Κυριακή 11 Απριλίου 2021

«Γενηθἠτω τό Θελημά Σου, ὡς ἐν οὐρανῷ καί ἐπί τῆς γῆς»





Εἶναι δυνατόν νά γίνεται καί ἀπό μᾶς, τό Θέλημα τοῦ Θεοῦ «ὡς ἐν οὐρανῷ και ἐπί τῆς γῆς»;

 

Χωρίς τή Χάρι τοῦ Θεοῦ καί τή βοήθειά Του εἶναι ἀδύνατον. Ὁ Κύριος, ἐπειδή γνωρίζει τίς ἀδυναμίες μας, μᾶς καλεῖ νά μένουμε  ἑνωμένοι μαζί Του, γιά νά μποροῦμε νά ἐπιτελοῦμε κάθε ἔργο ἀγαθό. Καί μᾶς προλέγει: «Χωρίς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν» (Ἰωάν.ιε΄5).Μέ τή Χάρι Του ὅμως καί μέ τή δύναμί Του, εἶναι βέβαιον ὅτι μπορεῖ να γίνεται καί ἀπό μᾶς τό Θέλημά Του, «ὡς ἐν οὐρανῷ και ἐπί τῆς γῆς».

Εἶναι βέβαια αὐτονόητον ὅτι πρέπει νά ἀγαπᾶμε μέ ὅλη τή δύναμι τῆς ψυχῆς μας τό Θεό καί τό Θέλημά Του καί  νά ἀγωνιζώμαστε ἐν Χριστῷ, μέ ὑπομονή και ἐπιμονή, να γίνεται καί ἀπό μᾶς  το Θέλημά Του, «ὡς ἐν οὐρανῷ και ἐπί τῆς γῆς».

Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέγει ὅτι «Οὐκ ἔστιν ἡμῖν ἡ πάλη προς αἷμα καί σάρκα, ἀλλά πρός τάς ἀρχάς, πρός τάς ἐξουσίας, πρός τούς  κοσμοκράτορας τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου, πρός  τά πνευματικά τῆς πονηρίας ἐν τοῖς ἐπουρανίοις» (Ἐφεσ.στ΄12). Ὁ πνευματικός μας ἀγῶνας εἶναι μέν σκληρός, ἀλλά ὡραῖος καί ἔχει ὡς ἔπαθλον τόν οὐρανόν. Ὁ Παῦλος συνιστᾶ σέ κάθε ἀγωνιζόμενο νά πιστέψῃ στό Χριστό καί νά ἀναλάβῃ, νά ἐνδυθῇ στόν ἀγῶνα του, τήν πανοπλίαν τοῦ Θεοῦ: «Ἐνδύσασθαι τήν πανοπλίαν τοῦ Θεοῦ πρός τό δύνασθαι ὑμᾶς στῆναι πρός τάς μεθοδίας τοῦ διαβόλου» (Ἐφεσ. στ΄ 11,13).

Ὁ ἄνθρωπος τιμήθηκε ἀπό τον Θεόν. Ἐγκαταστάθηκε εἰς τόν Παράδεισον «ἐργάζεσθαι αὐτόν καί φυλάσσειν( Γενέσ. β΄15). Δέν κατενόησεν ὅμως τήν ἀγάπην τοῦ Θεοῦ καί τήν τιμήν , πού τοῦ δόθηκε. Ἀθέτησε τήν Ἐντολήν τοῦ Θεοῦ, δέν ἔκαμε τό Θέλημα τοῦ Θεοῦ καί διά τῆς παρακοῆς στό Θεῖον Θέλημα, χωρίσθηκε ἀπό τόν Θεόν καί ἐξαχρειώθηκε. Ὁ Προφήτης Δαυῒδ λέγει ὅτι ὁ «ἄνθρωπος ἐν τιμῇ ὤν οὐ συνῆκε, παρασυνεβλήθη τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις καί ὡμοιώθη αὐτοῖς»(Ψαλμ. 48, 13,21). Ξέπεσε, ἐξίσωσε τόν ἑαυτό του, πρός τά κτήνη τά ἀνόητα καί ἔγινε ὅμοιος μέ αὐτά, διά τῆς παρακοῆς τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ, καί μέ τή θέλησί του, ζῆ σάν κτῆνος και πεθαίνει σάν κτῆνος. Αὐτό συμβαίνει, ὅταν ὁ ἄνθρωπος  κάνῃ τό δικό του θέλημα καί ὄχι το Θέλημα τοῦ Θεοῦ. Τότε φθάνει στήν ἔσχατη ἐξαθλίωσι, καταντᾶ «δέσμιος τῆς γῆς», κατάκοιτος στή χώρα καί τή σκιά τοῦ θανάτου (πρβλ. Ματθ. δ΄16). Διά τῆς παρακοῆς τοῦ Θείου Θελήματος,  χάνουμε τή Χάρι τοῦ Θεοῦ, γινόμαστε δοῦλοι τοῦ σαρκικοῦ φρονήματος, πού εἶναι ἔχθρα εἰς Θεόν καί φέρει στήν ψυχή καί τή ζωή μας τό Θάνατο (παρβλ.  Ρωμ.η΄6-7). Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος σχετικά ὁμολογεῖ ὅτι ὁ Νόμος τοῦ Θεοῦ εἶναι δῶρον καί ἡ τήρησις ἀποβλέπει στό νά καταστήσῃ τούς ἀνθρώπους ἐναρέτους, ἁγίους. Ἐγώ ὅμως, λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, εἶμαι σαρκικός, πουλημένος, σάν σκλάβος, στήν ἁμαρτία. Κι’ αὐτό, πού ἐκτελῶ, σάν ἔργο, τό ἐκτελῶ χωρίς νά ξέρω τί κάνω. Δέν ξέρω τί μοῦ γίνεται. Δουλωμένος στήν ἁμαρτία, τυφλωμένος ἀπό τό πάθος, ἐργάζομαι τό Κακό καί τήν ἁμαρτία…(Ρωμ ζ΄ 14 ἑξ.): «Οὐ γάρ  ὅ θέλω τοῦτο πράσσω, ἀλλ’ ὅ μισῶ τοῦτο ποιῶ… Οὐ γάρ ὅ θέλω ποιῶ ἀγαθόν, ἀλλ’ ὅ οὐ θέλω κακόν τοῦτο πράσσω. Εἰ δε ὅ οὐ θέλω ἐγώ τοῦτο ποιῶ, οὐκέτι ἐγώ κατεργάζομαι αὐτό, ἀλλ’ ἡ οἰκοῦσα ἐν ἐμοί ἁμαρτία… Βλέπω δέ ἕτερον νόμον ἐν τοῖς μέλεσί μου ἀντιστρατευόμενον τῷ νόμῳ τοῦ νοός μου καί αἰχμαλωτίζοντά με ἐν τῷ νόμῳ  τῆς ἁμαρτίας τῷ ὄντι ἐν τοῖς μέλεσί μου. Ταλαίπωρος ἐγώ ἄνθρωπος! Τίς  με ῥήσεται ἐκ τοῦ σώματος τοῦ θανάτου τούτου;» (Ρωμ. ζ΄ 15-24).

Χωρίς τήν ἄνωθεν βοήθειαν, ἀσφαλῶς, εἶναι ἀδύνατον νά ἐλευθερωθοῦμε ὅλοι ἐμεῖς  οἱ ταλαίπωροι ἄνθρωποι ἀπό  τή δουλεία τῆς ἁμαρτίας καί νά κάνουμε «πρᾶξι» τό τρίτο αἴτημα τῆς Προσευχῆς, ὥστε νά γίνεται καί ἀπό μᾶς τό Θέλημα τοῦ Θεοῦ «ὡς ἐν οὐρανῷ και ἐπί τῆς γῆς».

Γι’ αὐτόν ἀκριβῶς τό λόγο καί «ἐπεφάνη ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ ἡ σωτήριος πᾶσιν ἀνθρώποις, παιδεύουσα ἡμᾶς, ἵνα ἀρνησάμενοι τήν ἀσέβειαν και τάς κοσμικάς ἐπιθυμίας σωφρόνων καί δικαίως καί εὐσεβῶς ζήσωμεν ἐν τῷ νῦν αἰῶνι» (Τίτ.  β΄11-12). Θέλημα τοῦ Θεοῦ ἡ σωτηρία μας. Ἀπό ἄπειρη ἀγάπη καί γιά τή σωτηρία μας «εὐδοκίᾳ τοῦ Πατρός καί συνεργείᾳ τοῦ ἁγίου Πνεύματος», ὁ Υἱός και Λόγος τοῦ Θεοῦ «σάρξ ἐγένετο καί ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν…» (Ἰωάν. α΄ 14).

Ἦλθε κοντά μας, καί, «χθές καί σήμερον ὁ αὐτός καί εἰς τούς αἰῶνας» (Ἑβρ. ιγ΄8), ἐδίδαξε καί διδάσκει «τί το θέλημα τοῦ Κυρίου τό ἀγαθόν καί εὐάρεστον καί τέλειον» (Ρωμ. ιβ΄ 2). Και ἔπαθε, γιά χάρι μας. Ἔγινε Τύπος καί Ὑπογραμμός  στό Θέλημα τοῦ Πατρός, σέ ὅλους μας. Ἔγινε «ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε Σταυροῦ» ( Φιλιπ. β΄ 8), «ἡμῖν ὑπολιμπάνων ὑπογραμμόν, ἵνα ἐπακολουθήσωμεν τοῖς ἴχνεσιν Αὐτοῦ»(Α΄Πέτρ.β΄21).

Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέγει ὅτι ὁ λόγος σχετικά, μέ τόν Ἐρχομό τοῦ Σωτῆρος καί τό ἀπολυτρωτικό Του ἔργο εἶναι ἀξιόπιστος καί  ἀξίζει νά τόν ἀποδεχθοῦν ὅλοι, μέ τήν καρδιά τους: «Πιστός ὁ λόγος καί πάσης ἀποδοχῆς ἄξιος, ὅτι Χριστός Ἰησοῦς ἦλθεν εἰς τόν κόσμον ἁμαρτωλούς σῶσαι, ὧν πρῶτός εἰμι ἐγώ» (Α΄Τιμόθ.α΄15). Ἐνσαρκώνει τίς ἀρετές. Κάνει «πρᾶξι» τό Θέλημα τοῦ Θεοῦ. Διαγράφει μέ τό Παράδειγμά Του τήν Ὁδό ἀπό τό· «κατ’ εἰκόνα», εἰς τό· «καθ’ ὁμοίωσιν». Μέ τό τρίτο αἴτημα τῆς Προσευχῆς, μᾶς διδάσκει νά ζητοῦμε, συνεχῶς, ἀπό τόν οὐράνιον Πατέρα, νά μᾶς ἀξιώνῃ νά τηροῦμε τό Θέλημά  Του, κατά τέλειον τρόπο, διότι ἡ ἀνθρώπινη ἀδυναμία εἶναι μεγάλη, καί, χωρίς τή Χάρι Του, δέν μποροῦμε νά κάνουμε «πρᾶξι» τό Θέλημά Του, «ὡς ἐν οὐρανῷ καί ἐπί τῆς γῆς».

Τώρα πιά, μετά τον Ἐρχομό τοῦ Χριστοῦ στόν κόσμο, κάθε πιστός, ἐνισχύεται στόν ἀγῶνα του, ἀπό τή ζωντανή Παρουσία τοῦ Κυρίου καί καθοδηγεῖται ἀπό τό ἅγιον Παράδειγμά Του. Τώρα ὁ Χριστός μᾶς παραστέκει στό κάθε μας βῆμα, εὐλογεῖ κάθε φιλότιμη προσπάθειά μας καί μᾶς ἐνισχύει, μέ τή Χάρι Του. Τώρα, εἶναι δυνατόν, μέ τή βοήθεια τοῦ Χριστοῦ, νά γίνεται καί ἀπό  μᾶς ἐδῶ στή γῆ, τό Θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὅπως γίνεται καί στόν Οὐρανό.

Ὁ Ἰησοῦς καλεῖ κοντά Του ὅλους ἐμᾶς τούς κουρασμένους και τούς καταταλειπωρουμένους, ὅλους τούς φορτωμένους ἀπό τό βάρος τῆς ἁμαρτίας και τῶν θλίψεων, ἀπό το βάρος τῆς Ψευτιᾶς, τῆς Ὑποκρισίας καί τῶν παρανοήσεων τῆς Παραφροσύνης, και ἐκδηλώνει στόν καθένα μας τήν ἀγάπη Του καί  χαρίζει τή γαλήνη καί τήν ἀνάπαυσι τῆς ψυχῆς μας. Μᾶς διαβεβαιώνει ὅτι τό Θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὁ ζυγός τῆς ὑπακοῆς στή διδασκαλία Του, εἶναι ἀπελευθέρωσις ἀπό τή δουλεία στο Κακόν, και εἶναι ζυγός χρηστός, μαλακός καί ὠφέλιμος. Εἷναι ζυγός τέλειας ἀγάπης στό Θεό καί τόν ἄνθρωπο, πού ἔχει σάν καρπό τήν πνευματική τελείωσι, τή θέωσι τοῦ ἀνθρώπου. Καί τό φορτίον, πού θέτει Ἐκεῖνος στούς Μαθητάς Του, εἶναι ἐλαφρόν. Εἶναι ὑποχρεώσεις καί καθήκοντα, πού ἡ τήρησίς τους, ἀπελευθερώνει τόν ἄνθρωπο ἀπό τή δουλεία τῆς ἁμαρτίας (πρβλ. Ματθ. ια΄ 28-30). Εἷναι Ἐντολές  ἀγάπης ἀνυπόκριτης, ἁγνῆς, θυσιαστικῆς, ἀκόμη  καί γιά τά ἄγρια θηρία. «Αὕτη γάρ ἐστιν ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἵνα τάς ἐντολάς αὐτοῦ τηρῶμεν·  καί αἱ ἐντολαί αὐτοῦ βαρεῖαι οὐκ εἰσίν»(Α΄ Ἰωάν. ε΄ 3). Μᾶς καλεῖ ὅλους κοντά Του. Δεν μᾶς ἐξαναγκάζει. Μᾶς διαβεβαιώνει καί μᾶς τονίζει ὅτι εἶναι ὄμορφη ἡ πνευματική ζωή. Εἶναι μιά ζωή κοινωνίας μέ τόν Θεόν γεμάτη γαλήνη, ἀνάπαυσι καί  πραγματική χαρά. Μᾶς διδάσκει νά μάθωμεν ἀπό Αὐτόν τήν ταπείνωσιν καί τήν πραότητα, γιά νά βροῦμε ἀνάπαυσιν στήν ψυχή μας: «Δεῦτε πρός με πάντες… Μάθετε ἀπ’ ἐμοῦ, ὅτι πρᾷός εἰμι καί ταπεινός τῇ καρδίᾳ, και εὑρήσετε ἀνάπαυσιν ταῖς ψυχαῖς ὑμῶν…» (Ματθ. ια΄28-30).



Ὡς «διδακτοί Θεοῦ», μέ τή Χάρι Του, καί, μέ τή δική μας καλή θέλησι, θά εἶναι δυνατόν νά γίνεται καί ἀπό μᾶς τό Θέλημα τοῦ Θεοῦ, «ὡς ἐν οὐρανῷ και ἐπί τῆς γῆς». Και αὐτό σημαίνει ὅτι δέν ἀρκεῖ νά λέμε ἁπλῶς στήν προσευχή μας «γενηθήτω το θέλημά Σου», ἀλλά χρειάζεται να  συνειδητοποιήσουμε ὅτι εἶναι ἀνάγκη  νά γίνῃ τροφή και τρυφή τῆς ψυχῆς μας, σκοπός τῆς ζωῆς μας, το Θέλημα τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ἀνάγκη νά θελήσουμε ὁλόψυχα καί νά ὑποτάξουμε τό δικό μας  θέλημα στο Θέλημα τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ἀνάγκη νά διακρίνουμε «τό φρόνημα τῆς σαρκός», ἀπό τό «φρόνημα τοῦ Πνεύματος», καί νά κατανοήσουμε ὅτι «οἱ κατά σάρκα  ὄντες τά τῆς σαρκός φρονοῦσιν, οἱ δέ κατά πνεῦμα τά τοῦ πνεύματος». Καί ὅτι «τό φρόνημα τῆς σαρκός θάνατος, τό δέ φρόνημα τοῦ Πνεύματος ζωή και εἰρήνη. Διότι τό φρόνημα τῆς σαρκός ἔχθρα εἰς Θεόν· τῷ γάρ νόμῳ τοῦ Θεοῦ οὐχ ὑποτάσσεται· οὐδέ γάρ δύναται» (Παρβλ. Ρωμ. η΄ 5-8). Χρειάζεται νά ξεχωρίσουμε τό Θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀπό τό ἀνθρώπινο θέλημα καί νά ἀποφασίσουμε. Νά διαλέξουμε τό φρόνημα τοῦ Πνεύματος, τό Θέλημα τοῦ Θεοῦ. Πρᾶγμα πού σημαίνει «νά ἀρνηθοῦμε τήν ἀσέβειαν καί τίς κοσμικές ἐπιθυμίες καί νά  ζοῦμε ἐδῶ στή γῆ, ὅσο ὁ Θεός μᾶς χαρίζει μέρες, μέ ὁσιότητα, σωφροσύνηδικαιοσύνη καί εὐσέβεια» (παρβλ. Τίτ. β΄ 11-12). Μέ δυό λόγια: Νά ζοῦμε μέ τέλεια ἀγάπη στό Θεό καί στό συνάνθρωπό μας. Μέ τήν ἀγάπη, πού μᾶς δίδαξε ὁ Χριστός μέ τή Σταυρική Του Θυσία: «Καθώς ἠγάπησα ὑμᾶς ἵνα και ὑμεῖς ἀγαπᾶτε ἀλλήλους» (Ἰωάν. ιγ΄ 34. ιε΄12, 17).




Ζητοῦμε τή θεία ἐνίσχυσι στόν ἀγῶνα μας, ὥστε, μέ τή θεία Χάρι, νά κάνουμε στή ζωή μας τό Θέλημα τοῦ Θεοῦ, «ὡς ἐν οὐρανῷ καί ἐπί τῆς γῆς». Ἀδιαλείπτως παρακαλοῦμε τόν Πατέρα μας, τον ἐν οὐρανοῖς, λέγοντες: «Γενηθήτω το Θέλημά Σου». Ὁ Θεός συνεργάζεται μαζί μας στο Ἀγαθό. Δεν μᾶς ἐξαναγκάζει. «Οὐ βιάζεται δέ τινα, διά τό αὐτεξούσιον». Ὅταν, ὅμως, Τόν καλέσουμε, ἔρχεται κοντά μας. Καί μένει κοντά μας, πιστός Ὁδηγός, ἀντιλήπτωρ καί Παντοδύναμος βοηθός. Τώρα πιστός δέν ἀγωνίζεται μόνος του. Ἔχει κοντά του συναγωνιστή, συνοδοιπόρο, ἀντιλήπτορα, βοηθό, παρηγορητή, Παράκλητο, τόν Χριστόν. Εἶναι ὁ μόνος Πλησίον μας, καί δέν μᾶς ἐγκαταλείπει ποτέ. Τώρα, μαζί μέ τόν Χριστόν, γίνεται, μέ μεγάλη εὐκολία, καί ἀπό μᾶς, τό Θέλημα τοῦ Θεοῦ, «ὡς ἐν οὐρανῷ καί ἐπί τῆς γῆς». Ποιός μπορεῖ, μέ λόγια, νά ἐκφράσῃ, τή χαρά, τήν εὐφροσύνη, τήν ἀγαλλίασι, τό μεγαλεῖον τῆς ἐν Χριστῷ ἐπιτελέσεως τοῦ Θελήματος τοῦ Θεοῦ; ἕνωσις μέ τόν Χριστόν καί ἡ ἀνάβασις τοῦ νοῦ πρός τόν Πατέρα, διά τῆς ἐπιτελέσεως τοῦ Θελήματος αὐτοῦ, «ὡς ἐν οὐρανῷ και ἐπί τῆς γῆς», δέν εἶναι ἁπλῆ γνῶσις, λόγος ἤ θεωρία, εἶναι βίωμα, εἶναι ζωή, εἶναι τροφή και τρυφή τῆς ψυχῆς, εἶναι, ὄντως,  ἡ ἀδιατάρακτος διά Θέας ἀπόλαυσις τοῦ ἀπείρου Κάλλους τοῦ Προσώπου τοῦ Κυρίου. Ἡ προσήλωσις τοῦ νοῦ πρός τόν Θεόν καί ἡ προσπάθειά μας, ἐν Χριστῷ, νά γίνεται καί ἀπό μᾶς τό Θέλημα τοῦ Θεοῦ, «ὡς ἐν οὐρανῷ καί ἐπί τῆς γῆς», εἶναι ἡ μόνη Ὁδός ἐπαναφορᾶς, ἐπιστροφῆς,  εἰς τήν Πατρικήν Ἑστία, εἶναι ἡ μόνη Ὁδός ἀπό τό· «κατ’ εἰκόνα», εἰ τό· «καθ’ ὁμοίωσιν», ἡ μόνη Ὁδός τήν ὁποίαν ὀφείλει ὁ ἄνθρωπος νά ἀκολουθήσῃ, ὥστε ἀπό «δυνάμει θεός», να γίνῃ καί «ἐνεργείᾳ θεός», νά ἐπιτύχῃ την πνευματική του τελείωσι, τή θεωσι.



Κύριος μᾶς διαβεβαιώνει ὅτι χωρίς τή δική Του βοήθεια εἶναι ἀδύνατη ἡ πνευματική μας τελείωσις καί σωτηρία. Μόνο με τη Χάρι Του, θά μπορέσουμε νά κάνουμε «πρᾶξι» το Θέλημα τοῦ Θεοῦ καί  νά πλησιάσουμε τόν Πατέρα: «Ἐγώ εἰμι ἡ Ὁδός και ἡ Ἀλήθεια καί ἡ Ζωή· οὐδείς ἔρχεται πρός τόν Πατέρα εἰ μή δι’ ἐμοῦ» (Ἰωάν. ιδ΄ 6). Καί μᾶς ἀποκαλύπτει ὅτι «ὁ μένων ἐν ἐμοί κἀγώ ἐν αὐτῷ, οὗτος φέρει καρπόν πολύν, ὅτι χωρίς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν» (Ἰωάν. ιε΄ 5). Αὐτή ἡ ἀποκάλυψις εἶναι ἔκφρασις τῆς ἄπειρης ἀγάπης Του.

Μονάχα το κακόν κάνουμε μόνοι μας. Σ’ αὐτό δέν συνεργάζεται ὁ Κύριος. Στό Ἀγαθόν, μᾶς παραστέκει, μᾶς ἐνισχύει, συνεργάζεται μαζί μας καί εὐλογεῖ τά ἔργα μας, τήν πνευματική μας προκοπή. Παρβλ. Ματθ. ι΄ 32-33:  «Πᾶς ὅστις ὁμολογήσει ἐν ἐμοί…». Στήν Ὁμολογία τῆς πίστεως συνεργάζεται μαζί μας. «Ὅστις ἀρνήσηταί με…». Στήν ἄρνησι δέν λέγει· «ἐν ἐμοί». Δέν συνεργάζεται μαζί μας στο Κακό. Αὐτό σημαίνει ὅτι, ἄν  θέλουμε, μόνον «ἐν Χριστῷ» θά φθάσουμε στή θέωσι. 

Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ὡς καρδιογνώστης γνωρίζεις, τή λαχτάρα τῆς ψυχῆς μας. Γνωρίζεις πόσο πολύ θέλουμε νά γίνεται καί ἀπό μᾶς τούς ταπεινούς τό Θέλημα τοῦ οὐρανίου Πατρός «ὡς ἐν οὐρανῷ καί ἐπί τῆς γῆς. Εὐλόγησε, Κύριε τήν προσπάθειά μας νά  κάνουμε «πρᾶξι» τό λόγο Σου. Στερέωσέ μας ἐπί τήν πέτραν τῶν 'Εντολῶν Σου  καί ἀξιώσέ μας, λόγῳ καί ἔργῳ, νά Σέ ὑμνοῦμε καί νά Σέ δοξάζουμε, σύν τῷ Πατρί καί τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι, καί τώρα καί πάντοτε καί εἰς τούς ἀπεράντους αἰῶνας τῶν αἰώνων. ΑΜΗΝ.





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου