«ΜΗ ΚΑΙ ΗΜΕΙΣ ΤΥΦΛΟΙ ΕΣΜΕΝ;»
«Εἰς κρῖμα ἐγώ εἰς τόν κόσμον
τοῦτον ἦλθον,
ἵνα οἱ μή βλέποντες βλέπωσι
και οἱ βλέποντεςτυφλοί γένωνται. Καί ἤκουσαν ἐκ τῶν Φαρισαίων
ταῦτα οἱ ὄντες μετ’ αὐτοῦ καί εἶπον αὐτῷ·
Μή καί ἡμεῖς τυφλοί ἐσμεν; Καί εἶπεν αὐτοῖς:
Εἰ τυφλοί ἦτε, οὐκ ἄν εἴχετε ἁμαρτίαν· νῦν δέ
λέγετε ὅτι βλέπομεν· ἡ οὖν ἁμαρτία ἡμῶν μένει»
(Ἰωάν. θ΄ 39-41)
Ὁ Χριστός εἶναι
τό φῶς τό ἀληθινόν, πού φωτίζει κάθε ἄνθρωπον
πού ἔρχεται στόν κόσμο (Ἰωάν. α΄
9).
Αυτός, σύν τῷ Πατρί ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι, εἶναι «ὁ δι’ οὗ τά πάντα ἐγένετο» (Ἰωάν.
α΄ 3), ὁ Δημιουργός τοῦ
Σύμπαντος «ἐκ τοῦ μή ὄντος» καί ἐξ ἀπείρου ἀγάπης καί Αὐτός εἶναι ἐκεῖνος, πού ἔπλασε
τόν ἄνθρωπον «κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσιν
αὐτοῦ. Ἄρσεν καί θῆλυ ἐποίησεν αὐτούς» (Γενέσ. α΄26-27), «Χοῦν
ἀπό τῆς γῆς, καί ἐνεφύσησεν εἰς τό πρόσωπον αὐτοῦ πνοήν ζωῆς, καί ἐγένετο ὁ ἄνθρωπος
εἰς ψυχήν ζῶσαν» (Γενέσ.
β΄ 7). Αὐτός, ὁ Κύριος ἦλθε στή γῆ, σάν ἄνθρωπος
καί μᾶς ἐπλησίασε μέ τρυφερότητα καί ἀγάπη, γιά νά φωτίσῃ, μέ τό δικό Του ἀληθινόν
φῶς, τά σκοτάδια μας. Ἦλθεν ὁ Δημιουργός καί «ἔπτυσε χαμαί καί ἐποίησε πηλόν ἐκ τοῦ πτύσματος, καί ἐπέχρυσε τόν πηλόν ἐπί τούς ὀφθαλμούς τοῦ ἐκ γενετῆς
τυφλοῦ καί εἶπεν αὐτῷ· ὕπαγε νίψαι... ἀπῆλθεν
οὖν καί ἐνίψατο καί ἦλθε βλέπων» (Ἰωάν. θ΄ 6-7).
Ἦλθε
νά ἀνοίξῃ τά μάτια μας, νά δοῦμε τήν Ἀλήθεια. Ἔρχεται καί μᾶς καλεῖ κοντά Του καί μᾶς προτρέπει νά ἀφήσουμε
τήν ψευτιά καί τήν ὑποκρισία καί νά περιπατήσωμεν ἐν τῷ φωτί. Καλεῖ ὅλους μας
κοντά Του. Ἀνοίγει τό δρόμο τῆς ἀληθινῆς ζωῆς. Ἔρχεται νά μᾶς ἀνασύρῃ ἀπό τήν ἄβυσσο
τοῦ σκότους τῶν παρανοήσεων καί τῆς παραφροσύνης. Μᾶς προσφέρει τό δικό Του
κολλύριον, (τή Χάρι του, τόν
φωτισμόν τῆς ἀληθείας), τό μόνον ἱκανόν νά θεραπεύσῃ τήν ψυχική, τήν πνευματική
μας τύφλωσι.
Καί
μᾶς προτρέπει νά ἀγοράσωμε ἀπό αὐτόν τό κολλύριον, γιά νά χρίσουμε
τά μάτια τῆς ψυχῆς μας, νά δοῦμε καθαρά τήν πραγματική μας κατάστασι καί τήν
ψυχική μας τύφλωσι καί, μέ τή θέλησί μας , νά τή θεραπεύσουμε
(παρβλ.
Ἀποκ. γ΄ 18).
«Γι’
αὐτόν ἀκριβῶς τό λόγο ἦλθα, λέγει ὁ Κύριος, εἰς τόν κόσμον, καί εἶμαι
τό Φῶς τοῦ κόσμου: « Ἐγώ εἰμι τό φῶς τοῦ
κόσμου· ὁ ἀκολουθῶν ἐμοί οὐ μή περιπατήσῃ ἐν τῇ σκοτίᾳ, ἀλλ’ ἕξει τό φῶς τῆς ζωῆς» (Ἰωάν.
η΄ 12).Καί πάλιν λέγει: «Ἐγώ φῶς εἰς τόν κόσμον ἐλήλυθα, ἵνα πᾶς ὁ
πιστεύων εἰς ἐμέ ἐν τῇ σκοτίᾳ μή μείνῃ» (Ἰωάν.
ιβ΄ 46).
Ἐκεῖνος
πού μέ ἀκολουθεῖ μέ πίστι θά λάβῃ τό ἀληθινόν
φῶς, τόν φωτισμόν της ἀληθείας καί δέν θά περιπατήσει πιά στό σκοτάδι. Θά γίνη ὅλος φῶς. «Ἐγώ ἦλθα σέ αὐτόν τόν
κόσμον γιά νά γίνῃ κρίσις καί γιά νά ξεχωρισθοῦν οἱ καλοπροαίρετοι ἀπό τούς
διεστραμμένους. Ἀποτέλεσμα τοῦ διαχωρισμοῦ θἆναι, ἵνα οἱ μή βλέποντες
βλέπωσι καί οἱ βλέποντες τυφλοί γένονται» (Ἰωάν.
θ΄ 39). Δηλαδή: Αὐτοί, πού
θεωροῦνται ὡς τυφλοί καί βυθισμένοι στό σκοτάδι τῆς ἀγνοίας καί τῆς πλάνης, αὐτοί
πραγματικά θά δοῦν, διά τῆς πίστεως εἰς ἐμέ, τό σωτήριον φῶς τῆς ἀλήθειας
καί ἐκεῖνοι πού νομίζουν ὅτι βλέπουν, ἐκεῖνοι, πού παρουσιάζουν τούς ἑαυτούς
των ὡς γνώστας τῶν Γραφῶν καί νομίζουν ἀλαζονικά
ὅτι βλέπουν θά μείνουν ἀθεράπευτα τυφλοί, θά στεριώσουν στήν πνευματική τους
τύφλωσι.
Ὅσοι
ἐκ τῶν Φαρισαίων ἄκουσαν καί ἀκούουν αὐτό τόν λόγον τοῦ Χριστοῦ ρωτοῦν: Μήπως
καί μεῖς οἱ Δάσκαλοι τοῦ Ἐθνους εἴμαστε τυφλοί;Καί ὁ Κύριος τούς εἶπε: Ἐάν πραγματικά ἤσασθε τυφλοί καί δέν εἴχατε γνῶσιν τῆς Γραφῆς, δέν θά εἴχατε ἁμαρτίαν, γιά τήν ἀπιστίαν πού δείχνετε σέ Μένα. Διότι ἡ ἁμαρτία σας θά προερχόταν ἀπό ἄγνοια καί ὄχι ἀπό πονηρή καί διεστραμμένη διάθεσι. Τώρα ὅμως ἰσχυρίζεσθε ὅτι γνωρίζετε καλά τόν Νόμον καί ὅτι βλέπετε καί δέν ἔχετε ἀνάγκην νά σᾶς διδάξη καί νά σᾶς ὁδηγήσῃ ἄλλος κανείς. Ἡ ἁμαρτία σας, λοιπόν, ὅτι δηλαδή, δέν πιστεύετε εἰς Ἐμέ, ἀφοῦ εἶναι ἁμαρτία ἐν γνώσει, μένει καί δέν συγχωρεῖται (παρβλ. Ἰωάν. θ΄ 40-41).
Αὐτή, δυστυχῶς, εἶναι ἡ κατάντια τῆς παραφροσύνης, τῆς ψυχικῆς καί πνευματικῆς τυφλώσεως, πολλῶν ἀνθρώπων, πού, μέ τή θέλησί τους, παραμένουν κατάκοιτοι στή χώρα καί τή σκιά τοῦ Θανάτου καί δέν δέχονται τό Φῶς τῆς Ζωῆς.
Χρειάζεται ἐπίπονος, συνεχής, πνευματικός ἀγῶνας, γιά νά ξεφύγουμε ἀπό τήν πνιγερή ζωή καί νά εἰσέλθουμε στῆς Ὀμορφιᾶς τή σφαῖρα.
Ἀνέτειλε στόν Κόσμον ὁ Ἥλιος τῆς Δικαιοσύνης καί οἱ περισσότεροι δέν δέχονται τό Φῶς. Ἀρνοῦνται τήν Ἀλήθεια καί προτιμοῦν νά ζοῦν μέσα στό σκοτάδι, ἀγαποῦν τήν Ψευτιά καί τήν Ὑποκρισία. Ὕψωσαν σέ Θεότητα τό ΜΗΔΕΝΙΣΜΟ καί ὄχι μόνον ἀνατρέπουν τήν Ἱεραρχία τῶν Ἀξιῶν, ἀλλά ἔχουν, σάν τρόπο ζωῆς, τήν ἀπαξίωσι τῶν Ἀξιῶν. Καί ὄχι μόνον, ἀλλά καί καυχῶνται «ἐπί τοῖς ἀτοπήμασι». Ὤ τῆς Παραφροσύνης καί τῆς Χριστοκτονίας!
Στήν
ἐποχή μας, δυστυχῶς, οἱ λέξεις καί οἱ ἔννοιες ἔχασαν τό πραγματικό τους νόημα.
Μιά «χοῦφτα» σκοταδιστές
προπαγανδίζουν τό σκοτάδι. Ἀρνοῦνται τό Φῶς καί τά ἔργα τοῦ φωτός. Καί
χρειάζεται ὅλοι μας καί κυρίως ἡ Νέα
Γενιά, νά ἔχουμε ἀνοιχτά τά μάτια τῆς ψυχῆς μας. Νά ἔχουμε προσοχή,
προσευχή καί ἐγρήγορσι, γιά νά ξεφύγουμε ἀπό τίς Παγίδες, πού μᾶς στήνουν οἱ
σκοταδιστές καί οἱ προπαγανδιστές τῆς ἀθεῒας. Νά ξεχωρίσουμε τό Φῶς ἀπ’ τό
σκοτάδι καί νά ἐγκολπωθοῦμε τό Φῶς τοῦ
Χριστοῦ.
Ὁ
ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεόλόγος λέγει ὅτι «αὕτη
δέ ἐστιν ἡ κρίσις, ὅτι τό Φῶς (τό ἀληθινόν φῶς) ἐλήλυθεν εἰς τόν κόσμον, καί ἠγάπησαν οἱ ἄνθρωποι μᾶλλον τό σκότος ἤ
τό φῶς· ἦν γάρ πονηρά αὐτῶν τά ἔργα. Πᾶς γάρ ὁ φαῦλα πράσσων μισεῖ τό φῶς καί οὐκ
ἔρχεται πρός τό φῶς, ἵνα μή ἐλεγχθῇ τά ἔργα αὐτοῦ· ὁ δέ ποιῶν τήν ἀλήθειαν ἔρχεται
πρός τό Φῶς, ἵνα φανερωθῇ αὐτοῦ τά ἔργα, ὅτι ἐν Θεῷ ἐστιν εἰργασμένα» (Ἰωάν.
γ΄ 19-21).
Εἶναι
σέ ὅλους μας γνωστά τά ὅσα συμβαίνουν καί ἐδῶ στήν πατρίδα μας, τήν πατρίδα τῶν
πατρίδων, τήν κοιτίδα τοῦ Πολιτισμοῦ, στήν καρδιά τῆς Ὀρθοδοξίας. Παρατηροῦμε
μέ πικρία, πῶς διαστρέφεται ἡ Ἀλήθεια. Εἶναι πασίδηλον ὅτι latet anguis in herba (κρύπτεται
ὄφις ὑπό τόν χόρτον). Ποιοί ἐπιδιώκουν τήν ἐπικράτησι τοῦ σκότους; Ποιοί στοχεύουν στόν ἀφανισμό τῆς Ὀρθοδοξίας καί τοῦ Ἑλληνικοῦ
Πολιτισμοῦ; Ποιοί ποδοπατοῦν «τά ὅσια
καί τά ἱερά μας»;
Ποιοί
προσπαθοῦν, μέ λυσσώδη μανία, νά ξεριζώσουν, μέσα ἀπό τήν ψυχή μας καί ἀπό
τίς ψυχές τῶν Νέων Παιδιῶν, τήν Πίστι
στό Χριστό καί τήν ἀγάπη πρός
τήν Πατρίδα; Ποιοί δυναμιτίζουν τά θεμέλια τοῦ ἱεροῦ θεσμοῦ τῆς Οἰκογενείας;Παρακαλῶ θερμά ὅλους ἐκείνους, πού μέ τή θέλησί τους ἤ χωρίς τή θέλησί τους τεκταίνονται κακά καί σχεδιάζουν δόλια καί σκοτεινά ἐναντίον τῆς Ρωμιοσύνης, νά συνέλθουν, νά μετανοήσουν καί νά ἀποσύρουν τούς καταστροφικούς νόμους τοῦ σκότους, πού ψήφισαν. Ἀνθρώπινα εἶναι τά λάθη, ἀλλά εἶναι φοβερό Κακό ἡ ἀμετανοησία.
Παρακαλῶ ἐπίσης ὅλους καί κυρίως τούς Νέους, πού εἶναι θύματα τῆς Παραφροσύνης τῶν ὀλίγων σκοταδιστῶν, νά προσέχουν καί νά κρατοῦν ἀποστάσεις ἀπό τούς σκοταδιστές, πού «ἀντί πινακίου φακῆς, ἤ ἀντί τριάκοντα ἀργυρίων, ἤ ἀκόμη καί γιά τή θεσούλα τους, προδίδουν τά ὅσια καί τά ἱερά τοῦ Γένους.
Ὁ Εὐαγγελιστής τῆς ἀγάπης λέγει: «Παιδία, ἐσχάτη ὥρα ἐστί, καί καθώς ἠκούσατε ὅτι ὁ ἀντίχριστος ἔρχεται, καί νῦν ἀντίχριστοι πολλοί γεγόνασιν.» (Α΄ Ἰωάν. β΄ 18).
Καιρός νά ἐγκολπωθοῦμε τό Χριστό καί τό φῶς τοῦ Εὐαγγελίου, νά ἀνοίξουμε τά μάτια τῆς Ψυχῆς μας καί νά δοῦμε τήν Ἀλήθεια, νά ἀκολουθήσουμε τήν Ὁδό τοῦ Φωτός.
Γι’ αὐτό χρειάζεται ἐπίπονος, πνευματικός ἀγῶνας.
Στόν πνευματικό ἀγῶνα χρειάζεται πολλές φορές ὁ
ἄνθρωπος, νά γδάρῃ τό πετσί του, νά ματώσῃ, γιά νά
νικήσῃ, μέ τή Χάρι τοῦ Θεοῦ, κάθε Πειρασμό, νά
ἐλευθερωθῇ ἀπό τό σκοτάδι τῶν Παρανοήσεων, νά
κατανικήσῃ μέσα του καί γύρω του «τήν ἐπιθυμία
τῆς ἐπιθυμία τῆς σαρκός καί τήν ἐπιθυμία τῶν
ὀφθαλμῶν καί τήν ἀλαζονεία τοῦ βίου» (Α΄Ἰωάν. β΄16).
Ἡ πραγματική ἀγάπη στό Θεό καί τόν πλησίον ἔχει
μύριες Ὀμορφιές, πού γιά νά τίς ἀπολαύσεις πρέπει νά ἔχης
καθαρούς τούς ὀφθαλμούς τῆς ψυχῆς, νἆσαι ὅλος καθαρός, ὥσπερ ὕαλος διαυγής (Ἀποκ. κα΄21).
Ὁ Κύριος μᾶς λέγει ὅτι εἶναι μεγάλη συμφορά,
νά δίνουμε τό νοῦν καί τήν καρδιά μας στά γήϊνα.
Καί γιά νά λυτρωθοῦμε, ἀνάγκη εἶναι νά καταλάβουμε
ὅτι τό λιχνάρι, πού φωτίζει τήν ψυχή, εἶναι ὁ νοῦς,
καί πρέπει νἆναι γεμᾶτος ἀπό τό ἀληθινόν φῶς,
ἀπό τό φῶς τοῦ Χριστοῦ. Ἄν δέν εἶναι, καιρός νά
ἀγοράσουμε κολλύριον ἀπό τό Χριστό καί νά
ἀκτινοβολοῦμε τό Φῶς τοῦ Χριστοῦ γύρω μας.
Ὅσοι, εἰλικρινά μετανοιωμένοι, δέχθηκαν τό Φῶς
τοῦ Χριστοῦ, τόν φωτισμόν τῆς Ἀληθείας, μέ μιά
ψυχή , μέ μιά καρδιά γεμάτη εὐγνωμοσύνη,
πανευτυχεῖς, ὑμνοῦν τόν Φωτοδότη καί Κύριον
ψάλλοντες μετά τῶν Ἀγγέλων καί τῶν Ἁγίων,
λέγοντες :
«Εἴδομεν τό φῶς τό ἀληθινόν, ἐλάβομεν πνεῦμα
ἐπουράνιον, εὕρομεν πίστιν ἀληθῆ, ἀδιαίρετον
Τριάδα προσκυνοῦντες· αὕτη γάρ ἡμᾶς ἔσωσεν».
Εἴθε νά μᾶς ἀξιώσῃ ὁ Κύριος καί μεῖς νά Τόν
δοξάζουμε ἀδιαλείπτως μετά πάντων τῶν Ἁγίων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου