Τετάρτη 21 Ιουνίου 2017

ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΟΦΘΑΛΜΟΣ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ;

Τί νά διαλέξουμε; Τό Φῶς ἤ τό σκοτάδι;



  Ὁ Πάνσοφος Διδάσκαλος μιλάει στήν καρδιά μας καί λέγει:


«Ὁ λύχνος τοῦ σώματός ἐστιν ὁ ὀφθαλμός·

 ἐάν ὁ ὀφθαλμός σου ἁπλοῦς ᾖ ,   ὅλον τό

σῶμά σου φωτεινόν ἔσται· ἐάν δέ ὁ ὀφθαλμός

σου πονηρός ᾖ, ὅλον τό σῶμά σου σκοτεινόν

ἔσται. Εἰ οὖν τό φῶς τό  ἐν σοί σκότος ἐστί,

τό σκότος πόσον;» (Ματθ. στ΄ 22-23, Λουκ. ια΄34-36).

Ὁ ὀφθαλμός τῆς ψυχῆς.

Τό λυχνάρι, πού δίνει φῶς στό σῶμα, εἶναι τό μάτι. Ἐάν, λοιπόν, τό μάτι εἶναι ὑγιές, ὅλον τό σῶμα σου εἶναι γεμᾶτο φῶς. Ἀντίθετα, ἄν τό μάτι σου εἶναι ἄρρωστο, ἄν ἔχῃ βλάβη, ὅλο τό σῶμα σου εἶναι βυθισμένο στό σκοτάδι. Τό ἴδιο σχετικά συμβαίνει μέ τήν ψυχή. Ὁ λύχνος τῆς ψυχῆς εἶναι ὁ νοῦς. Ἐάν ὁ νοῦς, ἡ καρδιά σου εἶναι ὑγιής, ἐάν, δηλαδή, δέν ἔχει τυφλωθῇ ἀπό τά πάθη, ἐάν δέν ἔχει κυριευθῇ ἀπό τή φιλαργυρία, ἀπό τήν  πλεονεξία «ἥτις ἐστίν εἰδωλολατρία» (Κολοσ. γ΄5), ἐάν δέν ἔχει αἰχμαλωτισθῇ ἀπό τό ἀχόρταγο πάθος τοῦ ἐγωϊστικοῦ θησαυρισμοῦ στή γῆ, ἐάν ὁ νοῦς σου δέν ἔχει τυφλωθῇ ἀπό τήν προσκόλλησι στά γήϊνα, τά ἀνάξια λόγου πράγματα, τότε θἆναι ὁλόκληρη ἡ ψυχή σου φῶς.

άν ὅμως ὁ νοῦς σου εἶναι πονηρός, ἐάν ὅμως ἡ καρδιά σου εἶναι προσκεκολλημένη στόν πλουτισμό, στήν Ὕλη, στόν Ἐγωϊσμό, στά βρωμερά πάθη, τότε ὁλόκληρη ἡ ψυχή σου θἆναι βυθισμένη στό σκοτάδι.
Ἐάν, λοιπόν, ὁ ὀφθαλμός, πού σοῦ δόθηκε ἀπό τό Θεό,γιά νά μεταδίδῃ φῶς, εἶναι βλαμμένος, πονηρός, ἄρρωστος, ἐάν γίνῃ σκοτάδι, πόσο θἆναι τότε τό σκοτάδι, στό ὁποῖον θά βυθισθῇς; Κάτι ἀνάλογο συμβαίνει καί μέ τήν ψυχή. Ἐάν ὁ νοῦς σου σκοτισθῇ ἀπό τά πάθη, ἀπό τήν προσκόλλησι στόν πλοῦτο πάνω στή γῆ, ἐάν ὁ νοῦς σου καθηλωθῇ στήν Ὕλη, ἐάν ἐμπαγῇ εἰς ἰλύν βυθοῦ, τότε πόσο θἆναι τό σκοτάδι στό ὁποῖο θά βυθισθῇ ἡ ψυχή σου;

Κύριος εἶναι τό ἀληθινόν φῶς, πού φωτίζει κάθε ἄνθρωπο, πού ἔρχεται στόν κόσμο (Ἰωάν. α΄ 9). Ἔρχεται, ὁ Ἥλιος τῆς Δικαιοσύνης ἀθόρυβα καί, μέ τρυφερότητα καί ἄπειρη ἀγάπη, ἐπισκέπτεται ὅλους ἐμᾶς, πού βρισκόμαστε κατάκοιτοι στή χώρα καί τή σκιά τοῦ θανάτου, δέσμιοι τῆς γῆς, καί φωτίζει τά σκοτάδια μας (Ματθ. δ΄ 16).Ἔρχεται καί μᾶς ἀνασύρει ἀπό τήν ἰλύν βυθοῦ, ἀπό τό βοῦρκο καί τό Βόρβορο στόν ὁποῖον ἔχουμε βυθισθῇ, μᾶς ἀνασύρει ἀπό τήν Ὕλη. Μᾶς καθαρίζει ἀπό τή λάσπη. Μᾶς ἐλευθερώνει ἀπό τή δουλεία τῆς ἁμαρτίας, τῆς  φθορᾶς καί τοῦ θανάτου. Μᾶς θεραπεύει ἀπό τήν ἀγχώδη βιοτική μέριμνα, γιά τήν ἀπόκτησι περισσότερων ὑλικῶν ἀγαθῶν σ’ αὐτήν ἐδῶ τήν παροικία. Μᾶς ἀποτρέπει ἀπό τόν ἀνόητο καί μάταιο θησαυρισμό στή γῆ, ἀπό τήν πλεονεξία. Μᾶς τονίζει τήν ἀλήθεια ὅτι ὅπου εἶναι ὁ θησαυρός μας, ἐκεῖ εἶναι καί ἡ καρδιά μας (Ματθ. στ΄ 21) Μᾶς πλησιάζει μέ ἀγάπη, καί μιλάει στήν καρδιά μας. «Χθές καί σήμερον ὁ αὐτός καί εἰς τούς αἰῶνας» (Ἑβρ. ιγ΄ 8),  ἔρχεται κοντά μας  καί ἁπαλύνει τόν πόνο μας, σπογγίζει τά δάκρυά μας, θεραπεύει τά πάθη μας, «ὁ πανακής ἰατρός» καί μᾶς ὁδηγεῖ ἀπό τό σκοτάδι στό φῶς, ἀπό τό Θάνατο στή  ζωή, «ἀπό τή δουλεία τῆς φθορᾶς, εἰς τήν ἐλευθερίαν τῆς δόξης τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ» (Ρωμ. η΄ 21).



Φωτίζει τό νοῦ καί τήν καρδιά μας καί μᾶς ὁδηγεῖ «εἰς τόπον ἀναψυχῆς».

Αὐτός εἶναι ὁ Ἐλευθερωτής τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων ἡμῶν. Αὐτός εἶναι ἡ Ὁδός καί ἡ Ἀλήθεια καί ἡ Ζωή (Ἰωάν. ιδ΄ 6). Αὐτός καί μόνον Αὐτός εἶναι ἡ Χαρά ὅλων μας, ἡ Ἀνάστασις καί ἡ ζωή, τό φῶς καί ἡ εἰρήνη τοῦ κόσμου. Αὐτός, μέ τήν ἁπλότητα  τοῦ θείου λόγου Του μᾶς φωτίζει, θεραπεύει, ἀναπαύει, ἐνισχύει, παρηγορεῖ καί μᾶς ὑποδεικνύει τήν Ὁδόν τῆς ἀληθινῆς ζωῆς. Μᾶς ἀποτρέπει ἀπό τήν ὑποδούλωσι στήν Ὕλη καί γενικά ἀπό τή ματαιότητα τοῦ κόσμου τούτου. Μᾶς μιλάει, γιά τόν ὑγιῆ καί τόν πονηρό ὀφθαλμό καί τονίζει σέ πόσο βαθύ σκοτάδι μᾶς ὁδηγεῖ ἡ ὑποδούλωσις αὐτή, πού εἶναι φθορά, καταστροφή, λύμη τῆς ψυχῆς.

Πολλές φορές οἱ ἄνθρωποι τυφλώνονται ἀπό τό πάθος τῆς φιλοπλουτίας καί δέν βλέπουν μέσ’ ἀπό τό βαθύ σκοτάδι του πάθους τους πόσο μεγάλη ἀφροσύνη καί ματαιοπονία εἶναι ὁ πλουτισμός στή γῆ, γιά τόν ἑαυτό μας. Τό πνεῦμα τό Ἅγιον ἀποκαλύπτει τή μεγάλη αὐτή ἀλήθεια καί λέγει: «Σπεύδει πλουτεῖν ἀνήρ βάσκανος καί οὐκ οἶδεν ὅτι ἐλεήμων κρατήσει αὐτοῦ» Βιάζεται, λέγει, νά πλουτίσῃ ὁ ἄπληστος καί φθονερός ἄνθρωπος καί δέν γνωρίζει ὅτι ἄνθρωπος ἐλεήμων θά λάβῃ ὑπό τήν ἐξουσίαν του αὐτόν καί τά πλούτη του (Παροιμ. 28, 22).

Ὁ ἄνθρωπος, πού ἔχει πονηρό μάτι, ἀρρωστημένο μυαλό,  βυθίζεται σέ βαθύ, πυκνό ἠθικό καί πνευματικό σκοτάδι. Παύει ὁ νοῦς του νά εἶναι «ἡγεμών», γίνεται δοῦλος. Ἡγεμονεύεται ἀπό τό πάθος τῆς φιλοπλουτίας. Βιάζεται καί ποδοπατεῖ κάθε Κανόνα προκειμένου νά πλουτίσῃ. Ἡ ζωή του καταβασανίζεται ἀπό ἕνα τραγικό, παθολογικό, καταστροφικό ἄγχος, γιά τήν ἀπόκτησι περισσοτέρων ὑλικῶν ἀγαθῶν.

Ὁ ἱερός Χρυσόστομος λέγει ὅτι «ὅπως ἀκριβῶς μέ τήν τύφλωσι τῶν ματιῶν χάνεται τό μεγαλύτερο ποσοστό τῆς ἐνεργητικότητος τῶν ἄλλων μελῶν τοῦ σώματος, ὅταν σβήσῃ δι’ αὐτά τό φῶς, ἔτσι καί ὅταν καταστραφῇ ὁ νοῦς σου, ἡ ζωή σου θά γεμίσῃ ἀπό μύρια δεινά. Ὅπως λοιπόν  φροντίζουμε νά ἔχουμε ὑγιεῖς τούς ὀφθαλμούς τοῦ σώματος, τό ἴδιο ὀφείλουμε νά προσέχουμε καί νά διαφυλάσσουμε  ὑγιῆ τόν ὀφθαλμόν τῆς ψυχῆς, τόν νοῦν. Ἄν δέν προσέξουμε καί τραυματίσουμε αὐτό πού ὀφείλει καί εἰς τά ἄλλα νά παρέχῃ τό φῶς, πῶς θά μπορέσουμε νά δοῦμε; Ὅπως αὐτός πού φράζει τήν πηγή, ξηραίνει τόν ποταμόν, ἔτσι καί ὅποιος ἀφανίζει τόν νοῦν του, θολώνει ὅλην τήν δραστηριότητά του εἰς τήν ζωήν αὐτήν» ( Χρυσοστόμου, Ὁμιλ. Κ΄ 3 εἰς Ματθ. 6,16-23, ΕΠΕ 9, σελ. 713). Μόνον οἱ ἄφρονες δέν προσέχουν νά διαφυλάσσουν ὑγιῆ τόν ὀφθαλμόν τῆς ψυχῆς κυριευμένοι ἀπό τό πάθος τῆς πλεονεξίας.
Λησμονοῦν, οἱ ἄφρονες, ὅτι μόνον ὁ ἐλεήμων, μέ τή βασίλισσα τῶν ἀρετῶν, τήν Ἐλεημοσύνην, θησαυρίζει θησαυρούς ἐν οὐρανῷ, «πλουτεῖ εἰς Θεόν».



Ὁ πονηρός ὀφθαλμός, καί ὁ  ἁπλοῦς, ὁ ὑγιής ὀφθαλμός.



Εἶναι πράγματι πονηρός, ἄρρωστος ὁ ὀφθαλμός τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου, ὅταν βλέπῃ μέ πονηρία, μέ κακότητα τόν συνάνθρωπό του. Εἶναι βλαμμένος ὁ νοῦς, πού σκέπτεται μέ κακία καί φθόνο καί βλέπει τόν συνάνθρωπόν του σάν ἀντικείμενο πρός ἐκμετάλλευσι.
«Ὀφθαλμός πονηρός» σημαίνει μάτι φθονερό, κακό καί αἰσχρό. Σημαίνει καρδιά πωρωμένη ἀπό τήν ἀπληστία, τό φθόνο, τόν Ἐγωϊσμό, τά βρωμερά πάθη. Ὅλες οἱ ἐνέργειες καί πράξεις του εἶναι σκοτεινές καί βρωμερές. Τό ἀντιθετο συμβαίνει μέ «τόν ἁπλοῦν, τόν ὑγιῆ νοῦν, τόν ὑγιῆ ὀφθαλμόν». Βλέπει τά πάντα καθαρά, μέ γνήσια ἀγάπη, μέ ἐπιείκεια, μέ στοργή,   μέ τρυφερότητα, μέ καλωσύνη.

«Ὑγιής ὀφθαλμός» σημαίνει «νοῦς θυρωρός», «νοῦς ἡγεμῶν». Βλέπει τόν συνάνθρωπό του σάν «εἰκόνισμα τοῦ Θεοῦ».

Χριστός ἐλέγχει τόν πονηρό ὀφθαλμό, τόν φθονερόν ἐκεῖνον ἐργάτη: «Ἐταῖρε, οὐκ ἀδικῶ σε· οὐχί δηναρίου συνεφώνησάς μοι; ἄρον τό σόν καί ὕπαγε· θέλω δέ τούτῳ τῷ ἐσχάτῳ δοῦναι ὡς καί σοί·  ἤ ὁ ὀφθαλμός σου πονηρός ἐστιν ὅτι ἐγώ ἀγαθός εἰμι;» (Ματθ. κ΄ 13-15).

Ὁ Χριστός, ὅπως ἔχουμε πῆ, εἶναι τό Φῶς, ἡ ζωή μας καί ἡ εἰρήνη μας. Μᾶς χαρίζει τό ἀληθινόν φῶς, τό φῶς τό τῆς γνώσεως καί τῆς θείας ἀγάπης. Καί πραγματικά  μέ τόν ἐρχομό Του, καθημερινά, «τυφλοί ἀναβλέπουσι καί χωλοί περιπατοῦσι, λεπροί καθαρίζονται καί κωφοί ἀκούουσι, νεκροί ἐγείρονται καί πτωχοί εὐαγγελίζονται.

Καί πραγματικά εἶναι μακάριος πανευτυχής ὁ ἄνθρωπος πού δέν σκανδαλίζεται ἀπό τήν ἄκραν ταπείνωσι καί τήν ἀνέκφραστη συγκατάβασι τοῦ Χριστοῦ, γιά τή σωτηρία μας (πρβλ. Ματθ. ια΄ 5-6).
Ἐπαναλαμβάνω ὅτι τό φῶς τοῦ Χριστοῦ διαλύει τά σκοτάδια μας. Θεραπεύει τούς ὀφθαλμούς τῆς ψυχῆς μας, Χαρίζει τήν ἴασι σέ ὅσους χωλαίνουν στήν συμπεριφορά. Καθαρίζει  κάθε εἴδους  λέπρα τῆς ψυχῆς μας. Οἱ κωφοί ἀκοῦνε τό λόγο τοῦ Θεοῦ, οἱ νεκροί ἀνασταίνονται ψυχικά καί σωματικά καί οἱ φτωχοί ἀκοῦνε τό χαρούμενο ἄγγελμα, πού τούς λυτρώνει ἀπό κάθε μορφή δυστυχίας. Ἀκοῦνε τό ἄγγελμα τοῦ Ἐρχομοῦ τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, πού μέ τήν ἀποδοχή του μετουσιώνει αὐτήν ἐδῶ τήν κόλασι σέ παράδεισο.

Ἡ μετουσίωσις αὐτή πραγματοποιεῖται, δηλαδή, κόλασις γίνεται παράδεισος, τότε καί μόνο τότε, ὅταν δεχθοῦμε τό φῶς τοῦ Χριστοῦ, ὅταν διαφυλάσσουμε ὑγιεῖς τούς ὀφθαλμούς τῆς ψυχῆς μας. Κι’ αὐτό  ἀκριβῶς  μᾶς τονίζει ὁ Κύριος, ὅταν λέγῃ: «Σκόπει οὖν μή τό φῶς τό ἐν σοί σκότος ἐστίν» (Λουκ. ια΄ 35).
Τό Πνεῦμα τό Ἅγιον μᾶς συμβουλεύει: «Οἱ ὀφθαλμοί σου ὀρθά  βλεπέτωσαν, τα δέ βλέφαρά σου νευέτω δίκαια» Δηλαδή: «Τά μάτια σου ἄς βλέπουν ἀπονήρευτα καί ἴσια, ὄχι πλάγια καί δόλια. Καί τά βλέφαρά σου ἄς κάνουν καλά νοήματα καί νεύματα (Παροιμ. δ΄ 25). Χρειαζόμαστε καθαρό βλέμμα, εἰλικρίνεια καί γνησιότητα, γιά νά ἐπιβιώσουμε σάν κοινωνία προσώπων καί γιά νά μένῃ ἀνάμεσά μας ὁ Χριστός. Ὁ πονηρός ὀφθαλμός, ἡ ἀνειλικρίνεια, εἶναι τό μαγικό ραβδί, πού μεταμορφώνει τήν κοινωνία τῶν ἀνθρώπων σέ ἀγέλη ἀλόγων ζώων, σέ χοιροστάσι.
Οἱ ὀφθαλμοί μας εἶναι «θυρίδες» διά τῶν ὁποίων εἰσέρχεται εἰς τήν ψυχή καί τή ζωή μας ὁ Θάνατος. Ὁ Ἱερεμίας (θ΄ 20) λέγει ὅτι «ἀνέβη ὁ θάνατος διά τῶν θυρίδων», γι’ αὐτό καί ὁ νοῦς μας πρέπει νἆναι καλός θυρωρός, ὥστε νά προσέχει καί νά μή ἐπιτρέπει νά εἰσέρχεται στήν ψυχή καμμιά  πονηριά, κανένα ἀνόμημα.
Ὁ Κύριος ὡς φιλάνθρωπος, «θέλει πάντας ἀνθρώπους σωθῆναι καί εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν» (Α΄ Τιμόθ. β΄ 4). Γι’ αὐτόν ἀκριβῶς τό λόγο μᾶς προτρέπει νά διαφυλάσσουμε καθαρό τόν ὀφθαλμό τῆς ψυχῆς, τόν νοῦν μας καί μᾶς ἀποτρέπει ἀπό  τόν ἀνόητο καί μάταιο θησαυρισμό μας στή γῆ καί στρέφει δέ τήν προσοχή μας στό θησαυρισμό ἐν οὐρανῷ, ἀναφέρει  τήν καρδιά μας στόν οὐρανό, δεδομένου ὄντος ὅτι «ὅπου ἐστίν ὁ θησαυρός ἡμῶν, ἐκεῖ ἔσται καί ἡ καρδία ἡμῶν» (Ματθ. στ΄ 21) καί ὡς Εὔσπλαγνος, μᾶς συμβουλεύει:  Ἀγόρασε ἀπό μένα τόν πραγματικό πλοῦτο, τό καθαρό χρυσάφι καί λέγει:

«Συμβουλεύω σοι ἀγόρασον παρ’ ἐμοῦ χρυσίον πεπυρωμένον ἐκ πυρός  ἵνα πλουτίσῃς, καί ἱμάτια λευκά ἵνα περιβάλῃ καί μή φανερωθῇ ἡ αἰσχύνη τῆς γυμνότητός σου, καί κολλύριον ἵνα ἐγχρίσῃ τούς ὀφθαλμούς σου ἵνα βλέπῃς.

Ἐγώ ὅσους ἐάν φιλῶ, ἐλέγχω καί παιδεύω· ζήλευε οὖν (δείκνυε θεῖον ζῆλον) καί μετανόησον» (Ἀποκ. γ΄ 18-19).

Ὁ Χριστός μᾶς συμβουλεύει νά ἐπιστρέψουμε κοντά Του, εἰλικρινά μετανοιωμένοι, νά ἀγοράσουμε ἀπό Αὐτόν τόν πραγματικό πλοῦτο, τό καθαρό χρυσάφι. Νά γράψουμε, μέ πράξεις, βαθειά μέσα στήν καρδιά μας τά λόγια Του, τήν πραγματική καί γνήσια, σάν τό καθαρό χρυσάφι,  ἀρετή Του. Νά ἐνδυθοῦμε, σάν ἄλλα λευκά ἱμάτια, τήν ἁγιότητα, τήν καθαρότητα καί τήν ἁγνότητα τοῦ βίου Του, ὥστε νά μή γίνη φανερά σέ ὅλους ἡ ἐντροπή τῆς πνευματικῆς  μας γυμνότητος καί νά ἀγοράσουμε ἀκόμη καί φωτισμόν ἀληθείας, καί νά χρίσουμε μέ αὐτό, σάν μέ ἄλλο εἰδικό κολλύριον, τά μάτια τῆς ψυχῆς μας, γιά νά θεραπεύσουμε μέ αὐτό τήν ψυχική μας τύφλωσι, ὥστε νά βλέπουμε καθαρά τήν πραγματική μας κατάστασι (Ἀποκ. γ΄ 18-19)  καί νά μή ζοῦμε μέ τήν ψευδαίσθησι ὅτι εἴμαστε πλούσιοι καί ὅτι δέν μᾶς χρειάζεται τίποτε καί ὅτι δέν ἔχουμε ἀνάγκην ἀπό κανέναν, ἀλλά, μέ ταπείνωσι, νά συνειδητοποιήσουμε ὅ,τι καθαρά μᾶς ἀποκαλύπτει ὁ Κύριος (Ἀποκ. γ΄ 17) ,ὅτι δηλαδή  «εἴμαστε ταλαίπωροι, καί ἐλεεινοί καί πτωχοί καί τυφλοί καί γυμνοί» ὥστε, μέ βαθειά συναίσθησι τῆς ἁμαρτωλότητός μας, νά ἐπιστρέψουμε κοντά στόν Κύριο καί νά ἀκολουθήσουμε πιστά τήν συμβουλή Του. Εἶναι ὁ μόνος πού μᾶς ἀγαπᾶ καί νοιάζεται γιά μᾶς, γι’αὐτό μᾶς συμβουλεύει καί κρούει τήν θύραν, γιά νά ἀκούσουμε τή γλυκύτερη κι’ ἀπό τό μέλι φωνή Του, νά μετανοήσουμε εἰλικρινά καί ἔμπρακτα, νά Τοῦ ἀνοίξουμε τήν καρδιά μας  νά εἰσέλθῃ καί νά βασιλεύσῃ ἐντός μας, νά γίνῃ ἡ ψυχή καί ἡ ζωή μας Παράδεισος. Μελέτησε, παρακαλῶ, τήν ἀνάλυσι τῶν παραπάνω στίχων τῆς Ἀποκαλύψεως  στό βιβλίο μου: Στεφάνου Ἰωάν. Πουλῆ, Ἑρμηνεία τῆς Ἀποκαλύψεως, τόμος Β΄ σελ. 390-415).

Κύριε, ὁ Θεός μου, ἄκουσε τήν κραυγή μου,

καθάρισε τόν ρύπον τῆς ψυχῆς μου.

Δός μου τόν φωτισμόν τῆς ἀληθείας Σου

καί τό δικό σου κολλύριον νά χρίσω μέ αὐτό

τούς ὀφθαλμούς τῆς  ταλαίπωρης ψυχῆς μου

καί νά θεραπεύσω τήν ψυχική μου τύφλωσι.

Στρέψε τό βλέμμα μου καί τά μάτια τῆς ψυχῆς

ὅλων μας μακριά καί πρός τά ἄνω, ὥστε νά μή

βλέπουμε τά μάταια πράγματα τοῦ κόσμου.

Δός σέ ὅλους μας τή Χάρι Σου

νά ζοῦμε σύμφωνα μέ τίς πανάγιες Ἐντολές

τῆς δικῆς Σου  ἐσταυρωμένης Ἀγάπης.

Κράτησέ μας ὅλους στή ζωή «ἐν τῇ ὁδῷ Σου».

Λάμπρυνε τήν ψυχή μας, μέ τό δικό σου Φῶς.

Διατήρησε ἁπλούς, καθαρούς, εἰλικρινεῖς,

ἁγνούς τούς ὀφθαλμούς τῆς ψυχῆς μας.

Κύριε, φώτιζε τά σκοτάδια μας!...

Φώτιζε τά σκοτάδια, νά Σέ ὑμνοῦμε αἰώνια.















Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου