Τρίτη 17 Νοεμβρίου 2020

«ΟΡΑΤΕ ΚΑΙ ΦΥΛΑΣΣΕΣΘΕ ΑΠΟ ΠΑΣΗΣ ΠΛΕΟΝΕΞΙΑς





Η ΖΩΗ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
ΔΕΝ ΕΞΑΡΤΑΤΑΙ ΑΠΟ ΤΑ  ΠΕΡΙΣΣΑ ΠΛΟΥΤΗ ( Λουκ. ιβ΄15β). 

 Ἡ ἀστόχαστη ἀπομάκρυνσις τοῦ ἀνθρώπου ἀπό  τήν Πηγή τῆς Ζωῆς, ἡ ἀποστασία ἀπό τόν Ἕνα καί Μόνον Ἀληθινόν Θεόν καί ἡ λατρεία τῶν Εἰδώλων, εἶχε σάν ἀποτέλεσμα νά εἰσέλθῃ ἡ ἀνθρωπότης στήν ἄβυσσο τῆς αἰώνιας Ὀδύνης, στό Θάνατο. Ὁ ἄνθρωπος τῆς ἀποστασίας χάνει τό Φῶς καί τή χαρά τῆς ζωῆς, νοιώθει μέσα του ἕνα ἀπέραντο κενό. Χωρίς Θεόν, χωρίς ἀγάπην, χωρίς τό Φῶς τό τῆς γνώσεως, ἐμπήγεται «εἰς ἰλύν βυθοῦ». Αἰσθάνεται ἄδειος, «κενός», χωρίς νόημα, χωρίς περιεχόμενον, ἀνασφαλής. Ὁλοένα βυθίζεται εἰς τήν ἀπόγνωσιν καί ἀγωνίζεται ἀπεγνωσμένα νά ἀναπληρώση τό «κενόν», πού νοιώθει μέσα του καί κυριεύται ἀπό τό πάθος τῆς  πλεονεξίας. Ἡ πλεονεξία, ἡ ἀγωνιώδης προσπάθεια νά ἀποκτήσῃ περισσότερα ὑλικά ἀγαθά, ἀπό ὅσα χρειάζεται, μέ κάθε τρόπο, τίς περισσότερες φορές ἀδικώντας τούς ἄλλους,  δέν γεμίζει τό «κενόν» τῆς ψυχῆς. Ἀντίθετα τό διευρύνει. Διότι τό ὑπαρξιακό αὐτό «κενόν» δέν ἀναπληρώνεται μέ «ψευδοαναπληρώσεις». Καί ὄχι μόνον δέν γεμίζει τό «κενόν», ἀλλά καί σωρεύει συμφορές καί στόν ἑαυτόν του καί εἰς τούς ἄλλους γύρω του. Ἡ Πλεονεξία, εἶναι δίψα, πού δέν ἱκανοποιεῖται ποτέ καί μέ τίποτε. Εἶναι βρωμερό, ἀχόρταγο, ἀνικανοποίητο Πάθος τῆς ψυχῆς. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος χαρακτηρίζει τήν πλεονεξίαν ὡς εἰδωλολατρία (Κολοσ. γ΄ 2). Ὁ Πλεονέκτης ὑψώνει σέ Θεό καί λατρεύει τόν ὑλικό πλοῦτο καί γιά νά τόν ἀποκτήσῃ, τίς περισσότερες φορές χρησιμοποιεῖ ἀθέμιτα μέσα, χωρίς ντροπή. Πολλοί προδίδουν ὄχι  μόνον τήν Πατρίδα τους, τήν Οἰκογένειά τους, ἀλλά ἀκόμη καί τήν Μάνα τους, γιά νά  κρατήσουν τή Θεσούλα τους, γιά  τήν καλοπέρασί τους καί  γιά νά ἀποκτήσουν περισσότερα ὑλικά  ἀγαθά. Καί τό χειρότερο εἶναι ὅτι προδίδουν ἀκόμη καί τό Χριστό, ὅπως ὁ Ἰούδας.  Αὐτός κυριεύθηκε ἀπό τό Πάθος τῆς πλεονεξίας, ἀπό τή φιλαργυρία καί ἄνοιξε τήν ψυχή τους στό Διάβολο. Ἔτσι μπῆκε «ὁ Διάολος μεσα του» καί πρόδωσε τό Διδάσκαλό του. 




Χωρίς Θεό, χωρίς ἀγάπη, αἰσθάνονται οἱ ἀποστάτες ἀνασφαλεῖς καί προσπαθοῦν, μέ κάθε  τρόπο νά νοιώσουν ἀσφαλεῖς. Δέν θέλουν νά καταλάβουν τήν ματαιότητα τῶν ἐγκοσμίων πραγμάτων καί τῶν ἀνθρωπίνων ἐπιδιάξεων. Δέν συνειδητοποιοῦν ὅτι εἶναι χοϊκοί, προσωρινοί, διαβάτες, σ’ αὐτήν ἐδῶ τήν παροικία. ΟΛΟΙ εἴμαστε πάροικοι καί παρεπίδημοι. Αὐτή εἶναι ἡ ἀλήθεια. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι γῆ καί ἐπιστρέφει στή γῆ. Γυμνός ἔρχεται ἀπό τήν κοιλιά τῆς μάνας του καί γυμνός ἐπιστρέφει ἐκεῖ. Γυμνός ἔρχεται στόν κόσμο καί φεύγοντας δέν παίρνει τίποτε μαζί του. Καί μολονότι γνωρίζει ὅτι ὅλα τά ἀνθρώπινα εἶναι μάταια, σκιᾶς ἀσθενέστερα καί ὀνείρων ἀπατηλότερα, μία ῥοπή καί ταῦτα πάντα θάνατος διαδέχεται, παρ' ὅλα αὐτά κυριεύεται ἀπό τό Πάθος τῆς πλεονεξίας, ἀπό τή Φιλαργυρία καί αὐτοβασανίζεται καί βασανίζει καί τούς ἄλλους γύρω του. Δέν θέλει νά καταλάβει ὅτι ἡ ἀγχώδης βιοτική μέριμνα, γιά τήν ἀπόκτησι περισσοτέρων ὑλικῶν ἀγαθῶν στή γῆ, γιά τόν ἑαυτόν του, καταλύει τόν ἑαυτόν του, τυραννεῖ δέ καί τούς ἄλλους.

 Οἱ ἄνθρωποι, δυστυχῶς, σήμερα , περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλη ἐποχή, λειτουργοῦν ὡς τέκνα Παραφροσύνης καί γεύονται τά δεινά  τῆς ἀποστασίας. Γι’ αὐτό «εἶναι πικρό καί τό νερό, πού πίνουμε καί τό ψωμί πού τρῶμε «ἄρτος ὀδύνης».

Ὁ Χριστός μᾶς εὐσπλαγχνίζεται καί ἔρχεται κοντά μας, ἀθόρυβα, ταπεινά, «ὡς αὔρα λεπτή» «πρᾷος καί ταπεινός τῇ καρδίᾳ» καί μᾶς νουθετεῖ. Μᾶς ἀποτρέπει ἀπό τήν ἀλαζονία τοῦ βίου καί ἀπό τά βλαστήματά της. Μᾶς ἀποτρέπει ἀπό τήν Πλεονεξία   καί τή Φιλαργυρία καί λέγει: «Ὁρᾶτε καί φυλάσσεσθε ἀπό πάσης πλεονεξίας· ὅτι οὐκ ἐν τῷ περισσεύειν τινί ἡ ζωή αὐτοῦ ἐστιν ἐκ τῶν ὑπαρχόντων αὐτοῦ» (Λουκ. ιβ΄ 15). Προσέχετε καί προφυλάσσεσθε ἀπό κάθε εἶδος πλεονεξίας. Δέν ὠφελεῖ σέ τίποτε. Δέν προσφέρει καμμιά ἀπολύτως σιγουριά, καμμιά ἀπολύτως ἀσφάλεια. Γιατί ἡ ζωή τοῦ ἀνθρώπου δέν ἐξαρτᾶται ἀπό τά περισσά πλούτη καί δέν διατηρεῖται ἀπό τά ὑπάρχοντά του, οὔτε τά πολλά πλούτη του, ἐξασφαλίζουν σ’ αὐτόν μακροημέρευσιν καί χαρούμενη ζωή. Τό ἀντίθετο συμβαίνει. Ὁ ἄνθρωπος πού κυριεύεται ἀπό τό Πάθος τῆς πλεονεξίας καί τῆς φιλαργυρίας, σωρεύει πλούτη στή γῆ, δίνει τήν ψυχή του σ’ αὐτά καί ζῆ μέσα σέ μιά συνεχῆ ἀγωνία μή τά χάσει. Ζῆ μέ τό φόβο μή τόν κλέψουν μή τόν ληστέψουν. Γι’ αὐτό καί ὁ Χριστός μᾶς συμβουλεύει καί λέγει: «Μή θησαυρίζετε Θησαυρούς ἐπί τῆς γῆς,... ἀλλά θησαυρίζετε ὑμῖν Θησαυρούς ἐν οὐρανῷ, ὅπου οὔτε σής οὔτε βρῶσις ἀφανίζει, καί ὅπου κλέπται οὐ διορύσσουσιν οὐδέ κλέπτουσιν· ὅπου γάρ ἐστιν ὁ θησαυρός ὑμῶν ἐκεῖ ἔσται καί ἡ καρδία ὑμῶν» ( Ματθ. στ΄19-21). Διότι μόνον ἔτσι θά γαληνέψῃ ἡ ψυχή μας.

            Κύριος λέγει δῶσε τα ὅλα καί ἀκολούθησέ με καί ἕξεις θησαυρόν ἐν οὐρανῷ.

Καί ἐρωτᾶ ὅλους μας ὁ Κύριος λέγων: Ποιός ἀπό σᾶς μπόρεσε , μέ τήν ἀλόγιστη, ἀγχώδη, βιοτική μέριμνα, μέ  τήν ἀπόκτησι περισσότερων ὑλικῶν ἀγαθῶν, νά προσθέσῃ στό ἀνάστημά του ἕνα πῆχυν  ἤ νά παρατείνῃ τή ζωή του ἕνα δευτερόλεπτο; (πρβλ. Ματθ. στ΄ 27. Λουκ. ιβ΄ 15β). Ποιός μπόρεσε μέ τά πλούτη του νά ἀπομακρύνει τήν ἀρρώστια ἤ τό θάνατο; Ἔχει  σημασία ἄν ὁ πλούσιος φτύνῃ  αἷμα σέ χρυσό  σκεύος-ἀγγεῖο καί ὁ πτωχός σέ πήλινο; Αἷμα φτύνει καί ὁ ἕνας, αἷμα φτύνει καί ὀ ἄλλος.  Καλόν εἶναι νά καταλάβουμε ὅλοι ὅτι ἡ πλεονεξία εἶναι νόσημα, εἶναι πάθος καί νά προφυλάσσουμε τόν ἑαυτό μας ἀπό κάθε εἶδος πλεονεξίας. Νά καταλάβουμε τήν ματαιότητα τοῦ ἀλόγιστου πλουτισμοῦ στή γῆ καί νά εἴμαστε καλοί Οἰκονόμοι, καλοί Διαχειστές τῶν ἀγαθῶν τοῦ Θεοῦ. Νά εἴμαστε οἰκτίρμονες καί Ἐλεήμονες ὅπως ὁ οὐράνιος Πατέρας μας. Νά ἔχουμε ἀγάπη πρός ὅλους, ἀκόμη δέ καί πρός τά ἄγρια θηρία. Νά προσφέρουμε τά πάντα σέ ὅσους ἔχουν ἀνάγκη, χωρίς διακρίσεις. Νά τρέφουμε, νά ποτίζουμε, νά ντύνουμε  τούς ἐλαχίστους ἀδελφούς τοῦ Χριστοῦ καί νά μή βασανίζουμε τόν ἑαυτό μας καί τούς ἄλλους μέ τήν ἀλαζονία τοῦ βίου, μέ τόν ἀθέμιτο πλουτισμό, μέ τήν πλεονεξία καί τή φιλαργυρία, δεδομένου ὄντος ὅτι δέν φέρνουμε τίποτε μαζί μας στόν κόσμο οὔτε φεύγοντας παίρνουμε τίποτε μαζί μας.


Θησαυρός μονάκριβος εἶναι ὁ Χριστός

Εἷναι καιρός να καταλάβουμε ὅτι   ἀληθινός πλοῦτος εἶναι ἡ εὐσέβεια. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος   λέγει ὅτι  «ἡ εὐσέβεια εἶναι, πραγματικά, πηγή κέρδους, ὅταν ἀρκῆται κανείς σέ κεῖνα πού ἔχει. Δέν φέραμε τίποτε στόν κόσμον καί εἶναι φανερόν ὅτι δέν μποροῦμε οὔτε νά πάρουμε τίποτε μαζί μας. Ὥστε, ἐάν ἐχωμεν τροφάς καί σκεπάσματα, νά εἴμαστε εὐχαριστημένοι μέ αὐτά. Καί εἶναι καλόν νά γνωρίζουμε ὅλοι ὅτι ἐκεῖνοι πού θέλουν νά πλουτίσουν πέφτουν σέ πειρασμό καί παγίδα καί σέ πολλές ἐπιθυμίες ἀνόητες καί βλαβερές, πού βυθίζουν τούς ἀνθρώπους στόν ὄλεθρο καί στήν ἀπώλεια, στήν καταστροφή. 

Πρέπει δε νά συνειδητοποιήσουμε ὅλοι μας ὅτι ἡ φιλαργυρία εἶναι ἡ ρίζα ὅλων τῶν κακῶν. Ἐξ αἰτίας δέ τοῦ ὀλεθρίου  αὐτοῦ πάθους, μερικοί ἐπλανήθησαν ἀπό τήν Πίστιν καί κάρφωσαν τόν ἑαυτόν τους σέ ὀδύνες καί βάσανα πολλά»(Α΄Τιμόθ. στ΄  6-10).

 Εἶναι ἀποκαρδιωτικό τό φαινόμενον ὅτι παρ’ ὅλη τήν ὁδύνη, πού τοῦ προκαλοῦν τά χαμηλά, τά βρωμερά του πάθη, «ὁ ἀποστάτης» ἐμμένει καί συνεχίζει, μέ μανία ,νά ἀπομακρύνεται ὅλο καί περισσότερο ἀπό τήν Πηγή τοῦ ζῶντος Ὑδατος, ἀπό τήν Πηγή τῆς Ζωῆς, ἀπό τόν Ἕνα καί Μόνον Ἀληθινόν Θεόν.

Δέν εἶναι ὑπερβολή, ἄν ποῦμε, ὅτι ἡ ἀνθρωπότης σχεδόν στό σύνολό της συνεχίζει νά «ἐμμένῃ τῇ φάβλῃ συνηθείᾳ», συνεχίζει νά ματαιοπονῇ. Πάσχει ἀπό σαδομαζοχισμό. Εὐχαριστεῖται νά αὐτοβασανίζεται καί νά βασανίζει καί τούς ἄλλους. Ἐνῶ γνωρίζουν οἱ ἄνθρωποι ὅτι ἡ συμπεριφορά τους εἶναι προβληματική δέν κάνουν τίποτε, γιά νά τή θεραπεύσουν καί συνεχίζουν νά ἀδικοπραγοῦν καί νά ματαιοπονοῦν. Ὁ Προφήτης Ἱερεμίας, τό στόμα τοῦ Θεοῦ, πρός νουθεσίαν, προλέγει τήν συμφορά τῆς ἀποστασίας. Βροντοφωνάζει:

«Δύο καί πονηρά ἐποίησεν ὁ λαός μου· ἐμέ  ἐγκατέλιπον πηγήν ὕδατος ζωῆς, καί ὤρυξαν ἑαυτοῖς λάκκους συντετριμμένους, οἵ οὐ δυνήσονται ὕδωρ συνέχειν» (Ἱερεμ. β΄ 13). Τονίζει δηλαδή ὅτι διπλῆ εἶναι ἡ ἀνοησία μας. Πρώτη εἶναι ἡ ἀπομάκρυνσις ἀπό τήν Πηγή τοῦ ὕδατος τῆς ζωῆς, ἀπό τόν πραγματικόν, τόν ἀληθινόν Θεόν, πού εἶναι ἡ πηγή τῆς Ζωῆς, ἡ πηγή ὅλων τῶν δωρεῶν. Καί ἡ δεύτερη ἀνοησία εἶναι ὅτι ἀνοίγουμε γιά τόν ἑαυτόν μας λάκκους συντετριμμένους, δεξαμενές τρύπιες, πού δέν μποροῦν νά συγκρατήσουν νερό. Καί πραγματικά ὅλα τά ἀνθρώπινα ἐπιτεύγματα, ἡ τεχνολογική πρόοδος, χωρίς Θεόν, χωρίς ἀγάπην, εἶναι λάκκοι συντετριμμένοι. Δέν ἀνακουφίζουν, δέν βοηθοῦν, δέν ἱκανοποιοῦν τίς ἀνησυχίες τοῦ ἀνθρώπου. Χρησιμοποιοῦνται στό Κακό, στήν καταστροφή. Εἶναι ψευδοαναπληρώσεις, Δέν γεμίζουν τό «κενόν», πού δημιουργεῖται ἀπό τήν ἀποστασία, ἀλλά διευρύνεται καί σωρεύει συμφορές.

Ὁ ΧΡΙΣΤΟΣ, Εὔσπλαγχνος καί Ἐλεήμων, μέ θεϊκή ἁπλότητα καί ἄπειρη ἀγάπη ἔρχεται καί φωτίζει τά σκοτάδια μας καί, θεραπεύων πᾶσαν νόσον καί πᾶσαν μαλακίαν ἐν τῷ λαῷ, μᾶς ἀποκαλύπτει ὅτι «ματαιότης ματαιοτήτων, τά πάντα ματαιότης». Μᾶς ἀποκαλύπτει ὅτι εἶναι μάταια ὅλα, ὅσα οὐχ ὑπάρχει μετά θάνατον. Καί μᾶς  ὁδηγεῖ πρός τά ἄνω, πρός τά πνευματικά. Μᾶς ἀποτρέπει ἀπό τήν πλεονεξία καί τόν πλουτισμό στή γῆς καί μέ τήν παραβολή τοῦ ἄφρονος πλουσίου (Λουκ.ιβ΄13-21), μᾶς συνιστᾶ νά πλουτοῦμε εἰς Θεόν.

Ὁ Κύριος λέγει σέ κάθε ἄμυαλο πλούσιο: «Ἄφρον, ταύτῃ τῇ νυκτί τήν ψυχήν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπό σοῦ· ἅ δέ ἡτοίμασας τίνι ἔσται;»

Καί  μᾶς βεβαιώνει ὅτι ἔτσι θά πάθῃ καί τέτοιο τέλος θά ἔχῃ ἐκεῖνος πού θησαυρίζει γιά τον ἑαυτόν του, γιά νά ἀπολαμβάνῃ αὐτός καί μόνον ἐγωϊστικά τά ἀγαθά τῆς γῆς. Αὐτό τό τέλος θά ἔχῃ κάθε ἕνας, πού δέν  ἀποταμιεύει μέ ἔργα ἀγάπης θησαυρούς πνευματικούς στόν Οὐρανό, θησαυρούς  ἀρεστούς στό Θεό. Αὐτό τό τέλος θά ἔχῃ αὐτός πού δέν πλουτίζει εἰς Θεόν, αὐτός πού δέν δανείζει εἰς τον Θεόν, αὐτός πού δέν ἐλεεῖ τόν πτωχόν. «Οὕτως ὁ θησαυρίζων ἑαυτῷ καί μή εἰς Θεόν πλουτῶν» (Λουκ. ιβ΄ 21).





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου