ΑΝΑΣΤΑ, ΤΙ ΚΑΘΕΥΔΕΙΣ;
Εἶναι διαπιστωμένο, ἐκ τῶν πραγμάτων, καί δέν εἶναι ὑπερβολή, ἄν
ποῦμε, ὅτι μέρα μέ τή μέρα ὅλο καί περισσότερο ἀπομακρυνόμαστε ἀπό τήν Πηγήν τοῦ
ζῶντος Ὕδατος, ἀπό τόν Ἕνα καί Μόνον Ἀληθινόν Θεόν καί βυθιζόμαστε «εἰς ἰλύν
βυθοῦ», εἰς τόν Βόρβορον τῶν βρωμερῶν μας Παθῶν. Εἴμαστε πράγματι «δέσμιοι
τῆς γῆς», «δέσμιοι σκότους καί αἰχμάλωτοι ἀξημέρωτης νύκτας. Μᾶς
κυβερνάει «τό σαρκικό φρόνημα, πού εἶναι ἔχθρα εἰς Θεόν» καί
φέρει στήν ψυχή καί τή ζωή μας τό Θάνατο. Σέ καθημερινή βάσι, τρῶμε τίς σάρκες
μας, κατασπαράσσουμε τούς ἀδελφούς μας. «Πετρῶσαν’ οἱ καρδιές», «ἐψύγει ἡ ἀγάπη
τῶν πολλῶν», γι αὐτόν ἀκριβῶς τό λόγο καί στέκεται ὁ ἕνας ἀπέναντι στόν ἄλλον,
σάν ἐχθρός, «der Mensch dem Menschen gegenueber steht», λέγει ὁ Σίλλερ. Δηλαδή:
«Ζοῦμε, σέ μιά ἐποχή, πού τό νά βλάψῃς ἄλλον,
εἶναι πρᾶξι ἐπαινετή καί καί ὅταν κάνῃς
τό Καλό,
οἱ πιό πολλοί σέ παίρνουν γιά τρελλό»,
λέει ὁ Σαίξπηρ.
«Ἐγκαταλείπουμε τό Θεό καί ὀρύσσουμε λάκκους συντετριμμένους, οἵ οὐ δυνήσονται ὕδωρ συνέχειν» (Ἱερμ.β’13). Γι’αὐτό, εἶναι πικρό καί τό νερό, πού πίνουμε καί τό ψωμί, πού τρῶμε «ἄρτος Ὀδύνης»(Ψαλμ.126,2). Ἡ συμπεριφορά μας, χωρίς ἀμφιβολία, εἶναι ἀρρωστημένη, εἶναι προβληματική, εἶναι σχιζοφρενική συμπεριφορά. Καί εἶναι καιρός νά συνειδητοποιήσουμε ὅλοι ὅτι πήραμε τή ζωή μας λάθος, καί νά ἀλλάξουμε ζωή. ΟΛΟΙ εἴμαστε ἐκτός ἑαυτοῦ, τρελλάρες, τρελάρες...
Ἄνοιξε, Κύριε, τούς Καταρράκτες τοὐρανοῦ, γιά νά ξεπλύνῃς τίς ντροπές... Καθάρισε, Ἄχραντε, τή λάσπη ἀπ’ τήν ψυχή μας! Κύριέ μου Ἰησοῦ, «ὡς πῦρ καταναλῖσκον», κάψε τά ἄχυρα τῶν ἔργων μας, φώτισε τά σκοτάδια μας! Στερέωσε, Κύριε, τή σαλεμένη μας καρδιά, ἐπί τήν πέτραν τῶν Ἐντολῶν Σου καί δώρησε σέ ὅλους μας τό Χάρισμα «τῆς μετανοίας» πρός ἐπιστροφήν!
Εἷναι καιρός ὁ κάθε ἕνας ἀπό μᾶς, νά ἔλθῃ εἰς ἑαυτόν, ὅσο εἶναι καιρός, πρίν νά εἶναι ἀργά, πρίν καταστραφοῦμε τελειωτικά. Ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία μᾶς καλεῖ, τήν κατανυκτικήν αὐτήν περίοδον τοῦ Τριῳδίου, νά ξυπνήσουμε, νά περισυλλεγοῦμε καί νά κάνουμε ἕναν ἐνσυνείδητον αὐτοέλεγχον, νά ἔλθουμε σέ αὐτογνωσία καί σέ εἰλικρινῆ μετάνοια καί Ἐξομολόγησι. Μᾶς καλεῖ ἡ Ἐκκλησία νά εἰσέλθουμε εἰς τό στάδιον τῶν ἀρετῶν, εἰς Γυμνασίαν πρός εὐσέβειαν. Νά ἀναλάβουμε τόν πνευματικόν ἀγῶνα τῆς νηστείας, ἥτις ἐκτέμνει ἀπό καρδίας πᾶσαν κακίαν. Μᾶς καλεῖ νά ἀνοίξουμε τήν καρδιά μας στό Χριστό, νά ἐγκολπωθοῦμε τό Εὐαγγέλιον τῆς Ἀγάπης Του καί νά τό κάνουμε «Πρᾶξι», στήν καθημερινή μας. Καί μέ Προσοχή, Προσευχή, νῆψι καί ἐγρήγορσι, ἄγρυπνοι καί προσεκτικοί νά ἀκολουθοῦμε τά ματωμένα Χνάρια τοῦ Χριστοῦ. Νά περιπατοῦμε ἐν ἀγάπῃ, διότι μόνον ἔτσι, θά μεταβάλουμε αὐτόν τόν κόσμον, αὐτό «τό Χοιροστάσι», «αὐτήν ἐδῶ τήν Κόλασι», σέ Παράδεισο τῆς τρυφῆς.
Ὁ Ἱερός ὑμνῳδός κρούει τόν κώδωνα τοῦ
κινδύνου, ὥστε νά ξυπνήσουμε ἀπό τόν ὕπνο τῆς ἁμαρτίας, τῆς ἀκηδίας, τής
ἀδιαφορίας, τῆς ἀμέλειας, καί νά μᾶς φέρῃ σέ συναίσθησι τοῦ χρέους καί νά
καταλάβουμε ὅτι «ὑπέρ πάντα ἡ ἐπιμέλεια ἡ ἐπιμέλεια καί ἡ τελείωσις τῆς
ψυχῆς. Ἔστι ψυχή παντάπασιν ἀθάνατον καί ἀνώλεθρον». Νά ἐννοήσωμεν «τό
βραχύ τῆς ζωῆς καί τήν ματαιότητα τῶν ἐγκοσμίων πραγμάτων καί τῶν ἀνθρωπίνων ἐπιδιώξεων».
Νά λατρεύσωμεν τόν Χριστόν, «ἐν
πνεύματι καί ἀληθείᾳ». Καί νά περιμένουμε, μέ λαχτάρα καί χαράν
τόν ἔνδοξον Ἐρχομόν Του. κατά τόν ὁποῖον θά κρίνῃ ζῶντας καί νεκρούς καί θά ἀποδώσῃ
στόν καθένα ἀνάλογα μέ τά ἔργα του:
«Ψυχή μου, ψυχή μου, ἀνάστα, τί καθεύδεις; Ψυχή μου ταλαίπωρη, τί κάνεις; Κοιμᾶσαι; Ξύπνα, ὅσο εἶναι καιρός. Τό τέλος ἐγγίζει, καί μέλλεις θορυβῆσθαι· Πλησιάζει τό Τέλος τῆς ἀνομίας. Ἔρχεται ὁ Κριτής καί κανείς δέν γνωρίζει ἀκριβῶς πότε ἔρχεται. Ἔρχεται δέ ὡς κλέπτης ἐν νυκτί, ὡς ἀστραπή, διά τοῦτο γρηγορεῖτε. Ὑπάρχει τρόπος νά μή θορυβηθῇς, ἄν προετοιμασθῇς, ἀν ἐγκαίρως μετανοήσης. Ἀνάνηψον οὖν, ἵνα φείσηταί σου Χριστός ὁ Θεός, ὁ Πανταχοῦ Παρών καί τά πάντα πληρῶν».
Πρόφθασε, λοιπόν, ἀνάκτησε την
πνευματικήν σου διαύγεια, ξύπνησε καί ἀνάκτησε ὀρθήν κρίσιν καί μετανόησε εἰλικρινά, γιά νά σέ
λυπηθῇ καί νά σέ ἐλεήσῃ ὁ Κύριος, πού εἶναι ὁ Πανταχοῦ Παρών καί τά πάντα Πληρῶν.
Γλυκύτατέ μου Ἰησοῦ, σύ ὁ Ποιμήν ὁ Καλός, Σύ πού
θυσίασες τήν ψυχήν Σου, γιά τά λογικά Σου πρόβατα, λύπήσου με Πολυεύσπλαγχνε
καί Οἰκτίρμων...
«Ἡ Καρδία μου πρός Σέ , Λόγε, ὑψωθήτω·
καί οὐδέν θέλξει με τῶν τοῦ κόσμου τερπνῶν, πρός χαμαιζηλίαν». Δός μου τή Χάρι Σου νά μή με δελεάσουν τά τερπνά τοῦ κόσμου τούτου, ὥστε νά μή γινωμαι ἀπρεπής καί γελοῖος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου