Τετάρτη 28 Απριλίου 2021

«ΙΔΟΥ ΑΝΑΒΑΙΝΟΜΕΝ ΕΙΣ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΑ,





ΚΑΙ Ο ΥΪΟΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΏΠΟΥ ΠΑΡΑΔΟΘΗΣΕΤΑΙ…»

 

Ὁ Ἰησοῦς, «πρᾷος και ταπεινός τῇ καρδίᾳ», καλεῖ κοντά Του, τούς Μαθητάς Του και, μυστικά, τούς ἀποκαλύπτει ὅλα, ὅσα πρόκειται να Τοῦ συμβοῦν στα Ἱεροσόλυμα. «Κατ’ ἰδίαν», ἰδιαιτέρως, μόνον σ’ αὐτούς, ἐμπιστεύεται τό μυστικό τοῦ ταξιδιοῦ Του.

«Μυσταγωγῶν τούς Μαθητάς ἔλεγε: «Ἰδού ἀναβαίνομεν εἰς Ἱεροσόλυμα και ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου θα παραδοθῇ στους Ἀρχιερεῖς καί στούς Γραμματεῖς, καί αὐτοί θά Τόν καταδικάσουν σέ θάνατο καί θά Τόν παραδώσουν στούς ἐθνικούς, σέ χέρια ἀνθρώπων ἁμαρτωλῶν καί θά Τόν ἐμπαίξουν καί θά Τόν μαστιγώσουν καί θά Τόν φτύσουν καί θά Τόν σταυρώσουν ΚΑΙ ΤΗΝ ΤΡΙΤΗ ΗΜΕΡΑ ΘΑ ΑΝΑΣΤΗΘῌ, «Ὅτι οὐκ ἦν δυνατόν κρατεῖσθαι ὑπό τῆς φθορᾶς  ΤΟΝ ΑΡΧΗΓΟΝ ΤΗΣ ΖΩΗΣ (παρβλ.Ματθ.κ΄17-19.Μαρκ. ι΄ 32-34. Λουκ. ιη΄31-33).

Γνωρίζει ὁ Πανάγαθος ὅσα πρόκειται νά Τοῦ συμβοῦν. Μπροστά στά  μάτια τῆς Παναγίας Του ψυχῆς, ἔχει την φρικτή εἰκόνα τῶν παθημάτων Του, τά ὁποῖα ἑκουσίως θά ὑπέφερε ἀπό την ἀχαριστία, τό φθόνο καί τή μοχθηρία ὅλων ἐκείνων, πού εὐεργετήθηκαν ἀπό Αὐτόν καί γιά χάρι τῶν ὁποίων θά ὑπέφερε.




Μέγα τό Μυστήριον  τῆς Οἰκονομίας Σου, Κύριε, δόξα Σοι! Δεν το χωράει ὁ νοῦς μας.

Ἔρχεται, μέ τή θέλησί Του, ὡς ἄπειρη ἀγάπη, νά ξεπλύνῃ, μέ  τό  πανάγιον αἷμα Του τίς ἁμαρτίες μας, καί νά μᾶς συμφιλιώσῃ, με τον οὐράνιο Πατέρα και μεταξύ μας.

Ἀνηφορικός εἶναι ὁ δρόμος προς τά Ἱεροσόλυμα. «Ἐν τῇ ὁδῷ», σ’ αὐτό τόν ἀνηφορικό δρόμο, μᾶς ἀνοίγει την καρδιά Του ὁ Κύριος. Αὐτή την κρίσιμη ὥρα μᾶς καλεῖ νά ἀνεβοῦμε μαζί Του στά Ἱεροσόλυμα. Μᾶς καλεῖ, γιά νά μᾶς παραδώσῃ τίς οὐράνιες Διδαχές καί τήν «καινήν Ἐντολήν τῆς αγάπης», την κρίσιμη ὥρα τοῦ Πάθους Του, ὥστε ἀτενίζοντας τον Σταυρόν Του, νά βιώσουμε τίς αἰώνιες Ἀλήθειες Του. Νά καταλάβουμε τί σημαίνει ΧΡΕΟΣ, Τί σημαίνει· Ἀνεξικακία, τί σημαίνει τέλεια Ἀγάπη στό Θεό καί στόν συνάνθρωπό μας.

Ὁ Ἰησοῦς, «Χθές και σήμερον ὁ αὐτός και εἰς τούς αἰῶνας» (Ἑβρ. ιγ΄ 8), μᾶς καλεῖ κοντά Του, ὡς Πρότυπον τοῦ ἀγωνιζομένου ἀνθρώπου, την κατάλληλη ὥρα, γιά νά ἀκολουθήσουμε τά Χνάρια Του καί νά ἀνέβουμε ψηλά, στό Γολγοθᾶ, στό Θεό.

Ἡ πρόσκλησίς Του, νά συμπορευθοῦμε μαζί Του στά Ἱεροσόλυμα  καί νά καταξιωθοῦμε νά γίνουμε κοινωνοί τοῦ Πάθους καί τῆς Ἀναστάσεώς Του, εἶναι Χάρις, εἶναι «δόσις ἀγαθή και δώρημα τέλειον».

Πόσοι, ὅμως, ἀπό μᾶς, εἶναι δεκτικοί τῆς Χάριτός Του; Πόσοι δέχονται τήν Πρόσκλησί Του; Πόσοι ἀπό μᾶς εἴμαστε ἐλεεινοί και γυμνοί καί τυφλοί καί δέν βλέπουμε τη Χάρι Του; Πόσοι εἴμαστε κουφοί  καί δέν ἀκοῦμε, και δεν δεχόμαστε την Πρόσκλησί Του;

Τά γεγονότα τῆς Ζωῆς τοῦ Χριστοῦ συνεχῶς ἐπαναλαμβάνονται καί πρέπει νά συντελεσθοῦν στη ζωή κάθε πιστοῦ, πού καλεῖται νά σταυρώσῃ την σάρκα σύν τοῖς παθήμασι καί ταῖς ἐπιθυμίαις και να ἀνέβη εἰς ὕψος θείας ἀναβάσεως. Αὐτή εἶναι ἡ ἀλήθεια πού νοηματίζει τη ζωή.

Ὁ Ἰησοῦς καλεῖ κοντά Του κάθε ἄνθρωπο, γιά νά τόν κάνῃ κοινωνό τῶν Παθημάτων και τῆς Δόξης Του. Μᾶς καλεῖ να ἀνεβοῦμε, πάνω ἀπό τά ἐπίγεια, πρός τήν ἄνω, την αἰώνια Ἱερουσαλήμ.



Κύριε, ὡς Καρδιογνώστης, γνωρίζεις καλά, μέ πόση λαχτάρα και λατρεία ἀκούω τή Θεία Σου Πρόσκλησι, καί ὅλα, ὅσα μοῦ ἐμπιστεύεσαι ἐν τῇ ὁδῷ, καθώς προχωροῦμε στόν ἀνηφορικό δρόμο πρός τήν Ἱερουσαλήμ. Ἐνῶ ὅμως παίρνω, μέ ὅλη τή δύναμι τῆς ψυχῆς μου, τήν ἀπόφασι νά Σέ ἀκολουθήσω, ὡς το τέλος τοῦ ταξιδιοῦ Σου, «ἐν τῇ ὁδῷ», Σέ ἀρνοῦμαι, ὄχι μόνον τρεῖς, ἀλλά ἀμέτρητες φορές. Καί δάκρυα ἀκολουθοῦν τήν ἄρνησι, και πάλιν τά ἴδια… Τώρα, τούτη την ἅγια ὥρα, πού μοὔδωσες τή Χάρι νἄχω λίγο καθαρό μυαλό, Σέ ἱκετεύω, Ἰησοῦ μου, πρόφθασε. Πρόφθασε και πάρε μου τη θέλησι ἤ κάμε να θέλω μόνο το δικό Σου Θέλημα. Δέν θέλω τίποτε ἄλλο στή ζωή μου, παρά μονάχα τό δικό Σου πανάγιον Θέλημα νά γίνεται.

Κύριε, θέλω, μέ τή Χάρι Σου, ἀπό σήμερα να συμπορεύομαι μαζί Σου προς τήν Ἱερουσαλήμ. Νά ἀκούω καί νά κατανοῶ τό λόγο Σου. Κύριε, ἀξίωσόν με νἆμαι κοινωνός τοῦ Πάθους και τῆς Ἀναστάσεώς Σου. Κύριε Ἰησοῦ, Σύ, πού ὄχι μόνον μέχρι την τελευταία στιγμή τῆς ἐπίγειας ζωῆς Σου, ἀγάπησες τούς δικούς Σου στόν κόσμο, ἀλλά , πού τούς ἀγάπησες «εἰς τέλος», τέλεια, μέχρι Σταυροῦ και Θανάτου, μή με ἀφήσῃς να ξεφύγω ἀπό κοντά Σου. Ἀξίωσέ με νά  ἀνυψωθῶ μαζί Σου εἰς την ἄνω Ἱερουσαλήμ, στην Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Κύριε, κάμε νά ἀπαντήσουν θετικά ὅλοι οἱ ἄνθρωποι σέ τοῦτο Σου το Θεῖον Κάλεσμα καί νά γίνουν κοινωνοί τοῦ Πάθους καί τῆς Ἀναστάσεώς Σου! Κύριε, «ὡς πῦρ καταναλίσκον», λυῶσε τούς πάγους, νά ἡμερέψουν οἱ καρδιές, καί ὅλοι νά συναντηθοῦμε στό δρόμο πρός τήν ἄνω Ἱερουσαλήμ, «κεκαθαρμέναις διανοίαις». Ἀξίωσέ μας, Κύριε, νά συνειδητοποιήσουμε τή μία καί μόνη Ἀλήθεια, ὅτι, δηλαδή, Σύ, Κύριε, καί μόνον Σύ εἶσαι ἡ ζωή μας και ἠ εἰρήνη μας. Σύ καί ΜΟΝΟΝ Σύ εἶσαι ὁ Κύριος τῆς Ζωῆς και τοῦ Θανάτου, ἡ Ὁδός και ἡ Ἀλήθεια, ἡ  ΑΝΑΣΤΑΣΙΣ ΚΑΙ Η ΖΩΗ, ΤΟ ΦΩΣ ΚΑΙ  Η  ΕΙΡΗΝΗ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ. Να συνειδητοποιήσουμε ὅτι μόνον Σύ εἶσαι ἡ μόνη μας παρηγοριά, ἡ μόνη μας ἐλπίδα, το Φρούριόν μας , το μόνον ἀσφαλές καταφύγιον, Ὥστε ὅλοι νά ἀξιωθοῦμε, ἐν ἑνί στόματι καί μιᾷ καρδίᾳ, λόγῳ και ἔργῳ, σύν τῷ Πατρί και τῷ ἁγίῳ Πνεύματι, ἀσιγήτως, Χριστέ μου, να Σέ ὑμνοῦμε  προσκυνοῦντες τόν Τίμιον Σταυρόν Σου καί δοξάζοντες τήν ΑΓΙΑΝ ΣΟΥ ΑΝΑΣΤΑΣΙΝ, και τώρα καί πάντοτε και εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. ΑΜΗΝ.


ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ ΕΚ ΝΕΚΡΩΝ, ΘΑΝΑΤῼ 

ΘΑΝΑΤΟΝ ΠΑΤΗΣΑΣ ΚΑΙ  ΤΟΙΣ ΜΝΗΜΑΣΙ

ΖΩΗΝ ΧΑΡΙΣΑΜΕΝΟΣ!


Ἀγαπητά μου παιδιά, ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ! ΑΛΗΘΩΣ

ΑΝΕΣΤΗ Ο ΚΥΡΙΟΣ! Ἐπί τῇ λαμπροφόρῳ Ἡμέρᾳ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ κυρίου μας, ὁλοψύχως σᾶς εὔχομαι χρόνια πολλά μέ ὑγεία καί χαρά!  Τό Φῶς τῆς Ἀναστάσεως εὔχομαι νά ὁδηγῇ τά βήματά σας εἰς πᾶν ἔργον ἀγαθόν καί ὡς πῦρ καταναλίσκον νά καύσῃ τούς ἰούς τῆς ἀπιστίας, νά φωτίζῃ τά σκοτάδια μας, καί νά θερμαίνῃ τίς καρδιές μας! Ἀμήν.










Δευτέρα 26 Απριλίου 2021

ΜΥΣΤΑΓΩΓΟΣ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ





Ο ΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ.

 

«Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος, και ὁ Λόγος ἦν πρός τόν Θεόν, καί Θεός ἦν ὁ Λόγος» (Ἰωάν. α΄1).

 Ὁ Μονογενής Υἱός και Λόγος τοῦ Θεοῦ, «ὁ δι’ οὗ τά πάντα ἐγένετο» (Ἰωάν. α΄ 2-3), «σάρξ ἐγένετο και ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν, και ἐθεασάμεθα την δόξαν αὐτοῦ, δόξαν ὡς  μονογενοῦς παρά πατρός,  πλήρης χάριτος και ἀληθείας» (Ἰωάν. α΄14).

Μᾶς εὐσπλαγχνίζεται ὁ Θεός και γίνεται και τέλειος ἄνθρωπος. Εἶναι δε γεγονός ὅτι διά τοῦ Ἱησοῦ Χριστοῦ ἔρχεται στους ἀνθρώπους ἡ Χάρις καί ἡ τέλεια ἀποκάλυψις τῆς ἀληθείας. Διότι κανείς δεν ἔχει ἰδεῖ ποτέ τόν Θεόν και κανείς δεν ἔχει γνωρίσει τά μυστήρια τοῦ Θεοῦ. Ὁ Υἱός και μόνον Αὐτός ἐγεννήθη ἀπό την οὐσίαν τοῦ Πατρός και εἶναι εἰς τον κόλπον τοῦ Πατρός πάντοτε ἑνωμένος με αὐτόν, Ἐκεῖνος ἔρχεται καί μᾶς ἐξηγεῖ,  μᾶς διδάσκει, μᾶς κατηχεῖ, μᾶς εἰσάγει εἰς τά μυστήρια καί μᾶς γνωρίζει τον Θεόν( Ἰωάν.α΄18).

Αὐτός, ὁ Υἱός και Λόγος τοῦ Θεοῦ, «τό ἀπαύγασμα τῆς δόξης τοῦ Πατρός, ὁ χαρακτήρ τῆς ὑποστάσεως αὐτοῦ, ἀκριβές ἀποτύπωμα καί Ζωντανή εἰκών τῆς οὐσίας τοῦ πατρός » (Ἑβρ. α΄ 3), εἶναι ὁ μόνος ἀπεσταλμένος ἀπό τόν Πατέρα, Μυσταγωγός, ἐξηγητής, ὁδηγός, Διδάσκαλος, μύστης, Καθηγητής, ἁρμόδιος καί ἱκανός νά μᾶς εἰσάγει εἰς τά ἀπόρρητα μυστήρια καί νά ἑρμηνεύσῃ «τά ἄρρητα ῥήματα ἅ οὐκ ἐξόν ἀνθρώπῳ λαλῆσαι» (Β΄Κορινθ.ιβ΄ 4).Μόνον Αὐτός εἶναι μυσταγωγός τοῦ βίου ἀγαθός, μυσταγωγός τῶν ὑπέρ νοῦν, τῶν ἁγίων λειτουργός και τῶν οὐρανίων… Ἀρχιερεύς τε πιστός.

Ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι «το Φῶς το ἀληθινόν, πού φωτίζει κάθε ἄνθρωπον, πού ἔρχεται στον κόσμον»(Ἰωάν. α΄19). Ὁ Χριστός μᾶς ἀποκαλύπτει  καί λέγει: «Ἐγώ εἰμι ἡ Ὁδός καί ἠ Ἀλήθεια καί ἠ ζωή· (καί ὅτι) Οὐδείς ἔρχεται πρός τόν Πατέρα εἰ μη δι’ ἐμοῦ» (Ἰωάν. ιδ΄6).

Ὁ Νικόδημος, ἄρχων τῶν Ἰουδαίων, πίστεψε στο Χριστό, ὡς Θεόν και «ἦλθε προς αὐτόν νυκτός καί εἶπεν αὐτῷ· Ραββί (Διδάσκαλε), οἴδαμεν ὅτι ἀπό Θεοῦ ἐλήλυθας διδάσκαλος· οὐδείς γάρ ταῦτα τά σημεῖα δύναται ποιεῖν ἅ σύ ποιεῖς, ἐάν μη ᾖ ὁ Θεός μετ’ αὐτοῦ» (Ἰωάν. γ΄2).

Και πραγματικά ὁ Χριστός εἶναι ὁ Μέγας Μυσταγωγός καί Διδάσκαλος. Πάντοτε «ἐξεπλήσσοντο οἱ ὄχλοι ἐπί τῇ διδαχῇ αὐτοῦ. Ἦν γάρ διδάσκων αὐτούς ὡς ἐξουσίαν ἔχων, και οὐχ ὡς οἱ Γραμματεῖς» (Ματθ. ζ΄29).

Πιό γλυκός καί ἀπό τό μέλι ἔρρεεν ὁ λόγος ἀπό το πανάγιον στόμα Του. Ὅταν οἱ Ἀρχιερεῖς καί οἱ Φαρισαῖοι ἔστειλαν ὑπηρέτες νά Τόν συλλάβουν, ἔμειναν ἄφωνοι και ἐκστατικοί ἀκούοντας τον λόγον Του καί δέν τόλμησαν να Τον ἐνοχλήσουν, «Οὐδείς ἐπέβαλεν ἀπ’ αὐτῶν τάς χεῖρας». Ὅταν δε οἱ Ἀρχιερεῖς και οἱ Φαρισαῖοι τούς ρώτησαν·

« Διατί οὐκ ἠγάγετε αὐτόν;» Αὐτοί ἀποκρίθηκαν:

«Οὐδέποτε οὕτως ὁμίλησεν ἄνθρωπος, ὡς οὗτος ὁ ἄνθρωπος» (Ἰωάν. ζ΄45-46). «Ἐδίδασκεν ὡς ἐξουσίαν ἔχων, ὡς Ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου Μυσταγωγός, ὡς Θαυμαστός Σύμβουλος, Θεός ἰσχυρός, Ἐξουσιαστής , Ἄρχων εἰρήνης, (Ἡσ. θ΄ 6), ὡς ἀπαύγασμα τῆς δόξης τοῦ Πατρός.




Εἶναι ποτέ δυνατόν να συγκριθῇ ὁ ἀνθρώπινος λόγος, μέ τόν αἰώνιον Υἰόν καί Λόγον τοῦ Θεοῦ;

Ὁ Χριστός χάρισε σέ ὅλους μας τό Λογικόν, τον λόγον καί τά πάντα. Ὁ Χριστός, ἀπ’ ἀρχῆς, εἶναι στήν ψυχή καί στή ζωή μας τό Θεμέλιον. «Καί Θεμέλιον ἄλλον οὐδείς δύναται θεῖναι παρά τον κείμενον, ὅς ἐστιν Ἰησοῦς Χριστός»(Α΄ Κορινθ. γ΄ 11), λέγει ὁ Παῦλος. Καί  ὀφείλομεν πάντες νά συνειδητοποιήσουμε τήν ἀνάγκην τῆς ψυχῆς μας, και να παρακαθήσωμεν παρά τούς πόδας Αὐτοῦ και να ἀκούωμεν τόν λόγον αὐτοῦ(πρβλ. Λουκ. ι΄ 39), γνωρίζοντες ὅτι εἶναι «Μακάριοι οἱ ἀκούοντες τον λόγον αὐτοῦ και φυλάσσοντες αὐτόν» (Λουκ.ια΄28).Ἡ Ψυχή μας βρίσκει τήν πληρότητα στήν ἕνωσί της μέ τόν Κύριο. Καί αὐτή τήν ἕνωσι ἀναζητεῖ μέ λαχτάρα καί βρίσκει γαλήνη καί ἀνάπαυσι στήν ἀδιάκοπη μελέτη τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ καί στήν ἀδιάλειπτη Προσευχή.



Ὁ Ἱερός ὑμνῳδός τῆς Ἐκκλησίας μας, μᾶς ἀναφέρει ὅτι ὁ Μέγας Διδάσκαλος και μυσταγωγός, ὁ Κύριός μας εἰσάγει εἰς τό Μυστήριον τῆς Σταυρικῆς Του Θυσίας  τούς Μαθητάς  Του, και τούς διδάσκει νά μή καταληφθοῦν ἀπό φόβο καί νά μη σκανδαλισθοῦν, με την ἄφατον Μακροθυμίαν αὐτοῦ και την ὑπέρλογον κένωσιν Αὐτοῦ, ἀλλά να συνειδητοποιήσουν ὅτι ἀπό ἄπειρη, γιά  τά  πλάσματά Του, ἀγάπη, πάσχει, για να μᾶς διδάξῃ με τό Παράδειγμά Του. Μᾶς καλεῖ, νά μείνουμε ἀκλόνητοι στήν Πίστι Σ' Αὐτόν καί νά ἐγκολπωθοῦμε τήν δική Του ἄκρα ταπείνωσι καί θυσιαστικήν ἀγάπην, ὥστε βιώσουμε την καινήν Ἐντολήν τῆς Ἀγάπης καί να ἀγαπῶμεν ἀλλήλους, καθώς Αὐτός μᾶς ἀγάπησε μέχρι Σταυροῦ καί θανάτου:


«Μυσταγωγῶν σου Κύριε τούς Μαθητάς, εἰσάγων αὐτούς εἰς την πνευματικήν και ἁγίαν ζωήν, ἐδίδασκε λέγων· δέν σᾶς ἀποκαλῶ δούλους, ἀλλά φίλους. Ἐσεῖς, λοιπόν οἱ φίλοι μου, προσέξτε καλά. Μήν ἀφήσετε  σᾶς κυριεύσῃ κανένας φόβος, βλέποντάς με κρεμασμένο στό Σταυρό. Διότι ἐάν πάσχω, πάσχω ὑπέρ τοῦ κόσμου. Προσηλώνομαι στο Σταυρό ἐγώ, ἀντί να σταυρωθῆτε ἐσεῖς. Μή σκανδαλισθῆτε μέ  τήν ταπείνωσί μου αὐτήν,  μέ τήν συγκατάβασίν μου.

Θέλω νά διδαχθῆτε καί νά μάθετε πολύ καλά, ὅτι δέν ἦλθα, γιά νά ὑπηρετηθῶ, ἀλλά να ὑπηρετήσω, και να δώσω τη ζωή μου , τον ἑαυτόν μου προς λύτρωσιν τῶν ἀνθρώπων, ὡς λύτρον ὑπέρ τοῦ κόσμου, γιά  νά ἐξαγορασθοῦν και νά ἐλευθερωθοῦν ἀπό την ἁμαρτίαν και τον θάνατον πολλοί. Ἐάν λοιπόν ἐσεῖς εἶσθε φίλοι μου, ἐμέ μιμεῖσθε. Και «τότε μόνον θά εἶσθε φίλοι μου, ἐάν ποιῆτε ὅσα ἐγώ ἐντέλλομαι ὑμῖν»(Ἰωάν. ιε΄ 14). Συνεπῶς ἐκεῖνος πού θέλει να εἶναι πρῶτος, ἄς εἶναι ὀ τελευταῖος ὅλων. Ὁ κύριος, ὁ ἄρχων, ὁ ἐξουσιαστής, ἄς εἶναι ὡς ὁ ὑπηρέτης, ὡς δοῦλος. Μείνατε ἑνωμένοι μαζί μου, γιά νά φέρετε σταφύλι, γιά νά  φέρετε καρπόν πολύν. Μην ξεχνᾶτε ποτέ τά λόγια μου, διότι ἐγώ εἶμαι τῆς ζωῆς ἡ ἄμπελος. «Ἐγώ εἶμαι ἡ ἄμπελος ἡ ἀληθινή  καί σεῖς εἶσθε τά κλήματα. Ὁ μένων ἐν ἐμοί κἀγώ ἐν αὐτῷ, οὗτος φέρει καρπόν πολύν, ὅτι χωρίς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν» (Ἰωάν. ιε΄5).


Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Σύ, πού πραγματικά  εἶσαι ἡ ἄμπελος ἡ ἀληθινή, ἡ ἄμπελος τῆς ἀληθινῆς ζωῆς, ἄκουσε την ταπεινήν μας δέησιν καί ἀξίωσέ μας να μένουμε ἑνωμένοι μαζί Σου, ἐνωμένοι ἐν τῇ ἀγάπῃ, καί Σύ, Κύριε, καταδέξου καί μένε  μαζί μας, ὄχι , γιατί τό ἀξίζουμε, ἀλλά «ἕνεκεν τῆς δόξης τοῦ Ὀνόματός Σου». Αὐτή εἶναι ἡ μόνη ἀναζήτησι καί ἀνάγκη τῆς ψυχῆς μας· ἡ ἕνωσις μαζί Σου. Κύριε, δῶσε μας τή Χάρι Σου, ἑνωμένοι μαζί Σου, νά Σέ ὑμνοῦμε καί νά Σέ δοξάζουμε, σύν τῷ Πατρί καί τῷ ἁγίῳ Πνεύματι, καί τώρα καί πάντοτε καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. ΑΜΗΝ. 


 

Παρασκευή 23 Απριλίου 2021

«ΦΟΒΕΡΟΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΔΟΞΟΝ ΜΥΣΤΗΡΙΟΝ,


 

             ΣΗΜΕΡΟΝ ΕΝΕΡΓΟΥΜΕΝΟΝ ΚΑΘΟΡΑΤΑΙ»

 

«Ὁ ἀναβαλλόμενος φῶς ὡς ἱμάτιον…Ὁ  περιπατῶν ἐπί πτερύγων ἀνέμων…Ὁ ποιῶν τούς Ἀγγέλους αὐτοῦ πνεύματα καί τούς λειτουργούς αὐτοῦ πῦρ φλέγον…Ὁ ἐπιβλέπων ἐπί τήν γῆν καί ποιῶν  αὐτήν τρέμειν, ὁ ἁπτόμενος τῶν ὀρέων καί καπνίζονται…» (παρβλ.Ψαλμ.103), «ὁ δι’ οὗ τά πάντα ἐγένετο»(Ἰωάν. α΄ 3), ὁ Πάντων Ἐπέκεινα καί Πανταχοῦ Παρών, ὁ ἰσχυρός Θεός, ὁ Ἐξουσιαστής, ὁ Ἄρχων τῆς Εἰρήνης (Ἡσ. 9, 6), ὁ Μονογενής Υἱός και Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὤν και ὁ Ἦν και ὁ Ἐρχόμενος, ὁ Παντοκράτωρ(Ἀποκ. α’ 8), λαβών δούλου μορφήν… ἐγένετο ὑπήκοος τῷ Πατρί, μέχρι θανάτου, θανάτου δε Σταυροῦ» (Φιλιπ.β΄7-8). Διότι «συνίστησι τήν ἑαυτοῦ ἀγάπην εἰς ἡμᾶς ὁ Θεός, ὅτι ἔτι ἁμαρτωλῶν ὄντων ἡμῶν Χριστός ὑπέρ ἡμῶν ἀπέθανε» (Ρωμ. ε΄ 8). Ἐσταυρώθη δι’ ἡμᾶς, «ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτόν μὴ ἀπόληται, ἀλλ’ ἔχῃ ζωήν αἰώνιον»(Ἰω.γ΄15-16). Μέγα καί ἀνερμήνευτον εἶναι το Μυστήριον τῆς Οἰκονομίας τοῦ Θεοῦ. Δεν το χωράει ὁ νοῦς μας. Εἶναι ὑπέρ λόγον και ἔννοιαν.

Τά λόγια περιττεύουν… Το μόνο, πού ἀπομένει εἶναι ἡ σιωπηλή, λατρευτική Προσκύνησις!...

ΣΤΑΥΡΩΝΕΤΑΙ Η ΑΠΕΙΡΗ ΑΓΑΠΗ, ΑΝΤΙ ΗΜΩΝ!

Πεῖνα καί δίψα τοῦ Χριστοῦ ἡ σωτηρία μας. Γιά νά μᾶς λυτρώσῃ Σταυρώθηκε. Καί πάνω ἀπό τό Σταυρό Του φώναξε· ΔΙΨΩ. Δήλωσε τη λαχτάρα τῆς Παναγίας Του Ψυχῆς, γιά τή σωτηρία μας. Καί διεκήρυξε σέ ὅλους την «Καινήν ἐντολήν»:

«Ἀγαπᾶτε ἀλλήλους, καθώς ἠγάπησα ὑμᾶς ἵνα και ὑμεῖς ἀγαπᾶτε ἀλλήλους» (Ἰωάν. ιγ΄ 34). Καί μεῖς, ἀποκριθήκαμε στή λαχτάρα τῆς ψυχῆς Του, ὡς «γεννήματα ἐχιδνῶν», ὡς ἀγνώμονες, υἱοί Παραφροσύνης. Καί στή δίψα Του, Ἐκεῖνον, πού μετέβαλε, στήν ἔρημο, τό πικρόν ὕδωρ, σέ γλυκύ καί μᾶς ἔθρεψε μέ τό Οὐράνιον Μάννα, Τόν ποτίσαμε, μέ «ὄξος μετά χολῆς μεμιγμένον», οἱ ἀχάριστοι…«Καί  ὅτε οὖν ἔλαβε τό ὄξος  ὁ Ἰησοῦς εἶπε· Τετέλεσται. «ΓΕΓΟΝΕ»(Ἀποκ. ιστ΄ 17). Δηλαδή: «Ἄρτι ἐγένετο ἡ σωτηρία καί  ἡ δύναμις και ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἡμῶν και ἡ ἐξουσία τοῦ Χριστοῦ αὐτοῦ,…»(Ἀποκ. ιβ΄10). Και μετά τό· «Τετέλεσται» ὁ Ἰησοῦς ἔκλινε την κεφαλήν και παρέδωκε τό πνεῦμα»(Ἰωάν. ιθ΄ 30).




«Ἐπειδή ὅμως ἦταν Παρασκευή και για να μή μείνουν τά σώματα στο Σταυρό τη μεγάλη Ἡμέρα ἐκείνην τοῦ Σαββάτου, παρεκάλεσαν οἱ Ἰουδαῖοι τόν Πιλᾶτον, να συντριβοῦν τά σκέλη τῶν ἐσταυρωμένων και να κατεβάσουν τά σώματα ἀπό το Σταυρό. Ἦλθαν λοιπόν οἱ στρατιῶται  σύντριψαν τά σκέλη τῶν δύο ληστῶν. Ἀλλ’ ὅταν ἦλθαν στον Ἰησοῦν, εἶδαν ὅτι εἶχε πεθάνει καί δέν συνέτριψαν τά σκέλη Του. Ἀλλ’ εἷς τῶν στρατιωτῶν λόγχῃ την πλευράν αὐτοῦ ἔνυξε και εὐθύς ἐξῆλθεν αἷμα και ὕδωρ» (Ἰωάν.ιθ΄31-34). Τότε  ἦλθεν ὁ Ἰωσήφ ὁ ἀπό Ἀριμαθαίας, εὐσχήμων Βουλευτής, πού ἐπερίμενε καί αὐτός την Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, ἐτόλμησε καί ἦλθε στόν Πιλᾶτο καί ἐζήτησε τό σῶμα τοῦ Ἰησοῦ. Και ὁ Πιλᾶτος ἀφοῦ βεβαιώθηκε ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶχε πεθάνει, ἐδώρησε  τό σῶμα τοῦ Ἰησοῦ στόν Ἰωσήφ. Αὐτός δέ ἀγόρασε σινδόνι καί Τόν κατέβασε ἀπό το Σταυρό, τόν τύλιξε μέ τόν σινδόνι και Τον ἑτοίμασε, για να Τον θέσῃ εἰς τό καινόν αὐτοῦ μνημεῖον(Μάρκ. ιε΄ 42-47). Ὁ θρῆνος τοῦ Ἰωσήφ, πού εἶναι και θρήνος κάθε  πιστοῦ, ὅπως μᾶς τόν περιγράφει ὁ Ἱερός ὑμνωδός τῆς Ἐκκλησίας, μᾶς συγκλονίζει και μᾶς ὁδηγεῖ σέ σιωπηλή λατρευτική Προσκύνησι τοῦ Λυτρωτοῦ και Σωτῆρος τοῦ Σύμπαντος Κόσμου:





«Ἐσένα, πού φορᾶς σάν ἔνδυμα τό Φῶς, ἐνῶ σέ ἀποκαθήλωνε ἀπό τό ξύλον τοῦ Σταυροῦ ὁ Ἰωσήφ μαζί μέ τόν Νικόδημο, βλέποντας Σέ τόν ζωοδότην καί Θεόν, νεκρόν γυμνόν ἄταφον, βαθειά συγκινημένος, μέ θρήνους ἐκφράζει τόν πόνον καί  τήν ὀδύνη του. Πιστεύει στόν Κύριον, ὡς Θεόν καί Σωτῆρα του καί Λυτρωτήν Κόσμου. Δέν μπορεῖ νά ἑρμηνεύση τό Μυστήριον τῆς Οἰκονομίας τοῦ Θεοῦ καί ὀδυρόμενος λέγει:

Οἴμοι, ἀλλοίμονο σέ μένα, γλυκύτατε Ἰησοῦ! Πρίν λίγο ὁ Ἥλιος βλέποντάς Σε κρεμασμένο στό Σταυρό, ντύθηκε τό βαθύ, τοῦ ᾏδου τό σκοτάδι καί ἡ γῆ ἀπό τό φόβο ἐκ θεμελίων ἐταράσσετο καί τοῦ Ναοῦ τό καταπέτασμα ἀπότομα  ἐσχίσθη. Ἀλλά  νά τώρα  Σέ βλέπω καί διαπιστώνω ὅτι καταδέχθηκες, νά θανατωθῇς, για χάρι μου. Θεέ μου, πῶς νά περιγράψω τήν ἄφατη συγκατάβασί Σου; Σέ θωρῶ χωρίς πνοή, Ἐσένα, πού ἔδωκες σέ ὅλους μας τήν πνοή, τήν ζωήν καί τά πάντα. Ἕχεις κλεισμένα τά μάτια, πού κανείς δέν μπόρεσε νά τά ἐτενίσῃ. Παραμένεις ἄφωνος, Ἐσύ, πού, μέ μόνο τό λόγο Σου δημιούργησες τόν κόσμο ἐκ τοῦ μή  ὄντος. Θωρῶ, Κύριε, ἄφωνο Ἐσένα, πού μέ ἕνα Σου λόγο θεράπευες ἀνίατες ἀρρώστιες, ἀνάσταινες νεκρούς, καθάριζες λεπρούς, ἔδινες τό φῶς, σ’ αὐτούς πού ζοῡσαν στο σκοτάδι. Ἄφωνος, Κύριε, Ἐσύ, πού ὁ λόγος ἔρρεεν ἀπό τό πανάγιον στόμα  Σου, γλυκύτερος καί ἀπό τό μέλι; Κύριε, πῶς παραμένει ἄφωνος Σύ, ὁ γλυκύλαλος. Σέ θωρῶ σιωπηλό καί ἀπορῶ, διότι γνωρίζω ὅτι κανείς ἄλλος δεν μίλησε ποτέ μέχρι σήμερα, οὔτε καί πρόκειται να μιλήσῃ σάν κι’ Ἐσένα, Λόγε τοῦ Θεοῦ. Μήν παραμένῃς ἄλλο σιωπηλός…Ἀνάστα Κύριε, μίλησε στήν καρδιά μας, ἁπάλυνε τόν πόνο μας, ὅπως πάντα, Ἰησοῦ μου…Πῶς νά Σέ κηδεύσω, Θεέ μου; Ἤ πῶς νά Σέ τυλίξω στό σεντόνι; Ἐγώ   ὁ ἁμαρτωλός καί ἀνάξιος δοῦλος Σου, μέ ποιά χέρια νά ἀγγίξω τό ἄχραντον, τό ἀκήρατον, τό ἁγνόν καί ἀμόλυντό Σου σῶμα; Ἤ ποῖα ἄσματα, ποιά τραγούδια, ποιούς ὕμνους νά ψάλλω στήν Ἔξοδό Σου, Οἰκτίρμων; Μέ βαθειά συναίσθησι τῆς ἁμαρτωλότητός μου, γονατίζω μπροστά Σου!

Τί κι’ ἄν εἶναι ματωμένο τό πρόσωπό Σου, χωρίς εἶδος, χωρίς κάλλος ἡ μορφή Σου; Σύ εἶσαι ὁ Σωτῆρας μου, ὁ Λυτρωτής τοῦ Κόσμου. Σύ καί μόνον Σύ εἶσαι ὁ Κύριος και ὀ Θεός μου. Μεγαλύνω τά Πάθη Σου, ὑμνολογῶ, καί τήν Ταφήν Σου, προσκυνῶ τόν Σταυρόν Σου καί δοξάζω τήν ἁγίαν Σου Ἀνάστασιν, κραυγάζων· Κύριε Δόξα Σοι.

Κύριέ μου Ἰησοῦ, ἔρχου ταχύ.

Ἀνάστηθι, Κύριε ὁ Θεός μου!

Ἀνάστησον καί ἡμᾶς πεσόντας τῇ ἁμαρτίᾳ.

Ἀνάστησέ μας, Κύριε ἀπό κάθε μας πτῶσι!

Λύτρωσέ μας ἀπό τόν κακό μας ἑαυτό.

Ἐλευθέρωσέ μας ἀπό τά δεσμά τῆς ἁμαρτίας.

Σύ, πού  Σταυρώθηκες, για μᾶς, συγχώρεσέ μας.

Ἐκτός ἀπό Σένα, ἄλλον βοηθόν δέν ἔχουμε καί δέν θέλουμε νά ἔχουμε ἄλλον Κανένα. Σύ και Μόνον Σύ εἶσαι ὁ Κύριος καί ὁ Θεός μας. Μόνον Σένα πιστεύουμε καί Ἐσένα λατρεύουμε. ΔΟΞΑ  ΣΟΙ, ΚΥΡΙΕ, ΔΟΞΑ  ΣΟΙ!







Πέμπτη 22 Απριλίου 2021

«ΣΟΥ ΔΕ ΑΥΤΗΣ ΤΗΝ ΨΥΧΗΝ ΔΙΕΛΕΥΣΕΤΑΙ ΡΟΜΦΑΙΑ»(Λουκ β΄35)





ΣΥΓΚΛΟΝΙΖΕΙ  Ο  ΘΡΗΝΟΣ ΤΗΣ


Ὦ Μεγαλόχαρη, Μητέρα τῆς Ζωῆς, τῆς Χαρᾶς και τοῦ Πόνου! Ποιός νοῦς μπορεῖ νά κατανοήσῃ καί μέ ἀνθρώπινα λόγια νά περιγράψῃ τή θλῖψι, τόν Πόνο, τόν συντριμμό τῆς ἁγίας Σου ψυχῆς ὅταν βλέπῃς τό Μανάκριβό Σου Γιό, τόν Εὐεργέτη, τόν Θεραπευτή, τόν Λυτρωτή, νά ὁδηγῆται, ὡς πρόβατον ἐπί σφαγήν, ἄφωνος, στόν ἀνηφορικό δρόμο πρός τόν Γολγοθᾶ!...




Ποιός δέν δακρύζει, ὅταν ἀτενίζει Αὐτόν, πού ἐπιβλέπει ἐπί τήν γῆν καί τήν κάνει νά τρέμῃ, «τόν δι’ οὗ τά πάντα ἐγένετο», νά σηκώνῃ ἕνα θεόρατο, πελώριο Σταυρό, καί νά ἀνηφορίζῃ, μέ Χαρά τό δρόμο τοῦ Μαρτυρίου; Δέν τό χωράει ὁ νοῦς μας. Μέγα καί ἀκατάληπτο εἶναι τό τῆς εὐσεβείας Μυστήριον!  Καί Σύ, Πανάμωμε, δίκαια, ἀπορεῖς καί σιγοψυθιρίζεις καί θρηνεῖς, γιά την παραφροσύνη τῶν ἀχαρίστων, πού ἀντί τοῦ Μάννα, προσφέρουν στόν Εὐεργέτη χολήν και Σταυρόν και θάνατον καί διαπερνᾶ τήν καρδιά σου, μεγάλο, ὀδυνηρό, δίκοπο μαχαῖρι θλίψεως καί Ὀδύνης, πού πραγματικά συντρίβει κάθε τρυφερή ψυχή. Ὁ Πόνος Σου, Παναγιά μου, πού εἶναι καί δικός μας πόνος καί συντριμμός, δέν μετριέται, δέν περιγράφεται. Ὁδηγεῖται στό Σταυρό ὁ Λυτρωτής τοῦ Κόσμου, και ὅλοι παρακολουθοῦμε σιωπηλά, τόν Κύριον τῆς Δόξης, «τόν Ἀμνόν τοῦ Θεοῦ, τόν αἴροντα την ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου», νά ὑψώνεται,  μέ ἔντονη χαρά, στό  Σταυρό, ἀντί ἡμῶν



Παναγία Μητέρα, μητέρα τῆς Στοργῆς, νοερά, Σέ παρακολουθῶ νά θεωρῇς τό Ἄκακον Ἀρνίον τόν Μονάκριβό Σου Γιό, νά σύρεται πρός σφαγήν, κι’ ὁ μητρικός Σου Θρῆνος, μέ συγκλονίζει…πονῶ καί δακρύζω καί μένω ἄφωνος μπροστά στήν ἄφατη συγκατάβασι τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ καί Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ!

Σέ ἀκούω νά  σιγοψιθυρίζῃς στόν Ἀγαπημένος Σου καί νά Τόν ρωτᾶς μέ ἀπορία καί σπαραγμό καρδιᾶς· «Ποῦ πηγαίνεις, Παιδί μου; Πρός χάριν τίνος παίρνεις τόν γρήγορο αὐτό δρόμο; Μήπως πάλιν γίνεται ἄλλος Γάμος στήν Κανᾶ καί πηγαίνεις πολύ γρήγορα ἐκεῖ, γιά νά κάμῃς καί πάλιν τό νερό, γλυκό κρασί; Νά ἔλθω μαζί Σου, Γιέ μου; Ἤ καλλίτερα νά μείνω; Δός μου λόγον, Λόγε. ἁποκρίσου μου, παιδί μου. Μή με προσπεράσῃς σιωπηλός, Σύ, πού μέ τήρησες ἁγνή. Σύ εἶσαι ὁ Υἱός και Θεός μου».

Παναγιά μου, «Μεγαλόχαρη», ποιός θά μποροῦσε νά φαντασθῇ τό μέγεθος τῆς ἀναισχυντίας καί τῆς Παραφροσύνης τῶν ἀχαρίστων; 

Ἄφωνος, Παναγιά μου, μετά δακρύων, 

 εὐλαβῶς,  πρός τόν Κύριον τῆς Δόξης, κραυγάζω· 

Δόξα τῇ Μακροθυμία Σου, Κύριε, δόξα σοι!

Σέ βλέπω στό Σταυρό καί ματώνει ἡ καρδιά μου καί ἀναρωτιέμαι, μήπως εἶμαι ἐγώ ὁ Σταυρωτής Σου; «Μήτι ἐγώ εἰμι, Κύριε;»(Ματθ. κστ΄ 23).

Τολμῶ καί ἀτενίζω τό Σταυρό Σου και προσπαθῶ, ὅσον εἶναι δυνατόν, νά ἐννοήσω τήν Προσευχή Σου, στόν οὐράνιον Πατέρα, πού, ὡς ἄνθρωπος, τόν παρακαλεῖς,  λέγων· «Πάτερ σῶσον μέ ἐκ τῆς ὥρας ταύτης. Ἀλλά διά τοῦτο ἦλθον εἰς τήν ὥραν ταύτην» (Ἰωάν. ιβ΄27). Καί πάλιν· «Εἰ οὐ δύναται τοῦτο τό ποτήριον παρελθεῖν ἀπ’ ἐμοῦ ἐάν μή αὐτό πίω, γενηθήτω τό Θέλημά Σου»(Ματθ. κστ΄ 42).

Βοήθησέ μας, Κύριε, νά ἐννοήσουμε τό Μυστήριον τῆς Σταυρικῆς Σου Θυσίας. Νά ἐννοήσουμε, ὅτι εἶναι Θέλημα τοῦ Θεοῦ-Πατρός καί νά μάθουμε νά ἀγαπᾶμε, ὅπως Σύ, Θεέ μου, μᾶς ἀγάπησες. Ἀξίωσέ μας, διά τῶν πρεσβειῶν τῆς Παναγίας Σου Μητρός, νά προσκυνοῦμεν, μέ τήν καρδιά μας, τόν Τίμιον Σταυρόν Σου καί νά δοξάζουμε τήν ἁγίαν Σου Ἀνάστασιν.

Κύριέ μου, ἀπειρη ἀγάπη, πῶς νά Σέ  ὑμνήσω;

Παναγιά μου, βοήθησέ με, νά σταθῶ, ἐπάξια, εὐλαβικά, κάτω ἀπό τόν  Τίμιον Σταυρόν τοῦ Σωτῆρος. 

Κύριέ μου, Ἰησοῦ, δέξου τά δάκρυά μου, δάκρυα εὐγνωμοσύνης  Σέ Σένα, τό Λυτρωτή μου καί Θεόν και ἐλέησον  ἐμέ καί τόν κόσμον Σου καί σῶσον τάς ψυχάς ἡμῶν, ὡς Ἀγαθός καί Φιλάνθρωπος.

Στερεύει ὁ νοῦς.

Ἡ σκέψι σταματᾶ. 

Ὁ λόγος εἶναι ἀδύναμος 

νά ὑμνήσῃ ἐπάξια

τή θεϊκή Σου συγκατάβασι, 

Λόγε τοῦ Θεοῦ.

 Τά λόγια περιττεύουν,

 Δίνουν τόπο στή σιωπή, 

γοργοκυλᾶ τό δάκρυ… 

Δόξα τῇ συγκαταβάσει Σου,

 Κύριε,  δόξα Σοι!