ΓΕΝΗΘΗΤΩ ΣΟΙ ΩΣ ΘΕΛΕΙΣ».
(Ματθ. ιε΄ 28).
Ὁ Χριστός, ὁ Υἱός και
Λόγος τοῦ Θεοῦ, «ὁ Παῖς», ὁ ἐκλεκτός, ὁ ἠγαπημένος,
ὁ «δι’ οὗ τά πάντα ἐγένετο», ὁ θαυμαστός Σύμβουλος, ὁ Ἰσχυρός Θεός, ὁ Ἐξουσιαστής,
ὁ Ἄρχων τῆς εἰρήνης, Αὐτός, στόν ὁποῖον ἔχει ἐπιφυλαχθῆ τό σκῆπτρον, ἡ ἡγεμονία,
ἡ ἐλπίς τῶν λαῶν, Αὐτός εἶναι «ἡ προσδοκία τῶν ἐθνῶν» ( Γενέσ. 49, 10) . «Καί βασιλεύσει ἐπί τον οἶκον Ἰακώβ εἰς τούς αἰῶνας, καί τῆς
Βασιλείας Αὐτοῦ οὐκ ἔσται τέλος»(Λουκ. α΄33).Αὐτός εἶναι ἡ ἀναμονή, ἡ λαχτάρα τῶν λαῶν.
Αὐτός, ὁ Μεσσίας καί τό ἀπολυτρωτικό Του ἔργον εἶναι ἡ λαχτάρα τῶν ἐθνῶν. Αὐτός εἶναι, ὄχι μόνον ὁ Σωτῆρας τῶν Ἑβραίων, ἀλλά ὁ Λυτρωτής τοῦ Σύμπαντος κόσμου, τον Ὁποῖον προανήγγειλαν οἱ Προφῆτες.
Ἡ πανανθρώπινος λυτρωτική νοσταλγία, ἡ παγκόσμιος Θεανθρωπική προσδοκία, πράγματι «ἡ προσδοκία τῶν ἐθνῶν» πραγματοποιεῖται με την ἐνανθρώπησι τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, τέλειος Θεός, γίνεται και τέλειος ἄνθρωπος, γιά νά σώσῃ, ὄχι μόνον το Ἰουδαϊκό Γένος, ἀλλά νά λυτρώσῃ ὅλα τά ἀπολωλότα πρόβατα οἴκου Ἰσραήλ.Γιά νά καταλάβουμε πῶς ὀνομάζονται ὅλοι οἱ ἀπόγονοι τοῦ Ἰακώβ
πρόβατα οἴκου Ἰσραήλ, σᾶς θυμίζω ὅτι μετά τήν πάλη τοῦ Ἰακώβ μέ τόν Ἄγγελον, ὁ
παλαίων Ἄγγελος εἶπε στον Ἰακώβ :
«Οὐ κληθήσεται ἔτι τό ὄνομά σου, Ἰακώβ, ἀλλά Ἰσραήλ
ἔσται το ὄνομά σου ὅτι ἐνίσχυσας μετά Θεοῦ, και μετ’ ἀνθρώπων δυνατός ἔσῃ»(Γεν.32, 28).
Σημειώνω ἀκόμη ὅτι ὅλοι οἱ ἀπόγονοι τοῦ Ἰακώβ ἀπεκλήθησαν Ἰσραηλίτες και ὅπως γνωρίζουμε ἀπό τή Γραφή, ἀπομακρύνθηκαν ἀπό τόν ἀληθινόν Θεόν και ἐλάτρευσαν τήν κτίσιν παρά τον Κτίσαντα. Ὁ διασκορπισμός τῶν ἐθνῶν ἄρχισε κατά την πυργοποιῒαν τῆς Βαβέλ, καί ἐκ τῆς συγχίσεως τῶν γλωσσῶν, πού ὀφείλεται στήν ἔπαρσι, στόν Ἐγωϊσμό, στόν Ἑωσφορισμό τῶν ἀνθρώπων, πού ἀρνοῦνται τόν Ἕνα και Μόνον Ἀληθινόν Θεόν καί ὑψώνουν σέ Θεό καί λατρεύουν τόν Ἑαυτό τους καί τά ΕΙΔΩΛΑ, «ἀργύριον και χρυσίον», ἔργα χειρῶν ἀνθρώπων. Και ἀπομακρύνονται μέν ἀπό τόν ἀληθινόν Θεόν , ἀλλά συγχρόνως καί διακαῶς Τόν ἀναζητοῦν και φλέγονται ἀπό τήν προσδοκία, ἀπό τή λαχτάρα τοῦ Λυτρωτοῦ. Περιμένουν με λαχτάρα νά ἔλθῃ ΕΚΕΙΝΟΣ, «ἡ προσδοκία τῶν ἐθνῶν», τοῦ σῶσαι τά Σύμπαντα.
Πράγματι ὁ Θεός, ἐπειδή «πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι καί εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν»(Α΄Τιμ.β΄4), μᾶς εὐσπλαγνίζεται. Γίνεται ταπεινός ἄνθρωπος καί ἔρχεται κοντά μας, «ὡς Αὔρα λεπτή», ταπεινά ἀθόρυβα, γιά νά μᾶς ἀνασύρῃ ἀπό τήν «ἰλύν βυθοῦ», εἰς τήν ὁποίαν ἔχουμε ἐμπαγῇ. «Εἰς τά ἴδια ἦλθε, καί οἱ ἴδιοι αὐτόν οὐ παρέλαβον»(Ἰωάν. α΄11). Καί ὄχι μόνον δέν Τόν δέχθηκαν, ἀλλά καί τόν Σταύρωσαν. Ὅμως ὁ Φιλάνθρωπος ἔρχεται καί καλεῖ ὅλους σέ μετάνοια. «Ἔρχεται καί κηρύσσει, σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους, τό Εὐαγγέλιον τῆς Βασιλείας καί διέρχεται την ζωήν αὐτοῦ εὐεργετῶν και θεραπεύων πᾶσαν νόσον και πᾶσαν μαλακίαν ἐν τῷ λαῷ» (Ματθ. δ΄23). Ἐπισκέπτεται και θεραπεύει πάντας τούς κακῶς ἔχοντας. Καλεῖ ὅλους εἰς μετάνοιαν. Σκοπός τῆς ἐνανθρωπήσεώς Του εἶναι ἡ σωτηρία ὁλοκλήρου τοῦ ἀνθρωπίνου Γένους. «Ἧλθε γάρ ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου ζητῆσαι καί σῶσαι τό ἀπολωλός»(Λουκ. ιθ΄ 10). Πρόβατα δε ἀπολωλότα οἴκου Ἰσραήλ, δεν εἶναι μόνον οἱ Ἰουδαῖοι, ὅπως νόμιζαν οἱ ἴδιοι, ἀλλά ὅλοι, οἱ ἀπομακρυσμένοι ἀπό τόν Θεό, ἀπόγονοι τοῦ Ἰσραήλ. Ἰσραήλ καλοῦνται καί πάντες ἀληθεῖς πιστοί, τό πνευματικόν σπέρμα τοῦ Ἰσραήλ (πρβλ. και Ρωμ. θ΄ 6 ἑξ.) Τά τέκνα Ἰσραήλ, ὄνομα, γνώρισμα τῶν 12 φυλῶν. Ἐπισκέπτεται ὁ Χριστός ὅλους τούς ἀνθρώπους, ὅποιοι κι’ ἄν εἶναι, ὅπου κι’ ἄν βρίσκονται, ὅ, τι κι’ ἄν κάνουν, καί κρούει τήν θύραν. Δέν ἐξαιρεῖ κανέναν. Θέλει νά σώσῃ καί τούς Σταυρωτές Του. Ἐπισκέπτεται ὄχι μόνον τούς λεπρούς καί τούς Γαδαρηνούς, ἀλλά καί τούς εἰδωλολάτρες. Δέν εἶναι τυχαία ἡ ἀναχώρησίς Του «εἰς τά μέρη Τύρου και Σιδῶνος. Ἔρχεται ἐκεῖ, ὁ Καρδιογνώστης, γιά νά συναντήσῃ, μιά πονεμένη μάνα, μιά Χαναναία, πού ἡ κόρη της κατέχεται ἀπό δαιμόνιον καί ὑποφέρει φρικτά. Μιά μάνα, πού σπαράσσεται, βλέποντας τή θυγατέρα της νά βασανίζεται φρικτά, χωρίς νά μπορῇ νά τή βοηθήσῃ. Καί πρέπει νά τονίσω ἐδῶ ὅτι δέν περιγράφεται ὁ πόνος τῶν γονιῶν, νά βλέπουν τά παιδιά τους, νά ὑποφέρουν καί νά μή μποροῦν νά τά βοηθήσουν. Μόνον ὅσοι ἀντιμετωπίζουν παρόμοια προβλήματα, μποροῦν νά νοιώσουν τό σπαραγμό τῆς Συροφοινίκισσας. Ἡ Ἑλληνίδα ὅμως αὐτή, ἡ εἰδωλολάτρις, μόλις πληροφορήθηκε ὅτι ὁ Ἰησοῦς ἦλθε στά μέρη της, ἔσπευσε νά Τόν συναντήσῃ. Και «ἐλθοῦσα προσέπεσε πρός τούς πόδας αὐτοῦ, καί Τόν παρεκάλει, ἵνα τό δαιμόνιον ἐκβάλῃ ἐκ τῆς θυγατρός αὐτῆς»(Μάρκ. ζ΄ 25-26).
Ὁ Ματθαῖος λέγει ὅτι ἦλθε κοντά Του καί «ἐκράυγασεν αὐτῷ λέγουσα· ἐλέησόν με, Κύριε, υἱέ Δαυῒδ, ἡ θυγάτηρ μου κακῶς δαιμονίζεται» (Ματθ. ιε΄22).
Τί σημαίνει ἡ προσέλευσις τῆς Χαναναίας; Τί σημαίνουν οἱ κραυγές της; Σημαίνουν: θερμή, ἀκλόνητη Πίστι. Τόν ἀποκαλεῖ «Υἱό Δαυῒδ», Πιστεύει ὅτι Αὐτός εἶναι ὁ προσδοκώμενος Μεσσίας, ὁ Λύτρωτής, και ζητεῖ τό Ἔλεός Του. Ἡ μητρική της καρδιά διαισθάνεται ὅτι ὁ Ἰησοῦς ἦλθε ἐκεῖ, εἰς τά μέρη Τύρου καί Σιδῶνος, γι’ αὐτήν, γιά νά τή λυτρώσῃ ἀπό τόν πόνο καί τήν ὀδύνη, θεραπεύοντας τή θυγατέρα της, ἀλλά καί νά τήν ἀνασύρῃ ἀπό τό Βόρβορο τῆς Εἰδωλολατρίας. Καί δέχεται τήν ἁγία Του σιωπή, ὡς εὐεργεσία, καί, μέ χαρά, ὑπομένει τή δοκιμασία τῆς Πίστεώς της, καί ἐπιμένει κραυγάζουσα· «Κύριε, βοήθει μοι».
Οἱ Μαθηταί μεσιτεύουν. Τον παρακαλοῦν νά τῆς δώσῃ αὐτό πού ζητεῖ, γιά
νά φύγῃ: Ἀπόλυσον αὐτήν ὅτι κράζει ὄπισθεν ἡμῶν. Καί τότε ὁ Κύριος τούς
εἶπε: Μη ξεχνᾶτε ὅτι σκοπός τῆς ἐνανθρωπήσεώς μου εἶναι ἡ λύτρωσις τοῦ ἀνθρωπίνου
Γένους, Ὁ Οὐράνιος Πατέρας μέ ἀπέστειλε,
γι’ αὐτόν ἀκριβῶς τό λόγο, γιά νά ἐπαναφέρω στήν Πατρική Ἑστία, τά πρόβατα τά ἀπολωλότα
οἴκου Ἰσραήλ. Και ἀπολωλότα πρόβατα δέν εἶναι μόνον οἱ παραστρατημένοι Ἱουδαῖοι,
ἀλλά ὅλοι οἱ ἀπόγονοι τοῦ Ἰσραήλ, ὅλοι οἱ ἀπομακρυσμένοι ἀπό τό Θεό ἄνθρωποι.
Γι’ αὐτόν ἀκριβῶς το λόγο βρίσκομαι τώρα ἐδῶ. Καί τήν ἴδια αὐτή στιγμή
διαισθανομένη τη θεϊκή συγκατάβασι «ἡ Χαναναία ἐλθοῦσα προσεκύνησεν αὐτῷ
λέγουσα·
«ΚΥΡΙΕ, ΒΟΗΘΕΙ ΜΟΙ». Ὁ Κύριος συνεχίζει νά τήν δοκιμάζῃ, γιά νά τή φέρῃ συναίσθησι καί νά καταλάβῃ καλά ὅτι, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀρνηθῇ τόν ἀληθινόν Θεόν καί λατρεύῃ τά Εἴδωλα, τότε μέ τή θέλησί του, στερεῖται τοῦ δικαιώματος νά ἐσθίῃ τον ἄρτον τῶν τέκνων. Τήν ὁδηγεῖ εἰς μετάνοιαν και ἐπιστροφήν εἰς τήν Πατρικήν Ἑστίαν, εἰς ἐπάνάκτησι τῆς υἱοθεσίας και τοῦ δικαιώματος ἐσθίειν τόν ἄρτον τῶν τέκνων. Καί γιά νά ἀναδείξῃ τή θερμή της Πίστι της, τῆς ἀποκρίνεται: «Οὐκ ἔστι καλόν λαβεῖν τον ἄρτον τῶν τέκνων και βαλεῖν τοῖς κυναρίοις».
Και τότε φανερώνεται το μεγαλεῖον τῆς ψυχῆς τῆς Χαναναίας και ἡ ἀκλόνητη Πίστι της στό Χριστό, μέ τήν παραδοχή της καί τήν ὁμολογία της:
«Ναί, Κύριε, εἶμαι ἕνα ἄπιστο σκυλάκι. Ἀπομακρύνθηκα ἀπό τόν οὐράνιον
Πατέρα, ἀπό τόν ἀληθινόν Θεόν καί σύρθηκα
στή λάσπη τῆς εἰδωλολατρίας. Μέ τήν ἀστόχαστη συμπεριφορά μου, ἔχασα κάθε
δικαίωμα. Χάρισέ μου μερικά ψυχία τῆς Χάριτός Σου…Καί γάρ
τά κυνάρια ἐσθίει ἀπό τῶν ψυχίων τῶν πιπτόντων ἀπό τῆς τραπέζης τῶν
κυρίων αὐτῶν. Δέξου, Κύριε, τή μετάνοιά μου! Ἀξίωσέ με νά ξαναγυρίσω στήν Πατρική
Ἑστία καὶ νά ξαναγευθῶ τῆς χαρᾶς τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ καί τοῦ ἐπί τῆς οὐσίας ἄρτου.
Τότε θαυμάζων ὁ Κύριος τό μεγαλεῖον τῆς
συντετριμμένης και τεταπεινωμένης αὐτῆς ψυχῆς τήν ἀνέδειξεν ὡς φωτεινόν παράδειγμα Πίστεως, καί δεχόμενος τήν πραγματική Προσευχή της,
τῆς εἶπε: «Ὦ γύναι, μεγάλη σου ἡ
Πίστις! Γενηθήτω σοι ὡς
θέλεις. Καί ἰάθη ἡ θυγάτηρ αὐτῆς ἀπό τῆς ὥρας ἐκείνης».
Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, δέξου καί τή δική μας εἰλικρινῆ μετάνοια καί μή μᾶς ἀποδοκιμάσῃς. Σέ Σένα ἐλπίζουμε, Ἀνεξίκακε Κύριε! Καί, μέ βαθειά συναίσθησι τῆς ἁμαρτωλότητός μας, προσεγγίζουμε τή Χάρι Σου κραυγάζοντες και ζητοῦμε τό Ἔλεός Σου. Σύ, Κύριε, καί μόνον Σύ, εἶσαι ἡ λαχτάρα τῆς ψυχῆς μας. Δέξου μας, Κύριε, ὡς ἡ Ὄρνις δέχεται τά νοσσία ἑαυτῆς ὑπό τάς πτέρυγας (Ματθ. κγ΄37) καί λύτρωσε ἡμᾶς τῶν παγίδων τοῦ ἐχθροῦ. Ἑνίσχυε, Κύριε, τόν ἀγῶνα μας καί ἀξίωσέ μας νά ἐπανεισαχθοῦμε εἰς τήν Πατρικήν Ἑστία, καί νά γευώμαστε τόν ἄρτον τῆς ζωῆς, τόν ἄρτον τῶν τέκνων, εἰς μακρότητα ἡμερῶν καί νά Σέ ὑμνοῦμεν εἰς πάντας τούς αἰῶνας. ΑΜΗΝ.
Τελειο
ΑπάντησηΔιαγραφή