Παρασκευή 16 Απριλίου 2021

ΑΠΟ ΤΟ· «ΚΑΤ'ΕΙΚΟΝΑ»




                                         ΕΙΣ ΤΟ· «ΚΑΘ’ ΟΜΟΙΩΣΙΝ»

 

Ἀνοδική εἶναι ἡ πορεία μας, ἀπό γῆς προς οὐρανόν. ἀπό το· «κατ’ εἰκόνα», εἰς το· «καθ’ ὁμοίωσιν». Μελῳδική εἶναι ἡ ἔκφρασις, δηλώνει δέ καί τήν τιμήν, πού προσφέρει ὁ Θεός στά πλάσματά Του.

Τό· «κατ’ εἰκόνα», δηλώνει ὅτι ὁ Θεός ἔπλασε τόν ἄνθρωπον «δυνάμει θεόν». Τόν τίμησε μέ  «νοῦν», γιά νά διακρίνῃ τό Καλόν ἀπό το Κακόν. Τοῦ χάρισε δέ καί τό  «αὐτεξούσιον», «ἐλευθερίαν βουλήσεως», ὥστε νά ἐκλέγει, ὅ, τι αὐτός θέλει, τό Καλόν ἤ τό Κακόν, τήν Ἀρετήν, ἤ τήν Κακίαν, τό πῦρ ἤ το ὕδωρ, τήν ζωήν ἤ τόν θάνατον.  Τοῦ πρόσφερε δέ «ὕλην εἰς τό αὐτεξούσιον», τήν Ἐντολήν. Και, ὡς λογικός και ἐλεύθερος, εἶναι ὑπέυθυνος τῆς ἐκλογῆς του.

Το· «καθ’ ὁμοίωσιν», δηλώνει ὅτι ἀπό αὐτόν τόν ἴδιον ἐξαρτᾶται, ἡ ὁμοίωσίς του μέ τόν Θεόν. Δηλαδή: ἐάν θέλῃ, μπορεῖ ἀπό «δυνάμει θεός» να γίνῃ και «ἐνεργείᾳ θεός».

Ἐάν ἐκλέξῃ τήν ὑπακοήν εἰς τήν Ἐντολήν, θά μπορέσῃ, ἀγωνιζόμενος, διά τῆς ὑπακοῆς, νά φθάσῃ εἰς τήν κορυφήν τῆς πνευματικῆς τελειότητος, εἰς τό· «καθ’ ὁμοίωσιν», θα φθάσῃ εἰς τήν ζωήν, νά γίνῃ θεός κατά χάριν. Ἐάν ἐκλέξῃ τήν  παρακοήν, προγνωρίζει ὅτι θά φθάσῃ εἰς τήν ἐσχάτην ἐξαθλίωσιν, στή φθορά καί τό θάνατο.

Ὁ Πάνσοφος Δημιουργός, ἔπλασε τον ἄνθρωπον «κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσιν Αὐτοῦ», τοῦ πρόσφερε τήν τιμήν νά μπορῇ, μέ τή Χάρι τοῦ Θεοῦ, να ἀγωνισθῇ, να χρησιμοποιήσῃ τά θεϊκά χαρίσματα, και να γίνῃ καί ἐνεργείᾳ θεός. Να ἔχῃ τη χαρά τῆς συνδημιουργίας. Αὐτός εἶναι καί ὁ τελικός σκοπός τῆς ζωῆς του.

Τόν τοποθετεί στόν Παράδεισο «ἐργάζεσθαι αὐτόν και φυλάσσειν». Τοῦ προσφέρει τή  μεγάλη χαρά τῆς ἐργασίας τῶν Ἐντολῶν, πού εἶναι ἡ φύλαξις, ἡ φυλακή, ἡ φρούρησις τοῦ Παραδείσου, πού εἶναι ἡ ἀδιατάρακτος διά θέας ἀπόλαυσις τοῦ ἀπείρου Κάλλους τοῦ Προσώπου τοῦ Κυρίου εἰς μακρότητα ἡμερῶν. Ὁ πρῶτος ἄνθρωπος διά τῆς παρακοῆς ἔχασε τον Παράδεισο και βρέθηκε ἀπέναντι τοῦ παραδείσου «ἐν γῇ ἐρήμῳ καί ἀβάτῳ και ἀνύδρῷ».

Μᾶς εὐσπλαγχνίζεται ὅμως ὁ Θεός και στέλνει τόν Υἱόν Του στόν κόσμο, πού γίνεται Τύπος και Ὑπογραμμός στό Θέλημα τοῦ Θεοῦ, γίνεται ἡ Ὁδός ἐπαναφορᾶς πρός τόν Πατέρα. Χαράσσει την ἀληθινήν Ὁδόν τῆς Ζωῆς, μέ τό πανάγιον Αἷμα Του, ὥστε, ἄν θέλουμε, να ἀκολουθήσουμε τά ματωμένα Χνάρια Του καί νά μεταβάλλουμε τά σάρκα σέ πνεῦμα καί νά φθάσουμε Ψηλά, στό Γολγοθᾶ, στό Θεό. «Ἐγώ εἰμι ἡ Ὁδός καί ἡ Ἀλήθεια καί ἠ Ζωή· καί οὐδείς ἔρχεται πρός τόν Πατέρα εἰ μή δι’ ἐμοῦ». «Ἑγώ εἰμι τό Α καί τό Ω, ἡ Ἀρχή καί τό Τέλος, ὁ Πρῶτος και ὁ Ἔσχατος, ὁ Ὤν και ὁ Ἦν καί ὁ Ἐρχόμενος, ὁ Παντοκράτωρ». Καί πάλιν λέγει: «Ἐγώ εἰμι το φῶς τοῦ κόσμου· ὁ ἀκολουθῶν ἐμοί οὐ μή περιπατήσῃ ἐν τῇ σκοτίᾳ, ἀλλ’ ἕξει το φῶς τῆς ζωῆς».

Ὅποιος θέλει, ἐάν θέλῃ, μπορεῖ νά μέ ἀκολουθήσῃ καί νά φθάσῃ στήν Κορυφή, εἰς ὕψος θείας ἀναβάσεως, νά γίνῃ καί «ἐνεργείᾳ θεός».

Χρειάζεται, μέ τή θέλησί του, νά ἀναλάβῃ  τόν καλόν ἀγῶνα, νά βαδίσῃ ἐπί τῆς Ὁδοῦ τῆς Ζωῆς, ἀπό τό Α πρός τό Ω, ἀπό τήν Ἀρχή πρός τό Τέλος.

Καί καλεῖται νά προοδεύῃ, νά μή μένῃ στάσιμος, οὔτε νά γυρίζει πίσω. Νά βαδίζῃ ψηλά κι’ ἐμπρόςΝά μή γυρίζῃ πίσω. Γι’αὐτό εἶναι ἀνάγκη να Σταυρώσουμε τήν σάρκα σύν τοῖς παθήμασι καί ταῖς ἐπιθυμίαις. Νά νεκρώσουμε τά μέλη ἡμῶν τά ἐπί τῆς γῆς. Νά ἀποβάλουμε τό φρόνημα τῆς σαρκός, νά ἀπαρνηθοῦμε τόν παλαιόν ἄνθρωπον, τόν κακόν μας  ἑαυτόν, νά ξεριζώσουμε μέσα ἀπό τήν καρδιά μας πᾶσαν κακίαν, καί νά ἐνδυθοῦμε τόν Νέον, τόν καινόν ἄνθρωπον, τόν Χριστόν, και ζοῦμε εὐσεβῶς ἐν Χριστῷ, νά περιπατοῦμε ἐν ἀγάπῃ, να προσφέρουμε τον ἑαυτό μας, για τούς ἄλλους, ὅπως ὁ Χριστός, προσφοράν και θυσίαν στο Θεό εἰς ὀσμήν εὐωδίας.

Βέβαια εἶναι εὔκολο νά τά λέμε αὐτά και δύσκολο νά τά κάνουμε «πρᾶξι». Εἷναι δύσβατος δρόμος, Στενή καί τεθλιμμένη ἡ ὁδός. Χρειάζεται συνεχής, ἐπώδυνος και ἐπίμονος ἀγῶνας. Ἡ Πάλη μας δέν εἶναι πρός σάρκα καί αἷμα, ἀλλά προς τάς ἀρχάς, πρός τάς ἐξουσίας,  πρός τούς κοσμοκράτορας τοῦ  σκότους τοῦ αἰῶνος τούτους, πρός τά πνευματικά τῆς πονηρίας», μέ ἔπαθλον τον οὐρανόν.

Στήν ἀνοδική μας πορεία ἀπό γῆς πρός οὐρανόν δέν συνατᾶμε ἀγκάθια καί τριβόλους, ἀλλά συναντᾶμε καί δαίμονες καί δαιμονανθρώπους, καί ληστές καί ψεῦστες καί ὑποκριτές καί ἐγκληματίες, μέ τό λευκό κολλάρο. Και το Χειρότερο, ἔχουμε νά παλαίψουμε  μέ τή σάρκα μας, μέ τόν κακό μας ἑαυτό, πού εἶν’ ὀ μεγαλύτερος ἐχθρός μας. Πολλές φορές, γιά νά ξεφύγουμε, νά λυτρωθοῦμε, χρειάζεται νά ματώσῃ ἡ καρδιά μας, νά γδάρουμε το πετσί μας.

Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέγει: «Ταλαίπωρος ἐγώ ἄνθρωπος! Ποιός θά μέ λυτρώσῃ, ἀπό το σῶμα αὐτό, πού εἶναι καταδικασμένο σέ θάνατο;»

Κύριέ μου Ἰησοῦ, Ἥλιε τῆς Δικαιοσύνης, Ποιός θά μᾶς ἀνασύρῃ ἀπό το Βόρβορο, ἀπό τή λάσπη, ἀπό «τήν ἴλύν βυθοῦ», στήν ὁποίαν ἔχουμε ἐμπαγῆ; Ποιός θά μᾶς ἐλευθερώσῃ ἀπό αὐτήν ἐδῶ την κοιλάδα τοῦ Κλαυθμῶνος; Ποιός θά μᾶς ἐνισχύσῃ στόν ἀγῶνα μας, ὥστε  νά νικήσουμε τόν Κακόν μας ἑαυτόν καί νά φθάσουμε ἀπό τό·   «κατ’ εἰκόνα», εἰς το· «καθ’ ὁμοίωσιν», ἄν ὄχι Σύ, Κύριε, πού Σταυρώθηκες για μᾶς; Ἑσένα ἱκετεύουμε και παρακαλοῦμε, ἐνίσχυσέ μας στόν ἀγῶνα μας, ὥστε, μέ τή Χάρι Σου νά ἐπιστρέψουμε στήν Πατρική Ἑστία καί ἀπό τώρα νά γίνεται καί ἀπό μᾶς τό Θέλημα τοῦ Πατρός, «ὡς ἐν οὐρανῷ καί ἐπί τῆς γῆς» καί ἀξίωσέ μας, λόγῳ και ἔργῳ, νά Σέ δοξάζουμε, σύν τῷ Πατρί καί τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι καί τώρα καί πάντοτε καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. ΑΜΗΝ.     





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου