Δευτέρα 24 Ιουνίου 2019

Ο ΜΕΝ ΘΕΡΙΣΜΟΣ ΠΟΛΥΣ, ΟΙ ΔΕ ΕΡΓΑΤΑΙ ΟΛΙΓΟΙ



ΟΙ 12 Ἀπόστολοι, τό ἔργο καί ἡ ἐξουσία τους.

(Ματθ. θ΄ 36- ι΄ 1—8).



Κύριος, ὡς ἄπειρη Ἀγάπη, ἔρριξε εὐσπλαγχνικόν τό βλέμμα Του στή γῆ καί εἶδε τήν ἔσχατη ἀθλιότητα εἰς τήν ὁποίαν ἔχουμε περιέλθει, ἀπό δικό μας φταίξιμο. Ἄκουσε τούς ἀλάλητους  στεναγμούς μας καί τίς ἄναρθρες κραυγές τῆς ἀγωνίας μας. Διεπίστωσε τήν ἀδυναμία μας, νά   κόψουμε τά δεσμά μέ τήν Ὕλη, «μή δυνάμενοι ἀνακῦψαι εἰς τό παντελές». Διεπίστωσε τήν ἀδυναμία μας νά ἀνέβουμε ἄνω, πάνω ἀπό τά γήϊνα καί φθαρτά καί νά λυτρωθοῦμε ἀπό τήν, ἐξ αἰτίας τῶν ἁμαρτιῶν μας, ἐξ αἰτίας τῆς ἀπομακρύνσεως, ἀπό κοντά Του, Ὀδύνη καί τόν Πόνο, ἀπεφάσισε, ὡς Φιλάνθρωπος, καί, ὅταν ἦλθε τό πλήρωμα τοῦ χρόνου, κατέβη Ἐκεῖνος κάτω, γιά νά μᾶς λυτρώσῃ ἀπό τά δεινά καί τό Θάνατο καί νά μᾶς ἀνεβάσῃ μαζί Του στά οὐράνια, ὡς συγκληρονόμους στή Βασιλεία Του.



Ἦλθε, λοιπόν, ὁ Ἰησοῦς, ὁ Σωτῆρας, ὁ Λυτρωτής. Ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, τέλειος Θεός, γίνεται καί τέλειος ἄνθρωπος διότι «θέλει πάντας ἀνθρώπους σωθῆναι καί εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν» (Α΄Τιμόθ. β΄ 4). Ἔρχεται ὁ Ἰησοῦς κοντά μας καί, ἀθόρυβα, «ὡς αὔρα λεπτή», πλησιάζει τόν καθένα μας, ὅποιος κι’ ἄν εἶναι, ὅ,τι κι’ἄν  κάνῃ, ὅπου κι’ ἄν βρίσκεται. Καί μέ  τρυφερότητα σπογγίζει τά δάκρυά μας, ἁπαλύνει τόν πόνο μας, θεραπεύει τά τραύματά μας, μᾶς στηρίζει, μᾶς ἐνδυναμώνει, μᾶς φωτίζει, μᾶς διδάσκει, μᾶς καθοδηγεῖ καί μᾶς ἀνασταίνει ἀπό κάθε μας πτῶσι. Ὁ γλυκύς Ἰησοῦς ἔρχεται κοντά μας, «χθές καί σήμερον ὁ αὐτός καί εἰς τούς αἰῶνας» (Ἑβρ. ιγ΄ 8), καί διέρχεται τήν ζωήν αὐτοῦ διδάσκων καί κηρύσσων τό Εὐαγγέλιον τῆς Βασιλείας καί θεραπεύων πᾶσαν νόσον καί πᾶσαν μαλακίαν ἐν τῷ λαῷ» (Ματθ. θ΄ 35). Καταδέχεται δέ νά Σταυρωθῇ  Αὐτός, ἀντί ἡμῶν. Καταδέχεται νά ὑποστῇ τόν ἐπώδυνο σταυρικό Θάνατο, γιά νά μᾶς λυτρώσῃ ἀπό τό Κακό καί τήν ἁμαρτία καί νά μᾶς  διδάξῃ τήν τέλεια ἀγάπη πρός τόν Θεόν καί τόν Πλησίον. Ἔπαθε, γιά χάρι μας, «ὑπολιμπάνων ἡμῖν ὑπογραμμόν ἵνα ἐπακολουθήσωμεν τοῖς ἴχνεσιν Αὐτοῦ» (Α΄ Πέτρ. β΄21). Ἔπαθε, ἀπό ἄπειρη ἀγάπη γιά μᾶς, «ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτόν μή ἀπόληται, ἀλλ’ ἔχει ζωήν αἰώνιον» (Ἰωάν. γ΄15-16).
Καί  ἐπειδή εἶδε τούς ὄχλους, διεπίστωσε πόσο πολύ δυστυχισμένοι, ταλαιπωρημένοι καί ἀποκαμωμένοι πνευματικά  καί παραμελημένοι ἦσαν, σάν πρόβατα μή ἔχοντα ποιμένα, εἶπε στούς Μαθητάς Του, τονίζοντας τήν μεγάλην ἀνάγκην τοῦ Λαοῦ, γιά καθοδήγησι, ὅτι ὑπάρχουν πολλοί καλοπροαίρετοι ἄνθρωποι, πού εἶναι ἕτοιμοι νά δεχθοῦν τό Εὐαγγέλιον καί νά σωθοῦν  καί ὑπογράμμισε ὅτι εἶναι πολύ  ὀλίγοι οἱ  πνευματικοί
ἐργάτες, πού θά ὑπηρετήσουν εἰς τό πνευματικό αὐτό ἔργο, ὀλίγοι οἱ πνευματικοί ἐργάτες, πού θά συνεχίσουν τό δικό Του κοσμοσωτήριον ἔργον. Ζητεῖ δέ ἀπό ὅλους τούς πιστούς νά παρακαλέσουν τόν Κύριον τοῦ θερισμοῦ, τόν Οὐράνιον Πατέρα, τόν Θεόν, νά στείλῃ ἐργάτες εἰς τόν θερισμόν αὐτοῦ. Καί ἀμέσως ἀναφέρει τά ὀνόματα τῶν δώδεκα Ἀποστόλων, τούς ὁποίους ἀποστέλλει εἰς τόν κόσμον, γιά νά κηρύξουν τό Εὐαγγέλιον πάσει τῇ κτίσει (πρβλ. Ματθ. θ΄ 36- ι΄ 1-8).
Ὁ Πανάγαθος τιμᾶ τούς πιστούς Μαθητές Του,  μέ τήν ὑψίστην τιμήν, νά συνεχίσουν τό δικό Του κοσμοσωτήριον ἔργον.  Ἐφοδιάζει δέ τούς ἐργάτες τοῦ Εὐαγγελίου Του, μέ θεϊκήν ἐξουσίαν «τοῦ πατεῖν ἐπάνω ὄφεων καί σκορπίων καί ἐπί πᾶσαν τήν δύναμιν τοῦ ἐχθροῦ», τούς χαρίζει δέ «καί τήν δύναμιν νά θεραπεύουν πᾶσαν νόσον καί πᾶσαν μαλακίαν ἐν τῷ λαῷ» καί λέγει: «Κηρύσσετε λέγοντες ὅτι ἤγγικεν ἡ βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Ἀσθενοῦντας (ψυχικά καί σωματικά) θεραπεύετε, λεπρούς καθαρίζετε, νεκρούς ἐγείρετε, δαιμόνια ἐκβάλλετε». Καί, ὁ καρδιογνώστης τονίζει:  «ΔΩΡΕΑΝ ΕΛΑΒΕΤΕ, ΔΩΡΕΑΝ ΔΟΤΕ» (Ματθ. ι΄ 8).
Οἱ Ἀπόστολοι δέχθηκαν τή Χάρι καί, μέ θυσία τῆς ζωῆς τους, ἀνταποκρίθηκαν στήν ὑψηλήν τους ἀποστολήν, συνέχισαν τό κοσμοσωτήριον ἔργον, πού τούς ἀνέθεσεν ὁ Κύριος. Ἐκράτησαν τήν ὁμολογίαν τοῦ Ὀνόματος τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, καί, μέ τήν καρδιά τους, κήρυξαν τό Εὐαγγέλιον εἰς πάντα τά ἔθνη, καθοδήγησαν τό Λαό,  δίδαξαν τούς ἀνθρώπους νά τηροῦν ὅλα, ὅσα «ἐνετείλατο αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς», καί ὄχι μόνον δέν ἀρνήθηκαν τήν Πίστιν τους, ἀλλά καί ἐθυσιάσθηκαν, γιά τό ὄνομα τοῦ Κυρίου(Ματθ. κη΄ 19-20.Ἑβρ. δ΄ 15 κ. ἄ.), καί ἀξιώθηκαν «ἐν τῇ παλιγγενεσίᾳ, νά καθίσουν ἐπί δώδεκα θρόνους κρίνοντες τάς δώδεκα φυλάς τοῦ Ἰσραήλ» (Ματθ. ιθ΄ 28).
Στήν μνήμην τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων γεννῶνται τά ἐρωτήματα: Ἐμεῖς, οἱ διάδοχοι τῶν Ἀποστόλων κατά κύριον λόγον, καί ὕστερα ὅλοι οἱ Πιστοί, ἀκολουθοῦμε τά ματωμένα Χνάρια τοῦ Χριστοῦ καί τῶν Ἀποστόλων Του; Ἀνοίγουμε τήν καρδιά μας στό Χριστό; «Κρατῶμεν τῆς Ὁμολογίας»; Κηρύσσουμε τό Εὐαγγέλιον τῆς Ἀγάπης, λόγῳ καί ἔργῳ;


Εἶναι καιρός νά κατανοήσουμε ὅτι ὁ Κύριος «ἔρχεται ταχύ» καί ἀποκαλύπτει σέ ὅλους ἐμᾶς καί λέγει: «ἔρχομαι  ὡς κλέπτης ἐν νυκτί» καί συνιστᾷ στόν καθένα μας: «Κράτει ὅ ἔχεις, ἵνα μηδείς λάβει τόν στέφανόν σου» (Ἀποκ. γ΄11). Καί εἶναι καιρός νά καταλάβουμε ὅτι ὁ μόνος θησαυρός, πού ἔχουμε εἶναι ὁ Χριστός, ἡ ὀρθόδοξος Πίστις στό Χριστό, καί ἔχουμε Χρέος νά κρατᾶμε  τό Ὄνομά Του καί τήν πίστιν μας στό Χριστό, πού εἶναι ἠ ζωή μας καί ἡ εἰρήνη μας, ἡ μόνη μας καταφυγή, ἡ μόνη μας ἐλπίδα, τό Φρούριόν μας, τό μοναδικόν ἀσφαλές Καταφύγιον. Ὁ Χριστός εἶναι τό μόνον, πού μᾶς ἀπομένει. Καί Αὐτόν ὀφείλουμε νά προσέχουμε νά μήν Τόν χάσουμε, γιατί χωρίς Αὐτόν ἡ ζωή μας εἶναι ἄδεια, κενή. Εἶναι θάνατος.
Εἷναι ἀνάγκη νά καταστήσουμε τήν Ψυχή μας κατοικητήριον καί Θρόνον Θεοῦ καί, μιμούμενοι τούς ἁγίους Ἀποστόλους, νά Τόν δοξολογοῦμε καί, ἀσιγήτως, νά Τόν ὑμνοῦμεν σύν τῷ Πατρί καί τῷ ἁγίῳ Πνεύματι, εἰς πάντας τούς αἰῶνας. Ἀμήν.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου