Τρίτη 16 Φεβρουαρίου 2021

«ΟΙΜΟΙ! ΠΩΣ ΜΕΛΛΩ ΤΩΝ ΔΕΙΝΩΝ ΡΥΣΘΗΝΑΙ,


ΦΙΛΑΜΑΡΤΗΜΩΝ ΥΠΑΡΧΩΝ;»

 

Ἀλλοίμονον ! Κύριε μου, Ἰησοῦ, Θεέ μου,

πῶς τολμῶ καί προσεγγίζω τή Χάρι σου;

Πῶς τολμῶ και Σοῦ ζητῶ, Κύριε, να σώσῃς

ὅλους ἐμᾶς τούς παραστρατημένους;…

Ἀλλοίμονον! Πῶς μποροῦμε  νά λυτρωθοῦμε,

οἱ ἐλεεινοί  ἐμεῖς, ἀπό τά φρικτά δεινά, ἀφοῦ

τόσο πολύ ἀγαπᾶμε τήν ἁμαρτία;

Ἀπό κακή μας θέλησι μένουμε στό σκοτάδι

και μέ  πεισμονή μένουμε  «δέσμιοι τῆς γῆς».

Τῆς σαρκός τό φρόνημα, πού εἶναι «ἔχθρα

εἰς Θεόν και φέρει στήν ψυχή μας τό θάνατο»,

ἡ ἕπαρσις, ὁ Ἐγωϊσμός,  «ὡς ἀγέλη χοίρων

πολλῶν βοσκομένη», μᾶς σύρει κατά τοῦ

κρημνοῦ εἰς τήν λίμνην πρός ἀποπνιγμόν».

Ἐπλήθυναν, Κύριε, ἐπλήθυναν  οἱ ἀνομίες

μας καί δέν μποροῦμε νἀτενίσουμε,  Θεέ μου,

καί νά δοῦμε τή Μεγαλωσύνη Σου!

Ὦ φῶς τῶν ὀφθαλμῶν μου! Ὦ γλυκύ μου

Ἔαρ! Ἄκακον Ἀρνίον, Κύριέ μου Ἰησοῦ!

Τῆς Ἀφροσύνης τά καμώματ’ ἀντικρύζω

Πονῶ καί  θρηνῶ, ὀδύρομαι καί δακρύζω

γιά τό κατάντημά μας. Δέν ἐννοήσαμε τήν

τιμήν κι’ ἐξισωθήκαμε με τά ἄλογα κτήνη.

Χάσαμε τό λογικό καί ζοῦμε, σάν κτήνη

Κι’ ἀλλοίμονον, πεθαίνουμε σάν κτήνη…

Τόν κόσμο κυβερνᾶ ἡ Παραφροσυνη!

Δυστυχῶς, πετρῶσαν οἱ καρδιές, ἐψύγη

ἡ ἀγάπη τῶν πολλῶν. Τρῶμε τίς  σάρκες

μας, ἀνάλγητα,  καί χωρίς ἴχνος ντροπῆς,

κατεσθίομεν τούς ἀδελφούς μας…



Ὡς τέκνα Παραφροσύνης, «γεννήματα

ἐχιδνῶν, «ὄφεις πετόμενοι», ἐχθροί τοῦ

λαοῦ τοῦ Θεοῦ, δηλητηριώδεις ὄφεις,

ἀνάβουμε παντοῦ φωτιές, παντοῦ χύνουμε

δηλητήριο, σωρεύουμε συμφορές…

Σπέρνουμε παντοῦ τό φόβο καί τό θάνατο.

Κατασκευάζουμε κάθε εἴδους ἰούς, ἰούς

θανατηφόρους, καί κορωναϊούς…

Σέ διώξαμε, Θεέ μου, ἀπό τήν ψυχή μας.

πετάξαμε τήν εἰκόνα σου ἀπό τήν ψυχή 

καί τή ζωή μας. Λατρεύουμε τά Εἴδωλα.

Και ἐνθρονήσαμε μέσα μας τό Σατανᾶ,



πού φωλιάζει μέσα  μας, ἐξ αἰτίας τῶν πολλῶν

ἁμαρτιῶν μας, τόν Ὄφι, πού μᾶς θανατώνει.

Κι’ ὅταν μπαίνει ὁ Διάολος μέσα  μας…

Ἀγιάτρευτη πληγή, ἡ Κακία  κυριεύει

Και ἡ θανατηφόρα πανδημία θεριεύει.

Ἀφουγκράζομαι τούς στεναγμούς, βλέπω

τό σπαραγμό, τόν ἐπαιγμό, τόν ξεπεσμό,

τήν ὀδύνη τῶν ἀθώων θυμάτων τῆς Κακίας

καί τῆς Παραφροσύνης τῶν πωρωμένων

ἀσεβῶν, πού θριαμβεύουν πάνω στα νωπά

Αἴματα τῶν θυμάτων τους και θλίβετ’ ἡ

Ψυχή μου. Ἀλλοίμονον! Πῶς μποροῦμε νά

λυτρωθοῦμε ἀπό τά τόσα δεινά, ἀφοῦ τόσο

ἀγαπᾶμε τήν ἁμαρτία καί δέν μετανοοῦμε;

Ὧρες-ὧρες, Κύριε, νοιώθω μέσα μου ντροπή.

Νοιώθω μέσα μου ἕνα βάρος κι’ αἰσθάνομαι,

πώς βυθίζομαι «εἰς ἰλύν βυθοῦ», χάνω τήν

αἴσθησι τῆς ζωντανῆς Σου Παρουσίας, Θεέ μου!

Καί βρίσκω πολλούς βυθισμένους στό σκοτάδι,

στήν ἀπόγνωσι, στήν ἀπελπισία, πού ὑποφέρουν

μακρυά ἀπό Σένα, πού εἶσαι τό Φῶς, 

τό ἀληθινόν Φῶς, πού φωτίζει κάθε

 ἄνθρωπο, πού ἔρχεται στόν κόσμο.

Καί στή θέα  τῶν δεινῶν τῆς ἀπομακρύνσεως,

Μακρυά ἀπό τη ζεστασιά τῆς Πατρικῆς Ἑστίας,

κρύος, παγερός, μέ περιλούει ἰδρῶτας καί μέ

Δάκρυα και ἄναρθρες κραυγές Σέ ἀναζητῶ...

Ἰησοῦ μου, φωτοδότα! Ποῦ εἶσαι Κύριε τῆς Ζωῆς;

Καί τότε πέφτουν, μέ τή Χάρι Σου, οἱ ἰχῶρες, 

ἡ ἐμπύησις ἀπό τά μάτια τῆς ψυχῆς μου.


 

Σέ βλέπω νά στέκεσαι καρτερικά μπροστά

στήν Θύρα τῆς ψυχῆς τοῦ καθ’ ἀνθρώπου 

καί νά κρούεις τή Θύρα, περιμένοντας τούς 

ἐλεεινούς ἐμᾶς, να ἀκούσουμε τήν, και ἀπό 

τὸ μέλι πιό γλυκειά φωνή Σου! 

Δόξα τῇ Μακροθυμία Σου, Κύριε, δόξα Σοι!

Μή ἀπορίψῃς ἡμᾶς  ἀπό τοῦ προσώπου Σου!

Ἄκουσε, Σέ παρακαλῶ, τίς ἄναρθρες κραυγές μου. 

Ἔλεος Σοῦ ζητῶ, Κύριε ! Ε Λ Ε Ο Σ.

Λυπήσου μας και ἐλέησέ μας… 

Ὄχι γιατί τό ἀξίζουμε, ἐμεῖς οἱ ἐλεεινοί,

ἀλλά ἕνεκεν τῆς Δόξης τοῦ Ὀνόματός Σου, 

Κύριέ μου, Ἰησοῦ, ἐλέησον ἡμᾶς.

Ὁ Θεός ἰλάσθητι ἡμῖν τοῖς ἁμαρτωλοῖς, 

και ἐλέησον ἡμᾶς, Ἀνεξίκακε Κύριε!...

Ξεφύγαμε ἀπό κακή μας Θέλησι καί 

ξεφεύγουμε ἀπό κοντά Σου. 

Σταυρώθηκες, Κύριε, γι’ μᾶς,  καί μᾶς τρέφεις,

καθημερινά, μέ τόν οὐράνιον, τόν ἄρτον τῆς ζωῆς

κι’ ἐμεῖς;... σέ ποτίζουμε μέ ὄξος καί χολήν 

καί Σέ ξανασταυρώνουμε, στά πρόσωπα τῶν

ἐλαχίστων ἀδελφῶν Σου, χωρίς  ἴχνος ντροπῆς.

Χάσαμε τήν Ὁμορφιά τῆς Πίστεως Σέ Σένα, 

Θεέ  μου, τόν «πανακῆ ἰατρό», τόν Θεραπευτή, 

τόν Μόνον Σωτῆρα καί Λυτρωτή τοῦ Σύμπαντος.

Πάσχουμε ἀπό μικροβιοφοβία  και κλείσαμε 

τήν ψυχή μας ἔξω ἀπό τά δικά Σου Θεραπευτήρια, 

χωρίς σύνεσι, χωρίς περίσκεψι, μένουμε «εἰς τήν ἔξω 

τοῦ Ναοῦ Αὐλήν»  χωρίς καθόλου πίστι...

Κλείσαμε τίς Ἐκκλησιές καί, ἀνοήτως, δέν κοινωνοῦμε

τόν ἄρτον τῆς Ζωῆς, εἰς ὑγείαν ψυχῆς τε καί σώματος.

 Στεροῦμε τόν ἑαυτό μας ἀπό «τό μοναδικόν Φάρμακον τῆς ἀθανασίας, τό ἀντίδοτον τοῦ μή ἀποθανεῖν».

Καταφεύγουμε σέ ἕναν ἀλόγιστο, τρελλό ἐγκλωβισμό,

 σέ μιά  ἀπερίσκεπτη, τρελλή ἀπομόνωσι, καί ψάχνουμε

να βροῦμε θεραπεία,  σέ δαιμονικά τερτίπια…Φτάσαμε στό ἄκρον ἄωτον τῆς ἀνοησίας, στήν ἔσχατη μωρία. 

Πότε, Κύριε, θά καταλάβουμε τήν πλάνη; Πότε καί πῶς θά λυτρωθοῦμε ἀπό τά δεινά και ἀπό τούς ἰούς τῆς ἀπιστίας; Ποιός θά μᾶς λυτρώσῃ ἀπό αὐτήν ἐδῶ τήν κοιλάδα τοῦ Κλαυθμῶνος; Ποιός θά μᾶς ἐλευθερώσῃ ἀπό τή δουλεία τοῦ Κακοῦ μας ἑαυτοῦ; Ποιός θά μᾶς ἀνασύρῃ ἀπό «τήν ἰλύν βυθοῦ», στήν ὁποίαν ἔχουμε ἐμπαγῆ; Ποιός ἄλλος, ἄν ὄχι ἐσύ, Κύριε, πού Σταυρώθηκες  για μᾶς;…

«Κύριε, Πρόσθες ἡμῖν Πίστιν». Βοήθησέ μας στην ἀπιστία μας. Λυπήσου μας, Κύριε Ἰησοῦ, και ἔρχου ταχύ, πρίν μᾶς καταβροχθίσουν οἱ κρυφοί καί φανεροί ἐχθροί μας, δαίμονες καί δαιμονάνθρωποι, σκοταδιστές και φαῦλοι. 

Ἀνάστα , Κύριε, βοήθησον ἡμῖν καί λύτρωσε ἡμᾶς ἕνεκεν τῆς δόξης τοῦ Ὀνόματός Σου». Ἐξελοῦ ἡμᾶς τῶν παγίδων τοῦ ἐχθροῦ...

Ἔλεος ζητῶ, τό Ἔλεός Σου, φώτισε τά σκοτάδια μας, νά ξαναβροῦμε το Φῶς μας και συνειδητά να ἐπιστρέψουμε κοντά σου, στή ζεστασιά τῆς Πατρικῆς  Σου ἀγκαλιᾶς, στην Πατρική Ἑστία.

Χωρίς τή Χάρι Σου καί τή Δύναμί Σου, δεν μποροῦμε να ἐξέλθουμε ἀπό τή Βαβυλῶνα. ΕΛΘΕ ΚΥΡΙΕ ΚΑΙ ΣΚΗΝΩΣΟΝ ΕΝ ΗΜΙΝ! Κύριε μή βραδύνῃς! 

Κύριε, γνωρίζω, ὅτι ὅποιος κλείνει ἔξω ἀπό την ψυχή του, Ἐσένα τό ἀπρόσιτον Φῶς, αὐτός μένει ἔξω ἀπό την αἰώνια Βασιλεία Σου. Ὅποιος Σέ κλείνει ἔξω ἀπό την καρδιά του, μένει ἔγκλειστος στήν Κόλασι τῆς προσωπικῆς του ἐνοχῆς.

Κύριε, ἄκουσε την ταπεινήν μου δέησι,  ἔρχου ταχύ, ὡς πῦρ καταναλίσκον, καί κάψε τά ἄχυρα τῶν ἔργων μας, καθάρισε τόν ρύπον τῆς ψυχῆς μας, δῶσε  ΤΕΛΟΣ στήν ΑΝΟΜΙΑ. Μόνον Σύ, μπορεῖς ὡς Παντοδύναμος και θέλεις, ὡς Πανάγαθος νά μᾶς λυτρώσης ἀπό ὅλα τά δεινά, πού σωρεύουμε στήν ψυχή καί τή ζωή μας, ἀπό κακή μας θέλησι. Ὤσαννά τῷ υἱῷ Δαυῒδ! Σῶσε μας λοιπόν, Θεέ μου, πρίν τελικά χαθοῦμε.

Σῶσε μας καί ἀξίωσέ μας νά Σέ δοξάζουμε, σύν τῷ Πατρί και τῷ ἁγίῳ Πνεύματι, καί, ἀσιγήτως, νά Σέ ὑμνοῦμε, Λυτρωτά, εἰς πάντας τούς αἰῶνας. Ἀμήν.





           

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου