Τρίτη 28 Μαΐου 2019

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΤΥΦΛΟΥ(Ἰωάν. θ΄1-38).





Μπροστά στό σωματικά καί ψυχικά ἀδύνατο.

Σ’  αὐτήν ἐδῶ τήν ἄθλια παροικία, «ἐν γῇ ἐρήμῳ καί ἀβάτῳ καί ἀνύδρῳ», πετρῶσαν’ οἱ καρδιές.
«Διά τό πληθυνθῆναι τήν ἀνομίαν, ἐψύγη ἡ ἀγάπη τῶν πολλῶν»(Ματθ. κδ΄ 12). Δέν πᾶν’ οἱ ἄνθρωποι μπροστά, οἱ πιο πολλοί γυρίζουν πίσω, στίς τρῶγλες καί τά σπήλαια. Γυρίζουν πίσω στό Κακό, στήν ἁμαρτία, σέ κάθε εἴδους διαστροφή.
Γι’ αὐτό,  καί στή σατανοκρατούμενη ἐποχή μας, ὄντως
εἶναι πικρό καί τό νερό, πού πίνουμε καί τό ψωμί,  πού τρῶμε, «ἄρτος Ὀδύνης».
Γι’ αὐτόν ἀκριβῶς τό λόγο, ὅπως λέει ὁ ποιητής,
«Ζοῦμε σέ μιά ἐποχή, πού τό βλάψῃς ἄλλον,  εἶναι
πρᾶξι ἐπαινετή, καί ὅταν κάνης τό καλό, οἰ πιο πολλοί σέ παίρνουν γιά τρελό» (Σαίξπηρ,  Μάκβεθ).
Ξεφεύγουμε ὁλαταχῶς ἀπό τό δρόμο τοῦ Θεοῦ, καί,
δυστυχῶς, ὁδεύουμε, χωρίς ντροπή, σέ κάθε εἴδους ἐκτροπή, πρός τήν ἄβυσσον τῆς αἰώνιας Ὀδύνης.





Ἐάν ὁ Κύριος δέν ἦταν μαζί μας, θά εἴχαμε, σίγουρα, καταποντισθῆ. Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι ὁ Κύριος εἶναι μαζί μας. Ἐξ αἰτίας τῶν ἁμαρτιῶν μας, ζωντανούς θά μᾶς κατέπιναν οἱ ἐχθροί μας. Τό μῖσος τῶν πραγματικῶν ἐχθρῶν μας, τῶν δαιμόνων καί τῶν δαιμονανθρώπων, ὅπως ἀκριβῶς «τό ὕδωρ ἄν κατεπόντισεν ἡμᾶς, χείμαρρον
διῆλθε καί διέρχεται ἡ ψυχή ἡμῶν» (Ψαλμ.123,4).
Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, «χθές καί σήμερον ὁ αὐτός καί εἰς τους αἰῶνας» (Ἑβρ.ιγ΄8) ἔρχεται κοντά μας καί μᾶς ὁδηγεῖ στό δρόμο τῆς ζωῆς. Γίνεται τύπος καί ὑπογραμμός, ὑπόδειγμα καί διδάσκει ἐμπράκτως, πῶς πρέπει νά ἀγαπᾶμε ὁ ἕνας τόν ἄλλον. Κυρίως δέ μᾶς διδάσκει πῶς πρέπει νά συμπεριφερώμαστε στόν σωματικά καί ψυχικά ἀδύνατο συνάνθρωπό μας.
Ὅπως Ἐκεῖνος περιπατεῖ ἐν ἀγάπῃ καί παραδίδει τόν ἑαυτόν Του προσφοράν καί θυσίαν στό Θεό εἰς ὀσμήν εὐωδίας, ἔτσι κι’ ἐμεῖς ὀφείλομεν, μιμητές τοῦ Θεοῦ, νά περιπατοῦμε ἐν ἀγάπῃ καί νά προσφέρουμε τόν ἑαυτό μας προσφοράν καί θυσίαν στό Θεό εἰς ὀσμήν εὐωδίας.
Δυστυχῶς ἐμεῖς, μπροστά στόν σωματικά καί ψυχικά ἀδύνατο συνάνθρωπό μας, στόν ἄρρωστο, στό πτωχό, συμπεριφερώμαστε σκληρά καί ἀπάνθρωπα. Κρίνουμε καί ἀνακρίνουμε καί καταδικάζουμε τόν ἀδύνατο, μέ λογισμούς πονηρούς. Καί λέμε: ὅπως ἔστρωσε , ἔτσι καί νά κοιμηθῇ. Ἄς πρόσεχε.  Ἤθελες τα κ’ ἔπαθες τα. Πληρώνει τίς ἁμαρτίες του. Ἐδῶ πληρώνονται ὅλα. Καί πολλά ἄλλα. Καμμιά συμπόνια. Καμμιά βοήθεια. Χωρίς ἀγάπη.Ἔρχεται ὀ Χριστός, ἡ ἄπειρη ἀγάπη καί ἀλλάζει αὐτό τόν τρόπο ζωῆς. Τρανό παράδειγμα ἡ θεραπεία τοῦ ἐκ γενετῆς τυφλοῦ(Ἰωάν. θ΄ 1-38):


«Καί παράγων ὁ Ἰησοῦς εἶδεν ἄνθρωπον τυφλόν ἐκ γενετῆς. Καί ἠρώτησαν αὐτόν οἱ μαθηταί αὐτοῦ λέγοντες· ραββί, τίς ἥμαρτεν, οὗτος ἤ οἱ γονεῖς αὐτοῦ, ἵνα τυφλός γεννηθῇ;
Ἀπεκρίθη ὁ Ἰησοῦς·  οὔτε οὗτος ἥμαρτεν οὔτε οἱ γονεῖς αὐτοῦ. Ἀλλ’ ἵνα φανερωθῇ τά ἔργα τοῦ Θεοῦ ἐν αὐτῷ, (Ἐμέ δεῖ ἐργάζεσθαι τά ἔργα τοῦ πέμψαντός με ἕως ἡμέρα ἐστίν· ἔρχεται νύξ  ὅτε οὐδείς δύναται ἐργάζεσθαι. ὅταν ἐν τῷ κόσμῳ ὦ, φῶς  εἰμι τοῦ κόσμου.) Ταῦτα εἰπών ἔπτυσε χαμαί καί ἐποίησε πηλόν ἐκ τοῦ πτύσματος, καί ἐπέχρισε τόν πηλόν ἐπί τούς ὀφθαλμούς τοῦ τυφλοῦ καί εἶπεν  αὐτῷ· ὕπαγε νίψαι εἰς τήν κολυμβήθραν τοῦ Σιλωάμ, ὅ ἑρμηνεύεται ἀπεσταλμένος, ἀπῆλθεν οὖν καί ἐνίψατο, καί ἦλθε βλέπων».





Μᾶς διδάσκει ὁ Κύριος ὅτι ὅσο ὁ Θεός μᾶς χαρίζει στιγμές ζωῆς, σ’ αὐτήν ἐδῶ τήν ἄθλια παροικία, ὀφείλουμε νά ἐργαζώμαστε τά ἔργα τοῦ Θεοῦ, πού μᾶς ἔστειλε στόν κόσμο, ἕως ἡμέρα ἐστίν, ὅσο ζοῦμε πάνω στή γῆ. Διότι ἔρχεται νύχτα καί τότε κανείς δέν θά μπορεῖ νά ἐργάζεται τά ἔργα τοῦ Θεοῦ, πρός ἐκπλήρωσιν τῆς ἀποστολῆς του. Καί αὐτό σημαίνει ὅτι δέν πρέπει νά χάνουμε οὔτε στιγμή. Ὁ Χριστός μᾶς ἀποκαλύπτει ὅτι εἶναι τό Φῶς τοῦ κόσμου. Ἔρχεται καί φωτίζει τά σκοτάδια μας  καί ἐμπράκτως μᾶς διδάσκει πῶς νά συμπεριφερώμαστε μπροστά στόν σωματικά καί ψυχικά ἀδύνατο συνάνθρωπό μας.
Σέ καμμιά περίπτωσι δέν ἐπιτρέπεται νά ἐξετάζουμε ποιός ἔφταιξε ἤ ἄν ἔφταιξε καί βρέθηκε στήν κατάστασι αὐτῆς τῆς ἀδυναμίας, ἀλλά νά θεραπεύουμε τήν ἀδυναμία, τήν ἀνημπόρια, τήν ἀνέχεια, τή φτώχεια, τήν ἐξαθλίωσι  καί μάλιστα νά ξεριζώνουμε τα αἴτια, πού δημιουργοῦν τή δυστυχία. Ὅπως Ἐκεῖνος, ἔτσι κι’ ἐμεῖς.
Ὁ Χριστός δέν ἔκρινε τόν τυφλόν οὔτε τόν κατέκρινε. Ὁ πλάσας ἐκ χοός τόν ἄνθρωπον, ἔπτυσε χαμαί καί ἐποίησε πηλόν ἐκ τοῦ πτύσματος καί ἐπέχρισε τούς ὀφθαλμούς τοῦ τυφλοῦ. Εἶδε τόν πόνο του καί τόν θεράπευσε. Ἔτσι κι’ ἐμεῖς ὀφείλουμε νά χρησιμοποιοῦμε τίς δυνάμεις, πού μᾶς χαρίζει ὁ Θεός,  καί νά θεραπεύουμε τίς ἀνάγκες τῶν ἀδελφῶν μας, ὥστε μέ τά ἔργα τῆς ἀγάπης μας νά φανερώνεται ἡ δύναμις καί ἡ ἀγαθότης τοῦ Θεοῦ.
Μόνον ἔτσι θά μπορέσουμε νά μεταβάλουμε τή σάρκα σέ πνεῦμα, νά μετουσιώσουμε αὐτήν ἐδῶ τήν κόλασι σέ παράδεισο. Μόνον ἔτσι ἡ Κοινωνία μας θά γίνῃ Κοινωνία προσώπων, Κοινωνία Ἁγίων. Μιά Κοινωνία, πού θά ὑμνῇ, θά δοξάζῃ καί θά λατρεύῃ, «ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ» τόν Λυτρωτή, τόν Κύριον τῆς Δόξης, στόν Ὁποῖον ἀνήκει ἡ δόξα, ἡ τιμή καί τό κράτος εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου