«ΑΓΙΟΙ ΓΙΝΕΣΘΕ, ΟΤΙ ΕΓΩ ΑΓΙΟΣ ΕΙΜΙ»
Ὁ πανάγιος Θεός, ὁ ἐν ἁγίοις ἀναπαυόμενος, ὁ πάνσοφος Δημιουργός, ὁ ὁποῖος «τα πάντα ἐν σοφίᾳ ἐποίησε», ἔπλασε τόν ἄνθρωπον «κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσιν Αὐτοῦ», τοῦ χάρισε δηλαδή «νοῦν», γιά νά διακρίνῃ τό Καλόν ἀπό τό Κακόν, καί ἐλευθερίαν, ὥστε νά μπορῇ, μέ τή θέλησί του, νά ἀποφεύγῃ τό Κακόν καί νά ἐκλέγῃ τό Καλόν. Ἔχει μέσα του ἔμφυτη τή δυνατότητα, νά ἐργασθῇ, καί τή δυνατότητα νά τήν κάνῃ ἱκανότητα. Τά χαρίσματα αὐτά, τό λογικόν καί ἡ ἐλευθερία, χαράσσουν τήν πορεία Του ἀπό τό· «κατ’ εἰκόνα», εἰς τό· «καθ’ ὁμοίωσιν». Καί καλεῖ τά πλάσματά Του, νά κάμουν καλή χρῆσι τοῦ νοῦ καί τῆς ἐλευθερίας τους. Καί ὁδεύοντες ἀπό τό «κατ’ εἰκόνα», ἀπό τό «δυνάμει θεοί», νά φθάσουν εἰς τό· «καθ’ ὁμοίωσιν», δηλαδή, μέ τή θέλησί τους, μέ τή δική τους προσπάθεια, μέ τή δική τους δρᾶσι καί δραστηριότητα,νά γίνουν καί «ἐνεργείᾳ θεοί», κατά χάριν θεοί. Ἤθελε ὁ Πανάγιος Θεός, τά πλάσματά Του νά νοιώσουν τή χαρά τῆς συνδημιουργίας, γι’ αὐτό καί τίμησε τούς ἀνθρώπους μέ τή μεγάλη αὐτή τιμή, τούς ἔπλασε δηλαδή, «κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσιν Αὐτοῦ». Τούς ὑπέδειξεν ὅτι τελικός σκοπός τῆς ζωῆς τους εἶναι τό· «Γίνεσθε ἅγιοι, ὅτι ἐγώ ἅγιός εἰμι»(Α΄ Πέτρ. α΄16). Νά χρησιμοποιήσουν τά θεῖα προσόντα καί νά γίνουν ἅγιοι, μέ τή χάρι τοῦ Αγίου Πνεύματος, νά γίνουν ὅμοιοι μέ τόν Δημιουργόν καί Εὐεργέτην Θεόν.
Ὁ ἄνθρωπος ὅμως δέν κατενόησε τήν τιμήν καί δέν ἀκολούθησε τήν πορεία , πού τοῦ χάραξεν ὁ Θεός.Δέν ἀκολούθησε τήν Ὁδόν τῆς ὑπακοῆς, δέν ἀκολούθησε τήν Ὁδηγία τῆς πατρικῆς Ἀγάπης καί δέν βάδισε καί δέν βαδίζει καί σήμερα στήν Ὁδόν τῆς Ζωῆς. Κυριεύθηκε ἀπό τήν Ἐγωπάθεια, ἀπό τόν Ἑωσφορισμό καί ἀκολούθησε τό δικό του δρόμο. ὁ Προφήτης Δαυῒδ, μέ πικρία, λέγει: « Καί ἄνθρωπος ἐν τιμῇ ὤν οὐ συνῆκε, παρασυνεβλήθη τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις καί ὡμοιώθη αὐτοῖς» (Ψαλμ. 48,13).Δέν κατενόησε, ὁ δυστυχής, τήν τιμήν ὅτι δηλαδή ὁ Θεός τόν ἔπλασε «κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσιν», δέν κατενόησε τό ὕψος τῆς τιμῆς καί κατέρριψε καί ἐξίσωσε τόν ἑαυτόν του πρός τά κτήνη τά ἀνόητα, τά ὁποῖα δέν ἔχουν, ὅπως αὐτός, νοῦν καί λογικόν, καί ὡμοιώθη πρός αὐτά τόσον, ὥστε νά ζῆ σάν κτῆνος καί νά πεθαίνῃ σάν κτῆνος.
Ὁ Πανάγιος καί Φιλεύσπλαγχνος ὅμως Θεός ὅμως, ὁ ὁποῖος «πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι καί εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν» (Α΄Τιμόθ. β΄ 4), εὐσπλαγχνίζεται τά πλάσματά Του, καί ἀποστέλλει στόν κόσμο τό ἀντικείμενον τῆς ἄπειρης ἀγάπης Του. «Οὕτω γάρ ἠγάπησεν ὁ Θεός τόν κόσμον, ὥστε τόν Υἱόν αὐτοῦ τόν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτόν μή ἀπόληται, ἀλλ’ ἔχει ζωήν αἰώνιον» (Ἰωάν. γ΄16).
Εὐδοκίᾳ, λοιπόν, τοῦ Πατρός καί συνεργίᾳ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ-Πατρός, «ὁ δι’ οὗ τά πάντα ἐγένετο», ὁ Χριστός, ὁ τέλειος Θεός, γίνεται καί τέλειος ἄνθρωπος. Σαρκώνεται ἡ Ἀγάπη καί γίνεται «ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δέ Σταυροῦ» ( Φιλιπ. β΄ 6-8), Τύπος καί Ὑπογραμμός σέ ὅλους μας. Ὁ Χριστός ἔπαθε γιά μᾶς καί μᾶς ἄφησε ὑπόδειγμα τόν ἑαυτόν Του, γιά νά ἀκολουθήσουμε τά ματωμένα Χνάρια Του.
Ὁ Νέος ἄνθρωπος, ὁ Νέος Ἀδάμ, ὁ Χριστός, πού εἶναι ἡ Ὁδός καί ἡ Ἀλήθεια, ἡ Ἀνάστασις καί ἡ Ζωή, τό Φῶς καί ἡ Εἰρήνη τοῦ κόσμου, γίνεται, πρός χάριν μας, καί ἡ Ὁδός ἀπό τό· «κατ’ εἰκόνα», εἰς τό· «καθ’ ὁμοίωσιν» καί μᾶς καλεῖ νά Τόν μιμηθοῦμε, νά Τόν ἀκολουθήσουμε, μέ τή θέλησί μας, καί νά πραγματοποιήσουμε τόν τελικό σκοπό τῆς ζωῆς μας, πού εἶναι νά γίνουμε ἅγιοι, ὅπως ὁ Πατέρας μας εἶναι Ἅγιος. Ὁ Οὐράνιος Πατέρας μας μᾶς καλεῖ κοντά καί λέγει σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους :«Ἅγιοι γίνεσθε, ὅτι ἐγώ Ἅγιός εἰμι».
Καί ὁ Υἱός, «τό ἀπαύγασμα τῆς δόξης τοῦ Πατρός καί ὁ χαρακτήρ τῆς ὑποστάσεως αὐτοῦ»( Ἑβρ. α΄3), μᾶς ὁδηγεῖ καί μᾶς προτρέπει νά κατακτήσουμε τίς κορυφές τῆς πνευματικῆς τελειότητος, νά γίνουμε ἅγιοι, τέλειοι, οἰκτίρμονες, ὁπως ἀκριβῶς ἅγιος, τέλειος καί οἰκτίρμων εἶναι ὁ οὐράνιος Πατέρα μας (Ματθ.ε΄48. Λουκ. στ΄ 36). Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος μᾶς συμβουλεύει καί λέγει:
«Γίνεσθε οὖν μιμηταί τοῦ Θεοῦ ὡς τέκνα ἀγαπητά. Καί περιπατεῖτε ἐν ἀγάπῃ, (νά συμπεριφέρεσθε μέ ἀγάπη, μέ καλλοσύνη), καθώς καί ὁ Χριστός ἠγάπησεν ἡμᾶς καί παρέδωκεν ἑαυτόν ὑπέρ ἡμῶν προσφοράν καί θυσίαν τῷ Θεῷ εἰς ὀσμήν εὐωδίας» (Ἐφεσ. ε΄1-2). Νά ζοῦμε «καθώς πρέπει ἁγίοις». ὅπως ὁ Χριστός , ἔτσι κι’ ἐμεῖς. Νά ἀπεκδυθοῦμε τόν παλαιόν ἀνθρωπον καί νά ἐνδυθοῦμε τόν Νέον , τόν τέλειον ἄνθρωπον, τόν Χριστόν. Καί ὅπως ὁ Χριστός ἔγινε ὑπήκοος στόν Πατέρα, ἔτσι καί μεῖς νά ὑπακούωμεν στό Θεῖον Θέλημα. Νά νεκρώσουμε, μέ καθημερινή ἄσκησι, νηστεία καί προσευχή, τά μέλη ἡμῶν τά ἐπί τῆς γῆς. Βέβαια ἡ ἁγία ζωή προϋποθέτει θερμή Πίστι στό Χριστό, ὡς Θεόν καί Σωτῆρα τοῦ κόσμου παντός.
Γι’ αὐτόν ἀκριβῶς τό λόγο καί ὁ Χριστός μᾶς στέλνει τό Ἅγιον Πνεῦμα, «τό Πνεῦμα τῆς ἀληθείας» νά μᾶς φωτίζει καί νά μᾶς ὁδηγῇ «εἰς πᾶσαν τήν ἀλήθειαν»(Ἰωάν. ιστ΄ 13). Ἡ Χάρις βέβαια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐνεργεῖ, ἄν τό Θελήσουμε καί ὑποτάξουμε τή θέλησί μας στό Θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἡ κατάκτησις τῆς ἁγιότητος χρειάζεται δρᾶσι, ἐνέργεια, ἐργασία καί ἀπόλυτη ὑπακοή στίς πανάγιες ἑντολές τοῦ Θεοῦ, τίς ἑντολές τῆς ἁγάπης Του σέ ὅλους ἐμᾶς τούς ἀχρείους δούλους Του.
Χρειάζεται ὅχι μόνον νά πιστέψουμε
καί νά ἀνοίξουμε τήν καρδιά μας στό Χριστό, ἀλλά καί νά ἐγκολπωθοῦμε τό Εὐαγγέλιον
τῆς ἀγάπης Του καί νά τό κάνουμε «πρᾶξι» στήν καθημερινή μας ζωή καί
κατά τό ὐπόδειγμα τοῦ Χριστοῦ νά ἀγαπᾶμε και τούς ἐχθρούς μας, νά προσευχώμαστε
δέ καί γιά τούς Σταυρωτές μας. Ἔτσι καί μόνον ἔτσι θά ἀγαπήσουμε τόν Χριστό. Καί μόνον μέ πράξεις ἀγάπης,
θά μπορέσουμε νά ὁμολογήσουμε τήν Πίστι μας στό Χριστό. Σημειώνω δέ ὅτι ἡ ὁμολογία
τῆς Πίστεώς μας στό Χριστό, εἶναι ἀπαραίτητος ὅρος πρός κατάκτησιν τῆς ἁγιότητος.
Ἡ Ὁμολογία προϋποθέτει τέλεια ἀγάπη στό Χριστό καί ἀπομάκρυνσιν ἀπό κάθε τί,
πού μᾶς ἐμποδίζει τήν ἕνωσί μας μέ τό Κύριον. Εἶναι δέ βέβαιον ὅτι ἐκεῖνος, πού
ἀγαπᾶ πάνω ἀπό ὅλους καί ἀπό ὅλα τόν Χριστόν καί ὁμολογεῖ τήν Πίστιν του χωρίς
νά λογαριάζῃ τούς κινδύνους καί τούς διωγμούς, αὐτός πράγματι θά βαδίζει ἀπό
τό· « κατ’ εἰκόνα» εἰς τό· «καθ’ ὀμοίωσιν» καί ὁ Χριστός
θά βραβεύσῃ τόν ἀγῶνα του. Μᾶς βεβαιώνει ὁ Κύριος λέγων ὅτι: «πᾶς ὅστις ὁμολογήσει
ἐν ἐμοί ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων (πού διώκουν τήν Πίστι), ὁμολογήσω
κἀγώ ἐν αὐτῷ ἔμπροσθεν τοῦ Πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς. Ὅστις δ’ ἄν ἀρνήσηταί με
ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ἀρνήσομαι αὐτόν κἀγώ ἔμπροσθεν τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς»(Ματθ.
ι΄ 32-33).
Οἱ Ἅγιοι Πάντες κατενόησαν τή μεγάλη σημασία καί τήν ἀξία τῆς Πίστεως καί πίστεψαν στό Χριστό, λάτρεψαν τόν Κύριον ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ. Τόν λάτρεψαν ὄχι μέ τά χείλη μόνον, ἀλλά μέ τήν καρδιά τους καί ὁμολόγησαν τήν πίστι τους. Ὑπέστησαν φρικτά μαρτύρια, ἀλλά δέν λίγησαν. Μέ χαρά ἐθυσίασαν καί αὐτήν ἀκόμη τή ζωή τους, γιά τόν Ἠγαπημένο τους. Ἀξιώθηκαν μέ τή χάρι τοῦ Θεοῦ καί ὁμολόγησαν τήν πίστι τους καί κατόρθωσαν τήν πνευματική τους τελείωσι.
Ὁ Κύριος «ἡρπάγη πρός τόν Θεόν καί πρός τόν θρόνον αὐτοῦ», ἀλλά δέν μᾶς ἀφήνει μόνους. Εἶναι παντοτινά μαζί μας. Μᾶς στέλνει δέ καί τό Ἅγιον Πνεῦμα νά μᾶς ὁδηγῇ. Λοιπόν καί μεῖς ὀφείλουμε νά ἀποθέσουμε κάθε βιοτική μέριμνα καί κάθε ἁμαρτία καί μέ ὑπομονή νά τρέχωμεν τόν ἀγῶνα πού προβάλλει μπροστά μας, ἔχοντες πάντοτε τό βλέμμα μας στραμμένο στόν ἀρχηγόν τῆς Πίστεώς μας, στό Χριστό, πού μᾶς στερεώνει καί μᾶς τελειοποιεῖ στήν Πίστι καί μᾶς βοηθεῖ, τελοῦντες ἁγιωσύνην ἐν φόβῳ Θεοῦ, νά γίνουμε ἅγιοι, ὅπως εἶναι ἅγιος ὁ Πατέρας μας ὁ ἐν τοῖς Οὐρανοῖς. «Ἀφορῶντες εἰς τόν τῆς Πίστεως Ἀρχηγόν καί τελειωτήν Ἰησοῦν ἄς προσέχουμε, λοιπόν, μέ κάθε μας λόγο καί μέ κάθε μας ἔργο νά δοξάζουμε τόν Τριαδικόν Θεόν, τόν σωτῆρα καί Εὐεργέτην τῶν ψυχῶν ἡμῶν, διότι Σ’ αὐτόν καί μόνον Σ’ Αὐτόν ἀνήκει ἡ τιμή ἡ δόξα καί τό Κράτος εἰς τούς αἰῶνας . Ἀμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου