρώπου. Ὅλα, καί γι᾿  αὐτό κι  ὁ πόνος Του μᾶς εἶναι γνώριμος καί Τόν πονοῦμε, κι᾿  ἡ τελική νίκη Του μᾶς φαίνεται τόσο καί δικιά μας μελλούμενη νίκη. Ὅ, τι εἶχε βαθειά ἀνθρώπινο ὁ Χριστός μᾶς βοηθάει νά Τόν καταλάβουμε καί νά Τόν ἀγαπήσουμε καί νά παρακολουθοῦμε τά Πάθη Του σά ν᾿ άταν δικά μας Πάθη...».

Ὁ ΧΡΙΣΤΟΣ νίκησε κάθε Πειρασμό καί μᾶς διδάσκει ὅτι κι᾿  ἐμεῖς μποροῦμε, ἄν θέλουμε, μέ τή Χάρι Του καί τήν καλή μας θέλησι, νά νικῶμεν τούς πειρασμούς καί νά φθάσουμε

εἰς τήν Κορυφήν τῆς τελειότητος, νά  μεταμορφώσουμε τόν κόσμον σέ «Καινή κτίσι», ἀρκεῖ νά μετά-νοήσωμεν εἰλικρινά καί νά μιμηθοῦμε τόν Χριστόν εἰς τήν ἀνοδική Του Πορεία πρός τόν Γολγοθᾶ, καί νικῶντας τόν Κακόν μας ἑαυτόν, τόν κόσμον καί τόν Διάβολον, νά φθάσουμε στήν Κορυφή τῆς πνευματικῆς τελειώσεως. Νά φθάσουμε στό Θεό, νά ΓΙΝΟΥΜΕ θεοί καί υἱοί Ὑψίστου πάντες.

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ πάνω στό Σταυρό ἄνοιξε διάπλατη τήν ἀγκαλιά Του καί περιμένει τήν ἐπιστροφή μας κοντά Του. Ἔγινε ὁ Χριστός, γιά ὅλους τούς ἀνθρώπους, μιά ζεστή, μεγάλη ἀγκαλιά, γιά νά τόν μιμηθοῦμε. Νά παλαίψουμε μέ τό ΚΑΚΟ καί τήν Ἁμαρτία καί νά νικήσουμε. Καί νικητές, νά γίνουμε κι᾿  ἐμεῖς μιά ζεστή ἀγκαλιά, ὁ Ἕνας, γιά τόν Ἄλλον.

Ἄν δέν ἀκολουθήσωμε τά ματωμένα Χνάρια τοῦ ΧΡΙΣΤΟΥ καί ἄν δέν ἀνεβοῦμε τόν δικόν μας Γολγοθᾶ, Ἅν δέν βιώσουμε τήν γνησίαν ἀγάπην, Ἄν δέ ἀποστραφοῦμε τό ΚΑΚΟΝ, ἌΝ δέν ἐγκολπωθοῦμε τό Εὐαγγέλιον τῆς Ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ, ζῶντες καθώς πρέπει ἁγίοις, ΤΟΤΕ θά μείνουμε κατάκοιτοι στή χώρα καί τή σκιά τοῦ θανάτου.  Εἶναι ἀνάγκη νά κατανοήσουμε τό βαθύτερο νοήμα τῶν Παθῶν τοῦ Χριστοῦ καί νά Τόν ἀκολουθήσουμε πιστά στήν ἀνοδική Του Πορεία, πρός τήν Κορυφή, ΣΤΟ ΣΤΑΥΡΟ. Εἶναι ἀνάγκη νά Σταυρωθοῦμε μαζί μέ τόν Χριστόν. Ἔτσι καί μόνον ἔτσι θά ἀξιωθοῦμε μαζί Του νά Ἑορτάσουμε τήν Ἀνάστασιν Αὐτοῦ, ὑμνοῦντες καί εὐλογοῦντες τόν Θεόν εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. ΑΜΗΝ.


Non
finito. Ὡς συνέχεια συνιστῶ τή μελέτη τοῦ βιβλίου μου:

«ΘΡΙΑΜΒΟΣ ΠΑΝΩ ΣΤΟ ΘΑΝΑΤΟ καί Θεραπεία τοῦ φόβου τοῦ θανάτου» , Ἔκδ. Ἑπτάλοφος.

 

 


Πέμπτη 10 Απριλίου 2025

ΗΛΘΕ ΚΙ᾿ ΕΒΑΛΕ ΦΩΤΙΑ ΣΤΗ ΓΗ

 



«ΠΥΡ ΗΛΘΟΝ ΒΑΛΕΙΝ ΕΠΙ ΤΗΝ ΓΗΝ»

(Λουκ. ιβ΄49).

Ὁ Κύριος ἦλθε καί ἔβαλε φωτιά στή γῆ. Κήρυξε τό Εὐαγγέλιον τῆς Ἀγάπης Του. Καί οἱ ἄνθρωποι, μέ τήν δική τους Θέλησι, χωρίσθηκαν πράγματι  σέ δυό Κατηγορίες: α) Σέ Κείνους πού Τόν δέχθηκαν καί πίστεψαν ὁλόψυχα στό Ἅγιον Ὄνομά Του, καί, μέ Χαρά,  Τοῦ ἄνοιξαν τήν πονεμένη τους  καρδιά καί  πρόθυμα, συνειδητά, ἀθόρυβα καί ταπεινά τηροῦν τάς Ἐντολάς Του.\Εἷναι Ἐκεῖνοι, πού πίστεψαν εἰς τόν Ἀληθινόν ΜΕΣΣΙΑΝ καί εἰς τούς ὁποίους « ἔδωκεν ἐξουσίαν τέκνα Θεοῦ γενέσθαι»(Ἰωάν. α΄11-12).

Εἷναι ὅλοι, ὅσοι πίστεψαν εἰς Αὐτόν, τόν Υἱόν τοῦ Θεοῦ ἐνανθρωπήσαντα,  καί Τόν λατρεύουν «ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ», μέ ὅλην τήν καρδιά τους.

Εἷναι ἄνθρωποι ἁπλοϊκοί, ἔχουν ἄκρα Ταπείνωσι καί ἄδολη Ἀγάπη, ἔχουν  καθαροί καρδιά γεμᾶτη Καλωσύνη. Ὁλόψυχα ἐγκολπώθηκαν, «ὡς δώρημα τέλειον» τό Εὐαγγέλιον τῆς Ἀγάπης Του καί τό κάνουν «Πρᾶξι» στήν καθημερινή τους Ζωή καί ἀκολουθοῦν Πιστά τά Ματωμένα Χνάρια τοῦ Χριστοῦ, πορευόμενοι ἀπό γῆς πρός Οὐρανόν. Ἔχουν γλυκό λόγο, καί  τρέφουν καί ποτίζουν τόν Χριστόν, στό πρόσωπον τῶν ἐλαχίστων ἀδελφῶν Του καί εἰσέχονται καί κληρονομοῦν τήν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, τήν ἡτοιμασμένην δι᾿ αὐτούς ἀπό καταβολῆς κόσμου(Ματθ. κε΄34-40).

β) Ἡ δεύτερη Κατηγορία εἶναι ἐκεῖνοι, πού δέν Τόν δέχθηκαν, δέν πίστεψαν εἰς τό Ὄνομά του, εἶναι ὅλοι Ἐκεῖνοι, οἱ Ἄπιστοι, πού  ἀρνήθηκαν τόν ἀληθινόν ΜΕΣΣΙΑΝ καί, ὄχι μόνον Τόν ἀρνοῦνται, ἀλλά καί Τόν πολεμοῦν, μέ λυσσώδη μανίαν. Δέν δέχονται τό Εὐαγγέλιον τῆς Ἀγάπης Του καί,  δέν ἔχουν ἴχνος εὐσπλαγχνίας πρός τόν συνάνθρωπόν τους. Δέν φροντίζουν τόν Χριστόν, εἰς τό πρόσωπον τῶν ἐλαχίστων ἀδελφῶν Του καί ἀπό  τήν κακή τους Θέλησι, πορεύονται ὁλοταχῶς εἰς τήν ἄβυσσον τῆς αἰώνιας  Ὀδύνης, «εἰς τό Πῦρ τό αἰώνιον τῷ ἡτοιμασμένον τῷ Διαβόλῳ καί τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ»(Ματθ. κε΄41) καί ὁ Κύριος αἰτιολογεῖ τήν ἐκλογή τους καί λέγει: «Ἐφ᾿ ὅσον οὐκ ἐποιήσατε ἑνί τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, οὐδέ ἐμοί ἐποιήσατε»(Ματθ. κε΄41-46). Οἱ ἄπιστοι καί βαπτισθέντες δέν τίμησαν τήν Χάριν τοῦ Ἁγίου Βαπτίσματος. Ὁ Χριστός μᾶς βαπτίζει ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ καί Πυρί. Τό Πῦρ εἶναι Φῶς πού θερμαίνει καί φωτίζει τούς δικαίους, τούς Πιστούς, ἀλλά καί Φωτιά, πού κατακαίει, ὡς τό ἄχυρον τούς ἀδίκους καί Ἀπίστους. Οἱ Ἄπιστοι φλογίζονται καί κατακαίονται ἀπό δική τους κακή προαίρεσι.

Ὁ ΧΡΙΣΤΟΣ, «ἰδού κεῖται εἰς πτῶσιν καί Ἀνάστασιν πολλῶν ἐν τῷ Ἰσραήλ καί εἰς σημεῖον ἀντιλεγόμενον»(Λουκ. β΄34. πρβλ. καί Λουκ. ιβ΄49). ΟΥΤΟΣ, ὁ Ἰησοῦς Χριστός, Ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ τοῦ Ζῶντος, θά γίνῃ αἰτία   ΠΤΩΣΕΩΣ  καί ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ πολλῶν ἐν τῷ Ἰσραήλ. Ὅσοι δέν Τόν δέχονται καί δέν πιστεύουν εἰς τό Ὅνομά Του, ἀπό δική τους κακή προαίρεσι ὁδηγοῦνται εἰς ΠΤΩΣΙΝ καί θά ἀπολεσθοῦν, θά χαθοῦν ἐξ αίτίας τῆς ἀποστασίας τους. Ὅσοι ὅμως Τόν δέχονται καί πιστεύουν εἰς τό Ὄνομά Του ὁδηγοῦνται εἰς  Ἀνάστασιν, θά ἀναστηθοῦν, θά ἀπελευθερωθοῦν .  ἀπό τίς ἁμαρτίες τους καί θά σωθοῦν. Διότι εἰς αὐτούς ΔΙΔΕΙ ἐξουσίαν τέκνα Θεοῦ γενέσθαι. Εἶναι ἀποτέλεσμα ἐκλογῆς ἐνώπιον τοῦ Ἐνανθρωπήσαντος.  Εἰς τό Μέγα θαῦμα τῆς Ἐναθρωπήσεως ἀποκαλύπτεται εἰς τό Πρόσωπον τοῦ Ἰησοῦ ἡ Ἕνωσις τῶν δύο φύσεων τῆς Θείας καί τῆς ἀνθρωπίνης. Τό Θαῦμα αὐτῆς τῆς ἐνώσεως ὑπερβαίνει τή νοητική μας ἰκανότητα καί ἀντιλέγεται ἀπό τούς ἀπίστους, ἐνῷ οἱ καλοπροαίρετοι, οἱ ἁπλοϊκοί καί ταπεινοί, γεμᾶτι Καλωσύνη, ὁδηγοῦνται διά τοῦ Θαύματος αὐτοῦ εἰς τήν Πίστιν καί εἰς τήν Ἁγίαν ζωήν καί σώζονται. Οἱ ἀνειλικρινεῖς καί Ἐγωϊστές ἀπιστοῦν,   κατακρίνονται καί χάνονται. ΕΙΘΕ ὁ Μακρόθυμος, νά μᾶς ἀξιώσῃ τῆς ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ παρατάξεως, νά μᾶς ἀξιώσῃ νά δεχθοῦμε στήν καρδιά μας τόν ΧΡΙΣΤΟΝ καί νά Τόν ΛΑΤΡΕΥΩΜΕΝ. Δίοτι Αὐτός καί μόνον Αὐτός «ΕΣΤΑΥΡΩΘΗ ΔΙ᾿  ΗΜΑΣ  ΚΑΙ ΕΚΩΝ  ΕΤΑΦΗ ΚΑΙ ΑΝΕΣΤΗ ΕΚ ΝΕΚΡΩΝ, ΤΟΥ ΣΩΣΑΙ ΤΑ ΣΥΜΠΑΝΤΑ. ΑΥΤΟΝ ΠΡΟΣΚΥΝΗΣΩΜΕΝ!»