Τετάρτη 15 Ιουλίου 2020

«ΥΜΕΙΣ ΕΣΤΕ ΤΟ ΑΛΑΣ ΤΗΣ ΓΗΣ»


«ΥΜΕΙΣ  ΕΣΤΕ ΤΟ ΦΩΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ.»


Ὁ ΧΡΙΣΤΟΣ εἶναι τό Ὑπέρτατον Ἀγαθόν, τό Bene Supremo, ἡ Αὐτοαλήθεια, ἡ Αὐτοζωή, ἡ Πηγή τοῦ Φωτός, τοῦ ἀληθινοῦ φωτός, πού φωτίζει κάθε ἄνθρωπο, πού ἔρχεται στόν κόσμο. Εἶναι ἡ Πηγή τοῦ Ὡραίου, τῆς Ὀμορφιᾶς καί ὅλα τά ὡραιοποιεῖ, σέ ὅλα δίδει Χάρι καί νοστιμιά. Καί ἀπό ἄπειρη, γιά τά πλάσματά Του, Εὐσπλαγχνία, ἔρχεται κοντά μας καί φωτίζει τά σκοτάδια μας καί καθαρίζει τή σαπίλα, σέ ὅλα δίνει νόημα καί περιεχόμενο, σέ ὅλα δίνει ζωή.

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ, «τοῦ καί ἀπό γλώττης μέλιτος γλυκίων ῥέεν αὐδή», «Χθές καί σήμερον ὁ αὐτός καί εἰς τούς αἰῶνας»(Ἑβρ.ιγ΄8) ἔρχεται κοντά μας, καί μέ τό  ζωοποιό Του λόγο, πού, γλυκύτερος κι’ ἀπό τό μέλι, χαριτωμένος καί ἅλατι ἠρτυμένος, ῥέει στίς καρδιές μας, καθαρίζει κάθε ρύπο καί χαρίζει σέ ὅλους τήν ἀνάπαυσι, τή γαλήνη, τήν ὑγεία καί τήν παντοτεινή χαρά, τήν ὀποίαν «οὐδείς αἴρει ἀφ’ ἡμῶν»(Ἰωάν. ιστ΄ 22).

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ, τούς πιστούς Μαθητάς Του,  ὅλους τούς πιστούς, τούς ἀνακηρύσσει ἅλας τῆς γῆς καί Φῶς τοῦ κόσμου. Μᾶς καλεῖ νά μιμηθοῦμε τήν ἁγία Του ζωή. Νά περιπατοῦμε ἐν ἀγάπῃ. Ὅπως ὁ Χριστός, ἔτσι κι’ ἐμεῖς νά ζοῦμε «καθώς πρέπει ἁγίοις». Νά ζοῦμε «εὐσεβῶς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ». Νά ἀκολουθοῦμε «τῷ Ἀρνίῳ ὅπου ἄν ὑπάγῃ» (Ἀποκ. ιδ΄4). Νά διαφυλάσσουμε τή Χάρι, πού μᾶς ἔδωκεν ὁ Χριστός, ὁ Ὁποῖος μᾶς ἔλουσε καί μᾶς ἐκαθάρισε, μέ τό πανάγιον αἷμα του ἀπό τῆς ἀμαρτίες μας. Νά διαφυλάττουμε τόν ἑαυτό μας ἄμωμον καί παρθένον, καθαρόν ἀπό κάθε ρύπο. Νά μένουμε τελείως ἀφοσιωμένοι εἰς τό Ἀρνίον καί ἔτσι νά εἴμαστε πραγματικά τό ἅλας τῆς γῆς. Θέλει ὁ Κύριος καί ὀφείλουμε νά εἴμαστε τό πνευματικό ἁλάτι, γιά τούς ἀνθρώπους τῆς γῆς, μέ σκοπό νά καθαρίζουμε τήν ἠθική σαπίλα. Γιά νά εἴμαστε ὅμως τό ἁλάτι τῆς γῆς, ὀφείλουμε νά προσέχουμε πολύ καί ἀδιαλείπτως νά προσευχώμεθα, ὥστε μέ τή χάρι τοῦ Θεοῦ, νά εἶναι ὅχι μόνον ὁ λόγος νά εἶναι χαριτωμένος καί ἅλατι ἠρτυμένος, ἀλλά καί ἡ ζωή μας, νά εἶναι καθαρή ἀπό κάθε ὑλική καί ἀκάθαρτη ἡδονή. Νά διατηροῦμε «τόν ἑαυτό μας καθαρό, ἀπό παντός μολυσμοῦ σαρκός καί πνεύματος, ἐπιτελοῦντες ἁγιωσύνην ἐν φόβῳ Θεοῦ» (Β΄Κορινθ. ζ΄ 1), ὥστε νά μποροῦμε νά καθαρίζουμε καί  τή σαπίλα καί τήν ἠθική λάσπη τῶν ἐπί γῆς συνανθρώπων μας. Ἐάν τό ἅλας χάσῃ τή δύναμί του, μέ τί θά ἁλατισθῇ, ὥστε νά ἀποκτήσῃ καί πάλιν τήν δύναμι καί τή νοστιμιά πού ἔχασε; Δέν χρησιμεύει πιά σέ τίποτε, παρά μονάχα νά πεταχθῇ στούς δρόμους καί νά καταπατῆται ἀπό τούς ἀνθρώπους. Ἐάν , λοιπόν, καί σεῖς οἱ Μαθηταί μου χάσετε τήν καθαρότητά σας, ἐάν χάσετε τήν ἠθική σας δύναμιν, δέν θά γίνετε μόνον ἄχρηστοι, ἀλλά καί θά περιφρονηθῆτε ἀπό τούς ἀνθρώπους. Θά γίνετε καταγέλαστοι. Φροντεῖσθε , λοιπόν, νά εἶσθε καθαροί, νά εἶσθε πιστοί ἀκόλουθοί μου, ὥστε, ἀκολουθοῦντες τά ματωμένα Χνάρια μου, νά μπορῆτε νά ἐπηρεάσετε καί τή ζωή τῶν ἀνθρώπων , ὄχι μόνον τῶν Ἰουδαίων, ἀλλά πάσης τῆς κτίσεως, πάντων τῶν Ἐθνῶν.

Ἀλλά ἐσεῖς, οἱ πιστοί μου ἀκόλουθοι, δέν εἶσθε μόνον τό ἅλας τῆς γῆς, ἀλλά εἶσθε καί τό Φῶς τοῦ Κόσμου. Εἶσθε τό Φῶς ὅλων τῶν ἀνθρώπων, λέγει Κύριος.

Καί συνεπῶς ὀφείλουμε νά εἴμαστε πρότυπα ἀγιότητος. Ὑποδείγματα ἀρετῆς. Νά φωτίζουμε καί νά ἁγιάζουμε τόν Κόσμο, μέ τό προσωπικό μας Παράδειγμα. Σκοπός τῆς ζωῆς μας εἶναι νά φωτίζουμε, ὄχι μόνον μέ τό χαριτωμένο λόγο μας, ἀλλά κυρίως μέ τό φωτεινόν Παράδειγμά μας. Νά φωτίζουμε τούς ἀνθρώπους. Νά μεταδίδουμε στούς  ἀνθρώπους τό λόγο τῆς Ἀληθείας τοῦ Χριστοῦ. Ὅχι μόνον νά λέμε στήν Προσευχή μας «Ἐλθέτω ἡ Βασιλεία Σου, γενηθήτω τό Θέλημά Σου...», ἀλλά μέ τή ζωή καί τό φωτισμένο λόγο μας νά ἀνοίγουμε τίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων, νά βασιλεύσῃ ὁ Χριστός, ὥστε νά γίνεται πάντοτε ἀπό ὅλους τό Θέλημα τοῦ Θεοῦ ὡς ἐν οὐρανῷ καί ἐπί τῆς γῆς. Μᾶς τίμᾷ ὁ Κύριος καί μᾶς ἀναδεικνύει Φῶς τοῦ κόσμου. Δέν πρέπει νά κρύβουμε τό φῶς ὑπό τόν μόδιον, ἀλλά νά τοποθετοῦμε τό Φῶς, ψηλά, στό λυχνοστάτην, ὥστε νά φωτίζῃ ὅλους τούς ἀνθρώπους. Αὐτό εἶναι τό Θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἑπομένως, ὁ Κύριος θέλει νά εἴμαστε Φῶς καί λέγει:

 «Οὕτω λαμψάτω τό φῶς ἡμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἴδωσιν ἡμῶν τά καλά ἔργα καί δοξάσωσι τόν Πατέρα ἡμῶν τόν ἐν τοῖς οὐρανοῖς» (Ματθ. ε΄ 16). Θά πρέπει νά τονίσω ἐδῶ ὅτι χρειάζεται νά εἶναι Φῶς , ὄχι μόνον  τά λόγια , ἀλλά κυρίως τά ἔργα νά εἶναι καλά, φωτεινά.

Εἶναι καλός καί ὡφέλιμος, πολλές φορές καί θεραπευτικός, ὁ χαριτωμένος καί ἅλατι ἠρτυμένος λόγος μας. Ἀλλά μέ θεωρίες καί λόγια κτίζω ἀνώγια καί κατώγια. Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος λέγει ὅτι «Πρᾶξις θεωρίας ἐπίβασις». Δέν ἀρκοῦν μόνο τά χαριτωμένα λόγια, χρειάζονται πράξεις Ἀγάπης. Γιά νά εἴμαστε ἀντάξιοι τῆς ἀποστολῆς μας στόν Κόσμο, ὀφείλουμε νά δείξουμε τήν Πίστι μας διά τῶν ἔργων τῆς Ἀγάπης μας. Γιά νά εἴμαστε τό Φῶς τοῦ κόσμου καί τό ἅλας τῆς γῆς ὀφείλουμε νά εἴμαστε ὅλοι καί ὁλόκληροι Φῶς. Εἶναι βέβαιον ὅτι στήν ἀνοδική μας πορεία ἀπό γῆς πρός οὐρανόν θά συναντήσουμε πολλές θλίψεις καί διωγμούς καί δυσκολίες. Εἶναι δεδομένον ὅτι «πάντες οἱ θέλοντες εὐσεβῶς ζῆν εἰς Χριστόν Ἰησοῦν διωχθήσονται» (Β΄Τιμόθ. γ΄ 12). Ἀλλά, ὅπως σωστά λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, «Οὐκ ἄξια τά παθήματα τοῦ νῦν καιροῦ πρός τήν μέλλουσαν δόξαν ἀποκαλυφθῆναι εἰς ἡμᾶς» (Ρωμ. η΄18). Ὁ Χριστός περιμένει νά φανοῦμε ἀντάξιοι τῆς ἀποστολῆς μας, νά εἴμαστε δηλαδή τό ἅλας τῆς γῆς καί τό Φῶς τοῦ κόσμου. Καί πάντα συνεργεῖ εἰς τό Ἀγαθόν. Δέν μᾶς ἀφήνει μόνους. Μᾶς συνοδεύει καί μᾶς ἐνισχύει στόν πνευματικό μας ἀγῶνα. Καί ἡ Χαρά τῆς πνευματικῆς ζωῆς δέν περιγράφεται. Καί τό σπουδαιότερον εἶναι ὅτι ὁ Κύριος μᾶς προεξαγγέλλει ὅτι ἐκεῖνος, πού θά φέρῃ σέ πέρας τήν ἀποστολήν του, ὡς φῶς τοῦ κόσμου καί ἅλας τῆς γῆς, καί διδάξει τούς ἀνθρώπους λόγῳ καί ἔργῳ, ἐκεῖνος, πού θά ἀνοίξῃ τήν καρδιά του στό Χριστό, θά ἐγκολπωθῇ τό Εὐαγγέλιον τῆς ἀγάπης Του καί θά τό κάνῃ «Πρᾶξι», αὐτός θά ἀναγνωρισθῇ μέγας εἰς τήν Βασιλείαν τῶν οὐρανῶν. Τί πιό μεγάλο, τί πιό θαυμάσιο ἀπό αὐτό; Ὁ μάρτυς ὁ πιστός καί ὁ ἀληθινός, ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, μᾶς βεβαιώνει καί λέγει: «Ὅς δ’ ἄν ποιήσῃ καί διδάξῃ, οὗτος μέγας κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν (Ματθ. ε΄ 19β). Εἴθε νά μᾶς ἀξιώσῃ ὁ Κύριος νά φέρουμε σέ τέλειον πέρας τήν ὑψηλή μας ἀποστολή!

Εἴθε νά μᾶς δώση τή χάρι καί τή δύναμι νά εἴμαστε τό Φῶς τοῦ κόσμου καί τό ἅλας τῆς γῆς!

Εἴθε νά μᾶς ἀξιώσῃ, μετά τῶν Ἀγγέλων καί τῶν ἁγίων, νά Τόν ὑμνοῦμεν καί νά Τόν δοξάζωμεν ἀσιγήτως, διότι Σ’ Αὐτόν ἀνήκει ἡ τιμή καί ἡ δόξα εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.




Τρίτη 14 Ιουλίου 2020

ΜΗ ΕΧΕΤΕ ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗ ΣΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ, «ΟΙΣ ΟΥΚ ΕΣΤΙ ΣΩΤΗΡΙΑ»



ΕΧΕΤΕ ΑΠΟΛΥΤΗ ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗ ΣΤΟ ΘΕΟ,

«ΤΩι ΕΓΕΙΡΟΝΤΙ ΤΟΥΣ ΝΕΚΡΟΥΣ».

 Εἶναι τρέλλα να χάνῃ κανείς τήν ἐπαφή του μέ τήν πραγματικότητα. Καί πικρή, σκληρή πραγματικότητα, δυστυχῶς, εἶναι ἡ διαπίστωσις ὅτι στήν καθημερινή μας ζωή, στίς διανθρώπινες σχέσεις σπάνια εἶναι «ἡ λυρική τῆς συναντήσεως».

Δηλαδή σπάνια εἶναι ἡ συνάντησις προσώπου μέ πρόσωπο, ἡ συνάντησις ἐντιμότητας, μέ ἐντιμότητα, εἰλικρίνειας μέ εἰλικρίνεια. Δυστυχῶς, οἱ περισσότερες διανθρώπινες σχέσεις εἶναι ἤ προσωπειακές, δηλ. προσωπείου μέ προσωπεῖον, ὁλοτελῶς ἀνέντιμες καί ἀνειλικρινεῖς συναντήσεις ἤ τό χειρότερον σχέσεις προσώπου μέ προσωπεῖον, ἡ τραγική τῆς συναντήσεως, ἑνός ἐντίμου καί εἰλικρινοῦς, μέ ἕναν ἀνέντιμον καί ἀνειλικρινῆ. Καί εἶναι τραγική αὐτή ἡ συνάντησις, διότι ὅταν ἀποκαλυφθῇ, ὅταν πέσῃ ἡ μάσκα, τότε «καί τοῦ θανάτου τά δεινά, δέν εἶναι τόσο ὀδυνηρά, ὅσο ἠ διάψευσις τῆς ἀγάπης μας, τῆς ἐμπιστοσύνης μας.

       «Ὅν ἄν φιλήσω, αὐτός ἐστι· κρατάσατε αὐτόν»

Πραγματικά εἶναι σπάνιες οἱ προσωπικές σχέσεις. Ὁ Μέγας Βασίλειος λέγει: «Εὔχου νά εἶσαι μετά τῶν ὀλίγων, σπάνιον γάρ τό ἀγαθόν».

Εἶναι φανερόν ὅτι ἄν οἰ διανθρώπινες, ἦσαν  προσωπικές, σχέσεις προσώπου μέ πρόσωπον, θά ἦταν πολύ διαφορετική ἡ μορφή τοῦ Κόσμου. Ἀλλά δυστυχῶς σπανίζει «ἡ λυρική τῆς συναντήσεως».


Γι’ αὐτόν ἀκριβῶς τό λόγο, πρός ἀποφυγήν τῶν απογοητεύσεων, συνιστῶμεν σέ ὅλους καί τονίζουμε: «Μή ἔχετε ἐμπιστοσύνη στούς ἀνθρώπους, πού δέν ἔχουν τή δύναμι ἤ τή θέλησι νά σᾶς σώσουν». Ὁ Προφήτης Δαυῒδ λέγει: «Μή πεποίθατε ἐπ’ ἄρχοντας, ἐπί υἱούς ἀνθρώπων, οἷς οὐκ ἔστι σωτηρία» (Ψαλμ.145,3).

Δυστυχῶς ὅσον οἱ ἄνθρωποι ἀπομακρύνονται ἀπό τήν Πηγήν τοῦ Ζῶντος Ὕδατος, ἀπό τόν Ἕνα καί Μόνον Ἀληθινόν Θεόν, τόσον περισσότερον ἐμπήγονται εἰς «ἰλύν βυθοῦ» καί γίνονται ἀνέντιμοι καί ἀνειλικρινεῖς πρός τούς ἄλλους ἀνθρώπους. Ὅσον ἀπομακρύνονται ἀπό τό Θεό, τόσον περισσότερον βυθίζονται στήν Ψευτιά καί τήν Ὑποκρισία καί δέν συνειδητοποιοῦν «τό βραχύ τῆς ζωῆς καί τήν ματαιότητα τῶν ἐγκοσμίων πραγμάτων καί τῶν ἀνθρωπίνων ἐπιδιώξεων». Καί ὅχι μόνον βασανίζονται, ἀλλά βασανίζουν καί τούς ἄλλους, μέ τήν ἀγχώδη βιοτική μέριμνα, γιά τήν ἀπόκτησι περισσοτέρων ὑλικῶν ἀγαθῶν, γιά τόν ἑαυτόν τους στή γῆ, χρησιμοποιῶντας σάν ἐργαλεῖα τήν Ψευτιά, τήν ἀνειλικρίνεια, τήν ἀνεντιμότητα, τήν ἀπάτη.Ἐξ ἄλλου εἶναι γνωστόν σέ ὅλους τούς ἀνθρώπου «τό ὀλισθηρόν, τό εὐόλισθον τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως». Τόκληρονομήσαμε ἀπό τούς πρωτοπλάστους. Γεννιώμαστεμέ αὐτή τήν κληρονομιά. Γιννιώμαστε μέ τή ῥοπή πρόςτήν ἁμαρτία (Concupiscentia).

Συνεπῶς ὀφείλουμε νά προσέχουμε πολύ στίς σχέσεις μας μέ τούς ἄλλους ἀνθρώπους καί πάνω ἀπό ὅλα, ὀφείλουμε νά μή ἐμπιστευώμαστε τούς ἀνθρώπους «οἷς οὐκ ἔστι σωτηρία».

Παρά  ὅλα αὐτά, πολλοί ἄνθρωποι πλανῶνται. Ἐμπιστεύονται ἀνθρώπους καί ἐναποθέτουν σ’ αὐτούς τίς ἐλπίδες τους ἤ στηρίζουν τίς ἐλπίδες τους στά πλούτη καί γενικά στά ἀνθρώπινα, πού εἶναι σκιᾶς ἀσθενέστερα καί ὀνείρων ἀπατηλότερα. Κυνηγοῦν σκιές. Καί ὅπως εἶναι φυσικόν ἀπογοητεύονται θανάσιμα.

Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος μᾶς συμβουλεύει νά μή ἔχουμε καμμιά ἀπολύτως ἐμπιστοσύνη οὔτε στόν ἑαυτό μας, ἀλλά νά ἔχουμε ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη μόνο στό Θεό, πού καί νεκρούς ἀνασταίνει: «Ἀλλ’ αὐτοί ἐν ἑαυτοῖς το ἀπόκριμα τοῦ θανάτου ἐσχήκαμεν, ἵνα μή πεποιθότες ὦμεν ἐφ’ ἑαυτοῖς, ἀλλ’ ἐπί τῷ Θεῷ τῷ ἐγείροντι τούς νεκρούς»(Β΄Κορινθ. α΄ 9).


Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Σύ εἶσαι ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος, πού ἦλθες στόν κόσμο, νά ἀναζητήσῃς καί σώσῃς, ἐμᾶς τούς ἀμαρτωλούς, τούς παραστρατημένους. Κύριε, ὡς Καρδιογνώστης, Σύ μόνον γνωρίζεις ὅτι Σέ Σένα μονάχα πιστεύομε, Σέ Σένα μονάχα ἐλπίζομε, Σέ Σένα ἁμαρτάνομε, ἀλλά καί Ἐσένα μονάχα λατρεύομε. Μόνον Σύ ὑπάρχεις γιά μᾶς. Σύ εἶσαι ἡ Ὁδός καί ἡ Ἀλήθεια, ἡ Ἀνάστασις καί  ἡ Ζωή, τό Φῶς καί ἡ Εἰρήνη τοῦ κόσμου. Μόνο Σέ Σένα, πού σταυρώθηκες, γιά μᾶς, ἔχουμε ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη καί Σέ Σένα ἐναποθέτουμε τήν πᾶσαν ἐλπίδα μας. Εσύ εἶσαι ἡ ζωή μας καί ἡ εἰρήνη μας, ἡ μόνη μας καταφυγή, ἡ μόνη μας ἐλπίδα, τό Φρούριόν μας, τό μόνον ἀσφαλές καταφύγιον. Κύριέ μου Ἰησοῦ, ἐάν Ἐσύ δέν ἤσουν μαζί μας, ἄς τό ὁμολογήσῃ ὁ πιστός λαός, ἐάν Ἐσύ δέν ἤσουν μαζί μας, προστάτης καί ὐπερασπιστής μας, ὅταν οἱ ἄνθρωποι ἐξεγέρθηκαν ἐναντίον μας, θά μᾶς κατάπιναν ζωντανούς, θά μας καταβρόχθιζαν, ὡς ἄγριος, ὡς  κατακλυσμός  παραφορᾶς  καί παραφροσύνης, θά μᾶς ἔπνιγε. Ἄν ὐπάρχουμε στή ζωή, αὐτό ὀφείλεται στή Χάρι καί τήν Προστασία Σου, Κύριε. Σύ, μακρόθυμε, εἶσαι ὁ μόνος πού μᾶς κυνηγάει μέ τό Ἕλεός Του, Μόνος, πού δέν μᾶς ἐγκαταλείπῃς ποτέ. Σύ γλυκύτατε Κύριε, εἶσαι ὁ μόνος, πού μᾶς ἀνασύρεις ἀπό την « ἰλύν βυθοῦ» καί μᾶς ὁδηγεῖς εἰς τόπον ἀναψυχῆς, «ἐπί ζωῆς πηγάς ὑδάτων». Σύ καί Μόνον Σύ εἶσαι ὁ Δεσπότης, ὁ Μάρτυς ὁ Πιστός καί ὁ Ἀληθινός, Βοηθός σέ ὅλες τίς στιγμές τῆς ζωῆς μας. Ἐσένα μονάχα ἔχουμε καί δέν θέλουμε νά ἔχουμε ἄλλον κανέναν. Κύριε, μή μᾶς ἐγκαταλείπῃς. Ἔρχου ταχύ. Μή ἀργοπορῇς. Μεῖνον μεθ’ ἡμῶν». Λυπήσου μας καί ἐλέησον ἠμᾶς, ὄχι γιατί τό ἀξίζουμε, ἀλλά «ἕνεκεν τῆς δόξης τοῦ Ὀνόματός Σου»!...

Κύριέ μου Ἰησοῦ, λύτρωσε τήν Ἑλλάδα μας ἀπό τούς βδελυρούς της ἐχθρούς καί ἀπό τά δεινά, πού τήν ταλανίζουν... Κύριε, ἄκουσε τίς κραυγές τῆς Ὀδύνης μου. Εἰσάκουσον τῆς Προσευχῆς μου. Κύριε, ἀξίωσέ μας ἑνωμένοι εἰς Ἕν, ἐν ἑνί στόματι καί μιᾷ καρδίᾳ νά Σέ λατρεύουμε «ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ», εἰς πάντας τούς αἰῶνας, Ἀμήν.









Σάββατο 11 Ιουλίου 2020

Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ ΠΥΡ ΚΑΤΑΝΑΛΙΣΚΟΝ



ΚΑΙ ΕΣΤΙ Η ΧΕΙΡ ΥΨΗΛΗ !

 

Καί πάλιν ὁ Μεφιστοφελής, σωστός Γενίτσαρος, φοβᾶται τόν Ἑλληνισμό καί τήν Ὀρθοδοξία. Καί πάλιν ὁ Γενίτσαρος, ὡς «Ὗς λουσαμένη εἰς κύλισμα βορβόρου» (Β΄Πέτρ. β΄22), προσβάλλει τό ἴδιο του τό αἷμα. Καί πάλιν, (ἀπό φόβον;), ὡς ἐξωμότης προσβάλλει τήν Πίστιν στόν Ἕνα καί Μόνον Ἀληθινόν Θεόν. Ποδοπατεῖ καί μολύνει «τά ὅσια καί τά ἱερά τῆς Ὀρθοδοξίας». «Βάλλει», ρίπτει τούς μαργαρίτας ἔμπροσθεν τῶν χοίρων»(Ματθ. ζ΄ 6).


Καί πάλιν μετατρέπει τήν Ἀκρόπολιν τῆς Ὀρθοδοξίας, τό αἰώνιον Μνημεῖον τοῦ Ωραίου, τοῦ Μεγάλου καί τ’ Αληθινοῦ, σέ «Χοιροστάσι». Μετατρέπει σέ Τζαμί τόν Ἱερόν Ναόν τῆς τοῦ Θεοῦ Σοφίας, τήν Ἁγιά Σοφιά, τό Ἱερό μνημεῖον τῆς Παγκοσμίου Πολιτιστικῆς Κληρονομιᾶς.

ΞΕΧΝΑ ὁ Γενίτσαρος ὅτι ἡ Αγιά Σοφιά ζῆ μέσα στήν καρδιά, ὄχι μόνον τῶν Ἑλλήνων, ἀλλά ζῆ καί μέσα στήν καρδιά ἑκατομμυρίων συνετῶν, εὐγενικῶν ψυχῶν, σέ ὁλόκληρη τήν Οἰκουμένην; ΞΕΧΝΑ ὅτι προκαλεῖ μεγάλην ἀγανάκτησιν καί ἀποτροπιασμό, φρίκη καί βδελυγμία, ὡς «Ὕβρις» καί «ὡς ἔγκλημα καθοσιώσεως», ἡ ἀνίερη αὐτή πρᾶξις;

ΞΕΧΝΑ ὅτι κανείς ποταπός καί ἰδιώτης δέν μπορεῖ νά χράνῃ, νά ρυπάνῃ τό αἰώνιον αὐτό Μνημεῖον, ὅ, τι κι’ἄν κάνῃ;

Ἄς μήν ξεχνᾷ ὁ Γενίτσαρος ὅτι «Ἔστι Δίκης ὀφθαλμός, Ὅς τά πάνθ’ ὁρᾷ» καί ὁτι «Θεός οὐ μυκτηρίζεται» καί «Φοβερόν τό ἐμπεσεῖν εἰς χεῖρας Θεοῦ Ζῶντος».

Ἄς μήν ξεχνᾷ ὁ Γενίτσαρος ὅτι εἶναι «Σκληρόν τό πρός κέντρα λακτίζειν».

Ἄς μήν ξεχνᾷ ὁ Γενίτσαρος ὅτι «Τεθνήκασι καί θνήσκουν οἱ ζητοῦντες τήν ψυχήν τοῦ Παιδίου».

Ἄς μήν ξεχνᾷ ὁ Γενίτσαρος ὅτι «Ὁ ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ εἶναι ΠΥΡ ΚΑΤΑΝΑΛΙΣΚΟΝ» καί ὅτι «ΕΣΤΙ Η ΧΕΙΡ ΥΨΗΛΗ» !

 

 


Πέμπτη 9 Ιουλίου 2020

ΚΑΙ ΤΑ ΔΑΙΜΟΝΙΑ ΠΙΣΤΕΥΟΥΝ ΣΤΟ ΧΡΙΣΤΟ


ΕΜΕΙΣ ΠΙΣΤΕΥΟΜΕΝ;

 

Ὁ Κύριος ἐπισκέπετεται καί τούς Γαδαρηνούς. Εἶναι ἄπειρη Ἀγάπη καί «θέλει πάντας ἀνθρώπους σωθῆναι καί εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν»(Α΄Τιμόθ. β΄ 4).

Μακροθυμεῖ. Δέν τιμωρεῖ τήν παραβατική τους συμπεριφορά. Ἔρχεται κοντά τους καί κρούει τήν Θύραν καί περιμένει νά καταλάβουν ὅτι δέν ἐπιτρέπεται ἡ ἐμπορία τῶν χοίρων. Δέν ἐπιτρέπεται νά κερδίζουν χρήματα σέ βάρος τῆς ὑγείας τῶν συνανθρώπων τους. Κρούει τήν Θύραν. Δέν ἐξαναγκάζει. Περιμένει νά ἀκούσουμε τή φωνή Του καί νά Τοῦ ἀνοίξουμε τήν καρδιά μας, μέ τή θέλησί μας. Περιμένει νά πιστέψουμε στήν ἀγάπη Του καί στή Μακροθυμία Του, καί, ὑπακούοντες στόν Νόμο Του, νά ἐπιστρέψουμε κοντά Του καί νά βροῦμε ἀνάπαυσι τήν ψυχή μας. Περιμένει νά συνειδητοποιήσουμε ὅτι μόνον διά τῆς Πίστεως εἰς Αὐτόν καί διά τῆς ὑπακοῆς εἰς τό Θεῖον Θέλημα, θά γαληνέψῃ ἡ ψυχή μας καί θά βασιλεύσῃ ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ στόν Κόσμο. Ἡ Πίστις εἰς τόν Χριστόν, εἰς τόν ἐνανθρωπήσαντα Θεόν, ἡ δι’ ἀγάπης ἐνεργουμένη, θά μᾶς σώσῃ. «Οὐκ ἔστιν ἐν ἄλλῳ οὐδενί ἡ σωτηρία· οὐδέ γάρ  ὄνομά ἐστιν ἕτερον ὑπό τόν οὐρανόν τό δεδομένον ἐν ἀνθρώποις ἐν ᾧ δεῖ σωθῆναι ἡμᾶς» (Πράξ. δ΄12).

Θά πρέπει νά τονίσω ἐδῶ ὅτι καί τά δαιμόνια πιστεύουν στό Χριστό. Πιστεύουν καί φρίττουν καί τρέμουν καί ὁμολογοῦν τήν Θεότητά Του.


Ὅταν ὁ Ἰησοῦς ἦλθεν εἰς τήν Χώραν τῶν Γεργεσηνῶν, τῶν Γαδαρηνῶν, Τόν συνήντησαν δύο δαιμονιζόμενοι, ἐκ τῶν μνημείων ἐξερχόμενοι, χαλεποί λίαν, ἐπιθετικοί καί πολύ ἐπικίνδυνοι, ὥστε νά μή μπορῇ νά περάσῃ κανείς ἀπό ἐκεῖνον τόν δρόμον. Καί ἰδού ἔκραξαν λέγοντες· Τί ἡμῖν καί σοί, Ἰησοῦ υἱέ τοῦ Θεοῦ; Ἦλθες ὧδε πρό καιροῦ βασανίσαι ἡμᾶς;» ( Ματθ. η΄28-29). Ἱκετεύουν τόν Υἱόν τοῦ Θεοῦ, νά μή τά τιμωρήσῃ, πρίν ἀπό τόν καιρόν τῆς Παγκοσμίου Κρίσεως, νά μή τά βασανίσῃ. Σημειώνουμε δέ ὅτι τά δαιμόνια δέν ἔχουν τή δύναμι νά βλάψουν, τά εἰκονίσματα τοῦ Θεοῦ, τούς ἀνθρώπους. Μόνον οἱ ἄπιστοι φοβοῦνται τά δαιμόνια. Εἶναι ἀδύναμα. Δέν μποροῦν οὔτε τά βρωμερότερα τῶν ζώων, τά χοιρινά, νά πειράξουν. Καί παρακαλοῦν τόν Ἰησοῦν Χριστόν, νά τούς ἐπιτρέψῃ νά εἰσέλθουν εἰς εὑρισκομένην ἐκεῖ κοντά ἀγέλη τῶν πιο βρωμερῶν ζώων, τῶν χοίρων. Ὁ Καρδιογνώστης γνωρίζει τήν πρόθεσιν τῶν δαιμόνων, νά στρέψουν τούς Γαδαρηνούς ἐναντίον Του, ἀλλά τούς ἐπιτρέπει νά εἰσέλθουν εἰς τούς χοίρους, γιά νά φέρῃ σέ συναίσθησι τούς Γαδαρηνούς, ὥστε νά μετανοήσουν καί νά σωθοῦν. Μέ αὐτό τό κτύπημα

Κρούει τή Θύρα τῶν Γαδαρηνῶν πρός μετάνοιαν. Ἀλλά κυρίως θέλει νά διδάξῃ ὅλους ἐμᾶς, νά ἀποφεύγουμε τόν χοιρώδη βίο, νά καθαρίζουμε τήν ψυχή μας ἀπό τά βρωμερά μας πάθη, διότι ὅταν μᾶς κυριεύουν τά Πάθη, δίνουμε τό δικαίωμα στό Σατανᾶ νά εἰσέρχεται στήν ψυχή μας, ὅπως εἰσῆλθεν ὁ Σατανᾶς στήν ψυχή τοῦ Ἰούδα, ὅταν κυριεύθηκε ἀπό τό πάθος τῆς φιλαργυρίας καί ἐπρόδωσε τό Διδάσκαλό του. Θέλει ἐπίσης ὁ Κύριος νά δείξῃ τί παθαίνει κανείς, ὅταν κυριευθῇ ἀπό τά πάθη του καί «μπῇ ὁ διάολος μέσα του».

Ἔδωκε τήν ἄδεια Του στά δαιμόνια νά εἰσέλθουν εἰς τούς χοίρους, γιά νά δοῦμε  τό οἰκτρό τέλος τῶν δαιμονισμένων. Μόλις εἰσῆλθον οἱ δαίμονες εἰς τούς χοίρους, ἀμέσως «ὥρμησε πᾶσα ἡ ἀγέλη τῶν χοίρων κατά τοῦ κρημνοῦ εἰς τήν θάλασσαν καί ἀπέθανον ἐν τοῖς ὕδασιν»( Ματθ.η΄32).Τό ἀποτέλεσμα τοῦ δαμονισμοῦ εἶναι ἡ καταστροφή, ὁ θάνατος.

Ὁ Σατανᾶς καί οἱ δαίμονες δέν μποροῦν νά μᾶς βλάψουν, ἄν ἐμεῖς δέν τούς τό ἐπιτρέψουμε. Ὁ Προφήτης Ἱερεμίας μᾶς προτρέπει «νά προσέχουμε τίς θυρίδες, δι’ ὧν εἰσέρχεται στήν ψυχή μας ὁ Θάνατος». Νά προσέχουμε τί βλέπουμε, τί ἀκοῦμε, τί λέμε. Λοιπόν, «Τάς θύρας, τάς θύρας ἐν σοφίᾳ πρόσχωμεν». Τό Πνεῦμα τό Ἅγιον μᾶς συμβουλεύει νά προσέχουμε στόν ἑαυτό μας, ὥστε νά μήν ἐπιτρέπουμε νά εἰσέρχεται στήν ψυχή μας  τίποτε τό πονηρόν. Νά προσέχουμε καί νά ζοῦμε μέ τή Μνήμη τοῦ Θεοῦ. Νά ἔχουμε πίστι θερμή στό Θεό. Ὄχι πίστι δαιμονική, χωρίς περιεχόμενο, χωρίς ἔργα ἀγάπης. Νά ἔχουμε Πίστιν «δι’ ἀγάπης ἐνεργουμένην».



Ὁ Κύριος ἐπισκέπτεται καί τούς Γαδαρηνούς καί τούς καλεῖ νά ἀκούσουν τή φωνή Του,  νά μετανοήσουν καί νά σωθοῦν. Κι’ αὐτό εἶναι πολύ παρήγορον. Τό λυπηρόν εἶναι ὅτι οἱ Γαδαρηνοί «ἐμμένουν τῇ φαύλῃ συνηθείᾳ», ἐμμένουν ἐμπεπηγμένοι «εἰς ἰλύν βυθοῦ», τυφλωμένοι ἀπό τό Πάθος τῆς αἰσχροκερδείας. Καί τό παράδοξον εἶναι ὅτι, ἐνῶ τά δαιμόνια πιστεύουν καί φρίττουν καί τρέμουν καί ὁμολογοῦν τή Θεότητα τοῦ Χριστοῦ, οἱ Γαδαρηνοί, οἱ τότε Γαδαρηνοί, ἀλλά καί οἱ σημερινοί, ἀρνοῦνται τόν Θεόν καί λατρεύουν τό Βόρβορο. Μόνον οἰ ἄνθρωποι φθάνουν στό ἄκρον ἀωτον τῆς ἰδιωτείας καί ἀρνοῦνται τό Θεόν. Οἱ Γαδαρηνοί δέν δέχονται τόν Χριστόν, δέν ἀκοῦνε τή φωνή του, ἔρχονται καί Τόν παρακαλοῦν «ὅπως μεταβῇ ἀπό τῶν ὁρίων αὐτῶν» (Ματθ. η΄ 34). Τόν παρακαλοῦν νά φύγῃ ἀπό κοντά τους. Ὤ τῆς παραφροσύνης!

Τόν ἔδιωξαν κι’ ἔφυγε. Ἔφυγε καί

Εἰσῆλθεν εἰς τήν ἰδίαν Πόλιν, καί

ἀνεπαύθην ἐκεῖ.

Ἐμεῖς ἔχουμε καυστικήν Πίστι στό Χριστό καί μάλιστα «Πίστιν δι’ ἀγάπης ἐνεργουμένην;»

Εἴμαστε ἡ Πόλις τοῦ Θεοῦ, εἰς τήν ὁποίαν εἰσέρχεται καί ἀναπαύεται ὁ Χριστός; Ἤ εἴμαστε χειρότεροι κι’ ἀπ’ τούς Γαδαρηνούς;






























Τρίτη 7 Ιουλίου 2020

ΟΙ ΜΑΘΗΤΑΙ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΦΩΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ



ΕΙΝΑΙ ΔΕΝΔΡΑ ΚΑΡΠΦΟΡΑ ΚΑΙ ΑΕΙΘΑΛΗ

 

Οἱ Μαθηταί τοῦ Χριστοῦ, πιστεύουν στό Χριστό μέ ὅλη τή δύναμι τῆς ψυχῆς τους, καί Τόν λατρεύουν «ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ» καί ἀκολουθοῦν τά ματωμένα Χνάρια Του, «ἀκολουθοῦν τῷ ἀρνίῳ ὅπου ἄν ὑπάγῃ» (Ἀποκ. ιδ΄4). Περιπατοῦν, «ἐν ἀγάπῃ, καθώς καί ὁ Χριστός ἠγάπησεν ἡμᾶς καί παρέδωκεν ἑαυτόν ὑπέρ ἡμῶν προσφοράν καί θυσίαν τῷ Θεῷ εἰς ὀσμήν εὐωδίας» (Ἐφεσ. ε΄ 2).


Οἱ Μαθηταί τοῦ Χριστοῦ πιστεύουν, λατρεύουν, ἀκολουθοῦν καί ἀκοῦνε τό λόγο τοῦ Κυρίου. Μέρα καί νύκτα ψελλίζουν,  μελετοῦν τό λόγο τοῦ Εὐαγγελίου τῆς Ἀγάπης καί προσπαθοῦν, μέσα σέ ἕνα κόσμο, πού «ὅλος ἐν τῷ πονηρῷ κεῖται» (Α΄ Ἰωαν.ε΄19),προσπαθοῦν καί ἀγωνίζονται νά κάνουν «πρᾶξι» τήν Ἀγάπη.

Οἱ Μαθηταί τοῦ Χριστοῦ, γιά νά συνεχίσουν τό κοσμοσωτήριον ἔργον, πού τούς ἀναθέτει ὁ Κύριος, ὀφείλουν νά εἶναι καί εἶναι πρότυπα ἁγιότητος. Γι’ αὐτόν ἀκριβῶς τό λόγο μάχονται, ἀγωνίζονται καί μέ τή Χάρι τοῦ Θεοῦ, νικοῦν, στόν ἀγῶνα τους,  τόν κακόν τους ἑαυτόν,  τόν  κόσμον καί τόν Διαβόλον. «Σταυρώνουν τήν σάρκα σύν τοῖς παθήμασι καί ταῖς ἐπιθυμίαις»(Γαλάτ. ε΄ 24).

Μάχονται. Δέν μένουν ἄπραγοι, ἀδρανεῖς. Δραστηριοποιοῦνται, εἶναι ἐνεργητικοί, ἐργατικοί, ζωτικοί. Καί μέ τή δραστηριότητά τους ὁδηγοῦν τούς συνανθρώπους τους στό δρόμο τῆς ζωῆς. Εἶναι στήν «πρᾶξι», τό Φῶς τοῦ κόσμου. Διέρχονται τήν ζωήν αὐτῶν μέ εὐεργεσίες καί «θεραπεύουν πᾶσαν νόσον καί πᾶσαν μαλακίαν ἐν τῷ λαῷ» (Ματθ. δ΄ 23).

Ὁδεύουν ἀπό τό· ι «κατ' εἰκόνα», εἰς τό· καθ' ὁμοίωσιν» καί ἀγωνίζονται ἀπό τό· « δυνάμει θεοί», νά γίνουν καί «ἐνεργείᾳ θεοί».

Παλεύουν καί, μέ τή Χάρι τοῦ Θεοῦ, νικοῦν τό Κακόν καί τήν ἁμαρτία. Εἶναι δύσκολη ἡ πάλη. Ὁ Παῦλος λέγει: «Τό λοιπόν, ἀδελφοί μου, ἐνδυναμοῦσθε ἐν Κυρίῳ καί ἐν τῷ κράτει τῆς ἰσχύος αὐτοῦ. Ἐνδύσασθε τήν πανοπλίαν τοῦ Θεοῦ πρός τό δύνασθαι ὑμᾶς στῆναι πρός τάς μεθοδείας τοῦ διαβόλου· ὅτι οὐκ ἔστιν ἡμῖν ἡ πάλη πρός  αἷμα καί σάρκα, ἀλλά πρός τάς ἀρχάς, πρός τάς ἐξουσίας, πρός τούς κοσμοκράτορας τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου, πρός τά πνευματικά τῆς πονηρίας ἐν τοῖς ἐπουρανίοις» (Ἐφεσ. στ΄ 10-12), μέ ἔπαθλον τόν οὐρανόν.

Εἶναι δύσκολη ἡ πάλη. Ἡ ἐσωτερική, βασική σύγκρουσι τῆς ἠθικότητος, μέ τήν ἀνηθικότητά μας εἶναι μεγάλη. Μέ τή Χάρι τοῦ Θεοῦ ὅμως οἱ Μαθηταί τοῦ Χριστοῦ νικοῦν τό φρόνημα τῆς σαρκός, νεκρώνουν τά μέλη τά ἐπί τῆς γῆς, καί σταυρώνουν τή σάρκα. Ἀπέχουν ἀπό τό Κακό καί τήν ἁμαρτία. Θεμελιώνουν τή ζωή καί τή δρᾶσι τους στό Χριστό καί στό ζωοποιό Του Λόγο καί ὡς δένδρα καρποφόρα καί ἀειθαλῆ ἀποδίδουν στόν κατάλληλο καιρό, τούς καρπούς τοῦ Πνεύματος, πού εἶναι «ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, ἀγαθωσύνη, πίστις, πρᾳότης, ἐγκράτεια· Κατά τῶν ἀνθρώπων αὐτῶν, πού ἔχουν τίς ἀρετές αὐτές, δέν ἰσχύει νόμος» (Γαλάτ. ε΄22-23).

Οἱ Μαθηταί τοῦ Χριστοῦ στόν πνευματικό τους ἀγῶνα νικοῦν ἐν Χριστῷ τή σάρκα καί τά σαρκικά, ζοῦν «ἐν πνεύματι καί ἀκολουθοῦν τας ὑπαγορεύσεις τοῦ Πνεύματος» (παραβλ.  Γαλάτ. ε΄25).

Εἶναι καιρός ὅσοι συντασσόμαστε μέ τό Χριστό νά μιμηθοῦμε τό Χριστό καί τά πρότυπα ἁγιότητος, τούς Μαθητάς Του.

Χριστός  δέν μᾶς «ἔδωκε πνεῦμα δειλίας, ἀλλά πνεῦμα δυνάμεως καί ἀγάπης  καί  σωφρονισμοῦ» (Β΄ Τιμόθ. α΄7) Μᾶς «ἔδωκεν τήν ἐξουσίαν τοῦ πατεῖν ἐπάνω ὄφεων καί σκορπίων καί ἐπί πᾶσαν τήν δύναμιν τοῦ ἐχθροῦ, καί οὐδέν ὑμᾶς οὐ μή ἀδικήσῃ» (Λουκ. ι΄ 19).

Δέν ἐπιτρέπεται, λοιπόν, σήμερα, οἱ Πιστοί στό Χριστό, οἱ Μαθηταί του, νά μένουμε ἀπαθεῖς θεαταί τῆς Κακουργίας τῶν ἐγκληματιῶν μέ τό λευκό κολλάρο.



Ἠ ἀνθρωπότης δέν χρειάζεται ἄκαρπες συκιές. Ἡ ἀνθρωπότης ἔχει ἀνάγκη ἀπό καρποφόρα δένδρα καί ἀειθαλῆ. Ἔχει ἀνάγκη ἀπό ἀνθρώπους, πού καρποφοροῦν τούς καρπούς τοῦ Πνεύματος. Ἀπό ἀνθρώπους μέ φωτεινά ἔργα ἀγάπης καί καλωσύνης.

Γι’ αὐτόν ἀκριβῶς τό λόγο, ἀδελφοί μου, «βλέπετε, ἀγρυπνεῖτε, προσεύχεσθε» λέγει ὁ  Κύριος. Καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος μᾶς συμβουλεύει καί λέγει:

«Παρακαλοῦμε δέ ὑμᾶς , ἀδελφοί, νουθετεῖτε τούς ἀτάκτους, παραμυθεῖσθε τούς ὀλιγοψύχους, ἀντέχεσθε τῶν ἀσθενῶν, μακροθυμεῖτε πρός πάντας. Ὁρᾶτε μή  τις κακόν ἀντί κακοῦ τινί ἀποδῷ, ἀλλά τό ἀγαθόν διώκετε καί εἰς ἀλλήλους καί εἰς πάντας. Πάντοτε χαίρετε, ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε ἐν παντί εὐχαριστεῖτε· τοῦτο γάρ θέλημα Θεοῦ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ εἰς ὑμᾶς»(Α΄ Θεσσ. ε΄14-19).

Μᾶς καλεῖ ὁ Κύριος νά παλαίψουμε, μέ τά πολεμεφόδια πού μᾶς προσφέρει ὁ Κύριος, μέ τά ὅπλα τοῦ φωτός, μέ τόν ζωοποιό Του λόγο καί μέ τήν ἁγία μας ζωή. Μᾶς καλεῖ νά δώσουμε τή Μάχη ὑπέρ τῆς Ἀληθείας μέχρι θανάτου, καί μᾶς ὐπόσχεται ὅτι θά πολεμήση κι’ Αὐτός μαζί μας. Καί εἶναι βέβαιον ὅτι «τό ἀρνίον νικήσει αὐτούς, ὅτι Κύριος κυρίων ἐστί καί Βασιλεύς  βασιλέων,(θά νικήσουν δέ ) καί οἱ μετ’ αὐτοῦ κλητοί ἐκλεκτοί καί πιστοί» (Ἀποκ. ιζ΄ 14).



Ὁ Χριστός καλεῖ σήμερα τούς δύο μάρτυρες, τίς δύο ὁλόφωτες λυχνίες, τίς δύο κατάκαρπες Ἐλιές, τόν Ἱερό Κλῆρο και τόν πιστό λαό, νά σταθοῦμε στίς Ἐπάλξεις,  καί νά  ὑπερασπισθοῦμε τήν Ἀλήθεια, τό Δίκαιο, τήν Ειρήνη καί λόγῳ καί ἔργῳ νά κηρύξουμε ὅτι Κύριος τῶν Πάντων εἶναι μόνον ὁ ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ. Καί εἶναι καιρός νά ἀνοίξουμε τήν καρδιά μας στό Χριστό καί νά ἐγκολπωθοῦμε τό Εὐαγγέλιον τῆς ἀγάπης Του καί μή μένουμε ἀπαθεῖς, μπροστά στά Κακουργήματα, πού γίνονται σέ βάρος τῶν ἀδυνάτων συνανθρώπων μας, βέβαιοι ὄντες ὅτι ὅτι ὁ Κύριος τῶν Δυνάμεων εἶναι μαζί μας, Φρούριόν μας, ὁ Θεός τῶν Πατέρων μας.

«Τό λοιπόν, ἀδελφοί, ὅσα ἐστίν ἀληθῆ, ὅσα σεμνά, ὅσα δίκαια, ὅσα ἁγνά, ὅσα προσφιλῆ, ὅσα εὔφημα, εἴ τις ἀρετή καί εἴ τις ἔπαινος, ταῦτα λογίζεσθε· ὅσα ἐμάθετε καί παρελάβετε καί ἠκούσατε καί εἴδετε ἐν ἐμοί, ταῦτα πράσσετε· και ὁ Θεός τῆς εἰρήνης ἔσται μεθ’ ὑμῶν» (Φιλιπ. δ΄ 8-9).

Εἶναι καιρός νά ἀποδείξουμε στόν Κόσμο, ὅτι πράγματι ὅλοι ἐμεῖς, οἱ πιστοί Μαθηταί τοῦ Χριστοῦ εἴμαστε τό Φῶς τοῦ κόσμου, εἴμαστε δένδρα καρποφόρα καί ἀειθαλῆ, πού ἀποδίδουμε τούς καρπούς τοῦ Πνεύματος στό κάθε μας βῆμα. Εἶναι καιρός νά διδάξουμε ἔμπρακτα ὅτι τελικός σκοπός τῆς ζωῆς μας εἶναι ἡ Δόξα τοῦ Θεοῦ.





 


Παρασκευή 3 Ιουλίου 2020

Η ΑΠΕΙΡΗ ΑΓΆΠΗ ΚΑΙ Η ΕΥΣΠΛΑΓΧΝΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ


ΚΑΙ Η ΘΕΡΜΗ ΠΙΣΤΙΣ ΚΑΙ Η ΤΑΠΕΙΝΩΣΙΣ

ΤΟΥ ΕΚΑΤΟΝΤΑΡΧΟΥ

 

«Εἰσελθόντι δέ αὐτῷ εἰς Καπερναούμ προσῆλθεν αὐτῷ ἑκατόνταρχος παρακαλῶν αὐτόν καί λέγων·

Κύριε, ὁ παῖς μου βέβληται ἐν τῇ οἰκίᾳ παραλυτικός, δεινῶς βασανιζόμενος. Καί λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· Ἐγώ ἐλθών θεραπεύσω αὐτόν.

Καί ἀποκριθείς ὁ ἑκατόνταρχος ἔφη· Κύριε, οὐκ εἰμί ἱκανός ἵνα μου ὑπό τήν στέγην εἰσέλθῃς· ἀλλά μόνον εἰπέ λόγῳ, καί ἰαθήσεται ὁ παῖς μου»

                                                            (Ματθ. η΄ 5-8).

 

Ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ τέλειος Θεός, τό Ὑπέρτατον Ἀγαθόν, «ὁ δι’ οὗ τά πάντα ἐγένετο», ὁ Ὁποῖος ἀπό ἄπειρη ἀγάπη καί εὐσπλαγχνία γίνεται καί τέλειος ἄνθρωπος. Ὁ πρᾷος καί ταπεινός τῇ καρδίᾳ, ὁ Ἰησοῦς, μᾶς πλησιάζει ταπεινά, ἀθόρυβα, «ὡς αὔρα λεπτή», ὄχι γιά νά μᾶς κρίνη, ἀλλά γιά νά μᾶς σώσῃ.Ὁ Προφήτης Ἡσαῒας, ὀκτακόσια χρόνια πρίν ἀπό τον ἐρχομό του, μᾶς πληροφορεῖ ὅτι ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, ὁ ἰσχυρός Θεός, ὀ Θαυμαστός σύμβουλος, ὁ ἐξουσιαστής, ὁ Ἄρχων τῆς εἰρήνης ἔρχεται καί πλησιάζει τήν ἡμιθανῆ ἀνθρωπότητα καί τόν κάθε ἄνθρωπον χωριστά. Καί μοναδικός σκοπός τῆς ἐπισκέψεώς Του εἶναι ἡ σωτηρία μας.


Πλησιάζει, λέγει ὀ Ἡσαΐας, την τρεμοσβύνουσα λυχνία καί τῆς ρίχνει λάδι, τῆς δίνει ζωή. Πλησιάζει τό ἀδύναμο καλάμι, πού σείεται ἀπό τόν ἄνεμο, καί εἶναι ἕτοιμο νά σπάσῃ καί τό στηρίζει. Πλησιάζει κάθε πονεμένο ἀνθρωπο, πού, σάν τήν καλαμιά στόν κάμπο, κινδυνεύει νά σπάσῃ ἀπό τίς ἀντιξοότητες τῆς ζωῆς, μακράν τοῦ Θεοῦ, γιά νά θεραπεύσῃ ὅλες τίς ἀνάγκες του.


Ὁ Ἰησοῦς Χριστός, πού, ἀναντίρρητα, εἶναι ἡ Ὁδός καί ἡ Ἀλήθεια, ἡ Ἀνάστασις καί ἡ Ζωή, τό Φῶς καί ἡ Εἰρήνη τοῦ κόσμου, ἔρχεται κοντά μας, ὅποιοι κι’ ἄν εἴμαστε, ὅ,τι κι’ ἄν κάνουμε, ὅπου κι’ἄν βρίσκώμαστε, γιά νά μᾶς ἀνασύρῃ ἀπό τό Βόρβορο, ἀπό τή λάσπη, ἀπό τήν ἄγνοια , ἀπό τήν Ἐγωπάθεια. Ἔρχεται νά μᾶς ἀνασύρει ἀπό τό σκοτάδι, ἀπό τήν Ψευτιά καί τήν Ὑποκρισία, ἀπό τήν ἐσχηματισμένη εὐσέβεια. Καί εἶναι ὁ μόνος, πού, ὡς Παντοδύναμος μπορεῖ καί ὡς Πανάγαθος θέλει νά μᾶς σώσῃ ἀπό τόν Κακό μας ἑαυτό, ἀπό τόν κόσμο καί ἀπό τό Διάβολο. Εἷναι ὁ μόνος πού θέλει καί μπορεῖ νά μᾶς ἀνασύρῃ ἀπό τήν «ἰλύν βυθοῦ» εἰς τήν ὀποίαν ἔχουμε ἐμπαγῆ καί νά μᾶς ὀδηγήσῃ εἰς τόπον ἀναψυχῆς, «ἐπί ζωῆς πηγάς ὑδάτων».


Ναι, ἀγαπητά μου παιδιά, μόνον ὁ πρᾷος καί ταπεινός τῇ καρδίᾳ Κύριος.   Μόνον ὁ γλυκύς Ἰησοῦς, Αὐτός, πού σταυρώθηκε γιά μᾶς, Μόνον Αὐτός μᾶς ἀπομένει. Καί ὅπως ἔχουμε πῆ καί τό ἐπαναλαμβάνουμε, γιά νά γίνῃ σέ ὅλους συνείδησις. Ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι τό μοναδικό θεμέλιον στή  σκέψι μας, στό λόγο, στή ζωή μας, καί «θεμέλιον ἄλλον οὐδείς δύναται θεῖναι παρά τόν κείμενον, ὅς ἐστιν Ἰησοῦς Χριστός»(Α΄Κορινθ. γ΄ 11).

Ὁ Ἱησοῦς Χριστός καί μόνον Αὐτός εἶναι ἡ ζωή μας καί ἡ εἰρήνη μας, ἡ μόνη μας παρηγοριά, ἠ μόνη μας ἐλπίδα,  τό Φρούριόν μας, τό μόνον ἀσφαλές καταφύγιον. Αὐτός καί μόνον Αὐτός εἶναι ὁ βοηθός μας σέ ὅλες τίς περιστάσεις τῆς ζωής μας. Δέν ἔχουμε καί δέν θέλουμε νά ἔχουμε ἄλλον κανέναν. Αὐτός , ὁ παντοκράτωρ, εἶναι ὁ πάντοτε Ἐρχόμενος. Ἔρχεται καί κρούει τήν Θύραν. Ζητεῖ νά ἀκούσουμε τή Φωνή Του καί νά Τοῦ ἀνοίξουμε τήν καρδιά μας, γιά νά γίνῃ ἡ ψυχή μας καί ἠ ζωή μας Παράδεισος.

Ποιός Τόν κάλεσε σέ βοήθεια καί δέν ἔλαβε ἀμέσως τήν σώζουσα ἀπάντησι στό αἴτημά του;

Ἀκούει τούς στεναγμούς τῆς καρδιᾶς μας καί ἀποκρίνεται καί σπεύδει σέ ἄμεση βοήθεια. Αὐτός σπογγίζει τά δάκρυά μας, ἀπαλύνει τόν πόνο μας, θεραπεύει τά τραύματά μας καί μᾶς ζωοποιεῖ.




Ὅποιος μέ πίστι θερμή Τόν ἐπικαλεῖται σώζεται. Εἶναι δέ γεγονός ὅτι «Οὐκ ἔστιν ἐν ἄλλῳ οὐδενί ἡ σωτηρία· οὐδέ γάρ ὄνομά ἐστιν ἕτερον ὑπό τόν οὐρανόν τό δεδομένον ἐν ἀνθρώποις ἐν ᾧ δεῖ σωθῆναι ἡμᾶς» (Πράξ. δ΄ 12). ΜΟΝΟΝ ΑΥΤΟΣ σώσει καί σώζει τόν λαόν αὐτοῦ ἀπό τῶν ἀμαρτιῶν αὐτῶν» (Ματθ. α΄ 21). Καί εἶναι πασίδηλον εἰς τήν Κοινωνίαν τῶν Ἁγίων, εἰς τήν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ, ὅτι «πᾶς ὅς ἄν ἐπικαλέσηται τό ὄνομα Κυρίου σωθήσεται» (Ἰωήλ γ΄5. Πραξ. β΄ 21).

Ὁ Κύριος πάντοτε ἀκούει πάντοτε καί ἀποκρίνεται σέ κάθε ἄνθρωπο, πού ἐπικαλεῖται τό Ὅνομά Του, μέ πίστι καί βραβεύει τήν Πίστι.

Ὁ Κύριος ἔρχεται κοντά μας καί μᾶς καλεῖ κοντά Του, ὅλους τούς ἀνθρώπους, διότι «θέλει πάντας ἀνθρώπους σωθῆναι καί εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν» κι λέγει: «Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καί πεφορτισμένοι κἀγώ ἀναπαύσω ὑμᾶς. Ἄρατε τόν ζυγόν μου ἐφ’ ὑμᾶς καί μάθετε ἀπ’ ἐμοῦ, ὅτι πρᾷός εἰμι καί ταπεινός τῇ καρδίᾳ καί εὑρήσετε ἀνάπαυσιν ταῖς ψυχαῖς ὑμῶν. Ὁ γάρ ζυγός μου χρηστός καί τό φορτίον μου ἐλαφρόν ἐστιν» (Ματθ. ια΄28-30).

Μᾶς καλεῖ ὅλους κοντά Του, ἀλλά δέν μᾶς ἐξαναγκάζει. «Ὅστις θέλει...», «Ἐάν τις διψᾷ...».

Μᾶς συμβουλεύει νά ἔχουμε Πίστιν Θεοῦ (Μάρκ. ια΄22).Ὁ Ἱησοῦς ὡς ἄπειρη ἀγάπη καί εὐσπλαγχνία ἔρχεται κοντά μας καί «διέρχεται τήν ζωήν αὐτοῦ εὐεργετῶν, κηρύσσων τό Εὐαγγέλιον τῆς Βασιλείας καί θεραπεύων πᾶσαν νόσον καί πᾶσαν μαλακίαν ἐν τῷ λαῷ» (Ματθ. δ΄ 23).

Εἰσακούει τίς Προσευχές μας καί βραβεύει τήν  Πίστι μας. Πάντοτε σπεύδει σέ βοήθειά μας ὁ «πανακής ἰατρός» καί θεραπεύει κάθε μας ἀρρώστια, ὀ Φιλάνθρωπος.

Τρανό παράδειγμα ὁ Ἑκατόνταρχος. Ἄν καί εἰδωλολάτρης ἔχει πίστι θερμή. Ἔχει καθαρή, τρυφερή καρδιά καί ἀγάπη καί γιά τόν ἄρρωστο δοῦλο του, σέ μιά ἐποχή, πού οἱ δοῦλος εἶναι πρᾶγμα (res), ἀντικείμενο συναλλαγῆς, πωλεῖται καί ἀγοράζεται. Ὅμως ὁ Ἑκατόνταρχος τρέφει αἰσθήματα καί ἐνδιαφέρεται καί μέ πίστι θερμή και μέ ἄκρα ταπείνωσι προσέρχεται στό Χριστό καί ἀναφέρει στόν Κύριο τό αἴτημά του, χωρίς περιττά λόγια: «Κύριε, ὁ  παῖς μου βέβληται ἐν τῇ οἰκίᾳ παραλυτικός, δεινῶς βασανιζόμενος».

Ὁ Ἑκατόνταρχος πιστεύει στό Χριστό, στή Χάρι καί τή δύναμί Του. Ἔχει ἀπόλυτη βεβαιότητα ὅτι ὁ Χριστός ὡς ἄπειρη ἀγάπη καί εὐσπλαγχνία θέλει καί ὡς Παντοδύναμος μπορεῖ νά θεραπεύσῃ τό δοῦλο του.

Καί πραγματικά ὁ Ἰησοῦς, ὡς Φιλάνθρωπος καί καρδιογνώστης,  ἐνθαρρύνει τόν πιστόν Ἑκατόνταρχο, λέγων: «Ἐγώ ἐλθών θεραπεύσω αὐτόν». Μή φοβᾶσαι , ἄνθρωπε, ἐγώ εὑρίσκομαι ἐδῶ γιά σένα, γιά κάθε πάσχοντα, γιά τόν καθένα πού διψᾷ τή σωτηρία του. Ἐγώ εἶμαι ὁ δικός σου Θεός καί σύ εἶσαι δικός μου, τό πλᾶσμα μου καί  σέ προσέχω, ἐνδιαφέρομαι γιά σένα. Καί ἄν ἀκόμη καί αὐτή ἡ μάνα , πού σέ γέννησε , σέ ἐγκαταλείψῃ, ἐγώ δέν θά σέ ἐγκαταλείψω ποτέ. Θἆμαι παντοτινά μαζί σας, ἕτοιμος νά θεραπεύσω κάθε σας ἀνημπόρια.

Ἀγαπητά μου παιδιά, πῶς μπορῶ νά ἑρμηνεύσω αυτή τή θεϊκή διαβεβαίωσι: «ΕΓΩ ΕΛΘΩΝ ΘΕΡΑΠΕΥΣΩ ΑΥΤΟΝ».


Δέν εἴμαστε πιά μόνοι. Ὁ Χριστός, ὁ Ἐξουσιαστής, ὁ ἰσχυρός Θεός, ὁ «πανακής ἱατρός», εἶναι μαζί μας καί μᾶς προστατεύει μέ τή Χάρι Του καί μέ τή δύναμί Του. Ναι. Εἶναι μαζί μας. Δέν μᾶς ἐξαναγκάζει. Μᾶς καλεῖ κοντά Του. Ἀρκεῖ νά πιστέψουμε σ’ Αὐτόν καί νά Τοῦ ἀνοίξουμε τήν καρδιά μας.

Ὁ Ἑκατόνταρχος ἔχει βαθειά συναίσθησι τῆς ἁμαρτωλότητός του μπροστά στό Χριστό καί μέ συντριβή καί ἄκρα ταπείνωσι ἀποκρίνεται στόν Κύριο καί τοῦ λέγει:

«Κύριε, δέν εἶμαι ἄξιος  γιά νά εἰσέλθῃς κάτω ἀπό τή στέγη τοῦ σπιτιοῦ μου, Σύ ὁ Ἐξουσιαστής, ὁ Πανάγιος. Ἀλλά μόνον πές ἕνα λόγο καί θά γιατρευθῇ ὁ δοῦλος μου. Διότι, ἄν  ἐγώ, πού εἶμαι ἕνας ἄνθρωπος ὑπό τήν ἐξουσίαν ἄλλων,  ἔχω   στρατιῶτες  ὑπό τάς διαταγάς μου καί λέγω σέ τοῦτον «Πήγαινε» καί πηγαίνει καί στόν ἄλλο «Ἔλα» καί ἔρχεται καί εἰς τόν δοῦλον μου λέγω, «κάνε τοῦτο» καί τό κάνει, πόσο μᾶλλον Σύ Πανάγαθε Κύριε, μπορεῖς μέ ἕνα Σου μόνο λόγο, νά θεραπεύσῃς τό δοῦλο μου.


Ὁ Ἑκατοντάρχης εἶναι εἰδωλολάτρης, ἀλλά καλοπροαίρετος, ταπεινός, μέ βαθειά συναίσθησι τῆς ἀμαρτωλότητός του. Ἔχει συγκινηθῆ καί συγκλονισθῇ ἀπό τή θείκή ἀκτινοβολία τοῦ Θεανθρώπου. Ἐκλεινε βαθειά μέσα στήν ψυχή του ἀκλόνητη πίστι στό Χριστό καί συμπόνια γιά τό δοῦλο του, καί μέ βαθειά ταπείνωσι προσέρχεται στόν Κύριο καί τοῦ λέγει: Κύριέ μου, μακρόθυμε, ἐγώ εἶμαι ἄνθρωπος ὑπό ἐξουσίαν. Σύ εἶσαι Θεός καί αὐξούσιος, Ἐξουσιαστής τῶν Πάντων. Μόνον εἰπέ λόγῳ καί ἰαθήσεται ὁ παῖς μου. Θεέ μου εἶμαι ἁμαρτωλός, δέν εἶμαι ἄξιος νά εἰσέλθῃς κάτω ἀπό τή στέγη μου. Συγχώρησέ με.  Ὅταν ἄκουσε αὐτή τή ἐξομολόγησι τοῦ ἑκατοντάρχου, ὁ Κύριος ἐθαύμασε τήν πίστι τοῦ Ἐκατοντάρχου καί τήν ταπείνωσί του. Καί  ἀμέσως ἐκφράζει σέ ὅλους τό Θαυμασμό Του καί προβάλλει τήν Πίστι τοῦ Ἑκατοντάρχου σέ ὅλους καί λέγει: «Οὐδέ ἐν τῷ Ἰσραήλ τοσαύτην πίστιν εὗρον» Καί προλέγει ὅτι  πολλοί , σάν τόν Ἑκατόνταρχον, πάντα τά ἔθνη, θά ἔλθουν καί θά κληρονομήσουν τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί θά μείνουν ἔξω οἱ ἄπιστοι.

Καί τότε εἶπε στόν Ἑκατόνταρχον: Πήγαινε στό σπίτι σου καί ἄς γίνη καλά ὁ δοῦλος σου, ἀπό μακρυά μόνον μέ τό λόγο μου, ὅπως ἀκριβῶς ἐπίστευσες».

Εἴθε ὅλοι, μέ τή χάρι τοῦ Θεοῦ, νά μιμηθοῦμε τήν Πίστι, τήν ταπείνωσιν καί τρυφερότητα τοῦ ἑκατοντάρχου καί μέ βαθειά συναίσθησι τῆς ἁμαρτωλότητός μας ἐνώπιον τοῦ Παντάνακτος Θεοῦ ἄς προσέλθουμε κοντά στόν Κύριον καί νά Τόν Παρακαλέσουμε νά μᾶς ἀξιώσῃ νά τόν ὑμνοῦμε καί νά τόν δοξάζουμε πάντες, ἐν ἑνί στόματι καί μιᾷ καρδίᾳ, λόγῳ καί ἔργῳ, διότι Σ’ Αὐτόν ἀνήκει ἡ Δόξα καί τό Κράτος εἰς τούς αἰῶνας .Ἀμήν.