Τώρα πιά δέν εἴμαστε μόνοι.
Ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, τέλειος Θεός, εὐδοκίᾳ τοῦ Πατρός καί συνεργίᾳ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἀπό ἄπειρη ἀγάπη, γιά τά πλάσματά Του, γίνεται καί τέλειος ἄνθρωπος.
Ἔρχεται κοντά μας ἀθόρυβα, ταπεινά, «ὡς αὔρα λεπτή». Ἔρχεται καί ἁπαλύνει τόν πόνο μας, σπογγίζει τά δάκρυά μας, θεραπεύει τά τραύματά μας. Μᾶς ἀνασύρει ἀπό τήν «ἰλύν βυθοῦ», εἰς τήν ὁποίαν ἔχουμε ἐμπαγῆ. Λύει τά δεσμά καί μᾶς ὁδηγεῖ «ἐπί ζωῆς πηγάς ὑδάτων» (Ἀποκ. ζ΄17).
Ἔρχεται κοντά μας καί «τυφλοί ἀναβέπουσι καί χωλοί περιπατοῦσι, λεπροί καθαρίζονται καί κωφοί ἀκούουσι, νεκροί ἐγείρονται καί πτωχοί εὐαγγελίζονται» (Ματθ. ια΄ 5).
Ἔρχεται κοντά μας ὁ Ἰησοῦς Χριστός «χθές καί σήμερον ὁ αὐτός καί εἰς τούς αἰῶνας» (Ἑβρ. ιγ΄ 8) καί «διέρχεται τήν ζωήν αὐτοῦ εὐεργετῶν, κηρύσσων τό Εὐαγγέλιον τῆς Βασιλείας, καί θεραπεύων πᾶσαν νόσον καί πᾶσαν μαλακίαν ἐν τῷ λαῷ»(Ματθ. δ΄ 23).
Ἐπισκέπτεται
τόν κόσμον καί τόν καθένα ἀπό μᾶς χωριστά. Ὁ Προφήτης Ἡσαῒας λέγει ὅτι «ὁ Παῖς», «ὁ Ἐκλεκτός» ἐπισκέπεται τήν λυχνία, πού εἶναι ἕτοιμη νά σβύσῃ, καί
ρίχνει λάδι καί τῆς δίνει ζωή. Ἐπισκέπτεται καί τό καλάμι, πού σείεται ἀπό τόν ἄνεμο
καί εἶναι ἕτοιμο νά σπάσῃ καί τό περιδένει καί τό στηρίζει. Ἐπισκέπτεται τήν ἡμιθανῆ
ἀνθρωπότητα καί τῆς δίνει ζωή. Ἐπισκέπτεται καί τόν καθένα ἀπό μᾶς καί μᾶς ἐλευθερώνει
ἀπό τή δουλεία τῆς ἁμαρτίας, μᾶς θεραπεύει τίς ψυχικές καί σωματικές μας ἀρρώστιες,
ὁ «πανακής ἰατρός» καί μᾶς ὁδηγεῖ εἰς
τόπον ἀναψυχῆς. Δέν στερεῖ κανέναν ἀπό τή λυτρωτική Παρουσία Του. Μᾶς ἐπισκέπτεται
μέ στοργή, ὅπου κι’ ἄν βρισκώμαστε, ὅποιοι κι’ ἄν εἴμαστε, ὅ,τι κι’ ἄν κάνουμε.
«Ἵσταται ἐπί τήν Θύραν καί κρούει...» (Ἀποκ. γ΄ 20) καί ζητεῖ νά ἀκούσουμε τή φωνή του καί νά Τοῦ
ἀνοίξουμε τήν καρδιά μας, νά κατοικήσῃ ἐντός μας καί νά κάμῃ τήν ψυχή καί τή ζωή
μας Παράδεισο.
Ἔρχεται
καί στήν Κολυμβήθραν τήν ἐπιλεγομένη ἑβραϊστί Βηθεσδά. Στήν Κολυμβήθρα, στήν ὁποία
κατέβαινεν ἀπό καιροῦ εἰς καιρόν ὁ ἄγγελος καί ἐτάρασσε τό ὕδωρ καί ὁ Πρῶτος ἐμβάς
μετά τήν ταραχήν τοῦ ὕδατος ὑγιής ἐγίνετο ἀπό ὅποιοδήποτε νόσημα καί ἄν
κατείχετο (Ἰωάν. ε΄ 4). Ἐκεῖ
εὑρίσκετο πλῆθος πολύ τῶν ἀσθενούντων, τυφλῶν, χωλῶν, ξηρῶν, πού περίμεναν μέ λαχτάρα τήν
ταραχήν τοῦ ὕδατος. Μεταξύ αὐτῶν ὑπῆρχε καί ἕνας ἄνθρωπος, τριάντα ὀκτώ χρόνια παράλυτος, πού
δέν εἶχε ἄνθρωπον νά τόν βοηθήσῃ. Ὅμως αὐτός, μέ βαθειά συναίσθησι τῆς ἁμαρτωλότητός
του, εἰλικρινά μετανοιωμένος, γνωρίζοντας καλά ὅτι ἐξαιτίας τῶν ἁμαρτιῶν του
παρέλυσε, περίμενε ἐκεῖ, ἀγόγγυστα, μέ πίστι
στό Θεό καί ὑπομονή, τή σωτηρία του.
«Τοῦτον
ἰδών ὁ Ἰησοῦς κατακείμενον, καί γνούς ὅτι πολύν ἤδη
χρόνον ἔχει, λέγει αὐτῷ· θέλεις
ὑγιής γενέσθαι;» (Ἰωάν. ε΄
6).
Ὁ καρδιογνώστης τόν ξεχώρησε, διότι εἶδε τήν εἰλικρινή του μετάνοια, τήν ὑπομονή του καί τήν Πίστι του. Τριάντα ὀκτώ χρόνια περιμένει καί προσεύχεται. Ἄκουσε τήν προσευχή του καί ἔρχεται κοντά του, γιά νά τόν θεραπεύσῃ, ἀλλά σεβόμενος τήν ἐλευθερίαν του καί γνωρίζοντας ὅτι ἐξ αἰτίας τῶν ἁμαρτιῶν του παρέλυσε, ζητεῖ τήν συγκατάθεσίν του, γιά νά τόν θεραπεύσῃ. Γνωρίζῃ ὁ Κύριος ὅτι γιά νά γίνῃ καλά κανείς πρέπει νά θέλῃ ὁ ἴδιος. Ἐάν θεραπεύσῃ ὁ Κύριος τήν παραλυσία του καί ὁ ἴδιος δέν εἶναι ἀποφασισμένος νά ἀπέχει ἀπό τίς ἁμαρτίες, πού τόν παρέλυσαν, σίγουρα θά ἐπανέλθῃ στήν ἀρρώστια καί πάλιν θά παραλύσῃ. Γι’ αὐτό καί ὀ Κύριος τόν ἐρωτᾶ: «θέλεις ὑγιής γενέσθαι;»
Ἀπαντῶν στό ἐρώτημα τοῦ Κυρίου ὁ παράλυτος διατραγωδεῖ τόν πόνο καί τή λαχτάρα νά γίνῃ καλά, καί λέγει: «Κύριε, ἄνθρωπον οὐκ ἔχω, ἵνα ὅταν ταραχθῇ τό ὕδωρ, βάλῃ με εἰς τήν κολυμβήθραν· ἐν ᾧ δέ ἔρχομαι ἐγώ, ἄλλος πρό ἐμοῦ καταβαίνει. Λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· ἆρον τόν κράβαττόν σου καί περιπάτει. Καί εὐθέως ἐγένετο ὑγιής ὁ ἄνθρωπος, καί ἦρε τόν κράβαττον αὐτοῦ καί περιεπάτει» (Ἰωάν. ε΄ 7-9).
Ὁ καρδιογνώστης τόν ξεχώρησε, διότι εἶδε τήν εἰλικρινή του μετάνοια, τήν ὑπομονή του καί τήν Πίστι του. Τριάντα ὀκτώ χρόνια περιμένει καί προσεύχεται. Ἄκουσε τήν προσευχή του καί ἔρχεται κοντά του, γιά νά τόν θεραπεύσῃ, ἀλλά σεβόμενος τήν ἐλευθερίαν του καί γνωρίζοντας ὅτι ἐξ αἰτίας τῶν ἁμαρτιῶν του παρέλυσε, ζητεῖ τήν συγκατάθεσίν του, γιά νά τόν θεραπεύσῃ. Γνωρίζῃ ὁ Κύριος ὅτι γιά νά γίνῃ καλά κανείς πρέπει νά θέλῃ ὁ ἴδιος. Ἐάν θεραπεύσῃ ὁ Κύριος τήν παραλυσία του καί ὁ ἴδιος δέν εἶναι ἀποφασισμένος νά ἀπέχει ἀπό τίς ἁμαρτίες, πού τόν παρέλυσαν, σίγουρα θά ἐπανέλθῃ στήν ἀρρώστια καί πάλιν θά παραλύσῃ. Γι’ αὐτό καί ὀ Κύριος τόν ἐρωτᾶ: «θέλεις ὑγιής γενέσθαι;»
Ἀπαντῶν στό ἐρώτημα τοῦ Κυρίου ὁ παράλυτος διατραγωδεῖ τόν πόνο καί τή λαχτάρα νά γίνῃ καλά, καί λέγει: «Κύριε, ἄνθρωπον οὐκ ἔχω, ἵνα ὅταν ταραχθῇ τό ὕδωρ, βάλῃ με εἰς τήν κολυμβήθραν· ἐν ᾧ δέ ἔρχομαι ἐγώ, ἄλλος πρό ἐμοῦ καταβαίνει. Λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· ἆρον τόν κράβαττόν σου καί περιπάτει. Καί εὐθέως ἐγένετο ὑγιής ὁ ἄνθρωπος, καί ἦρε τόν κράβαττον αὐτοῦ καί περιεπάτει» (Ἰωάν. ε΄ 7-9).
Ὁ
Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, τέλειος Θεός ἔγινε, γιά χάρι μας, καί τέλειος ἄνθρωπος.
Ἦλθε καί παραμένει κοντά μας, βοηθός στίς θλίψεις μας, σκέπη καί καταφυγή καί
στερέωμα. Τώρα δέν εἴμαστε πιά μόνοι. Ὁ
Χριστός, «ὁ πανακής ἰατρός» εἶναι μαζί μας. Καί «σέ ὅσους Τόν δέχονται καί πιστεύουν στό Ὄνομά Του,
δίδει ἐξουσίαν τέκνα Θεοῦ γενέσθαι» (Ἰωάν.
α΄ 12).
Σέ
ὅλους τούς πιστούς Μαθητές Του δίδει καί «τήν
ἐξουσίαν τοῦ πατεῖν ἐπάνω ὄφεων καί
σκορπίων καί ἐπί πᾶσαν τήν δύναμιν τοῦ ἐχθροῦ, καί οὐδέν αὐτούς οὐ μή ἀδικήσῃ» (Λουκ.
ι΄ 19). Ὁπλίζει τούς
πιστούς μέ τή Χάρι Του καί τή δύναμί Του. Καί τό σπουδαιότερο· μᾶς συντροφεύει
στή ζωή μας, μᾶς στηρίζει στίς δύσκολες ὧρες, καί μᾶς ὁδηγεῖ πρός τόν Πατέρα.
Ποιός μπορεῖ νά περιγράψῃ τή
Χάρι τῆς ὁλοζώντανης Παρουσίας τοῦ Χριστοῦ στή ζωή μας; Ἀπολύτως κανείς.
Ὁ Καθένας μας ὅμως μπορεῖ νά
δεχθῇ τή Χάρι. Νά νοιώσῃ τή δωρεά τῆς Παρουσίας τοῦ Κυρίου μας στή ζωή του.
Μπορεῖ νά ἀπολαμβάνῃ τήν ἀδιατάρακτον διά θέας ἀπόλαυσιν τοῦ ἀπείρου Κάλλους τοῦ
προσώπου τοῦ Κυρίου, διά τῆς Πίστεως τῆς δι’ ἀγάπης ἐνεργουμένης.
Ὅλοι μας ἔχουμε δεχθεῖ στή
ζωή τίς ἄπειρες εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ, πού ἔρχεται καθημερινά κοντά μας καί
θεραπεύει πᾶσαν νόσον καί πᾶσαν μαλακίαν ἐν τῷ λαῷ.
Ὅπως
θεράπευσε τόν παράλυτον τῆς Βηθεσδά, ἔτσι θεραπεύει τόν καθένα μας , ἐκεῖ, ὅπου
κι’ ἄν εὑρισκώμεθα, καί γίνεται ἄφαντος,
δέν περιμένει τίς εὐχαριστίες μας. Ὁ Παράλυτος δέν γνώριζε τό Θεραπευτή του.
Δέν παρέλειψε ὅμως νά πάῃ στό ναό νά εὐχαριστήσῃ τό Θεό, γιά τή θεραπεία του.
Καί ἐκεῖ συνήντησε τόν Ἰησοῦ καί δέχθηκε
τά Χάρι Του. Τότε ὁ Ἰησοῦς τοῦ εἶπε: «ἴδε
ὑγιής γέγονας· μηκέτι ἁμάρτανε, ἵνα μή χεῖρόν σοί τι γένηται». Δέχθηκε τή
λυτρωτική σύστασι τοῦ Κυρίου καί διεκήρυξε ἀμέσως στούς Ἰουδαίους, ὅτι ὁ Ἱησοῦς
εἶναι ὁ Θεραπευτής Του.
Καλόν
εἶναι νά βρεθοῦμε κι’ ἐμεῖς εἰς τό Ἱερόν
καί νά Τόν
εὐχαριστοῦμε γιά τίς ἄπειρες, φανερές καί ἀφανεῖς εὐεργεσίες Του καί νά Τόν
παρακαλοῦμε νά μᾶς ἀξιώνῃ νά Τόν
λατρεύουμε, νά Τό δοξολογοῦμε καί, ἀσιγήτως, νά Τόν ὑμνοῦμε εἰς πάντας τούς
αἰῶνας. Διότι, Σ’ Αὐτόν πού μᾶς ἀγαπᾷ
και μόνον Σέ Αὐτόν, ἀνήκει ἡ τιμή, τό κράτος καί ἡ αἰώνια
δοξολογία. Σ’ Αὐτόν πού μᾶς λούζει
καί μᾶς καθαρίζει μέ τό πανάγιον αἷμα
Του ἀπό τίς ἁμαρτίες μας, Σ’ Αὐτόν,
πού μᾶς κάνει βασιλιᾶδες καί ἱερεῖς τῷ
Θεῷ καί Πατρί Αὐτοῦ, Σ’Αὐτόν καί μόνον Σ’ Αὐτόν ἀνήκει ἡ δόξα καί τό κράτος εἰς
τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν» (Ἀποκ. α΄ 5β-6).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου