Τρίτη 12 Οκτωβρίου 2021

« Ἐξῆλθε νικῶν καί ἵνα νικήσῃ» (Ἀποκ. στ΄ 2).



«Ἐξῆλθεν ὁ σπείρων τοῦ σπεῖραι

τόν σπόρον αὐτοῦ»(Λουκ. η΄ 5).

 

ρριξε σπλαγχνικό τό βλέμμα Του στή γῆ ὁ Πανάγαθος καί Φιλάνθρωπος Θεός, καί εἶδε τήν κατάντια μας. Διεπίστωσεν ὁ Κύριος, ὅτι, ἐξ αἰτίας τῆς ἀπομακρύνσεως μας ἀπό κοντά Του, μακρυά   ἀπό τήν Πηγή τῆς ζωῆς, φθάσαμε στην ἔσχατη ἐξαθλίωσι, και ἀποφάσισε νά μᾶς λυτρώσῃ ἀπό τά ὀψώνια τῆς ἁμαρτίας, ἀπό τήν Ὀδύνη, τόν πόνο καί τό Θάνατο. «Τόσο πολύ μᾶς ἀγάπησε, ὥστε τόν Υἱόν Αὐτοῦ τόν Μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς Αὐτόν μή ἀπόληται, ἀλλ’ ἔχῃ ζωήν αἰώνιον» (Ἰωάν. γ΄15,16).

Μέ σκοπόν, λοιπόν, τή σωτηρία μας, «ὁ Λόγος σάρξ ἐγένετο καί ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν»(Ἰωάν. α΄ 14), καί ἔγινε καί εἶναι Τύπος καί Ὑπογραμμός ὑπακοῆς στόν Πατέρα, «ἵνα ἐπακολουθήσωμεν τοῖς Ἴχνεσιν Αὐτοῦ» (Α΄ Πέτρ. β΄ 21), καί «ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτόν μή ἀπόληται, ἀλλ’ ἔχῃ ζωήν αἰώνιον».

Ὡς Παντοδύναμος «δύναται καί πάντας ἠναγκασμένως πορεύεσθαι, οὐ βιάζεται δέ τινα διά τό αὐτεξούσιον», λένε οἱ ἅγιοι Πατέρες. «Θέλει πάντας ἀνθρώπους σωθῆναι και εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν»(Α΄ Τιμόθ.  β΄4).Καί καλεῖ κοντά Του ὅλους τούς ἀνθρώπους: «Δεῦτε πρός με πάντες…»(Ματθ.ια΄28), ἀλλά δεν μᾶς ἐξαναγκάζει. Μᾶς καλεῖ νά ἔλθουμε κοντά Του, μέ τή θέλησί μας. «Ὅστις θέλει…»(Μάρκ. η΄34), «Ἐάν τις διψᾷ» (Ἰωάν. ζ΄37). 



Εἰς τήν παραβολήν τοῦ Σπορέως (Λουκ. η΄ 4-18),ὁ Κύριος μᾶς ἀποκαλύπτει τή θεϊκή Του συγκατάβασι: «Ἑξῆλθεν, λέγει, ὁ σπείρων τοῦ σπεῖραι τόν σπόρον αὐτοῦ». Ἀφήνει το Θεϊκό του θρόνο καί ἔρχεται κοντά μας καί σπέρνει στην καρδιά μας τόν ζωοποιό Του λόγο. Σπόρος εἶναι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι ὁ ἄρτος τοῦ Θεοῦ, ὁ καταβαίνων ἐκ τοῦ Οὐρανοῦ καί ζωήν διδούς τῷ κόσμῳ»(Ἰωάν. στ΄33). «Χριστός εἶναι ὁ ἄρτος τῆς ζωῆς»(Ἰωάν. στ΄35, 41). Ὁ Χριστός εἶναι ὁ σπορεύς, καί ὁ σπόρος, ὁ θεϊκός Του λόγος, εἶναι πραγματικά τροφή καί τρυφή τῆς ψυχῆς, ἴαμα, θεραπεία. Χωράφι εἶναι οἱ καρδιές τῶν ἀνθρώπων. Στην παραβολή ἀποκαλύπτει ὁ Κύριος ὅτι ὑπάρχουν τέσσερα εἴδη γῆς: α)Ἕνα μέρος τοῦ σπόρου ἔπεσε στήν πεπατημένη γῆ ἀπό τούς ἀνθρώπους, εἶναι ὁ δρόμος πλησίον τοῦ χωραφιοῦ καί ὁ σπόρος, πού ἔπεσε ἐκεῖ κατεπατήθη ἀπό τούς διαβάτες, καί τά πετεινά τοῦ οὐρανοῦ κατέφαγεν αὐτό. β) Ἕνα ἄλλο μέρος τοῦ σπόρου ἔπεσε σέ πετρώδη γῆν καί ἐπειδή δέν εἶχε ὑγρασίαν ἐφύτρωσε και ἀμέσως ξεράθηκε.

γ)Ἄλλο μέρος τοῦ σπόρου ἔπεσε σέ γῆ γεμάτη μέ σπόρους ἀγκαθιῶν, μαζί δέ μέ τόν καλόν σπόρον, ἐβλάστησαν καί τά ἀγκάθια καί ἔπνιξαν τελείως τόν σπόρον, δέν μπόρεσε νά καρποφορήσῃ. Καί δ) Ἕνα ἄλλο μέρος τοῦ σπόρου ἔπεσε εἰς τήν γῆν τήν ἀγαθήν, τήν εὔφορον γῆν, ἐφύτρωσε δέ καί ἐκαρποφόρησε καρπόν ἑκατονταπλασίονα. 

Οἱ Μαθηταί δέν κατάλαβαν τό βαθύτερο νόημα τῆς Παραβολῆς καί ὁ Κύριος ἀμέσως ἐξήγησε τήν παραβολή καί τούς εἶπε: Σπόρος εἶναι ὀ λόγος τοῦ Θεοῦ και γῆ εἶναι οἱ καρδιές τῶν ἀνθρώπων. Μέ ἄγονη, μέ πεπατημένη γῆ ὁμοιάζουν οἱ ἄνθρωποι, πού ἔχουν ψυχή σκληρή, πωρωμένη, καί δεν εἰσχωρεῖ σ’ αὐτούς ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. Ἔρχεται ὁ διάβολος καί παίρνει τό θεῖο λόγο ἀπό τίς καρδιές τους. Δεν μετανοοῦν, δεν  δέχονται τό λόγο τοῦ Θεοῦ, με λυσσώδη μανία μένουν κατάκοιτοι στή χώρα καί τή σκιά τοῦ Θανάτου. Δέν σώζονται.

Μέ πετρώδη γῆ ὁμοιάζουν οἱ ἄνθρωποι, πού ἀκοῦνε τόν λόγον τοῦ Θεοῦ, τόν δέχονται μέ χαρά, ἀλλά δεν ἔχουν βαθειά, θερμή Πίστι. Πιστεύουν, ἀλλά στόν πρῶτο πειρασμό, στήν πρώτη δυσκολία ἤ διωγμό, ἀρνοῦνται τόν Κύριο, ξεχνοῦν τόν Θεόν καί τίς ἄπειρες εὐεργεσίες Του καί, χωρίς καθόλου ντροπή, βροντοφωνάζουν: «ἐμεῖς δέν ἔχουμε ἄλλο βασιλιᾶ, παρά τόν Καίσαρα» και Σταυρώνουν το Χριστό. Μέ γῆ γεμάτη ἀγκάθια, ὁμοιάζουν οἱ ἄνθρωποι, πού ἀκοῦνε τό λόγο τοῦ Θεοῦ καί κατά κάποιον τρόπον συμμορφώνωνται πρός τή διδασκαλία τοῦ Εὐαγγελίου, ἔχουν ὅμως μέσα τους τά ἀγκάθια τῆς φιλοπλουτίας, πνίγονται ἀπό τήν ἀγχώδη βιοτική μέριμνα, γιά τήν ἀπόκτησι περισσοτέρων ἀγαθῶν, γιά τόν ἑαυτόν τους στή γῆ, κυριεύονται ἀπό τά βρωμερά τους πάθη, ἀπό τίς ἁμαρτωλές ἀπολαύσεις τῆς ζωῆς καί δέν ἐφαρμόζουν στή ζωή τους τίς πανάγιες ἐντολές τοῦ Θεοῦ καί μένουν  ἄκαρποι. Και «πᾶν δένδρον μή ποιοῦν καρπόν καλόν ἐκκόπτεται και εἰς πῦρ βάλλεται»(Ματθ.γ΄10). Μένουν ἔξω ἀπό τόν Ναόν τοῦ Θεοῦ.

Μέ γῆ ἀγαθή, εὔφορη, ὁμοιάζουν οἱ ἀνθρωποι, πού ἔχουν προθυμία, πού ἔχουν καλή διάθεσι, ἀγαθήν προαίρεσιν. Ἀκοῦνε μέ προσοχήν τόν λόγον τοῦ Θεοῦ καί τόν φυλάσσουν βαθειά, μέσα στήν καρδιά τους καί, ἐν μέσῳ πειρασμῶν, διωγμῶν καί θλίψεων,  καρποφοροῦν ἐν ὑπομονῇ  καρπόν ἑκατονταπλασίονα. Καρποφοροῦν τούς καρπούς τοῦ πνεύματος, πού εἶναι «ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, ἀγαθωσύνη, πίστις, πρᾳότης, ἐγκράτεια»(Γαλάτ. ε΄22).

Καί ἐδῶ γεννᾶται τό ἐρώτημα. Πῶς σπέρνει τό σπόρο, τόν παντοδύναμο καί ζωοποιό Του λόγο στους ἀνθρώπους αὐτούς, ἐνῶ προγνωρίζει, ὁ Καρδιογνώστης, ὅτι οἱ ἄνθρωποι πού ὁμοιάζουν μέ τήν πεπατημένη ὁδό, μέ τήν πετρώδη γῆ, καί μέ τή γῆ, πού εἶναι γεμάτη ἀγκάθια, δέν πρόκειται νά καρποφορήσουν;

Εἶναι πασίδηλον ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ἄπειρη ἀγάπη καί θέλει τήν σωτηρίαν ὁ Πανάγαθος Θεός, ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Γι’ αὐτόν ἀκριβῶς τό λόγο ἐπισκέπτεται, μέ τρυφερότητα καί ἀγάπη,  ὅλους τούς ἀνθρώπους καί λέγει: «Οὐκ ἦλθον καλέσαι δικαίους, ἀλλά ἁμαρτωλούς εἰς μετάνοιαν» (Ματθ.θ΄13). Ἐπισκέπτεται καί καλεῖ κοντά Του ὅλους ἐμᾶς τούς ἁμαρτωλούς. Δεν μᾶς ἐξαναγκάζει. Προγνωρίζει τήν ἀμετανοησία μας ἀλλά, ὡς ἄπειρη ἀγάπη, ἐπισκέπτεται καί ἐκείνους, τούς πωρωμένους καί ἀμετανοήτους καί τούς δίδει ἀκόμη μιά εὐκαιρία νά μετανοήσουν, ἄν θέλουν, καί νά σωθοῦν. Γίνεται μεγάλη χαρά στόν οὐρανό, γιά κάθε ψυχή, πού μετανοεῖ καί ἐπιστρέφει στήν Πατρική Ἑστία. Γι' αὐτό καί ὁ Χριστός ἵσταται ἐπί τήν Θύραν τῆς ψυχῆς τοῦ κάθε ἀνθρώπου καί  κρούει. 

«Ἰδού  ἕστηκα ἐπί τήν θύραν και κρούω· ἐάν τις ἀκούσῃ τῆς φωνῆς μου καί ἀνοίξῃ τήν θύραν, εἰσελεύσομαι πρός αὐτόν καί δειπνήσω μετ’ αὐτοῦ και αὐτός μετ’ ἐμοῦ»(Ἀποκ. γ΄20).

Ἑξέρχεται, συγκαταβαίνει, ἐπισκέπτεται καί σπέρνει στις καρδιές μας τό σπόρο, τόν ζωοποιόν Του λόγο, τόν οὐράνιον ἄρτον, καί «ὁ ἔχων ὤτα ἀκούειν ἀκουέτω»(Λουκ. η΄ 8). Κανείς δέν ἐξαναγκάζεται. Κάθε ἄνθρωπος εἶναι ἐλεύθερος, ἄν θέλει, νά ἀνοίξῃ τήν καρδιά του στό Χριστό, νά ἐγκολπωθῇ τό Εὐαγγέλιον τῆς ἀγάπης Του καί νά τό κάνῃ «Πρᾶξι» στήν καθημερινή του ζωή. Κάθε ἄνθρωπος εἶναι ἐλεύθερος νά διαλέξῃ καί νά καθαρίσῃ τήν ψυχή του ἀπό κάθε ὑλική καί ἀκάθαρτη ἡδονή, νά διώξῃ τά ἀγκάθια καί τά βρωμερά του πάθη, να καταστήσῃ την ψυχή του γῆ καλή, ἀγαθή, εὔφορη, νά δεχθῇ το σπόρο,  τό λόγο τοῦ Θεοῦ, καί ἑνωμένος μέ τόν Χριστόν νά φέρῃ καρπόν πολύν, νά καρποφορήσῃ καρπόν ἑκατονταπλασίονα, «ἐπιτελῶν ἁγιωσύνην ἐν φόβῳ Θεοῦ»(Β΄ Κορινθ. ζ΄ 1). 

Ὁ Κάθε ἄνθρωπος, ἄν θέλῃ, μπορεῖ να γίνῃ δένδρον καρποφόρον καί ἀειθαλές καί νά ἀποδίδῃ τούς καρπούς αὐτοῦ στόν κατάλληλο καιρό. Ο ΧΡΙΣΤΟΣ εἶναι ἐδῶ κοντά μας καί εὐλογεῖ κάθε μας ἀγαθή προσπάθεια καί εἶναι πλέον ἤ βέβαιον ὅτι, ἐν Χριστῷ, θά νικήσουμε στήν πάλη μας,  μέ τόν κακόν μας ἑαυτόν, μέ τόν κόσμον καί μέ τόν Διάβολο, διότι ἔχουμε μαζί μας τόν Χριστόν, ὁ  Ὁποῖος «ἐξῆλθε νικῶν καί ἵνα νικήσῃ». Αὐτός εἶναι ὁ αἰώνιος Νικητής, ὁ Αἰώνιος Θριαμβευτής, καί εἶναι μαζί μας. Καί εἶναι καιρός νά δεχθοῦμε τόν Χριστόν καί τόν ζωοποιόν Του λόγον καί νά παρακαλέσουμε τόν Κύριον να Βασιλεύσῃ στήν καρδιά μας, καί νά μᾶς ἀξιώσῃ νά Τόν ὑμνοῦμεν καί νά Τόν δοξάζουμε, σύν τῷ Πατρί και τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι, διότι Σ’Αὐτόν ἀνήκει ἡ τιμή, ἡ δόξα καί τό κράτος εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. ΑΜΗΝ.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου