Δευτέρα 20 Μαΐου 2019

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΣΑΜΑΡΕΙΤΙΔΟΣ (Ἰωάν. δ΄ 5-42)







Τό ὕδωρ τοῦτο, τό φυσικόν καί
                                   τό « ζῶν ὕδωρ», τό ὑπερφυσικόν.


«Πᾶς ὁ πίνων ἐκ τοῦ ὕδατος τούτου διψήσει πάλιν· ὅς δ’ ἄν πίῃ ἐκ τοῦ ὕδατος οὗ ἐγώ δώσω αὐτῷ, οὐ μή διψήσῃ εἰς τόν αἰῶνα, ἀλλά τό ὕδωρ ὅ δώσω αὐτῷ γενήσεται ἐν αὐτῷ πηγή ὕδατος ἀλλομένου εἰς ζωήν αἰώνιον» (Ἰωάν. δ΄ 13-14).
Τό ὕδωρ τοῦτο τό φυσικόν εἶναι δῶρον τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπον. Καί ἐδῶ, στόν διάλογο τοῦ Ἰησοῦ μέ τή Σαμαρείτιδα, συμβολίζει τόν κόσμον καί τά κοσμικά, τά γήϊνα, τά φθαρτά, τά πρόσκαιρα καί τή ματαιότητα ὅλων αὐτῶν. «Ἐκεῖνος, πού θά πιῇ ἀπό τό ὕδωρ τοῦτο τό φυσικόν, θά διψάσῃ πάλιν».
Θά σβύσῃ τή δίψα μας, γιά λίγο, πρόσκαιρα καί, μετά ἀπό λίγο, θά νοιώσουμε τήν ἀνάγκη νά πιοῦμε καί πάλιν. Ὁ Κύριος, μᾶς βεβαιώνει μέ αὐτό τό λόγο, ὅτι ὅλα τά ὑλικά ἀγαθά εἶναι «πάντα κόνις, πάντα τέφρα, πάντα σκιά». Ὅλα εἶναι «σκιᾶς ἀσθενέστερα καί ὀνείρων ἀπατηλότερα. Μία ροπή καί ταῦτα πάντα θάνατος διαδέχεται» Αὐτή εἶναι ἡ ἀλήθεια, γιά τόν κόσμο καί τά κοσμικά. «Οὐ συνοδεύει ἡ δόξα, οὐ παραμένει ὀ πλοῦτος». Ὅλα εἶναι «σκωλήκων βρῶμα καί δυσωδία». Εἷναι μία ἀλήθεια ἁπλῆ, πού τή ζοῦμε καθημερινά καί ὅμως δέν θέλουμε νά τήν ἐννοήσωμεν. Γι’ αὐτόν ἀκριβῶς τό λόγο καί μᾶς κυριεύει τό πάθος τῆς πλεονεξίας, ἡ δίψα, γιά τήν ἀπόκτησι ἀξιωμάτων, κοσμικῆς δόξας καί ὑλικοῦ πλούτου, πού μᾶς ὁδηγεῖ στήν ἀγχώδη βιοτική μέριμνα, γιά τήν ἀπόκτησι περισσοτέρων ὑλικῶν ἀγαθῶν, γιά τόν ἑαυτό μας στή γῆ, πού καταλύει τήν προσωπικότητά μας καί μᾶς ἀποξενώνει ἀπό τούς συνανθρώπους μας καί μᾶς στερεῖ ἀπό τήν πραγματική χαρά τῆς ζωῆς.
Τό γεγονός ὅτι ὁ σημερινός ἄνθρωπος δέν κατανοεῖ τήν ματαιότητα τῶν ἐγκοσμίων πραγμάτων καί τῶν ἀνθρωπίνων ἐπιδιώξεων, καί πατεῖ ἐπί πτωμάτων, γιά τήν ἀπόκτησι περισσοτέρων ὑλικῶν ἀγαθῶν, γιά τόν ἑαυτό του στή γῆ, σημαίνει ἔλλειψι ἐπαφῆς του, μέ τήν πραγματικότητα. Καί ἡ ἔλλειψις ἐπαφῆς μέ τήν πραγματικότητα εἶναι τό κυριότερο χαρακτηριστικό τῆς σχιζοφρενίας.
Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι «τό ὕδωρ τοῦτο» δέν γεμίζει τήν ψυχή μας. Δέν ἱκανοποιεῖ τίς μεταφυσικές μας ἀνησυχίες. Ὅλα τά γήϊνα, τά κοσμικά, εἶναι «ψευδοαναπληρώσεις», «λάκκοι συντετριμμένοι, οἵ οὐ δυνήσονται ὕδωρ συνέχειν», πού, ὄχι μόνον δέν ἱκανοποιοῦν τήν ψυχή μας, ἀλλά διευρύνουν τό «ὑπαρξιακό κενό».
Ἔρχεται ὁ Χριστός καί μᾶς ἀνασύρει ἀπό τήν  «ἰλύν βυθοῦ» εἰς τήν ὁποίαν μᾶς ὁδηγεῖ ἡ ἀγχώδης βιοτική μέριμνα, για τήν ἀπόκτησι περισσοτέρων ὑλικῶν ἀγαθῶν ἐπί τῆς γῆς, καί νά μᾶς λυτρώσῃ ἀπό τό ὀλέθριο πάθος τῆς πλεονεξίας. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, μᾶς διδάσκει ποιός εἶναι ὁ πραγματικός, ὁ ἀληθινός πλοῦτος καί τονίζει ὅτι «εἶναι πορισμός μέγας ἡ εὐσέβεια μετά αὐταρκείας». Ὅτι δηλαδή ἡ εὐσέβεια εἶναι, πράγματι, πηγή κέρδους, ὅταν ἀρκῆται κανείς σ’ ἐκεῖνα πού ἔχει. Μᾶς φέρει ὁ Παῦλος εἰς ἐπαφήν μέ τήν πραγματικότητα καί μᾶς λέγει ὅτι «δέν ἐφέραμε τίποτε εἰς τόν κόσμον καί εἶναι φανερόν ὅτι δέν μποροῦμε οὔτε νά πάρωμε τίποτε μαζί μας. Ὥστε, ἐάν ἔχωμεν τροφάς καί σκεπάσματα νά εἴμεθα εὐχαριστημένοι μέ αὐτά. Ἐκεῖνοι ὅμως πού θέλουν νά πλουτίσουν πέφτουν σέ πειρασμό καί παγίδα καί σέ πολλές ἐπιθυμίες ἀνόητες καί βλαβερές, πού βυθίζουν τούς ἀνθρώπους στόν ὄλεθρο καί στήν ἀπώλεια. Διότι ἡ ρίζα ὅλων τῶν κακῶν εἶναι ἡ φιλαργυρία. Ἐξαιτίας τοῦ πάθους αὐτοῦ, μερικοί ἐπλανήθησαν ἀπό τήν πίστι καί ἐκάρφωσαν τόν ἑαυτό τους  σέ πολλές ὀδύνες, σέ πολλά βάσανα» (παρβλ. Α΄Τιμόθ. στ΄ 6-10). Ὁ  Ἀπόστολος Παῦλος μᾶς  ὁδηγεῖ πρός τήν Πηγή του Ζῶντος ὕδατος, στό Χριστό, πού εἶναι ἡ ζωή μας καί ἡ εἰρήνη μας, καί εἶναι «ὁ μόνος ἔχων ἀθανασίαν, φῶς οἰκῶν ἀπρόσιτον», γιά νά μᾶς χαρίσῃ τό ζῶν ὕδωρ, τό ὑπερφυσικόν.



Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, στό διάλογό Του, μέ τή Σαμαρείτιδα, ἔρχεται νά μᾶς ἀφυπνίσῃ καί νά μᾶς φέρει σέ ἐπαφή με τήν πραγματικότητα.
Ὅποιος πίνει ἀπό τοῦτο τό φυσικό νερό ξαναδιψάει. Ὅποιος ὅμως θά πιῇ ἀπό τό νερό, πού θά τοῦ δώσω ἐγώ, δέν θά διψάσῃ ποτέ εἰς τον αἰῶνα, ἀλλά τό νερό πού θά τοῦ δώσω, θά μεταβληθῇ μέσα του σέ πηγή νεροῦ, πού δέν θα στειρεύῃ, ἀλλά θά ἀναβλύζῃ καί θά πηδᾷ καί θά τρέχῃ πάντοτε, γιά νά παρέχῃ ζωήν αἰώνιον».
Μᾶς βοηθεῖ ὁ Κύριος νά ξεχωρίσουμε τό φῶς ἀπ’ τό σκοτάδι, τή ζωή ἀπό τό θάνατο, τά γήϊνα καί φθαρτά, ἀπό  ἐπουράνια καί ἄφθαρτα. Μᾶς καλεῖ νά «ἐννοήσωμεν τό βραχύ τῆς ζωῆς καί τή ματαιότητα τῶν ἐγκοσμίων» καί νά καθαρίσουμε τόν ἑαυτό μας ἀπό παντός μολυσμοῦ σαρκός καί πνεύματος. Νά καθαρίσουμε τήν ψυχή μας ἀπό τή λάσπη. Νά δεχθοῦμε στήν ψυχή μας τό ζῶν ὕδωρ, τό ὑπερφυσικόν, ὥστε νά μή διψάσουμε ποτέ, εἰς τόν αἰῶνα. Νά πιστέψουμε στό Χριστό καί νά λάβουμε τό ὕδωρ τό ζῶν καί νά ποτίζουμε κάθε διψασμένη ψυχή.
Καί εἶναι καιρός νά παρακαθήσουμε παρά τούς πόδας τοῦ Ἰησοῦ καί νά ἀκοῦμε τό ζωοποιό Του λόγο. Νά παρακαθήσουμε παρά τάς διεξόδους τῶν ὑδάτων, ἐκεῖ ὅπου ξεχύνονται ἄφθονα νερά, καθάρια, κρυστάλινα. Νά ἐγκολπωθοῦμε τό Εὐαγγέλιον τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ καί νά τό κάνουμε «πρᾶξι». Καί  μελετῶντες μέρα καί νύχτα τό λόγο τοῦ Κυρίου, σάν δένδρα καρποφόρα καί ἀειθαλῆ, φυτεμένα παρά τάς διεξόδους τῶν ὐδάτων νά ἀποδίδουμε τούς καρπούς στόν κατάλληλο καιρό. Νά ἀποδίδουμε τούς καρπούς πού γεννᾶ στήν ψυχή καί τή ζωή μας τό ὕδωρ τό ζῶν.


 Δηλαδή τούς καρπούς τοῦ Πνεύματος, πού εἶναι «ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, ἀγαθωσύνη, πίστις, πρᾳότης, ἐγκράτεια» (Γαλτ. ε΄ 22).

Τό ζῶν ὕδωρ, τό ὑπερφυσικόν εἶναι  τό Ἅγιον Πνεῦμα, πού λαμβάνουν, ὅσοι πιστεύουν στό Χριστό. Καί σύμφωνα μέ τούς λόγους τῆς Γραφῆς, «ἀπό τήν καρδιά ἐκείνου, πού πιστεύει στό Χριστό, πραγματικά, ποταμοί ἐκ τῆς κοιλίας αὐτοῦ ῥεύσουσιν ὕδατος ζῶντος» (πρβλ. Ἰωάν. ζ΄ 38-39).

Εἴθε ὁ Κύριος νά μᾶς ἀξιώσῃ, νά πιστέψουμε μέ ὅλη τή δύναμι τῆς ψυχῆς μας Σ’ Αὐτόν, καί,  εἰλικρινά μετανοιωμένοι, νά ἐπιστρέψουμε κοντά Του. Εἴθε νά μᾶς ἀξιώσῃ  νά ἐπιστρέψουμε, συνειδητά, στήν Πηγή τοῦ Ζῶντος Ὕδατος. Εἴθε νά μᾶς καταστήσῃ ἀξίους νά λάβουμε τό ζῶν ὕδωρ καί νά γίνη μέσα μας πηγή ὕδατος ἀλλομένου εις ζωήν αἰώνιον. Ἀμήν.














Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου