Παρασκευή 4 Ιουνίου 2021

ΕΙΝΑΙ ΚΑΙΡΟΣ ΝΑ ΞΕΡΙΖΩΣΟΥΜΕ




ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ ΜΑΣ ΠΑΣΑΝ ΚΑΚΙΑΝ

 Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ὁ Θεός τοῦ Ἐλέους, τῆς συγγνώμης και τῆς Ἀγάπης, ἄκουσε τούς στεναγμούς τῶν ἐλεεινῶν καί ἀχρείων δούλων Σου καί μή βραδύνῃς. Ἔρχου ταχύ καί ἐλέησον. Εἶναι ἀλήθεια ὅτι δέν ἀξίζουμε τό ἔλεός Σου. Διότι καί την ὥρα ἀκόμη, πού Σέ παρακαλοῦμε νά μᾶς βοηθήσῃς νά ξεφύγουμε ἀπό τίς παγίδες τοῦ ἐχθροῦ, διασκορπίζεται ἐδῶ κι’ ἐκεῖ ὁ νοῦς μας καί ἁμαρτάνουμε. Εἴμαστε τόσο ἀδύναμοι, Κύριε, καί πέφτουμε ἀπό τό Κακό, στό χειρότερο. Χωρίς Ἐσένα, χωρίς τή Χάρι Σου καί τή βοήθειά Σου, δέν μποροῦμε νά ἐπιτύχουμε τίποτε Καλόν. Μᾶς προειδοποίησες καί μᾶς εἶπες νά μένουμε ἑνωμένοι μαζί Σου, γιά νά φέρουμε καρπόν πολύν: «Μείνατε ἐν ἐμοί, ὅτι χωρίς ἐμοῦ, οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν». Καί μεῖς; Δυστυχῶς, συνεχίζουμε τήν πορεία μας, στό δρόμο τῆς Παρακοῆς. Ὁλοταχῶς, ὡς παράφρονες, βαδίζουμε πρός τήν ἄβυσσον τῆς αἰώνιας Ὀδύνης. Καί τά ἔργα μας; Ἔργα ντροπῆς, ἔργα Παραφροσύνης. Πετρῶσαν’ οἱ καρδιές, Χάθηκε τό φιλότιμο. Ἐψύγει ἡ ἀγάπη. Ἀστόχαστα ἐγκαταλείπουμε Ἐσένα, γλυκύτατέ μου Ἰησοῦ, «τόν Μόσχον τόν σιτευτόν» καί  δίνουμε μάχες γιά νά  χορτάσουμε τήν πεῖνα μας μέ τά «ξυλοκέρατα» τῆς ἀποστασίας καί τρέχουμε νά ξεδιψάσουμε στα «λασπονέρια» τῆς ἀπιστίας.



Ἔχουμε ἐμπαγῆ «εἰς ἰλύν βυθοῦ». Βασανιζόμαστε καί, μέ χαρά, βασανίζουμε καί τούς συνανθρώπους μας, χωρίς ντροπή, χωρίς συναίσθησι. Γίναμε ἀναίσθητοι σαδομαζοχιστές. Κύριε, Σέ ἱκετεύω, Σέ παρακαλῶ, Μακρόθυμε… Ἄνοιξε τούς καταρράκτες τοὐρανοῦ, γιά νά ξεπλύνῃς τίς ντροπές…τή λάσπη ἀπ’ τήν ψυχή καί τή ζωή μας. Κι’ ἡ λάσπη κι’ ἡ βρωμιά πολλή. Ξεφύγαμε ἀπ' τό δρόμο Σου, οἱ πολλοί. Καί ἡ καρδιά μας, ὑπό ὄφεων καί σκορπίων  δάκνεται,  κάθε μέρα, πού περνάει, ματώνει ὅλο καί πιό πολύ. Σύ, Κύριε εἶσαι ὁ «πανακής ἰατρός», ὁ Παντοδύναμος Θεραπευτής τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων ἡμῶν, Σέ Σένα καταφεύγουμε καί  μόνον ἀπό Σέ ζητοῦμε Ἔλεος! Καθάρισε τόν Κόσμο, ἀπό τούς κορωναϊούς τῆς ἀπιστίας. Διῶξε τό «θανατικό». Ἔλεος Σοῦ ζητῶ... Ἔλα, Κύριε κοντά μας, ὁ Εὔσπλαγχνος, «ὡς πῦρ καταναλίσκον» καί κάψε. Κάψε τά ἄχυρα τῶν ἔργων μας. Κάψε καί δῶσε μας τή δύναμι, νά  ξεριζώσουμε μέσα ἀπό τήν ψυχή μας κάθε Κακία. Νά φονεύσουμε τόν Ὄφι, πού φωλιάζει μέσα μας καί θανατώνει τήν ψυχή μας. Ὁμολογοῦμε, τήν κατάντια μας καί ζητοῦμε, ταπεινά, τό Ἔλεός Σου, Κύριέ μου, Ἰησοῦ, ὄχι γιατί τό ἀξίζουμε, ἀλλά «ἕνεκεν τῆς δόξης τοῦ Ὀνόματός Σου». «Δέσμιοι τῆς γῆς». Ὁλότελα τυφλοί.  Νομίζουμε, πώς βλέπουμε, πώς εἴμαστε τρανοί, καί πώς δέν ἔχουμε τήν ἀνάγκη κανενός. Εἴμαστε, Κύριε, πραγματικά, ἄφρονες, ὁλότελα τρελλοί. Σύ ὅμως, Κύριε, εἶσαι καρδιογνώστης. Γνωρίζεις, ὅτι εἴμαστε δυστυχεῖς, ἐλεεινοί καί πτωχοί, τυφλοί καί γυμνοί. Σύ, Ἐλεήμων Κύριε, τό Φῶς, πού φωτίζει κάθε ἄνθρωπο, πού ἔρχεται στον κόσμο, φώτισε τά σκοτάδια μας. Θεράπευσε τή σωματική καί τήν ψυχική μας τύφλωσι. Χάρισέ μας τό δικό Σου κολλύριον, νά ἀλείψουμε τά μάτια μας, γιά νά βλέπουμε Ἐσένα, Πανάγιε, καί τούς συνανθρώπους μας, ὡς εἰκονίσματά Σου. Δῶσε μας τη Χάρι Σου νά ξεριζώσουμε ἀπό την ψυχή καί τή ζωή μας κάθε Κακία… Σύ εἶσαι τό Φῶς τοῦ κόσμου! Σύ εἶσαι ἡ λαχτάρα μας, Σύ, ἡ γλυκειά μας  Ἄνοιξις, τό Φῶς τῶν ὀφθαλμῶν μας!

Ποιός ἄλλος θέλει καί μπορεῖ να μᾶς ἐλευθερώσῃ, νά μᾶς λυτρώσῃ, ἀπ' τή σκλαβιά  κι' ἀπό τίς κακουργίες, ἄν ὄχι Σύ, Φιλάνθρωπε, πού, ὡς ἄκακον Ἀρνίον, ὡς ἄμωμος Ἀμνός, ὡς πρόβατον ἐπί σφαγήν, ἄφωνος, καταδέχθηκες καί  Σταυρώθηκες, γιά μᾶς, τούς Σταυρωτές Σου; 

Μόνο Σύ, Κύριε, θέλεις, ὡς Πανάγαθος καί μπορεῖς, ὡς Παντοδύναμος, νά μᾶς ἀνασύρῃς ἀπό τό Βόρβορο, μέσα στόν ὁποῖον ἔχουμε βυθισθῆ, ἀπό κακή μας θέλησι. Μόνο Σύ, Κύριε, θέλεις καί μπορεῖς νά μᾶς ὁδηγήσῃς εἰς τόπον ἀναψυχῆς, «ἐπί ζωῆς πηγάς ὑδάτων». Μόνον σύ μπορεῖς νά μᾶς βοηθήσῃς νά ἐξέλθουμε ἀπό τή Βαβυλῶνα. Κύριε, Κύριε, μή ἀπορρίψῃς ἡμᾶς ἀπό τοῦ προσώπου Σου. Σύ εἶσαι τό Φῶς τῶν ἐσκοτισμένων. Φώτισε τά σκοτάδια μας. Ἔλα καί στήσε τή σκηνή Σου στήν ψυχή μας, λυπήσου μας,  μεῖνε μαζί μας καί μή μᾶς ἐγκαταλείψῃς ποτέ. Χωρίς Ἐσένα δέν ἔχει νόημα ἡ ζωή μας. Σύ καί μόνον Σύ εἶσαι ἡ ζωή μας και ἡ εἰρήνη μας. Μόνοι μας δέν μποροῦμε, νά κάνουμε τίποτε τό Καλόν. Κράτησέ μας ἐνωμένους μαζί Σου καί ἀξίωσέ μας, Θεέ μου, νά Σέ δοξάζουμε αἰώνια, ἐν παντί τόπῳ τῆς Δεσποτείας Σου. ΑΜΗΝ.

 

«Τῆς ψυχῆς τά ὄμματα πεπηρωμένος, 

Σοί Χριστέ προσέρχομαι, ὡς ὁ τυφλός 

ἐκ γενετῆς, ἐν μετανοίᾳ κραυγάζων σοι· 

Σύ τῶν ἐν σκότει, το Φῶς τό ὑπέρλαμπρον». 





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου