Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΙΝΑΙ Η ΠΗΓΗ ΤΟΥ ΖΩΝΤΟΣ
ΥΔΑΤΟΣ
«Ἐάν τις διψᾷ, ἐρχέσθω πρός με καί πινέτω» ( Ἰωάν. ζ΄37).
Ὁ Κύριος ὡς ἄπειρη ἀγάπη, ἔρχεται κοντά μας, γιά νά ἁπαλύνῃ
τόν πόνον μας, νά σπογγίσῃ τά δάκρυά μας, νά θεραπεύσῃ τά τραύματά μας καί, μέ τόν
ζωοποιόν Του λόγο, πού εἶναι ὄντως τροφή και τρυφή τῆς ψυχῆς, ἵαμα,
θεραπεία, μᾶς χαρίζει τήν ψυχική καί τήν σωματικήν μας ὑγείαν. Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς
Χριστός εἶναι πραγματικά ὁ Πανακής ἰατρός.
Ἔρχεται κοντά μας ἀθόρυβα, ταπεινά, ὡς «αὔρα λεπτή».
Προσεγγίζει τόν καθένα μας, χωριστά, μέ τρυφερότητα, καί «κρούει την Θύραν…».
Πλησιάζει τήν τρεμοσβύνουσαν λυχνίαν καί ρίχνει λάδι καί τῆς δίνει ζωήν. Πλησιάζει
τόν συντετριμμένον κάλαμον, τήν συντετριμμένην ψυχήν, πού σάν τό
τσακισμένο καλάμι, σείεται ἀπό τον κάθε λογῆς ἄνεμο καί εἶναι ἕτοιμο νά σπάσῃ,
καί δεν τό συντρίβει, ἀλλά τό περιδένει καί τό στηρίζει(Ἡσ. μβ΄3). Καί Ποιός ἀπό μᾶς, σέ αὐτήν ἐδῶ
τήν ἄθλια παροικία, δέν βρίσκεται, «σάν τήν καλαμιά στόν κάμπο»; Σέ πλήρη ἐγκατάλειψι;
Ἀπομακρυνθήκαμε ἀπό τόν Θεόν, ἀπό τήν
Πηγήν τοῦ Ζῶντος ὕδατος, ἐξ αἰτίας τῆς κακῆς χρήσεως τοῦ Νοῦ καί τῆς Ἐλευθερίας
μας. Ἐγκαταλείψαμε καί «ἐγκαταλείπουμε τόν ΧΡΙΣΤΟΝ, Πηγήν ὕδατος Ζωῆς και ὀρύσσουμε
λάκκους συντετριμμένους, οἵ οὐ δυνήσονται ὕδωρ συνέχειν» ( Ἱερεμ. β΄13). Δύο και πονηρά ἐποίησε ὁ λαός μου, λέγει ὁ Κύριος, α)Ἐγκαταλείπουν Ἐμέ, πού εἶμαι ἡ Πηγή τοῦ ὕδατος τῆς Ζωῆς καί λατρεύουν τά Εἴδωλα καί
β) σκάβουν καί ἀνοίγουν λάκκους
συντετριμμένους, στέρνες, δεξαμενές
κατεστραμμένες, τρύπιες, πού δέν μποροῦν νά συγκρατήσουν τό Νερό. Μέ ἄλλα λόγια, διά τῆς Παρακοῆς τῆς
Ἐντολῆς τῆς Ἀγάπης ἐγκαταλείπουμε τόν Ἕνα καί Μόνον ἀληθινόν Θεόν καί ὅν ἀπέστειλεν
Ἰησοῦν Χριστόν, τόν Μονογενῆ Υἱόν καί
Λόγον τοῦ Θεοῦ(Ἰωάν. ιζ΄3),
τόν Σωτήρα καί Λυτρωτήν τοῦ Σύμπαντος κόσμου, καί ἔτσι, πραγματικά, μετουσιώνουμε
τόν Παράδεισον, σέ «Χοιροστάσι».
Εἶναι ἀλήθεια.
Ὅταν παραβαίνουμε τάς Ἐντολάς τοῦ Θεοῦ, γινόμαστε «δέσμιοι τῆς γῆς»,
«δέσμιοι σκότους και αἰχμάλωτοι ἀξημέρωτης νύκτας», αἰχμάλωτοι
τῶν χαμηλῶν, τῶν βρωμερῶν μας, Παθῶν, βυθιζόμαστε «εἰς ἰλύν βυθοῦ» καί ἀπό
κακή μας θέλησι, παραμένουμε κατάκοιτοι στή χώρα καί τή σκιά τοῦ Θανάτου (παρβλ. Θρῆνοι γ΄34. Σοφ.
Σολομ. Ιζ΄2. Ματθ. δ΄16). ΥΠΟΦΕΡΟΥΜΕ «ἐν γῇ ἐρήμῳ καί ἀβάτω
καί ἀνύδρῳ» (Ψαλμ. 62,2), εἰς τήν ἀπέναντι τοῦ Παραδείσου γῆν, μέ ἡμερομηνίαν λήξεως «ἕως τοῦ ἀποστρέψαι σε εἰς τήν γῆν, ἐξ ἧς ἐλήφθης, ὅτι γῆ εἶ καί εἰς γῆν ἀπελεύσῃ»
(Γενέσ. γ΄ 19). Ὅμως, ὅσον κι’ ἄν πετρῶσαν’ οἱ καρδιές, δέν ἔπαυσεν
ἡ ψυχή μας, νά φλέγεται ἀπό τόν πόθον, ἀπό τή λαχτάρα, γιά τόν Θεόν, τήν Πηγήν
τοῦ Ζῶντος Ὕδατος.
Ποιός ἀπό μᾶς, δέν διψᾷ, γιά
τήν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καί τήν
Δικαιοσύνην Αὐτοῦ; Ποιός δέν διψᾷ,
γιά γνήσια ἀγάπη, γιά εἰλικρίνεια καί ἐντιμότητα; Ποιός νουνεχής,
ποιός μυαλωμένος ἄνθρωπος, δέν ἀπεχθάνεται τό βέβηλον, τήν ἀσέβεια καί κάθε εἴδους φαυλότητα;
Μπουχτήσαμε ἀπό τίς ψεύτικες τοῦ κόσμου τές ἀγάπες. Βασανισθήκαμε πολύ, ἀπό
τήν Ψευτιά καί τήν Ὑποκρισία τῶν παλαιῶν
καί τῶν συγχρόνων Φαρισαίων. Καιρός νά πετάξουμε τά προσωπεῖα
καί νά φανερώσουμε τό ἀληθινό μας πρόσωπο, τόν γνήσιον ἑαυτόν μας.
Ἡ Ψυχή μας λαχταρᾷ γιά ΚΑΛΩΣΥΝΗ.
Διψᾷ, γιά στοργή καί τρυφερότητα, γιά εἰλικρίνεια. Ὅλοι θέλουμε νά βασιλεύσῃ εἰς
τόν κόσμο ἡ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ καί ἡ ἀναφαίρετη τοῦ Θεοῦ ΕΙΡΗΝΗ, «ἡ πάντα νοῦν ὑπερέχουσα» (Φιλιπ. δ΄7). Καί γιά νά γίνῃ συνείδησις σέ ὅλους, ἐπαναλαμβάνω τήν Ἀρχήν, ὅτι ὁ Θεός εἶναι Ἀγαθός καί μεταδοτικός τοῦ Ἀγαθοῦ, ὅτι «Οὐκ ἔστιν αἴτιος τῶν
Κακῶν ὁ Θεός, ὅτι ὁ ΧΡΙΣΤΟΣ εἶναι ἡ Πηγή τοῦ Ζῶντος Ὕδατος και ὅτι «Ὅλες οἱ συμφορές εἶναι προϊόντα τῆς κακῆς προαιρέσεως τοῦ ἀνθρώπου, γεννήματα
τῆς Παρακοῆς, στό Νόμο τῆς τελείας Ἀγάπης».
Συνειδητοποιοῦντες αὐτήν τήν πικρή Ἀλήθεια, εἶναι
φυσικόν ἐπόμενον, πραγματικά, σ’ αὐτό τόν ἄνυδρο τόπο, νά λαχταράῃ ἡ ταλαίπωρη
ψυχή μας, «τό Σωτήριον Ὕδωρ». Αὐτό τόν
πόθο, αὐτή τή λαχτάρα μας, γιά τό Ζῶν ὕδωρ, γιά τόν ΧΡΙΣΤΟΝ, ἐκφράζει
ὁ Προφήτης Δαυῒδ, μέ τήν Προσευχή του, ὅταν λέγει: «Θεέ μου, ὅν τρόπον ἐπιποθεῖ ἡ ἔλαφος ἐπί τάς πηγάς τῶν ὑδάτων, οὕτως ἐπιποθεῖ
ἡ ψυχή μου πρός Σέ, ὁ Θεός. Ἐδίψησεν ἡ ψυχή μου πρός τόν Θεόν τόν ζῶντα· πότε ἥξω και ὀφθήσομαι
τῷ προσώπῳ τοῦ Θεοῦ;» (Ψαλμ.41,2).
Μόνον ὁ Θεός εἶναι Πηγή Ὕδατος Ζωῆς, δροσιστική καί ζωογόνος τῆς ἀνθρωπίνης
ψυχῆς. Ὁ Χριστός, καί μόνον Αὐτός. εἶναι «ἡ Πηγή τοῦ Ζῶντος Ὕδατος». Καί πρός Αὐτόν στρέφεται κάθε
διψασμένη ψυχή. Καί, μαζί μέ τόν Δαυῒδ, ζητεῖ τό «Σωτήριον Ὕδωρ» καί λέγει: « Ὁ Θεός, ὁ Θεός μου,
πρός Σέ ὀρθρίζω· ἐδίψησέ Σε ἡ ψυχή μου,( Σέ ποθεῖ ἡ ψυχή μου!) Πόσες
φορές καί αὐτές οἱ αἰσθήσεις τοῦ σώματός μου Σέ πόθησαν σ’ αὐτήν ἐδῶ τή Χώρα, πού εἶναι ἔρημη,
δύσβατη καί ἄνυδρη!»(Ψαλμ.62,2). Ὁ Πανάγαθος
καί Φιλάνθρωπος Θεός ἀκούει τή φωνή τῶν πεπεδημένων, τῶν αἰχμαλώτων, «τῶν δεσμίων τῆς γῆς»,
νοιώθει τή λαχτάρα τῆς ψυχῆς μας καί ἔρχεται στή γῆ, Μορφήν δούλου λαμβάνει,
ἔρχεται κοντά μας, μᾶς ἀνασύρῃ ἀπό «τήν ἰλύν βυθοῦ», εἰς τήν ὁποίαν ἔχουμε ἐμπαγεῖ, μᾶς ὁδηγεῖ «ἐπί ζωῆς πηγάς ὑδάτων, ἐξαλείφει πᾶν δάκρυον ἐκ τῶν ὀφθαλμῶν ἡμῶν»(Ἀποκ. ζ΄17), και μᾶς καλεῖ, ἄν θέλουμε,
νά μᾶς χαρίσῃ τό «ὕδωρ τό ζῶν»: «Ἐάν τις διψᾷ», λέγει, «ἐρχέσθω πρός με καί πινέτω» ( Ἰωάν. ζ΄ 37).
«Ἐγώ τῷ διψῶντι δώσω ἐκ τῆς πηγῆς τοῦ ὕδατος τῆς ζωῆς δωρεάν» (Ἀποκ. κα΄6), «καί ὁ διψῶν ἐρχέσθω, και ὁ θέλων
λαβέτω ὕδωρ ζωῆς δωρεάν» (Ἀποκ. κβ΄ 17).
Ὁ Προφήτης Ἡσαῒας, ὀκτακόσια χρόνια πρίν ἀπό τόν ἐρχομό
τοῦ Χριστοῦ εἰς τόν κόσμον, προεφήτευσε τήν πρόσκλησι τῆς ἀγάπης τοῦ Κυρίου καί
μᾶς προτρέπει νά προσέλθουμε κοντά
στόν Κύριον καί νά λάβουμε το σωτήριον ὕδωρ, τό ὕδωρ τῆς ὄντως
ζωῆς. Καί ἀπό τά βάθη τῶν αἰώνων βροντοφωνάζει εἰς τήν, ὄντως, «ἡμιθανῆ» ἀνθρωπότητα:
«Οἱ διψῶντες πορεύεσθε ἐφ’ ὕδωρ» (Ἡσ.55,1) καί «ἀντλήσατε ὕδωρ μετ’ εὐφροσύνης ἐκ τῶν πηγῶν τοῦ σωτηρίου» ( Ἡσ. ιβ΄ 3).
Πηγή τοῦ
σωτηρίου, μοναδική πηγή τῆς Σωτηρίας εἶναι ὁ
Μονογενής Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ ΧΡΙΣΤΟΣ καί ὁ ζωοποιός Του λόγος. Εἶναι ἀπολύτως βέβαιον ὅτι ὁ ΧΡΙΣΤΟΣ εἶναι ἡ ζωή μας καί ἡ εἰρήνη μας, ἡ μόνη μας παρηγοριά, ἠ μόνη
μας ἐλπίδα, τό Φρούριόν μας, τό μόνον ἀσφαλές καταφύγιον. Καί ὁ λόγος Του ὁ πανάγιος
εἶναι ἡ μόνη καθαρή τροφή καί τρυφή τῆς ψυχῆς, ἀπόλαυσις καί χαρά, ὕδωρ ζωῆς,
ἴαμα, θεραπεία. Ὁ ΧΡΙΣΤΟΣ προσφέρει, σέ κάθε πιστό, τό σωτήριον ὕδωρ δωρεάν. «Ὅποιος μέσα ἀπό τά βάθη τῆς καρδιᾶς του
πιστεύει εἰς τόν Χριστόν, σύμφωνα μέ τούς λόγους τῆς Γραφῆς, ποταμοί ἐκ τῆς κοιλίας αὐτοῦ ρεύσουσιν ὕδατος ζῶντος. Τοῦτο δέ εἶπε περί
τοῦ Πνεύματος οὗ ἔμελλον λαμβάνειν οἱ πιστεύοντες εἰς αὐτόν» ( Ἰωάν. ζ΄38-39).
Ὁ Κύριος μᾶς καλεῖ κοντά Του. Νά ἀφήσουμε τήν Ψευτιά καί τήν ὑποκρισία. Νά ἀνοίξουμε την καρδιά μας εἰς
τόν Χριστόν. Νά ἐγκολπωθοῦμε τήν
ΑΛΗΘΕΙΑ, τόν ζωοποιόν Του λόγον. Νά ἐγκολπωθοῦμε τό Εὐαγγέλιον τῆς Ἀγάπης Του
καί νά τό κάνουμε «Πρᾶξι», στήν
καθημερινή μας ζωήν.
Καί τότε εἶναι
πλέον ἤ βέβαιον ὅτι θά βροῦμε τή σωστή ἀπάντησι σέ ὅλα τά ἐρωτηματικά μας, τή σωστή λύσι σέ ὅλα τά προβλήματά μας. Τότε θά βροῦμε τήν ψυχική
μας γαλήνη καί θά νοιώσουμε ἀπολύτως, ἐν Χριστῷ, ἀσφαλεῖς.
ΕΙΝΑΙ ΚΑΙΡΟΣ νά ξεχωρίσουμε τἄχυρα, ἀπό
τό σιτάρι. Νά ξεχωρίσουμε τά γήϊνα καί φθαρτά, ἀπό τά ἐπουράνια, τά ἄφθαρτα
καί αἰώνια. Εἶναι καιρός νά ξεχωρίσουμε, δηλαδή τό
γήϊνο, τό φυσικό νερό, ἀπό τό ἀθάνατο, τό ζωντανό νερό, τό οὐράνιον,
τό σωτήριον ὕδωρ.
Τό ὕδωρ τοῦτο τοῦ φρέατος τοῦ Ἰακώβ,
λέγει ὁ Κύριος, δέν ξεδιψᾷ τή δίψα μας. Ὅλα, δηλαδή, τά γήϊνα πράγματα δεν ἱκανοποιοῦν τίς
μεταφυσικές μας ἀνησυχίες, δεν γεμίζουν τό ὑπαρξιακό κενό. Ὅλα εἶναι
μάταια, «σκιᾶς ἀσθενέστερα καί ὀνείρων ἀπατηλότερα.
Μία ροπή καί ταῦτα πάντα θάνατος διαδέχεται», λέγει ὁ ἱ. Δαμασκηνός.
«Ὀρύσσουμε λάκκους συντετριμμένους, οἵ οὐ δυνήσονται ὕδωρ
συνέχειν». Ὅλα τά ἐπιτεύγματά μας, χωρίς Θεόν, εἶναι ΕΝΑ ΤΙΠΟΤΑ. Μιά τρύπα στο
νερό.
Στό διάλογό
Του, μέ τή Σαμαρείτιδα, ὁ Κύριος, τονίζει αὐτή τήν ἀλήθεια,
τήν ματαιότητα τῶν ἀνθρωπίνων πραγμάτων καί
λέγει: «Πᾶς ὁ πίνων ἐκ τοῦ ὕδατος τούτου διψήσει πάλιν·», (Ὅποιος
πίνει ἀπό το νερό αὐτό τοῦ φρέατος τοῦ Ἰακώβ, ξαναδιψάει )·«ὅς δ’ ἄν πίῃ ἐκ τοῦ ὕδατος οὗ ἐγώ δώσω αὐτῷ, οὐ μή διψήσει εἰς τόν αἰῶνα,
ἀλλά τό ὕδωρ ὅ δώσω αὐτῷ, γενήσεται ἐν αὐτῷ πηγή ὕδατος ἀλλομένου εἰς ζωήν αἰώνιον»
( Ἰωάν. δ΄ 13-14).
Τό ὕδωρ το ζῶν, εἶναι ὁ Ἴδιος ὁ
Χριστός. Εἶναι οἱ δωρεές τοῦ παναγίου Πνεύματος. Εἷναι ὀ ζωοποιός λόγος τοῦ
Χριστοῦ, πού καί νεκρούς ἀνασταίνει.
Ὅποιος,
πράγματι, θέλει νά βρῇ ἀνάπαυσι και γαλήνη στήν ψυχή, ὅποιος διψᾷ, ἀφήνει τούς συντετριμμένους λάκκους, ἀπομακρύνεται
ἀπό τό Κακό καί τήν ἁμαρτία, δέχεται τήν Πρόσκλησι τοῦ Χριστοῦ καί, εἰλικρινά μετανοιωμένος, ἐπιστρέφει στό Χριστό, τήν Πηγήν τοῦ Ζῶντος Ὕδατος. Ὁ ΧΡΙΣΤΟΣ, «χθές και
σήμερον ὁ αὐτός και εἰς τούς αἰῶνας»( Ἑβρ.ιγ΄8), ἔρχεται κοντά μας καί διέρχεται τήν ζωήν αὐτοῦ εὐεργετῶν, κηρύσσων τό Εὐαγγέλιον τῆς Βασιλείας καί θεραπεύων πᾶσαν νόσον καί πᾶσαν μαλακίαν ἐν τῷ λαῷ»
( Ματθ. δ΄23).
ΕΙΝΑΙ ΚΑΙΡΟΣ νά ἀκούσουμε τή Φωνή
τῆς ἀγάπης Του καί νά ἐπιστρέψουμε κοντά Του. Νά ἀποδεχθοῦμε τήν πρόσκλησί Του,
μέ τήν καρδιά μας καί να ἀντλήσουμε ὕδωρ μετ’ εὐφροσύνης ἐκ τῶν Πηγῶν τοῦ
Σωτηρίου. Ο ΧΡΙΣΤΟΣ εἶναι ἡ Πηγή τῆς Σωτηρίας. Καί ὁ
Κύριος συνεχῶς ἵσταται ἐπί τήν Θύραν καί κρούει… Μᾶς καλεῖ νά μᾶς
χαρίσῃ τό Ὕδωρ το Ζῶν: «Ἐάν τις διψᾷ ἐρχέσθω πρός με καί
πινέτω ὕδωρ ζωῆς δωρεάν». Μᾶς καλεῖ ὅλους κοντά Του:
«Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καί πεφορτισμένοι, κἀγώ ἀναπαύσω
ὑμᾶς. Ἄρατε τον ζυγόν μου ἐφ’ ὑμᾶς καί μάθετε ἀπ’ ἐμοῦ, ὅτι πρᾷος εἰμι
καί ταπεινός τῇ καρδίᾳ, καί εὑρήσετε ἀνάπαυσιν ταῖς ψυχαῖς ὑμῶν· ὁ γάρ ζυγός
μου χρηστός καί τό φορτίον μου ἐλαφρόν ἐστιν» (Ματθ. ια΄ 28-30). Εἶναι βέβαιον ὅτι ὁ Κύριος, ὡς
ἀγαθός καί μεταδοτικός τοῦ ἀγαθοῦ, προσφέρει τό ὕδωρ τό ζῶν σέ ὅλους τούς
πιστούς ΔΩΡΕΑΝ. Ἡ προαιώνιος Βουλή τοῦ Θεοῦ, τό Θέλημά Του εἶναι ἡ σωτηρία ὅλων
τῶν ἀνθρώπων.
«Και εἶπε μοι· ΓΕΓΟΝΕΝ. Ἐγώ τό Α καί
τό Ω, ἡ Ἀρχή καί τό Τέλος. Ἐγώ τό διψῶντι δώσω ἐκ τῆς πηγῆς τοῦ ὕδατος τῆς ζωῆς
ΔΩΡΕΑΝ» (Ἀποκ.
κα΄6). Ὁ Ποταμός ὕδατος ζωῆς ἐκπορεύεται «ἐκ τοῦ
Θρόνου τοῦ Θεοῦ καί τοῦ Ἀρνίου» (Ἀποκ. κβ΄1).«Και ὁ διψῶν ἐρχέσθω, καί ὁ θέλων λαβέτω ὕδωρ ζωῆς ΔΩΡΕΑΝ»
(Ἀποκ.
κβ΄ 17).