ΕΩΣ ΠΟΤΕ ΤΩΝ ΚΑΚΩΝ ΟΥΚ ΕΚΚΟΠΤΕΙΣ;
Μαύρη κι’ ἄραχλη ψυχή μου, ἄθλια, ἐλεεινή,
γεμάτη πίκρα... Μέχρι ποτε θά
παραμένης
προσκολλημένη στά γήϊνα, εἰς ἰλύν
βυθοῦ;
Ἕως πότε θά κατάκεισαι στή λάσπη;
Πότε,
ἐπί τέλους θά πάρῃς τήν ἀπόφασι νά
κόψῃς
τούς δεσμούς σου μέ τήν ἁμαρτία καί
τό Κακό;
Πότε θά ἀφήσῃς τίς κακές σου
συνήθειες καί
τίς κακές σου συναναστροφές, τά
βρωμερά σου
πάθη; Πότε θά λυτρωθῇς ἀπ’ τόν Κακό
σου ἑαυτό;
Πότε ἐπί τέλους θά περισυλλεγῇς καί
πράγματι
θά συναισθανθῆς τήν ἀθλιότητά σου;...
Ἕως πότε θά
παραμένῃς κατάκοιτος στή ραθυμία,
νωθρός;
Ἀλήθεια, τί; Δέν θυμᾶσαι τό βραχύ τῆς
ζωῆς καί τή
ματαιότητα τῶν ἐγκοσμίων πραγμάτων
καί τῶν
ἀνθρωπίνων ἐπιδιώξεων; Δέν θυμᾶσαι
τήν φοβεράν
ὥραν τοῦ Θανάτου; Δέν τρέμεις ὁλόκληρη
μπροστά
στό φρικτόν Βῆμα τοῦ Σωτῆρος, τοῦ
Δικαίου Κριτοῦ ;
Ἄραγε, πῶς θά τολμήσῃς νά σταθῇς Ἐνώπιόν
Του;
Καί τί θά ἀπολογηθῇς ἤ τί θά ἀποκριθῆς
στή Χάρι Του;
Τά ἔργα σου παρευρίσκονται πρός ἔλεγχόν
σου...
Οἱ ἴδιες σου οἱ πράξεις θά σέ ἐλέγχουν καί θά σέ κατηγοροῦν.
Πῶς θά μπορέσῃς νά σταθῇς Ἐνώπιόν Του;
Λοιπόν, μαύρη κι’ ἄραχλη ψυχή μου, τρισάθλια καί ἐλεεινή,
ἔφθασε, ἐπί τέλους, ὁ καιρός τῆς Κρίσεως...
Δέν ἔχεις ἄλλη εὐκαιρία, τρέξε γρήγορα, δράμε,
πρόφθασε, μέ πίστι, φώναξε δυνατά, στό Δίκαιο Κριτή,
στό Λυτρωτή τοῦ Σύμπαντος. Ἐμπρός, μή
διστάσῃς. Ὁ
Κριτής εἶναι ὁ Χριστός, αὐτός πού
Σταυρώθηκε γιά μᾶς!
Κριτής εἶναι ὁ Σωτῆρας μας καί
συνήγορός μας...
Κριτής μας εἶναι ὁ γλυκύς καί πρᾷος Ἰησοῦς,
πού εἶναι
ἡ ζωή μας καί ἡ εἰρήνη μας, ἡ μόνη
μας μας παρηγοριά
ἡ μόνη μας ἐλπίδα, τό Φρούριόν μας,
τό μόνον ἀσφαλές
καταφύγιον. Τρέξε γρήγορα, λοιπόν, καί φώναξέ Του
δυνατά, μαύρη κι’ ἄραχλη ψυχή μου. ἑξομολογήσου τήν
εἰλικρινῆ σου μετάνοια. Φώναξε δυνατά· Ἥμαρτον,
Κύριε, ἁμάρτησα σέ Σένα, γλυκειά μου Ἄνοιξι!
Ἁμάρτησα σέ Σένα τό Θεό μου, ὤ Φῶς τῶν ὀφθαλμῶν μου!
Ἀλλά γνωρίζω πολύ καλά, Φιλάνθρωπε τήν ἀγάπη Σου
καί τήν εὐσπλαγχνίαν Σου! Γνωρίζω πολύ καλά ὅτι
Σύ καί μόνον Σύ εἶσαι ὀ Ποιμένας ὁ Καλός. Κύριέ μου,
Σέ παρακαλῶ, Σέ ἱκετεύω μή με ἀπορρίψης... Μή, Κύριε,
μή μέ χωρίσῃς τῆς ἐκ δεξιῶν Σου παραστάσεως!
Μή με διώξῃς ἀπό κοντά Σου, ὄχι
γιατί τό ἀξίζω,
ἀλλά «ἕνεκεν τῆς δόξης τοῦ Ὀνόματός
Σου, γλυκύτατέ
μου Ἰησοῦ, διά τό μέγα Σου Ἔλεος».
(ἐλεύθερη ἀπόδοσι τοῦ Δοξαστικοῦ τῶν Ἀποστίχων
τῆς Κυριακῆς τῆς Κρίσεως).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου