Τετάρτη 18 Νοεμβρίου 2020

ΤΟ ΜΟΝΟΝ ΑΣΦΑΛΕΣ ΚΑΤΑΦΥΓΙΟΝ



ΕΙΝΑΙ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΓΙΑ ΜΕΝΑ

 

Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, αὐτή εἶναι ἡ ἀλήθεια μου

Σύ εἶσαι τό μόνον ἀσφαλές καταφύγιον γιά μένα.

Μόνον κοντά Σου αἰσθάνομαι ἀπόλυτα ἀσφαλής.

Μόνον κοντά Σου βρίσκει ἀνάπαυσι ἡ ψυχή μου.

Ὅσο ἔχω στραμμένο τό βλέμμα μου Σέ Σένα, ξεπερνῶ τίς δυσκολίες, σ’ αὐτήν ἐδῶ τήν ἄθλια παροικία, περπατῶ πάνω στήν τρικυμισμένη θάλασσα τῆς ζωῆς, μέ χαρά, χωρίς κανένα φόβο. Ὅταν ὅμως δέν προσέξω καί  ἀστόχαστα ἀποστρέψω τό βλέμμα μου ἀπό Σένα, Κύριε καί Θεέ μου, καταποντίζομαι. Σέ χάνω. Κι’ ὅταν Σέ χάνω, χάνομαι...Βυθίζομαι στό Χάος... χάνομαι στό ἔρεβος... Σέ ἕνα σκοτεινό, ἀπύθμενο κενό...


Καί καταποντιζόμενος κραυγάζω, «Κύριε σῶσον με καί ἐλέησόν με». Μή μ’ ἀφήνης. Σύ, πού σταυρώθηκες γιά μένα, στήριξε τή σαλεμένη μου ψυχή. Μή με ἐγκαταλείπης, «πρίν εἰς τέλος ἀπόλωμαι, σῶσον με».

Σέ Σένα καταφεύγω, Χριστέ μου, τόν Ἐλεήμονα Θεόν. Σύ εἶσαι γιά μένα τό μόνον ἀσφαλές καταφύγιον. Μόνο Σύ, θέλεις, ὡς Πανάγαθος καί μπορεῖς, ὡς Παντοδύναμος, νά μᾶς ἀνασύρης ἀπό «τήν ἰλύν βυθοῦ», εἰς τήν ὁποίαν ἔχουμε ἐμπαγῆ.

Ποιός ἄλλος ἐκτός ἀπό Σένα θέλει καί μπορεῖ νά μᾶς σώση ἀπό τούς κρυφούς καί φανερούς ἐχθρούς μας, δαίμονες καί δαιμονανθρώπους; Μόνον Σύ ὑπάρχεις γιά μᾶς, Πολυεύσπλαγχνε.

Ἐκτός ἀπό Σένα βοηθόν δέν ἔχουμε  καί δέν θέλουμε νά  ἔχουμε  ἄλλον Κανέναν. Μονάχα Σε Σένα καταφεύγουμε καί μονάχα Ἐσένα λατρεύουμε. Δικοί Σου δοῦλοι εἴμαστε, ἀχρεῖοι, πτωχοί, γυμνοί καί τυφλοί καί ἐλεεινοί, ἀλλά δοῦλοι Σου. Δέξου μας εἰλικρινά μετανοιωμένους καί σῶσε μας. Ἐξαφάνισε τήν ἀνομία ἀπό τήν ψυχή μας καί ἀπό τόν κόσμο μας. Καθάρισε τόν ρύπο τῆς ψυχῆς μας. Πρόσθεσε σ’ ἐμᾶς Πίστιν.

Συγχώρησε τίς ἁμαρτίες μας καί ἀξίωσέ μας νά σταθοῦμε κάτω ἀπό τή Σκέπη σου καί νά Σέ ὑμνοῦμε, Μακρόθυμε καί Ἀνεξίκακε Κύριε!

Εἶμαι πολύ πικραμένος, Κύριε, μέ ὅσα συμβαίνουν γύρω μου, σ’ αὐτήν ἐδῶ τήν ἄθλια παροικία καί μέσα στήν ψυχή μου. Γονατίζω μπροστά στή Χάρι Σου, Κύριέ μου Ἰησοῦ, ἄκουσε τίς κραυγές μου καί σῶσε μας, ὡς Ἀγαθός καί Φιλάνθρωπος καί Ἐλεήμων Θεός.

Σέ Εὐχαριστῶ, Κύριε, πού πάντοτε  ἀκοῦς τίς προσευχές μου. Σέ Εὐχαριστῶ, πού τόσα χρόνια μέ ἀνέχεσαι στό ἅγιόν Σου θυσιαστήριο. Σ’ Εὐχαριστῶ, πού μέ  κρατᾶς ἀκόμη στή ζωή καί σέ παρακαλῶ, βοήθησέ με, ὅπως πάντοτε, νά ἐξυπηρετῶ μέ τήν καρδιά μου καί μέ ὅλη μου τή δύναμι τούς ἄλλους καί νά μή γίνωμαι  βάρος σέ κανένα. Δός μου τή δύναμι νά αὐτοεξυπηρετοῦμαι. Χάρισε καί σέ μένα Χριστιανά τά τέλη τῆς ζωῆς μου, ἀνώδυνα, ἀνεπαίσχυντα, εἰρηνικά. Τολμῶ καί σηκώνω τό βλέμμα μου σέ Σένα, Ἰησοῦ μου, καί Σέ ἱκετεύω. Δέξου τά δάκρυα καί τούς στεναγμούς μου. Καί δῶσε μου τή δύναμι, ὅσο μοῦ χαρίζεις μέρες ζωῆς, νά Σέ δοξάζω, μέ ἔργα Αγάπης καί Καλωσύνης. Ἀξίωσέ με, Κύριε, ὅταν δεχθῶ τό Θεῖον Κάλεσμά  Σου, νά σταθῶ στά δεξιά Σου, καί νά ἔχω καλήν ἀπολογίαν ἐπί τοῦ φοβεροῦ Βήματός Σου, Χριστέ μου. Ἀμήν. 





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου