Γιά
τόν ἁπλό Λαό ὁ Χριστός ἦταν ὁ Ἀληθινός
Μεσσίας, ὁ «πανακής ἰατρός», τό μόνον ἀσφαλές καταφύγιον. Κοντά Του, οἱ ταλαιπωρημένοι αὐτοί ἄνθρωποι, ἔνοιωθαν ὄμορφα, εὕρισκαν παρηγοριά. Ἔτρεξαν κοντά Του
νά βροῦν ἀνάπαυσι, ὅπως πάντα. Τόν ἀκολούθησαν
πεζοί, γιά νά ἀκούσουν τόν ζωοποιό Του λόγο, νά παρηγορηθοῦν. Ὁ Χριστός
δέν ἔμεινε στό ἐρημικό Του καταφύγιον. Ὁ
Καρδιογνώστης ἦλθε κοντά στόν πονεμένο αὐτό
λαό καί ὅταν εἶδε τό πλῆθος τό συμπάθησε πολύ καί θεράπευσε ἀμέσως τούς ἀρρώστους
αὐτῶν.
Μᾶς εὐσπλαγχνίζεται ὁ Μακρόθυμος. Ἐξ ἄλλου, γι’ αὐτόν ἀκριβῶς τό λόγο ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, τέλειος Θεός, ἔγινε και τέλειος ἄνθρωπος καί ἦλθε κοντά μας. Ἦλθε, καί ἔρχεται, «χθές καί σήμερον ὁ αὐτός καί εἰς τούς αἰῶνας», γιά νά σπογγίσῃ τά δάκρυά μας, νά ἁπαλύνῃ τόν πόνο μας, νά θεραπεύσῃ τά τραύματά μας καί νά μᾶς ἀνασύρῃ ἀπό τήν «ἰλύν βυθοῦ» εἰς τήν ὁποίαν ἔχουμε ἐμπαγῆ. Ἔρχεται καί φωτίζει τά σκοτάδια μας, κηρύττει τό ζωοποιό Του λόγο καί ἀνασταίνει τούς νεκρούς τῇ ἁμαρτίᾳ, ὅλους ἐκείνους πού Τόν δέχονται καί ἀκοῦνε τό λόγο Του.
Ὅταν στήν ἔρημο εἶδε τόσο πολύν ὄχλον συγκεντρωμένο, ἀφοῦ πρῶτα θεράπευσε ὅλους τούς ἀρρώστους, ἄρχισε νά τούς τρέφει πνευματικά, μέ τό Θεϊκό Του λόγο, πού πραγματικά εἶναι τροφή καί τρυφή τῆς ψυχῆς , ἴαμα , θεραπεία. Καί ὅταν ἄρχισε νά βραδυάζῃ τόν πλησίασαν οἱ ἁπλοϊκοί ψαράδες, οἱ Μαθηταί του, μέ καλή προαίρεσι, ἀλλά χωρίς περίσκεψι. Καί τό λέγω αὐτό, γιατί ζοῦσαν μαζί Του ἔβλεπαν μέ τά μάτια τους τόσα θαύματα καί παρά ὅλα αὐτά δέν μποροῦσαν νά καταλάβουν τή Χάρι Του καί τή δύναμί Του, διότι ἀκόμη δέν εἶχαν λάβει τό Ἅγιον Πνεῦμα. Τόν πλησίασαν καί τοῦ εἶπαν: Κύριε, ἔρημός ἐστιν ὀ τόπος καί ἡ ὥρα ἤδη παρῆλθεν· ἀπόλυσον τούς ὄχλους, ἵνα ἀπελθόντες εἰς τάς κώμας ἀγοράσωσιν ἑαυτοῖς βρώματα» (Ματθ. ιδ΄15).Ἀνθρώπινες σκέψεις, φοβοι, ἀστόχαστες ἀνησυχίες, καί κανένα οὐσιαστικό, θυσιαστικό ἐνδιαφέρον, γιά τούς δυστυχεῖς αὐτους συνανθρώπους τους. Ἀκολουθοῦν τήν εὔκολη λύσι. Ἀναρωτήκαν ἄραγε ἄν εἶχαν τή δυνατότητα νά ἀγοράσουν τροφές;
Τονίζουν
στό Χριστό ὅτι εἶναι ἔρημος ὁ τόπος. Σκέφθηκαν μήπως ὁ Χριστός τούς καρατάει κοντά Του, γιά νά μᾶς διδάξῃ ποιό εἶναι τό ΧΡΕΟΣ ΜΑΣ;
Δεν εἶχαν καταλάβει ὅτι εἶχαν ἀνάμεσά τους τό Χριστό, τόν «δι’ οὗ τά πάντα ἐγένετο». Εἷναι δυνατόν νά λέμε ἔρημο τόν τόπο ὅπου ὑπάρχει Χριστός; Ὅπου ὑπάρχει ὁ Χριστός εἶναι Παράδεισος. Ὑπάρχει ἡ Ἀγάπη Του. πού δίνει ζωή, χαρά, σιγουριά, ἀσφάλεια, τά πάντα. Ἔρημος εἶναι ὁ τόπος , ὅπου ἀπουσιάζει ὁ Χριστός. Ὁ Κύριος δίνει νόημα, περιεχόμενο στή ζωή μας. Ἐρημιά ὑπάρχει ὅπου δέν ὐπάρχει γνήσια ἀγάπη. Καί σήμερα, δυστυχῶς, στήν ἐποχή μας, ζοῦμε ἔντονα τήν παγωνιά τῆς ἐρημιᾶς, γιατί ἔχουμε κλείσῃ ἔξω ἀπό τήν καρδιά μας τό Χριστό καί τό Εὐαγγέλιον τῆς Ἀγάπης Του.
Ἴσως
νά ἐπέτρεψεν ὁ Κύριος οἰκονομικά, νά ἐκφράσουν οἰ Μαθηταί τήν ἀνησυχία τους,
γιά νά οἰκοδομήσῃ ὅλους ἐμᾶς, καί νά μᾶς δώσῃ τήν ὀρθή λύσι τοῦ προβλήματος
τῆς διατροφῆς μας καί πῶς μποροῦμε νά ἐξαλείψουμε τήν Κοινωνική Ἀδικία.
Σημειώνω ἐδῶ ὅτι ὁ Κύριος ἱδρύει τή Νέα ζωή, τή Ζωή τῆς Χάριτος. Ἱδρύει τήν Κοινωνίαν τῶν προσώπων, τήν Κοινωνίαν τῶν Ἁγίων, τήν Ἐκκλησίαν Του, στήν ὁποίαν οἱ πιστοί είναι ἐνωμένοι μέ τήν ἀγάπη καί τῶν ὁποίων ἡ καρδία καί ἡ ψυχή εἶναι μία καί ἀνάμεσά τους δέν ὑπάρχει κανείς ἐνδεής(Πράξ. δ΄ 32-34).
Ὅταν οἱ Μαθηταί Τοῦ ἀνακοίνωσαν τήν ἀνησυχία τους , δέν τούς ἐπέπληξε, ἀλλά δίνει λύσι στό πρόβλημά τους καί τούς εἰσάγει στή Νέα Ζωή. Καί τονίζει σέ ὅλους ἐμᾶς. τούς Μαθητάς Του, ὅλων τῶν αἰώνων, τό ΧΡΕΟΣ, πού ἔχουμε ἔναντι τῶν ἀδελφῶν μας, τῶν συνανθρώπων μας. Καί λέγει ὡς Θεός: «Οὐ χρείαν ἔχουσιν ἀπελθεῖν· δότε αὐτοῖς ὑμεῖς φαγεῖν» (Ματθ. ιδ΄16). Οἱ Μαθηταί ἀκόμη δέν καταλαβαίνουν καί αἰτιολογοῦν τήν πρότασί τους. Καί λένε ἀκριβῶς , ὅ, τι λέμε ὅλοι οἱ μικρόψυχοι ὅλων τῶν αἰώνων. Δέν φθάνουν αὐτά πού ἔχουμε. Εἶναι λίγα. «Οὐκ ἔχομεν ὧδε εἰ μή πέντε ἄρτους καί δύο ἰχθύας».
Καί εὐλόγησεν ὁ Χριστός τούς πέντε ἄρτους καί τούς δύο ἰχθύας. Καί, μέ τή Χάρι καί τήν Εὐλογία τοῦ Χριστοῦ, «ἔφαγον πάντες καί ἐχορτάσθησαν, καί ἦραν τό περισσεῦον τῶν κλασμάτων δώδεκα κοφίνους πλήρεις. Οἱ δέ ἐσθίοντες ἦσαν ἄνδρες ὡσεί πεντακισχίλιοι, χωρίς γυναικῶν καί παιδίων» (Ματθ. ιδ΄ 20-21).
Καί
μή μοῦ πῆς· Ἐγώ δέν εἶμαι Χριστός, νά πολλαπλασιάζω μέ τήν προσευχή μου τά ἀγαθά
μου, ὥστε νά φθάνουν, γιά ὅλο τόν κόσμο.
Κάνεις
λάθος. Τά ἀγαθά δέν εἶναι δικάσου. εἶναι τοῦ Θεοῦ. Καί στήν παραγματικότητα, ἡ ψυχή σου εἶναι ἄδεια. Δέν ἔχεις ἀγάπη καί γίνεσαι στενόκαρδος.
Καί
πρῶτα ἀπό ὅλα ἄς καταλάβουμε ὅτι τά ἀγαθά πού ἔχουμε δέν εἶναι δικά μας. Εἶναι
τοῦ Θεοῦ ἐμεῖς εἴμαστε Οἰκονόμοι τῶν ἀγαθῶν τοῦ Θεοῦ. Διαχειριστές καί μάλιστα προσωρινοί, διαβάτες
καί φεύγοντας δέν παίρνουμε τίποτε μαζί μας.
Ἐπειτα ὁ Χριστός ἔγινε ἄνθρωπος, γιά νά γίνουμε ἐμεῖς θεοί, κατά Χάριν. Καί οἱ πιστοί βαπτιζόμαστε στό Ὄνομά Του καί ἐνδυόμεθα τόν Χριστόν. Τί σημαίνει αὐτό; Μᾶς δίνει τή χάρι καί τήν ἐξουσία νά γίνουμε παιδιά τοῦ Θεοῦ, καί ἐνδυόμενοι τόν Χριστόν σημαίνει νά περιπατοῦμε ἐν ἀγάπῃ, νά ζοῦμε σάν τόν Χριστό. Νά ἀντλοῦμε δύναμι καί Χάρι, διά τῆς ἀδιαλείπτου ἐπικοινωνίας μας μέ τόν Θεόν Πατέρα, καί νά ἐπιτελοῦμεν ἁγιωσύνην ἐν φόβῳ Θεοῦ. Νά ἐκτελοῦμε τό ΧΡΕΟΣ, πού μᾶς ἀναθέτει ὁ Κύριος. Νά μοιραζώμαστε μέ τούς ἀδελφούς τά ἀγαθά, ὑλικά καί πνευματικά, πού μᾶς χάρισεν ὁ Κύριος.
Οἱ ἐμπειρίες τῶν Ἁγίων μᾶς ὁδηγοῦν στή ἐπιτέλεσι τοῦ ΧΡΕΟΥΣ. Ὁ Θεός μᾶς παρακολουθεῖ καί πολλαπλασιάζει τά ἀγαθά ὅταν τά μοιραζώμαστε μέ τούς ἄλλους. Τό ἀντίθετο συμβαίνει ὅταν δέ ἔχουμε ἔλεος, ὅταν δέν ἔχουμε εὐσπλαγχνίαν.
Ἡ
Εὐσπλαγχνία καί τό ἔλεος εἶναι καί ἀπόδειξις τῆς Πίστεώς μας.
Ὁ
Ἅγιος Ἰάκωβος ὁ ἀδελφόθεος λέγει: «Τί τό ὄφελος ἀδελφοί μου, ἐάν πίστιν λέγῃ
τις ἔχειν. ἔργα δέ μή ἔχῃ; Μή δύναται ἡ πίστις σῶσαι αὐτόν; Ἐάν ἕνας ἀδελφός ἤ
μία ἀδελφή δέν ἔχουν ἐπαρκῆ ἐνδύματα καί στεροῦνται τῆς καθημερινῆς τροφῆς,
τούς πῇ δέ κάποιος ἀπό σᾶς: «Πηγαίνετε στό καλό , ζεσταθῆτε καί χορτασθῆτε» καί
δέν τούς δώσετε ἐσεῖς τά ἀναγκαῖα γιά τό σῶμα, ποιά ἡ ὠφέλεια; Ἔτσι καί ἡ πίστις, ἐάν δέν ἔχει ἔργα εἶναι νεκρή...»(Ἰακ. β΄ 14-26).
Ὅποιος μέσα στήν καρδιά του ἔχει τόν Χριστόν συμπεριφέρεται σάν τό Χριστό. Τρέφει καί χορταίνει κάθε πεινασμένο καί ἐνδύει τόν πτωχό, πρός δόξαν Θεοῦ, ἔχει δέ τήν Χάρι καί τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ. Εὐλογεῖ καί πολλαπλασιάζει ὁ Θεός τά ἔργα του καί τά ἀγαθά «καί πάντα, ὅσα ἄν ποιῇ, κατευοδοθήσεται» (Ψαλμ. α΄ 3).
Ἡ
Κοινωνική Δικαιοσύνη θά πρέπει νά γεννηθῇ μέσα μας. Εἶναι πίστις. Εἶναι Ζωή.
Δέν εἶναι κούφιες θεωρίες. Ὅταν δέν διώχνουμε ἀπό κοντά μας τούς ἐνδεεῖς
συνανθρώπους μας, ἀλλά, μέ χαρά, μοιραζόμαστε μαζί τους τά ἀγαθά, πού μᾶς
χάρισεν ὁ Θεός, τότε πραγματικά ἐξαλείφουμε τήν Κοινωνική Ἀδικία ἀπό τή ζωή μας
καί δοξάζουμε τόν Δωτῆρα τῶν ἀγαθῶν, στόν Ὁποῖον ἀνήκει ἡ τιμή, τό κράτος καί ἡ
δόξα εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Ο Χριστός αγάπη εστι. Οι ποιούντες το θέλημα αυτού άγγελοι εστι. Τα πάντα δι αυτού γεγονασι, ότι αδελφοί αυτού εσμέν. Και δι αυτού τα πάντα πιούμε. Γένοιτο. Με θ ημών ο υιός του Θεού εστι.
ΑπάντησηΔιαγραφήΌταν υπάρχει αγάπη όλα στη ζωή μας γίνονται απλά και πιο εύκολα..Μας το διδάσκει ο Χριστός με το παράδειγμα του Αρκεί να το ακολουθούμε..Ευτυχώς που έχουμε κι εσάς και κάθε φορά μας ξυπνάτε με τις αναρτήσεις..Αρκεί να τις διαβάζουμε. Σας ευχαριστούμε..
ΑπάντησηΔιαγραφή