Τετάρτη 5 Μαΐου 2021

« ΟΤΙ ΕΩΡΑΚΑΣ ΜΕ ΠΕΠΙΣΤΕΥΚΑΣ;»

                              



                         «ΜΑΚΑΡΙΟΙ ΟΙ ΜΗ ΙΔΟΝΤΕΣ

                          ΚΑΙ ΠΙΣΤΕΥΣΑΝΤΕΣ»(Ἰωάν.κ΄29).

 

Στό  Θαβώριον Ὄρος, πρό τοῦ Πάθους, ἀπεκάλυψε στους τρεῖς Μαθητάς, μία ἀκτίνα τῆς Θεότητός Του, ὥστε, νά μή λιποψυχίσουν καί χάσουν τό θάρρος τους καί τήν πίστιν τους, ὅταν τόν δοῦν νά πάσχει, ὡς ἄνθρωπος, κρεμασμένος στό Σταυρό. Πρίν ἀπό τό Πάθος Του, γιά τόν ἴδιο λόγο, τούς προαναγγέλλει τά Πάθη καί τούς βεβαιώνει ὅτι «τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἀναστήσεται» (Ματθ. κ΄ 18-19).Ἐξάλλου οἱ Μαθηταί ἦσαν αὐτόπται μάρτυρες τῶν θαυμασίων τοῦ  Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, διότι μαζί τους «διέρχεται τήν ζωήν αὐτοῦ εὐεργετῶν, κηρύσσων τό Εὐαγγέλιον τῆς Βασιλείας καί θεραπεύων πᾶσαν νόσον και πᾶσαν μαλακίαν ἐν τῷ λαῷ» (Ματθ. δ΄23). Εἶναι οἱ μόνοι, πού δέν θἄπρεπε νά λιποψυχίσουν, οἱ μόνοι, πού δέν θἄπρεπε νά χάσουν τό θάρρος καί τήν πίστι τους στόν Κύριον. Δυστυχῶς ὅμως παρ’ ὅλη τήν ὁμολογία τους στή Θεότητά Του, μολονότι πρίν λίγο, μπροστά στά μάτια τους ἀνέστησε τόν τετραήμερον, σεσηπότα Λάζαρον, ὁ μέν Ἰούδας Τόν προδίδει «ἀντί τριάκοντα ἀργυρίων», Πέτρος, «Τόν ἀρνεῖται τρίς» καί οἱ ἄλλοι κρύπτονται «διά τόν φόβον τῶν Ἰουδαίων». Ἴσως ὁ μεγάλος πόνος τοῦ ἀποχωρισμοῦ καί τά ἀνερμήνευτα, τά «ὑπέρ λόγον καί ἔννοιαν», Πάθη Του, θόλωσαν τό μυαλό τους καί ἄφησαν μόνον τον Διδάσκαλόν Τους(;).

Κοντά Του μένουν ἡ Παναγία Μητέρα Του, ὀ ἀγαπημένος Μαθητής ὁ Ἰωάννης και οἱ Μυροφόρες γυναῖκες καί συνσταυρώνονται μαζί Του. Ἀπέθανε ὡς ἄνθρωπος. Ἀνέστη ὡς Θεός.

Ὅμως ὁ Εὔσπλαγχνος καί Μακρόθυμος, ὁ Κύριος τῆς Ζωῆς καί τοῦ Θανάτου, ἡ Ἀνάστασις καί ἡ Ζωή, ὁ Ἐξουσιαστής, ὁ Ἰσχυρός Θεός, ἑκουσίως ἔπαθεν ὡς ἄνθρωπος και ἐπειδή οὐκ ἦν δυνατόν κρατῆσθαι ὑπό τής φθορᾶς τον Ἀρχηγόν τῆς Ζωῆς», ΑΝΕΣΤΗ ΩΣ ΘΕΟΣ. Καί ἔσπευσε νά μεταδώσῃ τό Φῶς καί τή Χαρά τῆς Ἀναστάσεώς Του στήν Παναγία Μητέρα Του, τόν ἀγαπημένο Του μαθητή, τόν  Ἰωάννη, στή Μαρία τή Μαγδαληνή καί στις Μυροφόρες γυναῖκες καί στούς ἄλλους Μαθητές Του, πού ἦσαν κρυμμένοι στό ὑπερῶον διά τόν φόβον τῶν Ἰουδαίων. Κατανοεῖ τό εὐόλισθον τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως και μακροθυμεῖ. Φανερώνεται δέ καί στόν Πέτρο. Ὁ Καρδιογνώστης γνωρίζει τίς ἀνθρώπινες ἀδυναμίες, καί τά ἐσώτατα βάθη τοῦ κάθε ἀνθρώπου.

«Καί κατά τήν ἑσπέραν τῆς ἡμέρας ἐκείνης, τῆς πρώτης ἡμέρας τῆς ἑβδομάδος, την ὁποίαν ἐμεῖς ὀνομάζουμε Κυριακή,  Ἀνέστη ὁ Κύριος, καί τῶν θυρῶν κεκλεισμένων, ἐκεῖ ὅπου ἦσαν οἱ Μαθητές συγκεντρωμένοι, διά τον φόβον τῶν Ἰουδαίων, ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς και στάθηκε στο μέσον καί τούς λέγει: «Εἰρήνη ὑμῖν», ἡ εἰρήνη νά εἶναι μαζί σας. Καί ἀμέσως τούς ἔδειξε τά Χέρια Του και την πλευρά Του. Οἱ Μαθηταί χάρηκαν, ὅταν εἶδαν τον Κύριον. Ὁ Ἰησοῦς τούς εἶπε πάλιν, «εἰρήνη να εἶναι μαζί σας». Καθώς ἔστειλε ἐμέ ὁ Πατέρας καί ἐγώ στέλνω ἐσᾶς, νά συνεχίσετε τό κοσμοσωτήριόν μου ἔργο. Καί λέγοντας αὐτό ἐφύσησε εἰς τά πρόσωπά τους, (ὅπως ἀκριβῶς ὁ Πατέρας ἐνεφύσησεν εἰς το πρόσωπον τοῦ Ἀδάμ πνοήν ζωῆς  καί ἐγένετο εἰς πνοήν ζῶσαν), καί, διά τοῦ ἐμφυσήματός Του, τούς μεταδίδει τήν πνοήν τῆς νέας οὐρανίου ζωῆς, καί τούς λέγει, «Λάβετε Πνεῦμα Ἅγιον· εἰς ὅποιους συγχωρήσετε τίς ἁμαρτίες συγχωροῦνται καί ἀπό τόν Θεόν, και σέ ὅποιους δέν συγχωρήσετε τίς ἁμαρτίες, θα μείνουν ἀσυγχώρητες». Σᾶς στέλνω στόν κόσμο, ὄχι σάν δικαστές, ἀλλά σάν θεραπευτές, γιά νά ξεριζώσετε, ἀπό τίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων τήν αἰτία κάθε σωματικῆς καί ψυχικῆς ἀρρώστιας, καί νά θεραπεύσετε πᾶσαν νόσον καί πᾶσαν μαλακίαν, ἐκείνων πού θέλουν «ὑγιεῖς γενέσθαι».

 Τήν ἡμέραν τῆς λαμπροφόρου Ἀναστάσεώς Του, ἀμέσως ἐμφανίζεται στούς Μαθητάς καί διώχνει τό φόβο ἀπ' τήν ψυχή τους, ἀλλά ἀπουσίαζε ὁ Θωμᾶς. Ὅταν ἦλθε τοῦ ἔλεγαν οἱ ἄλλοι μαθηταί· Εἴδαμε τόν Κύριον. Αὐτός ὅμως, δέν πίστεψε στή μαρτυρία τους καί τούς ἀπήντησε·

«Ἐάν  δέν ἴδω μέ τά μάτια μου στά Χέρια Του τό σημάδι τῶν καρφιῶν καί δέν βάλω τό χέρι μου στήν πλευράν Του, δέν θά πιστέψω».



 Ὕστερα ἀπό ὀκτώ μέρες ἦσαν πάλιν μέσα στό σπίτι οἱ Μαθηταί και ὁ Θωμᾶς  μαζί τους. Ἔρχεται ὁ Ἰησοῦς, τῶν θυρῶν κεκλεισμένων, καί στάθηκε στό μέσον καί εἶπε: «Εἰρήνη νά εἶναι μαζί σας». Ἔπειτα λέγει στό Θωμᾶ, «Φέρε τό δάκτυλό σου ἐδῶ καί κύτταξε τά Χέρια μου καί φέρε τό χέρι σου καί βάλε το εἰς τήν πλευράν μου καί μή γίνεσαι ἄπιστος, ἀλλά πιστός. Καί τότε ὁ Θωμᾶς ἔντρομος ἀναφώνησε· Ὁ Κύριός μου και ὁ Θεός μου. Τότε ὁ Ἰησοῦς, ὅπως πάντοτε, «πρᾷος και ταπεινός τῇ καρδίᾳ», μακρόθυμος και πολυέλεος, λέγει στό Θωμᾶ: «Ἐπειδή μέ εἶδες, ἐπίστεψες; Μακαριότεροι καί περισσότερο καλότυχοι εἶναι ὅλοι ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι ἐπίστεψαν Σέ Μένα, ἄν καί δέν μέ εἶδαν μέ τά μάτια τους, ὅπως μέ εἶδες ἐσύ. Μακάριοι, πανευτυχεῖς θά εἶναι ὅλοι, ὅσοι θά πιστέψουν στό κήρυγμα τῶν Ἀποστόλων μου καί θά γίνουν μέλη τίμια τῆς Ἐκκλησίας μου κατά τίς ἐπερχόμενες γενεές, μέχρι τῆς συντελείας τῶν αἰώνων(πρβλ. Ἰωάν.κ΄19-29). Ὁ Θωμᾶς δεν πίστεψε στή μαρτυρία τῶν συμμαθητῶν του. Ὁ Κύριος ὅμως εὐλογεῖ καί μακαρίζει ὅλους ἐκείνους, πού θά πιστέψουν εἰς τήν μαρτυρίαν,  τῶν Μαθητῶν Του, τῶν ἀπεσταλμένων Του. Στήν Προσευχή Του ὁ Κύριος , πρίν ἀπό τό Πάθος, παρεκάλεσε τόν Πατέρα, «ὅλοι οἱ πιστοί Μαθηταί Του, ἵνα ὦσιν ἡγιασμένοι ἐν ἀληθείᾳ. Παρεκάλεσε δέ καί περί τῶν πιστευόντων διά τοῦ λόγου τῶν Μαθητῶν Του εἰς Αὐτόν, ἵνα πάντες ἕν ὦσιν»(Ἰωάν.ιζ΄20-21).





Ἀλλοίμονον εἰς τούς ἀνθρώπους, πού εἶναι τόσο ἄμυαλοι, ὥστε νά ἀρνοῦνται τήν ὕπαρξι ὅλων, ὅσων ὑπάρχουν, μόνον ἐπειδή δέν μπόρεσαν οἱ ἴδιοι  νά τά δοῦν μέ τά μάτια τους καί νά τά ψηλαφήσουν με τά χέρια τους. Εἶναι σάν να λέμε:   «ὅλες οἱ Χῶρες, καί οἱ ἄνθρωποι, πού κατοικοῦν σ' αὐτές, ἐπειδή ἐμεῖς δέν μπορέσαμε νά τούς ἐπισκεφθοῦμε, καί νά τούς δοῦμε μέ τά μάτια μας», δέν ὑπάρχουν. Ὑπάρχει μεγαλύτερη ἀνοησία ἀπό τόν ἰσχυρισμό ὅτι ὑπάρχει μόνον ὅ,τι ὑποπίπτει στήν ἀντίληψί μας καί ὅτι δέν ὑπάρχει ὅ, τι δέν βλέπουμε μέ τά μάτια μας καί ὅ,τι δέν ψηλαφοῦμε μέ τά χέρια μας;...

Καί ὅμως, δυστυχῶς ὑπάρχουν πολλοί, πού ἀρνοῦνται, π.χ. τήν ὕπαρξι τοῦ Πνευματικοῦ Σύμπαντος, ἀρνοῦνται τά «ὑπέρ λόγον καί ἔννοιαν», ἀρνοῦνται τή Θεία Διάστασι. Δέν πιστεύουν.

Ἡ ἀλήθεια ὅμως εἶναι ὅτι ὑπάρχουν πολλά ὑλικά καί πνευματικά ὄντα, τά ὁποῖα ἀδυνατοῦμε να προσεγγίσουμε καί νά τά δοῦμε μέ τά μάτια μας καί νά τά ψηλαφήσουμε μέ τά χέρια μας. Ἤ ὑπάρχουν ἀκόμη ἄπειρα ὄντα, πού δέν μποροῦμε κἄν νά τά νοήσουμε. Εἶναι πέραν καί πάνω ἀπό τήν ἀνθρώπινη νοητική ἱκανότητα. Τά ὅσα γνωρίζουμε εἶναι πραγματικά ἕνα τίποτε μπροστά σ’ αὐτά πού δεν γνωρίζουμε.

 Ὅσα ὑπάρχουν καί, γιά τά ὁποῖα δέν ἔχουμε ἐπίγνωσιν, πλήρη γνῶσιν, ἐνσυνείδητον γνῶσιν, εἶναι ἄπειρα, τά ὁποῖα προσεγγίζονται μόνον μέ τόν πυρῆνα τῆς ψυχῆς, μέ την ὀρθόδοξον Πίστιν. «Ἔστι δέ πίστις ἐλπιζομένων ὑπόστασις, πραγμάτων ἔλεγχος οὐ βλεπομένων»(Ἑβρ. ια΄ 1).

Δηλαδή: Ἡ Πίστις κάνει πραγματικά ἐκεῖνα πού ἐλπίζουμε. Αὐτά πού τώρα δέν ὑπάρχουν, δέν τά βλέπουμε , δεν τά ψηλαφοῦμε, ἡ πίστις τά κάνει στην ψυχή μας χειροπιαστά, σάν να ὑπάρχουν τώρα. ἡ Πίστις εἶναι ἀκόμη ἀπόδειξις πραγμάτων, πού δεν βλέπονται μέ  τά σωματικά μας  μάτια καί ἡ πίστις, μᾶς τά παρουσιάζει βέβαια, σάν νά τά βλέπουμε και τά ἀντιλαμβανόμαστε με τίς σωματικές μας αἰσθήσεις.

Ἐμεῖς π.χ.  δέν εἴδαμε τόν Χριστόν μέ τά σωματικά μας μάτια, οὔτε Τόν ἀκούσαμε,  μέ τά αὐτιά μας, οὔτε Τον ψηλαφήσαμε μέ τά χέρια.

« Οἱ Μαθηταί Του ὅμως ἔζησαν τή μεγάλη αὐτή χαρά και μετέδωκαν σέ μᾶς τή χαρά τους. Ἐμαρτύρησαν καί ἀνήγγειλαν σέ μᾶς τόν Μονογενῆ Υἱόν καί Λόγον Του Θεοῦ, πού ἔγινε τέλειος ἄνθρωπος, ὁ Ὁποῖος εὐρίσκετο εἰς τόν Κόλπον τοῦ Πατρός καί φανερώθηκε σέ μᾶς,  Τόν ἀκούσαμε, Τόν εἴδαμε μέ τά μάτια μας, Τόν ψηλαφήσαμε καί ἀκριβῶς αὐτό σᾶς ἀναγγέλομεν, γιά νά ἔχετε καί σεῖς., διά τῆς πίστεως, σύνδεσμον μέ  τόν Χριστόν καί μαζί μας. Ὁ Σύνδεσμός μας εἶναι μέ τόν Πατέρα καί μέ  τόν Υἱόν Του, τόν Ἰησοῦν Χριστόν»( πρβλ. Α΄ Ἰωάν. α΄1-3). Ποιός λοιπόν, εἶναι τόσο μικρόνοος καί τόσο μικρόψυχος, ὥστε νά ἀρνῆται τήν Μαρτυρίαν τῶν Ἀποστόλων καί τῶν ἀποστολικῶν Πατέρων καί τῶν Μεγάλων Πατέρων καί Οἰκουμενικῶν Διδασκάλων καί τῶν Μαρτύρων τῆς Πίστεως;

Ἡ ἀπιστία τοῦ Θωμᾶς ὡδήγησε στήν πλήρη γνῶσιν, τήν κατανόησιν τῶν ἀληθειῶν τῆς Πίστεως, στήν ἐνσυνείδητον γνῶσιν. Ἔγινε δέ ἀφορμή νά ἐγκωμιάσῃ ὁ ΧΡΙΣΤΟΣ ὅλους ἐκείνους πού πίστεψαν καί πιστεύουν στή Μαρτυρίαν τῶν Μαθητῶν Του, πού διεκήρυξαν το Εὐαγγέλιον τῆς ἀγάπης Του, πάσει τῇ κτίσει καί ἐθυσίασαν καί τή ζωή τους γιά την ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ. Καί πραγματικά εἶναι «ΜΑΚΑΡΙΟΙ ΟΙ ΜΗ ΙΔΟΝΤΕΣ ΚΑΙ ΠΙΣΤΕΥΣΑΝΤΕΣ».




 

«Τίς ἐφύλαξε την τοῦ Μαθητοῦ παλάμην τότε ἀχώνευτον, ὅτε τῇ πυρίνῃ πλευρᾷ προσῆλθε τοῦ Κυρίου; Τίς ἔδωκε ταύτῃ τόλμαν, και ἴσχυσε ψηλαφῆσαι φλόγεον ὀστοῦν; Πάντως ἡ ψηλαφηθεῖσα· εἰ μη γάρ δύναμιν ἐχορήγησε πηλίνῃ δεξιᾷ, πῶς εἶχε ψηλαφῆσαι παθήματα, σαλεύσαντα τά ἄνω και τά κάτω; Αὕτη ἡ χάρις Θωμᾶ ἐδόθη, ταύτην ψηλαφῆσαι, Χριστῷ δέ  ἐκβοῆσαι· ΚΥΡΙΟΣ ΥΠΑΡΧΕΙΣ ΚΑΙ ΘΕΟΣ ΜΟΥ» (Οἶκος τῆς Ἑορτῆς).





 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου