Η ΔΕ ΚΑΡΔΙΑ ΑΥΤΩΝ ΠΟΡΡΩ ΑΠΕΧΕΙ ΑΠ’
ΕΜΟΥ»(Ἡσ. κθ΄13. Ματθ. ιε΄ 8).
Πικρή δαπίστωσις. Ὀδυνηρή. Ὁ Πανάγαθος καί Παντοδύναμος Δημιουργός
τοῦ Σύμπαντος, ὁ Πάντων Ἐπέκεινα καί Πανταχοῦ Παρών, ὡς ἄπειρη Ἀγάπη, μᾶς τιμᾷ
μέ τό «κατ’εἰκόνα», μᾶς χαρίζει θεία χαρίσματα, τόν νοῦν,
γιά νά
διακρίνουμε τό Καλόν ἀπό τό Κακόν, καί ἐλευθερίαν Βουλήσεως καί δέν μᾶς ἐγκαταλείπει
ποτέ. Μᾶς καθοδηγεῖ, μέ τόν πανάγιον Νόμον Του, εἰς τόν δρόμον τῆς ὄντως
ζωῆς. Μᾶς χαρίζει τήν πνοήν, τήν ζωήν καί τά πάντα. Μᾶς
παραστέκει στό κάθε μας βῆμα, σάν στοργικός Πατέρας. Ἄπειρες
εἶναι οἱ φανερές καί ἀφανεῖς, εὐεργεσίες Του. «Ἀνατέλλει τόν ἥλιον αὐτοῦ
ἐπί πονηρούς καί ἀγαθούς καί βρέχει ἐπί δικαίους καί ἀδίκους» ( Ματθ.ε΄45). «Αὐτῷ μέλει
περί ἡμῶν»(Α΄ Πέτρ. ε΄7). Ἐνδιαφέρεται καί εἶναι ὁ μόνος, πού φροντίζει, γιά μᾶς. Μᾶς
κυνηγάει μέ τό ἔλεός Του (Ψαλμ. 22,6).Καί ὄχι μόνον, ἀλλά τόσο πολύ μᾶς ἀγαπᾷ, ἐνῷ δέν τό ἀξίζουμε, ὥστε
τόν υἱόν αὐτοῦ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς Αὐτόν μή ἀπόληται, ἀλλ’ ἔχῃ ζωήν
αἰώνιον» (Ἰωάν. γ΄15,16).
Κι’ ἐμεῖς;…Ἄν ὄχι ὅλοι, οἱ περισσότεροι ἀπό μᾶς, ὄχι μόνον δέν Τόν εὐγνωμονοῦμε, γιά τίς ἄπειρες πρός ἡμᾶς εὐεργεσίες Του, ἀλλά Τόν ἀρνούμαστε, Τόν βλασφημοῦμε, μέ τά λόγια μας καί μέ τήν προβληματική συμπεριφορά μας, καί καθημερινά Σταυρώνουμε τόν Χριστόν εἰς τό πρόσωπον τῶν ἐλαχίστων ἀδελφῶν Του. Καί τό ἄκρον ἄωτον τῆς ἀχαριστίας μας φαίνεται στήν ὑποκριτική, τήν ψεύτικη λατρεία μας.
Ὁ Κύριος ὅταν ἐρωτᾷ, μετά τή θεραπεία τῶν λεπρῶν(Λουκ.17,11-19) καί λέγει: «Οὐχί οἱ δέκα ἐκαθαρίσθησαν; Οἱ δέ ἐννέα ποῦ; Οὐχ εὑρέθησαν ὑποστρέψαντες δοῦναι δόξαν τῷ Θεῷ εἰ μή ὁ ἀλλογενής οὗτος;»(Λουκ. ιζ΄ 17-18), δέν παραπονεῖται, γιατί δέν Τόν εὐχαρίστησαν, ἀλλά χαρακτηρίζει τήν σατανική ἐμμονή τους στό βρωμερό Πάθος τῆς ἀχαριστίας, παραπονεῖται γιά τήν πώρωσι τῶν ἀνθρώπων καί τήν ὑποκρισία τους. Πικραίνεται ὁ Κύριος, γιά τήν ἀθλιότητά μας, διότι παρόλην τήν ἀγάπη Του, δέν Τον πλησιάζουμε μέ τήν καρδιά μας, ἀλλά ὑποκριτικά, καί μέ τά χείλη μόνον. Πηγαίνοντας «ὁ γλυκύς και πρᾷος Ἰησοῦς» στό σπίτι τοῦ Ἰαείρου (Λουκ. η΄ 40-56), γιά νά ἀναστήσῃ τήν κόρη τοῦ ἀρχισυναγώγου, τόν ἀκολουθοῦσαν πολλοί καί Τόν συνέθλιβον, «οἱ ὄχλοι συνέπνιγον αὐτόν». Τόν ἀκολούθησε καί μιά φτωχή ἄρρωστη γυναῖκα, «γυνή οὖσα ἐν ῥύσει αἵματος ἀπό ἐτῶν δώδεκα, ἥτις ἰατροῖς προσαναλώσασα ὅλον τον βίον αὐτῆς, δέν μπόρεσε νά θεραπευθῇ ἀπό κανένα. Αὐτή, πιστή καί ταπεινή, εἶχε βαθειά συναίσθησι τῆς ἁμαρτωλότητός της καί δέν τόλμησε νά τόν ἀτενίσῃ εἰς τό πρόσωπον, ἀλλά μέ θερμή πίστι στή Θεότητά Του, στή δύναμι καί τή Χάρι Του, ἀφοῦ ἐπλησίασε ἀπό πίσω τόν Ἰησοῦν, «λέγουσα ἐν ἑαυτῇ, ἐάν μόνον ἅψομαι τοῦ ἱματίου αὐτοῦ, σωθήσομαι» (Ματθ.θ΄20-21), «ἐλθοῦσα ὄπισθεν ἥψατο τοῦ κρασπέδου τοῦ ἱματίου αὐτοῦ, καί παραχρῆμα ἔστη ἡ ῥύσις τοῦ αἵματος αὐτῆς»(Λουκ. η΄ 44).Θεραπεύθηκε ἀμέσως. Και τότε εἶπεν ὁ Ἰησοῦς: «Τίς ὁ ἁψάμενός μου;»
Ἀρνουμένων δέ πάντων, εἶπεν ὁ Πέτρος καί οἱ σύν αὐτῷ: «Ἐπιστάτα,
Διδάσκαλε, τά πλήθη τοῦ λαοῦ Σέ περιεκύκλωσαν καί Σέ σινθλίβουν, Σέ πιέζουν, Σέ συμπνίγουν· καί
Σύ λέγεις· Ποιός μέ ἥγγισε;» Ὁ Κύριος ὅμως θέλει νά μᾶς φέρῃ σέ ἐπαφή
μέ τήν πικρή πραγματικότητα, νά μᾶς καταδείξῃ πόσο ψεῦστες καί ὑποκριτές εἴμαστε
καί νά μᾶς βοηθήσῃ νά ἔλθουμε σέ συναίσθησι καί εἰλικρινῆ μετάνοια. Φανερώνει
τήν πραγματική μας κατάστασι, ὅτι δηλαδή ὁ λαός αὐτός, πού Τόν συμπνίγει, τόν
πλησιάζει, τόν ἐγγίζει μόνο μέ τό στόμα, τόν τιμᾶ μόνο μέ τά χείλη,
ψεύτικα, ὑποκριτικά. Ἡ καρδιά αὐτοῦ λαοῦ, πού με συνθλίβει πόρρω ἀπέχει ἀπ’έμοῦ,
ἡ καρδιά τους, εἶναι πολύ μακρυά ἀπό Μένα» (Ἡσ. κθ΄ 13. Ματθ. ιε΄8). Γι’ αὐτόν ἀκριβῶς τό λόγο καί ἀναδεικνύει την Θερμή πίστι τῆς Αἱμορροούσης καί
τονίζει ὅτι ἀπό ὅλους αὐτούς πού Τόν συμπνίγουν, μόνον αὐτή Τόν ἐγγίζει,
μόνον αὐτή Τόν πλησιάζει μέ τήν καρδιά της, μόνον αὐτή Τόν λατρεύει
«ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ», καί λέγει: «Ἥψατό μού τις· Ἐγώ γάρ
ἔγνων δύναμιν ἐξελθοῦσαν ἀπ’ ἐμοῦ», λέγει ὁ Κύριος.
Πόσο πικρή, ἀλήθεια, καί πόσο ὀδυνηρή εἶναι ἡ καθημερινή πραγματικότητα!... Καί ἐάν εἴμαστε τόσο ψεύστες καί ὑποκριτές στή σχέσι μας μέ τό Θεό, ἀντιλαμβάνεται κανείς πόσο ψεύστες καί ὑποκριτές εἴμαστε στίς διανθρώπινες σχέσεις;
Εἶναι πραγματικά ἀποκαρδιωτική ἡ διαπίστωσις ὅτι ὅλοι οἱ ἀγνώμονες πρός τόν Θεόν, εἴμαστε ἀνέντιμοι, ἀνειλικρινεῖς, «ψεῦστες καί ὐποκριτές» στις σχέσεις μας μέ τούς συνανθρώπους μας. Κρύβουμε τό ἀληθινό μας πρόσωπο, ἄλλα λέμε, ἄλλα κρύβουμε στήν καρδιά, χαμογελοῦμε ὁ ἕνας στόν ἄλλο, ἀγκαλιάζουμε καί φιλοῦμε καί κρύβουμε δηλητήριον μέσα μας, καί ὅταν μᾶς δοθῆ εὐκαιρία θάβουμε τούς ἀδελφούς μας. Πῶς μπορεῖς, ἄνθρωπέ μου, νά λές, πώς ἀγαπᾶς τόν συνάνθρωπό σου, νά τόν ἀγκαλιάζης καί νά τόν φιλᾶς καί συγχρόνως νά τόν προδίδεις, σάν τόν Ἱούδα; Ὑπάρχουν ὀδυνηρότερα δεινά ἀπό τά δεινά, πού προκαλεῖ ἡ διάψευσις τῆς ἀγάπης μας; Καί τοῦ θανάτου τά δεινά, δέν εἶναι τόσον ὀδυνηρά, ὅσο ὀδυνηρή εἶναι ἡ διάψευσις τῆς ἀγάπης μας.
Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ὁ Θεός μου, Σύ εἶσαι τό Φῶς τῶν ἐσκοτισμένων, φώτισε τά σκοτάδια μας. Διῶξε τούς πάγους ἀπό τήν ψυχή μας, στερέωσε τή σαλεμένη μας καρδιά ἐπί τήν πέτραν τῶν Ἐντολῶν Σου. Διῶξε τί λέπρα τῆς ἀχαριστίας, τῆς ψευτιᾶς καί τῆς ὐποκρισίας ἀπό τήν ψυχή μας. Βοήθησέ μας στόν ἀγῶνα μας, νά γίνουμε ἔντιμοι καί εἰλικρινεῖς, μέ ὅλους τούς συνανθρώπους μας. Κυρίως δέ ἀξίωσέ μας νά Σέ ἐγγίζουμε, μέ θερμή Πίστι. Νά Σέ πλησιάζουμε, ὄχι μέ τό στόμα καί νά Σέ τιμῶμεν ὄχι μόνον μέ τά χείλη, ἀλλά νά Σέ ἐγγίζουμε μέ τήν καρδιά μας. Ἁξίωσέ μας νά Σέ λατρεύουμε «ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ». Ἀξίωσέ μας, νά ἀκολουθοῦμε πιστά τά ματωμένα Χνάρια Σου, Κύριε, καί ἀσιγήτως, νά Σέ ὑμνοῦμε καί νά Σέ δοξολογοῦμε, διότι Σέ Σένα ἀνήκει ἡ τιμή, ἡ δόξα καί τό κράτος, σύν τῷ Πατρί και τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι, καί τώρα καί πάντοτε καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. ΑΜΗΝ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου