Δευτέρα 11 Φεβρουαρίου 2019

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΤΕΛΩΝΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΦΑΡΙΣΑΙΟΥ (Λουκ.ιη΄9-14).



Πρόσωπα καί προσωπεῖα.





«Ἄνθρωποι δύο ἀνέβησαν εἰς τό ἱερόν προσεύξασθαι,

ὁ εἷς Φαρισαῖος καί ὁ ἕτερος Τελώνης»(Λουκ. ιη΄10).



Κύριος λέγει τήν παραβολή τοῦ Τελώνου καί τοῦ Φαρισαίου σέ μερικούς, πού ἔχουν πεποίθησι εἰς τούς ἑαυτούς τους, σέ μερικούς πού ἔχουν ὑψηλή ἰδέα, γιά τόν ἑαυτό τους, νομίζουν, δηλαδή, ὅτι εἶναι δίκαιοι καί γι’ αὐτό περιφρονοῦν τούς ἄλλους.

Δύο ἄνθρωποι, λέγει, ἀνέβησαν εἰς τό ἱερόν, γιά νά προσευχηθοῦν, ὁ ἕνας ἦτο Φαρισαῖος καί ὁ ἄλλος Τελώνης.

Ὁ Φαρισαῖος στάθηκε ὄρθιος, ὥστε νά φαίνεται καλά καί ἔκανε τήν ἑξῆς προσευχή σχετικά μέ τόν ἑαυτό του:

«Θεέ, σ’ εὐχαριστῶ, πού ἐγώ δέν εἶμαι σάν τούς ἄλλους ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι εἶναι ἅρπαγες, ἄδικοι, μοιχοί καί μάλιστα ἐγώ δέν εἶμαι σάν αὐτόν ἐδῶ τόν Τελώνη. Ἐγώ νηστεύω δυό φορές τήν Ἑβδομάδα, ἐγώ δίνω στό Ναό τό δέκατο ἀπό ὅλα ὅσα ἀποκτῶ».

Δέν ἔχει συναίσθησι τῆς ἁμαρτωλότητός του μπροστά στό Θεό. Ἀφανίζει τό ἀληθινό πρόσωπο, Παρουσιάζεται ἀκόμη καί μπροστά στό Θεό μέ πλαστό, ψεύτικο ἑαυτό. Δέν ἀναγνωρίζει σφάλματα στόν ἑαυτό του, Ἔχει τήν ἰδέα ὅτι αὐτός εἶναι ξεχωριστός, ἅγιος, καί ὅτι ὅλοι οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι εἶναι παρακατιανοί καί ἄξιοι περιφρονήσεως. Κρύβει τό ἀληθινό του Πρόσωπο, ἀκόμη καί μπροστά στό  Θεό. Φωράει τό προσωπεῖο τοῦ Ἁγίου, καί, χωρίς ντροπή, κουρελιάζει τήν προσωπικότητα τῶν συνανθρώπων του, τούς ὁποίους θεωρεῖ ἁμαρτωλούς, κλέφτες, ἅρπαγες, ληστές καί τούς ἐξουθενεῖ. Μεταβιβάζει στούς ἄλλους κάθε του αἰσχρότητα καί μιλάει ἀπαξιωτικά γι’ αὐτούς καί μπροστά στό Θεό. Ὁ Φαρισαϊσμός του, ἡ ὑποκρισία του, ὁ Ἐγωϊσμός του, ἡ ὑπεροψία του, ξεπερνάει καθε ὅριο. Δέν θέλει νά πιστέψῃ ὅτι «ὁ Θεός ὑπερηφάνοις ἀντιτάσσεται, ταπεινοῖς δέ δίδωσι χάριν»(Παροιμ. γ΄ 34. Ἰακ. δ΄ 6. Α΄Πέτρ. ε΄ 5). Καί δυστυχῶς  τόν τύπον αὐτόν τόν ἀκολουθοῦν, δυστυχῶς, πάρα πολλοί ἄνθρωποι. Αὐτούς τούς ἀνθρώπους, μέ τήν ὑψηλή ἰδέα γιά τόν ἐαυτό τους, πού δέν ἔχουν συναίσθησι τῆς οὐτιδανότητός τους καί συμπεριφέρονται περιφρονητικά πρός τούς ἄλλους, τούς συχαίνεται ὁ Θεός, τούς ἐλέγχει καί τούς χαρακτηρίζει ὡς «γεννήματα ἐχιδνῶν». Δέν δικαιώνονται στά μάτια τοῦ Θεοῦ, δέν δέχεται, δέν εἰσακούει τίς προσευχές τους. Οἱ προσευχές τους δέν ἔχουν καμμιά ἀπολύτως σχέσι μέ τήν πραγματική προσευχή. Δέν εἶναι συνομιλία μέ τόν Θεόν, ἀλλά εἶναι ὕβρις πρός τήν Ἀγάπην Του. Στήν παραβολή ὁ Κύριος τονίζει ὅτι δέν δικαιώθηκε ὁ Φαρισαῖος  διότι «πᾶς ὁ ὑψῶν ἑαυτόν ταπεινωθήσεται, ὁ δέ ταπεινῶν ἑαυτόν ὑψωθήσεται»



Ὁ Τελώνης ὅμως, στεκόταν μακρυά ἀπό τό θυσιαστήριο, παράμερα, καί δέν τολμοῦσε οὔτε τά μάτια του νά σηκώσῃ στόν οὐρανό. Κτυποῦσε τό στῆθος του, μέ βαθειά συναίσθησι τῆς ἁμαρτωλότητός του, καί ἔλεγε:

«Θεέ μου, ἐλέησόν με τόν ἁμαρτωλόν». Δέν φοροῦσε προσωπεῖον. Παρουσιάσθηκε μπροστά στό Θεό καί στούς ἀνθρώπους μέ τό ἀληθινό του πρόσωπο.

Ἀποδέχεται τήν προσωπική του ἐνοχή. Δέν μεταβιβάζει σέ ἄλλους τό δικό του φταίξιμο. Ἐξομολογεῖται τίς ἁμαρτίες του. Δηλώνει εἰλικρινή μετάνοια. Βλέπει μέ συμπάθεια καί μέ μεγάλη ἐπιείκεια τούς συνανθρώπους του. Δέν ἀφανίζει, ἀλλ’ ἐμφανίζει τό ἀληθινό του πρόσωπο. Κτυπᾶ τό στῆθος του καί ζητεῖ τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ, μέ βαθειά πίστι στή ἀγαθότητα καί τήν Εὐσπλαγχνίαν Του , καί μέ συντριβή καρδίας  λέγει: «Κύριε, εἶμαι ἁμαρτωλός, Θεέ μου, συγχώρησέ με».

Μιλάει στό Θεό καί εἶναι ἡ προσευχή του πραγματική. Εἶναι ἄγγιγμα ψυχῆς στό Θεό, ὁ Ὁποῖος καρδίαν συντετριμμένην καί τεταπεινωμένην οὐκ ἐξουδενοῖ.

Εἷναι ὑπόδειγμα εἰλικρινοῦς μετανοίας, πού γίνεται δεκτή καί αἰτία μεγάλης χαρᾶς στόν οὐρανό. Γι΄ αὐτό καί στήν παραβολή τονίζει ὁ Κύριος ὅτι πραγματικά εἰσακούεται ἀπό τόν Θεόν-Πατέρα ἡ προσευχή του καί δικαιώνεται ὁ Τελώνης, διότι ἐκεῖνος, πού ταπεινώνει τόν ἑαυτόν του, ὑψώνεται καί τιμᾶται ἀπό τόν Θεόν.

 Κύριος μέ τήν παραβολή τοῦ Τελώνου καί τοῦ Φαρισαίου, μᾶς συμβουλεύει νά ἀποφύγουμε τήν ὑψηγορία τοῦ Φαρισαίου καί νά μιμηθοῦμε στή ζωή μας τήν ταπείνωσι τοῦ Τελώνου. Νά καλλιεργήσουμε μέσα στήν καρδιά μας τά ἀμάραντα ἄνθη  τῆς Ταπεινώσεως καί τῆς Ἀγάπης. Διότι τό μέν ἄνθος τῆς Ταπεινώσεως μᾶς ὑψώνει μέχρι τό Θρόνο τοῦ Θεοῦ, καί τό ἄνθος τῆς γνησίας Ἀγάπης μᾶς κρατάει στό ὕψος αὐτό.

Ὁ Ἀπόστολος Πέτρος μᾶς συνιστᾶ νά ταπεινωθοῦμε κάτω ἀπό τό κραταιό Χέρι τοῦ Θεοῦ, γιά νά μᾶς ὑψώσῃ στόν κατάλληλο καιρό (Α΄ Πέτρ. ε΄ 6). Καί ὁ ἅγιος Ἰάκωβος λέγει: «Ταπεινώθητε ἐνώπιον τοῦ Κυρίου καί ὑψώσει ὑμᾶς» (Ἰάκ. δ΄10).


Ὁ Κύριος ἐταπείνωσεν ἑαυτόν καί ἔγινε ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δέν Σταυροῦ, τύπος καί ὑπογραμμός σέ ὅλους ἐμᾶς, γιά νά ἀκολουθήσουμε τά ματωμένα Χνάρια Του, «μέχρι καταντήσωμεν οἱ πάντες εἰς τήν ἑνότητα τῆς πίστεως καί τῆς ἐπιγνώσεως τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, εἰς ἄνδρα τέλειον, εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ» (Ἐφεσ. δ΄ 13).

Εἶναι καιρός νά πετάξουμε τά προσωπεῖα καί νά ἐμφανίσουμε τό ἀληθινό μας πρόσωπο, τό ἐξαχρειωμένο ἀπό τίς ἁμαρτίες, καί νά προσπαθήσουμε, μέ τή Χάρι τοῦ Θεοῦ,  νά καθαρίσουμε τό πρόσωπόν μας καί νά φθάσουμε τό ὑπερκόσμιον πρόσωπον, τόν Κύριόν μας Ἰησοῦν Χριστόν, καί νά ποῦμε μαζί μέ τόν Παῦλον: «Ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζῆ δέ ἐν ἐμοί Χριστός».




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου