Δευτέρα 10 Ιουνίου 2019

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ (Ἰωάν. ζ΄37-52,η΄12).






Εἰς ἑνότητα μᾶς καλεῖ ὅλους ὁ Κύριος.



«Ἐν τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ τῇ μεγάλῃ τῆς ἑορτῆς
εἱστήκει ὁ Ἰησοῦς καί ἔκραξε λέγων· Ἐάν τις
διψᾷ, ἐρχέσθω πρός με καί πινέτω»(Ἰωάν. ζ΄ 37).



Πεῖνα καί δίψα τοῦ Χριστοῦ, λαχτάρα τῆς ψυχῆς Του, εἶναι ἡ σωτηρία μας. Καί πόθος Του εἶναι «ἵνα οἱ πάντες ἕν ὦσιν» (Ἰωάν. ιζ΄21). Μᾶς καλεῖ νά ἔλθουμε κοντά Του, μέ τή θέλησί μας, χωρίς βία, χωρίς ἐξαναγκασμό. Μπορεῖ, ὡς Παντοδύναμος, νά μᾶς ἐξαναγκάσῃ, νά ἀκολουθήσουμε τό δρόμο Του, τό δρόμο τῆς ζωῆς. Ὅμως δέν μᾶς ἐξαναγκάζει. «Οὐ βιάζεταί τινα διά τό αὐτεξούσιον». Ἦλθε στή γῆ. Ἔγινε γιά χάρι μας ταπεινός ἄνθρωπος. Ἐσταυρώθη, γιά νά μᾶς λυτρώσῃ ἀπό τόν κακό μας ἑαυτό, ἀπό τόν κόσμο καί ἀπό τόν Διάβολο. Ἐσταυρώθη, γιά νά μᾶς συφιλιώσῃ, μέ τόν οὐράνιον Πατέρα καί μεταξύ μας, «ἵνα οἰ πάντες ἕν ὦμεν», μέ τό πανάγιον αἷμα Του. «Ἐσταυρώθη δι’ ἡμᾶς καί ἑκών ἐτάφη καί Ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, τοῦ σῶσαι τά Σύμπαντα», «ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτόν  (μέ τήν καρδιά του, ἐλέυθερα, ἀβίαστα, χωρίς ἐξαναγκασμό),μή ἀπόληται, ἀλλ’ ἔχει ζωήν αἰώνιον» (Ἰωάν. γ΄ 15-16). Καί μολονότι ἀντιμετωπίζει τήν πώρωσι καί τήν ἀμετανοησία μας συνεχίζει νά μᾶς καλεῖ κοντά Του καί νά προσφέρῃ τό «ὕδωρ τό ζῶν». Καί δέν μᾶς καλεῖ ἁπλᾶ, ἀλλά κραυγάζει λέγων· «Ἐάν τις διψᾷ, ἐρχέσθω πρός με καί πινέτω».
Τό «κραυγάζειν» ἐδῶ σημαίνει τήν ἀγωνία Του, τόν πόθο Του, τή λαχτάρα τῆς ψυχῆς Του, γιά τή σωτηρία μας. Μᾶς καλεῖ νά μᾶς ἑνώσῃ μέ τό Θεό καί μεταξύ μας καί μᾶς βεβαιώνει, ὅτι μᾶς προσφέρῃ τή ζωή δωρεάν. Ἀρκεῖ νά τό θελήσουμε καί λέγει: «Ἐγώ τῷ διψῶντι δώσω ἐκ τῆς Πηγῆς τοῦ  ὕδατος ζωῆς δωρεάν» (Ἀποκ. κα΄ 6). 
«Καί ὁ διψῶν ἐρχέσθω, καί ὁ θέλων λαβέτω ὕδωρ ζωῆς δωρεάν» (Ἀποκ. κβ΄17). Μᾶς Χαρίζει τόν Παράκλητον, τό Πνεῦμα τῆς Ἀληθείας, γιά νά μᾶς διαφυλάσσῃ ἑνωμένους μέ τόν Θεόν καί μεταξύ μας, καί νά μᾶς ὁδηγῇ εἰς πᾶσαν τήν Ἀλήθειαν. Μᾶς ὑπόσχεται ὅτι θά μᾶς στείλῃ «ἄλλον Παράκλητον», τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, καί πραγματοποιεῖ τήν ὑπόσχεσί Του, γιατί πραγματικά, λαχτάρα τῆς ψυχῆς Του, εἶναι ἡ σωτηρία μας. Καί τή δίψα Του αὐτή δηλώνει πάνω ἀπό τό Σταυρό ὅταν λέγει «διψῶ» καί παρεξηγεῖται ἀπό τούς Σταυρωτές και ποτίζεται μέ «ὄξος μετά χολῆς, μεμιγμένον» (Ματθ. κζ΄34) Καί ἀμέσως μετά ὁ Κύριος θριαμβευτικά, κραυγάζει «τετέλεσται» καί διακηρύσσει ἔτσι τό αἴσιον Τέλος τῆς ἀποστολῆς Του, τήν διά τοῦ αἵματός Του κάθαρσιν καί ἀνακαίνησιν τοῦ Σύμπαντος κόσμου. Στήν Ἀποκάλυψιν κραυγάζει: «Ἰδού καινά ποιῶ τά πάντα... Γέγονεν. Ἐγώ τό Α καί τό Ω, ἡ Ἀρχή καί τό Τέλος» (Ἀποκ. κα΄5-6).


Ἡ Πηγή τῆς σωτηρίας, ὁ Χριστός, ὁ Σωτῆρας καί Λυτρωτής τοῦ Σύμπαντος κόσμου, μᾶς χορηγεῖ «τό ὕδωρ τό ζῶν, ζωρεάν», Μᾶς χαρίζει τό Ἅγιον Πνεῦμα, νά μᾶς φωτίζῃ, νά μᾶς ἁγιάζῃ καί νά μᾶς ὁδηγῇ εἰς πᾶσαν τήν ἀλήθειαν. Καί μόνον «ὁ Θέλων» λαμβάνει ὕδωρ ζωῆς δωρεάν.
Ὁ Προφήτης Ἡσαῒας, Ὀκτακόσια χρόνια πρίν ἀπό τόν ἐρχομό τοῦ Κυρίου, διαπιστώνοντας, τήν πώρωσι καί τήν ἀμετανοησία τῆς ἡμιθανοῦς ἀνθρωπότητος, τό σῶμα τῆς ὁποίας εἶναι, ἐξ αἰτίας τῶν ἁμαρτιῶν, ὁλόκληρο μιά πληγή, ἀπό τά βάθη τῶν αἰώνων προσπαθεῖ νά μᾶς ἀφυπνίσῃ καί βροντοφωνάζει σέ ὅλους μας καί μᾶς προτρέπει, νά μή χάσουμε τήν εὐκαιρία, πού μᾶς χαρίζει τό ἄπειρον Ἔλεος, ἡ Εὐσπλαγχνία τοῦ Θεοῦ. «Οἱ διψῶντες», λέγει, «πορεύεσθαι ἐφ’ ὕδωρ, καί ὅσοι μή ἔχετε ἀργύριον  βαδίσαντες ἀγοράσατε» (Ἡσ. 55,1). «Καί ἀντλήσατε ὕδωρ μετ’ εὐφροσύνης ἐκ τῶν πηγῶν τοῦ σωτηρίου» (Ἡσ. ιβ΄3). Πηγή τῆς σωτηρίας εἶν' ὁ Χριστός.
Δυστυχῶς ὅμως, διαπιστώνουμε ὅτι οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι κωφεύουν στίς κραυγές τοῦ Χριστοῦ καί στίς φωνές ἀγωνίας τῶν Ἁγίων Του. Δέν μετανοῦν ἐκ τῶν ἔργων τῶν χειρῶν αὐτῶν (παρβλ. Ἀποκ. θ΄ 20-21).Συνεχίζουν νά προσκυνοῦν τά δαιμόνια καί τά εἴδωλα...».

Ποῦ καταντήσαμε, Θεέ  μου!...
Γυρίζουμε «ξεβράκωτοι» στούς δρόμους
Χωρίς ντροπή, καί ὡραιοποιοῦμε τήν
ξετσιπωσιά, ὡς ἐλέυθερη ἔκφρασι.
Νομιμοποιοῦμε κάθε διαστροφή, καί
κάθε εἴδους ψυχοσωματική ἀνωμαλία,
ξεδιάντροπα, μέ θράσος καί ἀναίδεια,
τήν ἀποκαλοῦμε, ἰδιαιτερότητα.
 Κύριε,
Ὅποιος μιλήσῃ, γιά τιμή, γιά Ἰδανικά
γιά πίστι στό Θεό, γιά ἀγάπη στήν Πατρίδα,
γιά ἀφοσίωσι στήν Οἰκογένεια, εἶναι ρατσιστής.
Ἡ ἐπιστροφή στίς τρῶγλες καί στά σπήλαια 
εἶναι πρόοδος. Τί ντροπή, Θεέ μου!...
Πλήρης ἀνατροπή τῆς ἱεραρχίας τῶν Ἀξιῶν.
Ἡ ἀνθρωπότητα βυθίζεται ὁλοταχῶς σ’ ἕνα
Βόθρο, χωρίς πυθμένα, στό Βόρβορο τῆς
Ὕλης  καί τῆς ἀθεῒας, τοῦ Μηδενισμοῦ,
τῆς ἀρνήσεως κάθε Ἀξίας, ἠθικῆς ἤ
πνευματικῆς ἤ πρακτικῆς, τῆς ἀρνήσεως
σέ ὅλους τούς τομεῖς τῆς   ἀνθρωπίνης δράσεως,
στόν ἐξευτελισμό  τἀνθρώπου.
Κύριε, οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι, ὄχι μόνον
δέν μετανοῦν, ἀλλά καί καυχῶνται γιά τά
ἀτοπήματά τους ...
καί θεωροῦν τήν ἀσυδοσία ὡς ἐλευθερία 
καί δέν θέλουν νά καταλάβουν, πώς μόνον
«ὁ ἐλεύθερος παθῶν, εἶναι ὄντως ἐλεύθερος».



Εὔσπλαγχνε καί πολυέλεε Κύριε,
Ποιός θά μᾶς ἐλευθερώσῃ ἀπό αὐτή τή
Βαβυλῶνα; Ποιός θά μᾶς ἐξάγῃ ἀπό αὐτήν
ἐδῶ τήν κοιλάδα τοῦ Κλαυθμῶνος;
Ποιός θά μᾶς ἀνασύρῃ ἀπό τήν «ἰλύν βυθοῦ»
στήν ὀποίαν ἔχουμε ἐμπαγῆ; Ποιός θά μᾶς
ἀνασύρῃ ἀπό τό Βόρβορο, στόν ὁποῖον
ἔχουμε βυθισθῇ, ἄν ὄχι Ἐσύ, Κύριέ μου, πού
Σταυρώθηκες , γιά μᾶς; 
Ποιός ἄλλος, ἐκτός ἀπό Σένα, ἀνθρωποκυνηγέ,
μπορεῖ καί θέλει νά μᾶς λυτρώσῃ ἀπό τήν 
Ὀδύνη καί τόν πόνο;
Ποιός ἄλλος, ἐκτός ἀπό Σένα μπορεῖ καί θέλει
νά μᾶς ὁδηγήσῃ εἰς τόπον ἀναψυχῆς, «εἰς ζωῆς
πηγάς ὑδάτων; Ἐκτός ἀπό Σένα, δέν ἔχουμε,
καί δέν θέλουμε νά ἔχουμε ἄλλον κανέναν.
Σύ, Κύριε εἶσαι ἡ ζωή μας καί ἡ εἰρήνη μας.
Σύ καί μόνον Σύ εἶσαι ἠ μόνη μας καταφυγή,
ἡ μόνη μας ἐλπίδα, τό Φρούριόν μας, τό μόνον
ἀσφαλές καταφύγιον. Λυπήσου μας, Κύριε, καί
ἐλέησέ μας, ὄχι γιατί τό ἀξίζουμε, ἀλλά ἔνεκεν
τῆς δόξης τοῦ Ὀνόματός Σου. Σύ εἶσαι ὁ μόνος
Λυτρωτής, ἡ Ἀνάστασις καί ἡ Ζωή, ἡ Χαρά
ὅλων μας,  τοῦ κόσμου ἡ  μόνη Ἀλήθεια.
Ἀξίωσέ μας μας, Κύριε, πρίν νά εἶναι ἀργά, νά
ἀνοίξουμε τήν καρδιά μας, σέ Σένα, τήν Πηγήν
τῆς σωτηρίας. Νά παρακαθήσουμε παρά τούς
πόδας Σου, Κύριε, νά ἀκούσουμε τό λόγο Σου
καί νά τόν κάνουμε «πρᾶξι», ὥστε νά ἀξιωθοῦμε
νά λάβουμε «τό ὕδωρ τό ζῶν»,  «τό Πνεῦμα
τό Ἅγιον, καί ἑνωμένοι πάντες εἰς ἕν,  νά
δοξολογοῦμε καί ἀσιγήτως νά ὑμνοῦμε Σέ,
τόν Λυτρωτήν, σύν τῷ Πατρί καί τῷ ἁγίῳ
Πνεύματι, τόν Ἕνα καί μόνον Ἀληθινόν
Θεόν ἡμῶν, εἰς πάντας τούς αἰῶνας.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου