Τετάρτη 15 Ιουνίου 2016

ΑΝΑΓΚΗ ΤΩΝ ΚΑΙΡΩΝ


ΣΤ

Περιεχόμενο καί χαρακτῆρας τοῦ θείου κηρύγματος.
 
 
 
 
       Περιεχόμενον τοῦ κηρύγματός μας εἶναι ὁ ΧΡΙΣΤΟΣ, ὁ Ἐσταυρωμένος (Α΄Κορινθ. α΄ 23-24. β΄ 2): «Ἡμεῖς δέ κηρύσσομεν Χριστόν ἐσταυρωμένον, Ἰουδαίοις μέν σκάνδαλον, Ἕλλησι δέ μωρίαν, αὐτοῖς δέ τοῖς κλητοῖς, Ἰουδαίοις τε καί  Ἕλλησι, Χριστόν Θεοῦ δύναμιν καί Θεοῦ σοφίαν».

  Οἱ Ἱερεῖς τοῦ Θεοῦ, γνήσιοι ὑπηρέτες τοῦ κηρύγματος, ἀλλά καί κάθε πιστός πνευματικός ἐργάτης, δέν ὀμιλοῦν σύμφωνα μέ τίς ἀτελεῖς καί λαθεμένες ἀνθρώπινες ἰδέες, οὔτε ἔχουν ἀνάγκην νά χρησιμοποιοῦν κοσμικά, ρητορικά τεχνάσματα καί σχήματα λόγου, γιά νά προσελκύουν τήν προσοχή καί τό ἐνδιαφέρον τῶν ἀκροατῶν τους.

  Κηρύττουμε «λόγια Θεοῦ». «Τά λόγια  Κυρίου λόγια ἁγνά, ἀργύριον  πεπυρωμένον,  δοκίμιον τῇ γῇ κεκαθαρισμένον ἑπταπλασίως» (πού δοκιμάσθηκε ἡ καθαρότης του, καί ἔχει καθαρισθῇ τελείως) (Ψαλμ. ια΄ 7).

Ἔχουμε συνείδησιν ὅτι «οὐκ ἔχομεν ὧδε μένουσαν πόλιν, ἀλλά τήν μέλλουσαν ἐπιζητοῦμεν» (Ἑβρ. ιγ΄ 14), «ἡμῶν γάρ τό πολίτευμα ἐν οὐρανοῖς ὑπάρχει» (Φιλιπ. γ΄ 20). Μιλᾶμε ἐξ ὀνόματος τοῦ Θεοῦ. Σάν δικοί Του ἀπεσταλμένοι, «ὡς ἔχοντες ἐξουσίαν καί οὐχ ὡς οἱ Γραμματεῖς» (Ματθ. ζ΄ 29. Μάρκ. α΄ 22).

   Ἀποβλέπουμε στό νά ὁδηγήσουμε τούς ἀνθρώπους  στήν «ἐν Χριστῷ ζωήν» καί σωτηρίαν. Αὐτό ἔχει ἀνάγκη καί αὐτό περιμένει ἀπό μᾶς ὁ κόσμος. Νά πληροφορήσουμε σωστά τόν καθένα, πού διψᾶ τή σωτηρία του καί μέ λαχτάρα ἐρωτᾶ : «Τί με δεῖ ποιεῖν ἵνα σωθῶ;» (Πραξ. ιστ΄ 30).

    Κριτήριο τῶν διδασκομένων ἡ Ὀρθοδοξία. Τό κήρυγμα τοῦ Θείου λόγου στηρίζεται στά δόγματα καί στίς Παραδόσεις τῆς Ἐκκλησίας, στίς ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν  Συνόδων τῆς ἀδιαιρέτου Ἐκκλησίας. Πρᾶγμα πού σημαίνει πώς τό κήρυγμα πρέπει νἆναι «Ἐκκλησιαστικό». Κάθε κήρυκας τοῦ λόγου ὀφείλει νά παριστᾶ τόν ἑαυτόν του στό Θεό δοκιμασμένον καί τέλειον «ἐργάτην ἀνεπαίσχυντον, ὀρθοτομοῦντα τόν λόγον τῆς ἀληθείας», καί νά ἀποφεύγῃ «τάς βεβήλους κενοφωνίας» (Β΄Τιμόθ. β΄15-16).

Ὀφείλουμε νά ἀποφεύγουμε, δέν πρέπει νά κηρύττουμε:

·     Τά αὐστηρῶς ἐπιστημονικά Θέματα.

·     Ὅ,τι ἀνήκει αὐστηρῶς στίς Φυσικές Ἐπιστῆμες.

·     Ἀκόμη καί αὐτά τά αὐστηρῶς θεολογικά Θέματα. Αὐτό δέν σημαίνει ὅτι ἐμεῖς δέν μελετᾶμε τά Θέματα αὐτά. Ἀντίθετα ὀφείλουμε νά τά κατέχουμε, ἕτοιμοι νά δώσουμε λόγο στόν καθένα ἀνά πᾶσαν στιγμήν. Ἐπίσης δέν πρέπει νά κηρύττουμε:

·     Ὅ,τι δέν ἔχει ἄμεση ἤ ἔμμεση σχέσι μέ τό Χριστό. Δηλαδή:

·     α) Κανέναν ἀπολύτως πολιτικό Φατριασμό.  Κύριος μᾶς ὁδηγεῖ λέγων· «ἀπόδοτε τά Καίσαρος τῷ Καίσαρι καί τά τοῦ Θεοῦ τῷ Θεῷ» (Ματθ. κβ΄ 21).

Αὐτό δέν σημαίνει ὅτι δέν πρέπει νά ἐλέγχουμε τά κακῶς κείμενα. Ὀφείλουμε νά στηλιτεύουμε, νά ἐλέγχουμε αὐστηρά κάθε ἀδικία, ὁποθενδήποτε προερχομένην. Νά πολεμοῦμε τό Κακόν καί τήν ἁμαρτίαν ἄχρι θανάτου. Νά ὑπερασπιζώμαστε τά δίκαια τοῦ Λαοῦ τοῦ Θεοῦ, μέ πραότητα καί μέ θυσιαστική Ἀγάπη. Νά προστατεύουμε τά πρόβατα ἀπό τούς βαρεῖς λύκους, «ἀπό τούς ληστές μέ τό λευκό κολλάρο», ἀπό ὅλους αὐτούς, πού παρουσιάζονται σάν Ἐθνοσωτῆρες, ἐνῶ στήν πραγματικότητα εἶναι Ὀλετῆρες, Καταστροφεῖς.

Οἱ Ποιμένες ἔχουμε  χρέος, μέ τή θεία συμμαχία,
         νά πολεμοῦμε μέχρι θανάτου τήν ἀδικία, πού
         διαπράττεται σέ βάρος τοῦ Λαοῦ, ἀπό τούς 
         Ἄρχοντες  καί Ἐξουσιαστές τοῦ κόσμου τούτου.
 
     Ἔχουμε χρέος νά ἀφυπνίσουμε τό Λαό τοῦ Θεοῦ, νά ὁπλισθοῦμε μέ θάρρος καί  μέ τά ὅπλα τοῦ Φωτός καί νά ὑπερασπιζώμαστε τά δικαιώματά τους.

·     Τό κήρυγμά μας πάντοτε ἔχει σωτηριολογικό χαρακτῆρα, δέν εἶναι κήρυγμα αὐτοπροβολῆς, δέν κηρύττομεν τόν ἑαυτόν μας, ἀλλά τόν Χριστόν.

·     Συνεπῶς «οὔτε ἐν λόγῳ κολακίας, οὔτε ἐν προφάσει πλεονεξίας, οὔτε ζητοῦντες ἐξ ἀνθρώπων δόξαν» (παρβλ. Α΄ Θεσσαλ. β΄ 4).

·      Βασικό ἀξίωμα, γιά τόν κήρυκα τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ εἶναι τοῦτο:

·     «ΕΚΕΙΝΟΝ, (δηλ. τόν Χριστόν) δεῖ αὐξάνειν, ἐμέ δέ ἐλαττοῦσθαι» (Ἰωάν. γ΄ 30).

·     Ὁ χαρακτήρας τοῦ κηρύγματός μας πρέπει νἆναι ΧΡΙΣΤΟΚΕΝΤΡΙΚΟΣ.  Ἐκθέτουμε ὁλόκληρο  τό
         «ἐν Χριστῷ πλήρωμα τῆς Ἀληθείας».
          Κηρύττουμε       Ἰησοῦν Χριστόν Ἐσταυρωμένον
           καί ἐγηγερμένον ἐκ νεκρῶν.


          Δέν κηρύττουμε τόν Ἰησοῦν ὡς Διδάσκαλον ἁπλῶς τῆς ὑπέροχης καί μοναδικῆς Εὐαγγελικῆς Ἠθικῆς.
Ἀλλά τόν Ἰησοῦν ὡς ἀπεσταλμένον ἀπό τό Θεό ΣΩΤΗΡΑ καί  ΛΥΤΡΩΤΗ, πού, μέ τή Σταυρική Του Θυσία, μέ τό Αἷμα Του, μᾶς ἔλουσε καί μᾶς ἐκαθάρισε ἀπό τίς ἁμαρτίες καί ἐποίησεν ἡμᾶς βασιλεῖς, ἱερεῖς τῷ Πατρί αὐτοῦ (Ἀποκ. α΄ 5-6) καί πού μᾶς συμφιλίωσε μέ τόν Οὐράνιον Πατέρα καί μεταξύ μας καί ἔγινε σέ μᾶς «Σοφία ἀπό Θεοῦ, δικαιοσύνη τε καί ἁγιασμός καί ἀπολύτρωσις» (Α΄ Κορινθ. α΄ 30).

   Τό κήρυγμά μας εἶναι ἡ «ΒΙΒΛΟΣ ΓΕΝΕΣΕΩΣ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ». Ὁμολογοῦμεν τόν Ἰησοῦν Χριστόν
ἐν σαρκί ἐληλυθότα (Α΄ Ἰωάν. δ΄ 2). Ἀναφερόμαστε ἀσφαλῶς καί διακηρύττουμε τό γεγονός τῆς Ἐνανθρωπήσεως,
 τά λόγια καί τά θαύματά Του, ἀλλά κυρίως μιλᾶμε γιά τή Σταυρική Του Θυσία καί τήν Ἀνάστασί Του, γιά τόν Θρίαμβόν Του πάνω στό Θάνατο, μέ τόν ὁποῖον μᾶς χάρισε ζωήν καί ἀφθαρσίαν.
     Κηρύττουμε ὡς διάκονοι «κατά τήν δωρεάν τοῦ Θεοῦ», πού δόθηκε σέ μᾶς «εὐαγγελίσασθαι τόν ἀνεξιχνίαστον πλοῦτον τοῦ Χριστοῦ καί φωτίσαι πάντας
τίς ἡ οἰκονομία τοῦ μυστηρίου τοῦ ἀποκεκρυμμένου ἀπό τῶν αἰώνων ἐν τῷ Θεῷ…» (πρβλ. Ἐφεσ. γ΄ 7-12).

ΣΚΟΠΟΣ τῆς, λόγῳ καί ἔργῳ, διδαχῆς μας εἶναι ἡ ἐν Χριστῶ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων καί δόξα τοῦ Θεοῦ.

ΠΗΓΕΣ τῆς διδαχῆς μας εἶναι ἡ Ἁγία Γραφή καί ἡ
διδασκαλία τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας. Εἶναι ντροπή νά μή μελετᾶμε τά σοφά συγγράμματα τοῦ Μεγάλου  Βασιλείου, τοῦ Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, τοῦ Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, τοῦ Γρηγορίου Νύσσης, τοῦ Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ, ἀλλά καί τῶν ἄλλων ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας καί μάλιστα μερικοί νά  καταφεύγουμε «στά λασπονέρια» τῆς θύραθεν σοφίας.

ΓΝΩΡΙΣΜΑΤΑ τῆς διδασκαλίας μας:

·     Ὁ Χριστοκεντρικός,

·     Ὁ Βιβλικός καί

·     Ὁ Ἐκκλησιαστικός χαρακτήρας.

 Παρρησία, ἡ Καθολικότης τῆς διά τοῦ Χριστοῦ σωτηρίας καί ἡ Προσαρμοστικότης (σημεῖα ἐπαφῆς μέ τόν κόσμο, ἐξεύρεσις νέων τρόπων καί  μεθόδων προσεγγίσεως τῶν ἀνθρώπων). Σημειώνουμε ἐδῶ ὅτι τό κήρυγμά μας πρέπει  νἆναι σύγχρονο, νά εἶναι βγαλμένο μέσα ἀπό τή Γραφή καί νά ἀγγίζῃ τά καθημερινά προβλήματα τοῦ λαοῦ. Ὁ Κήρυκας τοῦ Θείου λόγου  ὀφείλει νά λαμβάνῃ ὑπ’ ὄψιν του τά σύγχρονα κοινωνικά προβλήματα. Νά γνωρίζῃ καλά τή σύγχρονη πραγματικότητα.

  Μερικά ἀπό τά ἀξιώματα, πού πρέπει νά ἐμπνέουν κάθε γνήσιον κήρυκα τοῦ Θείου λόγου καί νά διέπουν τό Ὀρθόδοξο κήρυγμα εἶναι τά κάτωθι:

·     «Θεμέλιον ἄλλον οὐδείς δύναται θῆναι παρά τόν κείμενον, ὅς ἐστιν Ἰησοῦς Χριστός» (Α΄Κορινθ. γ΄11).

·     «Ἐκεῖνον (δηλ. τόν Χριστόν) δεῖ αὐξάνειν, ἡμᾶς δέ ἐλαττοῦσθαι» (πρβλ. Ἰωάν. γ΄ 30).

·     «Πειθαρχεῖν δεῖ Θεῷ μᾶλλον ἤ ἀνθρώποις» (Πραξ. δ΄19. ε΄ 29).

·     «Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ οὐ δέδεται» (Β΄Τιμόθ. β΄ 9).

·      Καί ὅτι «Οὐκ ἔστι προσωπολήπτης ὁ Θεός, ἀλλ’ ἐν παντί ἔθνει ὁ φοβούμενος αὐτόν καί ἐργαζόμενος δικαιοσύνην δεκτός αὐτῷ ἐστι» (Πραξ. ι΄ 34-35) κ. ἄ.

 
 

 

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου