ΑΝΑΓΚΗ ΝΑ ΛΑΤΡΕΥΩΜΕΝ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟΝ,
ΜΕ ΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ ΜΑΣ.
Πικρή
διαπίστωσις, Ὀδυνηρή. Ὁ Πανάγαθος και Παντοδύναμος Δημιουργός τοῦ Σύμπαντος, ὁ
Πάντων Ἐπέκεινα καί Πανταχοῦ Παρών, ὡς ἄπειρη Ἀγάπη, τιμᾷ κάθε ἄνθρωπο, καί ἰδιαιτέρως
δέ, τόν Νέον περιούσιον Λαόν Του, τόν Ἑλληνικόν Λαόν, (Την Ἑλλληνική
Φυλή), μέ τήν τιμήν τοῦ «κατ’ εἰκόνα».
Μᾶς χαρίζει θεία Χαρίσματα, τόν Νοῦν, γιά νά διακρίνουμε τό ΚΑΛΟΝ, ἀπό
τό ΚΑΚΟΝ, καί Ἐλευθερίαν Βουλήσεως καί δεν μᾶς ἐγκαταλείπει ποτέ. «Πάντας ἀνθρώπους
θέλει σωθῆναι και εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν» (Α΄ Τιμ. β΄4).
Ὡς ἄπειρη Ἀγάπη, μᾶς καθοδηγεῖ, μέ τόν Πανάγιον Νόμον Του, εἰς τόν
δρόμον τῆς Ζωῆς. Μᾶς χαρίζει τήν ζωήν, τήν πνοήν καί τά πάντα. Μᾶς
παραστέκει, στό κάθε μας βῆμα, σάν στοργικός Πατέρας. Ἄπειρες εἶναι οἱ
φανερές και ἀφανεῖς εὐεργεσίες Του. «Ἀνατέλλει τον Ἥλιον αὐτοῦ ἐπί πονηρούς και
ἀγαθούς καί βρέχει ἐπί δικαίους καί ἀδίκους» (Ματθ.ε΄45). Αὐτῷ μέλει περί ἡμῶν» (Α΄Πέτρ.ε΄7). Ἐνδιαφέρεται καί εἶναι ὀ Μόνος, πού φροντίζει, για μᾶς.
Μᾶς κυνηγάει μέ τό ἔλεός Του (Ψαλμ.22,6). Καί
ὄχι μόνον, ἀλλά τόσο πολύ μᾶς ἀγαπᾷ, (ἐνῷ δέν τό
ἀξίζουμε), «ὥστε τόν Υἱόν αὐτοῦ τόν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα
πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτόν μή ἀπόλληται, ἀλλ’ ἔχῃ ζωήν αἰώνιον» (Ἰωάν. γ΄15,16).
Ἔρχεται Ο ΧΡΙΣΤΟΣ κοντά μας καί «διέρχεται τήν ζωήν
αὐτοῦ εὐεργετῶν, κηρύσσων τό Εὐαγγέλιον
τῆς Βασιλείας καί θεραπεύων πᾶσαν νόσον καί πᾶσαν μαλακίαν ἐν τῷ λαῷ» (Ματθ.δ΄23), Καταδέχεται δέ Σταυρόν καί Θάνατον
Αὐτός, ἀντί ἡμῶν, πάσχει, γιά χάρι μας, «ἡμῖν ὑπολιμπάνων ὑπογραμμόν ἵνα ἐπακολουθήσωμεν
τοῖς ἴχνεσιν αὐτοῦ» ( Α΄ Πέτρ. β΄21).
Ποιός μπορεῖ νά ἀμφισβητήσῃ τίς ἄπειρες
εὐεργεσίες τοῦ Κυρίου σέ μᾶς; Κι’ ὅμως ἐμεῖς;… Ἄν ὄχι ὅλοι, οἱ περισσότεροι ἀπό μᾶς,
ὄχι μόνον δέν εὐγνωμονοῦμε τόν Θεόν, γιά τίς ἄπειρες πρός ἡμᾶς εὐεργεσίες Του, ἀλλά
Τόν ἀρνούμαστε, Τόν βλασφημοῦμε, μέ τά λόγια μας καί μέ τήν προβληματική μας
συμπεριφορά. Καθημερινά Τόν Σταυρώνουμε εἰς τό πρόσωπον τῶν ἐλαχίστων ἀδελφῶν
Του. Καί τό ἄκρον ἄωτον τῆς ἀχαριστίας μας φαίνεται στήν καθημερινή, ὑποκριτική,
ψεύτικη λατρεία μας. Δέν τόν πλησιάζουμε μέ τήν καρδιά μας. Ὁ Καρδιογνώστης
γνωρίζει καί, γιά νά μᾶς
φέρῃ σέ συναίσθησι καί εἰλικρινῆ μετάνοια ἀποκαλύπτει σέ ὅλους καί
λέγει: «Εγγίζει μοι ὁ λαός οὗτος τῷ στόματι αὐτῶν καί τοῖς χείλεσί με
τιμᾷ, ἡ δε καρδία αὐτῶν πόρρω ἀπέχει ἀπ’ ἐμοῦ» (Ἡσ. κθ΄13. Ματθ. ιε΄8).
Παράδειγμα, μετά τή θεραπεία τῶν δέκα
λεπρῶν(Λουκ.
ιζ΄17-18), δέν
παραπονεῖται, διότι μόνον ἕνας Τόν εὐχαρίστησε, και οἱ ἄλλοι ἐννέα, ὄχι. Δέν ἔχει
ἀνάγκη ὁ Θεός ἀπό τίς δικές μας εὐχαριστίες.
Πικραίνεται ὅμως, γιά τή δική μας σατανική ἐμμονή στο βρωμερό πάθος
τῆς ἀχαριστίας. Πικραίνεται γιά τήν πώρωσι τῶν ἀνθρώπων, γιά τήν ὑποκρισία
μας καί τήν ἀθλιότητά μας. Πικραίνεται, διότι παρόλην τήν ἀγάπην Του,
παραμένουμε ἀχάριστοι, «δέσμιοι τῆς γῆς». Δέν Τόν πλησιάζουμε μέ τήν καρδιά
μας, δέν Τόν λατρεύωμεν «ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ» ( Ἰωάν. δ΄24).
Ὡς Μακρόθυμος ἔρχεται νά μᾶς ἀνασύρει
ἀπό τόν «βυθόν τῆς ἀχαριστίας» καί μᾶς διδάσκει Πῶς μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος
νά πλησιάσῃ καί νά ἀγγίξῃ τό Θεό, μέ τήν
καρδιά του καί νά δεχθῇ τή Χάρι καί τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ.
Ὅταν ὁ Ἀρχισυνάγωγος Ἰάειρος παρεκάλεσε τόν Κύριο νά θεραπεύση τήν ἐτοιμοθάνατη κόρη του, ὁ γλυκύς Ἰησοῦς «πρᾷος και ταπεινός τῇ καρδίᾳ», ἔρχεται «ταχύ», σπεύδει νά ἀναστήσῃ τήν θυγατέρα τοῦ Ἰαείρου ἡ ὁποία «ἄρτι ἐτελεύτησεν» (Ματθ.θ΄18-26). Ἐνῷ πήγαινε, Τόν ἀκολουθοῦσε «ὄχλος πολύς καί συνέθλιβον Αὐτόν. Ἀνάμεσα στόν ὄχλο, βρίσκεται καί μιά πονεμένη γυναίκα, πού ἔπασχε ἀπό αἱμορραγία δώδεκα χρόνια καί ἡ ὁποία εἶχε ἐξοδεύσει ὅλη της τήν περιουσία εἰς τούς ἰατρούς και δεν μπόρεσε να θεραπευθῇ ἀπό κανέναν. Ἦλθε, λοιπόν, κοντά εἰς τον Ἰησοῦν. Μέ βαθειά συναίσθησι τῆς ἁμαρτωλότητός της, ἀκολουθεῖ τό Χριστό, μέσα στόν ὄχλο κι’ αὐτή. Πλησιάζει τόν Κύριο ἀπό πίσω, «ὄπισθεν», μέ ἄκρα ταπείνωσι καί θερμή Πίστι. Δέν θεωρεῖ ἄξιον τόν ἑαυτόν της, νά ἀτενίσῃ το πανάγιον Πρόσωπόν Του. Πιστεύει στό Χριστό, ὡς εἰς Θεόν ἐνανθρωπήσαντα, μέ ὅλη τή δύναμι τῆς ψυχῆς της. Πιστεύει ὅτι μόνον Αὐτός μπορεῖ νά θεραπεύσῃ τήν ἀρρώστια της. Τόν Υἱόν τοῦ Θεοῦ, τόν ἐν σαρκί ἐληλυθότα, Τόν λατρεύει, μέ τήν καρδιά της, ὄχι μόνον μέ τά χείλη. Τόν ἀκολουθεῖ σιωπηλά καί, μυστικά Τόν ποσκυνεῖ «ἐν πνεύματι και ἀληθείᾳ». Ἀκολουθοῦσα μονολογεῖ καί σιγοψιθυρίζει. Λέγει μέσα της: «Καί μόνον ἄν ἀγγίξω τό ἄκρον τοῦ ἱματίου αὐτοῦ, θά θεραπευθῶ»(Ματθ. θ΄20-21). Και πραγματικά, μόλις ἄγγιξε τήν ἄκρη τοῦ ἐνδύματός Του, ἀμέσως σταμάτησε ἡ αἱμορραγία της: «Και παραχρῆμα ἔστη ἡ ῥύσις τοῦ αἵματος αὐτῆς». Θεραπεύθηκε ἀμέσως(Λουκ. η΄44).
Ὁ Κύριός μας, «Πανακής Ἰατρός», «ὁ θεραπεύων πᾶσαν νόσον καί πᾶσαν μαλακίαν ἐν τῷ λαῷ» ἀμέσως ἀναδεικνύει τό γεγονός τῆς ὑποδειγματικῆς Πίστεως καί λατρείας τῆς αἱμορροούσης καί τῆς θεραπείας της καί ἐρωτᾷ: «Τίς ὁ ἁψάμενός μου;» Ὡς καρδιογνώστης γνωρίζει, ἀλλά ἐρωτᾷ, διότι θέλει νά βραβεύσῃ τήν Πίστι καί τήν ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ λατρείαν τῆς θεραπευθείσης, την ὁποίαν ἀναδεικνύει ὡς ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΠΙΣΤΕΩΣ, σέ ὅλους μας. ΕΛΕΓΧΕΙ καί ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ τήν Ψεύτικη, τήν Φαρισαϊκή, τήν πρός τό θεαθῆναι τοῖς ἀνθρώποις ὑποκριτική Πίστι καί λατρεία μας. ΦΑΝΕΡΩΝΕΙ σέ ὅλους ἐκείνους, πού συνοστίζονται γύρω Του καί Τόν συνθλίβουν, ὅτι κανείς ἀπό αὐτούς δέν Τόν ἀγγίζει, δέν Τόν προσεγγίζει πραγματικά. Φανερώνει ὅτι χάσαμε τήν ἐπαφή μας, μέ τήν τραγική παραγματικότητα και μᾶς θυμίζει τούς λόγους τοῦ Προφήτου Ἡσαῒου, πού περιγράφει τήν κατάντια μας, ὅπως πραγματικά εἶναι και λέγει ὅτι « Ἐγγίζει μοι ὁ λαός οὗτος τῷ στόματι αὐτῶν και τοῖς χείλεσι με τιμᾷ, ἡ δε καρδίᾳ αὐτῶν πόρρω ἀπέχει ἀπ’ ἐμοῦ» ( Ἡσ. κθ΄13. Ματθ. ιε΄8).
Μέ τή διαπίστωσι αὐτή τοῦ Προφήτου, ὁ Κύριος μᾶς φέρει σέ ἐπαφή μέ τήν πραγματικότητα. Μᾶς ὀδηγεῖ σέ ἕναν ἐνσυνείδητο αὐτοέλεγχον, ὥστε νά ἔλθουμε σέ αὐτογνωσία, νά μετανοήσουμε εἰλικρινά καί ἔμπρακτα καί νά πλησιάσουμε τό Χριστό, μέ τήν καρδιά μας. Τό ἄγγιγμα τῆς ψυχῆς τῆς αἱμορροούσης, να γίνῃ ἀγγιγμα και τῆς δικῆς μας ψυχῆς. Νά λατρεύουμε τό Χριστό, ὄχι με τά χείλη μόνον, ἀλλά, ὅπως ἡ αἱμορροούσα, μέ τήν καρδιά μας, «ἐν πνεύματι και ἀληθείᾳ». Διότι, μόνον ἔτσι μᾶς δέχεται ὁ Θεός καί συνομιλεῖ μαζί μας. Μόνον ἔτσι μποροῦμε νά ἐγγίσουμε τόν Θεόν καί νά λάβουμε τή Χάρι Του. Καί αὐτοί ἀκόμη οἱ μαθηταί τοῦ Χριστοῦ δεν μπόρεσαν να κατανοήσουν τά νοήματα τοῦ ἐρωτήματός Του, ὅταν, ἐνῷ Τον συνέθλιβεν ὄχλος πολύς, εἶπε: «Τίς ὁ ἁψάμενός μου;» Ὁ Πέτρος δέ, ἐκπροσωπῶν τούς Μαθητάς, τόλμησε και εἶπε: « Διδάσκαλε, τά πλήθη τοῦ Λαοῦ Σέ συνθλίβουν, Σέ συμπνίγουν και Σύ λέγεις· Ποιός σέ ἥγγισε;» Καί τότε ὁ γλυκύς Ἰησοῦς, ὁ πρᾷος και ταπεινός τῇ καρδίᾳ, ἀποκρίνεται στον Πέτρο και δηλώνει σέ ὅλους μας τήν πικρή πραγματικότητα. Καταδεικνύει πόσο Ψεύστες και ὑποκριτές εἴμαστε. Κατακεραυνώνει τήν ψεύτικη, τήν ὑποκριτική μας λατρεία. Καί βροντοφωνάζει:
« Ἥψατό μου τίς· ἐγώ γάρ ἔγνων δύμαμιν ἐξελθοῦσαν ἀπ’ ἐμοῦ».
ΤΟΝΙΖΕΙ σέ ὅλους μας ὅτι
Θερμή Πίστι, καθαρή καρδιά καί πνευματική λατρεία, ἔχει μόνον ἡ πτωχή καί ταπεινή
αὐτή ἄρρωστη γυναίκα. Μόνον αὐτή Τόν λατρεύει μέ τήν καρδιά της. Μόνον αὐτή Τόν
ἄγγιξε. Ὁ πολύς ὄχλος, πού με συνθλίβει, μόνο μέ τό στόμα καί μέ
τά χείλη με τιμοῦν, λέγει ὁ Κύριος: Ἡ καρδιά τους πόρρω ἀπέχει ἀπ’ Ἐμοῦ,
βρίσκεται πολύ μακρυά ἀπό Μένα.
Τότε ἡ θεραπευθεῖσα προσέρχεται ταπεινά καί μέ εὐγνωμοσύνη πέφτει στα πόδια Του, και μπροστά σέ ὅλο τόν κόσμο, καί ἐξομολογεῖται τό λόγο, πού Τόν ἄγγιξε καί πώς ἀμέσως θεραπεύθηκε, «καί ὡς ἰάθη παραχρῆμα».ΤΟΤΕ ὁ Κύριος τῆς λέγει: «Θάρσει, θύγατερ, ἡ πίστις σου σέσωκέ σε· πορεύου εἰς εἰρήνην».
Φωτεινόν Παράδειγμα Θερμῆς Πίστεως, ἡ αἱμορροοῦσα. Ἡ Πίστις της ἔχει περιεχόμενον τήν μητέρα ὅλων τῶν ἀρετῶν, τήν γνήσια, τήν ἁγνήν καί ἀνυπόκριτην Ἀγάπην. Εἶναι ὁλοκληρωτική Ἀφιέρωσις στό Θεό, ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ λατρεία. Εἶναι λατρεία τοῦ Θεοῦ, μέ καθαρή καρδιά. Μόνον ὁ Καθαρός τῇ καρδίᾳ προσεγγίζει τό Θεό καί ὁ Θεός, τόν δέχεται καί συνομιλεῖ μαζί του. Ὁ Πανάγιος Θεός βδελύσεται πάντα ὑβριστήν και ὑπερήφανον. Ἀπεχθάνεται τήν Ψευτιά καί τήν Ὑποκρισία. ΖΗΤΕΙ ΤΗΝ ΚΑΘΑΡΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΑΣ. Καθαρότητα τῆς καρδίας σημαίνει ἀποχή ἀπό τό Κακό καί τήν Ἁμαρτίαν, εἶναι δέ βασική προϋπόθεσις, γιά νά πλησιάσουμε καί νά ἐγγίσουμε τόν Θεόν καί νά συνομιλήσουμε μαζί Του, ὅπως συνομιλῇ ὁ φίλος, μέ τόν φίλον του. Ἐάν θέλετε νά μέ πλησιάσετε, «Λούσασθε(Ψυχικά και σωματικά) και καθαροί γίνεσθε, ἀφέλετε τάς πονηρίας ἀπό τῶν ψυχῶν ὑμῶν (διῶξτε τίς πονηρίες, ξεριζῶστε ἀπό τά βάθη τῆς ψυχῆς σας κάθε πονηριά, κάθε κακία, ὥστε να εἶσθε καθαροί μπροστά στά μάτια μου) παύσασθε ἀπό τῶν πονηριῶν ὑμῶν. Μάθετε καλόν ποιεῖν, ἐκζητήσατε κρίσιν, νά εἶσθε δίκαιοι, νά ἀποδίδετε δικαιοσύνην στό ὀρφανό καί στή χήρα. Καί δεῦτε διαλεχθῶμεν, λέγει Κύριος (πρβλ. Ἡσ. α΄10-19).
Μᾶς καλεῖ ὁ Κύριος νά Τόν προσεγγίζωμεν μέ καθαρή καρδιά καί νά Τον λατρεύωμεν «ἐν πνεύματι και ἀληθείᾳ».
Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ὁ Θεός μου, Σύ εἶσαι τό Φῶς το ἀληθινόν, πού φωτίζει κάθε ἄνθρωπον, πού ἔρχεται στόν κόσμον, Σύ εἶσαι το Φῶς τῶν ἐσκοτισμένων. Φώτισε τά σκοτάδια μας. Ἕρχου ταχύ, ὡς πῦρ καταναλίσκον καί κάψε. Κάψε το ἄχυρον τῶν ἔργων μας. Διῶξε τούς πάγους ἀπό την ψυχή μας. Στερέωσε τή σαλεμένη μας καρδιά ἐπί τήν πέτραν τῶν Ἐντολῶν Σου. Καθάρισε τήν καρδιά μας ἀπό τή λέπρα τῆς Ἀχαριστίας, τῆς Ψευτιᾶς καί τῆς Ὑποκρισίας. Ἀξίωσέ μας νά Σέ ἐγγίζουμε μέ θερμή Πίστι, μέ καθαρή καρδιά. Ἀξίωσέ μας νά Σέ τιμῶμεν ὄχι μόνον μέ τά χείλη, ἀλλά μέ τήν καρδιά μας. Νά Σέ λατρεύουμε ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ. Ἀξίωσέ μας, Κύριε, νά ἀκολουθοῦμε πιστά τά ματωμένα Χνάρια Σου καί ἀσιγήτως νά Σέ ὑμνοῦμεν, σύν τῷ Πατρί και τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι καί νά Σέ δοξολογοῦμε, ἐν ἑνί στόματι και μιᾷ καρδίᾳ, λόγῳ και ἔργῳ, ἐν παντί τόπῳ τῆς Δεσποτείας Σου, εἰς μακρότητα ἡμερῶν, αἰώνια. Διότι Σέ Σένα ἀνήκει ἡ τιμή, ἡ δόξα καί τό κράτος, καί τώρα καί πάντοτε καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. ΑΜΗΝ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου