Τετάρτη 13 Ιανουαρίου 2021

ΙΔΙΟΝ ΤΩΝ ΕΥΕΡΓΕΤΟΥΜΕΝΩΝ



Η  ΑΧΑΡΙΣΤΙΑ

(πρβλ. και Λουκ.ιζ΄11-19)


«Οὐχί οἱ δέκα ἐκαθαρίσθησαν; Οἱ δε ἐννέα ποῦ;

Οὐχ εὑρέθησαν ὑποστρέψαντες δοῦναι δόξαν τῷ

Θεῷ εἰ  μή  ὁ ἀλλογενής οὗτος;» «Λουκ.ιζ΄17-18).


 

πειρη εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, γιά τά πλάσματά Του. Γνωρίζει, ὁ καρδιογνώστης, «τό εὐόλισθον», «τό ὀλισθηρόν τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως». Κληρονόμησαμε ἀπό τούς πρωτοπλάστους τή ῥοπή πρός τό Κακόν, και μᾶς εὐσπλαγχνίζεται ὁ Κύριος.  Ὤν τέλειος Θεός, γίνεται και τέλειος ἄνθρωπος.

Συγκαταβαίνει ὁ Σωτήρ καί μᾶς ἐπισκέπτεται. Δέν ἐντρέπεται  να μᾶς ἀποκαλεῖ ἀδελφούς Του. Ἔρχεται κοντά μας. Φωτίζει τά σκοτάδια μας. Γίνεται Τύπος και Ὑπογραμμός, σέ ὅλους μας και μᾶς ὁδηγεῖ «εἰς πᾶσαν την ἀλήθειαν».

Ἔρχεται ἀθόρυβα, ταπεινά, κοντά μας, «ὡς αὔρα λεπτή» και ὅπως λέγει ὁ προφήτης Ἡσαῒας, μᾶς πλησιάζει καί μᾶς ζωοποιεῖ. Ρίχνει λάδι στήν τρεμοσβύνουσαν λυχνίαν,  καί δίνει ζωή στήν ἑτοιμοθάνατη ψυχή μας.  Περιδένει καί στηρίζει  τό καλάμι, πού εἶναι ἕτοιμο νά σπάσῃ καί τό ἐπανεφέρει   στή ζωή. Ἔρχεται κοντά μας «κηρύσσων τό Εὐαγγέλιον τῆς Βασιλείας και θεραπεύων πᾶσαν νόσον καί πᾶσαν μαλακίαν ἐν τῷ λαῷ» (Ματθ. δ΄2). 



Ἔρχεται κοντά μας «εὐεργετῶν και ἰώμενος πάντας τού καταδυναστευομένους ὑπό τοῦ διαβόλου»(Πράξ. ι΄ 38).Ἀγαπᾷ καί θέλει τή σωτηρία ὅλων μας. Δέν ἐξαιρεῖ κανέναν. Μᾶς ἐπισκέπτεται ὅλους καί τόν καθένα χωριστά. Ὅποιοι κι’ ἄν εἴμαστε, ὅπου και ἄν βρισκώμαστε, ὅ, τι  κι’ ἄν κάνουμε, δεχόμαστε τή λυτρωτική ἐπίσκεψι τῆς ἀγάπης Του. Εἶναι Οἰκτίρμων και Ἐλεήμων ὁ Κύριος. Και ζητεῖ να γίνουμε και μεῖς οἰκτίρμονες, ὅπως ὁ Πατέρας μας ὁ Οὐράνιος εἶναι Οἰκτίρμων καί, ἀδιακρίτως, «ἀνατέλλει τον Ἥλιον αὐτοῦ ἐπί πονηρούς και ἀγαθούς και βρέχει ἐπί δικαίους και ἀδίκους» (Ματθ. ε΄ 45). Ἄπειρες εἶναι οἱ εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ σέ ὅλους μας. Και ὀφείλουμε πάντες να εὐχαριστοῦμε τόν ΕΥΕΡΓΕΤΗΝ καί, ἀσιγήτως, να Τον δοξολογοῦμεν «ὑπέρ πάντων ὧν ἴσμεν καί ὧν οὐκ  ἴσμεν, τῶν φανερῶν καί ἀφανῶν εὐεργεσιῶν, τῶν εἰς ἡμᾶς γεγενημένων».

Μέγας Βασίλειος ἀναφωνεῖ: «Δέσποτα τῶν ἁπάντων, Κύριε οὐρανοῦ και γῆς και πάσης κτίσεως…Καί τίς ἱκανός λαλῆσαι τάς δυναστείας σου, ἀκουστάς ποιεῖσαι τάς αἰνἐσεις Σου ἤ διηγήσασθαι πάντα τά θαυμάσιά σου ἐν παντί καιρῷ;»

Θά ἀναφέρω ἐδῶ μόνον τήν ἔκφρασιν τῆς ἀπείρου ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, τήν συγκατάβασί Του, πού δέν τήν χωράει ὁ νοῦς μας. Ὅτι δηλ. μᾶς ἀγάπησε τόσο πολύ, πού μᾶς ἔδωκε τον Μονογενῆ Του Υἱόν και μεῖς, ὄχι μόνον  δέν Τοῦ ἀνοίγουμε τήν καρδιά μας, ὄχι μόνον  δέν Τόν εὐγνωμονοῦμε, γιά τήν ἄφατη, τήν ἀνεκλάλητη προς ἡμᾶς, ΕΥΕΡΓΡΣΙΑΝ Του, ἀλλά, ὄντες ἀγνώμονες, καθημερινά, Τόν Σταυρώνουμε, στό πρόσωπον τῶν ἐλαχίστων ἀδελφῶν Του. Και ἐνῶ παραμένουμε «δέσμιοι τῆς γῆς», ἀγνώμονες και ἀχάριστοι, ὁ Χριστός μᾶς ἐπισκέπτεται και συνεχίζει νά μᾶς εὐεργετῇ. Ἐπισκέπτεται καί τούς λεπρούς, ἀπό κάθε εἴδους λέπρα. Καί τούς καθαρίζει λέγων: «πορευθέντες ἐπιδείξατε ἑαυτούς τοῖς ἱερεῦσι». Καί εἰς τόν δρόμον τῆς ὑπακοῆς στήν προσταγή Του, ἐθεραπεύθησαν. Προσπάθησε μέ την ἀγάπη Του, νά τούς φέρῃ σέ συναίσθησι καί λυτρωτική μετάνοια. Νά ἀναγνωρίσουν τίς εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ καί νά ὑψωθοῦν πάνω ἀπό τίς μικρότητες, καί νά εὐχαριστήσουν τόν Εὐεργέτη. Ὅμως οἱ εὐεργετηθέντες ἔμειναν καθηλωμένοι στή γῆ. Δέν ἔνοιωσαν τήν ἀνάγκην, (ὅπως οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι), να εὐχαριστήσουν καί νά δοξάσουν τό Θεό, παρά μονάχα ἕνας, ὁ περιφρονημένος Σαμαρείτης. Τό ἐρώτημα τοῦ Χριστοῦ: «Οὐχί οἱ δέκα ἐκαθαρίσθησαν; Οἱ δέ ἐννέα ποῦ;», δηλώνει ὅτι ἡ ἀχαριστία, ἡ ἀγνωμοσύνη εἶναι ἡ χειρότερη μορφή λέπρας τῆς ψυχῆς, πού κρατάει τόν ἄνθρωπο «δέσμιο τῆς γῆς» καί τόν ὁδηγεῖ στόν ὄλεθρο.

 ΕΙΝΑΙ αὐτονόητον ὅτι ὁ  Θεός δέν ἔχει ἀνάγκη ἀπό τίς δικές μας εὐχαριστίες. «Οὐ γάρ τῶν ἡμετέρων ἐν χρείᾳ Θεός, ἀλλ’ ἡμῶν ὡς ἀγαθότητος Πηγή τήν σωτηρίαν ζητεῖ». Ἡ ἀγάπη, ἀσφαλῶς, οὐ ζητεῖ τά ἑαυτῆς.    Εὐγνωμοσύνη  ὅμως, εἶναι ἀνάγκη τῆς δικῆς μας ψυχῆς. Μᾶς ἑνώνει μέ τόν Εὐεργέτην. Μᾶς ἐπανεισάγει εἰς τόν Παράδεισον καί μᾶς χαρίζει καί πάλιν τήν ἀδιατάρακτον διά θέας ἀπόλαυσιν τοῦ ἀπείρου κάλλους τοῦ Προσώπου τοῦ Κυρίου, πού μᾶς δέχεται  μετανοιωμένους, στήν ἀγκαλιά Του.

Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ταλανίζει  τούς ἀνθρώπους, γιά τήν ἀχαριστίαν,  και μᾶς καλεῖ σέ συναίσθησι τῆς ἁμαρτωλότητός μας.  Τονίζει δέ πόσο φοβερόν εἶναι τό κατάντημα στό ὁποῖο μᾶς περιφέρει ἡ ἀχαριστία.  Καί θέλοντας νά μᾶς φέρῃ πρό τῶν Εὐθυνῶν μας  βροντοφωνάζει: Ἄνθρωποι, συνέλθετε καί μεταμεληθεῖτε, πρίν νά εἶναι ἀργά. Ἀκοοῦστε με καλά.

«Ὁ Θεός, ὡς ἄπειρη ἀγάπη, τοῦ ἰδίου Υἱοῦ οὐκ ἐφείσατο, ἀλλ’ ὑπέρ  ἡμῶν πάντων παρέδωκεν Αὐτόν καί μαζί με Αὐτόν μᾶς ἐχάρισε τά πάντα» (Ρωμ. η΄ 32). «Πῶς ἡμεῖς ἐκφευξώμεθα τηλικαύτης ἀμελήσαντες σωτηρίας;» (Ἑβρ.β΄3).Πῶς θά ξεφύγουμε τήν ὀργή τοῦ Θεοῦ ὅλοι ἐμεῖς οἱ ἀχάριστοι; Πῶς θά μᾶς λυτρώσῃ ὁ Θεός ἀπό τά δεινά, πού σωρεύουμε στήν ψυχή καί τή ζωή μας, ὅταν ἀγαπᾶμε τήν ἁμαρτία καί παραμένουμε ἀχάριστοι καί ἀγνώμονες;

Δυστυχῶς, ὅμως, οἱ περισσότεροι ἀπό μᾶς, δέν κατανοοῦμε τό πόσον πολύ μᾶς τιμᾷ ὁ Θεός. Σταυρώνεται γιά μᾶς. Συνεχῶς μᾶς εὐεργετεῖ. Κρούει τήν Θύραν  καί μεῖς δέν ἀκοῦμε τή φωνή Του καί δέν Τόν  εὐγνωμονοῦμε, για τίς ἄπειρες προς ἡμᾶς εὐεργεσίες Του. Διακριτικό, χαρακτηριστικό γνώρισμα τῶν εὐεργετουμένων, δυστυχῶς, εἶναι ἡ ΑΧΑΡΙΣΤΙΑ. Οἱ περισσότεροι ἀπό μᾶς εἴμαστε χειρότεροι ἀπό τά ἄλογα ζῶα. Χειρότεροι ἀπό τά βόδια και τά Γαϊδούρια.

Ὁ Προφήτης Ἡσαῒας σχετικά λέγει: ἄκουε σύ, οὐρανέ, και ἄνοιξε τά αὐτιά σου σύ, ἡ γῆ, διότι ὁ Κύριος πρόκειται να ὁμιλήσῃ. (Ὁ Κύριος, λοιπόν, λέγει:) Υἱούς ἐγέννησα και ἐδόξασα· ἐκεῖνοι ὅμως μέ ἐγκατέλειψαν! Ἔγνω βοῦς τόν κτησάμενον καί ὄνος τήν φάτνην τοῦ κυρίου αὐτοῦ· Ἰσραήλ δέ με οὐκ ἔγνω και ὁ λαός μου οὐ συνῆκεν» (Ἡσ. α΄ 2-3).





Καί αὐτή εἶναι μιά μεγάλη ἀλήθεια. «Το βόδι και το γαϊδούρι ἀναγνωρίζουν τόν ἰδιοκτήτη τους. Εύγνωμονοῦν αὐτόν πού τά τρέφει και τά ποτίζει. Ἐνῷ τά λογικά πλάσματα, ὅλοι ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι εἴμαστε ἀχάριστοι, ἀγνώμονες. Ὁ Ἰσραηλιτικός λαός, δέν μέ ἀναγνωρίζει καί γενικά οἱ ἄνθρωποι, πού τόσο πολύ εὐεργετήθηκαν και εὐεργετοῦνται ἀπό Μένα, δέν μέ ἀναγνώρισαν καί δέν μέ ἀναγνωρίζουν, ὡς Δημιουργόν και Εὐεργέτην τους, λέγει ὁ Κύριος. Ἡ πώρωσις καί ἡ ἀμετανοησία μας, ἡ ἀγνωμοσύνη καί ἡ ἀχαριστία μας δεν περιγράφονται!

Κάποτε ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ρώτησε τούς ἀκροατές του:  Ἄν σᾶς ρωτήσῃ ἕνας Εἰδωλολάτρης· Τί κάνει ὁ Χριστιανισμός τούς ἀνθρώπους; Τί θα τοῦ ἀπαντήσετε; Ἀσφαλῶς καί δικαίως θά τοῦ ἀπαντήσετε  ὅτι ὁ Χριστιανισμός κάνει τούς ἀνθρώπους Ἀγγέλους. (Καὶ πραγματικά, ὅσοι δέχονται στήν καρδιά τους τό Χριστό, γίνονται ἐν Χριστῷ καινή κτίσις, ἐπίγειοι ἄγγελοι). Ἄν ὅμως , αὐτός ὁ Εἰδωλολάτρης, μᾶς ζητήσει νά τοῦ δείξουμε μερικούς Ἀγγέλους, δέν θά ἔχουμε νά τοῦ δείξουμε «μηδέ ὄνους», οὔτε γαϊδούρια.

Και αὐτή εἶναι μιά πικρή ἀλήθεια. Οἱ περισσότεροι εἴμαστε ψευτοχριστιανοί, Ψέφτες καί Ὑποκριτές, ἀχάριστοι, πωρωμένοι, ἀγνώμονες. Και εἶναι καιρός νά συναισθανθοῦμε τήν ἁμαρτωλότητά μας, καί νά μετανοήσουμε, πρίν να εἶναι ἀργά, νά ἐπιστρέψουμε στήν Πατρική Ἑστία, εἰλικρινά μετανοιωμένοι, να ἐκφράσουμε τήν Εὐγνωμοσύνη μας στόν ΧΡΙΣΤΟΝ, τόν Δημιουργόν καί Εὐεργέτην Θεόν, γιά τίς ἄπειρες εὐεργεσίες Του καί νά ζητήσουμε ἀπό τόν Σωτῆρα μας καί Λυτρωτή τοῦ Σύμπαντος κόσμου, νά μᾶς λυπηθῇ,  νά μᾶς συγχωρήσῃ, γιά τήν τόση πώρωσι,  νά μᾶς λυτρώση ἀπό τά δεινά, πού σωρεύει στη ζωή μας ἡ ΑΧΑΡΙΣΤΙΑ μας, καί νά μᾶς ἀξιώσῃ ἀπό τώρα καἰ αἰώνια νά Τόν δοξάζουμε καί νά Τόν λατρεύουμε «ἐν πνεύματι και ἀληθείᾳ».    




Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱέ και Λόγε τοῦ Θεοῦ, Σύ, πού, Σταυρώθηκες καί Ἀναστήθηκες, γιά μᾶς, λυπήσου μας καί ἐλέησέ μας. Μή ἐπιτρέψῃς, Ἀνεξίκακε, νά συληφθῇ ἡ ψυχή μας καί νά περιέλθη, σάν τό σπουργίτι, στά δόντια τῶν ἐχθρῶν μας. «Οἴμοι! Πῶς μέλλω τῶν ἐχθρῶν ρυσθῆναι φιλαμαρτήμων ὑπάρχων;» Πῶς θά μπορέσω να σωθῶ, ἀφοῦ ἀγαπῶ νά ἁμαρτάνω; Πῶς πρόκειται να λυτρωθῇ ἡ ψυχή μου, ἀφοῦ ἀγαπάει τήν ἁμαρτία; Μόνον Σύ, Κύριε, μπορεῖς νά μέ λυτρώσῃς ἀπό τόν Κακό μου ἑαυτό. Στερέωσε  ἐπί την πέτραν τῶν Ἐντολῶν Σου τή σαλεμένη μου καρδιά. Κάψε, ὡς πῦρ καταναλίσκον, τό ἄχυρον τῶν ἔργων μας, ὄχι, γιατί τό ἀξίζουμε, ἀλλ’ ἕνεκεν τῆς δόξης τοῦ Ὀνόματός Σου, Κύριέ μου, Ἰησοῦ. Ἀξίωσέ μας νά σταθοῦμε, μέ εὐγνωμοσύνη, ἐνώπιόν Σου καί  νά Σέ δοξάζουμε, μέ ὅλη τή δύναμι τῆς ψυχῆς μας. «Ἔρχου ταχύ» καί σῶσον ἡμᾶς καί  τόν κόσμον Σου, ὡς μόνος Ἀγαθός καί Φιλάνθρωπος καί Ἐλεήμων Θεός. ΑΜΗΝ.



 

 

 

1 σχόλιο: