Τετάρτη 31 Αυγούστου 2022

«ΔΙΚΑΙΩΝ ΨΥΧΑΙ ΕΝ ΧΕΙΡΙ ΘΕΟΥ»


«ΜΕΤΑΒΕΒΗΚΕΝ ΕΚ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ ΕΙΣ ΤΗΝ ΖΩΗΝ»
                            
                          (Ἕνα μικρό ἀφιέρωμα στή μνήμη τοῦ πολυαγαπημένου μου Γιοῦ
                        ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ, πού τώρα βρίσκεται στην ἀγκαλιά τοῦ Θεοῦ).

 

«Μακάριοι οἱ ἐν Κυρίῳ ἀποθνήσκοντες ἀπ’ ἄρτι.

Ναί λέγει τό Πνεῦμα, ἵνα ἀναπαύσωνται ἐκ τῶν

κόπων αὐτῶν· τά δε ἔργα αὐτῶν ἀκολουθεῖ μετ’

αὐτῶν» (Ἀποκ. ιδ΄13).

 

Εἶμαι ἀπολύτως σίγουρος, ὅτι ὁ πολυαγαπημένος μου Γιός,  ὁ ἀντισυνταγματάρχης(ΤΘ.) Παναγιώτης Πουλῆς, τώρα βρίσκεται, ὡς δίκαιος και πιστός, «ἐν χειρί Θεοῦ».

Και αὐτή ἡ βεβαιότητα, δεν εἶναι μόνον δική μου, ἀλλά εἶναι διαπίστωσις ὅλων, ἐκείνων, πού τόν γνώρισαν και τίμησαν τή μνήμη του και δάκρυσαν μαζί μου και τούς ὁποίους εὐχαριστῶ. Ὁ Παναγιώτης μου ὑπῆρξε ἄνθρωπος γεμᾶτος ἀγάπη καί Καλωσύνη, Σέ ὅλα ἄψογος. Ὑπόδειγμα Πίστεως καί Ἀγάπης πρός τόν Χριστόν καί τήν Πατρίδα. Ἀγάπησε μέ ὅλη τή δύναμι τῆς ψυχῆς του τό Στρατό και ἀφοσιώθηκε στήν Ὑπηρεσία του καί πρόσφερε πολλά. Τήν προσφορά του, τήν ἀναγνώρισε ὁλόκληρο τό Ἐπιτελεῖο (ΓΕΣ, ΓΕΕΘΑ) και το ἀπέδειξαν μέ τή συμμετοχή  τους στόν πόνο μου και με τίς τιμές πού τοῦ ἀπένειμαν καί μέ τά δάκρυά τους. Σέ ὅλους ἀπευθύνω ΕΝΑ ΜΕΓΑΛΟ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ.

Ἡ Καλωσύνη τοῦ παιδιοῦ μου δέν περιγράφεται. Εἶναι χαραγμένη στίς καρδιές ὅσων τῶν γνώρισαν. Θα πρέπει να ἐξομολογηθῶ στην ἀγάπη σας, ὅτι ὁ πόνος ἀπό τον πρόωρο ἀποχωρισμό ἀπό τόν ἀγαπημένο μου Γιό, ἀπό τον Παναγιώτη μου, εἶναι πολύ πικρός, πολύ μεγάλος, ἀβάσταχτος, δέν μετριέται, δέν περιγράφεται.  Αὐτό τό γνωρίζουν καλά, ὅσοι ζοῦν τον ἴδιο πόνο. ΑΛΛΑ δέν θά κερδίσῃ ὁ Πονηρός, πού μᾶς κυνηγάει, γιά νά μᾶς βυθίσῃ «εἰς  ᾏδου βυθόν», νά φέρῃ σέ ἀπόγνωσι καί ἀπελπισία. Δέν θά κερδίσῃ ὁ Πονηρός. Ὁ Μεγάλος και ἀβάσταχτος πόνος, ΔΕΝ ΘΑ ΚΛΟΝΗΣῌ ΤΗΝ ΠΙΣΤΙ ΜΑΣ ΣΤΟ ΧΡΙΣΤΟ.

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ εἶναι ἡ Ἀνάστασις καί ἡ Ζωή. Ἦλθε κοντά μας καί «ἐπάτησε Θανάτῳ τόν Θάνατον καί κατήργησε τόν τό κράτος ἔχοντα τοῦ Θανάτου τοὐτέστι τον Διάβολον»( Ἑβρ. β΄14) καί χαρίζει σέ ὅλους μας ζωήν και Ἀνάστασιν. Μᾶς χαρίζει τήν ὄντως Ζωήν. Κάθε πιστός «μεταβαίνει ἐκ τοῦ θανάτου εἰς την ζωήν» (Ἰωάν. ε΄24) . Ἡ ἡμέρα τοῦ χωρισμοῦ τῆς ψυχῆς ἀπό τό σῶμα, εἶναι ΠΑΣΧΑ, διάβασις, μετάβασις ἀπό τόν Θάνατον εἰς την ὄντως Ζωήν. Εἷναι μετάστασις ἀπό τῶν λύπηροτέρων ἐπί τά χρηστότερα καί  θυμηδέστερα καί ἀνάπαυσις καί χαρά. Ἔρχονται οἱ Ἄγγελοι και παραλαμβάνουν τήν ψυχή τοῦ δικαίου καί τήν  ἐναποθέτουν «εἰς τον κόλπον τοῦ Ἀβραάμ», στήν ἀγκαλιά τοῦ Θεοῦ, ἔνθα οὐκ ἔστι πόνος, οὐ λύπη, οὐ στεναγμός, ἀλλά ζωή ἀτελεύτητος. Τώρα ὁ ἀγαπημένος μου Γιός δέν πονάει. Ἀναπαύεται ἠ ψυχούλα του ἐκεῖ, ὅπου οἱ Ἅγιοι τοῦ Θεοῦ ἀναπαύωνται, «ἔνθα ὁ τῶν ἑορταζόντων ἦχος ὁ ἀκατάπαυστος και ἠ ἀπέραντος ἡδονή τῶν καθορώντων τοῦ Προσώπου τοῦ Θεοῦ τά Κάλλος το ἄρρητον» Προγεύεται, ὅπως ὅλοι οἱ δίκαιοι, «τά ἀγαθά, ἅ  ὀφθαλμός οὐκ  εἶδε και οὖς οὐκ ἤκουσε καί ἐπί καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη, ἅ ἡτοίμασεν ὁ Θεός τοῖς ἀγαπῶσιν Αὐτόν». Ναι. Χαίρεται μετά τῶν ἁγίων, καθημερινά, τήν ἀδιατάρκτον διά Θέας ἀπόλαυσιν τοῦ ἀπείρου Κάλλους τοῦ Προσώπου τοῦ Κυρίου.

Οἱ πιστοί πιστεύουμε στό Χριστό καί στήν Ἀνάστασίν Του. Καί θέλω νά πῶ σέ ὅλους να συνειδητοποιήσουμε ὅτι τώρα δεν ὑπάρχει Θάνατος, ἀλλά Κοίμησις. Δεν ὑπάρχουν νεκροί, ἀλλά κεκοιμημένοι. Δέν ὑπάρχουν νεκροταφεῖα , ἀλλά Κοιμητήρια. Πανηγυρίζουμε την ἡμέρα τῆς Κοιμήσεως, ὡς Γενέθλιον ἡμέρα εἰς την αἰώνιον ζωήν, στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.

Ὁ Παναγιώτης μου, ὅπως ὅλοι οἱ δίκαιοι, τώρα δεν πονάει. Δοκιμάσθηκε  ἀπό τόν Κύριον, «ὡς χρυσόν ἐν χωνευτηρίῳ» καί τόν βρῆκε ὁ Κύριος «ἄξιον ἑαυτοῦ». Γι’ αὐτόν ἀκριβῶς τον λόγον «ἐκολόβωσε (ἐσυντόμευσε) Κύριος τάς ἡμέρας τῆς θλίψεως και τοῦ πόνου»(Μάρκ. ιγ΄20) καί τόν λύτρωσε, τον Πῆρε μαζί Του στά οὐράνια. «Εὐάρεστος Θεῷ γενόμενος ἠγαπήθη καί ζῶν μεταξύ ἁμαρτωλῶν μετετέθη· ἡρπάγη, μή κακία ἀλλάξῃ σύνεσιν αὐτοῦ ἤ δόλος ἀπατήσῃ ψυχήν αὐτοῦ» (Σοφ.Σολ.4, 10-11).

«Ἐν Κυρίῳ ἀποθνήσκων εἶναι μακάριος, μετέβη εἰς τήν ζωήν συνοδευόμενος, ἀπό τά θεάρεστα ἔργα του ὅπως μαρτυρεῖ τό Πνεῦμα τό Ἅγιον(Ἀποκ. ιδ΄13). Οἱ πιστοί πανηγυρίζουμε την γενέθλιον ἡμέρα και δοξάζουμε τον κύριον τῆς Δόξης, πού μᾶς λυτρώνει ἀπό τά δεινά αὐτῆς ἐδῶ τῆς ἄθλιας παροικίας και μᾶς ἀναπαύει εἰς τήν ἡτοιμασμένην ἡμῖν  ἀπό καταβολῆς κόσμου Βασιλείαν Του.

Θά πρέπει νά σημειώσω ἐδῶ ὅτι «Οὐκ ἔστιν αἴτιος τῶν κακῶν ὁ Θεός». Σ’  αὐτήν ἐδῶ τήν ἄθλιαν παροικία ὑποφέρουμε ἐξ αἰτίας τῆς ἁμαρτίας τοῦ Κόσμου, πού «ὅλος ἐν τῷ πονηρῷ κεῖται». Ὁ Χριστός ἀπό ἄπειρη Ἀγάπη, Σταυρώνεται ἀντί ἡμῶν καί  μᾶς θέλει ὅλους κοντά Του. Καί ἔχει κάθε δικαίωμα νά μᾶς διεκδικεῖ. Σταυρώθηκε για μᾶς. Δεν θέλει νά ὑποφέρουν τά πλάσματά Του και συντομεύει τίς μέρες τοῦ πόνου καί «τῆς θλίψεως».  Ἑμεῖς ὅμως ὡς ἀδύναμοι ἄνθρωποι πονᾶμε στον ἀποχωρισμό ἀπό τούς ἀγαπημένους μας. Δεν πρέπει ὅμως να ξεχνᾶμε ὅτι βρίσκονται «ἐν χειρί Θεοῦ» και να εὐχαριστοῦμε τον Κύριον, πού τούς λύτρωσε ἀπό τη μεγάλη θλῖψι και τούς πῆρε μαζί Του στη ΧΑΡΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ.

 

Εἶναι πικρός ὁ χωρισμός κι’ ἀμέτρητος ὁ πόνος, ὅταν, πρίν ἀπό μᾶς, φύγουν οἱ ἀγαπημένοι μας, αὐτοί, πού  ζήσαμε, χαρήκαμε και πονέσαμε μαζί σ’ αὐτήν ἐδῶ την ἄθλια παροικία. Ἀφήνει ἡ ἀπουσία τους δυσαναπλήρωτο κενό, κι’ ἄς ζοῦνε μέσα στην ψυχή μας. Τώρα, γιά  ὅλους μας εἶναι ὁ Χριστός, ἡ μόνη μας γλυκειά παρηγοριά. Ἡ φωνή Του, πάνω ἀπό το Σταυρό, ἀκούγεται ὡς φωνή βροντῆς μεγάλης και μᾶς βεβαιώνει, για την Ἀγάπη Του και την παντοτινή Προστασία Του. Μιλάει στη ματωμένη μας καρδιά. Και εἶναι ὁ λόγος Του τροφή και τρυφή τῆς ψυχῆς, ἴαμα, θεραπεία. Σᾶς ἀγαπῶ. Δεν θέλω νά φοβᾶσθε. Ἔγινα ἄνθρωπος, γιά ὅλους σας. Ταπεινώθηκα, γιά νά ὑψωθῆτε. Θέλω ὅπου εὑρίσκομαι Ἐγώ, νἄστε και σεῖς κοντά μου.  Εἶμαι για σᾶς ὁ Κύριος, ὁ Πατέρας, ὁ φίλος και ὁ ἀδελφός. Ἔγινα σέ ὅλους δοῦλος. Εἶμαι δικός σας καί σᾶς θέλω ὁλότελα δικούς μου, ὥστε κανείς καί τίποτε νά  μή  μπορῇ νά σᾶς βλάψῃ. Ἐγώ Σταυρώθηκα, για σᾶς. Ἐγώ, γιά σᾶς. Κατέβηκα στόν ᾏδη, γιά νά σᾶς ἐλευθερώσω ἀπό τά φοβερά δεσμά του. Κατήργησα τον δόλιον ἐχθρόν, τον Διάβολον. Ἀναστήθηκα καί ἄνοιξα σέ ὅλους σας την Πύλην τῆς Ἐδέμ. Ἐγώ εἶμαι ἡ Ἀνάστασις καί ἡ Ζωή, το Φῶς, ἡ Χαρά καί ἡ Εἰρήνη τοῦ Κόσμου. Ἴσως ἀναρωτιέσθε ποῦ πηγαίνουν οἱ ἐνάρετες ψυχές, μετά τον πρόσκαιρο χωρισμό τους ἀπό τό φθαρτό τους σῶμα. Ἄγγελοι παραλαμβάνουν τῶν δικαίων τίς ψυχές και τίς ἐναποθέτουν εἰς τόν κόλπον τοῦ  Ἀβραάμ (Λουκ.ιστ΄22). Ἐκεῖ ἀναπαύωνται ἀσφαλεῖς· «Εὑρίσκονται ἐν χειρί Θεοῦ». «Οἱ δίκαιοι εἰσίν ἐν εἰρήνῃ»(Σοφ.Σολο.γ΄3). «Και το Ἀρνίον το ἀνά μέσον τοῦ θρόνου ποιμαίνει αὐτούς, καί ὁδηγήσει αὐτούς ἐπί ζωῆς πηγάς ὑδάτων και ἐξαλείψει ὁ Θεός πᾶν δάκρυον ἀπό τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῶν» (Ἀποκ.ζ΄17). Κύριε, γλυκύτατέ μου Ἰησοῦ, πολυεύσπλαγχνε, μόνο Σύ μπορεῖς καί θέλεις νά μᾶς λυτρώσῃς καί νά μᾶς ἐλευθερώσῃς ἀπό την καταδυναστία τοῦ πονηροῦ. Ἐκτός ἀπό Σένα δέν ἔχουμε καί δεν θέλουμε να ἔχουμε ἄλλον κανέναν, Παντοδύναμε ἀνθρωποκυνηγέ. Σέ ἱκετεύουμε, Κύριε, και Σέ παρακαλοῦμε, ἀξίωσέ μας νά Σέ εὐλογοῦμεν ἐν παντί τόπῳ τῆς Δεσποτείας Σου καί νά σέ δοξολογοῦμεν  εἰς πάντας τούς αἰῶνας. ΑΜΗΝ.





Παρασκευή 19 Αυγούστου 2022

ΚΥΡΙΕ, ΦΩΤΙΣΕ ΤΑ ΣΚΟΤΑΔΙΑ ΜΑΣ


                                ΚΥΡΙΕ, ΦΩΤΙΣΕ ΤΑ ΣΚΟΤΑΔΙΑ ΜΑΣ.

 

ΣΤΙΓΜΕΣ ΠΑΡΕΡΜΗΝΕΙΑΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΣΟΥ ΣΙΩΠΗΣ

 

Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, πιστεύουμε καί ὁμολογοῦμε ὅτι  εἶσαι ὁ Σωτῆρας μας, ὁ Μόνος Ἀληθινός Θεός ἡμῶν, ἡ σκέπη, ἡ καταφυγή καί τό στερέωμα ὅλων μας. Γιά μᾶς δέν ὑπάρχει ἄλλος Θεός, ἐκτός ἀπό Σένα, τόν Πατέρα,  τόν Υἱόν καί τό  Ἅγιον Πνεῦμα. Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι καθημερινά προσβάλλουμε την Μεγαλειότητά Σου, με τά λάθη και τίς ἀπροσεξίες μας, Σέ Σένα ἁμαρτάνωμεν, ἀλλά και Ἐσένα μονάχα λατρεύουμε. Μέ τίς ἀμαρτίες μας, σωρεύουμε στή ζωή μας , Ὀδύνη, θλίψεις, ἀρρώστιες,  πολύ πόνο και συμφορές. Ὅσο ἀπομακρυνόμαστε ἀπό κοντά Σου, Κύριε, τόσο βυθιζόμαστε «εἰς ἰλύν βυθοῦ» καί μᾶς πνίγει τό σκοτάδι τῶν παραλογισμῶν  καί τῆς Παραφροσύνης. Ἔτσι φθάνουμε στό χεῖλος τῆς Ἀβύσσου.

Ὑποφέρουμε, μακρυά Σου, Θεέ μου, ἐξ αἰτίας τῶν πολλῶν μας ἁμαρτιῶν. Δέν νοήσαμε τήν τιμήν τοῦ «κατ’εἰκόνα». Μᾶς ἔπλασες μικρούς θεούς καί μεῖς γίναμε μεγάλα, ἀνόητα κτήνη. Ἐξισώσαμε τόν ἑαυτόν μας, προς τά ἀνόητα κτήνη, πού δεν ἔχουν νοῦν και λογικόν, ὅπως ἐμεῖς. Ὁμοιωθήκαμε πρός αὐτά καί ζοῦμε, σάν κτήνη και πεθαίνουμε, σάν κτήνη (πρβλ. Ψαλμ.48,13,21).

Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, πράγματι, ἐξ αἰτίας τῶν ἁμαρτιῶν μας, ὑποφέρουμε, πονᾶμε μακρυά Σου. Γονυκλινεῖς προστρέχουμε κοντά Σου και ζητοῦμε τη βοήθειά Σου.

Κύριε, Σέ ποιόν ἄλλον θα ποῦμε τόν Πόνο μας; Ἀπό ποιόν ἄλλον θά ζητήσουμε βοήθεια, ἄν ὄχι ἀπό Σένα, πού Σταυρώθηκες,για μᾶς; Σέ Σένα καταφεύγοουμε, στό Φρούριόν μας, τό μόνον ἀσφαλές Καταφύγιον. Σύ, Κύριε Ἰησοῦ, και μόνον Σύ εἶσαι ὁ Θεός μας, ὁ Ἀληθινός Θεός. Δεν ὑπάρχει ἄλλος Θεός ἐκτός ἀπό Σένα. Καί εἶσαι ὁ δικός μας Θεός, και ὅλοι ἐμεῖς οἱ ἄθλιοι, οἱ γυμνοί καί ἐλεεινοί, εἴμαστε οἱ δικοί Σου δοῦλοι, ἀχρεῖοι μέν, ἀλλά δικοί Σου δοῦλοι. Εἰλικρινά μετανοιωμένοι ζητοῦμε τό ἔλεός Σου, Κύριέ μου Ἰησοῦ, εὐσπλαγχνίσου μας καί ἐλέησέ μας!… Ὑποφέρουμε πολύ, μακρυά Σου! Χωρίς τή γλυκύτητα τῆς εὐλογημένης Παρουσίας Σου, βυθιζόμαστε ὅλο και περισσότερο στην Κόλασι τῶν Παρανοήσεων καί συνεχῶς ἀμαυρώνουμε «τό ἀρχαῖον Κάλλος τῆς εἰκόνος». Σωρεύουμε λάσπη, πολλή λάσπη στήν ψυχή μας καί χανόμαστε μακρυά Σου. Εἶναι ἀφόρητος ὁ πόνος μακρυά ἀπό Σένα, Κύριε, τήν πηγήν τοῦ ζῶντος Ὑδατος. Εἷναι πικρό και το νερό, πού πίνουμε και το ψωμί, πού τρῶμε, «ἄρτος Ὀδύνης», σ’ αὐτήν ἐδῶ τήν ἄθλια παροικία, «ἐν τόπῳ ἐρήμῳ και ἀβάτῳ καί ἀνύδρῳ». Μᾶς πνίγουν οἱ θλίψεις και οἱ ψυχοσωματικές ἀρρώστιες. Κύριε Ἰησοῦ, Μή βραδύνῃς. «Μή χρονίσῃς! Ἔρχου ταχύ, πρίν εἰς τέλος χαθοῦμε. Καταποντιζόμαστε!


Μή ἀπομακρύνεσαι ἀπό κοντά μας… οἱ ἐχθροί  μας, δαίμονες καί δαιμονάνθρωποι, θα μᾶς καταβροχθίσουν, θα μᾶς καταπιοῦν ζωντανούς. Σύ, Κύριε, μᾶς λές νά καταφεύγουμε καί νά ζητᾶμε τά πάντα ἀπό Σένα, μέ Πίστι θερμή καί μᾶς βεβαιώνεις, Σύ  μάρτυς ὁ πιστός καί ὁ ἀληθινός, ὅτι θά ἀποκριθῇς στά αἰτήματά μας, καί θά μᾶς δώσῃς αὐτό, πού σοῦ ζητᾶμε, ὅ,τι θέλουμε. Μᾶς ὑπόσχεσαι καί εἶσαι πιστός στις ὑποσχέσεις Σου. Μᾶς λές :«Αἰτεῖτε, καί δοθήσεται ὑμῖν, ζητεῖτε, καί εὑρήσετε, κρούετε, καί ἀνοιγήσεται ὑμῖν. Πᾶς γάρ  ὁ αἰτῶν λαμβάνει καί ὁ ζητῶν εὑρίσκει καί τῷ κρούοντι  ἀνοιγήσεται» (Ματθ.ζ΄7-8). Καί πάλιν μᾶς λές  ὅτι εἶσαι ἡ ἄμπελος ἡ ἀληθινή καί μεῖς εἴμαστε τά κλήματα καί μᾶς βεβαιώνεις και μᾶς λές:  «ἐάν μείνετε ἑνωμένοι μαζί Μου καί ἐάν κρατήσετε βαθειά μέσα στήν καρδιά σας τούς λόγους Μου, ὡς παντοτεινό φωτισμό καί ὁδηγόν σας, ὅ,τιδήποτε θέλετε, σύμφωνο μέ  τούς λόγους Μου, ζητήσατέ το, στήν Προσευχή σας καί θα σᾶς γίνῃ. Θά  εἰσακουσθῇ τό αἴτημά σας» (Ἰωάν.ιε΄7). Γι’ αὐτό τολμῶμεν καί καταφεύγουμε στή Χάρι Σου καί παρακαλοῦμε νά μᾶς λυτρώσῃς και νά μᾶς ἀνασύρῃς ἀπό την «ἰλύν βυθοῦ» εἰς τήν ὀποίαν ἔχουμε ἐμπαγῆ καί νά μᾶς ὀδηγήσῃς εἰς τόπον ἀναψυχῆς, «ἐπί ζωῆς πηγάς ὑδάτων». Κύριε, συγχώρεσέ μας, γιατί ὑπάρχουν στή ζωή μας, στιγμές, πού παρερμηνεύουμε τήν Ἁγίαν Σου Σιωπή και βυθιζόμαστε σέ ἀπύθμενο βυθό σκότους, ἀπογνώσεως και ἀπελπισίας. Σέ παρακαλῶ, θεράπευσε ἀπό την ἀρρώστια τά παιδιά μου, ὅσα ὑποφέρουν καί χάρισέ τους τελείαν ἴασιν και ὑγείαν. Σύ εἶσαι «ὁ Πανακής ἰατρός». Σύ, ὡς Πανάγαθος, Θέλεις καί ὡς Παντοδύναμος, Μπορεῖς να θεραπεύσῃς ὅλες τίς ἀρρώστιες μας. «Ὅπου γάρ βούλεται Θεός νικᾶται φύσεως τάξις». Ἐξομολογοῦμαι, Κύριε, καί ζητῶ τό ἔλεός Σου, διότι κακῶς θεώρησα, σάν ἀπόρριψι τήν ἁγίαν Σου Σιωπή καί βυθίστηκα σέ ἄβυσσο ἀπογνώσεως. Συγχώρεσέ με, Κύριε, καί λύτρωσέ με, Μακρόθυμε καί Πολυέλεε Κύριε. Συγχώρησέ με, γιατί πολλές φορές αἰσθάνομαι τον πόνο γύρω μου και ζητῶ τη λύτρωσι ἀπό Σένα, το Θεό μου, και με σπαραγμό ψυχῆς κράζω: «Ἠλί, ἠλί, λιμᾶ σαβαχθανί;  Τοῦτ’ ἔστι, Θεέ μου, Θεέ μου, ἵνατί με ἐγκατέλιπες;»(Ματθ.κζ΄46). Βρίσκομαι κάτω ἀπό το Σταυρό τῆς Ὀδύνης σου, καί ἐπαναλαμβάνω το παράπονο Σου, γιά  τήν πώρωσι καί τήν ἀμετανοησία μας, πού σωρεύει στη ζωή μας τόσο πόνο και τόση ὀδύνη: Θεέ μου, Θεέ μου, γιατί με ἐγκατέλιπες; Και ἀφήνεις τοῦ Σταυρωτές ἐμπαίζοντες νά καγχάζουν και νά κομπορημονοῦν καί νά λένε: Ποῦ εἶναι ὁ Θεός σου; Στήριξες την ἐλπίδα σου στο Θεό, ἄν πράγματι σέ Θέλει ὁ Θεός, διότι λές ὅτι εἶσαι Παιδί τοῦ Θεοῦ. Λύτρωσέ μας,  Ἰησοῦ. Μήν ἀφήνῃς να μᾶς χλευάζουν οἱ ἐχθροί μας δαίμονες καί δαιμονάνθρωποι. Μη τούς ἀφήνῃς να καυχῶνται ὅτι μᾶς κατεδάφισαν. Κύριε, βαρειά εἶναι ἡ 
ψυχή μου. Χάνομαι μέσα στο ἀπύθμενο σκοτάδι τῆς ἀπογνώσεως. Στέρεψαν οἱ πηγές τῶν δακρύων… Λογιώ λογιῶνε λογισμοί, ἀρνητικοί λογισμοί ἀποπνίγουν τήν ψυχή μου. Κι’ ὁ Πονηρός εὐφραίνεται καί πανηγυρίζει μέ τή δειλία καί τήν ὀλιγοπιστία μου και την ἀπόγνωσί μου. Κύριε, λυπήσου με καί πρόσθεσε σέ μέ  πίστιν(Λουκ. ιζ΄5). Στερέωσε τή σαλεμένη μου καρδιά ἐπί τήν πέτραν τῶν Ἐντολῶν Σου. Μή ἀφήνῃς τούς ἐχθρούς μου νά θριαμβολογοῦν καί να μοῦ φωνάζουν πώς με κατεδάφισαν. Κύριε Ἰησοῦ, Εὔσπλαγχνε καί Πολυέλεε, πρόφθασε και σῶσε μας.  Χριστέ μου ἔλεος Σοῦ ζητῶ. Ἕλεος Ἐλεήμων! Ὄχι γιατί το ἀξίζουμε, ἀλλά ἕνεκεν τῆς δόξης τοῦ Ὀνόματός Σου, γλυκύτατέ μου Ἰησοῦ ! Μη ἀπορρίψῃς ἡμᾶς ἀπό τοῦ προσώπου Σου. Μή ἀποστρέψῃς τό Πρόσωπόν Σου ἀπό ἡμᾶς. Ἐπίβλεψον ἐφ’ ἡμᾶς καί ἐλέησον πάντας ἡμᾶς! Κύριε, ὡς θέλεις και ὡς οἶδας ἐλέησον ἡμᾶς! Ἴλαθι μόνε ἡμῖν εὐδιάλλακτε! Γαλήνεψε τήν πονεμένη μας καρδιά.  Μακροθύμησον ἐφ’ ἡμᾶς. Δέξου τήν μετάνοιά μας. Σύ, Κύριε, πού Σταυρώθηκες, για μᾶς, ἐλέησον ἡμᾶς. Σύ,  γλυκύτατέ μου Ἰησοῦ, Χαρά τῆς ζωῆς, θεράπαυσε τίς πληγές μας καί ἀνάστησέ μας, νεκρούς ὄντας τῇ ἁμαρτίᾳ, διότι μόνον Σύ σώζεις και ζωοποιεῖς. Σκέπασον ἡμᾶς ὑπό τήν Σκέπην τῆς Εὐσπλαγχνίας Σου και ἀξίωσέ μας να Σέ ὑμνοῦμεν και νά Σέ δοξολογοῦμεν, σύν τῷ Πατρί και τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι, ἐν παντί τόπῳ τῆς Δεσποτείας Σου, εἰς πάντας τούς αἰῶνας. ΑΜΗΝ.


Σάββατο 13 Αυγούστου 2022

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΔΕΝ ΑΝΑΚΑΛΥΠΤΕΤΑΙ



Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΕΤΑΙ

 

 

«Μακάριοι οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ,

ὅτι αὐτοί τον Θεόν ὄψονται»

                                        (Ματθ.ε΄8).

 

Εἶναι ἀναμφισβήτητη ἀλήθεια ὅτι ὁ Χριστός, δεν ἀνακλύπτεται, ἀλλά ἀποκαλύπτεται  εἰς τούς καθαρούς τῇ καρδίᾳ. Τό Ποῦ, τό Πῶς, τό Πότε, τό γνωρίζει μόνον ὁ Θεός. Ὁ πιστός ἀπεκδέχεται, περιμένει, με λαχτάρα τή θεία Φανέρωσι. Προετοιμάζει τήν ψυχήν του πρός ὑποδοχήν. Καθαρίζει τήν καρδιά του ἀπό κάθε ὑλική καί ἀκάθαρτη ἡδονή, καθαρίζει τή λάσπη ἀπό τά βρωμερά του πάθη,  σταυρώνει καί νεκρώνει «τή σάρκα σύν τοῖς παθήμασι και ταῖς ἐπιθυμίαις» καί προσμένει τήν εὐλόγημένη ἐμφάνισιν τοῦ Κυρίου. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέγει: « Ὅταν ὁ Χριστός φανερωθῇ, ἡ ζωή ἡμῶν, τότε και ὑμεῖς σύν αὐτῷ φανερωθήσεσθε ἐν δόξῃ» (Κολοσ. γ΄ 4).

Ὅταν ὁ Χριστός φανερωθῇ, πού εἶναι ἡ ζωή μας και ἡ εἰρήνη μας(Ἐφεσ. β΄14), τότε καί σεῖς οἱ πιστοί, «οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ», μαζί μέ τόν Χριστόν θά φανερωθῆτε δοξασμένοι. «Ὅταν ὁ Χριστός φανερωθῇ… Ὅταν φανερωθῇ στην ψυχή μας στή ζωή μας… Ὅταν ἀποκαλυφθῇ σέ μᾶς… Τότε μᾶς ἀνεβάζει πάνω ἀπό τά γήϊνα, εἰς ὑψος θείας ἀναβάσεως, μπροστά στό Θρόνο τοῦ Θεοῦ τοῦ Ὑψίστου, ἔνθα οὐκ ἔστι πόνος, οὐ λύπη , οὐ στεναγμός, ἀλλά ζωή ἀτελεύτητος.

Ποιός μπορεῖ να περιγράψῃ τήν ἀλλαγή, τή μεταμόρφωσι, τή χαρά,  τήν ἀγαλλίασι, τήν ἀναγέννησι καί την ἐξ αὐτῆς μακαριότητα; Ὁ ἄνθρωπος ἐν Χριστῷ ξαναγιεννιέται, μεταμορφώνεται, γίνεται καινούργιος. Γίνεται ἄλλος ἄνθρωπος. Γίνεται οὐράνιος ἄνθρωπος, ἐπίγειος ἄγγελος. «Φεύγει ἀπό τήν πνιγερή ζωή, στῆς Ομορφιᾶς τή σφαῖρα», ὅπως λέγει ὁ ποιητής. «Εἴ τις ἐν Χριστῷ καινή κτίσις» (Β΄Κορινθ.ε΄17).  Ὅταν φανερωθῇ ὁ Χριστός, στόν καθαρό τῇ καρδίᾳ ἄνθρωπο, στόν ἄνθρωπο, πού πιστεύει καί δέχεται τόν Χριστόν, ὡς Θεόν και Σωτῆρα του, τότε ὁ ἄνθρωπος αὐτός ὁ ἀναγεννημένος, ἀνοίγει την καρδιά του στό Χριστό, ἐγκολπώνεται τό Εὐαγγέλιον τῆς Ἀγάπης Του καί τό κάνει «Πρᾶξι» στήν καθημερινή του ζωή, γίνεται ὑπερκόσμιος. Ὅταν ὁ Χριστός φανερωθῇ καί ὁ πιστός γευτῇ τή γλυκύτητα τῆς Θείας Παρουσίας, δέν γυρίζει πίσω στα παλιά, στήν κατάστασι τῆς ἁμαρτίας, δέν ἀλλάζει μέ τίποτε τό «ἝΝ», το Ὑπέρτατον Ἀγαθόν, τόν Χριστόν.  Ἑνωμένος μέ τόν Χριστόν, αἰσθάνεται δυνατός «τοῦ πατεῖν ἐπάνω ὄφεων και σκορπίων και ἐπί πᾶσαν την δύναμιν τοῦ ἐχθροῦ»(Λουκ. ι΄19) καί, με θάρρος, σέ ὅλους,  ὁμολογεῖ και λέγει:« Πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντί με Χριστῷ» (Φιλιπ. δ΄13). Καί θεωρεῖ, ὡς ὁ Παῦλος, τίς θλίψεις, τούς διωγμούς καί γενικά τά παθήματα, πού ὑποφέρουμε τώρα σ’ αὐτήν τήν ἄθλια παροικία τῶν παρανοήσεων καί τῆς ἀνατροπῆς τῆς Ἱεραρχίας τῶν Ἀξιῶν, ὅτι εἶναι ἕνα ΤΙΠΟΤΕ : «Λογίζομαι γάρ ὅτι οὐκ ἄξια τά παθήματα τοῦ νῦν καιροῦ πρός τήν μέλλουσαν δόξαν ἀποκαλυφθῆναι εἰς ἡμᾶς»(Ρωμ. η΄18).

Ὅταν ἀποκαλυφθῇ ὁ Χριστός στόν πιστόν, τότε ὁ ἄνθρωπος, πού δέχεται τή Χάρι, ἐννοεῖ «τό βραχύ τῆς ζωῆς» καί τή ματαιότητα τῶν ἐγκοσμίων πραγμάτων καί τῶν ἀνθρωπίνων ἐπιδιώξεων, ἐναποθέτει τήν ψυχή καί τη ζωή στό Χριστό, καί ὅπως ὁ Χριστός, ἀγαπᾶ καί προσφέρει τον ἑαυτόν του, για τούς ἄλλους Προσφοράν καί Θυσίαν στον Θεόν εἰς ὀσμήν εὐωδίας. «Διέρχεται τήν ζωήν αὐτοῦ εὐεργετῶν, κηρύσσων τό Εὐαγγέλιον τῆς Βασιλείας καί Θεραπεύων πᾶσαν νόσον καί πᾶσαν μαλακίαν ἐν τῷ λαῷ». Δόξα τῷ Θεῷ, ὑπάρχουν καί σήμερα καθαροί τῇ καρδίᾳ συνάνθρωποί μας, εἰς τούς ἀποκαλύπτεται ὁ Κύριος καί τούς ἀναγεννᾷ. Καί πραγματικά, ὅπως οἱ ἴδιοι ὁμολογοῦν, μέ τήν ἐμφάνισιν τοῦ Κυρίου, εἰς αὐτούς, γίνονται ἄλλοι ἄνθρωποι. 



Πρόσφατο, ζωντανό παράδειγμα μεταστροφῆς, εἶναι ἡ ἀλλαγή τοῦ ἐκλεκτοῦ καί ἀγαπημένου μας ἠθοποιοῦ ΚΩΣΤΑ ΑΠΟΣΤΟΛΑΚΗ, πού ἐπιγραμματικά ὁμολογεῖ σέ συνέντευξί του ὅτι : «ΖΩΗ ΧΩΡΙΣ ΧΡΙΣΤΟ ΚΑΙ ΠΙΣΤΙ ΕΙΝΑΙ ΤΡΑΓΩΔΙΑ». Ἀξίζει να ἀναφέρω στην ἀγάπη σας, ἀγαπητά μου παιδιά, αὐτολεξί τήν ὄντως ἀξιόλογον και ψυχοφέλιμον  ὁμολογία του. Ὁ Κῶστας Ἀποστολάκης λέγει: «Εἶναι γεγονός ὅτι οἱ περισσότεροι σήμερα ἐπιδιώκουν, να μείνουν νέοι, νά μή μεγαλώσουν ποτέ. Νοιάζονται κυρίως, για το σῶμα και ὄχι για το πνεῦμα… Ὁ Πλάτωνας ἔλεγε: «Τό νά φοβᾶται τό παιδί τό σκοτάδι, εἶναι λογικό, τό νά φοβᾶται ὁ μεγάλος το Φῶς εἶναι παράλογο». Τό Φῶς εἶναι τό  πνεῦμα. Δέν τό βλέπεις, σάν τόν ἄνεμο, ἀλλά αὐτό ὑπάρχει καί τό αἰσθάνεσαι. Εἶναι φοβερό, ἀλλά σήμερα ὅλοι νοιαζόμαστε, για το φθαρτό, γιά τό σῶμα, αὐτό θά πάη στο χῶμα. Και δεν νοιαζόμαστε, γιά τό Πῶς θρέψουμε την ψυχή μας, ἡ ὁποία θά ζήσῃ αἰώνια, θά βγῆ ἀπό τό σῶμα καί θά ταξιδέψῃ.  Τή θλῖψι δέν τήν φέρνει ἡ φτώχεια, ἀλλά ἡ ἐπιθυμία καί ἡ ἀπληστία. Γιατί ὅσα ποτάμια και ἄν χυθοῦν στή θάλασσα, αὐτή δέν γεμίζει. ΖΟΥΜΕ πιό πολύ ἀπό ποτέ στήν ἐποχή τῆς εἰκόνας. Ὅμως καί ἡ ἐξωτερική ἐμφάνιση εἶναι ἐπίσης φθαρτή. Ὅλος αὐτός ὁ ἀγῶνας, γιά τήν νεότητα,  κάθε εἴδους ἐπέμβαση,  ἄν δεν σοῦ φέρῃ αὐτά πού ἐπιθυμεῖς, στο τέλος θά σέ ρίξη σέ μεγαλύτερη θλῖψι. Δέν ξέρω, ἀλλά ἡ ζωή χωρίς Χριστό και Πίστι εἶναι τραγωδία, ταλαιπωρία, ἕνα δρᾶμα χωρίς τελειωμό» εἶπε ὁ ἐκλεκτός και ἀγαπημένος μας ἠθοποιός. Σέ κάθε εὐκαιρία τονίζει ὅτι ἡ ἐμφάνισι τοῦ Χριστοῦ  στη ζωή του  τόν ἀναγέννησε, ἔγινε ἄλλος ἄνθρωπος. Και λέγει με παρρησία σέ ὅλους: «Τώρα, πού βρῆκα τό Χριστό, εἶμαι ἄλλος ἄνθρωπος».



Εἶναι καιρός νά καταλάβουμε ὅλοι ὅτι ὁ ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ΤΟ «ΠΑΝ», για μᾶς καί νά ἑτοιμάζουμε την ψυχήν μας πρός ὐποδοχήν. Γιά κάθε ἄνθρωπο  ὑπάρχει ἡ δική του στιγμή, ἠ δική του πεντηκοστή, ἡ ὥρα τῆς εὐλογημένης ἐμφανίσεως. Μόνον ὁ Θεός γνωρίζει, γιά τόν καθένα μας τό Ποῦ, τό  Πῶς, τό Πότε. Ὁ Θεός ξέρει. Ἐμεῖς ἑτοιμάζουμε τήν ψυχή μας νά Τόν ὑποδεχθοῦμε;

 

Ἀνεξίκακε Κύριε, Γλυκύτατέ μου Ἰησοῦ, ἐπίβλεψον ἐξ οὐρανοῦ καί ἴδε και ἄκουσε τούς στεναγμούς και τά δάκρυα τῶν ἐλεεινῶν καί ἀναξίων δούλων Σου.  ἐλέησέ μας τους ἁμαρτωλούς, Μακρόθυμε Κύριε. Καί σῶσε μας. Στερέωσε ἐπί την πέτραν τῶν Ἐντολῶν Σου τή σαλεμένη μας καρδιά. Ἀξίωσέ μας νά ἐπιστρέψουμε εἰλικρινά μετανοιωμένοι κοντά Σου καί  στῆσε στήν καρδιά μας τή σκηνή Σου. Ἐμφάνηθι και παῦσον ἀφ’ ἠμῶν τον ὀδυρμόν τῶν δακρύων. Σύ, Πανάγαθε, ὁ πάντων Ἐπέκεινα και Πανταχοῦ Παρών, ἔλα κοντά μας καί θεράπευσε τίς ψυχικές και σωματικές μας ἀρρώστιες. Σύ ὁ Πανακής Ἰατρός, θέλεις ὡς Πανάγαθος καί μπορεῖς ὡς παντοδύναμος νά θεραπεύσῃς και τίς ἀνίατες ψυχοσωματικές μας ἀσθένειες, «ὅπου γάρ βούλεται Θεός νικᾶται φύσεως τάξις». Ἕλεος… Ἔλεος σοῦ ζητῶ Κύριε, ἔλα γρήγορα, μή βραδύνης, ἔρχου ταχύ και μεῖνε κοντά μας. Ἀξίωσε καί ἡμᾶς νά γευτοῦμε τή γλυκύτητα τῆς Εὐλογημένης Παρουσίας Σου καί, ἀσιγήτως, νά Σέ ὑμνοῦμε, σύν τῷ Πατρί και τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι,  καί να Σέ δοξολογοῦμε, ἐν παντί τόπῳ τῆς Δεσποτείας Σου, τώρα καί πάντοτε καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. ΑΜΗΝ.





Τετάρτη 10 Αυγούστου 2022

ΚΥΡΙΕ, ΙΗΣΟΥ ΕΛΕΗΣΟΝ ΗΜΑΣ.




ΚΥΡΙΕ ΜΟΥ, ΙΗΣΟΥ,

ΑΚΟΥΣΕ ΤΟΥΣ ΣΤΕΝΑΓΜΟΥΣ ΜΑΣ ΚΑΙ ΣΩΣΕ ΜΑΣ!

 

Σ’ αὐτήν ἐδῶ τήν ἄθλια παροικία, πού βρισκόμαστε, διά τῆς παρακοῆς, στό κάθε μας βῆμα συναντᾶμε ἀγκάθια και τριβόλους, δυσκολίες, βάσανα, πειρασμούς, θλίψεις, Ὀδύνη και πόνο. Και πολλές φορές ὁ Πονηρός, «ὁ Ἄρχων τοῦ κόσμου τούτου», μᾶς ὁδηγεῖ σέ ἀπόγνωσι και ἀπελπισία. Μᾶς σιγοψιθυρίζει ὅτι δέν ὐπάρχει για μᾶς σωτηρία ἐξ αἰτίας τῶν πολλῶν μας ἁμαρτιῶν. Καί εἶναι ἀλήθεια ὅτι στην Πάλη μας με τον Κακό μας ἑαυτό, μέ τόν κόσμο καί μέ τό Διάβολο, πολλές φορές χάνουμε τη Μάχη. Μᾶς κυριεύει «τῆς σαρκός το φρόνημα», πού εἶναι  ἔχθρα εἰς Θεόν και φέρει στην ψυχή και τή ζωή μας το Θάνατο.



Κύριε, ποιός θα μᾶς ἀνασύρῃ ἀπό «τήν ἰλύν βυθοῦ» εἰς την ὁποίαν ἔχουμε ἐμπαγῆ; Ποιός θά μᾶς ἐλεθερώσῃ ἀπό αὐτήν ἐδῶ την κοιλάδα τοῦ κλαυθμῶνος; «Ταλαίπωρος ἐγώ ἄνθρωπος! Ποιός θά μᾶς λυτρώσῃ; Ποιός θά μᾶς ἐλευθερώσῃ  ἀπό αὐτό τό σῶμα τό καταδικασμένο σέ θάνατο; Θεέ μου, ποιός θά μᾶς ὁδηγήσῃ σέ τόπο ἀναψυχῆς, «ἐπί ζωῆς Πηγάς ὑδάτων»; Ποιός ἄλλος ἐκτός ἀπό Σένα, πού Σταυρώθηκες, για μᾶς; Ἐκτός ἀπό Σένα, δέν ἔχουμε, ἀλλά καί δέν θέλουμε να ἔχουμε βοηθόν ἄλλον Κανέναν. Σύ, Κύριε εἶσαι το «ΠΑΝ», για μᾶς. Σύ εἶσαι το Φρούριόν μας, το μόνον ἀσφαλές καταφύγιον. Σύ, Κύριε, εἶσαι ὁ Προσωπικός μας Σωτῆρας καί ὁ ΛΥΤΡΩΤΗΣ τοῦ Σύμπαντος Κόσμου. Σύ και μόνον εἶσαι ὁ Θεός, ὁ Ἀληθινός Θεός, κι’ ἐμεῖς εἴμαστε οἱ δοῦλοι Σου. Ἀχρεῖοι και ἐλεεινοί, ἀλλά δικοί Σου δοῦλοι. Σέ Σένα μονάχα καταφεύγουμε, γιατί Ἐσένα μονάχα λατρεύουμε. Σύ και μόνον Σύ εἶσαι ἡ μόνη μας καταφυγή, ἡ μόνη μας ἐλπίδα. Και μετά ἀπό Σένα προσφεύγουμε στήν Παναγία Μητέρα Σου, την Κεχαριτωμένη. Κύριε μη ἀποστρέψῃς το πρόσωπόν Σου ἀφ’ ἡμῶν… Μή μᾶς ἐγκαταλείπῃς! Μη ἐπιτρέψης στους ἐχθρούς μας Δαίμονας και δαιμονανθρώπους, να καυχῶνται λέγοντες ὅτι μᾶς κατεδάφισαν. Πρόφθασε καί σῶσε μας! Θεράπευσε τίς ἀρρώστιες μας, ψυχικές και σωματικές, Σύ, ὁ Πανακής ἰατρός». «Κύριε, σῶσον ἠμᾶς, ἀπολύμεθα»! ἔρχου ταχύ! Μή βραδύνῃς!  ΣΩΣΕ ΜΑΣ ΚΑΙ ΕΛΕΗΣΕ ΜΑΣ Πρεσβείαις τῆς Παναχράντου Σου Μητρός και Πάντων τῶν ἁγίων. ΓΛΥΚΥΤΑΤΕ ΜΟΥ ΙΗΣΟΥ, ΕΛΕΟΣ ΣΟΥ ΖΗΤΩ! Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον ἠμᾶς! Καί ἀξίωσέ μας,  Δέσποτα, νά Σέ λατρεύουμε με την καρδιά μας και να Σέ δοξάζουμε εἰς πάντας τούς αἰῶνας. ΑΜΗΝ.





Τρίτη 9 Αυγούστου 2022

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΚΑΙ ΜΟΝΟΝ ΑΥΤΟΣ. «ΕΝΟΣ ΕΣΤΙ ΧΡΕΙΑ» (Λουκ. ι΄42).

 



«ΜΑΡΙΑ ΔΕ ΤΗΝ ΑΓΑΘΗΝ ΜΕΡΙΔΑ ΕΞΕΛΕΞΑΤΟ, ΗΤΙΣ ΟΥΚ ΑΦΑΙΡΕΘΗΣΕΤΑΙ ΑΠ’ ΑΥΤΗΣ»

(Λουκ. ι΄42).

 Μόνον ὁ Χριστός, τό Ὑπέρτατον Ἀγαθόν (Τό·Bene supremo), μόνον Αὐτός εἶναι τό «Ἕν», πού ἔχομεν χρεία. Αὐτόν χρειαζόμαστε καί μόνον Αὐτόν. Ὁ Χριστός, ὁ Μονογενής Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ Ζωή καί τό Φῶς.

Διά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ,  ἀποκαλύπτεται τό  χρόνοις αἰωνίοις  σεσιγημένον Μυστήριον, τό Μυστήριον τῆς Οἰκονομίας τοῦ Θεοῦ, γιά τή σωτηρία μας. Αὐτός εἶναι ὁ «Παῖς» τοῦ Θεοῦ, «ὁ Ἐκλεκτός», «ὁ δι’ οὗ τά πάντα ἐγένετο», ὁ Ὁποῖος ἐξ ἀπείρου ἀγάπης, για τά πλάσματά Του, συγκαταβαίνει καί λαμβάνει «δούλου μορφήν», εὐδοκίᾳ τοῦ Πατρός καί συνεργείᾳ τοῦ Ἀγίου Πνεύματος. Εἶναι καί γίνεται ἡ Ὁδός και ἡ Ἀλήθεια καί ἡ Ζωή. Ὁ Χριστός μᾶς συμφιλιώνει μέ τόν Πατέρα καί «Οὐδείς ἔρχεται πρός τόν Πατέρα, εἰ μή δι’ Αὐτοῦ» (Ἰωάν.ιδ΄6). Ὁ Χριστός εἶναι ὁ Ἰσχυρός Θεός, ὁ Ἐξουσιαστής, ὁ Ἄρχων τῆς Εἰρήνης, καί τῆς βασιλείας αὐτοῦ οὐκ ἔσται τέλος, ὅπως ἀναφέρῃ ὁ Εὐαγγελιστής Προφήτης Ἡσαῒας. Ὅταν μιλάμε, γιά τόν Κύριον τῆς δόξης, τόν Θησαυρόν τῶν Θησαυρῶν, τό Ὑπέρτατον Ἀγαθόν, κινδυνεύουμε νά περιπέσουμε σέ λάθη, διότι ὁ ἀνθρώπινος λόγος δέν εἶναι δυνατόν νά περιγράψῃ τά ἀπερίγραπτα, νά ἐκφράσῃ τά ἀνέκφραστα, νά διηγηθῇ τά «ὑπέρ λόγον και ἔννοιαν». Κανείς δέν εἶναι ἱκανός νά ἐγκωμιάσῃ ἐπαξίως τόν Κύριον. Μποροῦμε ὅμως να ἀναφέρουμε τούς λόγους τῆς Ἀποκαλύψεως, τούς λόγους τῆς Γραφῆς καί νά βεβαιώσουμε ὅτι πραγματικά ΕΝΟΣ ΕΣΤΙ ΧΡΕΙΑ.



Μόνον τόν Χριστόν ἔχομεν ἀνάγκη. Ὁ Χριστός εἶναι το «ΠΑΝ», για μᾶς. Αὐτός εἶναι ἡ ζωή μας και ἡ εἰρήνη μας, ἡ μόνη μας παρηγοριά, ἡ μόνη μας ἐλπίδα, τό Φρούριόν μας, τό μόνον ἀσφαλές καταφύγιον. Ὁ Χριστός εἶναι ἡ Ὁδός και ἡ Ἀλήθεια, ἡ Ἀνάστασις καί ἡ Ζωή, τό Φῶς τό ἀληθινόν, πού φωτίζει κάθε ἄνθρωπο, πού ἔρχεται στόν κόσμο καί μόνον Αὐτός εἶναι ἡ εἰρήνη τοῦ κόσμου. Ὁ Χριστός εἶναι «τό Α καί τό Ω, ἡ Ἀρχή καί τό Τέλος, ὁ Πρῶτος και ὁ Ἔσχατος, ὁ Ὤν καί ὁ Ἦν καί ὁ Ἐρχόμενος, ὁ Παντοκράτωρ» (Ἀποκ. α΄8,11. κα΄6. κβ΄13). Αὑτός, ὁ Χριστός, ὁ Ἀληθινός Μεσσίας, ἔρχεται κοντά μας, και διέρχεται τήν ζωήν αὐτοῦ εὐεργετῶν, κηρύσσων τό Εὐαγγέλιον τῆς Βασιλείας και θεραπεύων πᾶσαν νόσον καί πᾶσαν μαλακίαν ἐν τῷ λαῷ». Ὁ ΧΡΙΣΤΟΣ, γίνεται ταπεινός ἄνθρωπος, Τύπος καί Ὑπογραμμός,  σέ ὅλους μας, «ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς Αὐτόν μη ἀπόληται, ἀλλ’ ἔχῃ ζωήν αἰώνιον». Γίνεται Ὑπόδειγμα τελείας Ὑπακοῆς πρός τόν Πατέρα, μέχρι θανάτου, θανάτου δέ Σταυροῦ. Πάσχει, γιά Χάρι μας «ὑπολιμπάνων ἡμῖν ὑπογραμμόν, ἵνα ἐπακολουθήσωμεν τοῖς ἴχνεσιν αὐτοῦ». Καί, πραγματικά, «Οὐκ ἐστιν ἐν ἄλλῳ οὐδενί ἡ σωτηρία· οὐδέ γάρ ὄνομά ἐστιν ἕτερον ὑπό τόν οὐρανόν τό δεδομένον ἐν ἀνθρώποις ἐν ᾧ δεῖ σωθῆναι ἡμᾶς»(Πράξ. δ΄12). «Και ἔσται πᾶς ὅς ἄν ἐπικαλέσηται τό Ὄνομα Κυρίου σωθήσεται» ( Ἰωήλ  β΄30, 31.γ΄15. Πραξ. β΄21).

Πραγματικά «ΕΝΟΣ (τοῦ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ) ΕΣΤΙ ΧΡΕΙΑ. Ὁ Χριστός εἶναι ὁ Μάρτυς ὁ Πιστός καί ὁ Ἀληθινός. Ὅλα και ὅλοι μᾶς ἐξαπατοῦν,  μᾶς ἐγκαταλείπουν καί μᾶς ἀπογοητεύουν. Μόνον ὁ Χριστός μένει κοντά μας καί ὅταν Τόν διώχνουμε, με τίς ἀπερισκεψίες μας καί μέ την προβληματική μας συμπεριφορά, Αὐτός μᾶς κυνηγάει μέ τό  Ἔλεός Του, για νά μᾶς σώσῃ. Εἶναι ὁ Μόνος, πού δεν μᾶς ἐγκαταλείπει ποτέ. ΔΟΞΑ Τῌ ΜΑΚΡΟΘΥΜΙᾼ ΣΟΥ, ΚΥΡΙΕ, ΔΟΞΑ ΣΟΙ.



Ἡ Μαρία, ἡ ἀδελφή τοῦ Λαζάρου, ἔχουσα Ὑπόδειγμα ἀφοσιώσεως στό Θεό τήν Ὑπέραγνον Μητέρα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, κατενόησε ὅτι, πραγματικά, «ΕΝΟΣ ΕΣΤΙ ΧΡΕΙΑ». Δι’ αὐτόν ἀκριβῶς τό λόγο και «τήν ἀγαθήν μερίδα ἐξελέξατο, ἥτις οὐκ ἀφαιρεθήσεται ἀπ’ αὐτῆς». Δηλαδή ἡ Μαρία ξεχώρισε τά ἐπίγεια, τά φθαρτά, ἀπό τά ἐπουράνια καί αἰώνια και διάλεξε τήν ἀγαθήν μερίδα: «Παρακαθίσασα παρά τούς πόδας τοῦ Ἰησοῦ ἤκουε τόν λόγον αὐτοῦ». Καί πραγματικά ὁ ζωοποιός λόγος τοῦ Χριστοῦ, εἶναι ὁ οὐράνιος ἄρτος, ὁ ἄρτος τῆς ζωῆς, «ὁ καταβαῖνον ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καί ζωήν διδούς τῷ κόσμῳ» καί, ἐκ τῶν πραγμάτων, γίνεται φανερόν ὅτι «ὁ λόγος τοῦ Ἰησοῦ  Χριστοῦ εἶναι τροφή καί τρυφή τῆς ψυχῆς, ἴαμα, θεραπεία και νεκρούς ἀνασταίνει».

Ὅταν ὁ Κύριος ὁμιλοῦσε, μέσα ἀπό τόν ὄχλο  κάποια γυναῖκα, ἐνθουσιάστηκε ἀπό το Θεϊκό Του λόγο και ἔβγαλε φωνή μεγάλη καί εἶπε:« Μακαρία ἡ κοιλία ἡ βαστάσασα Σε και μαστοί οὕς ἐθήλασας». Εὐτυχισμένη ἡ μάνα πού σέ γέννησε! Μέ αὐτό τό ἐγκώμιον ἀφορμή, Πλέκει ὁ Κύριος τό δικό Του ἐγκώμιον στήν Παναγία Μητέρα Του καί, ὡς Θεός, λέγει: «Μενοῦνγε·  βεβαιότατα, πράγματι εἶναι Μακαρία, πανευτυχής ἡ Μητέρα μου, διότι εἶναι «Μακάριοι οἱ ἀκούοντες τόν λόγον τοῦ Θεοῦ και φυλάσσοντες αὐτόν»(Λουκ.ια΄27-28). Διότι διάλεξε πρώτη αὐτή τήν ἀγαθήν μερίδα, πρώτη ἐγκολπῶθηκε τό λόγο τοῦ Θεοῦ.

Ἡ Παναγία Μητέρα μας, ἀφιερώθηκε ὁλόψυχα στό Θεό και ἐγκολπώθηκε τό λόγο τοῦ Θεοῦ και τον ἔκανε «πρᾶξι» στην καθημερινή της ζωή. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἦταν τροφή και τρυφή τῆς ψυχῆς της, διά τοῦτο καί εὑρέθη στά μάτια τοῦ Οὐρανίου Πατρός, ἡ Μόνη ἐν γυναιξίν εὐλογημένη και καλή, ἄσπιλη, ἄμόλυντη, ἄφθορη, ἱκανή και ἀξία νά δεχθῆ μέσα στην ἁγία της ψυχή, ὁλόκληρον τό Ἅγιον Πνεῦμα, καί νά γεννήσῃ τόν Υἱόν τοῦ Θεοῦ, ὡς ἄνθρωπον στόν Κόσμο. Χάρις εἰς τήν ἀφοσίωσίν της εἰς τόν Θεόν, ἐξελέξατο τήν ἀγαθήν μερίδα, ἐξέλεξε τό· «ΕΝ» τό  Ὑπέρτατον Ἀγαθόν, τόν Θεόν καί κατηξιώθη νά γεννήσῃ τόν Χριστόν καί  γίνεται Θεοτόκος, ὑψηλοτέρα τῶν οὐρανῶν, καί καθαροτέρα λαμπηδόνων ἡλιακῶν, τιμιωτέρα τῶν Χερουβείμ καί ἐνδοξοτέρα ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφείμ, τῶν φιλοθέων φιλοθεωτέρα και τῶν Ἁγίων ἁγιωτέρα. ΠΑΝΑΓΙΑ. Γίνεται Μητέρα τοῦ Κυρίου και Μητέρα ὅλων μας. Γι’ αὐτό κι’ ἐμεῖς μετά Θεόν, πρός αὐτήν καταφεύγωμεν.  Κανείς ἀπό μᾶς δεν εἶναι ἄξιος νά ἐγκωμιάσῃ τή «ΜΕΓΑΛΟΧΑΡΗ».



«Καί τίς ἱκανός τοιοῦτον φράσαι μυστήριον; Ποῖον δέ φθέγξασθαι στόμα; Ποία δέ γλῶσσα λαλῆσαι περί τῆς Μεγαλονύμου Θεοτόκου; Αὕτη γάρ και τάς τῶν οὐρανῶν Δυνάμεις ἐξένισεν», ἀναφωνοῦν οἱ Πατέρες.

Τήν ἐγκωμίασεν ὁ Υἱός της, ὁ Ὁποῖος καί τήν ὑπέδειξεν ὡς Παράδειγμα ἀφοσιώσεως στό Θεό, ὡς ὑπόδειγμα ἐκλογῆς τοῦ ΕΝΟΣ τοῦ Ὁποίου ἔχομεν ΧΡΕΙΑ, ὥστε κι’ ἐμεῖς μιμούμενοι τήν ἁγίαν της ζωήν νά ἐκλέξουμε τήν ἀγαθήν μερίδα, διότι ΕΝΟΣ ΕΣΤΙ ΧΡΕΙΑ καί να παρακαθίσουμε «παρά τούς πόδας τοῦ Ἰησοῦ ἀκούοντες τον λόγον τοῦ Θεοῦ καί φυλάσσοντες αὐτόν». Καί εἶναι καιρός νά ἀνοίξουμε τήν καρδιά μας στό Χριστό, νά ἐγκολπωθοῦμε τό Εὐαγγέλιον τῆς Ἀγάπης Του καί νά τό κάνουμε «Πρᾶξι» στήν καθημερινή μας ζωή, ὥστε νά χαρῇ ἡ Παναγία Μητέρα μας.

Εἶναι καιρός νά τροποποιήσουμε καί νά θεραπεύσουμε τήν προβληματική μας συμπεριφορά, διότι, δυστυχῶς, μέ τά καμώματά μας και τίς ἀπροσεξίες μας πικραίνουμε τήν Παναγία Μητέρα μας, ὥστε νά δακρύζουνε ἀκόμη και οἱ Εἰκόνες της.  Ὅλοι ὅλες τίς ὧρες καταφεύγουμε κοντά της και ζητᾶμε τη βοήθειά της και εἶναι βέβαιον ὅτι κανείς δεν φεύγει ἀπό κοντά της ντροπιασμένος, «ἀλλ’ αἰτεῖται τήν χάριν και λαμβάνει τό δώρημα, πρός τό συμφέρον τῆς αἰτήσεως». Δέν μποροῦμε ἐπάξια νά τήν ἐγκωμιάσουμε, μποροῦμε ὅμως, μέ τή χάρι της, νά μιμηθοῦμε τήν ἁγία Της  ζωή. Ἡ Προσπάθειά μας αὐτή θἆναι καί τό καλλίτερο ἐγκώμιον πρός ἄχραντη Μητέρα τοῦ Κυρίου καί Μητέρα ὅλων μας, γιατί σάν στοργική Μητέρα χαίρεται μέ τήν προκοπή μας στίς ἀρετές. Ἀκούει δέ καί τούς κλαυθμυρισμούς τῶν νηπίων τέκνων της καί ἀποκρίνεται πάντοτε, μέ στοργή καί τρυφερότητα καί μᾶς θεραπεύει.


Δέσποινά μου, Παναγία Θεοτόκε, ἄκουσε τούς καλυθμυρισμούς, τούς στεναγμούς, τά δάκρυα τῶν ἐλεεινῶν καί ἀχρείων δούλων Σου. Μή παρίδῃς  τήν δέησί μας.  Σκέπασέ μας, μέ τή Χάρι Σου. Μετά Θεόν πρός Σέ καταφεύγωμεν ὡς ἄρρηκτον τεῖχος και Προστασίαν. Λύτρωσέ μας Παναγιά μου, ἀπό τίς συμφορές, πού σωρεύει στη ζωή μας ἡ ἁμαρτία.  Θεράπευσε τίς ἀρρώστιες τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος, πού τόσο πολύ μᾶς ταλανίζουν. Σύ, Μεγαλόχαρη εἶσαι ἠ τῶν ἀπηλπισμένων ἡ ἐλπίς και τῶν πολεμουμένων βοήθεια. Μή μᾶς ἐγκαταλείπῃς, Μεγαλόχαρη!... Τῇ Μητρικῇ Σου παρρησίᾳ χρωμένη δυσώπησον καί λύτρωσέ  ἡμᾶς ἀπό πάσης ἀνάγκης και θλίψεως. Εἶσαι ἡ μόνη μας καταφυγή, μετά τόν Κύριον. Δέξου τά δάκρυά μας καί τήν εἰλικρινῆ μας μετάνοια. Πρόσδεξαι  τάς δεήσεις τῶν δούλων σου, καί ἀξίωσέ μας να βρισκώμαστε, κάτω ἀπό τήν σκέπην Σου, νά λατρεύουμε, μέ τήν καρδιά μας τόν Χριστόν καί νά Τόν ὑμνοῦμεν, σύν τῷ Πατρί καί τῷ ἁγίῳ Πνεύματι, εἰς πάντας τούς αἰῶνας. ΑΜΗΝ.




Πέμπτη 4 Αυγούστου 2022

«ΟΥΤΟΣ ΕΣΤΙΝ Ο ΥΙΟΣ ΜΟΥ Ο ΑΓΑΠΗΤΟΣ, ΕΝ ῼ ΕΥΔΟΚΗΣΑ».

 


«ΑΥΤΟΥ ΑΚΟΥΕΤΕ»

 

Ὁ Κύριος ἀνεβαίνει στό Θαβώριον ὅρος και παραλαμβάνει μαζί Του μόνον τον Πέτρον, τον Ἰάκωβον και τον Ἰωάννην, τούς τρεῖς πρωτοκορυφαίους τῶν Μαθητῶν Του, πού διέπρεψαν εἰς τάς ἀρετάς καί, μέ τή Χάρι τοῦ Θεοῦ, κατέστησαν δεκτικοί τῆς ἀποκαλύψεως εἰς αὐτούς τῆς ἐνθέου δόξης. Δέν εἶναι προσωπολήπτης ὁ Κύριος. Κατά λόγον δικαιοσύνης, διάλεξε τούς τρεῖς, διότι αὐτοί πίστευουν, με ὅλη τη δύναμι τῆς ψυχῆς τους, στόν Κύριον. Πιστεύουν καί ὁμολογοῦν ὅτι Αὐτός εἶναι ὁ Εὐλογημένος, ὁ Ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου. Πιστεύουν ὅτι εἶναι ὀ Μονογενής Υἱός και Λόγος τοῦ Θεοῦ τοῦ Ζῶντος, πού, ἀπό ἄπειρη, για τά πλάσματά Του, Ἀγάπη, λαμβάνει «δούλου Μορφήν», προσλαμβάνει τήν ἀμαυρωθεῖσαν φύσιν ἡμῶν καί τήν ἐξαγιάζει, «ἵνα τήν ἑαυτοῦ ἀναπλάσσῃ εἰκόνα, φθαρεῖσαν τοῖς πάθεσι» και «ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς Αὐτόν μή ἀπόληται, ἀλλ’ ἔχῃ ζωήν αἰώνιον» (Ἰωάν.γ΄15,16). Οἱ τρεῖς διαπρέπουν εἰς τάς ἀρετάς. Οἱ ὑπόλοιποι ὑστεροῦν καί δέν ἀνέρχονται εἰς τό ὅρος τῆς Μεταμορφώσεως, διότι δεν εἶναι ἀκόμη δεκτικοί τῆς Θείας Χάριτος, «διά την ἀπιστίαν αὐτῶν»(Ματθ. ιζ΄19-20). Εἶναι μεγάλο τό κατόρθωμα τῆς Πίστεως, πού καθαρίζει τήν καρδιά καί τήν καθιστᾶ δ ε κ τ ι κ ή ν τῆς ἀποκαλύψεως τῆς ἐνθέου Δόξης.

Πρίν ἀπό τό Πάθος θέλει ὁ Κύριος να ἐνθαρρύνῃ τούς Μαθητάς καί νά στερεώσῃ την Πίστιν τῶν Μαθητῶν στη θεότητά Του, ὥστε, ὅταν μετά ἀπό λίγο, θά Τον δοῦν προσηλωμένο στό Σταυρό, νά μή ἀποκάμουν, νά μή λειποψυχήσουν, ἀλλά νά πιστεύουν ὅτι Αὐτός εἶναι ἡ Ἀνάστασις καί ἡ Ζωή καί, ἐνθυμούμενοι τή συνομιλία Του εἰς τό Ὄρος, μέ τό Μωϋσῆ καί τόν Ἠλίαν, νά διακηρύττουν ὅτι, Ὁ ΧΡΙΣΤΟΣ, ὁ Διδάσκαλός τους «ζώντων καί νεκρῶν κυριεύει», ὅτι «ἐξῆλθε νικῶν και ἵνα νικήσῃ»(Ἀποκ. στ΄2), καί ὅτι Αὐτός εἶναι ὁ Αἰώνιος Νικητής, ὁ αἰώνιος Θριαμβευτής !

Χάρις εἰς τήν θερμήν τους Πίστιν, χάρις στήν καθαρότητα τῆς καρδίας τους καί τήν προκοπή τους στις ἀρετές ἀξιώνονται νά δεχθοῦν πρῶτοι αὐτή τή διαβεβαίωσι τοῦ Οὐρανίου Πατρός, ὅτι ὁ Διδάσκαλός τους εἶναι ὁ Χριστός, ὁ ἐνανθρωπήσας Υἱός και Λόγος τοῦ Θεοῦ τοῦ Ζῶντος. Ἀξιώθηκαν πρῶτοι νά ἀκούσουν, μέσα ἀπό τή φωτεινή Νεφέλη, τή Φωνή τοῦ Θεοῦ καί Πατρός, ὡς φωνήν Σάλπιγγος, ὡς φωνήν ὑδάτων  πολλῶν, να παρουσιάζῃ σ’ αὐτούς καί στόν κόσμον,  τόν  Υἱόν Του λέγων: «ΟΥΤΟΣ ΕΣΤΙΝ Ο ΥΙΟΣ ΜΟΥ Ο ΑΓΑΠΗΤΟΣ, ΕΝ ῼ ΕΥΔΟΚΗΣΑ». 

Ὁ οὐράνιος Πατέρας  ἀποστέλλειτόν Υἱόν Του, ἐξ ἀπείρου ἀγάπης, στόν κόσμο, γιά νά μᾶς λυτρώσῃ ἀπό το Κακό και την Ἁμαρτία. Για νά μᾶς σώσῃ καί νά μᾶς ὁδηγήσῃ ἀπό τό· «κατ’εἰκόνα, εἰς τό καθ’ ὁμοίωσι» καί νά μᾶς ἐπανεισάγῃ εἰς τόν Παράδεισο. Προϋπόθεσις  ἐπιστροφῆς τῶν ἀνθρώπων κοντά στο Θεό, εἶναι ἡ Ὑπακοή στόν ἐνανθρωπήσαντα Κύριον. Γι’ αὐτόν ἀκριβῶς τόν λόγον  ὁ Οὐράνιος    Πατέρας μᾶς  π ρ ο σ τ ά ζ ε ι: ΑΥΤΟΥ(τοῦ Υἱοῦ μου) ΑΚΟΥΕΤΕ !».

Καί πραγματικά ἔρχεται ὁ Χριστός κοντά μας και διέρχεται τήν ζωήν Αὐτοῦ εὐεργετῶν, κηρύσσων τό Εὐαγγέλιον τῆς Βασιλείας καί θεραπεύων πᾶσαν νόσον και πᾶσαν μαλακίαν ἐν τῷ λαῷ», Γίνεται Τύπος και Ὑπογραμμός Ὑπακοῆς στόν Πατέρα, «ἵνα ἐπακολουθήσωμεν τοῖς ἴχνεσιν Αὐτοῦ»( Α΄ Πετρ. β΄21).




Καί ἡ Παναγία Μητέρα Του, «ἡ Μεγαλόχαρη», στό Γάμο τῆς Κανᾶ, μᾶς συμβουλεύει νά κάνουμε Ὑπακοή στό Χριστό καί λέγει: «Ο,ΤΙ ΑΝ ΛΕΓῌ ΥΜΙΝ, ΠΟΙΗΣΑΤΕ» (Ἰωάν. β΄5).Δηλαδή: «ΑΥΤΟΥ ΑΚΟΥΕΤΕ» .

Λοιπόν, τά λόγια περιττεύουν…Καιρός νά ἀνοίξουμε τήν Καρδιά μας στό Χριστό, νά ἐγκολπωθοῦμε τό Εὐαγγέλιον τῆς Ἀγάπης Του, νά τό κάνουμε «Πρᾶξι» στήν καθημερινή μας ζωή, ὥστε μέ καθαρή καρδιά και πνεῦμα ταπεινώσεως, νά γίνουμε δεκτικοί τῆς ἐνθέου δόξης καί νά  ἀξιωθοῦμε μετά τῶν Ἀγγέλων καί τῶν ἁγίων νά Τόν δοξάζωμεν, σύν τῷ Πατρί καί τῷ ἁγίῳ Πνεύματι, ἐν παντί τόπῳ τῆς Δεσποτείας Αὐτοῦ, εἰς πάντας τούς αἰῶνας. ΑΜΗΝ.




 

 

Τρίτη 2 Αυγούστου 2022

«ΗΜΕΙΣ ΟΙ ΔΥΝΑΤΟΙ ΟΦΕΙΛΟΜΕΝ (Ρωμ.ιε΄1)

 


                            ΤΑ ΑΣΘΕΝΗΜΑΤΑ ΤΩΝ ΑΔΥΝΑΤΩΝ ΒΑΣΤΆΖΕΙΝ».


«Ὀφείλομεν ἡμεῖς οἱ δυνατοί τά ἀσθενήματα τῶν ἀδυνάτων βαστάζειν, καί μή ἑαυτοῖς ἀρέσκειν(Ρωμ.ιε΄10).

 

Οἱ δυνατοί. Ποιοί ὅμως εἶναι δυνατοί; Ποιά εἶναι ἡ Πηγή ἀπό την ὁποίαν πηγάζει ἡ δύναμίς τους; ΔΥΝΑΤΟΙ εἶναι οἱ πιστοί στό Χριστό.  Πηγή και Χορηγός τῆς δυνάμεώς μας εἶναι ὁ Χριστός. Καί Δύναμίς μας εἶναι ἡ ΔΥΝΑΜΙΣ τῆς θερμῆς, τῆς καυστικῆς, ὡς κόκκος σινάπεως, πίστεως στό Χριστό. Ὁ Εὐαγγελιστής τῆς Ἀγάπης, ὁ Ἰωάννης μᾶς ἀποκαλύπτει τη μεγάλη αὐτή ἀλήθεια καί λέγει ὅτι «Εἰς Ἐκείνους, πού ἄνοιξαν τήν καρδιά τους στό Χριστό, εἰς Ἐκείνους πού πίστεψαν, μέ ὅλη τή δύναμι τῆς ψυχῆς τους ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ὁ Ἐρχόμενος Μονογενής Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, πού, ἀπό ἄπειρη ἀγάπη, γιά τά πλάσματά Του, «μορφήν δούλου λαμβάνει», εἰς ἐκείνους, πού Τον δέχονται ὡς Θεόν καί Σωτῆρα τους, εἰς Ἐκείνους, πού πιστεύουν  εἰς τό Ὄνομα Αὐτοῦ ΔΙΔΕΙ  ΕΞΟΥΣΙΑΝ ΤΕΚΝΑ ΘΕΟΥ ΓΕΝΕΣΘΑΙ (Ἰωάν. α΄12-13).



Εἰς τούς πιστούς Μαθητάς Του Δ Ι Δ Ε Ι «δύναμιν καί ἐξουσίαν ἐπί πάντα τά δαιμόνια καί νόσους θεραπεύειν» (Λουκ.θ΄1). Εἰς τούς πιστούς Μαθητάς Του ΔΙΔΕΙ τήν δύναμιν καί «τήν ἐξουσίαν τοῦ πατεῖν ἐπάνω ὄφεων  καί σκορπίων καί  ἐπί πᾶσαν τήν δύναμιν τοῦ ἐχθροῦ καί οὐδέν αὐτούς οὐ μή ἀδικήσῃ» (πρβλ. Λουκ. ι΄ 19).

Μᾶς βεβαιώνει ὁ Κύριος, ὁ Μάρτυς ὁ πιστός και ὀ ἀληθινός, ὅτι ἡ δύναμις τῆς Πίστεως εἰς Αὐτόν εἶναι ἡ δύναμις τοῦ Παντοδυνάμου Θεοῦ καί συνεπῶς, τούς πραγματικά πιστούς Μαθητάς Του, κανείς καί τίποτε δέν θά τούς βλάψῃ. Καί πραγματικά ἡ Ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας μας περιγράφει τά μεγάλα καί ἐξαίσια τῆς Πίστεως κατορθώματα. Μελετῶντες τήν ζωήν τῶν ἁγίων, διαπιστώνουμε τή μεγάλη δύναμι καί τά ἄπειρα κατορθώματα τῆς πίστεως τῶν Ἁγίων(πρβλ. Ἑβρ. ια΄1-40).


Δυνατοί, λοιπόν,  εἶναι ὅσοι πιστεύουν στό Χριστό με ὅλη τη δύναμι τῆς ψυχῆς τους. Ἐάν μπορεῖς νά πιστέψῃς, τότε εἶναι ὅλα δυνατά σέ κεῖνον, πού πιστεύει: «Πάντα δυνατά τῷ πιστεύοντι» (Μάρκ.θ΄23). Θά πρέπει δέ ὅλοι νά συνειδητοποιήσουμε ὅτι αὐτή ἡ ὑπερβολική δύναμις, πού ἔχουμε εἶναι τοῦ Θεοῦ καί δέν προέρχεται ἀπό μᾶς: «ἡ ὑπερβολή τῆς δυνάμεως ᾖ τοῦ Θεοῦ καί μή ἐξ ἡμῶν»(Β΄ Κορινθ. δ΄7). Μέ εὐχαρίστησι καυχῶμαι περισσότερο, λέγει ὁ Παῦλος, γιά τίς ἀσθένειές μου , γιά νά κατοικήσῃ μέσα μου ἡ δύναμις τοῦ Χριστοῦ (πρβλ. Β΄ Κορινθ. ιβ΄9). Εἷναι δε αὐτονόητον ὅτι δυνατοί εἶναι ἐκεῖνοι πού ἔχουν ζωντανή Πίστιν, Πίστιν μέ περιεχόμενον, τά ἔργα τῆς Ἀγάπης. Ἡ Πίστις χωρίς τῶν ἔργων νεκρά ἐστι. Δυνατοί εἶναι ὅσοι ἔχουν «Πίστιν δι’ ἀγάπης ἐνεργουμένην» (Γαλάτ. ε΄6). Διά τῆς Πίστεως τῆς δι'ἀγάπης ἐνεργουμένης ἐνθρονίζουμε στήν ψυχή μας τόν Χριστόν, τόν Ἄρχοντα τῆς εἰρήνης. Καί ὁ Κύριος, πού εἶναι ἡ ζωή μας καί ἡ εἰρήνη μας, ἀπελεύνει τό Ἄγχος, θεραπεύει τήν ἐπάρατη νευρομυϊκή ὑπερέντασι καί χαρίζει τήν νευρομυϊκή ΧΑΛΑΡΩΣΙ,  τήν ψυχική ΓΑΛΗΝΗ καί τή ΔΥΝΑΜΙ  νά  στηρίζουμε καί τούς ἀδυνάτους συνανθρώπους μας εἰς τήν πίστι.
Οἱ πραγματικά, λοιπόν, πιστοί, οἱ δυνατοί ,ὀφείλομεν νά ἀνεχώμαστε,  καί μποροῦμε νά βαστάζουμε τίς ἀδυναμίες τῶν ἀδυνάτων εἰς τήν πίστιν ἀδελφῶν μας, τῶν συνανθρώπων μας,  καί νά μη περιοριζώμαστε μόνον σέ ὅσα εἶναι ἀρεστά στόν ἑαυτό μας, νά μή πράττωμε μόνο ἐκεῖνα, πού ἀρέσουν στόν ἑαυτό μας, ἐκεῖνα πού ἱκανοποιοῦν τόν ἐγωϊσμό μας. Ὁ καθένας μας δηλαδή, ἄς γίνεται ἀρεστός στόν πλησίον του, ὥστε νά συντελῇ εἰς τό καλόν του. Νά προσέχουμε δηλαδή νά βοηθοῦμε τούς συνανθρώπους μας εἰς τήν οἰκοδομή τους, στην προκοπήν τους εἰς την Πίστιν και τίς ἀρετές. Να γίνουμε, με ἄλλα λόγια, μιμητές τοῦ Χριστοῦ, να ζοῦμε εὐσεβῶς ἐν Χριστῷ, καθώς πρέπει ἁγίοις. Να ἔχουμε ὑπόδειγμα τον Χριστόν, ὁ Ὁποῖος ἔρχεται κοντά μας καί «διέρχεται την ζωήν αὐτοῦ εὐεργετῶν, κηρύσσων τό Εὐαγγέλιον τῆς Βασιλείας καί θεραπεύων πᾶσαν νόσον και πᾶσαν μαλακίαν ἐν τῷ λαῷ». Ὁ Χριστός ποτέ δέν ζήτησε τίποτε γιά τόν ἑαυτόν Του. Ποτέ δέν ζήτησε τίποτε ἀπό ἐκεῖνα πού ἦσαν ἀρεστά εἰς τόν ἑαυτόν Του, ἀλλά, καθώς εἶναι γραμμένον,  Αἱ ὕβρεις τῶν ὑβριστῶν Σου, οὐράνιε Πατέρα μου, ἔπεσαν ἐπάνω μου. Διότι, ὅσα ἐγράφησαν  στη Γραφή, λέγει ὁ Παῦλος, ἐγράφησαν γιά  τή δική μας διδασκαλία, ὥστε διά τῆς ὑπομονῆς και τῆς παρηγορίας τῶν Γραφῶν, νά διατηροῦμε την ἐλπίδα μας στο Θεό. Ἐμεῖς, λοιπόν, οἱ δυνατοί ὀφείλουμε, ὅπως ὁ Χριστός μᾶς ἀγάπησε και παρέδωκε για χάρι μας τον ἑαυτόν Του προσφοράν καί θυσίαν στό Θεό εἰς ὀσμήν εὐωδίας, ἔτσι κι’ ἐμεῖς ὀφείλουμε να ἀγαπᾶμε ὀ ἕνας τόν ἄλλον, μέχρι Σταυροῦ καί θανάτου καί προσέχουμε τούς ἀδυνάτους ἀδελφούς. Καί λέγει ὁ Παῦλος: «ὁ Θεός, πού χαρίζει σέ ὅλους μας τήν ὑπομονήν καί τήν παρηγοριά ΕΙΘΕ νά μᾶς δώσῃ νά ἔχουμε ὅλοι μεταξύ μας  τίς ἴδιες σκέψεις και τά ἴδια φρονήματα καί νά διατηρούμασθε ἐν ὁμονοίᾳ σύμφωνα μέ τό Θέλημα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. ΕΙΘΕ  νά μᾶς ἀξιώσῃ με ἕνα στόμα και με μια ψυχή, ὁμοθυμαδόν, νά δοξάζωμεν τόν  Ὕψιστον, τόν Θεόν καί Πατέρα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. ΕΙΘΕ να μᾶς ἀξιώσῃ, μέ μιά καρδιά νά δοξάζουμε τόν Θεόν. Και αὐτό προϋποθέτει νά δεχώμαστε ὁ  ἕνας τον ἄλλον μέ ἀγάπην, ὅπως ἀκριβῶς ὁ Χριστός μᾶς δέχθηκε ὅλους και μᾶς ἀγάπησε πολύ και Σταυρώθηκε για μᾶς, γιά νά δοξάζεται ὁ Θεός (Ρωμ. ιε΄1-7), εἰς τόν  Ὁποῖον ἀνήκει ἡ Βασιλεία καί  ἡ Δύναμις καί  ἡ Δόξα εἰς τούς αἰῶνας. ΑΜΗΝ.