ΞΥΠΝΑ, ΨΥΧΗ ΜΟΥ,ΤΩΡΑ, ΟΣΟ ΕΧΕΙΣ ΚΑΙΡΟ.
Ὁ Μακρόθυμος, μετά την πτῶσιν, μᾶς ἐγκατέστησεν εἰς
την ἀπέναντι τοῦ Παραδείσου γῆν, μέ ἡμερομηνείαν λήξεως. Ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ, μᾶς
προσφέρει «καιρόν μετανοίας». Καί δέν εἶναι ὑπερβολή, ἄν ποῦμε, ὅτι ἐμεῖς
κοιμώμαστε. Χωρίς ἴχνος ντροπῆς, συνεχίζουμε τά ἔργα τῶν χειρῶν μας, λατρεύοντες
τά Εἴδωλα καί ἀδικοπραγοῦμε. Συνεχίζουμε, χωρίς ἀγάπη, τίς κλοπές, τίς
φαρμακεῖες, τούς φόνους, τίς ἀκαταστασίες και πᾶν φαῦλον πρᾶγμα.
Ὁ Μακρόθυμος ὅμως, μᾶς κυνηγάει, μέ τό ἔλεός Του, ἔρχεται
κοντά μας, «κρούει τήν Θύραν» καί, μέ ἄπειρη ἀγάπη, μᾶς καλεῖ κοντά Του. «Πάντας
ἀνθρώπου θέλει σωθῆναι και εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν» (Α΄Τ ιμοθ.β΄4).
Ὑπάρχει ὅμως ὅριον ἀνοχῆς. Ἔρχεται τό
τέλος τῆς ἀνομίας. «Ἕως πότε ἔσομαι μεθ’ ὑμῶν; Ἕως πότε ἀνέξομαι ὑμῶν; λέγει
ὁ Κύριος(Ματθ.ιζ΄17).
ΕΙΝΑΙ ΚΑΙΡΟΣ νά ξυπνήσουμε, πρίν να εἶναι ἀργά. Εἶναι
καιρός να προλάβουμε, νά διορθώσουμε τώρα καί νά θεραπεύσουμε την προβληματική μας συμπεριφορά.
Εἶναι ἀνάγκη τῆς ψυχῆς, νά λατρεύουμε τόν Κύριον, μέ τήν καρδιά μας, «ἐν
πνεύματι καί ἀληθείᾳ» καί νά ἀγαπᾶμε τόν πλησίον μας , ὅπως ἀκριβῶς τόν ἑαυτόν μας.
Εἶναι παραφροσύνη νά τρέφουμε μῖσος, γιά τούς συνανθρώπους μας, πού εἶναι
εἰκονίσματα τοῦ Χριστοῦ.
Ἡ Ὑπακοή, ἡ τήρησις τῆς Καινῆς Ἐντολῆς, τῆς Ἐντολῆς τῆς τελείας Ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ, πού λέγει: «Ἐντολήν καινήν δίδωμι ὑμῖν ἵνα ἀγαπᾶτε ἀλλήλους, καθώς ἠγάπησα ἡμᾶς ἵνα και ὑμεῖς ἀγαπᾶτε ἀλλήλους», εἶναι τό γνώρισμα τῶν Μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ( Ἰωάν. ιγ΄33-34). Ἡ Παρακοή, ἡ παράβασις τῆς Ἐντολῆς εἶναι θάνατος. Ἡ Ἐντολή μᾶς ὑπαγορεύει να ἀγαπᾶμε τούς συνανθρώπους μας, ὅπως τόν ἑαυτόν μας καί νά τούς συγχωροῦμε, γιά ὅλα τά κακά, πού μᾶς ἔχουν κάνει. Εἴμαστε ψεύστες, ὅταν λέμε, πώς ἀγαπᾶμε το Θεό, ὅταν μισοῦμε καί δεν συγχωροῦμε τούς συνανθρώπους μας. Ὀφείλουμε, ὅσο ἔχουμε «καιρόν μετανοίας», νά εἴμαστε εἰλικρινεῖς, ἔντιμοι, στις διαπροσωπικές μας σχέσεις. Νά ἀποφεύγουμε τίς Ψευτιές και τίς ‘Υποκρισίες. Νά νηστεύουμε. Ὄχι, βέβαια, ὅπως οἱ ὑποκριτές Φαρισαῖοι, «πρός τό θεαθῆναι τοῖς ἀνθρώποις», ἀλλά νά νηστεύουμε νηστείαν δεκτήν καί εὐπρόσδεκτη ἀπό το Θεό. Νηστεία δέ εὐάρεστη στό Θεό, δέν εἶναι ἡ ἀλλαγή τῶν τροφῶν, ἀλλά ἡ ἀποχή ἀπό τό Κακόν καί τήν ἁμαρτίαν. Εἶναι ἡ μίμησις τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι ἡ καθαρή καρδιά, πού φλέγεται ἀπό ἀγάπη γιά ὅλους καί γιά τά ἄγρια θηρία. Νά παρουσιαζώμαστε μπροστά εἰς τον Θεόν καί εἰς τούς συνανθρώπους μας, μέ τό ἀληθινό μας πρόσωπον. Πάνω ἀπό ὅλα νά προλάβουμε νά διορθώσουμε τά λάθη μας, μέ πράξεις γνησίας, ἁγνῆς, θυσιαστικῆς ἀγάπης καί ἔτσι νά προλάβουμε νά πλουτίζουμε εἰς Θεόν, νά θησαυρίζουμε θησαυρούς εἰς τόν Οὐρανόν, μέ ἐλεημοσύνες, πού μᾶς ἀνοίγουν τίς Πύλες τοῦ Οὐρανοῦ.
Προσέξτε, ἀγαπητά μου Παιδιά. Ὁ
Κύριος ἔρχεται ταχύ, γιά νά κρίνῃ ὅλους μας καί νά ἀποδώσῃ στόν καθένα μας κατά τά ἔργα αὐτοῦ.
Καλόν εἶναι νά μή συνεχίζουμε,
ἀστόχαστα, νά λερώνουμε τήν ταλαίπωρη ψυχή μας, μέ ἄπρεπα λόγια-
δηλητήριο, μέ λογισμούς αἰσχρούς, βλαβερές ἐπιθυμίες καί μέ φαντασίες ἀπρεπεῖς,
και πάνω ἀπό ὅλα, μέ πράξεις ἄνομες και θανατηφόρες.
Μέ πικρία διαπιστώνουμε ὅτι,
δυστυχῶς, γεμάτη λάσπη εἶν’ ἡ ψυχή μας, πολλή λάσπη… παντοῦ σαπίλα, βρόμα και
δυσωδία. Ἕως πότε θα παραμένουμε
«δέσμιοι τῆς γῆς», αἰχμάλωτοι τοῦ σκότους;…
«Ψυχή μου, ψυχή μου, ἀνάστα, τί καθεύδεις;
Τό τέλος ἐγγίζει, καί μέλλεις θορυβεῖσθαι·
ἀνάνηψον οὖν, ἵνα φείσηταί σου Χριστός
ὁ
Θεός, ὁ πανταχοῦ παρών και τά πάντα
πληρῶν».
(Ἀνδρέου Κρήτης, Κοντάκιον Μεγ. Κανόνος).
Ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία, μᾶς προστάζει
νά ξυπνήσουμε καί νά μετανοήσουμε, πρίν νά εἶναι ἀργά. Καί μᾶς πληροφορεῖ
ὅτι ὁ Κύριος εἶναι κοντά μας. «Ὁ Κύριος ἐγγύς». «Ἔρχεται ταχύ». «Ὡς
κλέπτης ἐν νυκτί, ὡς ἀστραπή». Δεν βραδύνει. Δέν ἀργοπορεῖ ὁ Δικαιοκρίτης.
«Ξύπνα, ψυχή μου, ὅσο ἔχεις καιρόν
μετανοίας. Πλησιάζει
τό Τέλος τῆς ἀνομίας. Καί πρόκειται να θορυβηθῇς.
Σύνελθε ἀπό τή μέθη τῆς παραφροσύνης και ἀπό τη ματαιότητα τοῦ κόσμου
τούτου. Ξαναβρές την πρώτη σου ἀγάπη, την νηφαλιότητά σου καί την ὀρθή, τη
σωστή, την ὀρθόδοξη Πίστι σου. Ἀνάνηψε, λοιπόν. Ἀνάκτησε την πνευματική
σου διαύγεια. Μετανόησε εἰλικρινά και ἔμπρακτα, γιά νά σέ εὐσπλαγχισθῇ
καί νά σέ συγχωρήσῃ ὁ Χριστός, ὁ γλυκύς και
Ἠγαπημένος Ἰησοῦς, ὁ ἀληθινός θεός ἡμῶν, πού εἶναι Πανταχοῦ Παρών και πληροῖ τά
πάντα.
«Ὡς φοβερά ἡ Κρίσις Σου, Κύριε, τῶν Ἀγγέλων
παρισταμένων, τῶν ἀνθρώπων εἰσαγομένων, τῶν βίβλων ἀνεωγμένων, τῶν ἔργων ἐρευνομένων,
τῶν λογισμῶν ἐξεταζομένων· Ποία κρίσις ἔσται
ἐν ἐμοί τῷ συλληφθέντι ἐν ἁμαρτίαις; Τίς μου τήν φλόγα κατασβέσει; Τίς
μου τό σκότος καταλάμψει; Εἰ μη Σύ, Κύριε, ἐλεήσεις με, ὡς Φιλάνθρωπος;» (Τροπάριο Μεγ. Ἀποδείπνου).
Εἶναι παρήγορο το γεγονός ὅτι θά ἔλθῃ
γρήγορα ὁ Κριτής θά ἀποδώσῃ εἰς τόν
καθένα τό δίκιο του καί θά βασιλεύσῃ ἡ Δικαιοσύνη. «Και τίς δύναται σταθῆναι;» Ποιός
ἀπό μᾶς, ἀλήθεια, θά μπορέσῃ νά σταθῇ μπροστά στό Δικαιοκρίτη;
Θά ἔλθῃ ἐν τῇ δόξῃ Αὐτοῦ καί μαζί Του θά παρίστανται οἱ Ἄγγελοι και ἐνώπιόν τους θά εἰσάγονται σέ δίκη ὅλοι οἱ ἄνθρωποι. Τά βιβλία, ὅπου εἶναι καταγεγραμμένα τά ἔργα μας θά εἶναι ἀνοικτά καί θά ἐρευνῶνται οἱ σκέψεις μας, τά συναισθήματά μας καί θά ἐξετάζονται οἱ λογισμοί μας και θά δημοσιεύωνται «τά κρυπτά», ὅλα «τά κεκρυμμένα». Τότε, τή φοβερή Ἡμέρα τῆς ὀργῆς, Πόσο φοβερή θά εἶναι ἡ Κρίσις Σου Κύριε! Καί δικαίως θά εἶναι «ἡ κρίσις ἀνέλεος, τῷ μή ποιήσαντι ἔλεος» (Ἰακ. β΄13).
Ποιά θά εἶναι, γλυκύτατέ μου Ἱησοῦ ἡ κρίσις Σου σέ μένα, πού ἔχω συλληφθῇ ὁλόκληρος μέσα στίς ἁμαρτίες; Ποιός θά καθαρίσῃ τή λάσπη; Ποιός θά ξεπλύνει τή βρομιά καί τή δυσωδία, «τῶν σκωλήκων την τροφή» μέσ’ ἀπό τή μέλαινα, τή σκοτεινή ψυχή μου; Ποιός θά σβύσῃ τη φλόγα, τη φωτιά, πού σιγοκαίει ἐντός μου; Ποιός θά μέ λυτρώσῃ τελικά ἀπό τή φοβερή ὀδύνη, πού προκαλοῦν, στήν σαλεμένη μου καρδιά, τῶν ἁμαρτιῶν μου τά πλήθη; Ποιός θά φωτίσῃ τά σκοτάδια μου; Ποιός θά λαμπρύνει την ταλαίπωρη ψυχή μου, ἐάν δέν μέ ἐλεήσῃς Σύ, Κύριε, πού σταυρώθηκες, γιά μένα, ὡς Φιλάνθρωπος;
Ἄνοιξε, Κύριε, τούς καταρράκτες τ’ Οὐρανοῦ,
για νά
ξεπλύνης τίς ντροπές. Καθάρισε τή λάσπη, ἀπ’ τήν
ἀναίσχυντη, τή ράθυμη, τή μέλαινα ψυχή μας…ΣΩΣΕ
μας. Ἰησοῦ μου, πρόφθασε, πρίν εἰς τέλος χαθοῦμε.
Ἐκτός ἀπό Σένα δέν ἔχουμε ἄλλον βοηθόν,
καί δεν θέλουμε νά ἔχουμε ἄλλον κανέναν.
Σέ Σένα ἁμαρτάνουμε, ἀλλ ΕΣΕΝΑ ΜΟΝΑΧΑ ΛΑΤΡΕΥΟΜΕΝ.
Κύριε Σύ και μόνον Σύ εἶσαι ὁ Θεός μας κι’ ἐμεῖς εἴμαστε Δοῦλοι Σου, ἀχρεῖοι μέν, ἀλλά δικοί Σου δοῦλοι. Και σάν δοῦλοι Σου, ζητοῦμε το Ἔλεός Σου, ὄχι γιατί τό ἀξίζουμε, ἀλλά ἕνεκεν τῆς δόξης τοῦ Ὁνόματός Σου, Κύριέ μου Ἰησοῦ. Δέξου μας, Πολυέλεε, εἰλικρινά μετανοιωμένους, κοντά Σου. Μή στερήσῃς ἡμᾶς τοῦ Ἐλέους Σου. Φύλαξον ἡμᾶς ὑπό την Σκέπην Σου καί ἀξίωσον πάντας ἡμᾶς τούς ἀναξίους δούλους, ἀσιγήτως, νά Σέ ὑμνοῦμε καί νά Σέ δοξάζωμεν, μετά τῶν Ἀγγέλων καί τῶν Ἁγίων Σου, ἐν τῇ Βασιλείᾳ Σου, εἰς πάντας τούς αἰῶνας.ΑΜΗΝ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου