«Καί ἀντλήσατε
ὕδωρ μετ’ εὐφροσύνης
ἐκ τῶν
πηγῶν τοῦ σωτηρίου» (Ἡσ. 12,3).
Εἶναι
καιρός νά συνειδητοποιήσουμε ὅλοι ὅτι ξεφύγαμε ἀπό τό δρόμο τοῦ Θεοῦ, ἀπό τό
δρόμο τῆς Ζωῆς, Χάσαμε τήν κοινωνία, τή συνομιλία, τή σχέσι καί ἕνωσι μέ τόν
Θεόν. Μέ τή θέλησί μας, διά τῆς παρακοῆς, χωρισθήκαμε ἀπό τήν πηγήν τοῦ Ζῶντος Ὕδατος,
ἀπό τόν Ἕνα καί Μόνον ἀληθινόν Θεόν καί ἐγκατασταθήκαμε σ’ αὐτήν ἐδῶ τήν
παροικία, «ἐν γῇ ἐρήμῳ καί ἀβάτῳ καί ἀνύδρῳ».
Ὁ
Πανάγαθος καί πάνσοφος Δημιουργός εἶναι Ἀγαθός καί μεταδοτικός τοῦ ἀγαθοῦ.
Μπορεῖ, ὡς Παντοδύναμος, νά μᾶς ἐξαναγκάσῃ νά ἀκολουθήσουμε τό δρόμο τῆς Ζωῆς,
«ἀλλ’ οὐ βιάζεται δέ τινα διά τό αὐτεξούσιον». Θέλει τά πλάσματά Του νά σωθοῦν, νά ὁμοιάσουν μέ τόν
Δημιουργόν καί Θεόν τους , μέ τή θέλησί τους. Θέλει νά κάνουμε καλή
χρῆσι τοῦ νοῦ καί τῆς ἐλευθερίας μας καί νά βαδίσουμε ἀπό τό «κατ’ εἰκόνα» εἰς τό «καθ’ ὁμοίωσιν», νά γίνουμε, μέ τή
θέλησί μας, θεοί κατά χάριν. Θέλει νά
νοιώσουμε τή χαρά τῆς συνδημιουργίας.
«Κρούει τήν θύραν...». Ὡς ἄπειρη ἀγάπη,
μᾶς καλεῖ καί λέγει: «Οἰ διψῶντες
πορεύεσθε ἐφ’ ὕδωρ. Καί ἀντλήσατε ὕδωρ
μετ’ εὐφροσύνης ἐκ τῶν πηγῶν τοῦ σωτηρίου».
Πηγή τῆς σωτηρίας μας εἶναι ὁ
Χριστός, ὁ ὁποῖος ἔρχεται κοντά μας, σάν ταπεινός ἄνθρωπος, μέ
σκοπό νά μᾶς ὁδηγήσῃ στό δρόμο τῆς ζωῆς καί νά μᾶς ἐπανεισάγῃ εἰς τόν
Παράδεισο. Ἔρχεται νά μᾶς ἀνασύρῃ ἀπό «τήν
ἰλύν βυθοῦ», εἰς τήν ὁποίαν ἔχουμε ἐμπαγῇ. Μᾶς πλησιάζει ἀθόρυβα, «ὡς αὔρα λεπτή», σπογγίζει τά δάκρυά
μας, ἁπαλύνει τόν πόνον μας καί μᾶς καλεῖ νά Τόν ἀκολουθήσουμε, μέ τή θέλησί
μας, «εἰς ζωῆς πηγάς ὑδάτων». «Ἐάν τις διψᾷ», λέγει ὁ Κύριος, «ἐρχέσθω πρός με καί πινέτω» (Ἰωάν.
ζ΄37). Καί τονίζει ὅτι ἐκεῖνος πού πίνει τό φυσικό νερό
ξαναδιψάει. Πράγματι ὅλα τά πράγματα τοῦ κόσμου, τά γήϊνα καί φθαρτά, δέν
γεμίζουν τήν ψυχή μας, δέν ἱκανοποιοῦν τίς μεταφυσικές μας ἀνησυχίες, δέν μᾶς
χαρίζουν χαρά καί εὐφροσύνη, ἀγαλλίασι καί ἀνάπαυσι. Ἀντίθετα μάλιστα
διευρύνουν τό ὑπαρξιακό κενό καί
γεμίζουν τήν ψυχή καί τή ζωή μας θλῖψι.
Ἐκεῖνος ὅμως, πού θά πιῇ ἀπό τό ζωντανό νερό, πού θά τοῦ δώσω ἐγώ, δέν θά ξαναδιψάσῃ ποτέ, ἀλλά τό νερό, πού τοῦ δώσω ἐγώ θά γίνῃ μέσα του πηγή ὕδατος ἀλλομένου εἰς ζωήν αἰώνιον, νερό πού θά ξεχύνεται γύρω του καί θά μᾶς γεμίζει χαρά καί μακαριότητα, ἀλλά θά χαροποιῇ καί θά χαρίζει ζωή αἰώνιον καί στούς γύρω μας, τούς συνανθρώπους μας (παρβλ. Ἰωάν. δ΄ 13-14).
Ἐκεῖνος ὅμως, πού θά πιῇ ἀπό τό ζωντανό νερό, πού θά τοῦ δώσω ἐγώ, δέν θά ξαναδιψάσῃ ποτέ, ἀλλά τό νερό, πού τοῦ δώσω ἐγώ θά γίνῃ μέσα του πηγή ὕδατος ἀλλομένου εἰς ζωήν αἰώνιον, νερό πού θά ξεχύνεται γύρω του καί θά μᾶς γεμίζει χαρά καί μακαριότητα, ἀλλά θά χαροποιῇ καί θά χαρίζει ζωή αἰώνιον καί στούς γύρω μας, τούς συνανθρώπους μας (παρβλ. Ἰωάν. δ΄ 13-14).
Ὁ
Κύριος στήν Ἀποκάλυψι, μᾶς φανερώνει τήν πραγματοποίησι τοῦ σκοποῦ τῆς ἐνανθρωπήσεώς
Του καί λέγει: « Γέγονεν· ἐγώ τό Α καί
τό Ω, ἡ Ἀρχή καί τό Τέλος. Ἐγώ τῷ διψῶντι δώσω ἐκ τῆς Πηγῆς τοῦ ὕδατος τῆς ζωῆς
δωρεάν» (Ἀποκ. κα΄ 6). Ὁ
Χριστός εἶναι ὁ Νυμφίος τῆς Ἐκκλησίας
καί ὁ νυμφίος τῆς κάθε ψυχῆς χωριστά. Ἡ ἐκκλησία, ἐμπνεομένη ἀπό τό Ἅγιον
Πνεῦμα, ποθεῖ τόν Νυμφίον καί τόν καλεῖ νά ἔλθῃ γρήγορα κοντά καί νά βασιλεύσῃ
στίς καρδιές μας. Καί καθένας πού διψᾷ τή ζωή και τή χαρά, πού μεταδίδει ὁ Κύριος τόν καλεῖ νά ἔλθῃ καί λέγει: «Ἔρχου, Κύριε Ἰησοῦ. Καί ὁ Κύριος ἀποκρίνεται σέ κάθε ψυχή, πού Τόν δέχεται λέγων:Ναί, ἔρχομαι ταχύ» (Ἀποκ. κβ΄ 20),
καί ὁ διψῶν ἐρχέσθω, καί ὁ θέλων λαβέτω ὕδωρ ζωῆς δωρεάν» (Ἀποκ. κβ΄ 17).
«Ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ, καθώς εἶπεν ἡ
Γραφή, ποταμοί ἐκ καί ὁ διψῶν ἐρχέσθω, καί ὁ θέλων λαβέτω ὕδωρ ζωῆς δωρεάν» (Ἀποκ. κβ΄ 17).
τῆς κοιλίας αὐτοῦ ρεύσουσιν ὕδατος ζῶντος» (Ἰωάν. ζ΄ 38).
Ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης ἐξηγεῖ ὅτι «τοῦτο δέ εἶπε περί τοῦ Πνεύματος οὗ ἔμελλον λαμβάνειν οἱ πιστεύοντες εἰς αὐτόν» (Ἰωάν. ζ΄ 39).
Πρᾶγμα, πού σημαίνει ὅτι γιά νά λάβουμε τό ὕδωρ τό ζῶν, ἀπαιτεῖται «πίστις δι’ ἀγάπης ἐνεργουμένη», ἀπαιτεῖται καθαρότητα καρδίας. Πρέπει ἡ ψυχή μας νά κατακαίεται ἀπό τή λαχτάρα, γιά τό Χριστό. Νά ποθεῖ τό Χριστό, ὡς ἐπιποθεῖ ἠ ἔλαφος ἐπί τάς πηγάς τῶν ὑδάτων, νά διψᾷ , νά θέλῃ πολύ καί νά ζητεῖ τό ὕδωρ τό ζῶν καί μέ τή θέλησί του, νά καθαρίζῃ τόν ἐαυτό του ἀπό κάθε πονηρό λογισμό , ἀπό κάθε μολυσμό σαρκός καί πνεύματος, συγχρόνως δέ ἐπιτελῇ ἁγιωσύνην ἐν φόβῳ Θεοῦ, γιά νά δεχθῇ στήν ψυχή και στή ζωή του τό ζωντανό νερό, τό ὕδωρ τό ζῶν, τίς δωρεές τοῦ παναγίου Πνευματος.
Ὁ πιστός ὀφείλει νά εἶναι δεκτικός τῆς Χάριτος καί τῶν δωρεῶν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Διότι «μακάριοι εἶναι οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοί τόν Θεόν ὄψονται» (Ματθ. ε΄ 8). Ὁ ποιητής λέγει:
«Σέ ἀνθρώπους, πού ἡ ἁμαρτία μιαίνει,
Κρυμμένη ἡ Θεότητά μου θά μένει».
Ὁ πονηρός ὀφθαλμός, ὁ βλαμμένος
νοῦς, ἡ ἀκάθαρτη καρδιά δέν μπορεῖ νά λάβῃ τή θεία Χάρι. Δέν μπορεῖ νά ἔλθῃ σέ
κοινωνία, συνομιλία σχέσι καί ἕνωσι μέ τόν καθαρόν Θεόν. «Λούσασθε καί καθαροί γίνεσθε, ἀφέλετε τάς πονηρίας ἀπό τῶν ψυχῶν ὑμῶν ἀπέναντι
τῶν ὀφθαλμῶν μου... Καί δεῦτε διαλεχθῶμεν, λέγει Κύριος Παντοκράτωρ» (Ἡσ. α΄
16-18).
Στό
χέρι μας εἶναι, ἀπό τήν καλή μας θέλησι ἐξαρτᾶται νά
λάβουμε τή Χάρι καί τίς δωρεές τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. τό ὕδωρ τό ζῶν.«Καί ὁ διψῶν ἐρχέσθω, καί ὁ θέλων λαβέτω ὕδωρ ζωῆς δωρεάν» (Ἀποκ. κβ΄ 17).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου