Εὐφραίνουν τήν ταλαίπωρη ψυχή
μας.
Κύριε, εἶναι ἁγνά, γλυκά,
παρήγορα,
γλυκύτερ’ ἀπ’ τό μέλι τά
«λόγιά» Σου.Πιστές οἱ Ἐπαγγελίες Σου,
Βάλσαμο στήν καρδιά μας.
Μέρα καί νύχτα μελετῶ, μέ προσευχή
τῆς Χαρᾶς τό Εὐαγγέλιον.
Πράγματι εἶναι καθαρή τῆς ψυχῆς
Τροφή,
ἴαμα, θεραπεία, ἀλλά καί ἀπόλαυσις
καί τρυφή.Μᾶς ἀναγγέλλει πληροφορίες τ’ οὐρανοῦ,
πού εὐφραίνουν τήν ταλαίπωρη ψυχή μας.
Αἰσθάνομαι μεγάλη χαρά καί ἀγαλλίασι,
πού ἐπιτρέπεις, σέ μέ τόν ἀνάξιο δοῦλο Σου
νά συνομιλῶ μαζί Σου, Πανάγαθε Κύριε.
Ὁμολογῶ, πώς οἱ ὧρες, πού
συνομιλῶ μαζί
Σου, εἶναι στιγμές ζωῆς
καί μόνον τότεβρίσκει ἡ ψυχή μου γαλήνη, βρίσκει ἀναπαμό.
Καί βροντοφωνάζω σέ ὅλους, πιστούς καί μή,
ὅτι μόνον Σύ, Κύριε, εἶσαι ἡ ζωή μας καί ἡ
εἰρήνη μας, τό Φῶς καί ἡ χαρά τοῦ Σύμπαντος.
Καί ὅταν σαστίζω καί πικραίνομαι, μέ ὅλα, ὅσα
γίνονται σ’ αὐτήν ἐδῶ τήν ἄθλια «παροικία»,
ποιός διαλύει τά σκοτάδια;
Ποιός διώχνει τήν πικρία;
Μόνον Σύ, Ἀνεξίκακε, διαλύεις τήν «ἀχλύ»,
μέ τή ζωντανή, ὁλόφωτη Παρουσία Σου.
Καί μέ τή βροντερή, μά καί πολύ γλυκειά φωνή Σου,
-Φωνή «ὡς βροντή ὑδάτων πολλῶν»(1)-
μοῦ ἀναγγέλλεις τήν παντοδύναμον προστασία
τῆς Παρουσίας Σου, μοῦ δίνεις θάρρος καί δύναμι.
Ἡ ψυχή μου πλημμυρίζει ἀπό χαρά καί ἀγαλλίασι,
ὅταν μοῦ λές:« Παιδί μου, μή φοβᾶσαι τίποτε καί κανέναν. Ἐγώ εἰμι Κύριος ὁ Θεός σου. Οὐκ ἔσονταί σοι θεοί ἕτεροι πλήν ἐμοῦ (2).Ἐγώ εἰμι Κύριος ὁ Θεός σου, Θεός ζηλωτής (3). Καί σέ πληροφορῶ ὅτι, Κύριος ὁ Θεός σου πῦρ καταναλῖσκον ἐστι καί Θεός ζηλωτής (4).
Εἶμαι φωτιά πού κατακαίει τούς ἀμετανοήτους ἀσεβεῖς,
καί φῶς, πού φωτίζει καί θερμαίνει τούς εὐσεβεῖς.
Ποιός, λοιπόν, Παιδί μου, θά τολμήσῃ νά στραφῇ ἐναντίον σου, ὅταν ἐγώ εἶμαι μαζί σου; (5) Σίγουρα, κανείς». «Καί νά! Ἐγώ εἶμαι μαζί σου, σέ συντροφεύω καί σέ προφυλάσσω στό δρόμο, ὅπου κι’ ἄν πᾶς. Δέν θά σέ ἐγκαταλείψω ποτέ» (6). Ὄχι. «Δέν θά σέ ἀφήσω οὔτε θά σέ ἐγκαταλείψω ποτέ» (7).
Λοιπόν, Παιδί μου,
«Ἀνδρίζου καί ἴσχυε, μή φοβοῦ μηδέ δηλιάσῃς μηδέ
πτοηθῇς ἀπό προσώπου τῶν ἐχθρῶν σου, διότι ὁ Κύριος
ὁ Θεός σου ὁ προπορευόμενος μεθ’ ὑμῶν ἐν ὑμῖν, οὔτε μή σέ ἀνῇ, οὔτε μή σέ ἐγκαταλείπῃ» (8)
«Εἶναι ποτέ δυνατόν μιά μητέρα νά λησμονήσῃ τά παιδιά της, νά μή λυπηθῇ τόν καρπόν τῶν σπλάγχνων της; Ἀλλά καί νά βρεθῇ μητέρα νά λησμονήσῃ τά παιδιά της, ἐγώ δέν θά σέ λησμονήσω ποτέ, λέγει Κύριος (9).
Κύριε, στέκω σιωπηλός μπροστά στήν ἄφατη εὐσπλαγχνία Σου καί τήν ἀνερμήνευτη συγκατάβασί Σου. Ἀκούω τά παρήγορα λόγια Σου κι’ εὐφραίνετ’ ἡ ψυχή μου, μέ τή θεϊκή Σου ὑπόσχεσι: «Οὗ γάρ εἰσι δύο ἤ τρεῖς συνηγμένοι εἰς τό ἐμόν ὄνομα, ἐκεῖ εἰμι ἐν μέσῳ αὐτῶν» (10) καί τή διαβεβαίωσί Σου, μετά τήν ἔνδοξον Ἀνάστασίν Σου: «Ἰδού ἐγώ μεθ’ ἡμῶν εἰμι πάσας τάς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος» (11) ὅτι θἆσαι αἰώνια, παντοτινά μαζί μας.
μπορεῖ νά μᾶς χωρίσῃ ἀπό τήν ἀγάπη Σου, Χριστέ μου; (12) Ποιός μπορεῖ; Ἀπολύτως κανείς καί τίποτε.
«Ἐσταυρώθης δι’ ἡμᾶς καί ἑκών
ἐτάφης καί Ἀνέστης
ἐκ νεκρῶν τοῦ σῶσαι τά Σύμπαντα».Γονατίζουμε εὐλαβικά μπροστά στή Θυσία Σου.
Προσκυνοῦμε τόν Τίμιον Σταυρόν Σου καί τήν
Ἁγίαν Σου Ἀνάστασιν δοξάζομεν, πολυεύσπλαγχνε,
Καί, μέσα ἀπό τά βάθη τῆς καρδιᾶς μας, Σέ ἱκετεύομεν.
Ἀξίωσέ μας, Κύριε, νά μένουμε μαζί Σου ἑνωμένοι, καί
ἐν ἑνί στόματι καί μιᾷ καρδίᾳ νά Σέ ὑμνοῦμε αἰώνια
καί νά σέ δοξάζουμε μέ ὅλη τήν καρδιά μας, σύν τῷ Πατρί καί τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι. Ἀμήν.
_______________
(1) Ἀποκ. ιδ΄ 2 .(2) Ἐξόδ. κ ΄ 2-3. (3) Ἐξόδ. κ΄ 5. (4) Δευτερν. δ΄24. (5) Ρωμ.η΄31. (6) Γενέσ. 28,15. (7) Ἑβρ. ιγ΄5. (8) Δευτερν. 31,6. (9) Ἡσ. 49,15. (10) Ματθ.ιη΄20. (11) Ματθ.κη΄20. Ρωμ. η΄ 35-39.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου